Ανώνυμος - «Ο Ρωσσαγγλογάλλος»
Η σκλαβωμένη Ελλάδα |
Σήμερα σάτιρα με πολιτικές, κοινωνικές και ηθικές προεκτάσεις που μας έρχεται περίπου από το 1812.... Ο Ρωσσαγγλογάλλος είναι ένα ποίημα σε μορφή διαλόγου μεταξύ δύο (πλαστών) προσώπων, του σκλαβομένουΦιλέλληνα και του ομώνυμουΡωσσαγγλογάλλου, δηλαδή της σύνοψης των Μεγάλων Δυνάμεων, που ρωτούν - με διάθεση ειρωνική - για το πως έφτασαν οι Έλληνες σε αυτήν την άθλια κατάσταση. Άλλωστε ήσαν βέβαια αυτές οι «μεγάλες προστάτιδες» των Ελλήνων... με λίγα λόγια, περίπου όπως και σήμερα - βέβαια ο Γιούνκερ μετά τα περί «περιορισμού εθνικής κυριαρχίας», θα ήθελε ίσως να μας δώσει και επίσημα τον τίτλο του Προτεκτοράτου, μην ξεχνάμε ότι protectσημαίνει προστατεύω.
Ἀναγράφω λοιπόν παρακάτω τους πρώτους ιδιαίτερα καυστικούς 37 στίχους όπως τους ανακάλυψα στα Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Γ' Γυμνασίου:
Όλοι
Ειπέ μας, ω φιλέλληνα, πώς φέρτε την σκλαβίαν
και την απαρηγόρητον των Τούρκων τυραννίαν;
Πώς τες ξυλιές και υβρισμούς και σιδηροδεσμίαν,
παίδων, παρθένων, γυναίκων ανήκουστον φθορίαν;
Πώς δε τον καθημερινόν των συγγενών σας φόνον,
τον άδικον, αναίτιον και χωρίς τινα πόνον;
Δεν είσθ’ εσείς απόγονοι εκείνων των Ελλήνων,
των ελευθέρων, των σοφών και των φιλοπατρίδων;
Και πώς εκείνοι απέθνησκον διά την ελευθερίαν,
και τώρα εσείς υπόκεισθε εις τέτοιαν τυραννίαν;
Και ποίον γένος, ως εσείς, εστάθη φωτισμένον
εις την σοφίαν, δύναμιν, κι εις όλα ξακουσμένον;
Πώς νυν εκαταστήσατε την λαμπούσαν Ελλάδα!
Βαβαί! ως ένα σκέλεθρον, ως σκοτεινήν παστάδα!
Ομίλει, φίλτατε Γραικέ, ειπέ μας την αιτίαν˙
Μη κρύψης τίποτες ημών, λύε την απορίαν.
Ο Φιλέλλην
Ρωσσαγγλογάλοι,
Ελλάς, και όχι άλλη,
ήτον, ως λέτε, τόσον μεγάλη.
Νύν δε αθλία
και αναξία
επειδή άρχει η αμαθία.
Όσ’ ημπορούσι
να την ξυπνούσι,
τούτ’ εις το χείρον την οδηγούσι.
Αυτή στενάζει,
τα τέκνα κράζει,
στο να προκόπτουν όλα προστάζει.
Και τότ' ελπίζει
ότι κερδίζει˙
εκείν’ όπου ’χει νυν την φλογίζει.
Μα τις τολμήσει
μ΄αληθή κλίσι
σ’ ελευθερίαν να την κινήση;
Όστις τολμήση
να την ξυπνήση
πάγει στον Άδη χωρίς τινα κρίσιν.
Ο ανώνυμος ποιητής στους πρώτους στίχους δείχνει πως ο Ρωσσαγγλογάλλος με τον ιδιαίτερα ειρωνικό του τόνο αντιπαραθέτει το ένδοξο παρελθόν των Ελλήνων με το οδυνηρό παρόν με σκοπό να τους υποβαθμίσει και να τους γελοιοποιήσει. Επιπλέον με τα ρητορικά ερωτήματα για την άθλια κατάσταση των Ελλήνων-ραγιάδων φαίνεται να αμφισβητεί την ίδια σχέση του «φιλτάτου Γραικού» με τους «σοφούς προγόνους» του και έτσι και την αγάπη του για την πατρίδα και την ελευθερία.
Αλλά ο Φιλέλλην απαντά με ειλικρίνεια που και σήμερα πονάει. Η «Ελλάς» όντως υπήρξε μεγάλη αλλά σήμερα είναι «αθλία» και «αναξία» και ο λόγος αυτής της κατάντιας είναι η «αμαθία».... Βέβαια αυτός δεν είναι ο μοναδικός λόγος καθώς «όσ’ ημπορούσι να την ξυπνούσι, τούτ’ εις το χείρον την οδηγούσι». Δηλαδή, η άθλια κατάσταση της Ελλάδας οφείλεται και σε όλους αυτούς που έχουν την δυνατότητα να την βοηθήσουν αλλά αν και προφασίζονται να το κάνουν, τελικά την καταβαραθρώνουν μαζί με κάθε έννοια ελευθερίας, ώστε να διασφαλίσουν τα δικά τους συμφέροντα οδηγώντας την στην καταστροφή.
Αλλά αναρωτιέται ο ποιητής, τολμά κανείς να την βοηθήσει αληθινά, χωρίς άλλους σκοπούς και ιδιοτέλειες; Και απαντά ότι ακόμη και κάποιος να τολμήσει κάτι τέτοιο θα καταλήξει άκριτα στον Άδη...(Πόσο προφητικό για τον Ι. Καποδίστρια; ) Και βέβαια όλη η Ελλάδα πονά και στενάζει και βρίσκει μόνη ελπίδα στα ίδια τα παιδιά της.... έτσι ο ποιητής με έναν έμμεσο τρόπο προτρέπει τους Έλληνες να απαλλαγούν από τα στενά δεσμά των «προστάτιδων δυνάμεων» και να βασισθούν στις δικές τους δυνάμεις...
Πραγματικά όμως αναρωτιέμαι, κυριαρχεί σήμερα η αμάθεια όπως τότε, είμαστε καλύτερα ή χειρότερα; Η αλήθεια είναι πως θα ήταν αφελές να πει κανείς πως είμαστε αγράμματοι ή ότι δεν υπάρχει θέληση για μόρφωση (και πραγματικά δεν νομίζω κανείς να βρει σε πολλές άλλες χώρες οικογένειες να επενδύουν τόσα πολλά, να δίνουν από το υστέρημά τους, για την εκπαιδευση των παιδιών τους ) αλλά το αν έχουμε γνώση του ποιοι είμαστε ή αν είμαστε πνευματικά μορφωμένοι, είναι πιστεύω, ένα ανοιχτό ερώτημα.
Φοβάμαι ότι πειστήκαμε τελικά πως μπορεί να μην είχαμε και μεγάλη σχέση με τους «σοφούς προγόνους» άλλωστε πολλοί πρέσβευαν την ιδέα ότι έπρεπε να γίνουμε Ευρωπαίοι πρώτα (λες και δεν ήμασταν) για να είμαστε Έλληνες και συνεχιστές των προγόνων μας. Τελικά ελευθερωθήκαμε από τον «δυνάστη Τούρκο» αλλά φυλακιστήκαμε σε ένα συναίσθημα μειονεξίας και μια συνεχή πάλη να αποδείξουμε ότι είμαστε αντάξιοι «των λαμπρών της εσπερίας γενών» όπως έλεγε και ο Κοραής. Δεν θελήσαμε ποτέ να χειραφετηθούμε και αυτό μας στοίχισε, αφού επί τόσα χρόνια, δύο αιώνες, αγωνιζόμαστε στον μιμητισμό και έτσι απολέσαμε σιγά σιγά κάθε τι δικό μας, τον αυτοσεβασμό, την υπερηφάνεια και την αρχοντιά.
Πιστεύω πως αυτό το ποίημα που γράφτηκε το 1812 δεν αναφερόταν στην εποχή του... γιατί αν και η Ελλάδα ομοίαζε στους έξω ως μια «σκοτεινήν παστάδα», έθρεφε το σπόρο της ελευθερίας. Όταν όμως φύτρωσε τον ξεριζώσαμε από φόβο ότι δεν θα έπρεπε να είναι δικός μας και τότε όντως γίναμε «ένα σκέλεθρον, [μια] σκοτεινήν παστάδα»
Έχουμε άλλον σπόρο σήμερα;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου