Κυριακή Γ’ Ματθαίου, των 630 Αγίων Πατέρων της Δ’ Οικουμενικής Συνόδου.
Πρεσβυτέρου Αθανασίου Μηνά.
Φῶς ὁ Πατήρ, Φῶς ὁ Λόγος, Φῶς καί τό Ἅγιον Πνεῦμα. Φῶς κατά χάριν, ἐσεῖς οἱ υἱοί τῆς Βασιλείας, οἱ πιστεύσαντες καί ἀγαπήσαντες τόν Θεάνθρωπον Χριστόν· διότι προορισμόν ἔχετε μέ τό φωτεινό παράδειγμά σας νά διδάξετε τούς ἀνθρώπους πού βρίσκονται στό σκοτάδι τῆς εἰδωλομανίας, τήν Ἀλήθεια· ἤτοι τόν Βασιλέα Χριστόν, τόν ἀληθινόν Θεόν.
Συνεπῶς, σάν ἄλλος λύχνος πνευματικός ἄς λάμψει τό φῶς τῶν ἀρετῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων ὥστε νά δοξάζεται ὁ Θεός καί ὁ Σωτῆρας Χριστός ἀπό ἐνάρετα παιδιά, πού ἀνακαινίσθηκαν ἀπό ἀγαθό Πατέρα.
Φρονοῦμε, σεβαστή γερόντισσα, ὅτι ἡ ἐνοίκησις στήν ψυχή τοῦ φωτός τῆς Χάριτος, κατά κάποιο τρόπο, μεταλαμπαδεύεται καί στό σῶμα μέ θαυμαστή, ἄρρητη, σχεδόν ἀνήκουστη ἐπίδραση. Μεθεκτό γίνεται τό φῶς καί τούς μετέχοντας ὁδηγεῖ μέ τήν καθαρά προσευχή, σέ κατάσταση θεωρίας ὅπου γίνεται ἀντιληπτό, στούς ἔχοντας ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί βεβαία πίστη. «Δῶσε σ’ αὐτούς, λέγει, ὥστε ὅπως ἐγώ Πατέρα εἶμαι σέ σένα καί σύ σέ μένα καί αὐτοί διά μέσου ἡμῶν νά εἶναι ἕνα ἀληθινά»[1].
Χρειάζεται λοιπόν ἀπό τό φῶς ἐκεῖνο, ὅπως λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, νά λάβουμε· «ὁ Θεός πού εἶπε νά λάμψει φῶς ἀπό τό σκοτάδι, αὐτός ἔλλαμψε στίς καρδιές μας γιά νά φέρῃ στό φῶς, τήν γνώση τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ»[2].
Πράγματι ἀδελφοί, ἡ παρουσία τοῦ θείου Φωτός εἶναι ἑνωτική τῶν φωτιζομένων πιστῶν καί ὁδηγεῖ σέ μιά ἀληθινή γνώση πού ἀνυψώνει τό κατ’ εἰκόνα στήν δόξα τοῦ Θεοῦ· τῆς δικαιοσύνης, τῆς ἀληθείας , τῆς ἀγάπης.
Συνεπῶς, ὅταν ὁ νοῦς ἀπεκδυθεῖ τόν παλαιόν ἄνθρωπο καί ντυθεῖ τόν νέον, τῆς Χάριτος, τότε κατά τόν καιρό τῆς προσευχῆς, θά δῇ καί τήν κατάστασή του, παρόμοια μέ ζαφείρι, ἤ μέ οὐράνιο χρῶμα, τήν ὁποία ἡ γραφή καί τόπο Θεοῦ ὀνομάζει[3].
Βλέπουμε λοιπόν ἀδελφοί, πῶς καί οἱ αἰσθητοί ἐκείνοι κατά τήν παλαιά ἐποχή, φωτισμοί (Προφῆτες, Πατριάρχες, Δίκαιοι), προτύπωσαν τόν φωτισμό τοῦ Πνεύματος, στίς ψυχές ἐκείνων πού πιστεύουν στόν Χριστό ἔμπρακτα καί ἀληθινά. Ἔχουμε ἐκ τούτου τόν θησαυρό αὐτό μέσα σέ πήλινα δοχεῖα, δηλαδή στά σώματά μας[4]. Γνωρίζουμε ὅμως ὅτι ἡ καρδιά μας εἶναι ὁ ἡγεμόνας ὅλης τῆς ὑπάρξεώς μας. Μέ τήν καθαρότητα τοῦ ἔσω τῆς καρδίας ἀνθρώπου, κυριαρχεῖ σέ ὅλη τήν ὕπαρξή μας, ἡ ἄκτιστος Χάρις, ὅπου ὅλα τά μέρη ψυχῆς τε καί σώματος, ὑμνοῦν ἐν παρθενίᾳ καί ἁγνείᾳ, τόν Δημιουργόν. Τότε βασιλεύει πάνω σέ ὅλους τούς λογισμούς καί σέ ὅλα τά μέλη, τό φῶς τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ καί τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ Ἅγιος Παΐσιος ὁ ἁγιορείτης, μᾶς ἔλεγε: «Οἱ καθαροί λογισμοί εἶναι δεῖγμα ἁγιότητος». Ἔχε καλούς λογισμούς καί ὁ νοῦς ὡς βασιλεύς θά εἰσέρχεται στό ταμεῖον τῆς καρδιᾶς καί θά βλέπει καί θά διδάσκεται ἀπ’ εὐθείας ἀπό τόν Χριστόν, τό θέλημά Του. Αὐτό βεβαίως μέσα στήν ἁγία Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, μέ τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν καί ὑπακοή σέ Πνευματικό Πατέρα. Γι’ αὐτό κατῆλθε στή γῆ ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ καί Θεός γιά νά μᾶς συμφιλιώσει δηλαδή μέσῳ τοῦ ἑαυτοῦ του, μέ τόν Πατέρα Του, διά τῆς ὑπακοῆς, μέ τόν Ὁποῖο εἴμαστε ἕως τότε ἐχθροί[5]· καί νά ἑνώσει συνειδητά μέ τόν ἑαυτό Του ὅλους τούς πιστούς, μέσῳ τοῦ Ἁγίου καί Ὁμοουσίου Πνεύματός Του. Ὁπωσδήποτε συμφιλιωθήκαμε μέ Αὐτόν μέ τήν μέθεξη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί τήν Θεομητορική μεσιτεία τῆς Παναγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καί Ἀειπαρθένου Μαρίας.
Ἡ Δ’ Οἰκουμενική Σύνοδος πού ἑορτάζουμε σήμερα, οἱ θεοφόροι Πατέρες, καί ἡ Ἁγία Μεγαλομάρτυς τοῦ Χριστοῦ καί πανεύφημος Εὐφημία βεβαιώνουν μέ τά δόγματα πού θέσπισαν, τοῦ λόγου τό ἀληθές. Ἐκεῖνος λοιπόν πού ἔγινε μέτοχος τοῦ θείου Πνεύματος, μέ τήν ἀποδοχή τῆς διδασκαλίας καί τῶν δογμάτων τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἐλευθερώνεται ἀπό τίς ἐμπαθεῖς ἐπιθυμίες καί ἡδονές καί ὡς ἀπελευθερωμένος ἀπό τά δεσμά τῆς ἐμπαθοῦς ἕξεως, ἑνωμένος μέ τήν ἀθάνατη δόξα καί γλυκύτητα, βιάζεται ἀδιάκοπα νά εἶναι στά οὐράνια καί μένει σύν τῷ Χριστῷ ἐν τῷ Θεῷ.
«Σεῖς εἶστε τό φῶς τοῦ κόσμου», λέγει ὁ Μεσσίας. Ἔτσι ὁ βίος ὅλων ἡμῶν τῶν πιστῶν Ὀρθοδόξων, ἁγία γερόντισσα, σαφῶς θά ὑποπίπτει στήν ἀντίληψη πάντων καί ὡς ἄλλος πνευματικός λύχνος, καλά τοποθετημένος στήν διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων θά λάμπει, προσφέροντας τό φῶς τῆς ἀρετῆς εἰς τούς αἰῶνας.
Διότι ἀληθινά σᾶς λέγω καί σᾶς βεβαιῶ, ὅτι οὔτε ἕνα γιῶτα, δέν θά παραπέσει ἕως ὅταν ὅλα ὅσα διατάσσει ὁ νόμος, οἱ προφῆτες, οἱ Ἀπόστολοι καί οἱ Ἅγιοι Πατέρες, λάβουν τήν ἐπαλήθευση καί πλήρωσή τους.
Τά ἐπερχόμενα γεγονότα, καθ’ ὅσον γνωρίζονται ἀπό τούς ἀξίους ἐν τῇ ζωῇ τῶν γνησίων μαθητῶν, ἀποτελοῦν τήν ἐγγύηση και τήν βεβαιότητα ὅτι εἶναι μακάριοι ὅλοι ὅσοι τηροῦν ταῦτα, ἐπακριβῶς καί ἀγαποῦν τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί Παράδοση.
Ἡ Λατρεία καί ἡ αἰώνια Βασιλεία, ἀνήκουν στόν Σωτῆρα καί Βασιλέα Χριστόν. Ἀμήν.
[1](Ἰωάν. 17, 21)
[2](Β΄ Κορινθ. 4, 6)
[3](Ἔξ.24, 10)
[4](B΄ Κορινθ. 4, 6-7)
[5](Ρωμ.5, 10)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου