Μνήμη σήμερα του μαθητή της αγάπης, επιστηθίου φίλου, Θεολόγου και Παρθένου, Ιωάννου του αποστόλου και ευαγγελιστή. Η εκκλησία διακόπτει την σειρά των αποστολικών αναγνωσμάτων και ορίζει να διαβάζεται κατά την θεία Λειτουργία της σημερινής Κυριακής η περικοπή από την Α΄ Καθολική του επιστολή προς τιμήν της ιερής του μνήμης. Ο Θεολόγος μαθητής και συγγραφέας, έμπειρος από προσωπική συναναστροφή, μαρτυρεί τα περί του Λόγου της ζωής και δηλώνει με τρόπο θεολογικά εναργή και φιλολογικά αμίμητο, ότι ο Χριστός δεν συμφύρεται με το σκοτάδι, καθώς «ο Θεός φώς εστι και σκοτία αυτώ ουκ εστιν ουδεμία». Όσοι πιστεύουν στον Χριστό, αγαπούν το φώς και τα έργα τους είναι φωτεινά. Όσοι αρνούνται τον Χριστό μισούν το φώς και αγαπούν το σκοτάδι, εργαζόμενοι έργα σκοτεινά.
Δεν είναι δυνατόν το φώς και το σκοτάδι να συνυπάρξουν, ούτε το φώς να νικηθεί από το σκοτάδι. Ούτε κανείς μπορεί να αγαπά το φώς και το σκοτάδι συγχρόνως. Βεβαίως, κάποιος ενώ ζει στο σκοτάδι, στην αμαρτία δηλαδή, μπορεί να αγαπά το φώς όταν αγωνίζεται δια της μετανοίας να χριστοποιήσει, να φωτίσει δηλαδή την ζωή του. Δεν γίνεται όμως κανείς με τα λόγια να εκφράζει πόθο για το φώς, ενώ με τις πράξεις του να παραμένει προσκολλημένος στο σκοτάδι. Υπάρχουν πολλοί που λένε: «εγώ πιστεύω στον Χριστό με τον δικό μου τρόπο, δεν τιμώ όμως την ιερωσύνη, δεν κοινωνώ, δεν εξομολογούμαι – ή κοινωνώ χωρίς να εξομολογούμαι – πηγαίνω μπροστά στην εικόνα, ανάβω το κεράκι μου και δεν επιθυμώ το κακό του άλλου».
Η απάντηση σε αυτόν τον ισχυρισμό είναι απλή. «δεν θέλεις το κακό του άλλου, θέλεις όμως το δικό σου κακό. Μένοντας μακριά από την αγιαστική χάρη των μυστηρίων στερείς τον εαυτό σου από την προοπτική της σωτηρίας. Βλασφημείς κατά του αγίου Πνεύματος αδιαφορώντας για όσα η Εκκλησία απλόχερα στου προσφέρει. Αγαπάς επομένως το δικό σου σκοτεινό «θεό», κομμένο και ραμμένο στα δικά σου σκοτεινά μέτρα, απορρίπτεις όμως παντελώς το δεύτερο πρόσωπο της αγίας Τριάδος, τον Υιό και Λόγο του Θεού, τον Χριστό του ιερού Ευαγγελίου, και το άγιο Σώμα του, την Εκκλησία. Αδιαφορείς για την χάρη της ιερωσύνης, που ο ίδιος ο Χριστός αποστέρησε από τους αγίους αγγέλους και για τον λόγο, που εκείνος γνωρίζει, την παρέδωσε στα αμαρτωλά ανθρώπινα χέρια. Αγνοείς ακόμη, ότι η Εκκλησία και οι ποιμένες της, «ως έχοντες εξουσίαν», θα σου πούν αν είσαι του Χριστού ή του διαβόλου και δεν θα σου επιτρέψουν να επιβάλεις το σκοτάδι σου προσπαθώντας να σκοτίσεις και άλλους».
Καλείται ο άνθρωπος μέσα στην Εκκλησία να παλέψει ανάμεσα στο σκοτάδι του παλαιού ανθρώπου και την καινή ζωή που εκείνη προσφέρει. Πολλές φορές ενώ διαπράττουμε την αμαρτία, το έργο του σκότους, τρέμουμε – προβάλλοντας μάλιστα διάφορες δικαιολογίες, πολλές εξ αυτών ταπεινόσχημες και ευσεβοφανείς – να την παραδώσουμε στην υψικάμινο της χάριτος του Χριστού, στο λουτήρα της μυστηριακής πράξης της Εκκλησίας που λέγεται ιερά εξομολόγηση, και να χριστοποιήσουμε την ζωή μας. Ο Θεός «ου θελήσει θέλει τον θάνατον του αμαρτωλού, αλλ’ ως το επιστρέψαι και ζην αυτόν». δεν είναι Θεός τιμωρός, άτεγκτος δικαστής, αλλά φώς το οποίο «φαίνει πάσι». Η διάθεση της δικής μας καρδιάς είναι αυτή που μας διαφοροποιεί ενώπιόν του. εάν αγαπάμε το σκοτάδι και αδιαφορούμε για το φώς, εάν η καρδιά μας είναι πωρωμένη, σκληρή σαν τον πηλό, τότε όσο περισσότερο πλησιάζουμε στο φώς, τόσο περισσότερο σκληραίνει. Εάν η καρδιά μας όμως, παρά την αμαρτωλότητά μας, αγαπά και ποθεί το φώς, τότε είναι μαλακή σαν το κερί και όσο πλησιάζουμε στο φώς, τόσο πιο εύπλαστη και δεκτική επεμβάσεως, φωτισμού δηλαδή, γίνεται, κατά τον λόγο του νέου Θεολόγου της Εκκλησίας, αγίου Συμεών.
Είναι, επομένως, δική μας η απόφαση της επιλογής ανάμεσα στο φώς και το σκοτάδι, στον Χριστό και τον διάβολο, στην αιώνια ζωή ή τον θάνατο. Ας σπεύσουμε, λοιπόν, να επιλέξουμε τα σωτήρια έχοντας πάντοτε κατά νού τον αψευδή λόγο του Κυρίου, ότι «ου δύνασθε δυσί κυρίοις δουλεύειν».
Αρχιμ. Α.Α.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου