Ο Κύριος
από την αρχή της δημόσιας επιγείου δράσης του, βασικό μέλημά του είχε την
καθοδήγηση των ανθρώπων στην ορθή πίστη προς το πρόσωπό του. παιδαγωγικά
οδηγούσε τους ανθρώπους στην κατανόηση της αλήθειας ότι ενώπιόν τους δεν είχαν
έναν απλό άνθρωπο, αλλά τον ίδιο τον Θεό, ο οποίος έγινε άνθρωπος για την
σωτηρία τους. Γι αυτό, όπως μας πληροφορεί ο ευαγγελιστής Ματθαίος, στην αρχή ο
Κύριος έκανε πολλά θαύματα, προκειμένου να προσελκύσει πολλούς ανθρώπους κοντά
του. αφού συγκεντρώθηκε γύρω του πλήθος λαού, ανέβηκε σε ένα βουνό της Γαλιλαίας,
όπου έκανε την περίφημη επί του Όρους ομιλία. Μετά το πέρας της ομιλίας ο
κόσμος ήταν κατάπληκτος από τα λόγια του, διότι τους δίδασκε με αυθεντία, και
όχι όπως οι συνηθισμένοι διδάσκαλοί τους. Πράγματι, στη επί του Όρους ομιλία ο
Κύριος μιλούσε όπως πρέπει σε Θεό, και όχι ως ένας απλός, έστω και άγιος,
άνθρωπος. Παρουσιαζόταν ο ίδιος να φέρνει από μόνος του καινούργιες εντολές, με
τις οποίες συμπλήρωνε και ολοκλήρωνε τον Μωσαϊκό νόμο. Δεν έλεγε «ο Θεός σας δίδει
αυτές τις εντολές», αλλά «εγώ σας λέγω να πράττετε έτσι», ταυτίζοντας και
εξισώνοντας έτσι τον εαυτό του με τον Θεό. Επίσης, εμφάνιζε τον εαυτό του ως
κριτή της οικουμένης, κάτι που είναι αποκλειστική ιδιότητα του Θεού.
Στην συνέχεια,
αφού περάτωσε την ομιλία και κατέβηκε από το όρος, επιτέλεσε πολλά και εξαίσια
θαύματα. Με αυτά αποδείκνυε στην πράξη αυτό που είχε φανερώσει με τα λόγια του,
δηλαδή την θεϊκή του ιδιότητα. Τα θαύματα αυτά μας τα αφηγείται ο ευαγγελιστής
Ματθαίος στο 8ο και το 9ο κεφάλαιο του Ευαγγελίου του.
δια μέσου αυτών ο Κύριος αποδείκνυε εμπράκτως ότι ο λόγος και η θέλησή του
είναι παντοδύναμα, ότι είναι Κύριος της άλογης κτίσεως, ότι συγχωρεί τις αμαρτίες
των ανθρώπων, ότι έχει πλήρη εξουσία στις αγγελικές δυνάμεις, ότι είναι Κύριος της
ζωής και του θανάτου, και πολλές άλλες ιδιότητες της θείας φύσεώς του. Το θαύμα
της σημερινής Ευαγγελικής περικοπής είναι το δεύτερο στην σειρά από τα θαύματα
που πραγματοποίησε ο Κύριος μετά την επί του Όρους ομιλία.
Ο εκατόνταρχος
φανέρωσε με τα λόγια και την συμπεριφορά του ότι κατανόησε και αποδέχθηκε την
θεϊκή ιδιότητα του Κυρίου Ιησού. Ταυτόχρονα,
εκδήλωσε και την βαθιά ταπείνωσή του. Ο βασικός λόγος που δεν άφησε τον
Κύριο να έλθει μέχρι το σπίτι του ήταν η συναίσθηση της μηδαμινότητός του
ενώπιον του Κυρίου Ιησού. Και όμως, στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο πληροφορούμαστε
ότι ήταν πολύ ευσεβής και ελεήμων. Αυτό δείχνει ότι όσο πιο πολλή ευλάβεια έχει
κάποιος προς τον Θεό, τόσο πιο πολύ ταπεινώνεται. Και όσο περισσότερο συναισθάνεται
την αμαρτωλότητα και θνητότητά του, τόσο περισσότερο ανοιχτοί είναι οι νοεροί
οφθαλμοί της πίστεώς του.
Χάρη λοιπόν
στην ταπείνωση και την ευλάβειά του ο εκατόνταρχος έβλεπε πολύ καθαρότερα από τους
άλλους την θεϊκή δύναμη και εξουσία του Ιησού. Γι αυτό και πίστευε ακράδαντα
ότι ένας απλός λόγος του Κυρίου έχει τεράστια δύναμη. Στον λόγο του Κυρίου
εκμηδενίζονται οι αποστάσεις και υπακούν αμέσως, σαν πειθήνιοι δούλοι, οι
ασθένειες και φεύγουν για να απαλλάξουν τον άνθρωπο από την μάστιγα. Κατανοώντας
μάλιστα ότι αυτή η εξουσία πηγάζει από τον ίδιο τον Ιησού και όχι από κάποιον
ανώτερό του, τον παρακαλεί όχι να προσευχηθεί και να ικετεύσει τον Θεό, αλλά
απλώς να δώσει ένα πρόσταγμα για να γίνει καλά ο δούλος του.
Την μεγάλη
αυτήν πίστη τού εκατόνταρχου ο Ιησούς την επαινεί και διακηρύσσει. Προβάλλει τον
εκατόνταρχο ως αξιοθαύμαστο παράδειγμα ορθής πίστεως. Αυτό το κάνει, για να
οδηγήσει και τους άλλους στην ορθή πίστη προς το πρόσωπό του, κάτι που είναι
απαραίτητο για την σωτηρία. Αντίθετα, εκείνους που τον πλησίαζαν με την ιδέα
ότι έχουν ενώπιόν τους απλώς έναν διδάσκαλο απεσταλμένο από τον Θεό ή έναν
αγαθό διδάσκαλο, όπως για παράδειγμα τον Νικόδημο και τον πλούσιο νεανίσκο, τους
επιτιμούσε για την απιστία τους και τους προβλημάτιζε, προκειμένου να
διορθώσουν την εσφαλμένη κρίση τους.
Ο Αβραάμ
πίστευσε στον Θεό και δικαιώθηκε. Ο εκατόνταρχος πίστευσε στον Ιησού Χριστό και
έλαβε ξεχωριστή τιμή και έπαινο και συναριθμήθηκε με τον Αβραάμ στην βασιλεία
των ουρανών. Αυτό συμβαίνει, επειδή ο Θεός του Αβραάμ δεν είναι άλλος παρά ο
Ιησούς Χριστός, ο Υιός του Θεού, ο μόνος αληθινός Θεός. Όσοι λοιπόν μέσα στην
Εκκλησία πιστεύουμε ορθόδοξα στον Κύριο Ιησού ανήκουμε στον λαό του Θεού.
Είμαστε ο Ισραήλ του Θεού και έχουμε Προπάτορες τον Αβραάμ, τον Ισαάκ και τον
Ιακώβ. Αυτήν την ορθή πίστη ας την διατηρούμε ως κόρην οφθαλμού πράττοντας έργα
μετάνοιας, για να μην εκβληθούμε έξω στο σκοτάδι της πλάνης και της ασέβειας
μαζί με όλους εκείνους που δεν πιστεύουν και δεν ομολογούν το όνομα του Κυρίου
Ιησού Χριστού.
Αρχιμ. Π.Κ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου