Οἱ κρίσεις κρίνουν τούς ἀνθρώπους . Μᾶς θέτουν ἐνώπιον τῶν εὐθυνῶν μας, μᾶς ἀποκαλύπτουν τίς "ἐφεδρεῖες" μας πού βρίσκονταν πίσω ἀπό τήν ἐπιφάνεια, μᾶς ἀπογυμνώνουν ἀπό τυχόν προσχήματα καί δικαιολογίες, μᾶς ἀναδεικνύουν δημιουργούς του παρόντος καί τοῦ μέλλοντος. Χωρίς νά ἀποτελεῖ ἐξαίρεση ἐτούτη ἡ βαθιά οἰκονομική καί ἠθική κρίση πού ταλανίζει τό ἔθνος μας καί ὑπονομεύει τήν κοινωνία μᾶς δεκαετίες τώρα, ἀλλά μόλις πρόσφατα ἐκδηλώθηκε σέ ὅλη της τήν ὀδύνη, μᾶς ὑποβάλλει σέ κρίση-κριτική.
Σέ μία προσπάθεια νά ἐντοπίσουμε τά πεδία στά ὁποῖα κρινόμαστε ὡς λαός, θά ἐπικεντρωθοῦμε σέ τρία καθοριστικά γιά τήν ὑπόσταση τοῦ ἀνθρώπου ὡς ὄντος:
α) Ἐμεῖς καί ὁ ἑαυτό μας. Ποιοί πραγματικά εἴμαστε πέρα ἀπό τίς ἄμυνές μας καί τά ψιμύθια μέ τά ὁποῖα ‘’καλλωπίζουμε’’ τήν κοινωνική μας παρουσία; Ποιός εἶναι ὁ αὐθεντικός μας ἐαυτός καί γιατί τόν ἔχουμε καταχώσει κάτω ἀπό προσχώσεις καταναλωτισμοῦ καί ἐπιτήδευσης; Ὁ Μέγας Βασίλειος μᾶς ἐπισημαίνει ὅτι ἄλλοι εἴμαστε ἐμεῖς ὡς προσωπικότητες καί ἄλλα τά "δικά μας" τά ὑπάρχοντά μας, ἐκεῖνα πού χαρακτηρίζουν τό φαίνεσθαι, γί΄αὐτό καί μᾶς προτρέπει νά μή χάσουμε ἀπό τά μάτια μας ποτέ αὐτή τή διάκριση. Αἰσθανόμαστε λοιπόν ὅτι ἀντλοῦμε τήν ἀξίας μας μόνο καί μόνο ἀπό τό γεγονός πῶς εἴμαστε πλάσματα τοῦ Θεοῦ; Μήπως χάσαμε τήν πυξίδα ἐδῶ; Μήπως αὐξήσαμε ὑπέρμετρα τίς τεχνητές μᾶς ἀνάγκες γιά νά καλύψουμε τήν ἐσωτερική μας φτώχεια; Μήπως τελικά μία ἀφαίρεση τῶν ἀναγκῶν αὐτῶν εἶναι σωτήρια; Εὐχῆς ἔργο εἶναι, βέβαια, ἡ ἀφαίρεση αὐτή νά εἶναι θεληματική καί συνειδητή, κάτι πού ἡ ἐκκλησιαστική μας παράδοση ὀνομάζει ἄσκηση. Ἀλλά καί ὅταν μᾶς ἐπισκέπτεται ἀκούσια καί βίαια, μήπως ἔχουμε τή δυνατότητα νά ἀντλήσουμε καλό ἀπό τό κακό; Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος γράφει ὅτι ‘’φτωχός εἶναι, ὄχι ἐκεῖνος πού δέν ἔχει τίποτε, ἀλλά ἐκεῖνος πού φοβᾶται τή φτώχεια’’. Ἡ προσκόλληση στά ὑλικά, δηλαδή, μᾶς στερεῖ τήν ἐλευθερία καί τήν ψυχική εἰρήνη.
β) Ἐμεῖς καί οἱ ἄλλοι: Ἡ κλιμάκωση τῆς οἰκονομικῆς κρίσης φαίνεται ὅτι ἀφυπνίζει δυνάμεις ἀλληλεγγύης στήν κοινωνία μας. Τό μήνυμα εἶναι παρήγορο. Ἀλλά γιατί νά ἔχουμε ἀνάγκη τήν ὀδύνη γιά νά ἀνακαλύψουμε τόν συνάνθρωπό μας; Μήπως καί πρίν ἀπό τήν κρίση δέν ὑπῆρχαν δίπλα μας στερούμενοι καί ἀναξιοπαθοῦντες συνάνθρωποι; Ἡ ἔμπρακτη ἀγάπη ὀφείλει νά εἶναι μία διαρκῆς στάση ζωῆς. Ὁλόκληρο τό μήνυμα τοῦ Χριστοῦ οἰκοδομήθηκε πάνω στήν ἀναγκαιότητα τῆς ἀγάπης. Ἡ ἀγάπη, ὡς συνειδητή καί διακριτική φροντίδα γιά τόν ἄλλον, ἐμφανίσθηκε ὡς ἡ ἐπαναστατική καινοτομία τοῦ Χριστιανισμοῦ καί καθώς βρῆκε ἡρωική ἐφαρμογή ἀπό πολλούς ἀνά τούς αἰῶνες, ἀποτέλεσε τελικά τήν ἀποφασιστική δύναμή του κατά τήν ἀναμέτρηση μέ ἄλλες ἰδέες καί θρησκεῖες. Ἕνας λαός, ὅμως, πού ἐπί δύο χιλιάδες χρόνια ἀπολαμβάνει ὡς αὐτονόητη τή χριστιανική του ἰδιότητα, κινδυνεύει νά ἀποξενωθεῖ ἀπό τήν ἀνατρεπτική δύναμη τῆς ἀγάπης μέσω τῆς συνήθειας καί τῆς ρουτίνας, ὑποκύπτοντας στήν ἰσχυρή ἕλξη τῆς αὐτάρκειας καί τοῦ ἀτομισμοῦ. Ἡ ἔμπρακτη ἐξάσκηση τῆς ἀγάπης δέν καλύπτει μόνο συγκεκριμένες ἀνάγκες τῶν ἀνθρώπων. Λειτουργεῖ καί ὡς προσωπική μας ἀναβάπτιση στά οὐσιώδη του εὐαγγελικοῦ μηνύματος. Μᾶς ξαναφέρνει σέ μυστική ἐσωτερική σχέση καί κοινωνία μέ τό Χριστό, τόν Ὁποῖο ἀντικρίζουμε στά πρόσωπα τῶν πασχόντων καί στερουμένων, ὅπως ἄλλωστε μᾶς τό δήλωσε ρητά ὁ ἴδιος. Καί τελικά παρουσιάζει τή χριστιανική ἰδιότητα στόν σύγχρονο κόσμο ὡς παγκόσμια ζωντανή καί σφριγηλή ἐλπίδα καί ὄχι ὡς κάτι ἀγκυλωμένο πού ἔρχεται ἀπό τό παρελθόν καί δέν ἔχει τίποτα οὐσιαστικό νά δώσει πιά. Δυστυχῶς, πρέπει νά τό ὁμολογήσουμε, κάποιοι χριστιανοί (εὐτυχῶς ὄχι ὅλοι) συχνά καλλιεργοῦμε μέ τή στάση μᾶς μία παρόμοια ἀπογοήτευση στούς ἀνθρώπους.
γ) Ἐμεῖς καί ὁ Θεός: Ὁ λαός μας δέν διακρίνεται ἀπό ὑψηλά ποσοστά ἀθεΐας, ὅπως ἄλλοι δυτικοευρωπαϊκοί λαοί. Παρά τό γεγονός ὅτι θρησκεύει, ὅμως φαίνεται νά παρουσιάζει μίαν ἀσυνεπῆ στάση: συναρτᾶ τήν ἔμπρακτη θρησκευτικότητά του μέ τίς δυσκολίες τῆς ζωῆς. Μέ ἄλλα λόγια, σέ μεγάλο βαθμό οἱ Ἕλληνες καταφεύγουμε στόν Θεό ὡς στήριγμα ἀπέναντι στά ποικίλα προβλήματά μας. Ἀλλά δέν εἶναι αὐτό πού ἦλθε νά φέρει ὁ Χριστός. Δέν θέλησε νά γίνει ἁπλῶς τό ἀποκούμπι μας.
Μία κρίση σάν αὐτή ἀποτελεῖ ἐκπληκτική εὐκαιρία νά ἀνακαλύψουμε τόν Θεό γί΄αὐτό πού εἶναι καί νά τόν ἀγαπήσουμε γιά ἐκεῖνα πού ἔχει νά μᾶς δώσει. Καί αὐτά δέν εἶναι τίποτε λιγότερο ἀπό τόν πλοῦτο τῆς Θεότητός Του, ἀπό τή θαυμαστή ἱκανότητά Του νά μεταμορφώνει τόν ἄνθρωπο καί νά τόν ἁγιάζει. Νά τόν θεραπεύει ἀπό τά πάθη καί νά τόν καθιστά κοινωνό τῆς ἀνείπωτης δόξας του. Ἡ κρίση μπορεῖ νά μᾶς ἀποκαλύψει πώς ἡ παθολογική ἐξωστρέφεια καί ὁ θόρυβος τά ὁποία καλλιεργεῖ ἡ κοινωνία τοῦ θεάματος καί τῆς κατανάλωσης μᾶς ἀποκρύπτουν τόν Θεό, ὁ Ὁποῖος συνηθίζει νά μιλάει σέ χαμηλότερους τόνους, στά μάτια τῆς ψυχῆς μας.
Καθώς πολλές βεβαιότητες κλονίζονται γύρω μας καί μᾶλλον θά συνεχίσουν περισσότερο, ἕνας θεός πού φλέγεται ἀπό τήν ἐπιθυμία νά μᾶς θρέψει μέ τό Σῶμα Του καί τό αἷμα Τοῦ ἀποτελεῖ σταθερό σημεῖο ἀναφορᾶς καί σιγουριᾶς. Ἀλλά καί εὐγνωμοσύνης, Ὅπως σημειώνει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ‘’μόνο ὅταν ἀγαπήσουμε πραγματικά τόν Θεό θά τόν γνωρίσουμε ἀληθινά’’. Ἴσως γιά πολλούς ἀπό μᾶς ἀκόμη παραμένει ὁ μεγάλος ἄγνωστος…
Ἀδελφοί μου ἄς μήν φοβόμαστε! Στήν ἱστορία τοῦ τόπου μᾶς ἔχουμε ζήσει πολύ χειρότερες καί φοβερότερες συνθῆκες. Ἀλλά κυρίως ἄς μήν φοβόμαστε διότι ὁ Θεός εἶναι κύριος της ἱστορίας καί ἔχει τή δύναμη νά ἀναδείξει τόν ἄνθρωπο συνδημιουργό της.
Δέν εἶναι ὑπερβολικός ὁ λόγος: ἕνας ἄνθρωπος ἕρμαιο τῆς κατανάλωσης, τοῦ ναρκισσισμοῦ, τῶν παθῶν του, δέν δημιουργεῖ ἱστορία ἀλλά σύρεται πίσω της σάν οὐραγός. Ἀντίθετα ἕνας ἄνθρωπος πού ἀντιστέκεται στίς κατώτερες ὀρέξεις του, πασχίζει καί μερικές φορές πάσχει γιά νά ἐπικρατήσει γύρω του ἡ ἀλήθεια καί ἡ εὐσπλαχνία, αὐτός ὁ ἄνθρωπος ἀποτελεῖ ἐλπίδα γιά τή χώρα του ὡς πολίτης καί γιά τόν κόσμο ὡς ὕπαρξη.
Αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶναι σέ θέση νά ἀντισταθεῖ στά ὀργανωμένα συμφέροντα, βάζοντας στήν καθημερινότητα τήν προσωπική σφραγίδα τῆς ἀγάπης. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶναι σέ θέση νά καταστήσει τή στέρηση καί τήν κρίση ἀφετηρία γιά ἕναν καλύτερο κόσμο.
Από τήν Καθημερινή της Κυριακῆς 19 Φεβρουαρίου 2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου