Κυριακή 11 Αυγούστου 2013

ΟΙ ΔΥΝΑΤΟΙ ΚΑΙ ΟΙ ΑΔΥΝΑΜΟΙ ΣΤΗΝ ΠΙΣΤΗ

                Ο απόστολος Παύλος διακρίνει ανάμεσα στά μέλη τής Εκκλησίας εκείνους που είναι σταθεροί στήν πίστη και τήν πνευματική ζωή, και εκείνους που είναι ασταθείς και έχουν ανάγκη από βοήθεια. Δηλαδή μιλάει για τούς πνευματικά δυνατούς και τούς πνευματικά αδύναμους. Και τόσο τούς μέν όσο και τους δε τούς ενώνει «η χάρις τού Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και η αγάπη τού Θεού και η κοινωνία τού Αγίου Πνεύματος». Μέσα σ’ αυτό τό πνεύμα, που χαρακτηρίζει τόν κόσμο τής Εκκλησίας, είναι αυτονόητη, δεδομένη η έκφραση συμπαράστασης, στηριγμού και βοήθειας μεταξύ τούς. Γι αυτό και ο απ. Παύλος τήν έμπρακτη αυτή εκδήλωση αλληλεγγύης τήν ονομάζει «οφειλή».

                Είναι «χρέος» τών πιστών που αισθάνονται δυνατοί στόν πνευματικό αγώνα να συμπαρίστανται στούς πνευματικά αδύναμους αδελφούς. «Εμείς οι δυνατοί στήν πίστη οφείλουμε να υπομένουμε τά ελαττώματα, τις ασθένειες τών αδύναμων αδελφών μας». εάν ο Κύριος μας διδάσκει ότι κάθε βοήθεια που προσφέρουμε στούς «ελάχιστους αδελφούς» είναι σαν να τήν προσφέρουμε στόν Ίδιο, είναι αντιληπτό πόση μεγάλη αξία έχει να στηρίζουμε όσους πιστούς παρουσιάζουν αδύναμο χαρακτήρα.
                Αν περιορίζουμε τό ενδιαφέρον μας στήν δική μας πνευματική πρόοδο και αδιαφορούμε για τήν ατέλεια και τις καθυστερήσεις τών άλλων πιστών, που κι αυτοί αγωνίζονται τόν ίδιο αγώνα τής πίστεως, τότε ερχόμαστε σε αντίθεση με τόν Χριστό. Εκείνος «ουχ εαυτώ ήρεσεν», δηλ. δεν φρόντισε, δεν κοίταξε, ούτε καν ζήτησε το δικό του συμφέρον. Παρείδε το «ως εγώ θέλω» που δικαιωματικά τού ανήκε, και ως Αγίου Θεού αλλά και ως ανθρώπου αναμάρτητου, και «υπέρ τής ημετέρας σωτηρίας εαυτόν θανάτω παρέδωκεν». Σήκωσε επί τού Σταυρού τις ανομίες μας, υπέμεινε σταυρούμενος τήν παρακοή μας, άντεξε τόν ονειδισμό τών ανθρώπων για χάρη μας.
                Και ο Απόστολος μας προτρέπει να μην αρέσουμε στούς εαυτούς μας, αλλά να καταθέτουμε με προθυμία τήν υπομονή μας, τήν ανοχή μας, να αντέχουμε και στίς τυχόν πικρίες από τούς εν Χριστώ αδελφούς μας, ώστε να τούς δώσουμε χρόνο να στηριχτούν, παίρνοντας δύναμη από τό παράδειγμά μας. Με τόν τρόπο αυτό θα οικοδομήσουμε τις ψυχές τους στό αγαθό, εμπνέοντάς τους τό πνεύμα καλοσύνης, επιείκειας και αγάπης τού Θεού.

                Για να τό κατορθώσουμε χρειαζόμαστε ορισμένες αρετές και χαρίσματα που θα μας δώσουν τήν δύναμη να αντέξουμε τόν σταυρό τού πλησίον. Το πρώτο είναι η υπομονή. Είναι η αρετή που συνδέει όλα τά χαρίσματα και τις άλλες αρετές. Με υπομονή, λέει ο απ. Παύλος, διεξάγεται ο πνευματικός αγώνας. Εκείνη βεβαιώνει τήν πίστη, τήν σταθεροποιεί. Εκείνη κατευνάζει τόν εγωισμό και εμπνέει τήν καρτερία, τήν ανοχή, τήν κατανόηση.
                Το δεύτερο είναι τό χάρισμα τής παρακλήσεως που το αντλούμε τόσο από τήν μελέτη τής Αγίας Γραφής όσο και από τήν δωρεά αυτού τού Θεού. Μέσα από τα ιερά κείμενα βρίσκουμε πολλή παράκληση στήν ψυχή μας, παίρνοντας παράδειγμα από τήν ζωή τών Αγίων και τού ίδιου τού Χριστού.
                Ο άγιος Ιάκωβος προβάλλει τήν υπομονή τού Ιώβ και μακαρίζει όσους διαθέτουν υπομονή: «μακαρίζουμε όσους υπομένουν». Διότι τό αποτέλεσμα θα είναι θαυμαστό. Η ευσπλαχνία τού Κυρίου οδηγεί σε αίσιο τέλος. Ο αδύναμος θα στηριχθεί και ο δυνατός θα νιώσει τήν θεία ικανοποίηση. Αυτό γεμίζει τις καρδιές μας με τήν κατά Χριστόν ελπίδα. Και η ελπίδα αυτή δεν απογοητεύει, αλλά επιβεβαιώνει τήν πίστη και στηρίζει και τούς δυνατού και τούς αδύναμους.
                Αυτές οι τρείς αρετές, αυτά τα τρία χαρίσματα, δηλαδή η υπομονή, η παράκληση και η ελπίδα, που η μία συνδέεται με τήν άλλη, μας δίνουν τήν δύναμη ώστε «το αυτό φρονείν εν αλλήλοις». Δηλαδή, όλοι οι πιστοί, δυνατοί και αδύναμοι, να ομοφρονούν, να έχουν τήν ίδια γνώμη εν Χριστώ, ο έναν να αντιλαμβάνεται τόν άλλο και να αλληλοστηρίζονται, ώστε και ο Θεός να δοξάζεται και οι ίδιοι να ζούν μέσα στήν χάρη και τήν δόξα τού Ιησού.

                Εκτός από τήν έμπρακτη υλική φιλανθρωπία, η σημερινή κοινωνία έχει πολύ μεγάλη ανάγκη πνευματικού στηριγμού. Ο πολύς κόσμος, επειδή στήριξε τις ελπίδες του σε αδέξιες και φρούδες υποσχέσεις τής κάθε ανεύθυνης κοινωνιολογίας και πνευματολογίας, έχει ανάγκη από αληθινή πνευματική συμπαράσταση και βοήθεια. Λείπει η θέρμη τής θείας στοργής και πατρότητας, επειδή πολλοί έχουν επιπόλαια απομακρυνθεί από τήν λατρευτική ζωή τής Εκκλησίας. Στερούνται τής θείας παρακλήσεως και αγάπης που τόσο άφθονα σκορπίζει ο Χριστός σε όσους τόν πλησιάζουν με πίστη και προθυμία. Η συμβολή μας συνίσταται στο να προβάλουμε τήν πίστη στήν δύναμη τού Θεού, που είναι ανυπολόγιστη, και να ενθαρρύνουμε όσους διστάζουν, να πιστέψουν στήν θεία Του δύναμη, διότι «πάντα δυνατά τώ πιστεύοντι». Με αγαθή διάθεση και υπομονή μπορούμε να πείσουμε πολλούς να πάρουν τήν απόφαση να εμπιστευθούν και να στηριχθούν στήν δύναμη τού Θεού, που ζωντανά και χειροπιαστά στηρίζει, σώζει και αγιάζει.

Αρχιμ. Χ.Ν.

Δεν υπάρχουν σχόλια: