Έκρηξη βόμβας σημειώθηκε έξω από το σπίτι της ευρωβουλευτού της ΝΔ και πρώην υπουργού Παιδείας, Μαριέττας Γιαννάκου, το οποίο βρίσκεται στην οδό Δεμερτζή 10 στα Πατήσια.
Σύμφωνα με την αστυνομία, η έκρηξη ήταν μικρής...... ισχύος και προκάλεσε μόνο ζημιές στην τζαμαρία της εισόδου και σ’ ένα σταθμευμένο αυτοκίνητο.
Η βομβιστική επίθεση γίνεται δύο ημέρες μετά το αιματηρό τρομοκρατικό χτύπημα στο ΑΤ Αγίας Παρασκευής.
Ο αυτοσχέδιος ωρολογιακός μηχανισμός τοποθετήθηκε στην είσοδο της πολυκατοικίας όπου διαμένει η κ. Γιαννάκου και εξερράγη στις 04.32
Σχόλιο
Μάλλον προτιμούν τους αστυνομικούς να φυλάνε α-«στόχους» από το να περιφρουρούν την έννομη τάξη και τους πολίτες.
Σάββατο 31 Οκτωβρίου 2009
ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕ «ΝΙΚΗ» ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΟΥ ’40
Ὁ λογοτέχνης Ἄγγελος Τερζάκης, στὸ ἔργο τοῦ «Ἑλληνικὴ Ἐποποιία» 1940-1941 (ἔκδοση Γ.Ε.Σ. 1990, σέλ. 86-87), παρουσιάζει πολὺ ἐμπεριστατωμένα τί νόημα εἶχε ἡ λέξη νίκη γιὰ τοὺς Ἕλληνες τοῦ ’40. Ἃς παρακολουθήσουμε τὶς σκέψεις του.
«Οἱ ἔφεδροι ποὺ πήγαιναν νὰ ντυθοῦν τὸ χακὶ τὶς πρῶτες μέρες τοῦ πολέμου τοῦ 1940, δὲν ἔλεγαν μέσα τοὺς πὼς πᾶνε γιὰ νὰ νικήσουν. Ἡ Ἰταλία ἦταν μεγάλη Δύναμη, συνέταιρος ἰσότιμός της Γερμανίας στὸν Ἄξονα, κι ὁ καθένας τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1940, φανταζόταν τὸν ἄξονα ἀήττητο. Ἔπειτα τῆς Ἰταλίας τὸ γόητρο, ὕστερα ἀπὸ τὴν φασιστικὴ ἀναδιοργάνωση καὶ τὴν ὑποταγὴ τῆς Αἰθιοπίας, ἦταν δυναμωμένο.
Μία εἰκόνα τῆς ἐπίσημης ψυχολογίας τοῦ Ὀκτωβρίου 1940 δίδει ἡ ἀκόλουθη περικοπῆ ἀπὸ τὴν προφορικὴ ἀνακοίνωση ποὺ ἔκανε ὁ Μεταξὰς στοὺς ἰδιοκτῆτες καὶ ἀρχισυντάκτες τοῦ ἀθηναϊκοῦ τύπου, τοὺς καλεσμένους εἰδικὰ γι’ αὐτὸ στὸ ξενοδοχεῖο τῆς «Μεγάλης Βρετανίας». Ἦταν τὴν Τρίτη μέρα τοῦ πολέμου στὶς 30 Ὀκτωβρίου. ‘Αλλά ὑπάρχουν στιγμὲς –εἶχε πεῖ ὁ Μεταξάς- κατὰ τὶς ὁποῖες ἕνας λαὸς ὀφείλει, ἂν θέλει νὰ μείνει μεγάλος, νὰ εἶναι ἱκανὸς νὰ πολεμήσει, ἔστω καὶ χωρὶς καμμιὰν ἐλπίδα νίκης. Μόνον διότι πρέπει. Γνωρίζω ὅτι ὁ ἑλληνικὸς λαὸς θὰ ἦτο ἀδύνατον νὰ δεχθεῖ ἄλλο τί αὐτὴν τὴν στιγμήν’.
Τὴ γνώμη τοῦ Μεταξὰ πίστευε καὶ τὸ Γ.Ε.Σ., τὸ ὁποῖο τέλη Αὐγούστου 1940, στέλνει μήνυμα στὴν 8η Μεραρχία, στὸ ὁποῖο ἔλεγε, ὅτι δὲν περιμένει ἀπὸ τὴ Μεραρχία νῖκες, ἀναμένει ὅμως νὰ σώσει τὴν τιμὴ τῶν ὅπλων (Τερζάκης, σέλ. 49).
»Οἱ ἔφεδροι τοῦ 1940 πήγαιναν στὸ μέτωπο γιὰ νὰ κλείσουν τὴν ἑλληνικὴ ἱστορία μ’ ἕνα κεφάλαιο ἀντάξιό της. Αὐτὸς ὁ κλῆρος τοὺς εἶχε λάχει· ἦταν μία τραγικὴ καὶ ὑψηλὴ τιμή. Ποτὲ ἄλλοτε, ὕστερα ἀπὸ τὸν ξεσηκωμὸ τοῦ 1821, δὲν εἶχε φουσκώσει μέσα στὴν ἑλληνικὴ ψυχὴ τὸ κέφι τῆς λεβεντιᾶς.
Τίποτα τὸ πεισιθάνατο, τὸ πένθιμο. Ἀεράκι ἀνοιξιάτικο εἶχε ἀναταράξει τὰ φυλλοκάρδια. Οἱ ἄνθρωποι ποὺ σὲ καιροὺς εἰρήνης φαντάζονται τὸ θάνατο συνταιριασμένο ἀναγκαστικὰ μὲ τὸ πένθος, μὲ τὴ βαρυθυμιὰ καὶ τὴν ἀπόγνωση, εἶναι ἀδύνατον νὰ φανταστοῦν πὼς ἔρχονται στιγμὲς ὅπου ἡ προϋπάντησή του γίνεται πανηγυρισμὸς τῆς ψυχῆς. Ὑπάρχει ἐδῶ ἕνα μάθημα ἤθους, μιὰ ἀποκάλυψη ποὺ δὲν πρέπει μὲ κανένα τρόπο νὰ πάει χαμένη. Θὰ χαθεῖ ἂν θυσιασθεῖ ἀφελέστατα στὸ πρωθύστερο μιᾶς λαθεμένης προοπτικῆς.
Στὰ παιδιὰ ποὺ φεύγανε γιὰ τὸ μέτωπο τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1940, ἡ εὐχὴ ὅλων ἦταν· ‘Στὸ καλὸ καὶ μὲ τὴ νίκη’. Κανένας ὅμως δὲν ἔδινε στὴ λέξη «νίκη» τὸ φτηνὸ περιεχόμενο τῆς παρηγοριᾶς, τὴν ψευδαίσθηση. Κανένας δὲν ἐννοοῦσε ὅτι θὰ νικήσουμε ὑλικῶς. Νίκη σήμαινε ἐδῶ ἀντίκρυσμα τοῦ θανάτου λεβέντικο, χαιρετισμὸς στὸ χάρο ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ἔχουν καρδιὰ νὰ τὸν ἀντιμετωπίσουν κατάματα τραγουδώντας. Νίκη τὸ 1940 σήμαινε ἀντιμετώπιση τῆς μονώσεως, τῆς ἀπελπισίας, τῆς κακομοιριᾶς, τῆς ἀδυναμίας, τῆς δειλίας. Νίκη σήμαινε νίκη κατὰ τοῦ θανάτου».
Ξέραμε ὅτι θὰ ὑποφέραμε, θὰ τραβούσαμε τὰ πάνδεινα. Ὅτι θὰ ἀνεβαίναμε στὸ σταυρὸ καὶ θὰ σταυρωνόμασταν. Ὅτι κατὰ κόσμον θὰ νικηθοῦμε. Ἀλλὰ προσδοκούσαμε τὴν ἀνάσταση· προσδοκούσαμε τὸ ξαναζωντάνεμα. Ξέραμε ὅτι τὴν ρωμιοσύνη ὅσο κι ἂν τὴν κόψεις, ὅσο κι ἂν τὴν ξεπατώσεις πάλι θὰ ξεπεταχθεῖ καὶ θ’ ἀναγεννηθεῖ. Οἱ Ἕλληνες τοῦ ’40 λέγανε αὐτὸ ποὺ λέγανε οἱ χριστιανοὶ στοὺς προγόνους τῶν Ἰταλῶν τοὺς Ρωμαίους, τοὺς διῶκτες τοῦ χριστιανισμοῦ· «Μπορεῖτε νὰ μᾶς φονεύσετε δὲν μπορεῖτε νὰ μᾶς βλάψετε». Πίστευαν αὐτὸ ποὺ λέγει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός· «Χριστὸς καὶ ψυχῇ σας χρειάζονται. Τὸ σῶμα σας ἂς τὸ πάρουν, ἃς τὸ κάψουν, ἃς τὸ τηγανίσουν. Τὰ ὑπάρχοντά σας ἂς τὰ πάρουν. Μή σας νοιάζει». Πίστευαν αὐτὸ ποὺ λέγει ὁ ποιητής· «Χαρὲς καὶ πλούτη νὰ χαθοῦν/καὶ τὰ βασίλεια κι ὅλα/ τίποτα δὲν εἶναι ἂν στητή/ μένει ἡ ψυχὴ κι ὁλόρθη».
Ἡ συνάντηση μὲ τὸν θάνατο δὲν γινόταν ἀπὸ πεσσιμισμὸ καὶ ἀπαισιοδοξία. Δὲν ὑπῆρχαν τάσεις αὐτοκτονίας. «Θὰ ἀποθάνωμεν ὅλοι. Χωρὶς νὰ πρέπει καὶ χωρὶς νὰ τὸ θέλωμεν» ἔγραφε στὴ «Καθημερινή» ὁ ἀείμνηστος Γεώργιος Βλάχος. Ὄχι δὲν εἴχαμε ὄρεξη γιὰ αὐτοκτονία καὶ ψευτοηρωισμούς. Ὅ,τι κάναμε τὸ κάναμε, διότι πιστεύαμε στὴν ἀνάσταση καὶ στὸ ὅτι τὸ καλό, μπορεῖ πρὸς στιγμὴ νὰ φαίνεται ὅτι χάνεται καὶ νικᾶται ἀπὸ τὸ κακό, ἀλλ’ ἐν τέλει πάντοτε ἐπικρατεῖ.
Ὁ Χριστὸς ἐγκαταλείφθηκε ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους καὶ σταυρώθηκε.Φαινομενικὰ φάνηκε ὅτι νικήθηκε. Ὅτι ἔχασε στὸν ἀγῶνα ἐναντίον τοῦ κακοῦ. Κι ὅμως, ἐνῷ πανηγύριζαν οἱ ἐχθροί του διότι τὸν ἐξόντωσαν, ἐκεῖνος ἀνέστη. Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι οἱ Γερμανοὶ μπῆκαν στὴν Ἑλλάδα τὴ Μ. Ἑβδομάδα τοῦ 1941. Τὴ Μ. Παρασκευὴ ἔγινε τὸ τελευταῖο πολεμικὸ συμβούλιο στὴν Ἀθῆνα μὲ Ἄγγλους ὑπευθύνους. Ὁ Γολγοθὰς ἄρχιζε ἀλλὰ τὸ ἠθικὸ τοῦ λαοῦ ἀκλόνητο. Γιατί προσδοκοῦσε τὴν ἀνάσταση.
Εἶναι χαρακτηριστικὴ ἡ ἱστορία ποὺ διηγεῖται στὸ προσωπικὸ ἡμερολόγιό του, ὁ Ἀλέξης Κύρου, ἀνώτερος διπλωματικὸς ὑπάλληλος, τὴν ἐποχὴ ἐκείνη καὶ μάλιστα 29 Ὀκτωβρίου τὸ 1941. Γράφει· «Σήμερον τὴν πρωίαν ἀνάπηροι μετέβησαν μὲ τὰ καροτσάκια τῶν νὰ καταθέσουν στέφανον εἰς τὸν Ἄγνωστον Στρατιώτην. Εἰς ἐξ αὐτῶν ἀνυψώθη εἰς τὸ καροτσάκι του καὶ προσεφώνησεν ὡς ἑξῆς· ‘Ἡ Ἑλλὰς θὰ ζήση! Ἔχω πολλὰ νὰ σᾶς πῶ, ἀλλὰ σεῖς οἱ νεκροί μας ἀκοῦτε καλά, χωρὶς νὰ εἶναι ἀνάγκη νὰ σᾶς μιλήσουμε. Ἀκοῦστε· …(σιγὴ 1-2 λεπτῶν)…Σᾶς εἶπα πολλά!’ Καὶ αὐτοὶ οἱ καραβινιέροι συνεκινήθησαν καὶ παρουσίασαν ὄπλα.» (Ἀλέξη Κύρου, Ἑλληνικὴ ἐξωτερικὴ πολιτική, ΑΘΗΝΑΙ-1955, σέλ.18).
Τί φυσικὴ καὶ τί ψυχικὴ ἀντοχὴ καὶ τί ζωτικότητα ἀξιοθαύμαστη, ἔδειξαν οἱ πρόγονοί μας κατὰ τὸν πόλεμο τοῦ ’40 καὶ κατὰ τὴν κατοχή, κατὰ τὰ ἔτη 1941-1944, τῶν Γερμανῶν-Ἰταλῶν-Βουλγάρων! Τί «ἤρεμο θάρρος» κατὰ τὴν ἔκφραση τοῦ Τσόρτσιλ παρουσίασαν!
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ
πηγήhttp://www.pmeletios.com/ar_meletios/ethnikes_eortes/ti_simaine_niki_gia_tous_ellines_tou_40.html
Δημοσιευμένο από την/τον kantonopou στις Οκτώβριος 24, 2009
«Οἱ ἔφεδροι ποὺ πήγαιναν νὰ ντυθοῦν τὸ χακὶ τὶς πρῶτες μέρες τοῦ πολέμου τοῦ 1940, δὲν ἔλεγαν μέσα τοὺς πὼς πᾶνε γιὰ νὰ νικήσουν. Ἡ Ἰταλία ἦταν μεγάλη Δύναμη, συνέταιρος ἰσότιμός της Γερμανίας στὸν Ἄξονα, κι ὁ καθένας τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1940, φανταζόταν τὸν ἄξονα ἀήττητο. Ἔπειτα τῆς Ἰταλίας τὸ γόητρο, ὕστερα ἀπὸ τὴν φασιστικὴ ἀναδιοργάνωση καὶ τὴν ὑποταγὴ τῆς Αἰθιοπίας, ἦταν δυναμωμένο.
Μία εἰκόνα τῆς ἐπίσημης ψυχολογίας τοῦ Ὀκτωβρίου 1940 δίδει ἡ ἀκόλουθη περικοπῆ ἀπὸ τὴν προφορικὴ ἀνακοίνωση ποὺ ἔκανε ὁ Μεταξὰς στοὺς ἰδιοκτῆτες καὶ ἀρχισυντάκτες τοῦ ἀθηναϊκοῦ τύπου, τοὺς καλεσμένους εἰδικὰ γι’ αὐτὸ στὸ ξενοδοχεῖο τῆς «Μεγάλης Βρετανίας». Ἦταν τὴν Τρίτη μέρα τοῦ πολέμου στὶς 30 Ὀκτωβρίου. ‘Αλλά ὑπάρχουν στιγμὲς –εἶχε πεῖ ὁ Μεταξάς- κατὰ τὶς ὁποῖες ἕνας λαὸς ὀφείλει, ἂν θέλει νὰ μείνει μεγάλος, νὰ εἶναι ἱκανὸς νὰ πολεμήσει, ἔστω καὶ χωρὶς καμμιὰν ἐλπίδα νίκης. Μόνον διότι πρέπει. Γνωρίζω ὅτι ὁ ἑλληνικὸς λαὸς θὰ ἦτο ἀδύνατον νὰ δεχθεῖ ἄλλο τί αὐτὴν τὴν στιγμήν’.
Τὴ γνώμη τοῦ Μεταξὰ πίστευε καὶ τὸ Γ.Ε.Σ., τὸ ὁποῖο τέλη Αὐγούστου 1940, στέλνει μήνυμα στὴν 8η Μεραρχία, στὸ ὁποῖο ἔλεγε, ὅτι δὲν περιμένει ἀπὸ τὴ Μεραρχία νῖκες, ἀναμένει ὅμως νὰ σώσει τὴν τιμὴ τῶν ὅπλων (Τερζάκης, σέλ. 49).
»Οἱ ἔφεδροι τοῦ 1940 πήγαιναν στὸ μέτωπο γιὰ νὰ κλείσουν τὴν ἑλληνικὴ ἱστορία μ’ ἕνα κεφάλαιο ἀντάξιό της. Αὐτὸς ὁ κλῆρος τοὺς εἶχε λάχει· ἦταν μία τραγικὴ καὶ ὑψηλὴ τιμή. Ποτὲ ἄλλοτε, ὕστερα ἀπὸ τὸν ξεσηκωμὸ τοῦ 1821, δὲν εἶχε φουσκώσει μέσα στὴν ἑλληνικὴ ψυχὴ τὸ κέφι τῆς λεβεντιᾶς.
Τίποτα τὸ πεισιθάνατο, τὸ πένθιμο. Ἀεράκι ἀνοιξιάτικο εἶχε ἀναταράξει τὰ φυλλοκάρδια. Οἱ ἄνθρωποι ποὺ σὲ καιροὺς εἰρήνης φαντάζονται τὸ θάνατο συνταιριασμένο ἀναγκαστικὰ μὲ τὸ πένθος, μὲ τὴ βαρυθυμιὰ καὶ τὴν ἀπόγνωση, εἶναι ἀδύνατον νὰ φανταστοῦν πὼς ἔρχονται στιγμὲς ὅπου ἡ προϋπάντησή του γίνεται πανηγυρισμὸς τῆς ψυχῆς. Ὑπάρχει ἐδῶ ἕνα μάθημα ἤθους, μιὰ ἀποκάλυψη ποὺ δὲν πρέπει μὲ κανένα τρόπο νὰ πάει χαμένη. Θὰ χαθεῖ ἂν θυσιασθεῖ ἀφελέστατα στὸ πρωθύστερο μιᾶς λαθεμένης προοπτικῆς.
Στὰ παιδιὰ ποὺ φεύγανε γιὰ τὸ μέτωπο τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1940, ἡ εὐχὴ ὅλων ἦταν· ‘Στὸ καλὸ καὶ μὲ τὴ νίκη’. Κανένας ὅμως δὲν ἔδινε στὴ λέξη «νίκη» τὸ φτηνὸ περιεχόμενο τῆς παρηγοριᾶς, τὴν ψευδαίσθηση. Κανένας δὲν ἐννοοῦσε ὅτι θὰ νικήσουμε ὑλικῶς. Νίκη σήμαινε ἐδῶ ἀντίκρυσμα τοῦ θανάτου λεβέντικο, χαιρετισμὸς στὸ χάρο ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ἔχουν καρδιὰ νὰ τὸν ἀντιμετωπίσουν κατάματα τραγουδώντας. Νίκη τὸ 1940 σήμαινε ἀντιμετώπιση τῆς μονώσεως, τῆς ἀπελπισίας, τῆς κακομοιριᾶς, τῆς ἀδυναμίας, τῆς δειλίας. Νίκη σήμαινε νίκη κατὰ τοῦ θανάτου».
Ξέραμε ὅτι θὰ ὑποφέραμε, θὰ τραβούσαμε τὰ πάνδεινα. Ὅτι θὰ ἀνεβαίναμε στὸ σταυρὸ καὶ θὰ σταυρωνόμασταν. Ὅτι κατὰ κόσμον θὰ νικηθοῦμε. Ἀλλὰ προσδοκούσαμε τὴν ἀνάσταση· προσδοκούσαμε τὸ ξαναζωντάνεμα. Ξέραμε ὅτι τὴν ρωμιοσύνη ὅσο κι ἂν τὴν κόψεις, ὅσο κι ἂν τὴν ξεπατώσεις πάλι θὰ ξεπεταχθεῖ καὶ θ’ ἀναγεννηθεῖ. Οἱ Ἕλληνες τοῦ ’40 λέγανε αὐτὸ ποὺ λέγανε οἱ χριστιανοὶ στοὺς προγόνους τῶν Ἰταλῶν τοὺς Ρωμαίους, τοὺς διῶκτες τοῦ χριστιανισμοῦ· «Μπορεῖτε νὰ μᾶς φονεύσετε δὲν μπορεῖτε νὰ μᾶς βλάψετε». Πίστευαν αὐτὸ ποὺ λέγει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός· «Χριστὸς καὶ ψυχῇ σας χρειάζονται. Τὸ σῶμα σας ἂς τὸ πάρουν, ἃς τὸ κάψουν, ἃς τὸ τηγανίσουν. Τὰ ὑπάρχοντά σας ἂς τὰ πάρουν. Μή σας νοιάζει». Πίστευαν αὐτὸ ποὺ λέγει ὁ ποιητής· «Χαρὲς καὶ πλούτη νὰ χαθοῦν/καὶ τὰ βασίλεια κι ὅλα/ τίποτα δὲν εἶναι ἂν στητή/ μένει ἡ ψυχὴ κι ὁλόρθη».
Ἡ συνάντηση μὲ τὸν θάνατο δὲν γινόταν ἀπὸ πεσσιμισμὸ καὶ ἀπαισιοδοξία. Δὲν ὑπῆρχαν τάσεις αὐτοκτονίας. «Θὰ ἀποθάνωμεν ὅλοι. Χωρὶς νὰ πρέπει καὶ χωρὶς νὰ τὸ θέλωμεν» ἔγραφε στὴ «Καθημερινή» ὁ ἀείμνηστος Γεώργιος Βλάχος. Ὄχι δὲν εἴχαμε ὄρεξη γιὰ αὐτοκτονία καὶ ψευτοηρωισμούς. Ὅ,τι κάναμε τὸ κάναμε, διότι πιστεύαμε στὴν ἀνάσταση καὶ στὸ ὅτι τὸ καλό, μπορεῖ πρὸς στιγμὴ νὰ φαίνεται ὅτι χάνεται καὶ νικᾶται ἀπὸ τὸ κακό, ἀλλ’ ἐν τέλει πάντοτε ἐπικρατεῖ.
Ὁ Χριστὸς ἐγκαταλείφθηκε ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους καὶ σταυρώθηκε.Φαινομενικὰ φάνηκε ὅτι νικήθηκε. Ὅτι ἔχασε στὸν ἀγῶνα ἐναντίον τοῦ κακοῦ. Κι ὅμως, ἐνῷ πανηγύριζαν οἱ ἐχθροί του διότι τὸν ἐξόντωσαν, ἐκεῖνος ἀνέστη. Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι οἱ Γερμανοὶ μπῆκαν στὴν Ἑλλάδα τὴ Μ. Ἑβδομάδα τοῦ 1941. Τὴ Μ. Παρασκευὴ ἔγινε τὸ τελευταῖο πολεμικὸ συμβούλιο στὴν Ἀθῆνα μὲ Ἄγγλους ὑπευθύνους. Ὁ Γολγοθὰς ἄρχιζε ἀλλὰ τὸ ἠθικὸ τοῦ λαοῦ ἀκλόνητο. Γιατί προσδοκοῦσε τὴν ἀνάσταση.
Εἶναι χαρακτηριστικὴ ἡ ἱστορία ποὺ διηγεῖται στὸ προσωπικὸ ἡμερολόγιό του, ὁ Ἀλέξης Κύρου, ἀνώτερος διπλωματικὸς ὑπάλληλος, τὴν ἐποχὴ ἐκείνη καὶ μάλιστα 29 Ὀκτωβρίου τὸ 1941. Γράφει· «Σήμερον τὴν πρωίαν ἀνάπηροι μετέβησαν μὲ τὰ καροτσάκια τῶν νὰ καταθέσουν στέφανον εἰς τὸν Ἄγνωστον Στρατιώτην. Εἰς ἐξ αὐτῶν ἀνυψώθη εἰς τὸ καροτσάκι του καὶ προσεφώνησεν ὡς ἑξῆς· ‘Ἡ Ἑλλὰς θὰ ζήση! Ἔχω πολλὰ νὰ σᾶς πῶ, ἀλλὰ σεῖς οἱ νεκροί μας ἀκοῦτε καλά, χωρὶς νὰ εἶναι ἀνάγκη νὰ σᾶς μιλήσουμε. Ἀκοῦστε· …(σιγὴ 1-2 λεπτῶν)…Σᾶς εἶπα πολλά!’ Καὶ αὐτοὶ οἱ καραβινιέροι συνεκινήθησαν καὶ παρουσίασαν ὄπλα.» (Ἀλέξη Κύρου, Ἑλληνικὴ ἐξωτερικὴ πολιτική, ΑΘΗΝΑΙ-1955, σέλ.18).
Τί φυσικὴ καὶ τί ψυχικὴ ἀντοχὴ καὶ τί ζωτικότητα ἀξιοθαύμαστη, ἔδειξαν οἱ πρόγονοί μας κατὰ τὸν πόλεμο τοῦ ’40 καὶ κατὰ τὴν κατοχή, κατὰ τὰ ἔτη 1941-1944, τῶν Γερμανῶν-Ἰταλῶν-Βουλγάρων! Τί «ἤρεμο θάρρος» κατὰ τὴν ἔκφραση τοῦ Τσόρτσιλ παρουσίασαν!
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ
πηγήhttp://www.pmeletios.com/ar_meletios/ethnikes_eortes/ti_simaine_niki_gia_tous_ellines_tou_40.html
Δημοσιευμένο από την/τον kantonopou στις Οκτώβριος 24, 2009
ΤΟ ΗΘΙΚΟ ΔΙΔΑΓΜΑ ΤΗΣ 28ης ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ
Ἂν θελήσουμε νὰ βροῦμε ἕνα κοινὸ χαρακτηριστικὸ τῶν ἀνθρώπων, κάτι ποὺ νὰ μοιάζουμε, κάτι ποὺ νὰ ταυτιζόμαστε ὅλοι, ἀσχέτως ἡλικίας, φύλου, μορφώσεως, ἢ καταγωγῆς, σίγουρα τὸ χαρακτηριστικὸ αὐτὸ θὰ εἶναι ὁ πόθος γιὰ εὐτυχία. Ὁ ἄνθρωπος καὶ ὡς ἄτομο καὶ ὡς σύνολο, γιὰ ἕνα πρᾶγμα ἐνδιαφέρεται, γιὰ ἕνα πρᾶγμα προσπαθεῖ, τὴν εὐτυχία. Κύριος του στόχος καὶ πρώτιστό του μέλημα, πὼς νὰ τὴν ἀποκτήσει καὶ νὰ τὴ κάνει ἀναπαλλοτρίωτο κτῆμα του.
Καὶ συνήθως, ὁ ἄνθρωπος, συνδέει πάντοτε τὴν εὐτυχία του μὲ τὴν οἰκονομικὴ καὶ ὑλική του ἄνεση. Τὴν καλοζωία, τὴν καλοπέραση, τὴν εὐημερία καὶ τὴν εὐμάρεια. Τὴν ἱκανοποίηση τοῦ ἐγωισμοῦ του, τὴν ἱκανοποίηση τῶν ἐνστίκτων του, καὶ τὴν ἀπόκτηση δυνάμεως. Ποιὸν θεωροῦμε εὐτυχισμένο; Αὐτὸν ποὺ ἔχει λεφτά, περιουσία, κτήματα. Αὐτὸν ποὺ ἔχει δόξα, μεγάλη θέση καὶ μπορεῖ καὶ ἐπιβάλλεται.
Αὐτὸν ποὺ ἔχει ὀμορφιά, ὡραῖο σῶμα, ὑγεία, γοητεία’ αὐτὸν ποὺ μπορεῖ καὶ ἱκανοποιεῖ ὅλες τὶς ἐπιθυμίες του. Καὶ ἡ θεώρηση αὐτὴ τῆς εὐτυχίας δὲν εἶναι τωρινὴ ἀλλὰ πολὺ παλιά. Χίλια χρόνια περίπου πρὸ Χριστοῦ, ὁ προφητάναξ Δαυίδ, μᾶς ἀναφέρει ὅτι κατ’ αὐτὸν τὸν ὑλιστικὸ τρόπο σκεφτόταν πολλοὶ σύγχρονοί του. Δὲν ἐξέταζαν ποιὸ εἶναι τὸ ἠθικὸ ποιὸν τῶν συγχρόνων τῶν ἰσχυρῶν λαῶν, ἀλλὰ ἐξέταζαν τί ἐπιτυχίες σημείωναν οἱ λαοὶ αὐτοὶ στὸν τομέα τῆς εὐμάρειας, τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν καὶ τῆς δυνάμεως.
Ἔτσι στὸν ψαλμὸ 143, μᾶς λέγει ὁ Δαυίδ, ὅτι οἱ σύγχρονοί του μακάριζαν τὸν λαὸ ποὺ ἔχει ὡραῖα ἀγόρια, ποὺ μοιάζουν μὲ νέα δένδρα, καλορριζωμένα, θαλερὰ καὶ ὁλοπράσινα. Σὲ σύγχρονη γλῶσσα θὰ λέγαμε ἀγόρια καλογυμνασμένα, μὲ στιβαροὺς μῦς, καὶ μὲ μεγάλες ἐπιδόσεις στὸν ἀθλητισμό. Οἱ κοπέλες τοῦ λαοῦ αὐτοῦ εἶναι καλοπεριποιημένες, στολισμένες σὰν ἀγάλματα καὶ εἴδωλα ἀρχαίου ναοῦ. Σὰν ἄλλες καρυάτιδες τοῦ Παρθενῶνα. Οἱ ἀποθῆκες τοὺς ὑπερπλήρεις, ξεχειλίζουν ἀπὸ ὅλα τὰ ἀγαθά. Τὰ πρόβατα τοὺς συνέχεια γεννοῦν καὶ γέμισαν τὰ λιβάδια ὅπου βόσκουν. Τὰ βόδια τοὺς παχύτατα. Τὰ τείχη τους, οἱ φράκτες τους, καὶ τὰ σύνορα τοὺς εἶναι ἀσφαλῆ. Στὶς πλατεῖες τῶν πόλεών τους, δὲν ἀκούγεται κραυγὴ θρήνου καὶ πόνου γιὰ συμφορὲς ἐθνικές. Ἀντίθετα φωνὲς χαρᾶς καὶ ἑορτῶν ἀντηχοῦν. Συνέχεια ὀργανώνονται φιέστες καὶ φεστιβὰλ θὰ λέγαμε σήμερα.
«Ἐμακάρισαν τὸν λαόν, ὢ ταῦτα ἐστι». Καλοτύχισαν τὸ ἔθνος ποὺ τὰ ἔχει πετύχει ὅλα αὐτά. Κι ὅμως ὁ προφήτης διαφωνεῖ. Ἡ εὐτυχία ἐνὸς λαοῦ δὲν μετριέται μὲ τὶς ὑλικὲς ἀπολαβὲς καὶ δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ μέγεθος τῆς παραγωγῆς καὶ τῶν ἐξαγωγῶν. Δὲν εἶναι οἰκονομικὸ μέγεθος. Ἡ εὐτυχία ἐνὸς λαοῦ, κατὰ τὸν προφήτη, ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ ἠθικὸ ποιὸν τοῦ λαοῦ καὶ ἀπὸ τὶς σχέσεις τοῦ λαοῦ μὲ τὸν παντοκράτορα Θεό. «Μακάριος ὁ λαός, οὗ κύριος ὁ Θεὸς αὐτοῦ» λέγει τὸ ἱερὸ κείμενο τοῦ ψαλμοῦ. Δηλαδὴ μακάριος καὶ εὐτυχισμένος εἶναι ὁ λαὸς ποὺ πιστεύει καὶ λατρεύει τὸν ἀληθινὸ Θεὸ καὶ φυσικὰ πειθαρχεῖ στὶς ἐντολές του.
Πράγματι ποῦ εἶναι σήμερα οἱ ἀρχαῖοι Αἰγύπτιοι, ἡ ὑπερδύναμη τοῦ ἀρχαίου κόσμου; Ποῦ εἶναι οἱ Βαβυλώνιοι μὲ τοὺς κρεμαστούς τους κήπους καὶ τὸ φιλήδονό τους βίο;Ποῦ εἶναι οἱ Μήδοι καὶ οἱ Πέρσες ποῦ εἶχαν κατακτήσει τὴν Ἀνατολή; Ποῦ οἱ κοσμοκράτορες Ρωμαῖοι; Ποῦ οἱ δικοί μας Μακεδόνες καὶ οἱ Βυζαντινοί; Οἱ διαιρέσεις καὶ οἱ διχασμοὶ οἱ θεομίσητοι ὑποδούλωσαν τοὺς πρώτους στοὺς Ρωμαίους, καὶ ἡ ποικίλη ἁμαρτία ἔγινε ἀφορμὴ νὰ καταστραφεῖ τὸ Βυζάντιο ἢ τὸ ἀρχαῖο Ἰσραήλ. Ἐὰν διαβάσουμε ἀρχαίους ἐξηγητὲς τῆς Ἀποκαλύψεως, θὰ δοῦμε νὰ ταυτίζουν τὴν Βαβυλῶνα -ποὺ εἶναι ὁ συμβολισμὸς τοῦ ἁμαρτωλοῦ καὶ στηριγμένου στὴν ὕλη καὶ τὸ χρῆμα κράτους- μὲ τὴν Κωνσταντινούπολη!
Ἃς θυμηθοῦμε τὰ λόγια του Κυρίου μας γιὰ τὴν Ἱερουσαλὴμ ποὺ φονεύει τοὺς προφῆτες καὶ τὸν ἴδιο τὸν Κύριο, καὶ ἂς διαβάσουμε στὴν ἱστορία γιὰ τὸ διωγμὸ τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, τοῦ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, τοῦ Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου καὶ τόσων ἄλλων ἀπὸ τὴν κοσμικὴ καὶ ἐκκλησιαστικὴ ἐξουσία τοῦ Βυζαντίου, τὶς ἴντριγκες, τὰ μαχαιρώματα καὶ τὶς δολοπλοκίες τῶν εὐγενῶν, τὶς συνεχεῖς ἀλλαξοπατριαρχίες τὸν καιρὸ τῆς τουρκοκρατίας, καὶ τόσα ἄλλα, γιὰ νὰ καταλάβουμε πόση ἀλήθεια ἔχει ὁ 143ος ψαλμὸς ποὺ προαναφέραμε καὶ γιατί οἱ ἐξηγητὲς τῆς Ἀποκαλύψεως ταυτίζουν τὴν νέα Ἱερουσαλήμ, τὴν Κωνσταντινούπολη, μὲ τὴ Βαβυλῶνα.
Καὶ γιὰ νὰ ἔρθουμε καὶ στὴν ἐθνικὴ ἐπέτειο τοῦ 1940, ποὺ γιὰ ἄλλη μιὰ φορᾷ γιορτάζουμε, ἃς θυμηθοῦμε τί ἔγραφε ὁ ἀείμνηστος Γεώργιος Βλάχος στὴν περίφημη ἐπιστολὴ τοῦ πρὸς τὸν Μουσολίνι, ποὺ δημοσιεύθηκε στὴν Καθημερινή. «ΦΕΥΓΕΤΕ. Φεύγετε κατὰ τρόπον ἐπονείδιστον, λασπωμένοι, αἱματωμένοι, μὲ τραύματα εἰς τὰ νῶτα καὶ τοὺς γλουτούς, χωρὶς κράνη, χωρὶς πηλίκια, χωρὶς πτερά, χωρὶς ὑλικόν. Διατί; Θὰ σᾶς εἴπω κ. Μουσολίνι, διατί. Διότι τὸ κράτος σας αὐτὸ τὸ ὁποῖο μας ἐθάμβωσεν ὅλους, δὲν εἶχε τὸ Δίκαιον ὡς θεμέλια. Διότι τὸ σχολεῖο ποὺ ἐκτίσατε ἐστερεῖτο μαθήματος Ἠθικῆς».
Χρυσὰ καὶ ἀθάνατα λόγια! Λόγια ποὺ ἀξίζουν ὅσο δὲν ἀξίζουν τὰ θησαυροφυλάκια τοῦ κράτους μας καὶ τὰ θησαυροφυλάκια ὄλου τοῦ κόσμου. Λόγια ποὺ πρέπει νὰ τὰ γράψουμε στὰ χέρια μας, νὰ τὰ κεντήσουμε στὰ ροῦχα μας, νὰ τὰ πληκτρολογήσουμε στοὺς ἠλεκτρονικοὺς ὑπολογιστές μας, νὰ τὰ ἀναρτήσουμε στὰ σχολεῖα μας, νὰ τὰ προβάλουμε συνεχῶς στοὺς τηλεοπτικοὺς σταθμούς μας. Γιατί; Γιατί αὐτά μας ἀποκαλύπτουν τὸ μυστικὸ τῆς αἰώνιας παραμονῆς μας στὴν ἱστορικὴ κονίστρα τοῦ κόσμου αὐτοῦ, ἀλλὰ καὶ τὴν καταξίωση τοῦ ἔθνους μας αἰωνίως καὶ παγκοσμίως.
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ
πηγήhttp://www.pmeletios.com/ar_meletios/ethnikes_eortes/didagma_28hs_oktovriou.html
Share This
Δημοσιευμένο από την/τον kantonopou στις Οκτώβριος 22, 2009
Καὶ συνήθως, ὁ ἄνθρωπος, συνδέει πάντοτε τὴν εὐτυχία του μὲ τὴν οἰκονομικὴ καὶ ὑλική του ἄνεση. Τὴν καλοζωία, τὴν καλοπέραση, τὴν εὐημερία καὶ τὴν εὐμάρεια. Τὴν ἱκανοποίηση τοῦ ἐγωισμοῦ του, τὴν ἱκανοποίηση τῶν ἐνστίκτων του, καὶ τὴν ἀπόκτηση δυνάμεως. Ποιὸν θεωροῦμε εὐτυχισμένο; Αὐτὸν ποὺ ἔχει λεφτά, περιουσία, κτήματα. Αὐτὸν ποὺ ἔχει δόξα, μεγάλη θέση καὶ μπορεῖ καὶ ἐπιβάλλεται.
Αὐτὸν ποὺ ἔχει ὀμορφιά, ὡραῖο σῶμα, ὑγεία, γοητεία’ αὐτὸν ποὺ μπορεῖ καὶ ἱκανοποιεῖ ὅλες τὶς ἐπιθυμίες του. Καὶ ἡ θεώρηση αὐτὴ τῆς εὐτυχίας δὲν εἶναι τωρινὴ ἀλλὰ πολὺ παλιά. Χίλια χρόνια περίπου πρὸ Χριστοῦ, ὁ προφητάναξ Δαυίδ, μᾶς ἀναφέρει ὅτι κατ’ αὐτὸν τὸν ὑλιστικὸ τρόπο σκεφτόταν πολλοὶ σύγχρονοί του. Δὲν ἐξέταζαν ποιὸ εἶναι τὸ ἠθικὸ ποιὸν τῶν συγχρόνων τῶν ἰσχυρῶν λαῶν, ἀλλὰ ἐξέταζαν τί ἐπιτυχίες σημείωναν οἱ λαοὶ αὐτοὶ στὸν τομέα τῆς εὐμάρειας, τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν καὶ τῆς δυνάμεως.
Ἔτσι στὸν ψαλμὸ 143, μᾶς λέγει ὁ Δαυίδ, ὅτι οἱ σύγχρονοί του μακάριζαν τὸν λαὸ ποὺ ἔχει ὡραῖα ἀγόρια, ποὺ μοιάζουν μὲ νέα δένδρα, καλορριζωμένα, θαλερὰ καὶ ὁλοπράσινα. Σὲ σύγχρονη γλῶσσα θὰ λέγαμε ἀγόρια καλογυμνασμένα, μὲ στιβαροὺς μῦς, καὶ μὲ μεγάλες ἐπιδόσεις στὸν ἀθλητισμό. Οἱ κοπέλες τοῦ λαοῦ αὐτοῦ εἶναι καλοπεριποιημένες, στολισμένες σὰν ἀγάλματα καὶ εἴδωλα ἀρχαίου ναοῦ. Σὰν ἄλλες καρυάτιδες τοῦ Παρθενῶνα. Οἱ ἀποθῆκες τοὺς ὑπερπλήρεις, ξεχειλίζουν ἀπὸ ὅλα τὰ ἀγαθά. Τὰ πρόβατα τοὺς συνέχεια γεννοῦν καὶ γέμισαν τὰ λιβάδια ὅπου βόσκουν. Τὰ βόδια τοὺς παχύτατα. Τὰ τείχη τους, οἱ φράκτες τους, καὶ τὰ σύνορα τοὺς εἶναι ἀσφαλῆ. Στὶς πλατεῖες τῶν πόλεών τους, δὲν ἀκούγεται κραυγὴ θρήνου καὶ πόνου γιὰ συμφορὲς ἐθνικές. Ἀντίθετα φωνὲς χαρᾶς καὶ ἑορτῶν ἀντηχοῦν. Συνέχεια ὀργανώνονται φιέστες καὶ φεστιβὰλ θὰ λέγαμε σήμερα.
«Ἐμακάρισαν τὸν λαόν, ὢ ταῦτα ἐστι». Καλοτύχισαν τὸ ἔθνος ποὺ τὰ ἔχει πετύχει ὅλα αὐτά. Κι ὅμως ὁ προφήτης διαφωνεῖ. Ἡ εὐτυχία ἐνὸς λαοῦ δὲν μετριέται μὲ τὶς ὑλικὲς ἀπολαβὲς καὶ δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ μέγεθος τῆς παραγωγῆς καὶ τῶν ἐξαγωγῶν. Δὲν εἶναι οἰκονομικὸ μέγεθος. Ἡ εὐτυχία ἐνὸς λαοῦ, κατὰ τὸν προφήτη, ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ ἠθικὸ ποιὸν τοῦ λαοῦ καὶ ἀπὸ τὶς σχέσεις τοῦ λαοῦ μὲ τὸν παντοκράτορα Θεό. «Μακάριος ὁ λαός, οὗ κύριος ὁ Θεὸς αὐτοῦ» λέγει τὸ ἱερὸ κείμενο τοῦ ψαλμοῦ. Δηλαδὴ μακάριος καὶ εὐτυχισμένος εἶναι ὁ λαὸς ποὺ πιστεύει καὶ λατρεύει τὸν ἀληθινὸ Θεὸ καὶ φυσικὰ πειθαρχεῖ στὶς ἐντολές του.
Πράγματι ποῦ εἶναι σήμερα οἱ ἀρχαῖοι Αἰγύπτιοι, ἡ ὑπερδύναμη τοῦ ἀρχαίου κόσμου; Ποῦ εἶναι οἱ Βαβυλώνιοι μὲ τοὺς κρεμαστούς τους κήπους καὶ τὸ φιλήδονό τους βίο;Ποῦ εἶναι οἱ Μήδοι καὶ οἱ Πέρσες ποῦ εἶχαν κατακτήσει τὴν Ἀνατολή; Ποῦ οἱ κοσμοκράτορες Ρωμαῖοι; Ποῦ οἱ δικοί μας Μακεδόνες καὶ οἱ Βυζαντινοί; Οἱ διαιρέσεις καὶ οἱ διχασμοὶ οἱ θεομίσητοι ὑποδούλωσαν τοὺς πρώτους στοὺς Ρωμαίους, καὶ ἡ ποικίλη ἁμαρτία ἔγινε ἀφορμὴ νὰ καταστραφεῖ τὸ Βυζάντιο ἢ τὸ ἀρχαῖο Ἰσραήλ. Ἐὰν διαβάσουμε ἀρχαίους ἐξηγητὲς τῆς Ἀποκαλύψεως, θὰ δοῦμε νὰ ταυτίζουν τὴν Βαβυλῶνα -ποὺ εἶναι ὁ συμβολισμὸς τοῦ ἁμαρτωλοῦ καὶ στηριγμένου στὴν ὕλη καὶ τὸ χρῆμα κράτους- μὲ τὴν Κωνσταντινούπολη!
Ἃς θυμηθοῦμε τὰ λόγια του Κυρίου μας γιὰ τὴν Ἱερουσαλὴμ ποὺ φονεύει τοὺς προφῆτες καὶ τὸν ἴδιο τὸν Κύριο, καὶ ἂς διαβάσουμε στὴν ἱστορία γιὰ τὸ διωγμὸ τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, τοῦ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, τοῦ Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου καὶ τόσων ἄλλων ἀπὸ τὴν κοσμικὴ καὶ ἐκκλησιαστικὴ ἐξουσία τοῦ Βυζαντίου, τὶς ἴντριγκες, τὰ μαχαιρώματα καὶ τὶς δολοπλοκίες τῶν εὐγενῶν, τὶς συνεχεῖς ἀλλαξοπατριαρχίες τὸν καιρὸ τῆς τουρκοκρατίας, καὶ τόσα ἄλλα, γιὰ νὰ καταλάβουμε πόση ἀλήθεια ἔχει ὁ 143ος ψαλμὸς ποὺ προαναφέραμε καὶ γιατί οἱ ἐξηγητὲς τῆς Ἀποκαλύψεως ταυτίζουν τὴν νέα Ἱερουσαλήμ, τὴν Κωνσταντινούπολη, μὲ τὴ Βαβυλῶνα.
Καὶ γιὰ νὰ ἔρθουμε καὶ στὴν ἐθνικὴ ἐπέτειο τοῦ 1940, ποὺ γιὰ ἄλλη μιὰ φορᾷ γιορτάζουμε, ἃς θυμηθοῦμε τί ἔγραφε ὁ ἀείμνηστος Γεώργιος Βλάχος στὴν περίφημη ἐπιστολὴ τοῦ πρὸς τὸν Μουσολίνι, ποὺ δημοσιεύθηκε στὴν Καθημερινή. «ΦΕΥΓΕΤΕ. Φεύγετε κατὰ τρόπον ἐπονείδιστον, λασπωμένοι, αἱματωμένοι, μὲ τραύματα εἰς τὰ νῶτα καὶ τοὺς γλουτούς, χωρὶς κράνη, χωρὶς πηλίκια, χωρὶς πτερά, χωρὶς ὑλικόν. Διατί; Θὰ σᾶς εἴπω κ. Μουσολίνι, διατί. Διότι τὸ κράτος σας αὐτὸ τὸ ὁποῖο μας ἐθάμβωσεν ὅλους, δὲν εἶχε τὸ Δίκαιον ὡς θεμέλια. Διότι τὸ σχολεῖο ποὺ ἐκτίσατε ἐστερεῖτο μαθήματος Ἠθικῆς».
Χρυσὰ καὶ ἀθάνατα λόγια! Λόγια ποὺ ἀξίζουν ὅσο δὲν ἀξίζουν τὰ θησαυροφυλάκια τοῦ κράτους μας καὶ τὰ θησαυροφυλάκια ὄλου τοῦ κόσμου. Λόγια ποὺ πρέπει νὰ τὰ γράψουμε στὰ χέρια μας, νὰ τὰ κεντήσουμε στὰ ροῦχα μας, νὰ τὰ πληκτρολογήσουμε στοὺς ἠλεκτρονικοὺς ὑπολογιστές μας, νὰ τὰ ἀναρτήσουμε στὰ σχολεῖα μας, νὰ τὰ προβάλουμε συνεχῶς στοὺς τηλεοπτικοὺς σταθμούς μας. Γιατί; Γιατί αὐτά μας ἀποκαλύπτουν τὸ μυστικὸ τῆς αἰώνιας παραμονῆς μας στὴν ἱστορικὴ κονίστρα τοῦ κόσμου αὐτοῦ, ἀλλὰ καὶ τὴν καταξίωση τοῦ ἔθνους μας αἰωνίως καὶ παγκοσμίως.
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ
πηγήhttp://www.pmeletios.com/ar_meletios/ethnikes_eortes/didagma_28hs_oktovriou.html
Share This
Δημοσιευμένο από την/τον kantonopou στις Οκτώβριος 22, 2009
Ο ΚΛΗΡΟΣ ΤΟ 1940
1. Ιερεύς Γεώργιος Σιούλης, από το χωριό Αγία Αναστασία Ιωαννίνων. Ήταν εντεταγμένος στην Εθνική Αντίσταση, γι’ αυτό οι Γερμανοί τον συνέλαβαν μαζί με άλλους αγωνιστές, προκειμένου να του αποσπάσουν πληροφορίες, μα τα βασανιστήρια που του έκαναν, δεν τον ελύγισαν. Τον μαχαίρωσαν στο πρόσωπο και στο σώμα και, στην συνέχεια, τον έκαψαν ζωντανό, μαζί με τους υπολοίπους. Δύο χωρικοί, τους βρήκαν. Στάχτη και καμένα κόκκαλα παντού. Κατά θαυμαστό τρόπο, μόνο το σώμα του παπά είχε μείνει ακέραιο. Το πρόσωπό του ήταν τρυπημένο με μαχαίρι. Στην τσέπη του βρέθηκε η Καινή Διαθήκη.
2. Πατέρες Μεγάλου Σπηλαίου Καλαβρύτων. Ύστερα από τον θάνατο κάποιων Γερμανών Στρατιωτών από Αντάρτες, Γερμανοί πήγαν στο Μέγα Σπήλαιο και για αντίποινα συνέλαβαν τους μοναχούς του. Τους οδήγησαν σε μια κοντινή τοποθεσία, την «Κισσωτή». Τελευταίος στην σειρά λόγω της κούρασης, και ο πρώην ποιμένας τους, ο Γαβριήλ Κόσσυφας, ο γηραιότερος της Μονής, 96 χρονών. Τα πολυβόλα ήταν ήδη στημένα, όταν έφτασαν. Οι μελλοθάνατοι, δεν είχαν αμφιβολία για το τι τους περιμένει. Ο Γερμανός επί κεφαλής, διατάζει τους δεσμώτες του να ζητωκραυγάσουν υπέρ του Χίτλερ. «Όχι, παιδιά μου!», φωνάζει ο γέρος προεστώς της Μονής, «Εμείς, ας σηκώσουμε τα μάτια στον ουρανό κι ας φωνάξωμε ‘ζήτω η αιωνία Ελλάς’»! Ζητούν ο ένας από τον άλλον συγχώρεση και ξαφνικά η Κισσωτή αντιλαλεί από ψυχωμένες ζητωκραυγές: Ζήτω η Ελλάς! Ακολούθησε ο ήχος των πολυβόλων...
Τα σεπτά τους σώματα, οι Γερμανοί τα πέταξαν σε μια διπλανή χαράδρα.
Αιωνία τους η Μνήμη!
2. Πατέρες Μεγάλου Σπηλαίου Καλαβρύτων. Ύστερα από τον θάνατο κάποιων Γερμανών Στρατιωτών από Αντάρτες, Γερμανοί πήγαν στο Μέγα Σπήλαιο και για αντίποινα συνέλαβαν τους μοναχούς του. Τους οδήγησαν σε μια κοντινή τοποθεσία, την «Κισσωτή». Τελευταίος στην σειρά λόγω της κούρασης, και ο πρώην ποιμένας τους, ο Γαβριήλ Κόσσυφας, ο γηραιότερος της Μονής, 96 χρονών. Τα πολυβόλα ήταν ήδη στημένα, όταν έφτασαν. Οι μελλοθάνατοι, δεν είχαν αμφιβολία για το τι τους περιμένει. Ο Γερμανός επί κεφαλής, διατάζει τους δεσμώτες του να ζητωκραυγάσουν υπέρ του Χίτλερ. «Όχι, παιδιά μου!», φωνάζει ο γέρος προεστώς της Μονής, «Εμείς, ας σηκώσουμε τα μάτια στον ουρανό κι ας φωνάξωμε ‘ζήτω η αιωνία Ελλάς’»! Ζητούν ο ένας από τον άλλον συγχώρεση και ξαφνικά η Κισσωτή αντιλαλεί από ψυχωμένες ζητωκραυγές: Ζήτω η Ελλάς! Ακολούθησε ο ήχος των πολυβόλων...
Τα σεπτά τους σώματα, οι Γερμανοί τα πέταξαν σε μια διπλανή χαράδρα.
Αιωνία τους η Μνήμη!
ΑΝΗΚΩΜΕΝ ΕΙΣ ΤΗΝ ΔΥΣΙΝ;
Μόνον οι σκλάβοι ανήκουν κάπου.
Ο Έλλην δεν ανήκει πουθενά. Είναι ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ. Ανήκει μόνο στον Θεό.
Ο Έλλην δεν ανήκει πουθενά. Είναι ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ. Ανήκει μόνο στον Θεό.
ΕΝΑ ΘΑΥΜΑ
Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΗΣ ΣΚΡΙΠΟΥΣ
«Σεπτέμβριος 9 του 1943, βράδυ. Οι Γερμανοί πλησιάζουν στον Ορχομενό Βοιωτίας, με απόφαση να κάψουν το χωριό και να σκοτώσουν τους κατοίκους. Η φάλαγγα, αποτελούμενη από τρία τανκς, περνάει μπροστά από την πιο αρχαία εκκλησία της περιοχής, αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου και κατευθύνεται προς το Διόνυσο. Ξαφνικά, εμφανίζεται μια μεγαλόπρεπη γυναίκα, με το χέρι σηκωμένο σε απαγορευτική στάση. Το πρώτο τανκς ακινητοποιείται. Το δεύτερο προσπαθεί να περάσει και πέφτει σε χαντάκι. Το τρίτο «μαρμαρώνει» σε ένα χωράφι που προσπάθησε να διασχίσει. Την άλλη μέρα, ο Γερμανός διοικητής Χόφμαν απαίτησε από τους κατοίκους ένα τρακτέρ για να τραβήξει τα τανκς. Τότε συνέβη κάτι θαυμαστό. Τα βαριά αυτά άρματα μετακινήθηκαν σαν πούπουλα!
- Θαύμα, θαύμα! φώναξε ο διοικητής και ζήτησε από τους κατοίκους να πάει στην εκκλησία. Κι εκεί, μπροστά στην εικόνα της Μεγαλόχαρης, ο σκληρός Γερμανός αναρίγησε. Γιατί αναγνώρισε στην ουράνια μορφή, τη γυναίκα που τους έκλεισε το δρόμο! Έπεσε στα γόνατα και φώναξε με θαυμασμό:
- Αυτή σας έσωσε! Να τη δοξάζετε.
Ο Ορχομενός σώθηκε. Ο Χόφμαν υπόσχεται πως μέχρι το τέλος του πολέμου η πόλη δεν θα πάθει κανένα κακό. Τα τανκς φεύγουν με τα πυροβόλα κατεβασμένα, γιατί νικήθηκαν από την υπέρμαχο Στρατηγό.
Από τότε, η 10η Σεπτεμβρίου καθιερώθηκε ως γιορτή. Και μάλιστα, με την ακλόνητη ετήσια παρουσία του άλλοτε Γερμανού διοικητή, ο οποίος, χρηματοδότησε την πρώτη απεικόνιση του θαύματος κι αφιέρωσε ένα μεγάλο καντήλι: Σε Εκείνη που έσωσε την περιοχή, αλλά και την ψυχή του!..»
[Απόσπασμα από το άρθρο-αφιέρωμα της εφημερίδος "Απογευματινή", "Οι εικόνες των θαυμάτων", Σάββατο 15 – Κυριακή 16 Αυγούστου, 2009, φ. 1.297 (18.242), σελ. 12) ]
«Σεπτέμβριος 9 του 1943, βράδυ. Οι Γερμανοί πλησιάζουν στον Ορχομενό Βοιωτίας, με απόφαση να κάψουν το χωριό και να σκοτώσουν τους κατοίκους. Η φάλαγγα, αποτελούμενη από τρία τανκς, περνάει μπροστά από την πιο αρχαία εκκλησία της περιοχής, αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου και κατευθύνεται προς το Διόνυσο. Ξαφνικά, εμφανίζεται μια μεγαλόπρεπη γυναίκα, με το χέρι σηκωμένο σε απαγορευτική στάση. Το πρώτο τανκς ακινητοποιείται. Το δεύτερο προσπαθεί να περάσει και πέφτει σε χαντάκι. Το τρίτο «μαρμαρώνει» σε ένα χωράφι που προσπάθησε να διασχίσει. Την άλλη μέρα, ο Γερμανός διοικητής Χόφμαν απαίτησε από τους κατοίκους ένα τρακτέρ για να τραβήξει τα τανκς. Τότε συνέβη κάτι θαυμαστό. Τα βαριά αυτά άρματα μετακινήθηκαν σαν πούπουλα!
- Θαύμα, θαύμα! φώναξε ο διοικητής και ζήτησε από τους κατοίκους να πάει στην εκκλησία. Κι εκεί, μπροστά στην εικόνα της Μεγαλόχαρης, ο σκληρός Γερμανός αναρίγησε. Γιατί αναγνώρισε στην ουράνια μορφή, τη γυναίκα που τους έκλεισε το δρόμο! Έπεσε στα γόνατα και φώναξε με θαυμασμό:
- Αυτή σας έσωσε! Να τη δοξάζετε.
Ο Ορχομενός σώθηκε. Ο Χόφμαν υπόσχεται πως μέχρι το τέλος του πολέμου η πόλη δεν θα πάθει κανένα κακό. Τα τανκς φεύγουν με τα πυροβόλα κατεβασμένα, γιατί νικήθηκαν από την υπέρμαχο Στρατηγό.
Από τότε, η 10η Σεπτεμβρίου καθιερώθηκε ως γιορτή. Και μάλιστα, με την ακλόνητη ετήσια παρουσία του άλλοτε Γερμανού διοικητή, ο οποίος, χρηματοδότησε την πρώτη απεικόνιση του θαύματος κι αφιέρωσε ένα μεγάλο καντήλι: Σε Εκείνη που έσωσε την περιοχή, αλλά και την ψυχή του!..»
[Απόσπασμα από το άρθρο-αφιέρωμα της εφημερίδος "Απογευματινή", "Οι εικόνες των θαυμάτων", Σάββατο 15 – Κυριακή 16 Αυγούστου, 2009, φ. 1.297 (18.242), σελ. 12) ]
Πέμπτη 29 Οκτωβρίου 2009
ΝΑ ΜΕΤΑΤΑΤΡΑΠΕΙ Η ΕΛ.ΑΣ. ΣΕ ΚΕΠ ΟΝΕΙΡΕΥΕΤΑΙ Ο ΧΡΥΣΟΧΟΪΔΗΣ
Όχι κύριε Χρυσοχοΐδη. Η αστυνομία δεν είναι ΚΕΠ (Κέντρα Εξυπηρέτησης Πολιτών),όπως είπατε σχολιάζοντας την δολοφονική επίθεση κατά των αστυνομικών.
Η αστυνομία είναι ένοπλο σώμα εχθρός του εγκλήματος, τήρησης του νόμου και της τάξης και επιβολής της ευταξίας σε μια κοινωνία. Και σαν τέτοιο σώμα και θεσμός και τα φυλάκια πρέπει να υπάρχουν και πέριξ των φυλακίων μυστικές φρουρές και περιμετρικές «ασπίδες» προστασίας.
Αυτά που λέτε συνάδουν με όσα λένε οι τρομοκράτες και οι συνοδοιπόροι τους που θέλουν την κατάργηση της αστυνομίας – και από ότι φαίνεται το ίδιο θέλετε και εσείς.
Μήπως εκτός από «σύμπτωση απόψεων» υπάρχουν και κοινές ιδεολογικές καταβολές; Ή μήπως και κοινά κέντρα αποφάσεων για τα τεκταινόμενα στην Ελλάδα, και δή στην αστυνομία;
Η αστυνομία είναι ένοπλο σώμα εχθρός του εγκλήματος, τήρησης του νόμου και της τάξης και επιβολής της ευταξίας σε μια κοινωνία. Και σαν τέτοιο σώμα και θεσμός και τα φυλάκια πρέπει να υπάρχουν και πέριξ των φυλακίων μυστικές φρουρές και περιμετρικές «ασπίδες» προστασίας.
Αυτά που λέτε συνάδουν με όσα λένε οι τρομοκράτες και οι συνοδοιπόροι τους που θέλουν την κατάργηση της αστυνομίας – και από ότι φαίνεται το ίδιο θέλετε και εσείς.
Μήπως εκτός από «σύμπτωση απόψεων» υπάρχουν και κοινές ιδεολογικές καταβολές; Ή μήπως και κοινά κέντρα αποφάσεων για τα τεκταινόμενα στην Ελλάδα, και δή στην αστυνομία;
Τετάρτη 28 Οκτωβρίου 2009
STAGE ΚΑΙ 24 ΜΗΝΙΤΕΣ
Πολύ μπλα μπλά για τα stage αλλά η αλήθεια είναι αλλού.
Με τρείς το πολύ τέσσερεις ώρες «εργάζονται» απλά και μόνο για να φανεί μείωση της ανεργίας. Και ενώ πληρώνονται για να κάθονται, απαιτούν μονιμοποίηση, όταν η σύμβαση που έχουν υπογράψει μιλά σαφώς για απόλυση.
Αντίθετα με τα stage έχουμε μερικές χιλιάδες 24 μηνίτες που με εντολή του Παυλόπουλου απαγορεύεται να ξαναεργαστούν στο δημόσιο, παρά το ότι κάλυπταν αληθινές πάγιες και διαρκείς ανάγκες και απέκτησαν με το πλήρες ωράριό τους ειδίκευση χάρη στην οποία ήσαν απαραίτητοι στις υπηρεσίες τους.
Πρόταση. Να προσληφθούν με επετηρίδα οι 24 μηνίτες.
Με τρείς το πολύ τέσσερεις ώρες «εργάζονται» απλά και μόνο για να φανεί μείωση της ανεργίας. Και ενώ πληρώνονται για να κάθονται, απαιτούν μονιμοποίηση, όταν η σύμβαση που έχουν υπογράψει μιλά σαφώς για απόλυση.
Αντίθετα με τα stage έχουμε μερικές χιλιάδες 24 μηνίτες που με εντολή του Παυλόπουλου απαγορεύεται να ξαναεργαστούν στο δημόσιο, παρά το ότι κάλυπταν αληθινές πάγιες και διαρκείς ανάγκες και απέκτησαν με το πλήρες ωράριό τους ειδίκευση χάρη στην οποία ήσαν απαραίτητοι στις υπηρεσίες τους.
Πρόταση. Να προσληφθούν με επετηρίδα οι 24 μηνίτες.
ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΔΟΛΟΦΟΝΙΑΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΩΝ
Απόπειρα δολοφονίας κατά αστυνομικών λίγο πριν τα μεσάνυχτα και μετά από τις ατυχείς και με κομματική χροιά δηλώσεις του υπουργού Χρυσοχοΐδη κατά μερίδας αστυνομικών, αλλά και της προκήρυξης των ληστών με τα μαύρα.
Ο αστυνομικός,κε υπουργέ δεν μπορεί και δεν επιτρέπεται να ανήκει σε καμία παράταξη – ούτε στις ψευτοδημοκρατικές των δολοφόνων, ληστών, τραμπούκων, πρεζέμπορων κλπ.
Και είναι καιρός να χρησιμοποιεί το όπλο του, χωρίς να κινδυνεύει η ζωή του από τους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των δολοφόνων. Ας πάρουμε και κάτι καλό από τις άλλες χώρες σε Ευρώπη και Αμερική – βλέπε σύλληψη του νομάρχη στο Βέλγιο, όχι μόνο τις βρωμιές τους.
Ο αστυνομικός,κε υπουργέ δεν μπορεί και δεν επιτρέπεται να ανήκει σε καμία παράταξη – ούτε στις ψευτοδημοκρατικές των δολοφόνων, ληστών, τραμπούκων, πρεζέμπορων κλπ.
Και είναι καιρός να χρησιμοποιεί το όπλο του, χωρίς να κινδυνεύει η ζωή του από τους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των δολοφόνων. Ας πάρουμε και κάτι καλό από τις άλλες χώρες σε Ευρώπη και Αμερική – βλέπε σύλληψη του νομάρχη στο Βέλγιο, όχι μόνο τις βρωμιές τους.
ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ ΣΤΟ ΙΚΑ ΑΤΤΙΚΗΣ
Επίσκεψη του πρωθυπουργού έγινε σήμερα το πρωί στο ΙΚΑ πλατείας Αττικής. Αφού είδε τους λαθρομετανάστες να έχουν ουσιαστικά καταλάβει όλα τα ιατρεία του ιδρύματος, ευχαρίστησε τους παρευρισκομένους για:
Α) Την διάλυση του ασφαλιστικού συστήματος της χώρας, αφού όλοι αυτοί δέχονται δωρεάν τις ιατρικές υπηρεσίες.
Β) Την καταστροφή της οικονομίας, αφού οι αγαπητοί λαθρομετανάστες δεν πληρώνουν τις παρεχόμενες σ’ αυτούς υπηρεσίες, αλλά τις πληρώνει ο κυρίαρχος ελληνικός λαός
Γ) Για την ταλαιπωρία των ελλήνων ασθενών – συνταξιούχων, αφού πρέπει να περιμένουν μήνες για να κλείσουν ραντεβού με τον γιατρό, που έχει ως προτεραιότητα τους λαθρομετανάστες.
Η διάλυση του ελληνισμού που ξεκίνησε με τις ελληνοποιήσεις – πάλι επί ΠΑΣΟΚ –
συνεχίζεται.
Εμπρός για μια χώρα χωρίς έλληνες.
ΘΑ-ΣΟΚ
Α) Την διάλυση του ασφαλιστικού συστήματος της χώρας, αφού όλοι αυτοί δέχονται δωρεάν τις ιατρικές υπηρεσίες.
Β) Την καταστροφή της οικονομίας, αφού οι αγαπητοί λαθρομετανάστες δεν πληρώνουν τις παρεχόμενες σ’ αυτούς υπηρεσίες, αλλά τις πληρώνει ο κυρίαρχος ελληνικός λαός
Γ) Για την ταλαιπωρία των ελλήνων ασθενών – συνταξιούχων, αφού πρέπει να περιμένουν μήνες για να κλείσουν ραντεβού με τον γιατρό, που έχει ως προτεραιότητα τους λαθρομετανάστες.
Η διάλυση του ελληνισμού που ξεκίνησε με τις ελληνοποιήσεις – πάλι επί ΠΑΣΟΚ –
συνεχίζεται.
Εμπρός για μια χώρα χωρίς έλληνες.
ΘΑ-ΣΟΚ
Τρίτη 27 Οκτωβρίου 2009
ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ
Αρχιμ. Ιωήλ Κωνστάνταρος, Αποστολικό Ανάγνωσμα Κυριακής ΣΤ΄Λουκά
Δημοσιευμένο από την/τον kantonopou στις Οκτώβριος 24, 2009
ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΣΤ΄ΛΟΥΚΑ - (Γαλ. α΄ 11-19)
Με εξομολογητική διάθεση και προφανώς μέσα σε κλίμα βαθειάς συγκινήσεως, ο θεόπνευστος Απόστολος Παύλος, αποτυπώνει στην προς Γαλάτας επιστολή του, συγκλονιστικά προσωπικά του βιώματα.
Το κεντρικό μήνυμα το οποίο θέλει να περάσει μέσα στην Αποστολική περικοπή που θα ακούσουμε την Κυριακή, είναι ότι η διδασκαλία του και το Αποστολικό του έργο , δεν προέρχονται από κάποιον άνθρωπο, αλλά από τον ίδιο τον Θεό.
Είναι τόσο χαρακτηριστικοί οι δύο πρώτοι στίχοι του αναγνώσματος που θα δούμε στη συνέχεια: «Γνωρίζω δε υμίν, αδελφοί, το Ευαγγέλιον το ευαγγελιστέν υπ’ εμού ότι ουκ έστι κατά άνθρωπον, ουδέ γαρ εγώ παρά ανθρώπου παρέλαβον αυτό ούτε εδιδάχθην, αλλά δι’ αποκαλύψεως Ιησού Χριστού». (Γαλ. α΄ 11-12). Δηλ. Πρέπει δε να γνωρίζετε , αδελφοί, ότι το Ευαγγέλιο, που κηρύχθηκε από μένα , δεν είναι ανθρώπινη επινόηση. Ούτε δε εγώ το παρέλαβα από άνθρωπο, ούτε το διδάχθηκα, αλλά μου το αποκάλυψε ο Ίδιος ο Ιησούς Χριστός.Βεβαίως η αλήθεια αυτή που με τόση έμφαση καταγράφει ο θείος Παύλος, αποτελεί μια πραγματικότητα που ισχύει και για τους άλλους Αποστόλους. Για ολόκληρο τον όμιλο των δώδεκα Αποστόλων.
Οι Απόστολοι δεν κήρυξαν τίποτε απολύτως το δικό τους, τίποτε το ανθρώπινο.Η θεσπέσια διδασκαλία τους δεν ήταν μια ανθρώπινη αποκάλυψις, αλλά μια ουράνια αποκάλυψις, την οποία παρέλαβαν από τον Ίδιο τον Κύριο Ιησού Χριστό. Γι’ αυτό άλλωστε και μία από τις ιδιότητες της Εκκλησίας μας, όπως ομολογούμε στο Ιερό Σύμβολο της Πίστεώς μας, είναι και η Αποστολικότητά της. «Εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν».
Το ότι έτσι έχουν τα πράγματα από δογματικής απόψεως, τούτο φυσικά όλοι το γνωρίζουμε , μάλλον θα πρέπει να το γνωρίζουμε, και με παρρησία να το ομολογούμε.Το θέμα όμως έχει και άλλη σημαντική πλευρά, την οποία είναι ανάγκη να προσεγγίσουμε.
Πρόκειται για την πρακτική εφαρμογή του Αποστολικού λόγου, αφού στην Ορθοδοξία μας, ως γνωστόν, οι αλήθειες που εκφράζονται και που διασφαλίζονται εντός του σώματος της Εκκλησίας, έχουν οπωσδήποτε βαθύτατες υπαρξιακές προεκτάσεις.Άλλωστε, όπως μελετούμε στην Καθολική επιστολή του Ιακώβου, στο Β΄ κεφ. και στον 20ο στίχο: «Πίστις χωρίς των έργων, νεκρά εστί».
Βεβαίως,ως θαυμαστό παράδειγμα προς μίμηση θα πρέπει να εκλάβουμε τον ίδιο τον Απόστολο Παύλο. Το Θεανδρικό πρόσωπο του Λατρευτού μας Κυρίου Ιησού Χριστού, τον σαγηνεύει και τον ανακαινίζει στον υψηλότερο βαθμό που θα μπορούσε ποτέ να συμβεί σε άνθρωπο, και μάλιστα φανατικό διώκτη της Πίστεως. Ο «περισσοτέρως ζηλωτής των πατρικών του παραδόσεων» (Γαλ. Α΄14), μεταστρέφεται εξ’ ολοκλήρου και γίνεται ο μεγαλύτερος των Αποστόλων. Ο πρώην διώκτης του Χριστού, καθίσταται θεόπνευστος Απόστολος, και τα συγγράμματά του έως το τέλος των αιώνων, θα αποτελούν πλέον το σαγηνευτικό δίχτυ της χάριτος και έναν από τους περισσότερο πολύτιμους θησαυρούς της Εκκλησίας μας.
Ναι, αυτή είναι η χάρις του γνήσιου ευαγγελικού μηνύματος, και τούτη είναι η καταπληκτική δύναμις του ζωντανού λόγου του Θεού. (Εβρ. Δ΄12).
Δεν πρόκειται περί νεκρού γράμματος , όπως δυστυχώς καταντά στα χέρια όσων βρίσκονται εκτός Εκκλησίας. Το Ευαγγέλιο, ο λόγος του Θεού δηλ. είναι λόγος ζωντανός και δραστικός και κοπτερώτερος από κάθε δίκοπο μαχαίρι και εισχωρεί και σ’ αυτά τα αδιασπάστως ενωμένα βάθη του ανθρώπου. Εισέρχεται σε όλα τα υποστρώματα της ανθρώπινης ψυχής και σ’ ολόκληρη την προσωπικότητα του ανθρώπου.
Και τον μεν καλοπροαίρετο άνθρωπο τον αφυπνίζει και τον οδηγεί στην βαθειά μετάνοια των πράξεών του και ακολούθως στη συνειδητή μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας μας, με ό,τι άλλο αυτή η ευλογημένη κατάστασις συνεπάγεται. Αντιθέτως, στην ανεπίδεκτη ψυχή , αυτός ο ίδιος ο λόγος του Θεού, προκαλεί πληγές και τύψεις, στο τέλος δε και σκληρύνσεις , οι οποίες , αν ο άνθρωπος παραμένει αμετάπιστος , παραμένουν , αλλοίμονο , αθεράπευτες…
Και τίθενται μετά από όλα αυτά , ορισμένα βασικότατα ερωτήματα :Εμείς που έτη ολόκληρα , κατά το μάλλον ή ήττον, είμαστε Ορθόδοξοι Χριστιανοί, εμείς οι οποίοι καυχόμαστε για την Ορθοδοξία μας, έχουμε επί της ουσίας γνωρίσει τον λόγο του Θεού;
Μελετούμε την Αγία Γραφή, όπως θα πρέπει να την μελετούμε και σύμφωνα με τις ερμηνείες των Αγίων Πατέρων μας;Αφήνουμε το Φως του Χριστού να περάσει και να φωτίσει τα πνευματικά μας σκοτάδια, να αστράψει και να ευωδιάσει μέσα στις ζοφερές αβύσσους της συνειδήσεώς μας;
Και έτι πλέον, αν όντως γευόμαστε σε θεωρητικό επίπεδο την χαρά του Ιερού Ευαγγελίου, προχωρούμε στη συνέχεια και στην εφαρμογή, δηλ. στο βίωμα του Ευαγγελικού τούτου μηνύματος;
Αυτά φίλοι μου είναι τα ερωτήματα τα οποία όντως , δεν θα πρέπει να μας αφήνουν να δώσουμε «νυσταγμόν τοις βλεφάροις ημών».Στο Γ΄ κεφ. και στον 1ο στίχο της επιστολής αυτής , ο Απόστολος των Εθνών , γεμάτος πόνο αλλά και τρυφερή, πατρική αγάπη, γράφει στους Γαλάτες: «Ω ανόητοι Γαλάται, τις υμάς εβάσκανε τη αληθεία μη πείθεσθαι, οις κατ’ οφθαλμούς Ιησούς Χριστός προεγράφη εν υμίν εσταυρωμένος;» Δηλ. Ω ανόητοι Γαλάτες!Ποιος σας βάσκανε, ώστε να μην πείθεσθαι στην αλήθεια εσείς , μπροστά στα μάτια των οποίων ο Ιησούς Χριστός, για σας ζωγραφίστηκε ζωηρά εσταυρωμένος;
Είθε να μην επιτρέψει ο Άγιος Θεός τα λόγια αυτά να ισχύσουν για κανένα από εμάς αδελφοί μου.
Αντιθέτως, μέρα με την ημέρα, να αποδεικνύουμε «προκοπήν βίου και πίστεως και συνέσεως πνευματικής»,γνωρίζοντας ολοένα και περισσότερο την αυθεντική, την μοναδική , την αληθινή ζωή του Χριστού την οποία μας προσφέρει η Αγία μας Εκκλησία.
Αμήν.
πηγήhttp://thriskeftika.blogspot.com/2009/10/blog-post_1562.html
Δημοσιευμένο από την/τον kantonopou στις Οκτώβριος 24, 2009
ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΣΤ΄ΛΟΥΚΑ - (Γαλ. α΄ 11-19)
Με εξομολογητική διάθεση και προφανώς μέσα σε κλίμα βαθειάς συγκινήσεως, ο θεόπνευστος Απόστολος Παύλος, αποτυπώνει στην προς Γαλάτας επιστολή του, συγκλονιστικά προσωπικά του βιώματα.
Το κεντρικό μήνυμα το οποίο θέλει να περάσει μέσα στην Αποστολική περικοπή που θα ακούσουμε την Κυριακή, είναι ότι η διδασκαλία του και το Αποστολικό του έργο , δεν προέρχονται από κάποιον άνθρωπο, αλλά από τον ίδιο τον Θεό.
Είναι τόσο χαρακτηριστικοί οι δύο πρώτοι στίχοι του αναγνώσματος που θα δούμε στη συνέχεια: «Γνωρίζω δε υμίν, αδελφοί, το Ευαγγέλιον το ευαγγελιστέν υπ’ εμού ότι ουκ έστι κατά άνθρωπον, ουδέ γαρ εγώ παρά ανθρώπου παρέλαβον αυτό ούτε εδιδάχθην, αλλά δι’ αποκαλύψεως Ιησού Χριστού». (Γαλ. α΄ 11-12). Δηλ. Πρέπει δε να γνωρίζετε , αδελφοί, ότι το Ευαγγέλιο, που κηρύχθηκε από μένα , δεν είναι ανθρώπινη επινόηση. Ούτε δε εγώ το παρέλαβα από άνθρωπο, ούτε το διδάχθηκα, αλλά μου το αποκάλυψε ο Ίδιος ο Ιησούς Χριστός.Βεβαίως η αλήθεια αυτή που με τόση έμφαση καταγράφει ο θείος Παύλος, αποτελεί μια πραγματικότητα που ισχύει και για τους άλλους Αποστόλους. Για ολόκληρο τον όμιλο των δώδεκα Αποστόλων.
Οι Απόστολοι δεν κήρυξαν τίποτε απολύτως το δικό τους, τίποτε το ανθρώπινο.Η θεσπέσια διδασκαλία τους δεν ήταν μια ανθρώπινη αποκάλυψις, αλλά μια ουράνια αποκάλυψις, την οποία παρέλαβαν από τον Ίδιο τον Κύριο Ιησού Χριστό. Γι’ αυτό άλλωστε και μία από τις ιδιότητες της Εκκλησίας μας, όπως ομολογούμε στο Ιερό Σύμβολο της Πίστεώς μας, είναι και η Αποστολικότητά της. «Εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν».
Το ότι έτσι έχουν τα πράγματα από δογματικής απόψεως, τούτο φυσικά όλοι το γνωρίζουμε , μάλλον θα πρέπει να το γνωρίζουμε, και με παρρησία να το ομολογούμε.Το θέμα όμως έχει και άλλη σημαντική πλευρά, την οποία είναι ανάγκη να προσεγγίσουμε.
Πρόκειται για την πρακτική εφαρμογή του Αποστολικού λόγου, αφού στην Ορθοδοξία μας, ως γνωστόν, οι αλήθειες που εκφράζονται και που διασφαλίζονται εντός του σώματος της Εκκλησίας, έχουν οπωσδήποτε βαθύτατες υπαρξιακές προεκτάσεις.Άλλωστε, όπως μελετούμε στην Καθολική επιστολή του Ιακώβου, στο Β΄ κεφ. και στον 20ο στίχο: «Πίστις χωρίς των έργων, νεκρά εστί».
Βεβαίως,ως θαυμαστό παράδειγμα προς μίμηση θα πρέπει να εκλάβουμε τον ίδιο τον Απόστολο Παύλο. Το Θεανδρικό πρόσωπο του Λατρευτού μας Κυρίου Ιησού Χριστού, τον σαγηνεύει και τον ανακαινίζει στον υψηλότερο βαθμό που θα μπορούσε ποτέ να συμβεί σε άνθρωπο, και μάλιστα φανατικό διώκτη της Πίστεως. Ο «περισσοτέρως ζηλωτής των πατρικών του παραδόσεων» (Γαλ. Α΄14), μεταστρέφεται εξ’ ολοκλήρου και γίνεται ο μεγαλύτερος των Αποστόλων. Ο πρώην διώκτης του Χριστού, καθίσταται θεόπνευστος Απόστολος, και τα συγγράμματά του έως το τέλος των αιώνων, θα αποτελούν πλέον το σαγηνευτικό δίχτυ της χάριτος και έναν από τους περισσότερο πολύτιμους θησαυρούς της Εκκλησίας μας.
Ναι, αυτή είναι η χάρις του γνήσιου ευαγγελικού μηνύματος, και τούτη είναι η καταπληκτική δύναμις του ζωντανού λόγου του Θεού. (Εβρ. Δ΄12).
Δεν πρόκειται περί νεκρού γράμματος , όπως δυστυχώς καταντά στα χέρια όσων βρίσκονται εκτός Εκκλησίας. Το Ευαγγέλιο, ο λόγος του Θεού δηλ. είναι λόγος ζωντανός και δραστικός και κοπτερώτερος από κάθε δίκοπο μαχαίρι και εισχωρεί και σ’ αυτά τα αδιασπάστως ενωμένα βάθη του ανθρώπου. Εισέρχεται σε όλα τα υποστρώματα της ανθρώπινης ψυχής και σ’ ολόκληρη την προσωπικότητα του ανθρώπου.
Και τον μεν καλοπροαίρετο άνθρωπο τον αφυπνίζει και τον οδηγεί στην βαθειά μετάνοια των πράξεών του και ακολούθως στη συνειδητή μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας μας, με ό,τι άλλο αυτή η ευλογημένη κατάστασις συνεπάγεται. Αντιθέτως, στην ανεπίδεκτη ψυχή , αυτός ο ίδιος ο λόγος του Θεού, προκαλεί πληγές και τύψεις, στο τέλος δε και σκληρύνσεις , οι οποίες , αν ο άνθρωπος παραμένει αμετάπιστος , παραμένουν , αλλοίμονο , αθεράπευτες…
Και τίθενται μετά από όλα αυτά , ορισμένα βασικότατα ερωτήματα :Εμείς που έτη ολόκληρα , κατά το μάλλον ή ήττον, είμαστε Ορθόδοξοι Χριστιανοί, εμείς οι οποίοι καυχόμαστε για την Ορθοδοξία μας, έχουμε επί της ουσίας γνωρίσει τον λόγο του Θεού;
Μελετούμε την Αγία Γραφή, όπως θα πρέπει να την μελετούμε και σύμφωνα με τις ερμηνείες των Αγίων Πατέρων μας;Αφήνουμε το Φως του Χριστού να περάσει και να φωτίσει τα πνευματικά μας σκοτάδια, να αστράψει και να ευωδιάσει μέσα στις ζοφερές αβύσσους της συνειδήσεώς μας;
Και έτι πλέον, αν όντως γευόμαστε σε θεωρητικό επίπεδο την χαρά του Ιερού Ευαγγελίου, προχωρούμε στη συνέχεια και στην εφαρμογή, δηλ. στο βίωμα του Ευαγγελικού τούτου μηνύματος;
Αυτά φίλοι μου είναι τα ερωτήματα τα οποία όντως , δεν θα πρέπει να μας αφήνουν να δώσουμε «νυσταγμόν τοις βλεφάροις ημών».Στο Γ΄ κεφ. και στον 1ο στίχο της επιστολής αυτής , ο Απόστολος των Εθνών , γεμάτος πόνο αλλά και τρυφερή, πατρική αγάπη, γράφει στους Γαλάτες: «Ω ανόητοι Γαλάται, τις υμάς εβάσκανε τη αληθεία μη πείθεσθαι, οις κατ’ οφθαλμούς Ιησούς Χριστός προεγράφη εν υμίν εσταυρωμένος;» Δηλ. Ω ανόητοι Γαλάτες!Ποιος σας βάσκανε, ώστε να μην πείθεσθαι στην αλήθεια εσείς , μπροστά στα μάτια των οποίων ο Ιησούς Χριστός, για σας ζωγραφίστηκε ζωηρά εσταυρωμένος;
Είθε να μην επιτρέψει ο Άγιος Θεός τα λόγια αυτά να ισχύσουν για κανένα από εμάς αδελφοί μου.
Αντιθέτως, μέρα με την ημέρα, να αποδεικνύουμε «προκοπήν βίου και πίστεως και συνέσεως πνευματικής»,γνωρίζοντας ολοένα και περισσότερο την αυθεντική, την μοναδική , την αληθινή ζωή του Χριστού την οποία μας προσφέρει η Αγία μας Εκκλησία.
Αμήν.
πηγήhttp://thriskeftika.blogspot.com/2009/10/blog-post_1562.html
ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΓΑΔΑΡΗΝΟΙ
Δημοσιευμένο από την/τον kantonopou στις Απρίλιος 29, 2009
Ο Χριστός συναντάται με έναν δαιμονισμένο
Στα Γάδαρα μας μεταφέρει ο Ευαγγελιστής Λουκάς, για να παρακολουθήσουμε ένα συγκλονιστικό γεγονός, το οποίο σημειώνεται έξω από την πόλη, κοντά στο κοιμητήριο. Ο Κύριός μας, έχοντας μαζί του τους μαθητές, ύστερα από σκληρή δοκιμασία που πέρασαν στην θάλασσα με το πλοιάριό τους, ανεβαίνουν και ανηφορίζουν προς την περιοχή των Γαδαρηνών. Αλλά ενώ πλησίαζαν στην πόλη, εκεί ακριβώς μπροστά στο κοιμητήριο, συναντούν έναν άνθρωπο. Ταλαίπωρο άνθρωπο. Είναι γυμνός, αχτένιστος και αγριωπός. Είναι ένας δυστυχισμένος άνθρωπος. Ένας άνθρωπος δαιμονισμένος. Σπίτι του ήταν τα μνήματα, κι ανάμεσα στους νεκρούς ζούσε κι αυτός, περιφέροντας το πληγωμένο από τις αλυσίδες σώμα του, με τις οποίες τον έδεναν συχνά. Όταν ο Χριστός πλησίασε, τότε ο δαιμονιζόμενος προσέπεσε στα πόδια του και με δυνατή φωνή του είπε: «τι εμοί και συ Ιησού υιέ του Θεού του υψίστου; Δέομαί σου, μη με βασανίσης». Μίλησε έτσι το δαιμόνιο διά στόματος του δυστυχισμένου αυτού ανθρώπου, διότι ο Χριστός το διέταξε να βγει, επειδή από πολλά χρόνια τον ταλαιπωρούσε. Βλέπετε, αδελφοί μου, και τα δαιμόνια πιστεύουν στον Χριστό και στην δύναμη του Χριστού και γνωρίζουν ότι μπορεί να καταργήσει το κράτος και την κυριαρχία τους. Γι’ αυτό και τον παρακαλούν να μην τα ρίξει στην άβυσσο, αλλά να επιτρέψει, αφού εξέλθουν από τον δαιμονισμένο άνθρωπο, να εισέλθουν σε μια αγέλη χοίρων που έβοσκε εκεί κοντά. Και ο Κύριος ερωτά να μάθει ποιο είναι το όνομα του δαιμονίου. Και εκείνα απαντούν, «λεγεών». Δηλαδή, ένα ολόκληρο σύνταγμα δαιμόνων κατοικούσε στην καρδιά του δαιμονισμένου. Ο Κύριος επέτρεψε στα δαιμόνια, βγαίνοντας από τον άνθρωπο, να μπουν στους χοίρους. Και τότε η αγέλη των χοίρων, όρμισε στον κρημνό και πνίγηκε στην λίμνη. Έτσι, μ’ έναν και μόνο λόγο Του ο Κύριος ελευθερώνει τον δαιμονισμένο, και εκείνος ήρεμος πλέον, γαλήνιος και νηφάλιος, γονατιστός μπροστά στον Χριστό Τον ευχαριστούσε.
Οι αντιδράσεις των Γαδαρηνών
Οι βοσκοί όμως μετέφεραν την είδηση στην πόλη των Γαδαρηνών και όλοι έτρεξαν, ανήσυχοι προς τα εκεί. Πλησίασαν τον Χριστό και είδαν τον δαιμονισμένο να κάθεται σωφρονισμένος και ιματισμένος στα πόδια του Χριστού. Μα αυτοί, αντί να τον ευχαριστήσουν και αντί να χαρούν, τι κάνουν; Του απευθύνουν μία έκκληση. Σε παρακαλούμε, Χριστέ, μην έλθεις στην πόλη μας, δεν σε θέλουμε. Και ο Κύριος, σεβόμενος την ελευθερία του ανθρώπου, έφυγε. Δεν εισήλθε στην πόλη των Γαδαρηνών. Πήρε το επιτελείο του και έφυγε, για να μας διδάξει και εμάς ότι πρέπει να σεβόμαστε την ελευθερία του ανθρώπου. Ότι κανένας δεν έχει το δικαίωμα να καταδυναστεύει τον συνάνθρωπό του. Να βασανίζει τον συνάνθρωπό του, να αφαιρεί την ελευθερία του ανθρώπου. Και η παράκληση αυτή, το «δεν σε θέλουμε, Χριστέ», ακούγεται και στις ημέρες μας και ας καταδικάζουμε τους Γαδαρηνούς. Πολλές φορές και εμείς λέμε: Χριστέ δεν σε θέλουμε στην ζωή μας. Εκείνοι δεν ήθελαν τον Χριστό, γιατί φοβούνταν ότι θα θιγούν τα συμφέροντά τους. Δεν μπορούσαν να ανεχθούν την ζημία που έπαθαν. Γιατί είχαν παράνομο εμπόριο και δεν επιτρέπονταν σ’ αυτούς να εκτρέφουν κοπάδια από χοίρους. Αλλά χάριν του κέρδους, παρανομούσαν, παραβίαζαν τον νόμο. Γι’ αυτό είπαν: «Χριστέ, δεν σε θέλουμε στην πόλη μας».
Οι σύγχρονοι Γαδαρηνοί
Μήπως και στις ημέρες μας δεν ακούγεται η ίδια πρόταση, η ίδια έκκληση; Χριστέ, δεν σε θέλουμε στην πόλη μας, στο μαγαζί μας, στο σπίτι μας, στην καρδιά μας! Στην εποχή την οποία βρισκόμαστε, στην εποχή της αποστασίας, ο άνθρωπος έχει αποστασιοποιηθεί, από τον Θεό: Χριστέ δεν σε χρειαζόμαστε, δεν θέλουμε τον νόμο σου, δεν μπορούμε να ζήσουμε με το Ευαγγέλιό Σου, δεν αντέχουμε τα μη και τα όχι του ευαγγελικού νόμου. Δεν σε θέλουμε ούτε καν στην σκέψη μας. Και σκεφτείτε, πόσοι από μας στο εικοσιτετράωρο, μιλούμε για τον Χριστό και πόσοι από μας σκεφτόμαστε τον Χριστό, πόσοι από μας αισθανόμαστε κατά την διάρκεια της ημέρας την ανάγκη να επικοινωνήσουμε με τον Χριστό, να προσευχηθούμε και να εναποθέσουμε τα προβλήματά μας στον Κύριο, λέγοντας ένα ευχαριστώ για ό,τι καλό και αγαθό μας έδωσε, αλλά και να τον παρακαλέσουμε να μας διαφυλάξει από κάθε κακό. Και εμείς διώχνουμε από την καρδιά μας τον Χριστό, αλλά και από το σπίτι μας. Δεν θέλουμε να βασιλεύει στο σπίτι μας ο Χριστός. Δεν θέλουμε το οικογενειακό δίκαιο να στηρίζεται στο σύνταγμα του Ευαγγελίου. Δεν θέλουμε ο Χριστός να ρυθμίζει τις σχέσεις ανάμεσα στον άνδρα και στην γυναίκα, ανάμεσα στους γονείς και τα παιδιά. Όλοι μας έχουμε αυτονομηθεί. Θα ζήσουμε όπως θέλουμε. Αυτό είναι το πνεύμα μας. Θεέ, δεν υπάρχεις! Και αν υπάρχεις θα σε γκρεμίσουμε. Και αυτονομημένοι θα ζήσουμε όπως μας αρέσει. Σ’ αυτό ακριβώς το στάδιο βρίσκεται σήμερα η κοινωνία μας. Αυτονομημένοι από τον Θεό και καταπατώντας τον νόμο του Θεού, γευόμαστε τους καρπούς της ανομίας και της παραβάσεως του θεϊκού νόμου. Ο φόβος έκανε τους Γαδαρηνούς να εξέλθουν και να πουν στον Χριστό «δεν σε θέλουμε στην πόλη μας» και ο Κύριος δεν μπήκε. Αλλά και στις μέρες μας η ανθρωπότητα έχει αποξενωθεί από τον Θεό.
Και οι Ευρωπαίοι Γαδαρηνοί;
Δεν ακούσατε τι είπαν στην Νίκαια της Γαλλίας οι Ευρωπαίοι; Ότι δεν μπορούν τα κράτη να έχουν θρησκεία, πως δεν μπορεί η Ευρώπη να πολιτεύεται κατά τον νόμο του Χριστού. Και όμως, η Ευρώπη υπήρξε πάντοτε χώρα χριστιανική, δηλαδή ήπειρος χριστιανική. Άκουσε την διδασκαλία του Ευαγγελίου, δέχθηκε το Ευαγγέλιο, σ’ αυτό θεμελίωσε την ανθρώπινη κοινωνία. Αλλά στην Νίκαια, μας είπαν οι Ευρωπαίοι ηγέτες, ότι δεν έχουν καμία θέση οι θρησκείες μέσα στις διακυβερνήσεις των λαών της Ευρώπης. Και αυτονομήθηκε ο άνθρωπος, γιατί θεοποίησε τον εαυτό του. Στηρίχθηκε στα πλούτη του, στις γνώσεις του, στις επιστημονικές του ανακαλύψεις, στα επιστημονικά του επιτεύγματα, και γιατί να μην το πούμε, και στους πολεμικούς του εξοπλισμούς, με τα έξυπνα όπλα που εφεύρε και ανακάλυψε και έχει στα χέρια του. Θεωρεί τον εαυτό του παντοδύναμο. Αλλά είδαμε και αυτόν τον παντοδύναμο και πανίσχυρο που παίζει τον ρόλο του πλανητάρχη να καταλαμβάνεται από φόβο. Και όχι μόνον αυτός, αλλά όλοι μας τρέμουμε για το τι θα ξημερώσει αύριο, το τι θα γίνει αύριο και αν θα υπάρξει ζωή επάνω στον πλανήτη μας.
Τα αίτια της τρομοκρατίας
Ένα χτύπημα των τρομοκρατών συγκλόνισε ολόκληρη την ανθρωπότητα. Βεβαίως, δεν είμαστε υπέρ της τρομοκρατίας, αλλά πρέπει να ψάξουμε να βρούμε πού έχει την ρίζα της τρομοκρατία. Η ρίζα της τρομοκρατίας βρίσκεται στα αναρχικά συνθήματα, τα οποία δεν υιοθετεί και δεν εγκρίνει το Ευαγγέλιο. Και εμείς, μη συμμορφούμενοι με τον νόμο του Θεού, θεοποιήσαμε τον εαυτό μας, φτιάξαμε έναν πύργο Βαβέλ, με αποτέλεσμα να ισχύει στην κοινωνία μας ο νόμος της ζούγκλας, το δίκαιο του ισχυρότερου. Ο ισχυρότερος τρώει τον ολιγότερο ισχυρό ή και τον πλέον αδύναμο. Αλλά εκεί που χρησιμοποιείται η βία δεν λύνονται τα προβλήματα. Ο πόλεμος δεν λύνει τα προβλήματα των ανθρώπων. Πρέπει να σκύψουμε και να ψάξουμε πόθεν γεννάται η τρομοκρατία. Όταν τα πέντε δισεκατομμύρια των ανθρώπων πεινούν, δυστυχούν, δεν έχουν ψωμί, δεν έχουν στέγη, δεν έχουν φάρμακα, δεν έχουν νοσοκομεία, δεν έχουν σχολεία και στερούνται των στοιχειωδών υλικών αγαθών, αυτό σημαίνει ότι το υπόλοιπο ένα δισεκατομμύριο διαπράττει μία καταφανή αδικία. Και αυτή η αδικία που υπαγορεύεται από τα συμφέροντα των ευημερούντων, είναι φυσικό να γίνει χείμαρρος, να γίνει ηφαίστειο, να γίνει πλημμυρίδα και θύελλα που θα σαρώσει τον κόσμο μας. Δεν βλέπετε τα «έξυπνα όπλα» των ισχυρών που απειλούν ολόκληρο τον πλανήτη μας;
Σημεία των καιρών
Είναι, αδέλφια μου, σημεία των καιρών αυτά που βλέπουμε. Διαβάστε, σας παρακαλώ, τώρα που θα φύγετε και θα πάτε στα σπίτια σας, διαβάστε το εικοστό τέταρτο κεφάλαιο του κατά Ματθαίον Ευαγγελίου και θα δείτε τι λέει εκεί για τα σημεία των καιρών, περί συντελείας του κόσμου. Μήπως εκολοβώθησαν οι ημέρες μας, μήπως λιγόστεψε η ζωή μας και πρέπει να σκεφθούμε σοβαρά για το μέλλον τι μέλλει γενέσθαι; Τι θα γίνει πριν γίνει η συντέλεια του αιώνος; Θα προηγηθούν φυσικά φαινόμενα. Ο ήλιος θα χάσει το φέγγος του. Η σελήνη θα σκοτισθεί. Τα άστρα θα πέσουν, η γη θα σείεται και θα υπάρξουν λοιμοί, λιμοί, σεισμοί, παίνα και αρρώστιες. Τα φυσικά φαινόμενα μας προειδοποιούν αλλά και η εξαχρείωση και η εξαθλίωση του ανθρώπου οδηγεί στο συμπέρασμα ότι βρισκόμαστε σε εσχάτους καιρούς. Ο απόστολος Παύλος στο τρίτο κεφάλαιο της δευτέρας επιστολής προς Τιμόθεον λέγει: «Τούτο δε γίνωσκε, ότι εν εσχάταις ημέραις ενστήσονται καιροί χαλεποί. Έσονται γαρ οι άνθρωποι φίλαυτοι, φιλάργυροι, αλαζόνες, υπερήφανοι, βλάσφημοι, γονεύσιν απειθείς, αχάριστοι, ανόσιοι, άστοργοι, άσπονδοι, διάβολοι, ακρατείς ανήμεροι, αφιλάγαθοι, προδόται, προπετείς, τετυφωμένοι, φιλήδονοι μάλλον ή φιλόθεοι, έχοντες μόρφωσιν ευσεβείας, την δε δύναμιν αυτής ηρνημένοι» (Β΄Τιμ. γ΄ 1-5). Όπως εμάς που κάνουμε τον χριστιανό, -ας μην κρυβόμαστε, εμείς όλοι μας κάνουμε τον χριστιανό, κάνουμε τον δάσκαλο-, αν μας πάρει ένας άγγελος και μας κοσκινίσει, και μας ζυγίσει και μας στύψει, δεν θα βγάλουμε τίποτε. Έχουμε εξωτερική εμφάνιση ευσεβούς και δικαίου και εναρέτου ανθρώπου, αλλά στην πραγματικότητα δεν έχουμε βάθος ευσεβείας, δεν πιστεύουμε, δεν ζούμε, δεν εφαρμόζουμε, δεν βιώνουμε την αλήθεια του Ευαγγελίου, και δεν ζούμε σύμφωνα με τον νόμο και το θέλημα του Θεού.
Το μήνυμα του Ευαγγελίου
Το μήνυμα που μας στέλνει η Εκκλησία, δια του Ευαγγελιστού Λουκά, είναι μήνυμα προετοιμασίας, είναι μήνυμα μετανοίας, είναι μήνυμα δακρύων, είναι μήνυμα που μας φέρνει προς το τέλος της ζωής μας. Όλοι μας πρέπει να ξυπνήσουμε και να ετοιμαστούμε, γιατί το τρένο της ζωής μας σφυρίζει. Εκολοβώθησαν οι ημέρες του ανθρώπου, λιγόστεψαν οι ημέρες μας και δεν ξέρουμε πότε και ποια ώρα θα γίνουν όλα αυτά. Αυτό το γνωρίζει μόνον ο Θεός. Εμείς όμως, βλέποντες τα σημεία των καιρών, ας προετοιμαζόμαστε και ας είμαστε έτοιμοι, γιατί αν ζούμε κοντά στον Θεό, σύμφωνα με το θέλημα και τον νόμο του Θεού, τότε δεν έχουμε τίποτα να φοβηθούμε, «εάν τε ουν ζώμεν εάν τε αποθνήσκωμεν, του Κυρίου εσμέν». (Ρωμ. 14, 8). Ζώντας κοντά στον Θεό, και φεύγοντας από τον κόσμο αυτό και από τον πλανήτη αυτό, θα πάμε στην θριαμβεύουσα Εκκλησία, που είναι η Βασιλεία των Ουρανών, της οποίας είθε όλοι να αξιωθούμε. Αμήν.
Θ. Θεοφυλάκτου
Πηγή:http://www.tv4e.gr/
Στη χώρα των Γαδαρηνών
Ο διάβολος παραμορφώνει
Μόλις έφτασε ο Κύριος στη χώρα των Γαδαρηνών, Τον συνάντησε κάποιος άνθρωπος που είχε κυριευθεί από πολλά δαιμόνια επί πολλά χρόνια και είχε καταντήσει θηρίο ανήμερο. Δεν φορούσε ρούχα, δεν έμενε σε σπίτι, τριγυρνούσε στα μνήματα. Και επειδή τα δαιμόνια τον έφερναν σε κατάσταση αγριότητας, τον έδεναν οι άνθρωποι με αλυσίδες βαριές να μην κάνει κανένα κακό. Αλλά αυτός τις έσπαζε και εξαγριωμένος σερνόταν βίαια από τους δαίμονες στις ερημιές.
Αυτό το «αγρίμι» λοιπόν που τρομοκρατούσε τον κόσμο, τώρα τρομοκρατήθηκε καθώς αντίκρισε τον Κύριο, κι από το φόβο του έβγαλε δυνατή κραυγή. Κι αφού έπεσε μπροστά στα πόδια του Χριστού, φώναξε δυνατά: —Ποια σχέση υπάρχει ανάμεσα σε μένα και σε σένα, Ιησού, Υιέ του Θεού του υψίστου; Σε παρακαλώ, μη με βασανίσεις και με κλείσεις από τώρα στα σκοτάδια του Άδη.
—Ποιο είναι το όνομά σου; Τον ρώτησε ο Κύριος.
—Λεγεών, απάντησε, δηλαδή ταξιαρχία. Διότι είχε μέσα του χιλιάδες δαιμόνια. Τότε τα δαιμόνια αυτά άρχισαν να παρακαλούν και πάλι τον Κύριο να μην τους στείλει στα τρίσβαθα του Άδη.
Αλλά καθώς υπήρχε εκεί κοντά στο βουνό ένα κοπάδι από πολλούς χοίρους που έβοσκαν, Τον παρακαλούσαν να τους επιτρέψει να μπουν στα ζώα αυτά. Ο Κύριος τους το επέτρεψε, το θέμα ήταν φρικτό: μόλις τα δαιμόνια βγήκαν από τον άνθρωπο και μπήκαν στους χοίρους, το κοπάδι όρμησε με ασυγκράτητη μανία προς το γκρεμό. Τα ζώα με ορμή έπεσαν από ψηλά κάτω στη λίμνη και πνίγηκαν όλα.
Μέσα από το εκπληκτικό αυτό θαύμα μπορεί να δει κανείς σε ποια κατάσταση οδηγεί ο διάβολος κάθε άνθρωπο που κυριεύει. Τα ακάθαρτα πνεύματα όταν εισέρχονται στον άνθρωπο, του σαλεύουν το νου και την ψυχή, τον απογυμνώνουν απ’ τη χάρη του Θεού. Τον καθιστούν ακυβέρνητο, κτηνώδη και δαιμονιώδη. Τον απομονώνουν από τους συγγενείς και φίλους. Τον οδηγούν στους τόπους της φρίκης και του θανάτου.
Διότι οι δαίμονες, επειδή μισούν τον Θεό και τον άνθρωπο, αισθάνονται μεγάλη ηδονή να ταλαιπωρούν τα όντα του Θεού και να τα οδηγούν στο θάνατο. Το καταχθόνιο αυτό έργο τους το επιτελούν όχι μόνο στους δαιμονισμένους αλλά σε κάθε άνθρωπο. Ενώ όμως όλοι μας ξέρουμε πόσο μεγάλο κακό προξενούν στον άνθρωπο και με πόσο φοβερή πανουργία μας πολεμούν, πώς κάποιες φορές γινόμαστε θύματα των πονηρών δαιμόνων και του αρχηγού τους διαβόλου, του αοράτου εχθρού μας; Πώς δελεαζόμαστε από τις υποσχέσεις του, πώς παρασυρόμαστε και γινόμαστε σκλάβοι στα πάθη και στην εξουσία του; Ας προσέξουμε πολύ, διότι κινδυνεύουμε. Μη δίνουμε δικαιώματα στον διάβολο, θα μας καταστρέψει χωρίς να το πάρουμε είδηση. Θα μας απομακρύνει από το δρόμο του Θεού και θα μας οδηγήσει στην αιώνια απώλεια.
Όλα στην εξουσία του Χριστού
Μετά το θαύμα άλλαξαν πλέον όλα. Το μανιασμένο «αγρίμι» έγινε ταπεινός μαθητής του Κυρίου. Τρομοκρατημένοι οι χοιροβοσκοί έτρεξαν στην πόλη και ανήγγειλαν το φοβερό γεγονός. Κι άρχισαν οι κάτοικοι της περιοχής να βγαίνουν έκπληκτοι να δουν τι έγινε. Μόλις όμως αντίκρισαν τον πρώην δαιμονισμένο να κάθεται ήρεμα δίπλα στον Κύριο ντυμένο και μυαλωμένο, φοβήθηκαν. Και όλοι με μία φωνή, αντί να ζητήσουν από τον Κύριο να μείνει κοντά τους, Τον παρακάλεσαν να φύγει από τον τόπο τους· επειδή κυριεύθηκαν από τρόμο, επειδή φοβήθηκαν μην τιμωρηθούν κι αυτοί για τις ανομίες τους, διότι το χοιρεμπόριο τότε ήταν παράνομο. Και ο Κύριος έφυγε από κοντά τους. Αντίθετα ο άνθρωπος που θεραπεύτηκε Τον παρακαλούσε να μένει μαζί του. Ο Χριστός όμως του είπε: Γύρισε στο σπίτι σου για να διηγείσαι τις ευεργεσίες που σου έκανε ο Θεός.
Κι εκείνος έγινε με το λόγο του και με τη ζωή του μάρτυρας της αγάπης του Κυρίου. Έγινε ένα φωτεινό παράδειγμα στον τόπο του, ο πρώην δαιμονισμένος έγινε φορέας της χάριτος του Χριστού. Αυτός που απέφευγε κάθε ανθρώπινη κοινωνία έγινε κήρυκας της δυνάμεως του Κυρίου.
Όλα αυτά τι μαρτυρούν; Ότι όλες οι δυνάμεις του σκότους βρίσκονται κάτω από τον έλεγχο και την εξουσία του Κυρίου. Και ότι ο Χριστός μας είναι ο παντοδύναμος εξουσιαστής των πάντων. Μπροστά του τρέμουν οι δαίμονες, εξαφανίζονται.
Σ’ αυτή λοιπόν τη δαιμονοκρατούμενη εποχή που ζούμε, όπου πολλοί άνθρωποι παραμορφώνονται παρασυρμένοι από την αρπακτική μανία του διαβόλου, εμείς οι πιστοί Χριστιανοί δεν πρέπει να φοβόμαστε, να αγωνιούμε. Στα χέρια του Χριστού είναι η ιστορία του κόσμου και η δική μας. Αυτός κυβερνά τα σύμπαντα, στα χέρια του είναι η ζωή μας. Ο διάβολος δεν έχει καμία εξουσία επάνω μας, εάν εμείς δεν του τη δώσουμε με την συγκατάθεσή μας.
Ας εμπιστευόμαστε λοιπόν τη ζωή μας στον βασιλέα της κτίσεως Κύριο Ιησού, ζώντας μέσα στη χάρη των ιερών Μυστηρίων, για να ασφαλιζόμαστε κάτω από την κραταιά εξουσία του και να πλημμυρίζουμε από το φως του.
Η θεραπεία του δαιμονιζομένου των Γαδαρηνών
Δημοσιευμένο από την/τον kantonopou στις Οκτώβριος 24, 2009
Ο Κύριος βρίσκεται από ώρα στη χώρα των Γαδαρηνών ή Γερσεσηνών. Ένας άνδρας, με ζωγραφισμένη την έκφραση της ευγνωμοσύνης στην όψη του προσώπου του και σ’ όλη την ευλαβική στάση του απέναντι στον Ιησού, ξεχωρίζει ανάμεσα στο γνωστό περιβάλλον των μαθητών του Κυρίου.
Είναι αυτός που πριν από λίγο τον απάλλαξε ο Κύριος από ολόκληρο δαιμονικό στρατό. Από “λεγεώνα” δαιμόνων. Έδωσε την άδεια να μπουν οι δαίμονες στους χοίρους που έβοσκαν στην πλαγιά και δαιμονισμένα τα ακάθαρτα ζώα κατρακύλησαν με ορμή στη λίμνη και πνίγηκαν.
Είναι αυτός που οι δαίμονες τον είχαν καταντήσει φόβητρο της περιοχής. Θηρίο ανήμερο που έβγαζε άγριες κραυγές, φοβερές, έσπαγε τις αλυσίδες που τον έδεναν κι ήταν τρομερά επικίνδυνος. Ο άνθρωπος που ρούχο δε φόραγε και γυμνός έτρεχε στις ερημιές και κατοικούσε στους τάφους.
Σ’ αυτή τη σεμνή και χαριτωμένη στάση του κοντά στον Κύριο τον βρήκαν οι άνθρωπο της περιοχής, όταν ειδοποιήθηκαν από τους χοιροβοσκούς για τούτο το θαυμαστό μα και τόσο συνταρακτικό γεγονός.
Όμως τι κρίμα! Οι Γεργεσηνοί, αντί να συγκινηθούν από τη θεραπεία του πριν δαιμονισμένου και να θαυμάσουν τη θεϊκή δύναμη και την αγαθότητα του Κυρίου προς το ταλαιπωρημένο και τόσο πονεμένο αυτό πλάσμα, λυπούνται! Και γιατί;Γιατί έχασαν το παράνομο κέρδος από τους χοίρους που έτρεφαν, αφού ήξεραν πως ο Μωσαϊκός Νόμος απαγόρευε το κρέας τους.
Δεν λογάριασαν ότι τους ελευθέρωσε από την τρομοκρατία του δαιμονισμένου, αλλά φοβήθηκαν μήπως στερηθούν στο μέλλον και τίποτε άλλο από τα συμφέροντά τους.
Γι’ αυτό είπαν στον Κύριο:
– Σε παρακαλούμε, φύγε από τον τόπο μας!Ο Κύριος, που κανενός τη θέληση δεν παραβιάζει, σηκώθηκε και πήγε στο πλοίο. Αλλ’ από κοντά Του πήγαινε κι ο άνθρωπος που τον είχε θεραπεύσει. Και συνέχεια παρακαλούσε:
– Κύριε, πάρε με μαζί Σου! Σε παρακαλώ θερμά, πάρε με μαζί Σου!
Όμως ο παντογνώστης Κύριος έκρινε διαφορετικά:
“Ὑπόστρεφε εἰς τόν οἶκον σου”! Γύρισε στο σπίτι σου, του είπε. Γύρισε στην οικογένειά σου, που τόσο πολύ είναι λυπημένη και πικραμένη. Πήγαινε να ζήσεις μαζί τους να τους δώσεις χαρά. Και μην πάψεις να διηγείσαι όσα θαυμαστά σου χάρισε ο Θεός και πώς σε ελευθέρωσε από τα δαιμόνια.
Στην εντολή του Κυρίου πειθάρχησε ο άνθρωπος αυτός. Κι όχι μονάχα στο σπίτι του, αλλά σ’ ολόκληρη την πόλη έλεγε συνέχεια όσα θαυμαστά του έκανε ο Ιησούς.
“Ὑπόστρεφε εἰς τόν οἶκον σου”
Ο Σατανάς είχε βγάλει τον άνθρωπο αυτό από το σπίτι του. Τον έσπρωχνε στις ερημιές, στους τάφους… Ο Κύριος τον περιμαζεύει και τον στέλνει πάλι στο σπίτι του!
Πόσο μεγάλη ανάγκη είναι σήμερα να προσέξουμε τη θεϊκή αυτή εντολή! Ιδιαίτερα μάλιστα να την προσέξουν οι νέοι και οι νέες…
Γυρίζουν αρκετοί από αυτούς ασυλλόγιστα όπου τύχει. Ξενυχτούν σε τόπους που μοιάζουν με τάφους. Τόποι που σπρώχνουν τους νέους στην αμαρτία, που τραυματίζουν την ψυχή, τη μολύνουν ηθικά και την οδηγούν στο θάνατο.
Τόποι που κάνουν τους νέους – με όσα εκεί ακούν ή βλέπουν – να χάνουν τον ανθρωπισμός τους. Απογυμνώνουν την ψυχή από την αρετή, από τον σεβασμό στον Θεό και τους ανθρώπους. Τους κάνουν “αναίσχυντους”, χωρίς ίχνος ντροπής πάνω τους, σκληρούς και επιθετικούς ακόμη και στους πιο στενούς συγγενείς τους.
Τόποι που ναρκώνουν και αποχαυνώνουν το νεύρο της ψυχής και κάνουν τους νέους ανίκανους για εργασία ή για σπουδή…
Σήμερα είναι σύνθημα το “έξω από το σπίτι”.
Και φεύγουν πολλοί νέοι έξω απ’ αυτό. Και δε λογαριάζουν αν αφήνουν πατέρα άρρωστο ή μάνα φορτωμένη μ’ ένα σωρό έννοιες, με κόπο, με μόχθο… Και κάνουν μέρες να γυρίσουν πίσω. Κι όταν γυρίσουν, έχουν του κόσμου τις απαιτήσεις…
“Ὑπόστρεφε εἰς τόν οἶκον σου”! λέει ο Κύριος σ’ όλους μας.
Τέλειωσε το μάθημά σου, τη δουλειά σου,… μη χάνεις την ώρα σου με συντροφιές, σε χώρους που συχνάζουν οι αργοί, οι κηφήνες, οι χασομέρηδες… Δεν ξέρεις λόγο με το λόγο σε τι μπορεί να σε παρασύρουν… Η λαϊκή σοφία, φωτισμένη από του Χριστού τη διδασκαλία, λέει σε μια παροιμία: “Ό,τι καλό σου θέλει το σπίτι σου, δεν το θέλει ο κόσμος όλος”.
Αν μάλιστα έχεις την ευτυχία να ζεις σε σπίτι στεριωμένο πάνω στο θέλημα του Χριστού, η ωφέλεια που θα παίρνεις στη δική του ατμόσφαιρα θα είναι ανυπολόγιστα μεγάλη…
Όμως, κι έτσι αν δεν είναι, δεν αντικαθίσταται το σπίτι, όποιο και να ‘ναι, από τίποτε άλλο. Αλλά, κι αν ακόμη δεν σε οδηγεί σωστά στο δρόμο του Θεού, τότε για σένα ξανοίγεται ένα πεδίο για ν’ αγωνιστείς ιεραποστολικά. Συ που διαβάζεις το λόγο του Θεού, παρακολουθείς ίσως τακτικά και το Κατηχητικό κι έχεις μέσα σου τον πόθο να ζήσεις τη ζωή σου όπως θέλει ο Θεός είναι δυνατό να συντελέσεις να γίνει καλύτερο και το σπίτι σου. Με το φωτεινό παράδειγμά σου, με τον καλό σου λόγο και με την αγάπη σου να επιδράσεις τόσο, ώστε να μεταβληθεί. Να γίνει χριστιανικό.
Ο Θεός θα σε βοηθήσει. Θα σε ευλογήσει να το πετύχεις.
Αγάπησε λοιπόν το σπίτι σου. Τη φωλιά σου. Ο Δημιουργός, που έχει δώσει σ’ όλα τα είδη του ζωικού βασιλείου το ένστικτο ν’ αγαπούν τη φωλιά τους και να την έχουν καταφύγιο σε κάθε κίνδυνο, αλλά και στις ώρες της ανάπαυσής τους, δίνει και στον άνθρωπο την εντολή: “ὑπόστρεφε εἰς τόν οἶκον σου”.
Είναι καιρός πια η ελληνική οικογένεια ν’ ανασυγκροτηθεί. Και θα γίνει τούτο, αν γίνει οικογένεια χριστιανική. Αν θεμελειώσει κάθε μέλος τη ζωή του πάνω στο θέλημα του Χριστού.
Ο Χριστός συναντάται με έναν δαιμονισμένο
Στα Γάδαρα μας μεταφέρει ο Ευαγγελιστής Λουκάς, για να παρακολουθήσουμε ένα συγκλονιστικό γεγονός, το οποίο σημειώνεται έξω από την πόλη, κοντά στο κοιμητήριο. Ο Κύριός μας, έχοντας μαζί του τους μαθητές, ύστερα από σκληρή δοκιμασία που πέρασαν στην θάλασσα με το πλοιάριό τους, ανεβαίνουν και ανηφορίζουν προς την περιοχή των Γαδαρηνών. Αλλά ενώ πλησίαζαν στην πόλη, εκεί ακριβώς μπροστά στο κοιμητήριο, συναντούν έναν άνθρωπο. Ταλαίπωρο άνθρωπο. Είναι γυμνός, αχτένιστος και αγριωπός. Είναι ένας δυστυχισμένος άνθρωπος. Ένας άνθρωπος δαιμονισμένος. Σπίτι του ήταν τα μνήματα, κι ανάμεσα στους νεκρούς ζούσε κι αυτός, περιφέροντας το πληγωμένο από τις αλυσίδες σώμα του, με τις οποίες τον έδεναν συχνά. Όταν ο Χριστός πλησίασε, τότε ο δαιμονιζόμενος προσέπεσε στα πόδια του και με δυνατή φωνή του είπε: «τι εμοί και συ Ιησού υιέ του Θεού του υψίστου; Δέομαί σου, μη με βασανίσης». Μίλησε έτσι το δαιμόνιο διά στόματος του δυστυχισμένου αυτού ανθρώπου, διότι ο Χριστός το διέταξε να βγει, επειδή από πολλά χρόνια τον ταλαιπωρούσε. Βλέπετε, αδελφοί μου, και τα δαιμόνια πιστεύουν στον Χριστό και στην δύναμη του Χριστού και γνωρίζουν ότι μπορεί να καταργήσει το κράτος και την κυριαρχία τους. Γι’ αυτό και τον παρακαλούν να μην τα ρίξει στην άβυσσο, αλλά να επιτρέψει, αφού εξέλθουν από τον δαιμονισμένο άνθρωπο, να εισέλθουν σε μια αγέλη χοίρων που έβοσκε εκεί κοντά. Και ο Κύριος ερωτά να μάθει ποιο είναι το όνομα του δαιμονίου. Και εκείνα απαντούν, «λεγεών». Δηλαδή, ένα ολόκληρο σύνταγμα δαιμόνων κατοικούσε στην καρδιά του δαιμονισμένου. Ο Κύριος επέτρεψε στα δαιμόνια, βγαίνοντας από τον άνθρωπο, να μπουν στους χοίρους. Και τότε η αγέλη των χοίρων, όρμισε στον κρημνό και πνίγηκε στην λίμνη. Έτσι, μ’ έναν και μόνο λόγο Του ο Κύριος ελευθερώνει τον δαιμονισμένο, και εκείνος ήρεμος πλέον, γαλήνιος και νηφάλιος, γονατιστός μπροστά στον Χριστό Τον ευχαριστούσε.
Οι αντιδράσεις των Γαδαρηνών
Οι βοσκοί όμως μετέφεραν την είδηση στην πόλη των Γαδαρηνών και όλοι έτρεξαν, ανήσυχοι προς τα εκεί. Πλησίασαν τον Χριστό και είδαν τον δαιμονισμένο να κάθεται σωφρονισμένος και ιματισμένος στα πόδια του Χριστού. Μα αυτοί, αντί να τον ευχαριστήσουν και αντί να χαρούν, τι κάνουν; Του απευθύνουν μία έκκληση. Σε παρακαλούμε, Χριστέ, μην έλθεις στην πόλη μας, δεν σε θέλουμε. Και ο Κύριος, σεβόμενος την ελευθερία του ανθρώπου, έφυγε. Δεν εισήλθε στην πόλη των Γαδαρηνών. Πήρε το επιτελείο του και έφυγε, για να μας διδάξει και εμάς ότι πρέπει να σεβόμαστε την ελευθερία του ανθρώπου. Ότι κανένας δεν έχει το δικαίωμα να καταδυναστεύει τον συνάνθρωπό του. Να βασανίζει τον συνάνθρωπό του, να αφαιρεί την ελευθερία του ανθρώπου. Και η παράκληση αυτή, το «δεν σε θέλουμε, Χριστέ», ακούγεται και στις ημέρες μας και ας καταδικάζουμε τους Γαδαρηνούς. Πολλές φορές και εμείς λέμε: Χριστέ δεν σε θέλουμε στην ζωή μας. Εκείνοι δεν ήθελαν τον Χριστό, γιατί φοβούνταν ότι θα θιγούν τα συμφέροντά τους. Δεν μπορούσαν να ανεχθούν την ζημία που έπαθαν. Γιατί είχαν παράνομο εμπόριο και δεν επιτρέπονταν σ’ αυτούς να εκτρέφουν κοπάδια από χοίρους. Αλλά χάριν του κέρδους, παρανομούσαν, παραβίαζαν τον νόμο. Γι’ αυτό είπαν: «Χριστέ, δεν σε θέλουμε στην πόλη μας».
Οι σύγχρονοι Γαδαρηνοί
Μήπως και στις ημέρες μας δεν ακούγεται η ίδια πρόταση, η ίδια έκκληση; Χριστέ, δεν σε θέλουμε στην πόλη μας, στο μαγαζί μας, στο σπίτι μας, στην καρδιά μας! Στην εποχή την οποία βρισκόμαστε, στην εποχή της αποστασίας, ο άνθρωπος έχει αποστασιοποιηθεί, από τον Θεό: Χριστέ δεν σε χρειαζόμαστε, δεν θέλουμε τον νόμο σου, δεν μπορούμε να ζήσουμε με το Ευαγγέλιό Σου, δεν αντέχουμε τα μη και τα όχι του ευαγγελικού νόμου. Δεν σε θέλουμε ούτε καν στην σκέψη μας. Και σκεφτείτε, πόσοι από μας στο εικοσιτετράωρο, μιλούμε για τον Χριστό και πόσοι από μας σκεφτόμαστε τον Χριστό, πόσοι από μας αισθανόμαστε κατά την διάρκεια της ημέρας την ανάγκη να επικοινωνήσουμε με τον Χριστό, να προσευχηθούμε και να εναποθέσουμε τα προβλήματά μας στον Κύριο, λέγοντας ένα ευχαριστώ για ό,τι καλό και αγαθό μας έδωσε, αλλά και να τον παρακαλέσουμε να μας διαφυλάξει από κάθε κακό. Και εμείς διώχνουμε από την καρδιά μας τον Χριστό, αλλά και από το σπίτι μας. Δεν θέλουμε να βασιλεύει στο σπίτι μας ο Χριστός. Δεν θέλουμε το οικογενειακό δίκαιο να στηρίζεται στο σύνταγμα του Ευαγγελίου. Δεν θέλουμε ο Χριστός να ρυθμίζει τις σχέσεις ανάμεσα στον άνδρα και στην γυναίκα, ανάμεσα στους γονείς και τα παιδιά. Όλοι μας έχουμε αυτονομηθεί. Θα ζήσουμε όπως θέλουμε. Αυτό είναι το πνεύμα μας. Θεέ, δεν υπάρχεις! Και αν υπάρχεις θα σε γκρεμίσουμε. Και αυτονομημένοι θα ζήσουμε όπως μας αρέσει. Σ’ αυτό ακριβώς το στάδιο βρίσκεται σήμερα η κοινωνία μας. Αυτονομημένοι από τον Θεό και καταπατώντας τον νόμο του Θεού, γευόμαστε τους καρπούς της ανομίας και της παραβάσεως του θεϊκού νόμου. Ο φόβος έκανε τους Γαδαρηνούς να εξέλθουν και να πουν στον Χριστό «δεν σε θέλουμε στην πόλη μας» και ο Κύριος δεν μπήκε. Αλλά και στις μέρες μας η ανθρωπότητα έχει αποξενωθεί από τον Θεό.
Και οι Ευρωπαίοι Γαδαρηνοί;
Δεν ακούσατε τι είπαν στην Νίκαια της Γαλλίας οι Ευρωπαίοι; Ότι δεν μπορούν τα κράτη να έχουν θρησκεία, πως δεν μπορεί η Ευρώπη να πολιτεύεται κατά τον νόμο του Χριστού. Και όμως, η Ευρώπη υπήρξε πάντοτε χώρα χριστιανική, δηλαδή ήπειρος χριστιανική. Άκουσε την διδασκαλία του Ευαγγελίου, δέχθηκε το Ευαγγέλιο, σ’ αυτό θεμελίωσε την ανθρώπινη κοινωνία. Αλλά στην Νίκαια, μας είπαν οι Ευρωπαίοι ηγέτες, ότι δεν έχουν καμία θέση οι θρησκείες μέσα στις διακυβερνήσεις των λαών της Ευρώπης. Και αυτονομήθηκε ο άνθρωπος, γιατί θεοποίησε τον εαυτό του. Στηρίχθηκε στα πλούτη του, στις γνώσεις του, στις επιστημονικές του ανακαλύψεις, στα επιστημονικά του επιτεύγματα, και γιατί να μην το πούμε, και στους πολεμικούς του εξοπλισμούς, με τα έξυπνα όπλα που εφεύρε και ανακάλυψε και έχει στα χέρια του. Θεωρεί τον εαυτό του παντοδύναμο. Αλλά είδαμε και αυτόν τον παντοδύναμο και πανίσχυρο που παίζει τον ρόλο του πλανητάρχη να καταλαμβάνεται από φόβο. Και όχι μόνον αυτός, αλλά όλοι μας τρέμουμε για το τι θα ξημερώσει αύριο, το τι θα γίνει αύριο και αν θα υπάρξει ζωή επάνω στον πλανήτη μας.
Τα αίτια της τρομοκρατίας
Ένα χτύπημα των τρομοκρατών συγκλόνισε ολόκληρη την ανθρωπότητα. Βεβαίως, δεν είμαστε υπέρ της τρομοκρατίας, αλλά πρέπει να ψάξουμε να βρούμε πού έχει την ρίζα της τρομοκρατία. Η ρίζα της τρομοκρατίας βρίσκεται στα αναρχικά συνθήματα, τα οποία δεν υιοθετεί και δεν εγκρίνει το Ευαγγέλιο. Και εμείς, μη συμμορφούμενοι με τον νόμο του Θεού, θεοποιήσαμε τον εαυτό μας, φτιάξαμε έναν πύργο Βαβέλ, με αποτέλεσμα να ισχύει στην κοινωνία μας ο νόμος της ζούγκλας, το δίκαιο του ισχυρότερου. Ο ισχυρότερος τρώει τον ολιγότερο ισχυρό ή και τον πλέον αδύναμο. Αλλά εκεί που χρησιμοποιείται η βία δεν λύνονται τα προβλήματα. Ο πόλεμος δεν λύνει τα προβλήματα των ανθρώπων. Πρέπει να σκύψουμε και να ψάξουμε πόθεν γεννάται η τρομοκρατία. Όταν τα πέντε δισεκατομμύρια των ανθρώπων πεινούν, δυστυχούν, δεν έχουν ψωμί, δεν έχουν στέγη, δεν έχουν φάρμακα, δεν έχουν νοσοκομεία, δεν έχουν σχολεία και στερούνται των στοιχειωδών υλικών αγαθών, αυτό σημαίνει ότι το υπόλοιπο ένα δισεκατομμύριο διαπράττει μία καταφανή αδικία. Και αυτή η αδικία που υπαγορεύεται από τα συμφέροντα των ευημερούντων, είναι φυσικό να γίνει χείμαρρος, να γίνει ηφαίστειο, να γίνει πλημμυρίδα και θύελλα που θα σαρώσει τον κόσμο μας. Δεν βλέπετε τα «έξυπνα όπλα» των ισχυρών που απειλούν ολόκληρο τον πλανήτη μας;
Σημεία των καιρών
Είναι, αδέλφια μου, σημεία των καιρών αυτά που βλέπουμε. Διαβάστε, σας παρακαλώ, τώρα που θα φύγετε και θα πάτε στα σπίτια σας, διαβάστε το εικοστό τέταρτο κεφάλαιο του κατά Ματθαίον Ευαγγελίου και θα δείτε τι λέει εκεί για τα σημεία των καιρών, περί συντελείας του κόσμου. Μήπως εκολοβώθησαν οι ημέρες μας, μήπως λιγόστεψε η ζωή μας και πρέπει να σκεφθούμε σοβαρά για το μέλλον τι μέλλει γενέσθαι; Τι θα γίνει πριν γίνει η συντέλεια του αιώνος; Θα προηγηθούν φυσικά φαινόμενα. Ο ήλιος θα χάσει το φέγγος του. Η σελήνη θα σκοτισθεί. Τα άστρα θα πέσουν, η γη θα σείεται και θα υπάρξουν λοιμοί, λιμοί, σεισμοί, παίνα και αρρώστιες. Τα φυσικά φαινόμενα μας προειδοποιούν αλλά και η εξαχρείωση και η εξαθλίωση του ανθρώπου οδηγεί στο συμπέρασμα ότι βρισκόμαστε σε εσχάτους καιρούς. Ο απόστολος Παύλος στο τρίτο κεφάλαιο της δευτέρας επιστολής προς Τιμόθεον λέγει: «Τούτο δε γίνωσκε, ότι εν εσχάταις ημέραις ενστήσονται καιροί χαλεποί. Έσονται γαρ οι άνθρωποι φίλαυτοι, φιλάργυροι, αλαζόνες, υπερήφανοι, βλάσφημοι, γονεύσιν απειθείς, αχάριστοι, ανόσιοι, άστοργοι, άσπονδοι, διάβολοι, ακρατείς ανήμεροι, αφιλάγαθοι, προδόται, προπετείς, τετυφωμένοι, φιλήδονοι μάλλον ή φιλόθεοι, έχοντες μόρφωσιν ευσεβείας, την δε δύναμιν αυτής ηρνημένοι» (Β΄Τιμ. γ΄ 1-5). Όπως εμάς που κάνουμε τον χριστιανό, -ας μην κρυβόμαστε, εμείς όλοι μας κάνουμε τον χριστιανό, κάνουμε τον δάσκαλο-, αν μας πάρει ένας άγγελος και μας κοσκινίσει, και μας ζυγίσει και μας στύψει, δεν θα βγάλουμε τίποτε. Έχουμε εξωτερική εμφάνιση ευσεβούς και δικαίου και εναρέτου ανθρώπου, αλλά στην πραγματικότητα δεν έχουμε βάθος ευσεβείας, δεν πιστεύουμε, δεν ζούμε, δεν εφαρμόζουμε, δεν βιώνουμε την αλήθεια του Ευαγγελίου, και δεν ζούμε σύμφωνα με τον νόμο και το θέλημα του Θεού.
Το μήνυμα του Ευαγγελίου
Το μήνυμα που μας στέλνει η Εκκλησία, δια του Ευαγγελιστού Λουκά, είναι μήνυμα προετοιμασίας, είναι μήνυμα μετανοίας, είναι μήνυμα δακρύων, είναι μήνυμα που μας φέρνει προς το τέλος της ζωής μας. Όλοι μας πρέπει να ξυπνήσουμε και να ετοιμαστούμε, γιατί το τρένο της ζωής μας σφυρίζει. Εκολοβώθησαν οι ημέρες του ανθρώπου, λιγόστεψαν οι ημέρες μας και δεν ξέρουμε πότε και ποια ώρα θα γίνουν όλα αυτά. Αυτό το γνωρίζει μόνον ο Θεός. Εμείς όμως, βλέποντες τα σημεία των καιρών, ας προετοιμαζόμαστε και ας είμαστε έτοιμοι, γιατί αν ζούμε κοντά στον Θεό, σύμφωνα με το θέλημα και τον νόμο του Θεού, τότε δεν έχουμε τίποτα να φοβηθούμε, «εάν τε ουν ζώμεν εάν τε αποθνήσκωμεν, του Κυρίου εσμέν». (Ρωμ. 14, 8). Ζώντας κοντά στον Θεό, και φεύγοντας από τον κόσμο αυτό και από τον πλανήτη αυτό, θα πάμε στην θριαμβεύουσα Εκκλησία, που είναι η Βασιλεία των Ουρανών, της οποίας είθε όλοι να αξιωθούμε. Αμήν.
Θ. Θεοφυλάκτου
Πηγή:http://www.tv4e.gr/
Στη χώρα των Γαδαρηνών
Ο διάβολος παραμορφώνει
Μόλις έφτασε ο Κύριος στη χώρα των Γαδαρηνών, Τον συνάντησε κάποιος άνθρωπος που είχε κυριευθεί από πολλά δαιμόνια επί πολλά χρόνια και είχε καταντήσει θηρίο ανήμερο. Δεν φορούσε ρούχα, δεν έμενε σε σπίτι, τριγυρνούσε στα μνήματα. Και επειδή τα δαιμόνια τον έφερναν σε κατάσταση αγριότητας, τον έδεναν οι άνθρωποι με αλυσίδες βαριές να μην κάνει κανένα κακό. Αλλά αυτός τις έσπαζε και εξαγριωμένος σερνόταν βίαια από τους δαίμονες στις ερημιές.
Αυτό το «αγρίμι» λοιπόν που τρομοκρατούσε τον κόσμο, τώρα τρομοκρατήθηκε καθώς αντίκρισε τον Κύριο, κι από το φόβο του έβγαλε δυνατή κραυγή. Κι αφού έπεσε μπροστά στα πόδια του Χριστού, φώναξε δυνατά: —Ποια σχέση υπάρχει ανάμεσα σε μένα και σε σένα, Ιησού, Υιέ του Θεού του υψίστου; Σε παρακαλώ, μη με βασανίσεις και με κλείσεις από τώρα στα σκοτάδια του Άδη.
—Ποιο είναι το όνομά σου; Τον ρώτησε ο Κύριος.
—Λεγεών, απάντησε, δηλαδή ταξιαρχία. Διότι είχε μέσα του χιλιάδες δαιμόνια. Τότε τα δαιμόνια αυτά άρχισαν να παρακαλούν και πάλι τον Κύριο να μην τους στείλει στα τρίσβαθα του Άδη.
Αλλά καθώς υπήρχε εκεί κοντά στο βουνό ένα κοπάδι από πολλούς χοίρους που έβοσκαν, Τον παρακαλούσαν να τους επιτρέψει να μπουν στα ζώα αυτά. Ο Κύριος τους το επέτρεψε, το θέμα ήταν φρικτό: μόλις τα δαιμόνια βγήκαν από τον άνθρωπο και μπήκαν στους χοίρους, το κοπάδι όρμησε με ασυγκράτητη μανία προς το γκρεμό. Τα ζώα με ορμή έπεσαν από ψηλά κάτω στη λίμνη και πνίγηκαν όλα.
Μέσα από το εκπληκτικό αυτό θαύμα μπορεί να δει κανείς σε ποια κατάσταση οδηγεί ο διάβολος κάθε άνθρωπο που κυριεύει. Τα ακάθαρτα πνεύματα όταν εισέρχονται στον άνθρωπο, του σαλεύουν το νου και την ψυχή, τον απογυμνώνουν απ’ τη χάρη του Θεού. Τον καθιστούν ακυβέρνητο, κτηνώδη και δαιμονιώδη. Τον απομονώνουν από τους συγγενείς και φίλους. Τον οδηγούν στους τόπους της φρίκης και του θανάτου.
Διότι οι δαίμονες, επειδή μισούν τον Θεό και τον άνθρωπο, αισθάνονται μεγάλη ηδονή να ταλαιπωρούν τα όντα του Θεού και να τα οδηγούν στο θάνατο. Το καταχθόνιο αυτό έργο τους το επιτελούν όχι μόνο στους δαιμονισμένους αλλά σε κάθε άνθρωπο. Ενώ όμως όλοι μας ξέρουμε πόσο μεγάλο κακό προξενούν στον άνθρωπο και με πόσο φοβερή πανουργία μας πολεμούν, πώς κάποιες φορές γινόμαστε θύματα των πονηρών δαιμόνων και του αρχηγού τους διαβόλου, του αοράτου εχθρού μας; Πώς δελεαζόμαστε από τις υποσχέσεις του, πώς παρασυρόμαστε και γινόμαστε σκλάβοι στα πάθη και στην εξουσία του; Ας προσέξουμε πολύ, διότι κινδυνεύουμε. Μη δίνουμε δικαιώματα στον διάβολο, θα μας καταστρέψει χωρίς να το πάρουμε είδηση. Θα μας απομακρύνει από το δρόμο του Θεού και θα μας οδηγήσει στην αιώνια απώλεια.
Όλα στην εξουσία του Χριστού
Μετά το θαύμα άλλαξαν πλέον όλα. Το μανιασμένο «αγρίμι» έγινε ταπεινός μαθητής του Κυρίου. Τρομοκρατημένοι οι χοιροβοσκοί έτρεξαν στην πόλη και ανήγγειλαν το φοβερό γεγονός. Κι άρχισαν οι κάτοικοι της περιοχής να βγαίνουν έκπληκτοι να δουν τι έγινε. Μόλις όμως αντίκρισαν τον πρώην δαιμονισμένο να κάθεται ήρεμα δίπλα στον Κύριο ντυμένο και μυαλωμένο, φοβήθηκαν. Και όλοι με μία φωνή, αντί να ζητήσουν από τον Κύριο να μείνει κοντά τους, Τον παρακάλεσαν να φύγει από τον τόπο τους· επειδή κυριεύθηκαν από τρόμο, επειδή φοβήθηκαν μην τιμωρηθούν κι αυτοί για τις ανομίες τους, διότι το χοιρεμπόριο τότε ήταν παράνομο. Και ο Κύριος έφυγε από κοντά τους. Αντίθετα ο άνθρωπος που θεραπεύτηκε Τον παρακαλούσε να μένει μαζί του. Ο Χριστός όμως του είπε: Γύρισε στο σπίτι σου για να διηγείσαι τις ευεργεσίες που σου έκανε ο Θεός.
Κι εκείνος έγινε με το λόγο του και με τη ζωή του μάρτυρας της αγάπης του Κυρίου. Έγινε ένα φωτεινό παράδειγμα στον τόπο του, ο πρώην δαιμονισμένος έγινε φορέας της χάριτος του Χριστού. Αυτός που απέφευγε κάθε ανθρώπινη κοινωνία έγινε κήρυκας της δυνάμεως του Κυρίου.
Όλα αυτά τι μαρτυρούν; Ότι όλες οι δυνάμεις του σκότους βρίσκονται κάτω από τον έλεγχο και την εξουσία του Κυρίου. Και ότι ο Χριστός μας είναι ο παντοδύναμος εξουσιαστής των πάντων. Μπροστά του τρέμουν οι δαίμονες, εξαφανίζονται.
Σ’ αυτή λοιπόν τη δαιμονοκρατούμενη εποχή που ζούμε, όπου πολλοί άνθρωποι παραμορφώνονται παρασυρμένοι από την αρπακτική μανία του διαβόλου, εμείς οι πιστοί Χριστιανοί δεν πρέπει να φοβόμαστε, να αγωνιούμε. Στα χέρια του Χριστού είναι η ιστορία του κόσμου και η δική μας. Αυτός κυβερνά τα σύμπαντα, στα χέρια του είναι η ζωή μας. Ο διάβολος δεν έχει καμία εξουσία επάνω μας, εάν εμείς δεν του τη δώσουμε με την συγκατάθεσή μας.
Ας εμπιστευόμαστε λοιπόν τη ζωή μας στον βασιλέα της κτίσεως Κύριο Ιησού, ζώντας μέσα στη χάρη των ιερών Μυστηρίων, για να ασφαλιζόμαστε κάτω από την κραταιά εξουσία του και να πλημμυρίζουμε από το φως του.
Η θεραπεία του δαιμονιζομένου των Γαδαρηνών
Δημοσιευμένο από την/τον kantonopou στις Οκτώβριος 24, 2009
Ο Κύριος βρίσκεται από ώρα στη χώρα των Γαδαρηνών ή Γερσεσηνών. Ένας άνδρας, με ζωγραφισμένη την έκφραση της ευγνωμοσύνης στην όψη του προσώπου του και σ’ όλη την ευλαβική στάση του απέναντι στον Ιησού, ξεχωρίζει ανάμεσα στο γνωστό περιβάλλον των μαθητών του Κυρίου.
Είναι αυτός που πριν από λίγο τον απάλλαξε ο Κύριος από ολόκληρο δαιμονικό στρατό. Από “λεγεώνα” δαιμόνων. Έδωσε την άδεια να μπουν οι δαίμονες στους χοίρους που έβοσκαν στην πλαγιά και δαιμονισμένα τα ακάθαρτα ζώα κατρακύλησαν με ορμή στη λίμνη και πνίγηκαν.
Είναι αυτός που οι δαίμονες τον είχαν καταντήσει φόβητρο της περιοχής. Θηρίο ανήμερο που έβγαζε άγριες κραυγές, φοβερές, έσπαγε τις αλυσίδες που τον έδεναν κι ήταν τρομερά επικίνδυνος. Ο άνθρωπος που ρούχο δε φόραγε και γυμνός έτρεχε στις ερημιές και κατοικούσε στους τάφους.
Σ’ αυτή τη σεμνή και χαριτωμένη στάση του κοντά στον Κύριο τον βρήκαν οι άνθρωπο της περιοχής, όταν ειδοποιήθηκαν από τους χοιροβοσκούς για τούτο το θαυμαστό μα και τόσο συνταρακτικό γεγονός.
Όμως τι κρίμα! Οι Γεργεσηνοί, αντί να συγκινηθούν από τη θεραπεία του πριν δαιμονισμένου και να θαυμάσουν τη θεϊκή δύναμη και την αγαθότητα του Κυρίου προς το ταλαιπωρημένο και τόσο πονεμένο αυτό πλάσμα, λυπούνται! Και γιατί;Γιατί έχασαν το παράνομο κέρδος από τους χοίρους που έτρεφαν, αφού ήξεραν πως ο Μωσαϊκός Νόμος απαγόρευε το κρέας τους.
Δεν λογάριασαν ότι τους ελευθέρωσε από την τρομοκρατία του δαιμονισμένου, αλλά φοβήθηκαν μήπως στερηθούν στο μέλλον και τίποτε άλλο από τα συμφέροντά τους.
Γι’ αυτό είπαν στον Κύριο:
– Σε παρακαλούμε, φύγε από τον τόπο μας!Ο Κύριος, που κανενός τη θέληση δεν παραβιάζει, σηκώθηκε και πήγε στο πλοίο. Αλλ’ από κοντά Του πήγαινε κι ο άνθρωπος που τον είχε θεραπεύσει. Και συνέχεια παρακαλούσε:
– Κύριε, πάρε με μαζί Σου! Σε παρακαλώ θερμά, πάρε με μαζί Σου!
Όμως ο παντογνώστης Κύριος έκρινε διαφορετικά:
“Ὑπόστρεφε εἰς τόν οἶκον σου”! Γύρισε στο σπίτι σου, του είπε. Γύρισε στην οικογένειά σου, που τόσο πολύ είναι λυπημένη και πικραμένη. Πήγαινε να ζήσεις μαζί τους να τους δώσεις χαρά. Και μην πάψεις να διηγείσαι όσα θαυμαστά σου χάρισε ο Θεός και πώς σε ελευθέρωσε από τα δαιμόνια.
Στην εντολή του Κυρίου πειθάρχησε ο άνθρωπος αυτός. Κι όχι μονάχα στο σπίτι του, αλλά σ’ ολόκληρη την πόλη έλεγε συνέχεια όσα θαυμαστά του έκανε ο Ιησούς.
“Ὑπόστρεφε εἰς τόν οἶκον σου”
Ο Σατανάς είχε βγάλει τον άνθρωπο αυτό από το σπίτι του. Τον έσπρωχνε στις ερημιές, στους τάφους… Ο Κύριος τον περιμαζεύει και τον στέλνει πάλι στο σπίτι του!
Πόσο μεγάλη ανάγκη είναι σήμερα να προσέξουμε τη θεϊκή αυτή εντολή! Ιδιαίτερα μάλιστα να την προσέξουν οι νέοι και οι νέες…
Γυρίζουν αρκετοί από αυτούς ασυλλόγιστα όπου τύχει. Ξενυχτούν σε τόπους που μοιάζουν με τάφους. Τόποι που σπρώχνουν τους νέους στην αμαρτία, που τραυματίζουν την ψυχή, τη μολύνουν ηθικά και την οδηγούν στο θάνατο.
Τόποι που κάνουν τους νέους – με όσα εκεί ακούν ή βλέπουν – να χάνουν τον ανθρωπισμός τους. Απογυμνώνουν την ψυχή από την αρετή, από τον σεβασμό στον Θεό και τους ανθρώπους. Τους κάνουν “αναίσχυντους”, χωρίς ίχνος ντροπής πάνω τους, σκληρούς και επιθετικούς ακόμη και στους πιο στενούς συγγενείς τους.
Τόποι που ναρκώνουν και αποχαυνώνουν το νεύρο της ψυχής και κάνουν τους νέους ανίκανους για εργασία ή για σπουδή…
Σήμερα είναι σύνθημα το “έξω από το σπίτι”.
Και φεύγουν πολλοί νέοι έξω απ’ αυτό. Και δε λογαριάζουν αν αφήνουν πατέρα άρρωστο ή μάνα φορτωμένη μ’ ένα σωρό έννοιες, με κόπο, με μόχθο… Και κάνουν μέρες να γυρίσουν πίσω. Κι όταν γυρίσουν, έχουν του κόσμου τις απαιτήσεις…
“Ὑπόστρεφε εἰς τόν οἶκον σου”! λέει ο Κύριος σ’ όλους μας.
Τέλειωσε το μάθημά σου, τη δουλειά σου,… μη χάνεις την ώρα σου με συντροφιές, σε χώρους που συχνάζουν οι αργοί, οι κηφήνες, οι χασομέρηδες… Δεν ξέρεις λόγο με το λόγο σε τι μπορεί να σε παρασύρουν… Η λαϊκή σοφία, φωτισμένη από του Χριστού τη διδασκαλία, λέει σε μια παροιμία: “Ό,τι καλό σου θέλει το σπίτι σου, δεν το θέλει ο κόσμος όλος”.
Αν μάλιστα έχεις την ευτυχία να ζεις σε σπίτι στεριωμένο πάνω στο θέλημα του Χριστού, η ωφέλεια που θα παίρνεις στη δική του ατμόσφαιρα θα είναι ανυπολόγιστα μεγάλη…
Όμως, κι έτσι αν δεν είναι, δεν αντικαθίσταται το σπίτι, όποιο και να ‘ναι, από τίποτε άλλο. Αλλά, κι αν ακόμη δεν σε οδηγεί σωστά στο δρόμο του Θεού, τότε για σένα ξανοίγεται ένα πεδίο για ν’ αγωνιστείς ιεραποστολικά. Συ που διαβάζεις το λόγο του Θεού, παρακολουθείς ίσως τακτικά και το Κατηχητικό κι έχεις μέσα σου τον πόθο να ζήσεις τη ζωή σου όπως θέλει ο Θεός είναι δυνατό να συντελέσεις να γίνει καλύτερο και το σπίτι σου. Με το φωτεινό παράδειγμά σου, με τον καλό σου λόγο και με την αγάπη σου να επιδράσεις τόσο, ώστε να μεταβληθεί. Να γίνει χριστιανικό.
Ο Θεός θα σε βοηθήσει. Θα σε ευλογήσει να το πετύχεις.
Αγάπησε λοιπόν το σπίτι σου. Τη φωλιά σου. Ο Δημιουργός, που έχει δώσει σ’ όλα τα είδη του ζωικού βασιλείου το ένστικτο ν’ αγαπούν τη φωλιά τους και να την έχουν καταφύγιο σε κάθε κίνδυνο, αλλά και στις ώρες της ανάπαυσής τους, δίνει και στον άνθρωπο την εντολή: “ὑπόστρεφε εἰς τόν οἶκον σου”.
Είναι καιρός πια η ελληνική οικογένεια ν’ ανασυγκροτηθεί. Και θα γίνει τούτο, αν γίνει οικογένεια χριστιανική. Αν θεμελειώσει κάθε μέλος τη ζωή του πάνω στο θέλημα του Χριστού.
Ιστορία του Αγίου Δημητρίου
Δημοσιευμένο από την/τον kantonopou στις Οκτώβριος 25, 2009
Ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Διοκλητιανός παρακινούμενος από τον Καίσαρα Γαλέριο, μέλος της «Τετραρχίας», εξαπέλυσε αληθινό πόλεμο εναντίον των χριστιανών. Ο χριστιανισμός, που είχε εξαπλωθεί από την Παλαιστίνη έως τον Πόντο και από την Μικρασία έως την κυρίως Ελλάδα και την Ιταλία, έχει να επιδείξει την εποχή αυτήν αναρίθμητες θυσίες και μαρτυρικούς θανάτους σε πόλεις όπως: η Αλεξάνδρεια, η Σμύρνη, η Αντιόχεια, η Θεσσαλονίκη, αλλά και σε περιοχές όπως η Κρήτη και η Κύπρος, με αποτέλεσμα, η εποχή αυτή να μείνει γνωστή στην ιστορία ως «εποχή μαρτύρων» του χριστιανισμού.
Με τον ερχομό του 4ου αι. ο χριστιανισμός είχε ήδη εδραιωθεί στην πόλη τής Θεσσαλονίκης, με πολυάριθμους χριστιανούς και Εκκλησίες οργανωμένες κατά τα πρότυπα της διδασκαλίας των Άγιων Αποστόλων. Εκλεκτό μέλος της των Θεσσαλονικέων Εκκλησίας ήταν και ο Άγιος Δημήτριος, ο όποιος προήρχετο από ευσεβείς γονείς, από τους πλέον επισήμους «άρχοντας των Μακεδόνων», «πατέρας θαυμαστώ τω γένει, πολύ δέ τη ψυχή θαυμαστότερος». Είχε δε προικιστεί παρά του Δωρεοδότου παντός αγαθού με πλήθος σωματικών και πνευματικών χαρισμάτων. «Γένους σεμνότητος, ουσίας άφθονου, ισχύος σώματος, κάλλους ίσότης, ηθών ευγένεια καί ή διά πάντων τούτων αρμονία καί σύμβασις»2. Εις τά χαρίσματα αυτά προσετέθη ή μόρφωσις καί ή παιδεία, «ή τών λόγων άσκησις εγγύς συνέφυ»1. Με την πνευματική του υπεροχή την ωραία εμφάνιση, την ευσέβεια και την ηθική του γενναιότητα ο Δημήτριος έγινε πολύ γρήγορα γνωστός σε ολόκληρη την πόλη, «άντί ψυχής τή πόλει καθίσταται»4 και προεβλήθη ώς ιδεώδες τελείου άνθρωπου.
Καταγινόταν δε κυρίως εις το να μαθαίνει το καλό και να γυμνάζεται στην πολεμική τέχνη, διότι αυτό συνδυάζει άριστα τη φρόνηση και την ανδρεία με τη στρατηγική πείρα. Η φήμη του έφθασε και μέχρι του βασιλέως Μαξιμιανού Γαλερίου, ο όποιος εκτιμώντας τις αρετές του τον προσέλαβε αρχικώς ως μέλος της συγκλήτου της πόλεως και εν συνεχεία τον τίμησε με το αξίωμα του Δουκός, διορίζοντάς τον στρατηγό όλης της Θεσσαλίας.
Ως χριστιανός ο Δημήτριος, δεν περιορίστηκε μόνον στη λατρεία του μόνου και αληθινού Θεού, αλλά προχώρησε με ζέση και ζήλο στο ιεραποστολικό έργο, φωτίζοντας και διδάσκοντας τόσο με τη φωτεινή παρουσία του, όσο και με τούς «θείας εμπνεύσεως» ήρτυμένους κατηχητικούς λόγους του, σπείροντας τον σπόρο του Ευαγγελίου στην αγαθή των Θεσσαλονικέων γη, για να προσφέρει μέχρι σήμερα ή Θεσσαλονίκη ευχύμους τούς καρπούς τής πίστεως. Κατ’ αυτόν τον τρόπο ο «σοφός, παρθένος και όσιος και, ως ειπείν πάγκαλος τε και παναμώμητος και φύσει και σπουδή και χάριτι λαμπρυνόμενος»5 Δημήτριος, ανεδείχθη διδάσκαλος και απόστολος. Η μόρφωση και η παιδεία του με τη χάρη του Παναγίου Πνεύματος, κατέστη «όπλον και άμυντήριον ένυπόστατον» και οικοδομικό εργαλείο και γεωργική σκαπάνη και άροτρο και αλιευτική σαγήνη και ό,τι άλλο παρόμοιο, ώστε «ουδείς είχεν άντιστήναι τη του Δημητρίου σοφία και τω Πνεύματι ο έλάλει». Καλλιεργώντας έτσι ο Δημήτριος τον αμπελώνα του Κυρίου της αγαπημένης του πόλεως, «καταγραφών τά ρήματα τής αιωνίου ζωής» στις καρδιές των Θεσσαλονικέων ειδωλολατρών, περιέλαβε στη σαγήνη του κηρύγματος του, εκτός της Θεσσαλονίκης, την Αττική και την Αχαΐα, ώστε να καταστεί από τότε ακόμη «θαύμα έν λόγοις θείοις Δημήτριος καί εύωδία Χρίστου». Ο Μάρτυς συνήθιζε να διδάσκει στην «χαλκευτική στοά» σε υπόγειο του Ναού τής Αειπαρθένου Θεομήτορος, πού ονομαζόταν Καταφυγή, κοντά στο δημόσιο λουτρό.
Ήδη ο αυτοκράτωρ Μαξιμιανός Έρκούλιος ευρισκόμενος στη Θεσσαλονίκη, για να συγκεντρώσει στρατό εναντίον των Ισαύρων, εκτιμώντας το λαμπρό, περίδοξο και περίβλεπτο γένος του Δημητρίου, ως επίσης και τις αρετές πού συγκέντρωνε, τον είχε ανακηρύξει ανθύπατο και αυθέντη όλης της Ελλάδος δίδοντας του την ανάλογη στρατιωτική στολή, το δακτύλιο και τον υπατικό ωρατίωνα, τα όποια έφερε ως διακριτικά της στρατιωτικής εξουσίας του, αλλά και ως μυστικά σύμβολα τής διδασκαλικής αξίας και προεδρίας, που μυστικά του χάρισε ο αληθινός και Ουράνιος Βασιλεύς του, ο Χριστός.
Ο Μαξιμιανός, αφού υπέταξε τους Σκύθες καί τους Σαυρομάτες, επέστρεψε νικητής και τροπαιούχος θυσιάζοντας στα είδωλα από όσες πόλεις διάβαινε. Ήρθε και στη Θεσσαλονίκη και μερικοί από τους ειδωλολάτρες της πόλης, έχοντας στην καρδιά τους τον Πονηρό και επιθυμώντας να τιμηθούν από τον βασιλιά του είπαν: «Μεγαλειώτατε, σέ παρακαλοΰμεν νά μας ακούσεις, διότι επιθυμούμε το συμφέρον της βασιλείας σου. Γνώρισε λοιπόν, πως ο Δημήτριος, ο οποίος τιμήθηκε με το βαθμό του ηγεμόνα τής Θεσσαλίας, αρνήθηκε την παραδοσιακή θρησκεία και πιστεύει στον Χριστό, εκείνον τον όποιον σταύρωσαν οι Εβραίοι.Επιπλέον, κηρύττει φανερά αυτόν τον Χριστό ως Θεό αληθινό. Και καθημερινώς ακούνε τούς πλανεμένους λόγους του οι άνθρωποι, αφήνουν την θρησκεία τους και γίνονται Χριστιανοί».
Ο βασιλιάς, όταν άκουσε αυτά τα λόγια, κατ’ αρχάς λυπήθηκε, διότι θα έχανε τέτοιον άνθρωπο, έπειτα όμως, θέλοντας να διαπιστώσει και ο ίδιος την αλήθεια, διέταξε να τον φέρουν μπροστά του. Επήγαν οι άνθρωποι του βασιλιά στην «Καταφυγήν» και βρήκαν τον Άγιο καθήμενο και διδάσκοντα τον λόγο του Θεού, οπότε τον άρπαξαν αμέσως και τον παρουσίασαν στον βασιλιά. Ο Άγιος δεν αντιστάθηκε καθόλου, άλλά με χαρά στάθηκε μπροστά του. Ο βασιλιάς λέει προς τον Δημήτριο: «Τέτοια τιμή περίμενα να μου δώσεις; Έτσι ήλπιζα να με τιμάς και σε ανεβίβασα σε τέτοιο βαθμό; Εγώ σε ανέδειξα ηγεμόνα τής Θεσσαλονίκης και συ ούτε ένα μίλι δεν εξήλθες της πόλεως δια να με προϋπαντήσεις;» Άκουσας αυτά ο Άγιος απήντησε: «Βασιλιά μου, εγώ τιμώ την βασιλεία σου, τιμώ όμως περισσότερο από εσένα τον Θεό του ουρανού και τής γης, ο οποίος είναι βασιλιάς όλου του κόσμου». «Και ποιος είναι ο Θεός σου και βασιλεύς;». Ο Άγιος απήντησε: «Ο Κύριος Ιησούς Χριστός, εκείνος είναι Θεός αληθινός και Βασιλεύς Παντοκράτωρ». Ο βασιλιάς του λέγει πάλι: «Λοιπόν αυτόν πιστεύεις εσύ και δια τούτο δεν καταδέχεσαι εμάς, αναξιε τής τιμής; Και τι καλό είδες από τον Χριστό σου και τον έχεις Θεό και Βασιλέα; Δεν είναι θεός ο Ζευς, ο Απόλλων και οι λοιποί, άλλά ο Χριστός σου; Δεν σε τίμησα εγώ και σε διόρισα ηγεμόνα της Θεσσαλίας; Αυτά αποδίδεις σε εμάς, αχάριστε άνθρωπε; Τέτοιος φαίνεσαι προς τούς μεγάλους θεούς και εμάς; Εγώ λοιπόν θα σου ανταποδώσω κατά την μολυσμένη γνώμη σου. Θα βασανισθείς και θα τιμωρηθείς με πολλά βάσανα για να μάθεις ποιος είμαι εγώ και ποιος είσαι εσύ, και τι μπορεί να κάνει ο Θεός σου για σένα». Ο Άγιος απεκρίθη: «Βασιλιά, τις τιμωρίες και τα βάσανα με τα όποια με απειλείς, εγώ τα θεωρώ ως χαρά και αγαλλίαση. Διότι αυτά θα μου χαρίσουν τη βασιλεία των ουρανών και ατελείωτη τιμή». Ο βασιλιάς θύμωσε υπερβολικά εναντίον του Δημητρίου. Έπειτα όμως, θέλοντας να ταπεινώσει τη γνώμη του, πρόσταξε να τον φυλακίσουν, συλλογιζόμενος ότι, αν καταφρονηθεί και φυλακισθεί, θ’ αναγκασθεί να αλλάξει γνώμη. Επήραν οι στρατιώτες τον Άγιο και τον οδήγησαν σε τόπο ακάθαρτο. Δηλαδή σε λουτρό παλαιό στα υπόγεια του οποίου χύνονταν απόνερα. Εισερχόμενος ο Άγιος στον τόπο εκείνο, είδε μπροστά του ένα μεγάλο σκορπιό ο όποιος προσπαθούσε να τον κεντρίσει. Ό Άγιος εποίησε το σημείο του Τιμίου Σταύρου και είπε: «Είς τό όνομα του Ιησού Χριστού, ο οποίος είπε να πατάμε επάνω όφεων και σκορπιών και επί πασαν την δύναμιν του εχθρού» (Λουκ. Ι’ 19). Αυτό είπε και πάτησε εκείνον τον σκορπιό, και αμέσως εμφανίσθηκε Άγγελος Κυρίου επάνω αυτού, κρατώντας στεφάνι χρυσό, και είπε προς αυτόν: «Χαίρε Δημήτριε στρατιώτα του Χριστού, έχε θάρρος, ενδυναμού και νίκα τούς εχθρούς σου». Και έβαλε το στεφάνι στο κεφάλι του μάρτυρα. Ο Άγιος παρέμεινε στον βρωμερό εκείνο τόπο, στερημένος από τη συναναστροφή ανθρώπων, παρηγορούμενος υπό του Θεού. Ο παράνομος βασιλιάς, χαίρονταν να βλέπει στις θυσίες των ειδώλων αιματοχυσίες και φόνους ανθρώπων. Πρόσταξε τότε να εκτελέσουν τον αγώνα του πεντάθλου, διότι οι βασιλείς των Ελλήνων είχαν αυτή τη συνήθεια. Σε όποια πόλη πήγαιναν για πρώτη φορά, έβαζαν τούς ανθρώπους και έτρεχαν, πάλευαν, έριχναν τον λίθο, πηδούσαν και σκόπευαν με τα δόρατα συγκεκριμένους στόχους. Αυτά τα πέντε αγωνίσματα τα ονόμαζαν πένταθλο και όποιος νικούσε σε ένα από αυτά, τον τιμούσαν οι βασιλείς και του πρόσφεραν δώρα. Ο βασιλιάς κάθισε σε τόπο υψηλό για να βλέπει τα αγωνίσματα. Ένας από αυτούς πού πάλευαν ήταν άνθρωπος του βασιλιά και ονομαζόταν Λυαίος και ήταν από την πόλη Ουάνδηλα της Σκυθίας.
Ήταν ψηλός και δυνατός και ο βασιλιάς τον είχε μαζί του για να του προξενεί τιμή και έπαινο. Επιπλέον δε, ο βασιλιάς για τις νίκες του, του χάριζε πλούσια δώρα. Κάποιος νέος από την Θεσσαλονίκη, ωραίος στην όψη, ο Άγιος Νέστορας, ο οποίος ήταν κρυφός χριστιανός και γνωστός του Αγίου Δημητρίου, βλέποντας τον Λυαίο να φονεύει τούς ανθρώπους και ο βασιλιάς να ευχαριστείται για τις νίκες του, αλλά και θέλοντας να δει τη δύναμη του αληθινού Χριστού του Θεού, πήγε στο λουτρό πού ήταν φυλακισμένος ο Άγιος Δημήτριος και του είπε: «Δούλε του Θεού, του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και αύθέντα μου, ο μιαρός βασιλιάς χαίρεται με τις πράξεις του Λυαίου. Η ψυχή μου επιθυμεί να παλέψει μαζί του, μόνον ευλόγησόν με και ενδυνάμωσαν με να υπάγω να τον νικήσω». Τότε ο Άγιος Δημήτριος εποίησε το σημείο του σταυρού στο μέτωπο του Νέστορος και του είπε: «Ύπαγε και τον Λυαίο θα νικήσεις και υπέρ του Χρίστου θα μαρτυρήσεις». Αναχώρησε λοιπόν ο Νέστορας και πήγε στον τόπο όπου γινόταν ο αγώνας τής πάλης και αμέσως φώναξε: «Ω Λυαίε, έλα να παλέψουμε οι δύο». Ο βασιλιάς, ο όποιος καθόταν σε ψηλότερο μέρος, μόλις είδε τον Νέστορα, νέο στην ηλικία, είκοσι περίπου ετών, μήνυσε σ’ αυτόν να πάει μπροστά του και του είπε: «Νεανία, δεν λυπήθηκες τη ζωή σου, αλλά ήλθες να παλέψεις με τον Λυαίο; Δεν βλέπεις πόσους νίκησε; Δεν βλέπεις πόσα αίματα έχυσε; Δεν λυπάσαι την ομορφιά και τα νιάτα σου;
Μήπως αναγκάζεσαι από τη πτωχεία να επιθυμείς τον θάνατο σου; Δεν πρέπει όμως να συμπλακείς με τον Λυαίο για να μη θανατωθείς. Αν δε είσαι πτωχός, να σε πλουτίσω εγώ, μόνο να μην απολέσεις τη ζωή σου». Ο Νέστορας απάντησε στο βασιλιά: «Εγώ πτωχός δεν είμαι, ούτε καταφρονώ τη ζωή μου, αλλά και πλούτο έχω και τη ζωή μου αγαπώ. Θέλω όμως να παλέψω με τον Λυαίο για να λάβω τιμή, διότι αν και είμαι πλούσιος, τιμή όμως δεν έχω, επομένως τι θέλω τον άτιμον πλούτον; Αγαπώ λοιπόν να τιμηθώ και να φανώ καλύτερος από τον Λυαίο, διά τούτο αποφασίζω να κινδυνεύσω». Όταν ο βασιλιάς είδε ότι ο νέος δεν ακούει, τον άφησε. Ο Άγιος Νέστωρ, αμέσως πλησίασε τον Λυαίο, έρριψε το επανωφόριό του και φώναξε: «Ο Θεός του Δημητρίου βοήθεν μοι». Αμέσως με το σπαθί του χτύπησε τον Λυαίο στο κέντρο της καρδίας του, οπότε αυτός έπεσε νεκρός.
Ο βασιλιάς ταράχθηκε. Κάλεσε τον Νέστορα και του είπε: «Νέε, με ποιες μαγείες νίκησες τον Λυαίο; Αυτός φόνευσε τόσους ανθρώπους δυνατότερους από εσένα και εσύ πώς τον θανάτωσες;». Ο Άγιος Νέστορας απεκρίθη: «Εγώ βασιλιά μου δεν ενίκησα τον Λυαίο με μαγείες, αλλά με τη δύναμη του Ιησού Χριστού, του αληθινού Θεού». Ο βασιλιάς εξοργίστηκε και διέταξε έναν από τούς άρχοντες, τον Μαρκιανό, να εκβάλει τον Νέστορα έξω από τη λεγόμενη Χρυσή Πύλη και να τον αποκεφαλίσει με το σπαθί του. Και έτσι ετελειώθη ο Άγιος Νέστωρ κατά τον λόγο του Αγίου Δημητρίου.
Ο βασιλιάς με λύπη αναχώρησε για το παλάτι, μονολογώντας: «Μα την δύναμη των μεγάλων θεών, από μαγείες φονεύθηκε σήμερα ο φίλος μου ο Λυαίος». Μόλις έμαθε ότι ο Λυαίος φονεύθηκε με οδηγίες του Δημητρίου, πρόσταξε τούς στρατιώτες να υπάγουν στο λουτρό και να φονεύσουν τον Άγιο Δημήτριο «ο φιλών με, απελθών, βαλέτω Δημήτριον». Επήγαν οι στρατιώτες και ελόγχευσαν τον Άγιο με τις λόγχες τους σε όλο του το σώμα. Ο πρώτος λογχισμός ήταν στη δεξιά του πλευρά, διότι μόλις τους είδε ο Άγιος, ύψωσε μόνος του την δεξιά του χείρα για να τον λογχεύσουν. Με αυτό το μαρτύριο ετελειώθη ο Άγιος Δημήτριος. Ευλαβείς χριστιανοί ήλθαν κρυφά, για το φόβο του βασιλιά, στο λουτρό εκείνο και ενταφίασαν το λείψανο στο μέρος εις το όποιο ετελειώθη.
Κάποιος φίλος του Αγίου, ο Λούπος, ο οποίος βρισκόταν εκεί κατά την ώρα του μαρτυρίου, έβγαλε το δαχτυλίδι του Αγίου από το δεξί του δάκτυλο και πήρε το μανδήλιόν του και το επανωφόριόν του από τους ώμους του και τα έβαψε στο αίμα του Μεγαλομάρτυρα και μ’ αυτά ενεργούσε θαύματα πολλά. Αρρώστους γιάτρευε και δαιμονισμένους θεράπευε. Ο βασιλιάς, μόλις τα έμαθε αυτά, έστειλε στρατιώτες και αποκεφάλισαν τον Λούπον σε κάποιον τόπο ονομαζόμενο Τριβουνάλιον.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο ετελειώθη «ο αυτόχθων ημίν και ημεδαπός Πολιούχος, το μέγα τής οικουμένης θαύμα, το μέγα της ιεράς εκκλησίας ωράισμα, ο πολύς τα πάντα, και θαυματουργός και Μυροβλήτης Δημήτριος». Ο Πανένδοξος και Καλλίνικος Μάρτυς, υπήρξε «ηγαπημένος τοϋ Χρίστου μαθητής ή παίς ή φίλος άκρος και οικειότατος», ομοιάζοντας προς Αυτόν ως προς τα μαρτύρια τα όποια υπέστη, την απέραντη καρτερία του και ως προς την διδαχή την οποίαν ανέλαβε «κατά χάριν του Δεσπότου μίμησιν»6. Ό μαρτυρικός του θάνατος ονομάσθηκε «Χριστομίμητος σφαγή», διότι ώς αναφέρει ο Άγιος Νικόλαος ο Καβάσιλας απευθυνόμενος προς τον Άγιο: «Έμαρτύρησεν εκείνος επί Ποντίου Πιλάτου τήν καλήν όμολογίαν, έμαρτύρησας καί αυτός τήν καλήν όμολογίαν έκείνω.Δεδεμένον έμαθες έδέθης αυτός. Έδέξατο τη πλευρά τήν πληγήν ό Δεσπότης καί σύ τούτω τα μέρει τά πληγάς έκείνας έδέξω. Υπέρ ανθρώπων εκείνος είλετο τήν τελευτήν υπέρ αυτού καί τών ανθρώπων έτελεύτησας αυτός. Ω Χριστού μέν εταίρε, Χριστού δέ μιμητά». «Πασα δέ ή πόλις παρρησιαζόμεθα τήν εύσέβειαν, έπί τω μαρτυρίω τοϋ Μεγάλου Δημητρίου καυχώμενοι». Και αυτό διότι ο μέγας εν τοις αγίοις αυτού Θεός ημών θέλοντας να αντιδοξάσει τον δοξάσαντα Αυτόν Μάρτυρα, οικονόμησε ώστε να αναβλύσει ή αγάπη του Άγιου, χαρίζοντας την ίαση εκ των σωματικών και ψυχικών ασθενειών δια του μύρου πού άρχισε να εκρέει από το λογχισμένο πάναγνο σώμα του Αθλοφόρου. Μπροστά λοιπόν σε μία τέτοια αγάπη και στις τόσες δωρεές του Μάρτυρα, «τις ημίν ισχύς πρός άνταπόδοσιν πολλαπλασιάζομεν αύτώ τήν πανήγυριν», ώστε το Μαρτύριο του Αγίου να μη σταματά το θαυμασμό και μόνον των πιστών εγκωμιαστών του, αλλά και να ενεργεί μυστικώς στην καρδιά του κάθε χριστιανού, ούτως ώστε ο πιστός να μιμείται έργω πλέον τον Άγιο, διότι κατά τούς Πατέρες τής Εκκλησίας, «τιμή Μάρτυρος, μίμησις αύτοϋ».
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
1. Ιωακείμ “Ιβηρίτου, “Ιωάννου Σταυρακίου, «Λόγος εις τά θαύματα τοϋ Αγίου Δημητρίου», Μακεδονικά, τόμ. 1ος, Θεσσαλονίκη 1940, σελ. 336.
2. Θεοδώρου Μετοχίτου, «Εις τόν Άγιον Μεγαλομάρτυρα καί Μυροβλήτην Δημήτριον», Μακεδόνικα, τόμ. 4ος (1955-1960), Θεσσαλονίκη 1960, σελ. 59.
3. Ένθ. άνω Γ.
4. Αυτόθι
5. Ιωάννου, “Υμνος είς τόν θείον καί πανένδοξον Δημήτριον κ.λπ., φ. 53α.Γρηγορίου Παλαμά, Ομιλία ΝΓ, Είς τόν έν Άγίοις Μεγαλομάρτυρα καί θαυματουργόν Μυροβλύ-την Δημήτριον, PG 151, 136.
πηγήhttp://www.inad.gr/default.aspx?catid=9
Ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Διοκλητιανός παρακινούμενος από τον Καίσαρα Γαλέριο, μέλος της «Τετραρχίας», εξαπέλυσε αληθινό πόλεμο εναντίον των χριστιανών. Ο χριστιανισμός, που είχε εξαπλωθεί από την Παλαιστίνη έως τον Πόντο και από την Μικρασία έως την κυρίως Ελλάδα και την Ιταλία, έχει να επιδείξει την εποχή αυτήν αναρίθμητες θυσίες και μαρτυρικούς θανάτους σε πόλεις όπως: η Αλεξάνδρεια, η Σμύρνη, η Αντιόχεια, η Θεσσαλονίκη, αλλά και σε περιοχές όπως η Κρήτη και η Κύπρος, με αποτέλεσμα, η εποχή αυτή να μείνει γνωστή στην ιστορία ως «εποχή μαρτύρων» του χριστιανισμού.
Με τον ερχομό του 4ου αι. ο χριστιανισμός είχε ήδη εδραιωθεί στην πόλη τής Θεσσαλονίκης, με πολυάριθμους χριστιανούς και Εκκλησίες οργανωμένες κατά τα πρότυπα της διδασκαλίας των Άγιων Αποστόλων. Εκλεκτό μέλος της των Θεσσαλονικέων Εκκλησίας ήταν και ο Άγιος Δημήτριος, ο όποιος προήρχετο από ευσεβείς γονείς, από τους πλέον επισήμους «άρχοντας των Μακεδόνων», «πατέρας θαυμαστώ τω γένει, πολύ δέ τη ψυχή θαυμαστότερος». Είχε δε προικιστεί παρά του Δωρεοδότου παντός αγαθού με πλήθος σωματικών και πνευματικών χαρισμάτων. «Γένους σεμνότητος, ουσίας άφθονου, ισχύος σώματος, κάλλους ίσότης, ηθών ευγένεια καί ή διά πάντων τούτων αρμονία καί σύμβασις»2. Εις τά χαρίσματα αυτά προσετέθη ή μόρφωσις καί ή παιδεία, «ή τών λόγων άσκησις εγγύς συνέφυ»1. Με την πνευματική του υπεροχή την ωραία εμφάνιση, την ευσέβεια και την ηθική του γενναιότητα ο Δημήτριος έγινε πολύ γρήγορα γνωστός σε ολόκληρη την πόλη, «άντί ψυχής τή πόλει καθίσταται»4 και προεβλήθη ώς ιδεώδες τελείου άνθρωπου.
Καταγινόταν δε κυρίως εις το να μαθαίνει το καλό και να γυμνάζεται στην πολεμική τέχνη, διότι αυτό συνδυάζει άριστα τη φρόνηση και την ανδρεία με τη στρατηγική πείρα. Η φήμη του έφθασε και μέχρι του βασιλέως Μαξιμιανού Γαλερίου, ο όποιος εκτιμώντας τις αρετές του τον προσέλαβε αρχικώς ως μέλος της συγκλήτου της πόλεως και εν συνεχεία τον τίμησε με το αξίωμα του Δουκός, διορίζοντάς τον στρατηγό όλης της Θεσσαλίας.
Ως χριστιανός ο Δημήτριος, δεν περιορίστηκε μόνον στη λατρεία του μόνου και αληθινού Θεού, αλλά προχώρησε με ζέση και ζήλο στο ιεραποστολικό έργο, φωτίζοντας και διδάσκοντας τόσο με τη φωτεινή παρουσία του, όσο και με τούς «θείας εμπνεύσεως» ήρτυμένους κατηχητικούς λόγους του, σπείροντας τον σπόρο του Ευαγγελίου στην αγαθή των Θεσσαλονικέων γη, για να προσφέρει μέχρι σήμερα ή Θεσσαλονίκη ευχύμους τούς καρπούς τής πίστεως. Κατ’ αυτόν τον τρόπο ο «σοφός, παρθένος και όσιος και, ως ειπείν πάγκαλος τε και παναμώμητος και φύσει και σπουδή και χάριτι λαμπρυνόμενος»5 Δημήτριος, ανεδείχθη διδάσκαλος και απόστολος. Η μόρφωση και η παιδεία του με τη χάρη του Παναγίου Πνεύματος, κατέστη «όπλον και άμυντήριον ένυπόστατον» και οικοδομικό εργαλείο και γεωργική σκαπάνη και άροτρο και αλιευτική σαγήνη και ό,τι άλλο παρόμοιο, ώστε «ουδείς είχεν άντιστήναι τη του Δημητρίου σοφία και τω Πνεύματι ο έλάλει». Καλλιεργώντας έτσι ο Δημήτριος τον αμπελώνα του Κυρίου της αγαπημένης του πόλεως, «καταγραφών τά ρήματα τής αιωνίου ζωής» στις καρδιές των Θεσσαλονικέων ειδωλολατρών, περιέλαβε στη σαγήνη του κηρύγματος του, εκτός της Θεσσαλονίκης, την Αττική και την Αχαΐα, ώστε να καταστεί από τότε ακόμη «θαύμα έν λόγοις θείοις Δημήτριος καί εύωδία Χρίστου». Ο Μάρτυς συνήθιζε να διδάσκει στην «χαλκευτική στοά» σε υπόγειο του Ναού τής Αειπαρθένου Θεομήτορος, πού ονομαζόταν Καταφυγή, κοντά στο δημόσιο λουτρό.
Ήδη ο αυτοκράτωρ Μαξιμιανός Έρκούλιος ευρισκόμενος στη Θεσσαλονίκη, για να συγκεντρώσει στρατό εναντίον των Ισαύρων, εκτιμώντας το λαμπρό, περίδοξο και περίβλεπτο γένος του Δημητρίου, ως επίσης και τις αρετές πού συγκέντρωνε, τον είχε ανακηρύξει ανθύπατο και αυθέντη όλης της Ελλάδος δίδοντας του την ανάλογη στρατιωτική στολή, το δακτύλιο και τον υπατικό ωρατίωνα, τα όποια έφερε ως διακριτικά της στρατιωτικής εξουσίας του, αλλά και ως μυστικά σύμβολα τής διδασκαλικής αξίας και προεδρίας, που μυστικά του χάρισε ο αληθινός και Ουράνιος Βασιλεύς του, ο Χριστός.
Ο Μαξιμιανός, αφού υπέταξε τους Σκύθες καί τους Σαυρομάτες, επέστρεψε νικητής και τροπαιούχος θυσιάζοντας στα είδωλα από όσες πόλεις διάβαινε. Ήρθε και στη Θεσσαλονίκη και μερικοί από τους ειδωλολάτρες της πόλης, έχοντας στην καρδιά τους τον Πονηρό και επιθυμώντας να τιμηθούν από τον βασιλιά του είπαν: «Μεγαλειώτατε, σέ παρακαλοΰμεν νά μας ακούσεις, διότι επιθυμούμε το συμφέρον της βασιλείας σου. Γνώρισε λοιπόν, πως ο Δημήτριος, ο οποίος τιμήθηκε με το βαθμό του ηγεμόνα τής Θεσσαλίας, αρνήθηκε την παραδοσιακή θρησκεία και πιστεύει στον Χριστό, εκείνον τον όποιον σταύρωσαν οι Εβραίοι.Επιπλέον, κηρύττει φανερά αυτόν τον Χριστό ως Θεό αληθινό. Και καθημερινώς ακούνε τούς πλανεμένους λόγους του οι άνθρωποι, αφήνουν την θρησκεία τους και γίνονται Χριστιανοί».
Ο βασιλιάς, όταν άκουσε αυτά τα λόγια, κατ’ αρχάς λυπήθηκε, διότι θα έχανε τέτοιον άνθρωπο, έπειτα όμως, θέλοντας να διαπιστώσει και ο ίδιος την αλήθεια, διέταξε να τον φέρουν μπροστά του. Επήγαν οι άνθρωποι του βασιλιά στην «Καταφυγήν» και βρήκαν τον Άγιο καθήμενο και διδάσκοντα τον λόγο του Θεού, οπότε τον άρπαξαν αμέσως και τον παρουσίασαν στον βασιλιά. Ο Άγιος δεν αντιστάθηκε καθόλου, άλλά με χαρά στάθηκε μπροστά του. Ο βασιλιάς λέει προς τον Δημήτριο: «Τέτοια τιμή περίμενα να μου δώσεις; Έτσι ήλπιζα να με τιμάς και σε ανεβίβασα σε τέτοιο βαθμό; Εγώ σε ανέδειξα ηγεμόνα τής Θεσσαλονίκης και συ ούτε ένα μίλι δεν εξήλθες της πόλεως δια να με προϋπαντήσεις;» Άκουσας αυτά ο Άγιος απήντησε: «Βασιλιά μου, εγώ τιμώ την βασιλεία σου, τιμώ όμως περισσότερο από εσένα τον Θεό του ουρανού και τής γης, ο οποίος είναι βασιλιάς όλου του κόσμου». «Και ποιος είναι ο Θεός σου και βασιλεύς;». Ο Άγιος απήντησε: «Ο Κύριος Ιησούς Χριστός, εκείνος είναι Θεός αληθινός και Βασιλεύς Παντοκράτωρ». Ο βασιλιάς του λέγει πάλι: «Λοιπόν αυτόν πιστεύεις εσύ και δια τούτο δεν καταδέχεσαι εμάς, αναξιε τής τιμής; Και τι καλό είδες από τον Χριστό σου και τον έχεις Θεό και Βασιλέα; Δεν είναι θεός ο Ζευς, ο Απόλλων και οι λοιποί, άλλά ο Χριστός σου; Δεν σε τίμησα εγώ και σε διόρισα ηγεμόνα της Θεσσαλίας; Αυτά αποδίδεις σε εμάς, αχάριστε άνθρωπε; Τέτοιος φαίνεσαι προς τούς μεγάλους θεούς και εμάς; Εγώ λοιπόν θα σου ανταποδώσω κατά την μολυσμένη γνώμη σου. Θα βασανισθείς και θα τιμωρηθείς με πολλά βάσανα για να μάθεις ποιος είμαι εγώ και ποιος είσαι εσύ, και τι μπορεί να κάνει ο Θεός σου για σένα». Ο Άγιος απεκρίθη: «Βασιλιά, τις τιμωρίες και τα βάσανα με τα όποια με απειλείς, εγώ τα θεωρώ ως χαρά και αγαλλίαση. Διότι αυτά θα μου χαρίσουν τη βασιλεία των ουρανών και ατελείωτη τιμή». Ο βασιλιάς θύμωσε υπερβολικά εναντίον του Δημητρίου. Έπειτα όμως, θέλοντας να ταπεινώσει τη γνώμη του, πρόσταξε να τον φυλακίσουν, συλλογιζόμενος ότι, αν καταφρονηθεί και φυλακισθεί, θ’ αναγκασθεί να αλλάξει γνώμη. Επήραν οι στρατιώτες τον Άγιο και τον οδήγησαν σε τόπο ακάθαρτο. Δηλαδή σε λουτρό παλαιό στα υπόγεια του οποίου χύνονταν απόνερα. Εισερχόμενος ο Άγιος στον τόπο εκείνο, είδε μπροστά του ένα μεγάλο σκορπιό ο όποιος προσπαθούσε να τον κεντρίσει. Ό Άγιος εποίησε το σημείο του Τιμίου Σταύρου και είπε: «Είς τό όνομα του Ιησού Χριστού, ο οποίος είπε να πατάμε επάνω όφεων και σκορπιών και επί πασαν την δύναμιν του εχθρού» (Λουκ. Ι’ 19). Αυτό είπε και πάτησε εκείνον τον σκορπιό, και αμέσως εμφανίσθηκε Άγγελος Κυρίου επάνω αυτού, κρατώντας στεφάνι χρυσό, και είπε προς αυτόν: «Χαίρε Δημήτριε στρατιώτα του Χριστού, έχε θάρρος, ενδυναμού και νίκα τούς εχθρούς σου». Και έβαλε το στεφάνι στο κεφάλι του μάρτυρα. Ο Άγιος παρέμεινε στον βρωμερό εκείνο τόπο, στερημένος από τη συναναστροφή ανθρώπων, παρηγορούμενος υπό του Θεού. Ο παράνομος βασιλιάς, χαίρονταν να βλέπει στις θυσίες των ειδώλων αιματοχυσίες και φόνους ανθρώπων. Πρόσταξε τότε να εκτελέσουν τον αγώνα του πεντάθλου, διότι οι βασιλείς των Ελλήνων είχαν αυτή τη συνήθεια. Σε όποια πόλη πήγαιναν για πρώτη φορά, έβαζαν τούς ανθρώπους και έτρεχαν, πάλευαν, έριχναν τον λίθο, πηδούσαν και σκόπευαν με τα δόρατα συγκεκριμένους στόχους. Αυτά τα πέντε αγωνίσματα τα ονόμαζαν πένταθλο και όποιος νικούσε σε ένα από αυτά, τον τιμούσαν οι βασιλείς και του πρόσφεραν δώρα. Ο βασιλιάς κάθισε σε τόπο υψηλό για να βλέπει τα αγωνίσματα. Ένας από αυτούς πού πάλευαν ήταν άνθρωπος του βασιλιά και ονομαζόταν Λυαίος και ήταν από την πόλη Ουάνδηλα της Σκυθίας.
Ήταν ψηλός και δυνατός και ο βασιλιάς τον είχε μαζί του για να του προξενεί τιμή και έπαινο. Επιπλέον δε, ο βασιλιάς για τις νίκες του, του χάριζε πλούσια δώρα. Κάποιος νέος από την Θεσσαλονίκη, ωραίος στην όψη, ο Άγιος Νέστορας, ο οποίος ήταν κρυφός χριστιανός και γνωστός του Αγίου Δημητρίου, βλέποντας τον Λυαίο να φονεύει τούς ανθρώπους και ο βασιλιάς να ευχαριστείται για τις νίκες του, αλλά και θέλοντας να δει τη δύναμη του αληθινού Χριστού του Θεού, πήγε στο λουτρό πού ήταν φυλακισμένος ο Άγιος Δημήτριος και του είπε: «Δούλε του Θεού, του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και αύθέντα μου, ο μιαρός βασιλιάς χαίρεται με τις πράξεις του Λυαίου. Η ψυχή μου επιθυμεί να παλέψει μαζί του, μόνον ευλόγησόν με και ενδυνάμωσαν με να υπάγω να τον νικήσω». Τότε ο Άγιος Δημήτριος εποίησε το σημείο του σταυρού στο μέτωπο του Νέστορος και του είπε: «Ύπαγε και τον Λυαίο θα νικήσεις και υπέρ του Χρίστου θα μαρτυρήσεις». Αναχώρησε λοιπόν ο Νέστορας και πήγε στον τόπο όπου γινόταν ο αγώνας τής πάλης και αμέσως φώναξε: «Ω Λυαίε, έλα να παλέψουμε οι δύο». Ο βασιλιάς, ο όποιος καθόταν σε ψηλότερο μέρος, μόλις είδε τον Νέστορα, νέο στην ηλικία, είκοσι περίπου ετών, μήνυσε σ’ αυτόν να πάει μπροστά του και του είπε: «Νεανία, δεν λυπήθηκες τη ζωή σου, αλλά ήλθες να παλέψεις με τον Λυαίο; Δεν βλέπεις πόσους νίκησε; Δεν βλέπεις πόσα αίματα έχυσε; Δεν λυπάσαι την ομορφιά και τα νιάτα σου;
Μήπως αναγκάζεσαι από τη πτωχεία να επιθυμείς τον θάνατο σου; Δεν πρέπει όμως να συμπλακείς με τον Λυαίο για να μη θανατωθείς. Αν δε είσαι πτωχός, να σε πλουτίσω εγώ, μόνο να μην απολέσεις τη ζωή σου». Ο Νέστορας απάντησε στο βασιλιά: «Εγώ πτωχός δεν είμαι, ούτε καταφρονώ τη ζωή μου, αλλά και πλούτο έχω και τη ζωή μου αγαπώ. Θέλω όμως να παλέψω με τον Λυαίο για να λάβω τιμή, διότι αν και είμαι πλούσιος, τιμή όμως δεν έχω, επομένως τι θέλω τον άτιμον πλούτον; Αγαπώ λοιπόν να τιμηθώ και να φανώ καλύτερος από τον Λυαίο, διά τούτο αποφασίζω να κινδυνεύσω». Όταν ο βασιλιάς είδε ότι ο νέος δεν ακούει, τον άφησε. Ο Άγιος Νέστωρ, αμέσως πλησίασε τον Λυαίο, έρριψε το επανωφόριό του και φώναξε: «Ο Θεός του Δημητρίου βοήθεν μοι». Αμέσως με το σπαθί του χτύπησε τον Λυαίο στο κέντρο της καρδίας του, οπότε αυτός έπεσε νεκρός.
Ο βασιλιάς ταράχθηκε. Κάλεσε τον Νέστορα και του είπε: «Νέε, με ποιες μαγείες νίκησες τον Λυαίο; Αυτός φόνευσε τόσους ανθρώπους δυνατότερους από εσένα και εσύ πώς τον θανάτωσες;». Ο Άγιος Νέστορας απεκρίθη: «Εγώ βασιλιά μου δεν ενίκησα τον Λυαίο με μαγείες, αλλά με τη δύναμη του Ιησού Χριστού, του αληθινού Θεού». Ο βασιλιάς εξοργίστηκε και διέταξε έναν από τούς άρχοντες, τον Μαρκιανό, να εκβάλει τον Νέστορα έξω από τη λεγόμενη Χρυσή Πύλη και να τον αποκεφαλίσει με το σπαθί του. Και έτσι ετελειώθη ο Άγιος Νέστωρ κατά τον λόγο του Αγίου Δημητρίου.
Ο βασιλιάς με λύπη αναχώρησε για το παλάτι, μονολογώντας: «Μα την δύναμη των μεγάλων θεών, από μαγείες φονεύθηκε σήμερα ο φίλος μου ο Λυαίος». Μόλις έμαθε ότι ο Λυαίος φονεύθηκε με οδηγίες του Δημητρίου, πρόσταξε τούς στρατιώτες να υπάγουν στο λουτρό και να φονεύσουν τον Άγιο Δημήτριο «ο φιλών με, απελθών, βαλέτω Δημήτριον». Επήγαν οι στρατιώτες και ελόγχευσαν τον Άγιο με τις λόγχες τους σε όλο του το σώμα. Ο πρώτος λογχισμός ήταν στη δεξιά του πλευρά, διότι μόλις τους είδε ο Άγιος, ύψωσε μόνος του την δεξιά του χείρα για να τον λογχεύσουν. Με αυτό το μαρτύριο ετελειώθη ο Άγιος Δημήτριος. Ευλαβείς χριστιανοί ήλθαν κρυφά, για το φόβο του βασιλιά, στο λουτρό εκείνο και ενταφίασαν το λείψανο στο μέρος εις το όποιο ετελειώθη.
Κάποιος φίλος του Αγίου, ο Λούπος, ο οποίος βρισκόταν εκεί κατά την ώρα του μαρτυρίου, έβγαλε το δαχτυλίδι του Αγίου από το δεξί του δάκτυλο και πήρε το μανδήλιόν του και το επανωφόριόν του από τους ώμους του και τα έβαψε στο αίμα του Μεγαλομάρτυρα και μ’ αυτά ενεργούσε θαύματα πολλά. Αρρώστους γιάτρευε και δαιμονισμένους θεράπευε. Ο βασιλιάς, μόλις τα έμαθε αυτά, έστειλε στρατιώτες και αποκεφάλισαν τον Λούπον σε κάποιον τόπο ονομαζόμενο Τριβουνάλιον.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο ετελειώθη «ο αυτόχθων ημίν και ημεδαπός Πολιούχος, το μέγα τής οικουμένης θαύμα, το μέγα της ιεράς εκκλησίας ωράισμα, ο πολύς τα πάντα, και θαυματουργός και Μυροβλήτης Δημήτριος». Ο Πανένδοξος και Καλλίνικος Μάρτυς, υπήρξε «ηγαπημένος τοϋ Χρίστου μαθητής ή παίς ή φίλος άκρος και οικειότατος», ομοιάζοντας προς Αυτόν ως προς τα μαρτύρια τα όποια υπέστη, την απέραντη καρτερία του και ως προς την διδαχή την οποίαν ανέλαβε «κατά χάριν του Δεσπότου μίμησιν»6. Ό μαρτυρικός του θάνατος ονομάσθηκε «Χριστομίμητος σφαγή», διότι ώς αναφέρει ο Άγιος Νικόλαος ο Καβάσιλας απευθυνόμενος προς τον Άγιο: «Έμαρτύρησεν εκείνος επί Ποντίου Πιλάτου τήν καλήν όμολογίαν, έμαρτύρησας καί αυτός τήν καλήν όμολογίαν έκείνω.Δεδεμένον έμαθες έδέθης αυτός. Έδέξατο τη πλευρά τήν πληγήν ό Δεσπότης καί σύ τούτω τα μέρει τά πληγάς έκείνας έδέξω. Υπέρ ανθρώπων εκείνος είλετο τήν τελευτήν υπέρ αυτού καί τών ανθρώπων έτελεύτησας αυτός. Ω Χριστού μέν εταίρε, Χριστού δέ μιμητά». «Πασα δέ ή πόλις παρρησιαζόμεθα τήν εύσέβειαν, έπί τω μαρτυρίω τοϋ Μεγάλου Δημητρίου καυχώμενοι». Και αυτό διότι ο μέγας εν τοις αγίοις αυτού Θεός ημών θέλοντας να αντιδοξάσει τον δοξάσαντα Αυτόν Μάρτυρα, οικονόμησε ώστε να αναβλύσει ή αγάπη του Άγιου, χαρίζοντας την ίαση εκ των σωματικών και ψυχικών ασθενειών δια του μύρου πού άρχισε να εκρέει από το λογχισμένο πάναγνο σώμα του Αθλοφόρου. Μπροστά λοιπόν σε μία τέτοια αγάπη και στις τόσες δωρεές του Μάρτυρα, «τις ημίν ισχύς πρός άνταπόδοσιν πολλαπλασιάζομεν αύτώ τήν πανήγυριν», ώστε το Μαρτύριο του Αγίου να μη σταματά το θαυμασμό και μόνον των πιστών εγκωμιαστών του, αλλά και να ενεργεί μυστικώς στην καρδιά του κάθε χριστιανού, ούτως ώστε ο πιστός να μιμείται έργω πλέον τον Άγιο, διότι κατά τούς Πατέρες τής Εκκλησίας, «τιμή Μάρτυρος, μίμησις αύτοϋ».
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
1. Ιωακείμ “Ιβηρίτου, “Ιωάννου Σταυρακίου, «Λόγος εις τά θαύματα τοϋ Αγίου Δημητρίου», Μακεδονικά, τόμ. 1ος, Θεσσαλονίκη 1940, σελ. 336.
2. Θεοδώρου Μετοχίτου, «Εις τόν Άγιον Μεγαλομάρτυρα καί Μυροβλήτην Δημήτριον», Μακεδόνικα, τόμ. 4ος (1955-1960), Θεσσαλονίκη 1960, σελ. 59.
3. Ένθ. άνω Γ.
4. Αυτόθι
5. Ιωάννου, “Υμνος είς τόν θείον καί πανένδοξον Δημήτριον κ.λπ., φ. 53α.Γρηγορίου Παλαμά, Ομιλία ΝΓ, Είς τόν έν Άγίοις Μεγαλομάρτυρα καί θαυματουργόν Μυροβλύ-την Δημήτριον, PG 151, 136.
πηγήhttp://www.inad.gr/default.aspx?catid=9
Ο Μεγαλομάρτυς άγιος Δημήτριος
Δημοσιευμένο από την/τον kantonopou στις Οκτώβριος 24, 2009
Παντελής Πάσχος
Ἀπὸ τὸ «Ἔρως Ὀρθοδοξίας», ἐκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ελλάδος, Ἀθῆναι 1987.
Ὁ μεγάλος ποιητὴς τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ προφήτης Δαβίδ, σ’ ἕνα λυρικώτατον ψαλμὸ του ἔχει ὀνομάσει μύρο τὸν ἐν πνεύματι σύνδεσμο τῶν ἀδελφῶν μας, ποὺ ἔχουν, κάτω ἀπ’ τὴν ἁγιασμένη σκέπη τῆς Ἐκκλησίας, κοινούς τοὺς πόθους, τὶς λαχτάρες, τὸν πόλεμο μὲ τὸν δαίμονα τὸν πολυκέφαλο, τοὺς ἀκατάπαυστους ἀγῶνες γιὰ τὴν προσέγγιση τῆς ἁγιότητος, γιὰ τὴν ἕνωση μὲ τὸ Θεό. Σήμερα αὐτὰ τὰ μύρα τοῦ Προφητάνακτος, ποὺ χύνονται μὲ πλούσιαν εὐωδία στὰ ἀδερφωμένα πνευματικὰ τέκνα τῆς Ἐκκλησίας, ἐνισχύονται καὶ δυναμώνουν ἀπὸ μία νέα «μυροθήκη» ποὺ ἄνοιξε στὴν ἔνδοξη καὶ πολύπαθη πόλη τῆς Θεσσαλονίκης.
Ὁλόκληρη ἡ πόλη ἔγινε μιὰ κρήνη καὶ ἀναβλύζει μυροβόλα νάματα, ποὺ τρέχουν σὰν ποτάμια σ’ ὅλη τὴν οἰκουμένη, νὰ στηρίζουν καὶ νὰ καθαρίζουν ἀπ’ τὰ πάθη καὶ τὶς ἀρρώστιες τοὺς πιστούς, καὶ νὰ πνίγουν τὴν ψυχρὴ ἀνάσα τῶν ἀπίστων.
Αὐτή ἡ κρήνη, μὲ τὰ τερπνὰ καὶ ἰαματικὰ ὁρμήματα τοῦ μύρου, ποὺ κατακλύζει τὸ πνευματικὸ σύμπαν τῆς Ὀρθοδοξίας, εἶναι ὁ τάφος τοῦ μεγαλομάρτυρος καὶ πολιούχου τῆς Θεσσαλονίκης, τοῦ προστάτου κάθε χριστιανοῦ, τοῦ ἁγίου Δημητρίου. Οἱ ἅγιοι ἀνήκουν σ’ ὅλη τὴν Ἐκκλησία, καὶ κάθε πιστὸς ποὺ ζητάει τὴ βοήθεια καὶ μεσιτεία του, πρὸς τὸ Θεό, γιὰ κάθε δύσκολη περίσταση, προστρέχει καὶ παρακαλεῖ μὲ παρρησία τοὺς ἁγίους, χωρὶς νὰ σκέφτεται ποῦ ἁγίασαν ἢ ποῦ μαρτύρησαν.
Ἀλλὰ ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι κατοικοῦν στὸν τόπο ὅπου περπάτησε κ’ ἔζησε καὶ πότισε μὲ τὸ αἷμα του ὁ Ἅγιος, νιώθουν νὰ ‘χουν ἕναν ἰδιαίτερο δεσμὸ μαζί του. Αὐτὸ συμβαίνει καὶ μὲ τὴν ἀρχαία πολιτεία μὲ τοὺς πολύτιμους βυζαντινοὺς θησαυρούς, τὴ Θεσσαλονίκη. Σὲ κάθε χωριὸ καὶ κάθε πολιτεία, ὅπου ὑπάρχει ἐκκλησία ἀφιερωμένη στὸ μεγαλομάρτυρα Δημήτριο, γίνονται τελετὲς καὶ πανηγύρια, μὲ πολλοὺς εὐσεβεῖς πιστούς, ποὺ ἔρχονται νὰ τιμήσουν τὸν Ἅγιο. Μὰ στὴν ἔμορφη πόλη τοῦ ἁγίου Δημητρίου, πανηγυρίζεται ἡ μνήμη του μὲ τὴν πιὸ ἐπιβλητικὴ μεγαλοπρέπεια, γιατί εἶναι ἡ πατρίδα ὅπου γεννήθηκε κι ὅπου μαρτύρησε, κι ὅπου ἄπειρα θαύματα ἔκαμε, καὶ τὴν ἔσωσε τόσες φορὲς ἀπὸ φανεροὺς κινδύνους.
Μαζεύονται λοιπὸν σήμερα στὴ Θεσσαλονίκη, ἀπὸ τὰ πέρατα τῆς Ὀρθοδοξίας εὐλαβεῖς προσκυνηταί, νὰ τιμήσουν τὴ μνήμη του καὶ ν’ ἁγιαστοῦν ἀπὸ τὰ μύρα τοῦ ἁγίου τάφου του τὰ ἰαματικά. Καὶ οἱ εὐσεβεῖς χριστιανοὶ τῆς Θεσσαλονίκης, ἀνηφορίζουν γιὰ νὰ πᾶνε στὴν μεγαλόπρεπην ἐκκλησία τοῦ ἁγίου Δημητρίου, γιὰ ν’ ἀκούσουν τὸν ἑσπερινὸ ἢ τὴν θεία Λειτουργία. Πολὺς ὁ κλῆρος, μὲ τὰ λαμπερά τους ἄμφια στολισμένοι, καὶ πανηγυρικοὶ ξεχωριστὰ οἱ εὐσεβεῖς καλλίφωνοι ἱεροψάλται, μὲ τὴ γνήσια βυζαντινὴ μελωδία, ποὺ ψάλλουν στὸ μεγάλο πανηγύρι τοῦ Μεγαλομάρτυρος. Κι ὅσοὶ πιστοὶ δὲν μπόρεσαν νὰ πᾶνε μὲ τὸ σῶμα τους ἐκεῖ, βρίσκονται «πνεύματι» μέσα στὸν ἱερὸ ναὸ τοῦ μυροβλήτου, κι ἀκοῦνε τὸ χορὸ τῶν ἱεροψαλτῶν νὰ ψάλλει τὸ τροπάρι τῆς Λιτῆς:
Εὐφραίνου ἐν Κυρίῳ, πόλις Θεσσαλονίκη•
ἀγάλλου καὶ χόρευε, πίστει λαμπροφοροῦσα,
Δημήτριον τὸν πανένδοξον ἀθλητήν,
Καὶ μάρτυρα τῆς ἀληθείας,
ἐν κόλποις κατέχουσα ὡς θησαυρόν•
ἀπόλαυε τῶν θαυμάτων τὰς ἰάσεις καθορῶσα•
καὶ βλέπε καταράσσοντα τῶν βαρβάρων τὴ θράση,
καὶ εὐχαρίστως τῷ Σωτήρι ἀνάκραξον• Κύριε, δόξα σοι.
Ἡ μνήμη τοῦ ἁγίου Δημητρίου φαιδρύνει καὶ λαμπρύνει ὅλη τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Καὶ μὲ τὸ εὐῶδες ἄρωμα τοῦ μύρου του μᾶς προσκαλεῖ νὰ πᾶμε κοντά του. Νὰ διώξει καὶ νὰ γιατρέψει ἐκεῖνος, μὲ τὸ μύρο του, τὶς βρωμερὲς πληγὲς ποὺ ἀφήνει ἡ ἁμαρτία στὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα μας. Ν’ ἁπαλύνει τὸν πόνο μας καὶ τὴν ἀδυναμία μας, νὰ στερεώσει τὴν ἀδύνατη καὶ χλιαρὴ πίστη μας, νὰ μᾶς δώσει νέες δυνάμεις γιὰ τοὺς πνευματικοὺς ἀγῶνες μας, γιὰ νὰ πολεμήσουμε τοὺς ἐσωτερικοὺς καὶ ἐξωτερικοὺς ἐχθρούς μας, τοὺς πειρασμοὺς τοῦ σώματος καὶ τοῦ πνεύματος, τοῦ κόσμου καὶ τοῦ δαίμονος.
Ἡ ἀναστροφὴ τῶν χριστιανῶν μὲ τὸν κόσμο τῶν ἁγίων, εἶναι ἡ μεγαλύτερη παρηγοριὰ καὶ ἐνίσχυση, ποὺ δίνει στὰ παιδιά της ἡ Ὀρθοδοξία.
Ὁ μεγαλομάρτυς ἅγιος Δημήτριος γεννήθηκε στὴ Θεσσαλονίκη ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς καὶ πλουσίους, κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ Διοκλητιανοῦ καὶ Μαξιμιανοῦ (296). Ὅταν μεγάλωσε ἀκολούθησε τὸ στρατιωτικὸ στάδιο, καὶ ἡ ἀνδρεία του ἡ μεγάλη καὶ ἡ σπάνια σύνεσή του τὸν ἀνέβασαν γρήγορα στὰ ἀνώτατα στρατιωτικὰ ἀξιώματα. Κι ὁ βασιλιάς, ἐκτιμώντας τὴν ἀνδρεία, τὴ φρόνηση καὶ τὴ στρατηγικὴν ἱκανότητά του, τὸν διόρισε στρατηγὸ ὅλης τῆς περιοχῆς τῆς Θεσσαλίας, στὴν ὁποίαν ἀνῆκε κ’ ἡ Θεσσαλονίκη.
Ὅμως ὁ στρατηγὸς Δημήτριος ἤτανε χριστιανός, κι ὁ βασιλιὰς εἰδωλολάτρης. Κι ὅταν γυρνώντας ὁ Μαξιμιανὸς ἀπ’ τοὺς πολέμους στὴν Θράκη καὶ τὴν Ἀσία, πέρασε κι ἀπ’ τὴ Θεσσαλονίκη, οἱ εἰδωλολάτραι, ποὺ ἒβλεπαν πόσους εἰδωλολάτρες κάθε μέρα ἔκαμνε χριστιανοὺς ὁ ἄρχοντας Δημήτριος, πῆγαν στὸν αὐτοκράτορα καὶ τοῦ εἶπαν, πὼς ὁ στρατηγὸς του ἄρχισε νὰ περιφρονεῖ καὶ νὰ βλασφημεῖ τὰ εἴδωλα καὶ νὰ κηρύχνει κρυφὰ καὶ φανερὰ τὴ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ, Ὁ αὐτοκράτωρ κάλεσε τὸ Δημήτριο ἀνήσυχος. Εἶδε τότε, πὼς ὅλὰ ὅσὰ τοῦ εἶπαν εἶναι ἀλήθεια. Γιατί μ’ ὅσα κι ἂν ἔταξε στὸ Δημήτριο, ἐκεῖνος ἔμενε σταθερὸς στὴν πίστη τοῦ Ἐσταυρωμένου. Ἐλπίζοντας, πὼς θ’ ἀλλάξει γνώμη καὶ πίστη, διέταξε νὰ τὸν κλείσουν σὲ μιὰ φοβερὴ καὶ βρωμερὴ φυλακή, σ’ ἕναν ἀπ’ τοὺς ὑγροὺς καὶ λασπώδεις θαλάμους τῶν δημοσίων λουτρῶν, κοντὰ στὸ στάδιο. Κ’ ὕστερα, ὁ βασιλιάς, κατὰ τὴ συνήθεια τῆς ἐποχῆς, διέταξε νὰ γίνουν οἱ ἀθλητικοὶ ἀγῶνες στὸ στάδιο. Ἐκεῖ, ἀνάμεσα στοὺς ἀθλητάς, ξεχώριζε ἕνας γίγαντας, ὀνομαζόμενος Λυαῖος, ποὺ τὸν ἔσερνε κοντά του πάντοτε ὁ βασιλιὰς καὶ τὸν εἶχε γιὰ καμάρι γιατί μὲ ὅσους πάλεψε ὅλους τοὺς εἶχε νικήσει. Αὐτὸς ὁ γιγαντόσωμος καὶ χεροδύναμος εἰδωλολάτρης ξέσκιζε τὶς σάρκες τῶν παλαιστῶν σὰ νά ‘τανε ἀρνάκια. Τὸν εἶχαν φοβηθεῖ οἱ πάντες καὶ δὲν ἔβγαινε κανεὶς νὰ τὰ βάλει μαζί του. Τότε κεῖνος ἄρχισε νὰ περπατεῖ φανταχτερὰ καὶ νὰ προκαλεῖ τοὺς χριστιανούς, ποὺ ἔλεγαν πὼς «παίρνουν δύναμη ἀπ’ τὸ θεό τους», νὰ παλέψουν μαζί του. Τὴν ὥρα ἐκείνη ἕνα γενναῖο παλληκαρόπουλο, με χριστιανικὴ καρδιὰ καὶ πίστη, τρέχει στὸ κελλὶ τῆς φυλακῆς τοῦ Δημητρίου. Τοῦ λέγει πὼς ὁ Λυαῖος σκοτώνει ἀνθρώπους στὸ στάδιο, καὶ τὸν παρακαλεῖ νὰ τὸν εὐλογήσει καὶ νὰ παρακαλέσει τὸ Θεὸ νὰ τὸν δυναμώσει στὴν πάλη του μὲ τὸ θεριόψυχο Λυαῖο. Ὁ Δημήτριος σφράγισε μὲ τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ τὸ μέτωπο τοῦ νεαροῦ Νέστορος καὶ τοῦ λέγει: «Καὶ τὸν Λυαῖον νικήσεις καὶ ὑπὲρ Χριστοῦ μαρτυρήσεις!» Ἡ προφητικὴ αὐτὴ φράση τοῦ Ἁγίου ἐπαλήθευσε γρήγορα καὶ ἀπόλυτα. Πῆγε ὁ Νέστωρ στὴ μέση τοῦ σταδίου καὶ εἶπε, πὼς θέλει νὰ παλέψει μὲ τὸν πανύψηλο Λυαῖο. Οἱ εἰδωλολάτραι τὸν κοίταξαν μὲ μιὰ εἰρωνεία περιφρονητική. Οἱ χριστιανοὶ ἔκαναν ἀπὸ μέσα τοὺς θερμὴ προσευχὴ στὸ Θεό, νὰ δυναμώσει τὸν καινούργιο Δαβίδ, γιὰ νὰ νικήσει τὸ νέο σκληροτράχηλο Γολιάθ. Ρίχνει τὸ φτωχικὸ μανδύα του ὁ Νέστωρ καὶ φωνάζει πρὸς τὸν οὐρανό: «Ὁ Θεὸς Δημητρίου, βοήθει μοι!» Ὅρμησε τότε μὲ θάρρος πάνω στὸ γίγαντα. Γιὰ λίγο, οἱ ἀναπνοὲς τῶν θεατῶν σταμάτησαν. Κ’ ὕστερα εἶδαν ὅλοι τὸν ἀνίκητον ὥς τώρα Λυαῖο, νὰ κείτεται νεκρὸς μέσα στὸ στάδιο. Οἱ εἰδωλολάτραι, κυριολεκτικὰ ἐφρύαξαν. Καὶ πιὸ πολὺ ἀπ’ ὅλους, ὁ Μαξιμιανός. Δίνει ἐντολὴ τότε, νὰ βγάλουν τὸ Νέστορα ἔξω ἀπ’ τὸ στάδιο καὶ νὰ τὸν ἀποκεφαλίσουν. Κ’ ἔτσι ἀλήθεψε ὁ λόγος τοῦ ἁγίου Δημητρίου.
Ὅμως ὁ αὐτοκράτωρ, ἀπ’ τὴ λύπη του ποὺ ἔχασε τὸ Λυαῖο, δὲν μποροῦσε νὰ ἱκανοποιηθεῖ ἀπ’ τὸ θάνατο μόνο τοῦ Νέστορος. Ὁ θυμὸς του τὸν ἔφερε στὸ Δημήτριο. Καί, χωρὶς ἄλλη δίκη ἢ κρίση, δίνει διαταγὴ νὰ τὸν σκοτώσουν μέσα στὸ κελλὶ τῆς φυλακῆς του. Ὁ Δημήτριος εἶδε τοὺς στρατιῶτες καὶ κατάλαβε τὸ σκοπό τους. Σήκωσε τὰ χέρια του νὰ προσευχηθεῖ, καὶ τὰ κοντάρια τους τὸν βρῆκαν ἐκεῖ ἀκριβῶς, ὅπου λογχίστηκε καὶ τὸ πανάγιο σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ἕνας πιστός, ποὺ ἤτανε κοντὰ στὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου, πῆρε τὸ δαχτυλίδι τοῦ Ἁγίου καὶ τὸ μανδύα του, βουτηγμένο στὸ ἅγιο αἷμα του. (Μ’ αὐτὰ ὁ χριστιανὸς αὐτός, Λοῦπος ὀνομαζόμενος, σταύρωνε τοὺς δαιμονισμένους• καὶ κάθε λογῆς ἀρρώστους καὶ τοὺς ἔκανε καλά. Τὰ πολλὰ θαύματα ἔφθασαν καὶ στ’ αὐτιὰ τοῦ βασιλιᾶ καὶ τὴν ἴδια μέρα ποὺ τὸ ‘μαθε, ἔδωκε διαταγὴ καὶ θανάτωσαν τὸ μάρτυρα Λοῦπο). Οἱ χριστιανοὶ πῆραν τὸ λείψανο τοῦ ἁγίου Δημητρίου καὶ τὸ ἔθαψαν κρυφά. Ἀλλὰ ὁ Θεός, ποὺ θέλησε νὰ δοξάσει τὸν Ἅγιό του σ’ ὅλὸ τὸν κόσμο, οἰκονόμησε καὶ ἔβγαινε μύρο ἀπ’ τὸ κορμὶ του τόσο πολύ, ποὺ ἔπαιρναν οἱ ντόπιοι καὶ οἱ ξένοι, ὅσοι ἔρχονταν νὰ γιατρευτοῦν καὶ δὲν τελείωνε ποτέ! Τὸ ἔπιναν οἱ χριστιανοί, κι ὅ,τι ἀρρώστια καὶ ἂν εἴχανε γιατρεύονταν. Ὅλοι ἔτρεχαν στὴ Θεσσαλονίκη, γιὰ νὰ τοὺς κάνει καλὰ ὁ ἅγιος Δημήτριος. Ἀλλὰ θὰ χρειαζόταν ὧρες ὁλόκληρες νὰ ὁμιλεῖ κανείς, γιὰ ν’ ἀναφέρει τὰ θαύματα τοῦ Ἁγίου σ’ ὅλο τὸν κόσμο, καὶ ἰδιαίτερα στὴ Θεσσαλονίκη, τὴν ὁποία τόσες φορὲς ἐγλύτωσε ἀπὸ πεῖνα, ἀπὸ θανατικό, ἀπὸ αἰχμαλωσία κι ἀπὸ ἄλλα δεινά.
Γι’ αὐτὸ καὶ τὸν τιμοῦν, καὶ στὴ Θεσσαλονίκη καὶ σ’ ὅλο τὸν κόσμο, καὶ παίρνουν τ’ ὄνομά του, καὶ τοῦ χτίζουν ἐκκλησίες, καὶ πανηγυρίζουν στὴ μνήμη του. Φαίνεται, πὼς ὄχι μονάχα στὴν πόλη του, μὰ καὶ σ’ ἄλλες χῶρες ὑπῆρχαν ἀρχαιότερες ἐκκλησίες πρὸς τιμὴν τοῦ ἁγίου Δημητρίου. Στὴν Καππαδοκία λ.χ., σ’ ἕνα χωριό, ὀνομαζόμενο Δρακοντιάνα, ἕνας γεωργὸς ξεπέτριζε ἕνα χωράφι του νὰ τὸ ἰσιώσει καὶ νὰ τὸ κάμει ἁλώνι γιὰ ν’ ἁλωνίζει. Βρῆκε ὅμως σωροὺς ἀπὸ πέτρες, καὶ σκάβοντας εἶδε κάτι παμπάλαια θεμέλια, ἀπὸ χρόνια πολλὰ παραχωμένα μέσα στὴ γῆ. Ὁ γεωργὸς συνέχισε νὰ σκάβει. Ξαφνικά, βλέπει μπροστὰ του ἕνα νέο καβαλάρη καὶ τοῦ λέγει: «Γιατί, ἄνθρωπέ μου, χαλνᾶς τὸ σπίτι μου, γιὰ νὰ τὸ φκιάσεις ἁλώνι; Ἂν τὸ κάμεις αὐτὸ θὰ πάθεις μεγάλο κακό. Ἐγὼ πού σου μιλῶ εἶμαι ὁ ἅγιος Δημήτριος ἀπ’ τὴ Θεσσαλονίκη…». Πῆγαν ὕστερα ὅλοι οἱ χωριανοὶ κ’ ἔσκαψαν βαθιά, ὥσπου βρῆκαν.τὰ θεμέλια τοῦ ναοῦ. Ἐκεῖ μετὰ ἔχτισαν καινούργιο ναὸ καὶ ἱστόρησαν τὸν ἅγιο Δημήτριο πάνω στὸ Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, λέγοντας: «ἐπειδὴ διὰ τοῦ μαρτυρίου ὁ Ἅγιος συνεσταυρώθη μὲ τὸν Χριστόν, διὰ τοῦτο εἶναι ἐζωγραφημένος ὁμοῦ ἐν μιᾷ εἰκόνι». Γι’ αὐτὸ καὶ τὴν ἐκκλησία αὐτὴ τὴν ὀνόμασαν «τοῦ Ἁγίου Δημητρίου τοῦ Σταυρικοῦ». Καὶ σ’ αὐτή τὴν ἐκκλησία ὁ Ἅγιος ἔκαμε πάμπολλα θαύματα, ὅπως καὶ στὴ Θεσσαλονίκη.
Τὸ βίο καὶ τὰ θαύματα τοῦ Ἁγίου, μπορεῖ κανεὶς νὰ τὰ βρεῖ στὰ ἐκκλησιαστικὰ βιβλία, κ ἴσως δὲν πρέπει νὰ ἐπεκταθοῦμε πιὸ πολὺ ἐμεῖς ἐδῶ. Ἐκεῖνο ποὺ πρέπει κάθε χριστιανὸς νὰ κάμει σήμερα, εἶναι νὰ μελετήσει καὶ νὰ διδαχθεῖ ἀπ’ τὰ μαρτύρια τοῦ ἁγίου Δημητρίου καὶ τοῦ ἁγίου Νέστορος ὑπομονὴ καὶ γενναιότητα στὶς μεγάλες λύπες μας, στὶς στενοχώριες, στὶς ἀρρώστιες, στὶς περιστάσεις ὅπου μᾶς πνίγει ὁ σύγχρονος ἄδικος καὶ σκληροτράχηλος εἰδωλολάτρης, ποὺ λατρεύει σὰν θεὸ τὸ χρῆμα του καὶ τὴν ἐξουσία του, τὴν περιουσία του καὶ τὶς ἀδυναμίες του. Ὅταν μᾶς πιέζουν μὲ τὴν κίβδηλη καὶ βαρειὰ μεγαλοπρέπειά τους οἱ ἄνθρωποι τοῦ μαμωνᾶ, νὰ βλέπουμε τὸν μικρὸ Νέστορα καὶ τὸν Δαβίδ, καὶ νὰ μὴν φοβούμαστε τοὺς σύγχρονους Λυαίους καὶ Γολιάθ, ὅποιοι κι ἂν εἶναι. Ἐμεῖς νὰ λέμε αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ Νέστωρ: «Θεὲ Δημητρίου, βοήθει μοι!» Καὶ τότε: εἴτε εἶσαι ἡ ἀδύνατη χήρα, μὲ τ’ ἀνήλικα ὀρφανά• εἴτε ὁ ἄρρωστος πατέρας, μὲ μιὰ φοῦχτα ἀπροστάτευτα παιδιά• εἴτε ἡ γριούλα ἡ ἔρημη, μέσα σὲ μιὰ κρύα κάμαρη• εἴτε ὁ ρογιασμένος τσοπάνος στὸ ξεχασμένο μαντρί, ποὺ σοῦ στέλνουν μουχλιασμένο ψωμὶ καὶ μόνο μιὰ φορὰ τὴ βδομάδα• εἴτε ὁ ἐργάτης καὶ ὁ ὑπάλληλος, ποὺ σὲ ἐκμεταλλεύεται ὁ ἐργοδότης σου καὶ πλουτίζει ἐκεῖνος μὲ τὸν ἱδρῶτα σου, ἐνῶ ἐσὺ πεινᾶς καὶ ὑποφέρεις• εἴτε εἶσαι, τέλος, ἕνας ἀδύνατος σὲ γνωριμίες κοινωνικὲς κ’ ἔχεις ν’ ἀντιμετωπίσεις ἐχθροὺς σατανικὰ ὁπλισμένους (ἀκόμη καὶ κάτω ἀπ’ τὴν ὑποκριτικὴ εὐσεβοφροσύνη τους)• — ὅποιος καὶ νὰ ‘σαι, γύρισε τὰ μάτια καὶ τὰ χέρια σου στὸν οὐρανὸ καὶ «ὁ Θεὸς τοῦ Δημητρίου» θὰ σὲ βοηθήσει. Ὅσο κι ἂν φαίνεται πὼς ὁ Θεὸς ἀνέχεται καμμιὰ φορὰ τὸ ἄδικο καὶ τὸ στραβό, εἶναι δίκαιος, καὶ τὸ πληρώνει μὲ τὸν τρόπο καὶ τὴν ὥρα ποὺ ἐκεῖνος ξέρει. Ὅσο μεγάλος κι ἂν εἶναι ὁ Λυαῖος, ἂν δὲν εἶναι πάνω του ὁ φόβος καὶ ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ, θὰ πέσει. Κι ὅσο μικρὸς καὶ ἂν εἶναι ὁ Νέστωρ, ὅταν ἔχει τὸ Θεὸ μαζί του θὰ νικήσει.
Μποροῦμε, μάλιστα, νὰ παρακαλοῦμε καὶ τὸν ἅγιο Δημήτριο, νὰ μᾶς λυτρώνει μὲ τὶς πρεσβεῖες του πρὸς τὸ Θεό, ἀπὸ τοὺς κινδύνους καὶ τὶς ἐπιβουλὲς τῶν φανερῶν καὶ τῶν ἀφανῶν ἐχθρῶν μας. Κι ἂς λέμε αὐτὸ τὸ τροπάρι ἀπὸ τοὺς αἴνους τοῦ Ἁγίου: «Δεῦρο, μάρτυς Χριστοῦ πρὸς ἡμᾶς, σοῦ δεομένους συμπαθοῦς ἐπισκέψεως». Δηλαδή: «Ἔλα, μάρτυρα τοῦ Χριστοῦ, σ’ ἐμᾶς ποὺ ἔχουμε μεγάλη ἀνάγκη ἀπὸ τὴ συμπονετικιά σου τὴν ἐπίσκεψη, καὶ γλύτωσέ μας ἀπὸ τὶς τυραννικὲς φοβέρες καὶ ἀπὸ τὴ δεινὴ μανία τῆς αἱρέσεως, πού μᾶς κατατρέχει, σὰν νὰ ‘μαστε σκλάβοι, καὶ περπατοῦμε γυμνοὶ δῶθε καὶ κεῖθε, κι ἀλλάζουμε ὅλο-ἕνα τόπο μὲ τόπο, καὶ πλανιόμαστε σὰν τ’ ἀγρίμια στὰ βουνὰ καὶ στὰ σπήλαια. Λυπήσου μας, πανεύφημε καὶ δός μας ἀνάπαυση, πάψε τὴ ζάλη καὶ σβύσε τὴν ἀγανάκτηση ποὺ σηκώθηκε καταπάνω μας, παρακαλώντας τὸν Θεό, ποὺ δίνει στὸν κόσμο τὸ μέγα ἔλεος» (ἀπόδοση: Φ. Κόντογλου).
Τελειώνοντας, ἂς θυμηθοῦμε πάλι μ’ εὐλάβεια τὸ μαρτύριο τοῦ μεγαλομάρτυρος Δημητρίου. Σήμερα, βέβαια, δὲν μᾶς ζητοῦν νὰ μαρτυρήσουμε γιὰ τὴν πίστη μας, οὔτε νὰ τιμωρηθοῦμε καὶ νὰ παιδευτοῦμε γιὰ τ’ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Ὅμως, τιμὴ τῶν Ἁγίων εἶναι καὶ ὅταν ζεῖ κανεὶς ὅπως θέλει ὁ Θεὸς καὶ οἱ Ἅγιοι. «Τὸν δὲ καιρὸν ἐτοῦτον, λέγει ἕνας παλαιὸς συγγραφέας τῆς Ἐκκλησίας μας, ἐπειδὴ κανεὶς δὲν εἶναι νὰ μᾶς βιάζη εἰς τὴν πίστιν μας, μηδὲ ἀνάγκην ἔχομεν νὰ μαρτυρήσωμεν, τόσο μόνον θέλει ὁ Θεὸς ἀπὸ ἡμᾶς, ὅτι καθὼς εἶναι ἡ χριστιανικὴ τάξις, ἔτζι νὰ περιπατοῦμεν• καθὼς ἀρέσκει τὸν Χριστόν, ἔτζι νὰ περνοῦμεν• ὄχι μὲ πολυποσίαις καὶ πολυφαγίαις, ὄχι μὲ χοροὺς καὶ παιγνίδια, ὄχι μὲ συκοφαντίαις καὶ καταδοσίαις, ὄχι μὲ πορνείαις καὶ ἀσωτείαις, ὄχι μὲ φόνους καὶ μοιχείαις καὶ ἔχθραις, καὶ μὲ ἄλλα δαιμονικὰ ἔργα• ἀλλὰ μὲ σωφροσύνην καὶ παρθενίαν, μὲ ἀγάπην καὶ ὁμόνοιαν, μὲ νηστείαν καὶ ἐγκράτειαν, καὶ μὲ ὅσα χαίρεται ὁ Θεὸς καὶ οἱ Ἅγιοι• διότι, εἰ μὲν πολιτευώμεσθεν καθὼς ὁρίζει ὁ Χριστός, ἔχομεν καὶ μισθὸν ἀπὸ τοὺς Ἁγίους, διὰ τὰς ἑορτάς μας καὶ τὰς πανηγύρεις• εἰ δὲ περνοῦμεν τὴν ζωήν μας, κάμνοντας ὅσα ἀποστρέφεται ὁ Θεὸς καὶ μισοῦν οἱ Ἅγιοι, μόνον ὅσον κοπιάζομεν καὶ μοχθοῦμεν. Διὰ τοῦτο, ἂς ποιοῦμεν καθὼς εἶναι τῆς χριστιανικῆς τάξεως, ἵνα καὶ ὁ Θεὸς εὐφραίνεται εἰς τὰ ἔργα μας, καὶ οἱ Ἅγιοι χαίρωνται εἰς τὰς ἑορτάς μας». Μ’ αὐτὸ τὸν τρόπο λατρεύεται ὁ Θεός, τιμοῦνται οἱ Ἅγιοί του καὶ προάγονται πνευματικὰ τὰ τέκνα τῆς Ἐκκλησίας.
πηγήhttp://www.myriobiblos.gr/texts/greek/pashos_dimitrios.html
Παντελής Πάσχος
Ἀπὸ τὸ «Ἔρως Ὀρθοδοξίας», ἐκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ελλάδος, Ἀθῆναι 1987.
Ὁ μεγάλος ποιητὴς τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ προφήτης Δαβίδ, σ’ ἕνα λυρικώτατον ψαλμὸ του ἔχει ὀνομάσει μύρο τὸν ἐν πνεύματι σύνδεσμο τῶν ἀδελφῶν μας, ποὺ ἔχουν, κάτω ἀπ’ τὴν ἁγιασμένη σκέπη τῆς Ἐκκλησίας, κοινούς τοὺς πόθους, τὶς λαχτάρες, τὸν πόλεμο μὲ τὸν δαίμονα τὸν πολυκέφαλο, τοὺς ἀκατάπαυστους ἀγῶνες γιὰ τὴν προσέγγιση τῆς ἁγιότητος, γιὰ τὴν ἕνωση μὲ τὸ Θεό. Σήμερα αὐτὰ τὰ μύρα τοῦ Προφητάνακτος, ποὺ χύνονται μὲ πλούσιαν εὐωδία στὰ ἀδερφωμένα πνευματικὰ τέκνα τῆς Ἐκκλησίας, ἐνισχύονται καὶ δυναμώνουν ἀπὸ μία νέα «μυροθήκη» ποὺ ἄνοιξε στὴν ἔνδοξη καὶ πολύπαθη πόλη τῆς Θεσσαλονίκης.
Ὁλόκληρη ἡ πόλη ἔγινε μιὰ κρήνη καὶ ἀναβλύζει μυροβόλα νάματα, ποὺ τρέχουν σὰν ποτάμια σ’ ὅλη τὴν οἰκουμένη, νὰ στηρίζουν καὶ νὰ καθαρίζουν ἀπ’ τὰ πάθη καὶ τὶς ἀρρώστιες τοὺς πιστούς, καὶ νὰ πνίγουν τὴν ψυχρὴ ἀνάσα τῶν ἀπίστων.
Αὐτή ἡ κρήνη, μὲ τὰ τερπνὰ καὶ ἰαματικὰ ὁρμήματα τοῦ μύρου, ποὺ κατακλύζει τὸ πνευματικὸ σύμπαν τῆς Ὀρθοδοξίας, εἶναι ὁ τάφος τοῦ μεγαλομάρτυρος καὶ πολιούχου τῆς Θεσσαλονίκης, τοῦ προστάτου κάθε χριστιανοῦ, τοῦ ἁγίου Δημητρίου. Οἱ ἅγιοι ἀνήκουν σ’ ὅλη τὴν Ἐκκλησία, καὶ κάθε πιστὸς ποὺ ζητάει τὴ βοήθεια καὶ μεσιτεία του, πρὸς τὸ Θεό, γιὰ κάθε δύσκολη περίσταση, προστρέχει καὶ παρακαλεῖ μὲ παρρησία τοὺς ἁγίους, χωρὶς νὰ σκέφτεται ποῦ ἁγίασαν ἢ ποῦ μαρτύρησαν.
Ἀλλὰ ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι κατοικοῦν στὸν τόπο ὅπου περπάτησε κ’ ἔζησε καὶ πότισε μὲ τὸ αἷμα του ὁ Ἅγιος, νιώθουν νὰ ‘χουν ἕναν ἰδιαίτερο δεσμὸ μαζί του. Αὐτὸ συμβαίνει καὶ μὲ τὴν ἀρχαία πολιτεία μὲ τοὺς πολύτιμους βυζαντινοὺς θησαυρούς, τὴ Θεσσαλονίκη. Σὲ κάθε χωριὸ καὶ κάθε πολιτεία, ὅπου ὑπάρχει ἐκκλησία ἀφιερωμένη στὸ μεγαλομάρτυρα Δημήτριο, γίνονται τελετὲς καὶ πανηγύρια, μὲ πολλοὺς εὐσεβεῖς πιστούς, ποὺ ἔρχονται νὰ τιμήσουν τὸν Ἅγιο. Μὰ στὴν ἔμορφη πόλη τοῦ ἁγίου Δημητρίου, πανηγυρίζεται ἡ μνήμη του μὲ τὴν πιὸ ἐπιβλητικὴ μεγαλοπρέπεια, γιατί εἶναι ἡ πατρίδα ὅπου γεννήθηκε κι ὅπου μαρτύρησε, κι ὅπου ἄπειρα θαύματα ἔκαμε, καὶ τὴν ἔσωσε τόσες φορὲς ἀπὸ φανεροὺς κινδύνους.
Μαζεύονται λοιπὸν σήμερα στὴ Θεσσαλονίκη, ἀπὸ τὰ πέρατα τῆς Ὀρθοδοξίας εὐλαβεῖς προσκυνηταί, νὰ τιμήσουν τὴ μνήμη του καὶ ν’ ἁγιαστοῦν ἀπὸ τὰ μύρα τοῦ ἁγίου τάφου του τὰ ἰαματικά. Καὶ οἱ εὐσεβεῖς χριστιανοὶ τῆς Θεσσαλονίκης, ἀνηφορίζουν γιὰ νὰ πᾶνε στὴν μεγαλόπρεπην ἐκκλησία τοῦ ἁγίου Δημητρίου, γιὰ ν’ ἀκούσουν τὸν ἑσπερινὸ ἢ τὴν θεία Λειτουργία. Πολὺς ὁ κλῆρος, μὲ τὰ λαμπερά τους ἄμφια στολισμένοι, καὶ πανηγυρικοὶ ξεχωριστὰ οἱ εὐσεβεῖς καλλίφωνοι ἱεροψάλται, μὲ τὴ γνήσια βυζαντινὴ μελωδία, ποὺ ψάλλουν στὸ μεγάλο πανηγύρι τοῦ Μεγαλομάρτυρος. Κι ὅσοὶ πιστοὶ δὲν μπόρεσαν νὰ πᾶνε μὲ τὸ σῶμα τους ἐκεῖ, βρίσκονται «πνεύματι» μέσα στὸν ἱερὸ ναὸ τοῦ μυροβλήτου, κι ἀκοῦνε τὸ χορὸ τῶν ἱεροψαλτῶν νὰ ψάλλει τὸ τροπάρι τῆς Λιτῆς:
Εὐφραίνου ἐν Κυρίῳ, πόλις Θεσσαλονίκη•
ἀγάλλου καὶ χόρευε, πίστει λαμπροφοροῦσα,
Δημήτριον τὸν πανένδοξον ἀθλητήν,
Καὶ μάρτυρα τῆς ἀληθείας,
ἐν κόλποις κατέχουσα ὡς θησαυρόν•
ἀπόλαυε τῶν θαυμάτων τὰς ἰάσεις καθορῶσα•
καὶ βλέπε καταράσσοντα τῶν βαρβάρων τὴ θράση,
καὶ εὐχαρίστως τῷ Σωτήρι ἀνάκραξον• Κύριε, δόξα σοι.
Ἡ μνήμη τοῦ ἁγίου Δημητρίου φαιδρύνει καὶ λαμπρύνει ὅλη τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Καὶ μὲ τὸ εὐῶδες ἄρωμα τοῦ μύρου του μᾶς προσκαλεῖ νὰ πᾶμε κοντά του. Νὰ διώξει καὶ νὰ γιατρέψει ἐκεῖνος, μὲ τὸ μύρο του, τὶς βρωμερὲς πληγὲς ποὺ ἀφήνει ἡ ἁμαρτία στὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα μας. Ν’ ἁπαλύνει τὸν πόνο μας καὶ τὴν ἀδυναμία μας, νὰ στερεώσει τὴν ἀδύνατη καὶ χλιαρὴ πίστη μας, νὰ μᾶς δώσει νέες δυνάμεις γιὰ τοὺς πνευματικοὺς ἀγῶνες μας, γιὰ νὰ πολεμήσουμε τοὺς ἐσωτερικοὺς καὶ ἐξωτερικοὺς ἐχθρούς μας, τοὺς πειρασμοὺς τοῦ σώματος καὶ τοῦ πνεύματος, τοῦ κόσμου καὶ τοῦ δαίμονος.
Ἡ ἀναστροφὴ τῶν χριστιανῶν μὲ τὸν κόσμο τῶν ἁγίων, εἶναι ἡ μεγαλύτερη παρηγοριὰ καὶ ἐνίσχυση, ποὺ δίνει στὰ παιδιά της ἡ Ὀρθοδοξία.
Ὁ μεγαλομάρτυς ἅγιος Δημήτριος γεννήθηκε στὴ Θεσσαλονίκη ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς καὶ πλουσίους, κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ Διοκλητιανοῦ καὶ Μαξιμιανοῦ (296). Ὅταν μεγάλωσε ἀκολούθησε τὸ στρατιωτικὸ στάδιο, καὶ ἡ ἀνδρεία του ἡ μεγάλη καὶ ἡ σπάνια σύνεσή του τὸν ἀνέβασαν γρήγορα στὰ ἀνώτατα στρατιωτικὰ ἀξιώματα. Κι ὁ βασιλιάς, ἐκτιμώντας τὴν ἀνδρεία, τὴ φρόνηση καὶ τὴ στρατηγικὴν ἱκανότητά του, τὸν διόρισε στρατηγὸ ὅλης τῆς περιοχῆς τῆς Θεσσαλίας, στὴν ὁποίαν ἀνῆκε κ’ ἡ Θεσσαλονίκη.
Ὅμως ὁ στρατηγὸς Δημήτριος ἤτανε χριστιανός, κι ὁ βασιλιὰς εἰδωλολάτρης. Κι ὅταν γυρνώντας ὁ Μαξιμιανὸς ἀπ’ τοὺς πολέμους στὴν Θράκη καὶ τὴν Ἀσία, πέρασε κι ἀπ’ τὴ Θεσσαλονίκη, οἱ εἰδωλολάτραι, ποὺ ἒβλεπαν πόσους εἰδωλολάτρες κάθε μέρα ἔκαμνε χριστιανοὺς ὁ ἄρχοντας Δημήτριος, πῆγαν στὸν αὐτοκράτορα καὶ τοῦ εἶπαν, πὼς ὁ στρατηγὸς του ἄρχισε νὰ περιφρονεῖ καὶ νὰ βλασφημεῖ τὰ εἴδωλα καὶ νὰ κηρύχνει κρυφὰ καὶ φανερὰ τὴ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ, Ὁ αὐτοκράτωρ κάλεσε τὸ Δημήτριο ἀνήσυχος. Εἶδε τότε, πὼς ὅλὰ ὅσὰ τοῦ εἶπαν εἶναι ἀλήθεια. Γιατί μ’ ὅσα κι ἂν ἔταξε στὸ Δημήτριο, ἐκεῖνος ἔμενε σταθερὸς στὴν πίστη τοῦ Ἐσταυρωμένου. Ἐλπίζοντας, πὼς θ’ ἀλλάξει γνώμη καὶ πίστη, διέταξε νὰ τὸν κλείσουν σὲ μιὰ φοβερὴ καὶ βρωμερὴ φυλακή, σ’ ἕναν ἀπ’ τοὺς ὑγροὺς καὶ λασπώδεις θαλάμους τῶν δημοσίων λουτρῶν, κοντὰ στὸ στάδιο. Κ’ ὕστερα, ὁ βασιλιάς, κατὰ τὴ συνήθεια τῆς ἐποχῆς, διέταξε νὰ γίνουν οἱ ἀθλητικοὶ ἀγῶνες στὸ στάδιο. Ἐκεῖ, ἀνάμεσα στοὺς ἀθλητάς, ξεχώριζε ἕνας γίγαντας, ὀνομαζόμενος Λυαῖος, ποὺ τὸν ἔσερνε κοντά του πάντοτε ὁ βασιλιὰς καὶ τὸν εἶχε γιὰ καμάρι γιατί μὲ ὅσους πάλεψε ὅλους τοὺς εἶχε νικήσει. Αὐτὸς ὁ γιγαντόσωμος καὶ χεροδύναμος εἰδωλολάτρης ξέσκιζε τὶς σάρκες τῶν παλαιστῶν σὰ νά ‘τανε ἀρνάκια. Τὸν εἶχαν φοβηθεῖ οἱ πάντες καὶ δὲν ἔβγαινε κανεὶς νὰ τὰ βάλει μαζί του. Τότε κεῖνος ἄρχισε νὰ περπατεῖ φανταχτερὰ καὶ νὰ προκαλεῖ τοὺς χριστιανούς, ποὺ ἔλεγαν πὼς «παίρνουν δύναμη ἀπ’ τὸ θεό τους», νὰ παλέψουν μαζί του. Τὴν ὥρα ἐκείνη ἕνα γενναῖο παλληκαρόπουλο, με χριστιανικὴ καρδιὰ καὶ πίστη, τρέχει στὸ κελλὶ τῆς φυλακῆς τοῦ Δημητρίου. Τοῦ λέγει πὼς ὁ Λυαῖος σκοτώνει ἀνθρώπους στὸ στάδιο, καὶ τὸν παρακαλεῖ νὰ τὸν εὐλογήσει καὶ νὰ παρακαλέσει τὸ Θεὸ νὰ τὸν δυναμώσει στὴν πάλη του μὲ τὸ θεριόψυχο Λυαῖο. Ὁ Δημήτριος σφράγισε μὲ τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ τὸ μέτωπο τοῦ νεαροῦ Νέστορος καὶ τοῦ λέγει: «Καὶ τὸν Λυαῖον νικήσεις καὶ ὑπὲρ Χριστοῦ μαρτυρήσεις!» Ἡ προφητικὴ αὐτὴ φράση τοῦ Ἁγίου ἐπαλήθευσε γρήγορα καὶ ἀπόλυτα. Πῆγε ὁ Νέστωρ στὴ μέση τοῦ σταδίου καὶ εἶπε, πὼς θέλει νὰ παλέψει μὲ τὸν πανύψηλο Λυαῖο. Οἱ εἰδωλολάτραι τὸν κοίταξαν μὲ μιὰ εἰρωνεία περιφρονητική. Οἱ χριστιανοὶ ἔκαναν ἀπὸ μέσα τοὺς θερμὴ προσευχὴ στὸ Θεό, νὰ δυναμώσει τὸν καινούργιο Δαβίδ, γιὰ νὰ νικήσει τὸ νέο σκληροτράχηλο Γολιάθ. Ρίχνει τὸ φτωχικὸ μανδύα του ὁ Νέστωρ καὶ φωνάζει πρὸς τὸν οὐρανό: «Ὁ Θεὸς Δημητρίου, βοήθει μοι!» Ὅρμησε τότε μὲ θάρρος πάνω στὸ γίγαντα. Γιὰ λίγο, οἱ ἀναπνοὲς τῶν θεατῶν σταμάτησαν. Κ’ ὕστερα εἶδαν ὅλοι τὸν ἀνίκητον ὥς τώρα Λυαῖο, νὰ κείτεται νεκρὸς μέσα στὸ στάδιο. Οἱ εἰδωλολάτραι, κυριολεκτικὰ ἐφρύαξαν. Καὶ πιὸ πολὺ ἀπ’ ὅλους, ὁ Μαξιμιανός. Δίνει ἐντολὴ τότε, νὰ βγάλουν τὸ Νέστορα ἔξω ἀπ’ τὸ στάδιο καὶ νὰ τὸν ἀποκεφαλίσουν. Κ’ ἔτσι ἀλήθεψε ὁ λόγος τοῦ ἁγίου Δημητρίου.
Ὅμως ὁ αὐτοκράτωρ, ἀπ’ τὴ λύπη του ποὺ ἔχασε τὸ Λυαῖο, δὲν μποροῦσε νὰ ἱκανοποιηθεῖ ἀπ’ τὸ θάνατο μόνο τοῦ Νέστορος. Ὁ θυμὸς του τὸν ἔφερε στὸ Δημήτριο. Καί, χωρὶς ἄλλη δίκη ἢ κρίση, δίνει διαταγὴ νὰ τὸν σκοτώσουν μέσα στὸ κελλὶ τῆς φυλακῆς του. Ὁ Δημήτριος εἶδε τοὺς στρατιῶτες καὶ κατάλαβε τὸ σκοπό τους. Σήκωσε τὰ χέρια του νὰ προσευχηθεῖ, καὶ τὰ κοντάρια τους τὸν βρῆκαν ἐκεῖ ἀκριβῶς, ὅπου λογχίστηκε καὶ τὸ πανάγιο σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ἕνας πιστός, ποὺ ἤτανε κοντὰ στὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου, πῆρε τὸ δαχτυλίδι τοῦ Ἁγίου καὶ τὸ μανδύα του, βουτηγμένο στὸ ἅγιο αἷμα του. (Μ’ αὐτὰ ὁ χριστιανὸς αὐτός, Λοῦπος ὀνομαζόμενος, σταύρωνε τοὺς δαιμονισμένους• καὶ κάθε λογῆς ἀρρώστους καὶ τοὺς ἔκανε καλά. Τὰ πολλὰ θαύματα ἔφθασαν καὶ στ’ αὐτιὰ τοῦ βασιλιᾶ καὶ τὴν ἴδια μέρα ποὺ τὸ ‘μαθε, ἔδωκε διαταγὴ καὶ θανάτωσαν τὸ μάρτυρα Λοῦπο). Οἱ χριστιανοὶ πῆραν τὸ λείψανο τοῦ ἁγίου Δημητρίου καὶ τὸ ἔθαψαν κρυφά. Ἀλλὰ ὁ Θεός, ποὺ θέλησε νὰ δοξάσει τὸν Ἅγιό του σ’ ὅλὸ τὸν κόσμο, οἰκονόμησε καὶ ἔβγαινε μύρο ἀπ’ τὸ κορμὶ του τόσο πολύ, ποὺ ἔπαιρναν οἱ ντόπιοι καὶ οἱ ξένοι, ὅσοι ἔρχονταν νὰ γιατρευτοῦν καὶ δὲν τελείωνε ποτέ! Τὸ ἔπιναν οἱ χριστιανοί, κι ὅ,τι ἀρρώστια καὶ ἂν εἴχανε γιατρεύονταν. Ὅλοι ἔτρεχαν στὴ Θεσσαλονίκη, γιὰ νὰ τοὺς κάνει καλὰ ὁ ἅγιος Δημήτριος. Ἀλλὰ θὰ χρειαζόταν ὧρες ὁλόκληρες νὰ ὁμιλεῖ κανείς, γιὰ ν’ ἀναφέρει τὰ θαύματα τοῦ Ἁγίου σ’ ὅλο τὸν κόσμο, καὶ ἰδιαίτερα στὴ Θεσσαλονίκη, τὴν ὁποία τόσες φορὲς ἐγλύτωσε ἀπὸ πεῖνα, ἀπὸ θανατικό, ἀπὸ αἰχμαλωσία κι ἀπὸ ἄλλα δεινά.
Γι’ αὐτὸ καὶ τὸν τιμοῦν, καὶ στὴ Θεσσαλονίκη καὶ σ’ ὅλο τὸν κόσμο, καὶ παίρνουν τ’ ὄνομά του, καὶ τοῦ χτίζουν ἐκκλησίες, καὶ πανηγυρίζουν στὴ μνήμη του. Φαίνεται, πὼς ὄχι μονάχα στὴν πόλη του, μὰ καὶ σ’ ἄλλες χῶρες ὑπῆρχαν ἀρχαιότερες ἐκκλησίες πρὸς τιμὴν τοῦ ἁγίου Δημητρίου. Στὴν Καππαδοκία λ.χ., σ’ ἕνα χωριό, ὀνομαζόμενο Δρακοντιάνα, ἕνας γεωργὸς ξεπέτριζε ἕνα χωράφι του νὰ τὸ ἰσιώσει καὶ νὰ τὸ κάμει ἁλώνι γιὰ ν’ ἁλωνίζει. Βρῆκε ὅμως σωροὺς ἀπὸ πέτρες, καὶ σκάβοντας εἶδε κάτι παμπάλαια θεμέλια, ἀπὸ χρόνια πολλὰ παραχωμένα μέσα στὴ γῆ. Ὁ γεωργὸς συνέχισε νὰ σκάβει. Ξαφνικά, βλέπει μπροστὰ του ἕνα νέο καβαλάρη καὶ τοῦ λέγει: «Γιατί, ἄνθρωπέ μου, χαλνᾶς τὸ σπίτι μου, γιὰ νὰ τὸ φκιάσεις ἁλώνι; Ἂν τὸ κάμεις αὐτὸ θὰ πάθεις μεγάλο κακό. Ἐγὼ πού σου μιλῶ εἶμαι ὁ ἅγιος Δημήτριος ἀπ’ τὴ Θεσσαλονίκη…». Πῆγαν ὕστερα ὅλοι οἱ χωριανοὶ κ’ ἔσκαψαν βαθιά, ὥσπου βρῆκαν.τὰ θεμέλια τοῦ ναοῦ. Ἐκεῖ μετὰ ἔχτισαν καινούργιο ναὸ καὶ ἱστόρησαν τὸν ἅγιο Δημήτριο πάνω στὸ Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, λέγοντας: «ἐπειδὴ διὰ τοῦ μαρτυρίου ὁ Ἅγιος συνεσταυρώθη μὲ τὸν Χριστόν, διὰ τοῦτο εἶναι ἐζωγραφημένος ὁμοῦ ἐν μιᾷ εἰκόνι». Γι’ αὐτὸ καὶ τὴν ἐκκλησία αὐτὴ τὴν ὀνόμασαν «τοῦ Ἁγίου Δημητρίου τοῦ Σταυρικοῦ». Καὶ σ’ αὐτή τὴν ἐκκλησία ὁ Ἅγιος ἔκαμε πάμπολλα θαύματα, ὅπως καὶ στὴ Θεσσαλονίκη.
Τὸ βίο καὶ τὰ θαύματα τοῦ Ἁγίου, μπορεῖ κανεὶς νὰ τὰ βρεῖ στὰ ἐκκλησιαστικὰ βιβλία, κ ἴσως δὲν πρέπει νὰ ἐπεκταθοῦμε πιὸ πολὺ ἐμεῖς ἐδῶ. Ἐκεῖνο ποὺ πρέπει κάθε χριστιανὸς νὰ κάμει σήμερα, εἶναι νὰ μελετήσει καὶ νὰ διδαχθεῖ ἀπ’ τὰ μαρτύρια τοῦ ἁγίου Δημητρίου καὶ τοῦ ἁγίου Νέστορος ὑπομονὴ καὶ γενναιότητα στὶς μεγάλες λύπες μας, στὶς στενοχώριες, στὶς ἀρρώστιες, στὶς περιστάσεις ὅπου μᾶς πνίγει ὁ σύγχρονος ἄδικος καὶ σκληροτράχηλος εἰδωλολάτρης, ποὺ λατρεύει σὰν θεὸ τὸ χρῆμα του καὶ τὴν ἐξουσία του, τὴν περιουσία του καὶ τὶς ἀδυναμίες του. Ὅταν μᾶς πιέζουν μὲ τὴν κίβδηλη καὶ βαρειὰ μεγαλοπρέπειά τους οἱ ἄνθρωποι τοῦ μαμωνᾶ, νὰ βλέπουμε τὸν μικρὸ Νέστορα καὶ τὸν Δαβίδ, καὶ νὰ μὴν φοβούμαστε τοὺς σύγχρονους Λυαίους καὶ Γολιάθ, ὅποιοι κι ἂν εἶναι. Ἐμεῖς νὰ λέμε αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ Νέστωρ: «Θεὲ Δημητρίου, βοήθει μοι!» Καὶ τότε: εἴτε εἶσαι ἡ ἀδύνατη χήρα, μὲ τ’ ἀνήλικα ὀρφανά• εἴτε ὁ ἄρρωστος πατέρας, μὲ μιὰ φοῦχτα ἀπροστάτευτα παιδιά• εἴτε ἡ γριούλα ἡ ἔρημη, μέσα σὲ μιὰ κρύα κάμαρη• εἴτε ὁ ρογιασμένος τσοπάνος στὸ ξεχασμένο μαντρί, ποὺ σοῦ στέλνουν μουχλιασμένο ψωμὶ καὶ μόνο μιὰ φορὰ τὴ βδομάδα• εἴτε ὁ ἐργάτης καὶ ὁ ὑπάλληλος, ποὺ σὲ ἐκμεταλλεύεται ὁ ἐργοδότης σου καὶ πλουτίζει ἐκεῖνος μὲ τὸν ἱδρῶτα σου, ἐνῶ ἐσὺ πεινᾶς καὶ ὑποφέρεις• εἴτε εἶσαι, τέλος, ἕνας ἀδύνατος σὲ γνωριμίες κοινωνικὲς κ’ ἔχεις ν’ ἀντιμετωπίσεις ἐχθροὺς σατανικὰ ὁπλισμένους (ἀκόμη καὶ κάτω ἀπ’ τὴν ὑποκριτικὴ εὐσεβοφροσύνη τους)• — ὅποιος καὶ νὰ ‘σαι, γύρισε τὰ μάτια καὶ τὰ χέρια σου στὸν οὐρανὸ καὶ «ὁ Θεὸς τοῦ Δημητρίου» θὰ σὲ βοηθήσει. Ὅσο κι ἂν φαίνεται πὼς ὁ Θεὸς ἀνέχεται καμμιὰ φορὰ τὸ ἄδικο καὶ τὸ στραβό, εἶναι δίκαιος, καὶ τὸ πληρώνει μὲ τὸν τρόπο καὶ τὴν ὥρα ποὺ ἐκεῖνος ξέρει. Ὅσο μεγάλος κι ἂν εἶναι ὁ Λυαῖος, ἂν δὲν εἶναι πάνω του ὁ φόβος καὶ ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ, θὰ πέσει. Κι ὅσο μικρὸς καὶ ἂν εἶναι ὁ Νέστωρ, ὅταν ἔχει τὸ Θεὸ μαζί του θὰ νικήσει.
Μποροῦμε, μάλιστα, νὰ παρακαλοῦμε καὶ τὸν ἅγιο Δημήτριο, νὰ μᾶς λυτρώνει μὲ τὶς πρεσβεῖες του πρὸς τὸ Θεό, ἀπὸ τοὺς κινδύνους καὶ τὶς ἐπιβουλὲς τῶν φανερῶν καὶ τῶν ἀφανῶν ἐχθρῶν μας. Κι ἂς λέμε αὐτὸ τὸ τροπάρι ἀπὸ τοὺς αἴνους τοῦ Ἁγίου: «Δεῦρο, μάρτυς Χριστοῦ πρὸς ἡμᾶς, σοῦ δεομένους συμπαθοῦς ἐπισκέψεως». Δηλαδή: «Ἔλα, μάρτυρα τοῦ Χριστοῦ, σ’ ἐμᾶς ποὺ ἔχουμε μεγάλη ἀνάγκη ἀπὸ τὴ συμπονετικιά σου τὴν ἐπίσκεψη, καὶ γλύτωσέ μας ἀπὸ τὶς τυραννικὲς φοβέρες καὶ ἀπὸ τὴ δεινὴ μανία τῆς αἱρέσεως, πού μᾶς κατατρέχει, σὰν νὰ ‘μαστε σκλάβοι, καὶ περπατοῦμε γυμνοὶ δῶθε καὶ κεῖθε, κι ἀλλάζουμε ὅλο-ἕνα τόπο μὲ τόπο, καὶ πλανιόμαστε σὰν τ’ ἀγρίμια στὰ βουνὰ καὶ στὰ σπήλαια. Λυπήσου μας, πανεύφημε καὶ δός μας ἀνάπαυση, πάψε τὴ ζάλη καὶ σβύσε τὴν ἀγανάκτηση ποὺ σηκώθηκε καταπάνω μας, παρακαλώντας τὸν Θεό, ποὺ δίνει στὸν κόσμο τὸ μέγα ἔλεος» (ἀπόδοση: Φ. Κόντογλου).
Τελειώνοντας, ἂς θυμηθοῦμε πάλι μ’ εὐλάβεια τὸ μαρτύριο τοῦ μεγαλομάρτυρος Δημητρίου. Σήμερα, βέβαια, δὲν μᾶς ζητοῦν νὰ μαρτυρήσουμε γιὰ τὴν πίστη μας, οὔτε νὰ τιμωρηθοῦμε καὶ νὰ παιδευτοῦμε γιὰ τ’ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Ὅμως, τιμὴ τῶν Ἁγίων εἶναι καὶ ὅταν ζεῖ κανεὶς ὅπως θέλει ὁ Θεὸς καὶ οἱ Ἅγιοι. «Τὸν δὲ καιρὸν ἐτοῦτον, λέγει ἕνας παλαιὸς συγγραφέας τῆς Ἐκκλησίας μας, ἐπειδὴ κανεὶς δὲν εἶναι νὰ μᾶς βιάζη εἰς τὴν πίστιν μας, μηδὲ ἀνάγκην ἔχομεν νὰ μαρτυρήσωμεν, τόσο μόνον θέλει ὁ Θεὸς ἀπὸ ἡμᾶς, ὅτι καθὼς εἶναι ἡ χριστιανικὴ τάξις, ἔτζι νὰ περιπατοῦμεν• καθὼς ἀρέσκει τὸν Χριστόν, ἔτζι νὰ περνοῦμεν• ὄχι μὲ πολυποσίαις καὶ πολυφαγίαις, ὄχι μὲ χοροὺς καὶ παιγνίδια, ὄχι μὲ συκοφαντίαις καὶ καταδοσίαις, ὄχι μὲ πορνείαις καὶ ἀσωτείαις, ὄχι μὲ φόνους καὶ μοιχείαις καὶ ἔχθραις, καὶ μὲ ἄλλα δαιμονικὰ ἔργα• ἀλλὰ μὲ σωφροσύνην καὶ παρθενίαν, μὲ ἀγάπην καὶ ὁμόνοιαν, μὲ νηστείαν καὶ ἐγκράτειαν, καὶ μὲ ὅσα χαίρεται ὁ Θεὸς καὶ οἱ Ἅγιοι• διότι, εἰ μὲν πολιτευώμεσθεν καθὼς ὁρίζει ὁ Χριστός, ἔχομεν καὶ μισθὸν ἀπὸ τοὺς Ἁγίους, διὰ τὰς ἑορτάς μας καὶ τὰς πανηγύρεις• εἰ δὲ περνοῦμεν τὴν ζωήν μας, κάμνοντας ὅσα ἀποστρέφεται ὁ Θεὸς καὶ μισοῦν οἱ Ἅγιοι, μόνον ὅσον κοπιάζομεν καὶ μοχθοῦμεν. Διὰ τοῦτο, ἂς ποιοῦμεν καθὼς εἶναι τῆς χριστιανικῆς τάξεως, ἵνα καὶ ὁ Θεὸς εὐφραίνεται εἰς τὰ ἔργα μας, καὶ οἱ Ἅγιοι χαίρωνται εἰς τὰς ἑορτάς μας». Μ’ αὐτὸ τὸν τρόπο λατρεύεται ὁ Θεός, τιμοῦνται οἱ Ἅγιοί του καὶ προάγονται πνευματικὰ τὰ τέκνα τῆς Ἐκκλησίας.
πηγήhttp://www.myriobiblos.gr/texts/greek/pashos_dimitrios.html
Η ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ ΚΑΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΚΤΟΝΟΣ
Δεν είναι καθόλου δύσκολο, σε κείνον που «τρέφεται» και «ποτίζεται» από το ζωντανό Σώμα του Χριστού, να αντιληφθεί, πως σήμερα η πλειοψηφία των ανθρώπων επιχειρούν πεισματικά να υποστηρίξουν, πως ο διάβολος είναι μια ανύπαρκτη ιστορία. Έτσι, εύκολα, απλά και επικίνδυνα, πέφτουν στην παγίδα της άρνησης και ταυτόχρονα γίνονται τραγικοί υπηρέτες, ενοχλητικοί διακινητές, περίεργοι «δούλοι» του διαβόλου.
Κι ενώ μ’ένα αντικειμενικό βλέμμα ή μια αληθινή καρδιακή ενατένιση μπορούμε να επιβεβαιώσουμε ή να υποστηρίξουμε πως η εποχή μας «αυταρέσκα αποκαλούμενη προοδευτική, μοιάζει να’ ναι μέχρι τινός ή μέχρι πολλού σατανόμορφη», επιμένουμε να δεχόμαστε την «εκ του πονηρού» προσφερόμενη θέση, πως σατανάς δεν υπάρχει.
Όλες οι αμαρτωλές κινήσεις, θεωρίες και πράξεις -υποστηρίζουμε- προέρχονται από ένα σκοτεινό, άγνωστο και αδιαπέραστα πυκνό πνεύμα κακού, δίχως προσωπικότητα. Πάνω στην πνευματικά επικίνδυνη αυτή άποψη θεμελιώνουμε τον αγώνα και την αγωνία μας, επενδύουμε την ελευθερία μας, νομίζουμε πως διασώζουμε το υπαρξιακό μας πρόσωπο.
Το ιερό Ευαγγέλιο όμως υπεύθυνα, αληθινά και θεοδίδακτα τοποθετεί τα πράγματα στην θέση τους. Με δηλωμένη και αψεγάδιαστη αγάπη αποκαλύπτει το εφιαλτικό εσωτερικό μας κενό και υποδεικνύει το τραγικό λάθος. Φανερώνει την δόλια, κρυφή και φθοροποιό παρέμβαση του διαβόλου, ώστε με το κάλυμμα της ανυπαρξίας του να κινείται, να ενεργεί και να διαβρώνει τις υπάρξεις.
Δεν πρέπει δε να αγνοούμε πως η Πατερική εμπειρία και η ασκητική διδαχή της Εκκλησίας πάνω σ’αυτή την βάση στηρίζονται και εδώ θεμελιώνουν την όλη ποιμαντική τους φροντίδα. Το Ευαγγέλιο με ζωηρά χρώματα και ζωντανές εικόνες προβάλλει την βεβαιότητα της ύπαρξης και της δράσης του σατανά, υψώνοντας ταυτόχρονα ενώπιον του δυναστευόμενου κοινωνικού σώματος από τις δόλιες και υποτιμητικές παγίδες, ενέργειες και επεμβάσεις του την αλήθεια της σωτηρίας μέσα από την Χάρη και την δύναμη του Χριστού.
Οφείλουμε από την αρχή να υποστηρίξουμε πως ο σατανάς - υπόγειος, δόλιος και αδιόρατος πνευματικός δυναμίτης - δεν είναι ένα σκοτεινό και απροσδιόριστο νεφέλωμα. Δεν είναι το κακό στη γενική του θεώρηση και αφηρημένη του έννοια. Είναι μια βαρύτατα τραυματισμένη, βαθειά εφθαρμένη και βαρειά πονεμένη ύπαρξη. Ένα πρόσωπο, σκοτεινό εξαιτίας των έργων του, που βγήκε και αυτό από τα σπλάχνα της Δημιουργίας.
Αρχικά ήταν το δέκατο τάγμα των Αγγέλων, που, κυκλωμένο και οδυνόμενο μέσα στην αλλοτριωτική δίνη του εγωϊσμού, υποτάχθηκε στον εκβιαστικό λόγο και την ανελεύθερη υποχρέωση του τυφλού πνευματικά ηγέτη του, του Εωσφόρου, οδηγούμενο έξω από την αγάπη και την Ελευθερία του Παραδείσου.
Έκτοτε, με μηχανισμούς παραπλανητικούς, λειτουργεί σαν ισχυρό παράσιτο, ανεπιθύμητο φθοροποιό επισκέπτη, που μοναδική του έγνοια είναι η κατάργηση του θείου δώρου της ελευθερίας του προσώπου, η αιχμαλωσία του μέσα στην πυρίκαυστη πραγματικότητα της αμαρτίας, η αποϊεροποίηση και ο ευτελισμός του ανθρώπου, σαν ιερού δημιουργήματος του Θεού.
Η Αγ. Γραφή επιμένει, με απόλυτο τρόπο και διάφανη διδαχή, να αποκαλύπτει τον σατανά, σαν τον εκβιαστή, δυνάστη, δόλιο σε μηχανισμούς φθοράς και επίμονο φθορέα του ανθρώπου (Ματθ. 24,24*Α’ Πετρ. 5,8). «Φθόνω δε διαβόλου ο θάνατος εισήλθεν εις τον κόσμον» αφού τόσον περίτεχνα και αγαπητικά «ο Θεός έκτισε τον άνθρωπον επ’ αφθαρσία και εικόνα της ιδίας ιδιότητος εποιήσεν αυτόν» (Σοφ. Σολ. 2,23-24) μας επισημαίνει ο λόγος της Αγάπης.
Βέβαια, ο διάβολος «ανθρωποκτόνος ην υναπαρχής και εν τη αληθεία ούχ έστηκεν, ότι ουκ έστιν αλήθεια εν αυτώ. Όταν λαλή το ψεύδος, εκ των ιδίων λαλεί, ότι ψεύστης εστί και ο πατήρ αυτού» (Ιω. 8,44). Τολμηρός και γενναίος ο λόγος του Ευαγγελιστή της Αγάπης Αγίου Ιωάννου φανερώνει το επικίνδυνα φθοροποιό έργο του σατανά και υποδεικνύει την διαρκή του παρουσία επιχειρώντας να ανατρέψει τον άνθρωπο και την ζωή του. Να βραχυκυκλώσει κάθε πνευματική, ένθεη προσπάθειά του και να τον σπρώξει πέρα από το φως της ελπίδος και την ζεστασιά της αγάπης του Θεού. Σκοτεισμένος, παραλυμένος, διχασμένος, έντρομος και ταλαιπωρημένος πια ο άνθρωπος γίνεται αδύναμο «παίγνιο» και πιστός υπηρέτης του σατανά.
Αυτός είναι η μολυσματική πηγή της ανομίας και του αντίΧριστου φρονήματος, στα θλιβερά δόκανα των οποίων αλλοτριώνεται, συντρίβεται, σβήνει η ανθρώπινη ύπαρξη. Το επιβεβαιώνει τόσο απλά, αληθινά και γνήσια ο λόγος του Θεού: «ο δράκων, ο όφις ο μέγας, ο αρχαίος, ο καλούμενος διάβολος και σατανάς, ο πλανών την Οικουμένην όλην» (Αποκ. 12,9). Επίσης «ο ποιών την αμαρτίαν εκ του διαβόλου εστίν, ότι απαρχής ο διάβολος αμαρτάνει. Εις τούτο εφανερώθη ο Υιός του Θεού, ίνα λύση τα έργα του διαβόλου» (Α’, Ιω. 3,8).
Έξω από την αγάπη του Θεού, μακρυά από το πληγωμένο και Αναστημένο Σώμα Του, ο άνθρωπος κινδυνεύει να γίνει «εμπόρευμα» του σατανά.
«Ουαί την γην και την θάλασσαν, ότι κατέβη ο διάβολος προς υμάς έχων θυμόν μέγαν, ειδώς ότι ολίγον καιρόν έχει» (Αποκ. 12,12). Συστηματικά εργάζεται και εκβιαστικά αποσυντονίζει από το πνευματικό χρέος τον άνθρωπο. Απόδειξη τρανή η τραγωδία του ανθρώπου σήμερα. Μια κυματόμορφη τραγωδία αναλήθειας, ψεύδους, φθοράς, διαφθοράς, εγκληματικότητος, ασέβειας και απιστίας. Όλα αυτά καρπογόνοι σπόροι της σατανικής επίθεσης.
Πρόσωπο επικίνδυνο μεν, αληθινό όμως ο σατανάς. Που αιώνες αλέθει τον μύλο της αιχμαλωσίας και σ’αυτόν σπρώχνει τον άνθρωπο. Θα ναρκοθετεί την κοινωνία, διαλύοντας την ανθρώπινη ύπαρξη, μέχρι το τέλος του κόσμου. Μέχρι το ελπιδοφόρο και λυτρωτικό άνθισμα της Βασιλείας των Ουρανών, που θα σημαδέψει και την κυριαρχία του Αρνίου του Εσφαγμένου. Θα εργάζεται βλαπτικά των ψυχών, των καρδιών, των σωμάτων και των διανοημάτων, αφού κατά παραχώρηση της αγάπης του Θεού υπάρχει. Για να φανεί το δόλιο και καταστροφικό του έργο και να αποκαλυφθεί η αντοχή του ανθρώπου. Για να δοκιμάζεται η πνευματική του αντίσταση και άλλοτε παιδαγωγικά να τιμωρείται. Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος διδάσκει: «άδεια έλαβε ο διάβολος μαζί με τους δαίμονες, αφού από τον Παράδεισο και τον Θεό ετοίμασε εξόριστο τον άνθρωπο με την παρακοή, σαλεύοντας το λογιστικό του ανθρώπου νύκτα και ημέρα». Σίγουρα πάντως ο σατανάς «ως λέων ωρυόμενος περιπατεί, ζητών τίνα καταπίη» (Α’ Πετρ. ε,8).
Και τίθεται το επίμονο ερώτημα: Πως ξεπερνιέται η κάθε επιθετική κίνηση του σατανά ή πως χτυπιέται κατακέφαλα το «θηρίο»;
Ο άγιος Μάξιμος ο ομολογητής ερμηνεύοντας την παρουσία και την δράση του σατανά λέει: Ο Θεός επιτρέπει τον πόλεμο των δαιμόνων: «Πρώτον, πολεμούμενοι και αντιστεκόμενοι να διακρίνουμε τα όρια της αρετής και της κακίας, δεύτερον μέσα από την αντίσταση μας και τον έμπονο αγώνα, όταν αποκτήσουμε την αρετή, να την έχουμε σίγουρη και σταθερή, τρίτο, όταν αυξανόμαστε στην αρετή να μη γινόμαστε εγωϊστές, αλλά ταπεινός.
Τέταρτο, αφού μας πειράξει η κακία να την μισήσουμε αληθινά. Πέμπτο, όταν γίνουμε σε όλα απαθείς να μη ξεχάσουμε την δική μας ασθένεια και εκείνη την δύναμη που μας βοήθησε».
Με τον λόγο του αυτόν ο άγιος του θείου φωτός μας δείχνει τις αναστάσιμες δυνάμεις που μας κρατούν στην Χάρη του Θεού. Είναι δε η πίστη η σταθερή στην Αγάπη Του η βεβαιότητα της αλήθειας των λόγων Του? ο ανυποχώρητος προσωπικός πνευματικός μας αγώνας η κατάκτηση της αρετής και η σταθερή προσπάθειά μας να μην την χάσουμε.
Ακόμη δε ο άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος με τον έμπειρο λόγο του μας οδηγεί σε μια αλλιώτικης δυναμικής αλήθεια, που καταργεί τον σατανά και κονιορτοποιεί κάθε δαιμονική πίεση: «με επιμέλεια και φροντίδα να προτιμάτε πιο πυκνά (πιο συχνά), να συγκεντρώνεσθε για ευχαριστία και δόξα Του Θεού, διότι όταν πιο συχνά μαζί βρίσκεσθε, γκρεμίζονται οι δυνάμεις του Σατανά?.»(προς Εφεσ.13,1 P.G.5, 656 Α). Το ισχυρό, λοιπόν, ανάχωμα που αποδυναμώνει και αποσυντονίζει, νεκρώνει κάθε σατανική προέλαση είναι η λειτουργική και μυστηριακή ζωή. Εκεί, σ’αυτό το αιμάτινο και μαρτυρικό μέρος, συντρίβεται ο σατανάς και ελευθερώνεται ο άνθρωπος.
Είναι γνωστή η «περιπέτεια» του μαχητή των δαιμόνων αγίου Αντωνίου. Ο παμπόνηρος και μισόκαλος διάβολος έστησε στο πέρασμα του Αγίου πλήθος παγίδων προκειμένου να ακρωτηριάσει την αντοχή του, να αποδυναμώσει το ανταστασιακό του φρόνημα και να τον σύρει στα φθοροποιά υψίπεδα του.
Στην θέα των δαιμονικών παγίδων ο άγιος ταράχθηκε. Και «αφού βαθειά αναστέναξε είπε. Ποιος μπορεί, λοιπόν, να τις ξεπεράσει; Κι αμέσως άκουσε φωνή από τον ουρανό, που του είπε: η ταπεινοφροσύνη».
Δυνατός ο σατανάς. Παντοδύναμη η Χάρη και η αγάπη του Θεού. Η πίστη στον Σταυρό και την Ανάσταση, η ταπείνωση, η λειτουργική και μυστηριακή ζωή είναι οι μοναδικές αποτελεσματικές δυνάμεις κατά των σατανικών δυνάμεων. Και όπως διδάσκει ο Άγιος Γρηγόριος ο Σιναϊτης «των δυνατών και των ολοκληρωμένων γνώρισμα είναι να μονομαχούν πάντοτε με τους δαίμονες. Και το πνευματικό μαχαίρι, που είναι λόγος του Θεού, διαρκώς πάνω σ’αυτούς να στρέφουν».
Πρωτοπρεσβύτερος ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΖΑΜΠΕΛΗΣ
Δημοσιευμένο από την/τον kantonopou στις Οκτώβριος 24, 2009
Κι ενώ μ’ένα αντικειμενικό βλέμμα ή μια αληθινή καρδιακή ενατένιση μπορούμε να επιβεβαιώσουμε ή να υποστηρίξουμε πως η εποχή μας «αυταρέσκα αποκαλούμενη προοδευτική, μοιάζει να’ ναι μέχρι τινός ή μέχρι πολλού σατανόμορφη», επιμένουμε να δεχόμαστε την «εκ του πονηρού» προσφερόμενη θέση, πως σατανάς δεν υπάρχει.
Όλες οι αμαρτωλές κινήσεις, θεωρίες και πράξεις -υποστηρίζουμε- προέρχονται από ένα σκοτεινό, άγνωστο και αδιαπέραστα πυκνό πνεύμα κακού, δίχως προσωπικότητα. Πάνω στην πνευματικά επικίνδυνη αυτή άποψη θεμελιώνουμε τον αγώνα και την αγωνία μας, επενδύουμε την ελευθερία μας, νομίζουμε πως διασώζουμε το υπαρξιακό μας πρόσωπο.
Το ιερό Ευαγγέλιο όμως υπεύθυνα, αληθινά και θεοδίδακτα τοποθετεί τα πράγματα στην θέση τους. Με δηλωμένη και αψεγάδιαστη αγάπη αποκαλύπτει το εφιαλτικό εσωτερικό μας κενό και υποδεικνύει το τραγικό λάθος. Φανερώνει την δόλια, κρυφή και φθοροποιό παρέμβαση του διαβόλου, ώστε με το κάλυμμα της ανυπαρξίας του να κινείται, να ενεργεί και να διαβρώνει τις υπάρξεις.
Δεν πρέπει δε να αγνοούμε πως η Πατερική εμπειρία και η ασκητική διδαχή της Εκκλησίας πάνω σ’αυτή την βάση στηρίζονται και εδώ θεμελιώνουν την όλη ποιμαντική τους φροντίδα. Το Ευαγγέλιο με ζωηρά χρώματα και ζωντανές εικόνες προβάλλει την βεβαιότητα της ύπαρξης και της δράσης του σατανά, υψώνοντας ταυτόχρονα ενώπιον του δυναστευόμενου κοινωνικού σώματος από τις δόλιες και υποτιμητικές παγίδες, ενέργειες και επεμβάσεις του την αλήθεια της σωτηρίας μέσα από την Χάρη και την δύναμη του Χριστού.
Οφείλουμε από την αρχή να υποστηρίξουμε πως ο σατανάς - υπόγειος, δόλιος και αδιόρατος πνευματικός δυναμίτης - δεν είναι ένα σκοτεινό και απροσδιόριστο νεφέλωμα. Δεν είναι το κακό στη γενική του θεώρηση και αφηρημένη του έννοια. Είναι μια βαρύτατα τραυματισμένη, βαθειά εφθαρμένη και βαρειά πονεμένη ύπαρξη. Ένα πρόσωπο, σκοτεινό εξαιτίας των έργων του, που βγήκε και αυτό από τα σπλάχνα της Δημιουργίας.
Αρχικά ήταν το δέκατο τάγμα των Αγγέλων, που, κυκλωμένο και οδυνόμενο μέσα στην αλλοτριωτική δίνη του εγωϊσμού, υποτάχθηκε στον εκβιαστικό λόγο και την ανελεύθερη υποχρέωση του τυφλού πνευματικά ηγέτη του, του Εωσφόρου, οδηγούμενο έξω από την αγάπη και την Ελευθερία του Παραδείσου.
Έκτοτε, με μηχανισμούς παραπλανητικούς, λειτουργεί σαν ισχυρό παράσιτο, ανεπιθύμητο φθοροποιό επισκέπτη, που μοναδική του έγνοια είναι η κατάργηση του θείου δώρου της ελευθερίας του προσώπου, η αιχμαλωσία του μέσα στην πυρίκαυστη πραγματικότητα της αμαρτίας, η αποϊεροποίηση και ο ευτελισμός του ανθρώπου, σαν ιερού δημιουργήματος του Θεού.
Η Αγ. Γραφή επιμένει, με απόλυτο τρόπο και διάφανη διδαχή, να αποκαλύπτει τον σατανά, σαν τον εκβιαστή, δυνάστη, δόλιο σε μηχανισμούς φθοράς και επίμονο φθορέα του ανθρώπου (Ματθ. 24,24*Α’ Πετρ. 5,8). «Φθόνω δε διαβόλου ο θάνατος εισήλθεν εις τον κόσμον» αφού τόσον περίτεχνα και αγαπητικά «ο Θεός έκτισε τον άνθρωπον επ’ αφθαρσία και εικόνα της ιδίας ιδιότητος εποιήσεν αυτόν» (Σοφ. Σολ. 2,23-24) μας επισημαίνει ο λόγος της Αγάπης.
Βέβαια, ο διάβολος «ανθρωποκτόνος ην υναπαρχής και εν τη αληθεία ούχ έστηκεν, ότι ουκ έστιν αλήθεια εν αυτώ. Όταν λαλή το ψεύδος, εκ των ιδίων λαλεί, ότι ψεύστης εστί και ο πατήρ αυτού» (Ιω. 8,44). Τολμηρός και γενναίος ο λόγος του Ευαγγελιστή της Αγάπης Αγίου Ιωάννου φανερώνει το επικίνδυνα φθοροποιό έργο του σατανά και υποδεικνύει την διαρκή του παρουσία επιχειρώντας να ανατρέψει τον άνθρωπο και την ζωή του. Να βραχυκυκλώσει κάθε πνευματική, ένθεη προσπάθειά του και να τον σπρώξει πέρα από το φως της ελπίδος και την ζεστασιά της αγάπης του Θεού. Σκοτεισμένος, παραλυμένος, διχασμένος, έντρομος και ταλαιπωρημένος πια ο άνθρωπος γίνεται αδύναμο «παίγνιο» και πιστός υπηρέτης του σατανά.
Αυτός είναι η μολυσματική πηγή της ανομίας και του αντίΧριστου φρονήματος, στα θλιβερά δόκανα των οποίων αλλοτριώνεται, συντρίβεται, σβήνει η ανθρώπινη ύπαρξη. Το επιβεβαιώνει τόσο απλά, αληθινά και γνήσια ο λόγος του Θεού: «ο δράκων, ο όφις ο μέγας, ο αρχαίος, ο καλούμενος διάβολος και σατανάς, ο πλανών την Οικουμένην όλην» (Αποκ. 12,9). Επίσης «ο ποιών την αμαρτίαν εκ του διαβόλου εστίν, ότι απαρχής ο διάβολος αμαρτάνει. Εις τούτο εφανερώθη ο Υιός του Θεού, ίνα λύση τα έργα του διαβόλου» (Α’, Ιω. 3,8).
Έξω από την αγάπη του Θεού, μακρυά από το πληγωμένο και Αναστημένο Σώμα Του, ο άνθρωπος κινδυνεύει να γίνει «εμπόρευμα» του σατανά.
«Ουαί την γην και την θάλασσαν, ότι κατέβη ο διάβολος προς υμάς έχων θυμόν μέγαν, ειδώς ότι ολίγον καιρόν έχει» (Αποκ. 12,12). Συστηματικά εργάζεται και εκβιαστικά αποσυντονίζει από το πνευματικό χρέος τον άνθρωπο. Απόδειξη τρανή η τραγωδία του ανθρώπου σήμερα. Μια κυματόμορφη τραγωδία αναλήθειας, ψεύδους, φθοράς, διαφθοράς, εγκληματικότητος, ασέβειας και απιστίας. Όλα αυτά καρπογόνοι σπόροι της σατανικής επίθεσης.
Πρόσωπο επικίνδυνο μεν, αληθινό όμως ο σατανάς. Που αιώνες αλέθει τον μύλο της αιχμαλωσίας και σ’αυτόν σπρώχνει τον άνθρωπο. Θα ναρκοθετεί την κοινωνία, διαλύοντας την ανθρώπινη ύπαρξη, μέχρι το τέλος του κόσμου. Μέχρι το ελπιδοφόρο και λυτρωτικό άνθισμα της Βασιλείας των Ουρανών, που θα σημαδέψει και την κυριαρχία του Αρνίου του Εσφαγμένου. Θα εργάζεται βλαπτικά των ψυχών, των καρδιών, των σωμάτων και των διανοημάτων, αφού κατά παραχώρηση της αγάπης του Θεού υπάρχει. Για να φανεί το δόλιο και καταστροφικό του έργο και να αποκαλυφθεί η αντοχή του ανθρώπου. Για να δοκιμάζεται η πνευματική του αντίσταση και άλλοτε παιδαγωγικά να τιμωρείται. Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος διδάσκει: «άδεια έλαβε ο διάβολος μαζί με τους δαίμονες, αφού από τον Παράδεισο και τον Θεό ετοίμασε εξόριστο τον άνθρωπο με την παρακοή, σαλεύοντας το λογιστικό του ανθρώπου νύκτα και ημέρα». Σίγουρα πάντως ο σατανάς «ως λέων ωρυόμενος περιπατεί, ζητών τίνα καταπίη» (Α’ Πετρ. ε,8).
Και τίθεται το επίμονο ερώτημα: Πως ξεπερνιέται η κάθε επιθετική κίνηση του σατανά ή πως χτυπιέται κατακέφαλα το «θηρίο»;
Ο άγιος Μάξιμος ο ομολογητής ερμηνεύοντας την παρουσία και την δράση του σατανά λέει: Ο Θεός επιτρέπει τον πόλεμο των δαιμόνων: «Πρώτον, πολεμούμενοι και αντιστεκόμενοι να διακρίνουμε τα όρια της αρετής και της κακίας, δεύτερον μέσα από την αντίσταση μας και τον έμπονο αγώνα, όταν αποκτήσουμε την αρετή, να την έχουμε σίγουρη και σταθερή, τρίτο, όταν αυξανόμαστε στην αρετή να μη γινόμαστε εγωϊστές, αλλά ταπεινός.
Τέταρτο, αφού μας πειράξει η κακία να την μισήσουμε αληθινά. Πέμπτο, όταν γίνουμε σε όλα απαθείς να μη ξεχάσουμε την δική μας ασθένεια και εκείνη την δύναμη που μας βοήθησε».
Με τον λόγο του αυτόν ο άγιος του θείου φωτός μας δείχνει τις αναστάσιμες δυνάμεις που μας κρατούν στην Χάρη του Θεού. Είναι δε η πίστη η σταθερή στην Αγάπη Του η βεβαιότητα της αλήθειας των λόγων Του? ο ανυποχώρητος προσωπικός πνευματικός μας αγώνας η κατάκτηση της αρετής και η σταθερή προσπάθειά μας να μην την χάσουμε.
Ακόμη δε ο άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος με τον έμπειρο λόγο του μας οδηγεί σε μια αλλιώτικης δυναμικής αλήθεια, που καταργεί τον σατανά και κονιορτοποιεί κάθε δαιμονική πίεση: «με επιμέλεια και φροντίδα να προτιμάτε πιο πυκνά (πιο συχνά), να συγκεντρώνεσθε για ευχαριστία και δόξα Του Θεού, διότι όταν πιο συχνά μαζί βρίσκεσθε, γκρεμίζονται οι δυνάμεις του Σατανά?.»(προς Εφεσ.13,1 P.G.5, 656 Α). Το ισχυρό, λοιπόν, ανάχωμα που αποδυναμώνει και αποσυντονίζει, νεκρώνει κάθε σατανική προέλαση είναι η λειτουργική και μυστηριακή ζωή. Εκεί, σ’αυτό το αιμάτινο και μαρτυρικό μέρος, συντρίβεται ο σατανάς και ελευθερώνεται ο άνθρωπος.
Είναι γνωστή η «περιπέτεια» του μαχητή των δαιμόνων αγίου Αντωνίου. Ο παμπόνηρος και μισόκαλος διάβολος έστησε στο πέρασμα του Αγίου πλήθος παγίδων προκειμένου να ακρωτηριάσει την αντοχή του, να αποδυναμώσει το ανταστασιακό του φρόνημα και να τον σύρει στα φθοροποιά υψίπεδα του.
Στην θέα των δαιμονικών παγίδων ο άγιος ταράχθηκε. Και «αφού βαθειά αναστέναξε είπε. Ποιος μπορεί, λοιπόν, να τις ξεπεράσει; Κι αμέσως άκουσε φωνή από τον ουρανό, που του είπε: η ταπεινοφροσύνη».
Δυνατός ο σατανάς. Παντοδύναμη η Χάρη και η αγάπη του Θεού. Η πίστη στον Σταυρό και την Ανάσταση, η ταπείνωση, η λειτουργική και μυστηριακή ζωή είναι οι μοναδικές αποτελεσματικές δυνάμεις κατά των σατανικών δυνάμεων. Και όπως διδάσκει ο Άγιος Γρηγόριος ο Σιναϊτης «των δυνατών και των ολοκληρωμένων γνώρισμα είναι να μονομαχούν πάντοτε με τους δαίμονες. Και το πνευματικό μαχαίρι, που είναι λόγος του Θεού, διαρκώς πάνω σ’αυτούς να στρέφουν».
Πρωτοπρεσβύτερος ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΖΑΜΠΕΛΗΣ
Δημοσιευμένο από την/τον kantonopou στις Οκτώβριος 24, 2009
Δευτέρα 26 Οκτωβρίου 2009
Ο Ιησούς Χριστός νικά τον εχθρό του ανθρώπου
Πολλές φορές στα ιερά Ευαγγέλια περιγράφονται οι επεμβάσεις του Χριστού στους δαιμονιζόμενους, όπως στο σημερινό δαιμονιζόμενο των Γαδαρηνών. Ο Χριστός επεμβαίνοντας, απαλλάσσει τους δυστυχισμένους και ταλαιπωρημένους ανθρώπους που βρίσκονται κάτω από την επήρεια των δαιμόνων.
Πέραν όμως της θεϊκής δυνάμεως και εξουσίας του Χριστού επάνω στους ανθρώπους και τα πράγματα• πέραν της ευσπλαγχνίας και φιλανθρωπίας Του, υπάρχει και το πνευματικό μέρος. Η Εκκλησία με την παρουσίαση αυτών των επεμβάσεων του Χριστού, επιθυμεί να τονίσει ότι ο μοναδικός μας εχθρός είναι ο διάβολος.
Αυτό βεβαίως δεν πρέπει να το ξεχνούμε. Να μην ξεχνούμε δηλαδή τον κίνδυνο που διατρέχουμε κάθε στιγμή από την κακότητα και διαστροφή του διαβόλου, που πάντα παραμονεύει να βρει την κατάλληλη στιγμή.
Γράφει ο απόστολος Παύλος• «πραγματικά δεν έχουμε να παλαίψουμε προς αντιπάλους όμοιους με εμάς με αίμα και σάρκα σαν την δική μας. Αλλ ἡ πάλη και ο πόλεμος είναι προς τις εξουσίες, προς τα διαβολικά αυτά πράγματα, προς τους κοσμοκράτορες των βυθισμένων στο ηθικό σκοτάδι, το οποίο επικρατεί στον αιώνα τούτο».
Επειδή δε η πάλη η δική μας είναι εναντίον των διαβολικών ενεργειών, γι αὐτὸ και η Εκκλησία δεν σταματά το έργο της, «να μορφώση κοινωνικώς ευπρεπείς και πολιτικώς χρηστούς τύπους ανθρώπων». Πάει πιο πέρα και ζητεί να μορφώσει τον Χριστό στις καρδιές των πιστών• να κάνει αγίους ανθρώπους, που θα έχουν τη δυνατότητα για την πάλη με το κακό και συνεπώς να διασώζουν την ύπαρξή τους.
Έτσι, όπως γίνεται αντιληπτό, ο κίνδυνος που διατρέχουμε δεν είναι φυσικός, δηλαδή κάποια καταστροφή η πείνα η αρρώστια η θάνατος, μήτε ο,τι συνήθως λέγεται «ηθικός», μα είναι κίνδυνος «πνευματικός».
Και ακόμη καλύτερα, κίνδυνος υπερφυσικός• κίνδυνος που προέρχεται όχι από την γη, αλλά απ τὸν ουρανό. Το λέγει ξεκάθαρα ο απόστολος Παύλος, όταν υπογραμμίζει με νόημα• «εν τοις επουρανίοις».
Για τον λόγο αυτό, παλεύοντας με έναν τέτοιο πνευματικό - υπερφυσικό εχθρό, τον διάβολο, δεν είναι αρκετή η καταπολέμηση «δια μόνης της έπιβολής της θελήσεως και του ορθού λόγου». Αυτά μόνα τους δεν φθάνουν, χαρακτηριζόμενα άλλωστε ως ανεπαρκή και αδύναμα.
Χρειάζεται πρωτίστως η Θεία Χάρη, που «εν ασθενεία τελειούται». Αυτή «καθαίρει, φωτίζει και ενισχύει» τους ανθρώπους. Καθιστά τις ανθρώπινες υπάρξεις άτρωτες και φρούρια απόρθητα. Έτσι αισθάνονται ασφαλείς και ενδυναμώνουν την πίστη τους στον Χριστό.
Πρέπει δε να πούμε πως ετούτος ο πόλεμος του διαβόλου ενάντια στον άνθρωπο, είναι πολύ παλιός, όσο και αυτός ο άνθρωπος. Γνωστή είναι η παρακοή του θεϊκού θελήματος και η παράβαση της εντολής Του.
Και από τότε αρχίζουν τα βάσανα για τον άνθρωπο, ως κληρονομιά της παρακοής και της παράβασης της θεϊκής εντολής. Η τότε παρακοή και παράβαση γέννησε στον άνθρωπο την αρρώστια, την εξαθλίωση, την εγκατάλειψη, τον πόνο και τέλος τον θάνατο. Μπροστά σ αὐτὰ τα δεινά ο άνθρωπος ευτυχώς δεν έμεινε μόνος.
Γιατί από τότε ακριβώς ξεκινάει το σωτήριο έργο του Θεού. Έτσι ο Χριστός ερχόμενος ως σωτήρας του ανθρώπου, υποσχέθηκε πως θα είναι μαζί του και τελικά η νίκη θα είναι δική του.
Ενώ λοιπόν οι άνθρωποι, πριν έλθει ο Χριστός, βρισκόντουσαν στα χέρια του διαβόλου, τώρα με την έλευσή Του, είναι στα δικά Του χέρια. Αυτό βεβαίως δεν σημαίνει πως ο διάβολος καταργήθηκε. Όχι, γιατί δεν ήλθε ακόμη η ώρα του. Υπάρχει και συνεχίζει να πειράζει και να διαστρεβλώνει το θέλημα του Θεού.
Όμως υπάρχει η χάρη του Χριστού, η πρεσβεία της Θεοτόκου και όλων των Αγίων μας, μαζί με τη δική μας αγωνιστικότητα, που μας φυλάει και μας προστατεύει από την κακότητα του διαβόλου.
Αγαπητοί αδελφοί, ο Χριστός μας έμαθε να προσευχόμαστε και να ζητούμε το «αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού», δηλαδή να μας γλυτώνει από την κακότητα του διαβόλου.
Και η Εκκλησία προβάλλοντας τις θαυματουργικές επεμβάσεις του Χριστού στους δαιμονιζόμενος, μας υπενθυμίζει ότι οφείλουμε να βρισκόμαστε πάντα άγρυπνοι και ετοιμοπόλεμοι για τον πνευματικό αγώνα. Επειδή ο διάβολος ποτέ δεν κοιμάται• ποτέ δεν ησυχάζει και ποτέ δεν παρατάει τα οδυνηρά βέλη του.
Γιατί αυτός, που πάντα πονηρά πορεύεται και μισεί τον άνθρωπο, θέλει το κακό του, τον εξευτελισμό, την απαξίωση, τη χλεύη, την απογοήτευση, την καταστροφή.
Ενώ ο Χριστός επιθυμεί και εργάζεται για την σωτηρία, το ωφέλιμο, το δίκαιο, το άγιο. Τιμάει τον άνθρωπο και τον περιβάλλει με την αγάπη Του. Επιθυμεί να προσφέρει τη δική Του ζωή με μια μονάχα προϋπόθεση• να το θέλουμε και εμείς οι ίδιοι.
Το να απορρίπτουμε δε αυτή την βασική βοήθεια, που μας χαρίζει ασφάλεια, σωτηρία, ειρήνη και την χάρη του Χριστού είναι τουλάχιστον μια επιπόλαιη και επικίνδυνη επιλογή με πολύ βαρύ κόστος.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ ΛΟΥΚΑ
(Λουκ. 8, 27-39)
Αρχιμανδρίτου Νικηφόρου Πασσά
Ιεροκήρυκος Ιεράς Μητροπόλεως
22-10-06
Πέραν όμως της θεϊκής δυνάμεως και εξουσίας του Χριστού επάνω στους ανθρώπους και τα πράγματα• πέραν της ευσπλαγχνίας και φιλανθρωπίας Του, υπάρχει και το πνευματικό μέρος. Η Εκκλησία με την παρουσίαση αυτών των επεμβάσεων του Χριστού, επιθυμεί να τονίσει ότι ο μοναδικός μας εχθρός είναι ο διάβολος.
Αυτό βεβαίως δεν πρέπει να το ξεχνούμε. Να μην ξεχνούμε δηλαδή τον κίνδυνο που διατρέχουμε κάθε στιγμή από την κακότητα και διαστροφή του διαβόλου, που πάντα παραμονεύει να βρει την κατάλληλη στιγμή.
Γράφει ο απόστολος Παύλος• «πραγματικά δεν έχουμε να παλαίψουμε προς αντιπάλους όμοιους με εμάς με αίμα και σάρκα σαν την δική μας. Αλλ ἡ πάλη και ο πόλεμος είναι προς τις εξουσίες, προς τα διαβολικά αυτά πράγματα, προς τους κοσμοκράτορες των βυθισμένων στο ηθικό σκοτάδι, το οποίο επικρατεί στον αιώνα τούτο».
Επειδή δε η πάλη η δική μας είναι εναντίον των διαβολικών ενεργειών, γι αὐτὸ και η Εκκλησία δεν σταματά το έργο της, «να μορφώση κοινωνικώς ευπρεπείς και πολιτικώς χρηστούς τύπους ανθρώπων». Πάει πιο πέρα και ζητεί να μορφώσει τον Χριστό στις καρδιές των πιστών• να κάνει αγίους ανθρώπους, που θα έχουν τη δυνατότητα για την πάλη με το κακό και συνεπώς να διασώζουν την ύπαρξή τους.
Έτσι, όπως γίνεται αντιληπτό, ο κίνδυνος που διατρέχουμε δεν είναι φυσικός, δηλαδή κάποια καταστροφή η πείνα η αρρώστια η θάνατος, μήτε ο,τι συνήθως λέγεται «ηθικός», μα είναι κίνδυνος «πνευματικός».
Και ακόμη καλύτερα, κίνδυνος υπερφυσικός• κίνδυνος που προέρχεται όχι από την γη, αλλά απ τὸν ουρανό. Το λέγει ξεκάθαρα ο απόστολος Παύλος, όταν υπογραμμίζει με νόημα• «εν τοις επουρανίοις».
Για τον λόγο αυτό, παλεύοντας με έναν τέτοιο πνευματικό - υπερφυσικό εχθρό, τον διάβολο, δεν είναι αρκετή η καταπολέμηση «δια μόνης της έπιβολής της θελήσεως και του ορθού λόγου». Αυτά μόνα τους δεν φθάνουν, χαρακτηριζόμενα άλλωστε ως ανεπαρκή και αδύναμα.
Χρειάζεται πρωτίστως η Θεία Χάρη, που «εν ασθενεία τελειούται». Αυτή «καθαίρει, φωτίζει και ενισχύει» τους ανθρώπους. Καθιστά τις ανθρώπινες υπάρξεις άτρωτες και φρούρια απόρθητα. Έτσι αισθάνονται ασφαλείς και ενδυναμώνουν την πίστη τους στον Χριστό.
Πρέπει δε να πούμε πως ετούτος ο πόλεμος του διαβόλου ενάντια στον άνθρωπο, είναι πολύ παλιός, όσο και αυτός ο άνθρωπος. Γνωστή είναι η παρακοή του θεϊκού θελήματος και η παράβαση της εντολής Του.
Και από τότε αρχίζουν τα βάσανα για τον άνθρωπο, ως κληρονομιά της παρακοής και της παράβασης της θεϊκής εντολής. Η τότε παρακοή και παράβαση γέννησε στον άνθρωπο την αρρώστια, την εξαθλίωση, την εγκατάλειψη, τον πόνο και τέλος τον θάνατο. Μπροστά σ αὐτὰ τα δεινά ο άνθρωπος ευτυχώς δεν έμεινε μόνος.
Γιατί από τότε ακριβώς ξεκινάει το σωτήριο έργο του Θεού. Έτσι ο Χριστός ερχόμενος ως σωτήρας του ανθρώπου, υποσχέθηκε πως θα είναι μαζί του και τελικά η νίκη θα είναι δική του.
Ενώ λοιπόν οι άνθρωποι, πριν έλθει ο Χριστός, βρισκόντουσαν στα χέρια του διαβόλου, τώρα με την έλευσή Του, είναι στα δικά Του χέρια. Αυτό βεβαίως δεν σημαίνει πως ο διάβολος καταργήθηκε. Όχι, γιατί δεν ήλθε ακόμη η ώρα του. Υπάρχει και συνεχίζει να πειράζει και να διαστρεβλώνει το θέλημα του Θεού.
Όμως υπάρχει η χάρη του Χριστού, η πρεσβεία της Θεοτόκου και όλων των Αγίων μας, μαζί με τη δική μας αγωνιστικότητα, που μας φυλάει και μας προστατεύει από την κακότητα του διαβόλου.
Αγαπητοί αδελφοί, ο Χριστός μας έμαθε να προσευχόμαστε και να ζητούμε το «αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού», δηλαδή να μας γλυτώνει από την κακότητα του διαβόλου.
Και η Εκκλησία προβάλλοντας τις θαυματουργικές επεμβάσεις του Χριστού στους δαιμονιζόμενος, μας υπενθυμίζει ότι οφείλουμε να βρισκόμαστε πάντα άγρυπνοι και ετοιμοπόλεμοι για τον πνευματικό αγώνα. Επειδή ο διάβολος ποτέ δεν κοιμάται• ποτέ δεν ησυχάζει και ποτέ δεν παρατάει τα οδυνηρά βέλη του.
Γιατί αυτός, που πάντα πονηρά πορεύεται και μισεί τον άνθρωπο, θέλει το κακό του, τον εξευτελισμό, την απαξίωση, τη χλεύη, την απογοήτευση, την καταστροφή.
Ενώ ο Χριστός επιθυμεί και εργάζεται για την σωτηρία, το ωφέλιμο, το δίκαιο, το άγιο. Τιμάει τον άνθρωπο και τον περιβάλλει με την αγάπη Του. Επιθυμεί να προσφέρει τη δική Του ζωή με μια μονάχα προϋπόθεση• να το θέλουμε και εμείς οι ίδιοι.
Το να απορρίπτουμε δε αυτή την βασική βοήθεια, που μας χαρίζει ασφάλεια, σωτηρία, ειρήνη και την χάρη του Χριστού είναι τουλάχιστον μια επιπόλαιη και επικίνδυνη επιλογή με πολύ βαρύ κόστος.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ ΛΟΥΚΑ
(Λουκ. 8, 27-39)
Αρχιμανδρίτου Νικηφόρου Πασσά
Ιεροκήρυκος Ιεράς Μητροπόλεως
22-10-06
Ο ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΙΚΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ
Δεν θα ήταν δύσκολο να γίνει αποδεκτό απ όλον τον κόσμο το αποκαλυπτικό περιεχόμενο του ευαγγελικού κηρύγματος της Εκκλησίας, αν δεν διεκδικούσαν και άλλα θρησκεύματα, κυρίως ανατολικά, την δήθεν εξ αποκαλύψεως προέλευσή του. Η μαρτυρία όμως του απ. Παύλου και τα θεολογικά νοήματα των επιστολών του αποτελούν το συγκριτικό πλεονέκτημα απέναντι στα πιστεύω και τα σεβάσματα των άλλων λαών.
«Πρέπει να γνωρίζετε πως το Ευαγγέλιο… εγώ το παρέλαβα, ούτε το διδάχθηκα από άνθρωπο, αλλά μου το αποκάλυψε ο Ιησούς Χριστός», λέει στη επιστολή του προς Γαλάτας. Δεν είναι εύκολο ο κοινός νους να εξηγήσει το πως αποκαλύφθηκε σ’ έναν πρώην διώκτη της Εκκλησίας η σοφία της χριστιανικής πίστεως. Είναι όμως άξιο θαυμασμού το πως ο ίδιος εξηγεί την απρόσμενη αυτή εξέλιξη στην προσωπική του ζωή. Η διάθεσή του απέναντι στην πρώτη Εκκλησία, όσο ακόμα πίστευε στην ιουδαϊκή θρησκεία, ήταν εμφανώς εχθρική και την εκδήλωνε με πράξεις διωγμού έναντι των χριστιανών. «καταδίωκα με πάθος την εκκλησία του Θεού», αναφέρει ο ίδιος στην επιστολή του.
Δεν είναι εύκολο ένας ιουδαίος ζηλωτής των παραδόσεων της εβραϊκή συναγωγής και του ιουδαϊκού εθνικισμού, από την μια στιγμή στην άλλη, να κάνει πλήρη στροφή και να πηγαίνει στην απέναντι όχθη του ποταμού, δηλαδή να ασπάζεται το ευαγγέλιο του Θεανθρώπου. Και γίνεται πιο απίστευτο, όταν ο ίδιος μαρτυρεί με έμφαση ότι «επόρθουν αυτήν (την Εκκλησίας)’, δηλαδή προσπαθούσε να εξαφανίσει την Εκκλησία. Για τον λόγο αυτόν η διαβεβαίωσή του, ότι η διδασκαλία του ευαγγελικού κηρύγματός του είναι εξ αποκαλύψεως Θεού, αποκτά πολύ μεγάλη βαρύτητα. Γιατί ο διώκτης έγινε Απόστολος και η απειλή να αφανίσει την Εκκλησία μετατράπηκε σε εξάπλωσή της «εις πάντα τα έθνη». Τέτοιες θαυμαστές αλλοιώσεις και αλλαγές μόνο η δύναμη της χάριτος του Θεού μπορεί να πραγματοποιήσει. Όπως ο Χριστός μετέτρεψε τους απλούς ψαράδες της Γαλιλαίας σε «αλιείς ανθρώπων», έτσι και τον διώκτη Σαούλ τον μετέτρεψε σε μέγα απόστολο των εθνών.
Η φράση του απ. Παύλου ότι «όταν ο Θεός ευδόκησε να μου αποκαλύψει τον Υιό του για να τον ευαγγελίζομαι, δηλ. να τον κηρύττω και να διδάσκω στα έθνη», είναι αρκετή για να προκαλέσει τον θεολογικό σεισμό τόσο στην θεολογία των προγόνων του, όσο και στις περί Θεού δοξασίες της εποχής του και πέρα απ αυτή.
Η θεολογία του απ. Παύλου, εναρμονισμένη στην θεολογία της Εκκλησίας, στέκεται στο μέσο μεταξύ των μονοθεϊστών και των πολυθεϊστών και το καλύπτει με την αποκαλυπτική γνώση και σοφία του υιού του Θεού που έγινε άνθρωπος. Δεν αφήνει πλέον χώρο να καλυφθεί από την αθεΐα.
Είναι σημαντικό ότι ο αόρατος και απρόσιτος Θεός γίνεται κατά χάριν ορατός και κατανοητός μέσω του Υιού του, ο οποίος είναι «εικόνα του αόρατου Θεού… αιώνια γεννημένος, άκτιστος, πριν από την κτίση, γιατί τα πάντα τα ορατά και τα αόρατα ήλθαν στην ζωή, στην ύπαρξη δι αυτού». Ο Ιησούς Χριστός είναι εκείνος που εξήγησε, αποκάλυψε, φανέρωσε στους ανθρώπους τον αληθινό θεό. Και η μαρτυρία Του είναι τόσο αληθινή και αυθεντική, γιατί είναι αυτός που, ως μονογενής Υιός, βρίσκεται στους κόλπους του Θεού Πατέρα, είναι ένα μαζί του, και έχει την πλήρη γνώση για να τον αποκαλύψει και να τον γνωρίσει στους ανθρώπους.
Μετά την απομυθοποίηση των πάντων, ο σύγχρονος άνθρωπος έχασε την νοσταλγία του αιώνιου, του αληθινού. Και δυστυχώς το κενό που δημιουργήθηκε δεν μπόρεσε ούτε η σύγχρονη επιστήμη, ούτε ο σύγχρονος τρόπος ζωής να το καλύψει. Και στην προσπάθειά του να το βρει παρασύρθηκε σε ουτοπικές φαντασιώσεις και ηθικές παρεκκλίσεις. Και έγινε περισσότερο αιχμάλωτος στην απογοήτευση της φθοράς του κόσμου.
Αγαπητοί αδελφοί, η Εκκλησία παρόλα αυτά διατηρεί την γεύση του αιώνιου, διατηρεί την χάρη του Παρακλήτου, κρατά ζωντανή την θεία γνώση, όπως την αποκάλυψε ο Χριστός και την διέδωσαν οι Απόστολοι και οι Πατέρες. Και καλεί τον σύγχρονο άνθρωπο κάθε ηλικίας και κοινωνικής ομάδας να αφήσει τον μύθο της απελευθέρωσης από την ζεστασιά της θείας αγάπης. Να έλθει να ξανανιώσει την χάρη του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, να ζωογονηθεί από την αγάπη του Θεού και Πατρός, να συμμετάσχει και πάλι στην κοινωνία του Αγίου Πνεύματος. Να ξαναβρεί την φωλιά του, την πνευματική σιγουριά του, τον Θεό του.
Αμήν
Αρχιμ. Χ. Ν.
«Πρέπει να γνωρίζετε πως το Ευαγγέλιο… εγώ το παρέλαβα, ούτε το διδάχθηκα από άνθρωπο, αλλά μου το αποκάλυψε ο Ιησούς Χριστός», λέει στη επιστολή του προς Γαλάτας. Δεν είναι εύκολο ο κοινός νους να εξηγήσει το πως αποκαλύφθηκε σ’ έναν πρώην διώκτη της Εκκλησίας η σοφία της χριστιανικής πίστεως. Είναι όμως άξιο θαυμασμού το πως ο ίδιος εξηγεί την απρόσμενη αυτή εξέλιξη στην προσωπική του ζωή. Η διάθεσή του απέναντι στην πρώτη Εκκλησία, όσο ακόμα πίστευε στην ιουδαϊκή θρησκεία, ήταν εμφανώς εχθρική και την εκδήλωνε με πράξεις διωγμού έναντι των χριστιανών. «καταδίωκα με πάθος την εκκλησία του Θεού», αναφέρει ο ίδιος στην επιστολή του.
Δεν είναι εύκολο ένας ιουδαίος ζηλωτής των παραδόσεων της εβραϊκή συναγωγής και του ιουδαϊκού εθνικισμού, από την μια στιγμή στην άλλη, να κάνει πλήρη στροφή και να πηγαίνει στην απέναντι όχθη του ποταμού, δηλαδή να ασπάζεται το ευαγγέλιο του Θεανθρώπου. Και γίνεται πιο απίστευτο, όταν ο ίδιος μαρτυρεί με έμφαση ότι «επόρθουν αυτήν (την Εκκλησίας)’, δηλαδή προσπαθούσε να εξαφανίσει την Εκκλησία. Για τον λόγο αυτόν η διαβεβαίωσή του, ότι η διδασκαλία του ευαγγελικού κηρύγματός του είναι εξ αποκαλύψεως Θεού, αποκτά πολύ μεγάλη βαρύτητα. Γιατί ο διώκτης έγινε Απόστολος και η απειλή να αφανίσει την Εκκλησία μετατράπηκε σε εξάπλωσή της «εις πάντα τα έθνη». Τέτοιες θαυμαστές αλλοιώσεις και αλλαγές μόνο η δύναμη της χάριτος του Θεού μπορεί να πραγματοποιήσει. Όπως ο Χριστός μετέτρεψε τους απλούς ψαράδες της Γαλιλαίας σε «αλιείς ανθρώπων», έτσι και τον διώκτη Σαούλ τον μετέτρεψε σε μέγα απόστολο των εθνών.
Η φράση του απ. Παύλου ότι «όταν ο Θεός ευδόκησε να μου αποκαλύψει τον Υιό του για να τον ευαγγελίζομαι, δηλ. να τον κηρύττω και να διδάσκω στα έθνη», είναι αρκετή για να προκαλέσει τον θεολογικό σεισμό τόσο στην θεολογία των προγόνων του, όσο και στις περί Θεού δοξασίες της εποχής του και πέρα απ αυτή.
Η θεολογία του απ. Παύλου, εναρμονισμένη στην θεολογία της Εκκλησίας, στέκεται στο μέσο μεταξύ των μονοθεϊστών και των πολυθεϊστών και το καλύπτει με την αποκαλυπτική γνώση και σοφία του υιού του Θεού που έγινε άνθρωπος. Δεν αφήνει πλέον χώρο να καλυφθεί από την αθεΐα.
Είναι σημαντικό ότι ο αόρατος και απρόσιτος Θεός γίνεται κατά χάριν ορατός και κατανοητός μέσω του Υιού του, ο οποίος είναι «εικόνα του αόρατου Θεού… αιώνια γεννημένος, άκτιστος, πριν από την κτίση, γιατί τα πάντα τα ορατά και τα αόρατα ήλθαν στην ζωή, στην ύπαρξη δι αυτού». Ο Ιησούς Χριστός είναι εκείνος που εξήγησε, αποκάλυψε, φανέρωσε στους ανθρώπους τον αληθινό θεό. Και η μαρτυρία Του είναι τόσο αληθινή και αυθεντική, γιατί είναι αυτός που, ως μονογενής Υιός, βρίσκεται στους κόλπους του Θεού Πατέρα, είναι ένα μαζί του, και έχει την πλήρη γνώση για να τον αποκαλύψει και να τον γνωρίσει στους ανθρώπους.
Μετά την απομυθοποίηση των πάντων, ο σύγχρονος άνθρωπος έχασε την νοσταλγία του αιώνιου, του αληθινού. Και δυστυχώς το κενό που δημιουργήθηκε δεν μπόρεσε ούτε η σύγχρονη επιστήμη, ούτε ο σύγχρονος τρόπος ζωής να το καλύψει. Και στην προσπάθειά του να το βρει παρασύρθηκε σε ουτοπικές φαντασιώσεις και ηθικές παρεκκλίσεις. Και έγινε περισσότερο αιχμάλωτος στην απογοήτευση της φθοράς του κόσμου.
Αγαπητοί αδελφοί, η Εκκλησία παρόλα αυτά διατηρεί την γεύση του αιώνιου, διατηρεί την χάρη του Παρακλήτου, κρατά ζωντανή την θεία γνώση, όπως την αποκάλυψε ο Χριστός και την διέδωσαν οι Απόστολοι και οι Πατέρες. Και καλεί τον σύγχρονο άνθρωπο κάθε ηλικίας και κοινωνικής ομάδας να αφήσει τον μύθο της απελευθέρωσης από την ζεστασιά της θείας αγάπης. Να έλθει να ξανανιώσει την χάρη του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, να ζωογονηθεί από την αγάπη του Θεού και Πατρός, να συμμετάσχει και πάλι στην κοινωνία του Αγίου Πνεύματος. Να ξαναβρεί την φωλιά του, την πνευματική σιγουριά του, τον Θεό του.
Αμήν
Αρχιμ. Χ. Ν.
Προς Γαλάτας α’, 11-19
11 Γνωρίζω δε υμίν, αδελφοί, το ευαγγέλιον το ευαγγελισθέν υπ' εμού ότι ουκ έστι κατά άνθρωπον•
12 ουδέ γαρ εγώ παρά ανθρώπου παρέλαβον αυτό ούτε εδιδάχθην, αλλά δι' αποκαλύψεως Ιησού Χριστού.
13 Ηκούσατε γαρ την εμήν αναστροφήν ποτε εν τω Ιουδαϊσμώ, ότι καθ' υπερβολήν εδίωκον την εκκλησίαν του Θεού και επόρθουν αυτήν,
14 και προέκοπτον εν τω Ιουδαϊσμῷ υπέρ πολλούς συνηλικιώτας εν τω γένει μου, περισσοτέρως ζηλωτής υπάρχων των πατρικών μου παραδόσεων.
15 Ότε δε ευδόκησεν ο Θεός ο αφορίσας με εκ κοιλίας μητρός μου και καλέσας δια της χάριτος αυτού
16 αποκαλύψαι τον υιόν αυτού εν εμοί, ίνα ευαγγελίζωμαι αυτόν εν τοις έθνεσιν, ευθέως ου προσανεθέμην σαρκί και αίματι,
17 ουδέ ανήλθον εις Ιεροσόλυμα προς τους προ εμού αποστόλους, αλλά απήλθον εις Αραβίαν, και πάλιν υπέστρεψα εις Δαμασκόν.
18 Έπειτα μετά έτη τρία ανήλθον εις Ιεροσόλυμα ιστορήσαι Πετρον, και επέμεινα προς αυτόν ημέρας δεκαπέντε•
19 έτερον δε των αποστόλων ουκ είδον ει μη Ιακωβον τον αδελφόν του Κυρίου.
Νεοελληνική απόδοσις
11 Σας κάνω γνωστόν, αδελφοί, ότι το ευαγγέλιον, το οποίον κηρύχθηκε από μένα, δεν είναι ανθρώπινον,
12 διότι ούτε το επήρα ούτε το διδάχθηκα από ανθρώπους αλλά δι’ αποκαλύψεως Ιησού Χριστού.
13 Έχετε ακούσει, βέβαια, την άλλοτε διαγωγήν μου εις τον Ιουδαϊσμόν, ότι δηλαδή υπερβολικά κατεδίωκα την εκκλησίαν του Θεού και την πολεμούσα.
14 Και είχα μεγαλύτερες προόδους εις τον Ιουδαϊσμόν από πολλούς συνομηλίκους συμπατριώτες μου, με τον υπερβολικόν ζήλον που έδειχνα για τις πατρικές μου παραδόσεις.
15 Όταν όμως ευδόκησε ο Θεός, ο οποίος με ξεχώρισε από την κοιλιά της μητέρας μου και με κάλεσε δια της χάριτός του, να αποκαλύψη μέσα μου τον Υιόν του,
16 δια να κηρύττω αυτόν εις τα έθνη, αμέσως δεν συμβουλεύθηκα ανθρώπους,
17 ούτε ανέβηκα εις τα Ιεροσόλυμα προς εκείνους που ήσαν απόστολοι πριν από μένα, αλλ’ έφυγα στην Αραβίαν και πάλιν επέστρεψα στην Δαμασκόν.
18 Έπειτα, ύστερα από τρία χρόνια, ανέβηκα στα Ιεροσόλυμα για να γνωρίσω τον Πέτρον και έμεινα κοντά του δέκα πέντε ημέρςς.
19 Άλλον από τους αποστόλους δεν είδα παρά τον Ιάκωβον, τον αδελφόν του Κυρίου.
Σύντομο σχόλιο
Ο Ιησούς Χριστός, ο αληθινός Θεός, αποκαλύφθηκε στον απόστολο Παύλο, και παρότι δεν γνώρισε τον Ιησού, όπως οι υπόλοιποι απόστολοι οι οποίοι έζησαν μαζί Του κατά την τριετή δράση του στην γη, εντούτοις το ευαγγέλιο που κήρυττε στα έθνη ήταν το ίδιο με αυτό των υπολοίπων αποστόλων, το οποίο δεν προερχόταν από μαθητεία κοντά σε κάποιον απόστολο, αλλά από τον ίδιο τον Ιησού Χριστό.
Λουκ. ‘η 27-39
27 Εξελθόντι δε αυτώ επί την γην υπήντησεν αυτώ ανήρ τις εκ της πόλεως, ος είχε δαιμόνια εκ χρόνων ικανών, και ιμάτιον ουκ ενεδιδύσκετο και εν οικία ουκ έμενεν, αλλ ἐν τοις μνήμασιν.
28 Ιδών δε τον Ιησούν και ανακράξας προσέπεσεν αυτώ και φωνή μεγάλη είπε• τι εμοί και σοι, Ιησού, υιέ του Θεού του υψίστου; δέομαί σου, μη με βασανίσης.
29 Παρήγγειλε γαρ τω πνεύματι τω ακαθάρτω εξελθείν από του ανθρώπου. Πολλοίς γαρ χρόνοις συνηρπάκει αυτόν, και εδεσμείτο αλύσεσι και πέδαις φυλασσόμενος, και διαρρήσσων τα δεσμά ηλαύνετο υπό του δαίμονος εις τας ερήμους.
30 Επηρώτησε δε αυτόν ο Ιησοῦς λέγων• τι σοι εστιν όνομα; Ο δε είπε• λεγεών• ότι δαιμόνια πολλά εισήλθεν εις αυτόν•
31 Και παρεκάλει αυτόν ίνα μη επιτάξη αυτοίς εις την άβυσσον απελθείν.
32 Ην δε εκεί αγέλη χοίρων ικανών βοσκομένων εν τω όρει• και παρεκάλουν αυτόν ίνα επιτρέψη αυτοίς εις εκείνους εισελθείν• και επέτρεψεν αυτοίς.
33 Εξελθόντα δε τα δαιμόνια από του ανθρώπου εισήλθον εις τους χοίρους, και ώρμησεν η αγέλη κατά του κρημνού εις την λίμνην και απεπνίγη.
34 Ιδόντες δε οι βόσκοντες το γεγενημένον έφυγον, και απήγγειλαν εις την πόλιν και εις τους αγρούς.
35 Εξήλθον δε ιδείν το γεγονός, και ήλθον προς τον Ιησούν και εύρον καθήμενον τον άνθρωπον, αφ οὗ τα δαιμόνια εξεληλύθει, ιματισμένον και σωφρονούντα παρά τους πόδας του Ιησού, και εφοβήθησαν.
36 Απήγγειλαν δε αυτοίς οι ιδόντες πως εσώθη ο δαιμονισθείς.
37 Και ηρώτησαν αυτόν άπαν το πλήθος της περιχώρου των Γαδαρηνών απελθείν απ αὐτῶν, ότι φόβω μεγάλω συνείχοντο• αυτός δε εμβάς εις το πλοίον υπέστρεψεν.
38 Εδέετο δε αυτού ο ανήρ, αφ οὗ εξεληλύθει τα δαιμόνια, είναι συν αυτώ• απέλυσε δε αυτόν ο Ιησούς λέγων•
39 υπόστρεφε εις τον οίκόν σου και διηγού όσα εποίησέ σοι ο Θεός. Και απήλθε καθ ὅλην την πόλιν κηρύσσων όσα εποίησεν αυτώ ο Ιησούς.
Νεοελληνική απόδοσις
27 Όταν εβγήκε εις την ξηράν, τον συνήντησε κάποιος από την πόλιν, ο οποίος είχε δαιμόνια από πολλά χρόνια• δεν ήτανε ντυμένος και δεν έμενε σε σπίτι αλλά εις τα μνήματα.
28 Όταν είδε τον Ιησούν, έκραξε και έπεσε εις τα πόδια του και με δυνατήν φωνήν είπε, «Τι σχέση έχω εγώ με σένα, Ιησού, Υιέ του Θεού του Υψίστου; Σε παρακαλώ μη με βασανίσης».
29 Διότι ο Ιησούς είχε διατάξει το πνεύμα το ακάθαρτον να βγη από τον άνθρωπον. Πολλές φορές τον έπιανε και τότε τον έδεναν με αλυσίδες και χειροπέδες και τον εφύλαγαν. Αυτός όμως έσπαζε τα δεσμά και εφέρετο από το δαιμόνιον εις τας ερήμους.
30 Τον ερώτησε δε ο Ιησούς, «Ποιό είναι το όνομά σου;» Εκείνος δε είπε, «Λεγεών», διότι είχαν μπη πολλά δαιμόνια μέσα του,
31 και τον παρακαλούσαν να μη τα διατάξη να πάνε εις την άβυσσον.
32 Υπήρχε δε εκεί μία αγέλη από χοίρους που έβοσκε εις το βουνό. Και τον παρεκάλεσαν να τους επιτρέψη να μπουν εις εκείνους. Και τους το επέτρεψε.
33 Εβγήκαν τα δαιμόνια από τον άνθρωπον, εμπήκαν εις τους χοίρους και ώρμησε η αγέλη προς τον κρημνόν και έπεσε εις την λίμνην και επνίγηκε.
34 Όταν οι βοσκοί είδαν τι συνέβη, έφυγαν και το ανήγγειλαν εις την πόλιν και εις την ύπαιθρον.
35 Εβγήκαν δε μερικοί να ιδούν το γεγονός και ήλθαν εις τον Ιησούν και ευρήκαν τον άνθρωπον, από τον οποίον είχαν βγη τα δαιμόνια, να κάθεται κοντά στα πόδια του Ιησού, ντυμένος και σωφρονισμένος, και εφοβήθηκαν.
36 Αυτόπται μάρτυρες επίσης τους είπαν πως εθεραπεύθηκε ο δαιμονισμένος.
37 Τότε όλος ο πληθυσμός της περιοχής των Γαδαρηνών τον παρεκάλεσε να φύγη απ’ αυτούς, διότι κατείχοντο από φόβον μεγάλον. Αυτός τότε εμπήκε εις το πλοιάριον και επέστρεψε.
38 Ο άνθρωπος από τον οποίον είχαν βγη τα δαιμόνια, παρεκάλεσε να μείνη μαζί του, αλλ’ ο Ιησούς του είπε να φύγη με τα εξής λόγια,
39 «Γύρισε εις το σπίτι σου και διηγού όσα σου έκαμε ο Θεός». Και έφυγε και έλεγε εις όλην την πόλιν όσα του έκαμε ο Ιησούς.
Σύντομο σχόλιο
Καμία σχέση του Θεού με τον σατανά και τα όργανά του. Όπου εμφανίζεται ο Ιησούς Χριστός, το φως το αληθινό, εκεί χάνεται το σκότος του κακού και του διαβόλου. Ορισμένοι όμως άνθρωποι, αντί να χαρούν το φως, προτιμούν το σκοτάδι, όπως οι Γαδαρηνοί οι οποίοι αντί να χαρούν που σώθηκε ο συνάνθρωπός τους, φοβήθηκαν μήπως χάσουν και άλλα περιουσιακά στοιχεία και ζήτησαν από τον Ιησού να φύγει.
12 ουδέ γαρ εγώ παρά ανθρώπου παρέλαβον αυτό ούτε εδιδάχθην, αλλά δι' αποκαλύψεως Ιησού Χριστού.
13 Ηκούσατε γαρ την εμήν αναστροφήν ποτε εν τω Ιουδαϊσμώ, ότι καθ' υπερβολήν εδίωκον την εκκλησίαν του Θεού και επόρθουν αυτήν,
14 και προέκοπτον εν τω Ιουδαϊσμῷ υπέρ πολλούς συνηλικιώτας εν τω γένει μου, περισσοτέρως ζηλωτής υπάρχων των πατρικών μου παραδόσεων.
15 Ότε δε ευδόκησεν ο Θεός ο αφορίσας με εκ κοιλίας μητρός μου και καλέσας δια της χάριτος αυτού
16 αποκαλύψαι τον υιόν αυτού εν εμοί, ίνα ευαγγελίζωμαι αυτόν εν τοις έθνεσιν, ευθέως ου προσανεθέμην σαρκί και αίματι,
17 ουδέ ανήλθον εις Ιεροσόλυμα προς τους προ εμού αποστόλους, αλλά απήλθον εις Αραβίαν, και πάλιν υπέστρεψα εις Δαμασκόν.
18 Έπειτα μετά έτη τρία ανήλθον εις Ιεροσόλυμα ιστορήσαι Πετρον, και επέμεινα προς αυτόν ημέρας δεκαπέντε•
19 έτερον δε των αποστόλων ουκ είδον ει μη Ιακωβον τον αδελφόν του Κυρίου.
Νεοελληνική απόδοσις
11 Σας κάνω γνωστόν, αδελφοί, ότι το ευαγγέλιον, το οποίον κηρύχθηκε από μένα, δεν είναι ανθρώπινον,
12 διότι ούτε το επήρα ούτε το διδάχθηκα από ανθρώπους αλλά δι’ αποκαλύψεως Ιησού Χριστού.
13 Έχετε ακούσει, βέβαια, την άλλοτε διαγωγήν μου εις τον Ιουδαϊσμόν, ότι δηλαδή υπερβολικά κατεδίωκα την εκκλησίαν του Θεού και την πολεμούσα.
14 Και είχα μεγαλύτερες προόδους εις τον Ιουδαϊσμόν από πολλούς συνομηλίκους συμπατριώτες μου, με τον υπερβολικόν ζήλον που έδειχνα για τις πατρικές μου παραδόσεις.
15 Όταν όμως ευδόκησε ο Θεός, ο οποίος με ξεχώρισε από την κοιλιά της μητέρας μου και με κάλεσε δια της χάριτός του, να αποκαλύψη μέσα μου τον Υιόν του,
16 δια να κηρύττω αυτόν εις τα έθνη, αμέσως δεν συμβουλεύθηκα ανθρώπους,
17 ούτε ανέβηκα εις τα Ιεροσόλυμα προς εκείνους που ήσαν απόστολοι πριν από μένα, αλλ’ έφυγα στην Αραβίαν και πάλιν επέστρεψα στην Δαμασκόν.
18 Έπειτα, ύστερα από τρία χρόνια, ανέβηκα στα Ιεροσόλυμα για να γνωρίσω τον Πέτρον και έμεινα κοντά του δέκα πέντε ημέρςς.
19 Άλλον από τους αποστόλους δεν είδα παρά τον Ιάκωβον, τον αδελφόν του Κυρίου.
Σύντομο σχόλιο
Ο Ιησούς Χριστός, ο αληθινός Θεός, αποκαλύφθηκε στον απόστολο Παύλο, και παρότι δεν γνώρισε τον Ιησού, όπως οι υπόλοιποι απόστολοι οι οποίοι έζησαν μαζί Του κατά την τριετή δράση του στην γη, εντούτοις το ευαγγέλιο που κήρυττε στα έθνη ήταν το ίδιο με αυτό των υπολοίπων αποστόλων, το οποίο δεν προερχόταν από μαθητεία κοντά σε κάποιον απόστολο, αλλά από τον ίδιο τον Ιησού Χριστό.
Λουκ. ‘η 27-39
27 Εξελθόντι δε αυτώ επί την γην υπήντησεν αυτώ ανήρ τις εκ της πόλεως, ος είχε δαιμόνια εκ χρόνων ικανών, και ιμάτιον ουκ ενεδιδύσκετο και εν οικία ουκ έμενεν, αλλ ἐν τοις μνήμασιν.
28 Ιδών δε τον Ιησούν και ανακράξας προσέπεσεν αυτώ και φωνή μεγάλη είπε• τι εμοί και σοι, Ιησού, υιέ του Θεού του υψίστου; δέομαί σου, μη με βασανίσης.
29 Παρήγγειλε γαρ τω πνεύματι τω ακαθάρτω εξελθείν από του ανθρώπου. Πολλοίς γαρ χρόνοις συνηρπάκει αυτόν, και εδεσμείτο αλύσεσι και πέδαις φυλασσόμενος, και διαρρήσσων τα δεσμά ηλαύνετο υπό του δαίμονος εις τας ερήμους.
30 Επηρώτησε δε αυτόν ο Ιησοῦς λέγων• τι σοι εστιν όνομα; Ο δε είπε• λεγεών• ότι δαιμόνια πολλά εισήλθεν εις αυτόν•
31 Και παρεκάλει αυτόν ίνα μη επιτάξη αυτοίς εις την άβυσσον απελθείν.
32 Ην δε εκεί αγέλη χοίρων ικανών βοσκομένων εν τω όρει• και παρεκάλουν αυτόν ίνα επιτρέψη αυτοίς εις εκείνους εισελθείν• και επέτρεψεν αυτοίς.
33 Εξελθόντα δε τα δαιμόνια από του ανθρώπου εισήλθον εις τους χοίρους, και ώρμησεν η αγέλη κατά του κρημνού εις την λίμνην και απεπνίγη.
34 Ιδόντες δε οι βόσκοντες το γεγενημένον έφυγον, και απήγγειλαν εις την πόλιν και εις τους αγρούς.
35 Εξήλθον δε ιδείν το γεγονός, και ήλθον προς τον Ιησούν και εύρον καθήμενον τον άνθρωπον, αφ οὗ τα δαιμόνια εξεληλύθει, ιματισμένον και σωφρονούντα παρά τους πόδας του Ιησού, και εφοβήθησαν.
36 Απήγγειλαν δε αυτοίς οι ιδόντες πως εσώθη ο δαιμονισθείς.
37 Και ηρώτησαν αυτόν άπαν το πλήθος της περιχώρου των Γαδαρηνών απελθείν απ αὐτῶν, ότι φόβω μεγάλω συνείχοντο• αυτός δε εμβάς εις το πλοίον υπέστρεψεν.
38 Εδέετο δε αυτού ο ανήρ, αφ οὗ εξεληλύθει τα δαιμόνια, είναι συν αυτώ• απέλυσε δε αυτόν ο Ιησούς λέγων•
39 υπόστρεφε εις τον οίκόν σου και διηγού όσα εποίησέ σοι ο Θεός. Και απήλθε καθ ὅλην την πόλιν κηρύσσων όσα εποίησεν αυτώ ο Ιησούς.
Νεοελληνική απόδοσις
27 Όταν εβγήκε εις την ξηράν, τον συνήντησε κάποιος από την πόλιν, ο οποίος είχε δαιμόνια από πολλά χρόνια• δεν ήτανε ντυμένος και δεν έμενε σε σπίτι αλλά εις τα μνήματα.
28 Όταν είδε τον Ιησούν, έκραξε και έπεσε εις τα πόδια του και με δυνατήν φωνήν είπε, «Τι σχέση έχω εγώ με σένα, Ιησού, Υιέ του Θεού του Υψίστου; Σε παρακαλώ μη με βασανίσης».
29 Διότι ο Ιησούς είχε διατάξει το πνεύμα το ακάθαρτον να βγη από τον άνθρωπον. Πολλές φορές τον έπιανε και τότε τον έδεναν με αλυσίδες και χειροπέδες και τον εφύλαγαν. Αυτός όμως έσπαζε τα δεσμά και εφέρετο από το δαιμόνιον εις τας ερήμους.
30 Τον ερώτησε δε ο Ιησούς, «Ποιό είναι το όνομά σου;» Εκείνος δε είπε, «Λεγεών», διότι είχαν μπη πολλά δαιμόνια μέσα του,
31 και τον παρακαλούσαν να μη τα διατάξη να πάνε εις την άβυσσον.
32 Υπήρχε δε εκεί μία αγέλη από χοίρους που έβοσκε εις το βουνό. Και τον παρεκάλεσαν να τους επιτρέψη να μπουν εις εκείνους. Και τους το επέτρεψε.
33 Εβγήκαν τα δαιμόνια από τον άνθρωπον, εμπήκαν εις τους χοίρους και ώρμησε η αγέλη προς τον κρημνόν και έπεσε εις την λίμνην και επνίγηκε.
34 Όταν οι βοσκοί είδαν τι συνέβη, έφυγαν και το ανήγγειλαν εις την πόλιν και εις την ύπαιθρον.
35 Εβγήκαν δε μερικοί να ιδούν το γεγονός και ήλθαν εις τον Ιησούν και ευρήκαν τον άνθρωπον, από τον οποίον είχαν βγη τα δαιμόνια, να κάθεται κοντά στα πόδια του Ιησού, ντυμένος και σωφρονισμένος, και εφοβήθηκαν.
36 Αυτόπται μάρτυρες επίσης τους είπαν πως εθεραπεύθηκε ο δαιμονισμένος.
37 Τότε όλος ο πληθυσμός της περιοχής των Γαδαρηνών τον παρεκάλεσε να φύγη απ’ αυτούς, διότι κατείχοντο από φόβον μεγάλον. Αυτός τότε εμπήκε εις το πλοιάριον και επέστρεψε.
38 Ο άνθρωπος από τον οποίον είχαν βγη τα δαιμόνια, παρεκάλεσε να μείνη μαζί του, αλλ’ ο Ιησούς του είπε να φύγη με τα εξής λόγια,
39 «Γύρισε εις το σπίτι σου και διηγού όσα σου έκαμε ο Θεός». Και έφυγε και έλεγε εις όλην την πόλιν όσα του έκαμε ο Ιησούς.
Σύντομο σχόλιο
Καμία σχέση του Θεού με τον σατανά και τα όργανά του. Όπου εμφανίζεται ο Ιησούς Χριστός, το φως το αληθινό, εκεί χάνεται το σκότος του κακού και του διαβόλου. Ορισμένοι όμως άνθρωποι, αντί να χαρούν το φως, προτιμούν το σκοτάδι, όπως οι Γαδαρηνοί οι οποίοι αντί να χαρούν που σώθηκε ο συνάνθρωπός τους, φοβήθηκαν μήπως χάσουν και άλλα περιουσιακά στοιχεία και ζήτησαν από τον Ιησού να φύγει.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)