Δευτέρα 22 Ιουλίου 2024

Πλήθων και Καμπάλλα

 Ἐπιστροφ́ή, συν́έχεια ἢ καινὰ δαιμ́όνια; Ὁ ἄλλος «Ἑλληνισμ́ός» τοῦ Πλ́ήθωνα

Χαράλαμπος Μηνάογλου*

Ε' Ευρωπαϊκό συνέδρειο Νεοελληνικών Σπουδών Θεσσαλονίκη 2-5 Οκτωβρίου 2014

ΠΡΑΚΤΙΚΑ


Κατὰ τὸν 15ο αἰώνα μαζὶ μὲ τὴν παρακμὴ καὶ διάλυση τῆς Αὐτοκρατορίας ὁ Ἑλληνισμὸς γνώρισε καὶ μία ἀναβίωση τῆς εἰδωλολατρίας. Ἡ ἀρχαία θρησκεία χαμένη ἀπὸ αἰῶνες ὑποτίθεται πὼς ἐπανεμφανίστηκε μέσα ἀπὸ τὰ ἔργα καὶ τὴν διδασκαλία ἑνὸς ἀπό τὰ καλ́ύτερα μυαλὰ τῆς ἐποχῆς, τοῦ Γεώργιου Γεμιστοῦ Πλήθωνα. Ποῦ στηρίχθηκε, ὅμως, ὁ Πλήθωνας γιὰ νὰ «ἐπαναφέρει» τὴν ἀρχαία θρησκεία; Σὲ ποιὸ τυπικὸ καὶ σὲ ποιὰ θεωρία της; Ἦταν ὄντως ἐπιστροφὴ στὸν δωδεκαθεϊσμὸ ἢ πρόκειται γιὰ ἕνα νέο φιλοσοφικὸ καὶ θεολογικὸ σ́ύστημα ποὺ ὁ Πλήθωνας προσπάθησε νὰ παρουσιάσει ὡς ἀρχαιοελληνικό; Καὶ τὸ σπουδαιότερο, ποιὰ ἦταν ἡ πολιτικὴ σημασία τῆς «ἐπανεμφάνισης» τῆς εἰδωλολατρίας στὴν συγκεκριμένη συγκυρία καὶ τὶ εἶχε νὰ προσφέρει αὐτὴ στὸν τουρκοκρατούμενο πλέον τότε Ἑλληνισμό;

Ὁ Πλήθωνας, βέβαια, ἐκτιμοῦσε τὸ σ́ύστημά του ὡς κάτι ἀνώτερο καὶ σαφῆ συνέχεια τῆς ἀρχαίας θρησκείας, πίστευε μάλιστα πὼς μέχρι τὸ τέλος τοῦ 15ου αἰώνα θὰ εἶχε ἐπικρατήσει πλήρως καὶ θὰ εἶχε ἐξαλείψει τὸν Χριστιανισμό1 . Ὁ Σχολάριος, ἀντίθετα, πίστευε ὅτι ἦταν ἕνα σατανικὸ κατασκεύασμα. Ἐμεῖς θὰ προσπαθήσουμε νὰ τὸ δοῦμε στὶς πραγματικές του διαστάσεις, ὑπὸ τὸ φῶς ἰδίως νεώτερων ἐρευνῶν σχετικὰ μὲ τὸν δάσκαλο τοῦ Πλήθωνα, τὸν Ἐλισσαῖο καὶ τὶς καμπαλλιστικὲς ἐπιδράσεις στὸ ἔργο του.

Ἡ διαμάχη ἀνάμεσα στὸν Γεννάδιο Σχολάριο καὶ τὸν Πλήθωνα εἶναι μία ἀπὸ τὶς κλασικὲς στὸν ἑλληνικὸ πνευματικὸ κόσμο. Ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα μέχρι τὶς μέρες μας κυοφορήθηκαν μέσα στὸν Ἑλληνισμὸ ἰδεολογικές, φιλοσοφικές καὶ θεολογικὲς συγκρούσεις τεραστίου βεληνεκοῦς πολλὲς ἀπὸ τὶς ὁποῖες ἐπηρέασαν τὴν παγκόσμια σκέψη. Τὸ δίδυμο Σχολάριου-Πλήθωνα ἐνεπλάκη σὲ μία ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες καὶ κρισιμότερες, καθὼς ἡ ἐποχὴ στὴν ὁποία συνέβη ὑπῆρξε ἕνα ἀπὸ τὰ κομβικὰ σημεῖα τῆς ἑλληνικῆς ἱστορίας, ἡ ἐποχὴ δηλαδὴ τῆς ὑπαγωγῆς τοῦ μεγαλυτέρου τμήματος τοῦ Ἑλληνισμοῦ στὴν Ὀθωμανικὴ Αὐτοκρατορία2 .

Ἑπόμενο, λοιπόν, ἡ νέα πραγματικότητα νὰ ἀπαιτεῖ τὴν συγκρότηση ριζοσπαστικῶν πρακτικῶν καὶ ἰδεολογικῶν ἐργαλείων ἢ τὴν προσαρμογὴ τῶν ἤδη ὑφισταμένων γιὰ τὴν ἐπιβίωση στὴν νέα πολιτικὴ πραγματικότητα. Σὲ αὐτὸ τὸ πλαίσιο οἱ προτάσεις τῶν δ́ύο ἀνδρῶν ἔχουν καταγραφεῖ καὶ ἀναλυθεῖ πολλαπλῶς. Γιὰ τὴν μὲν πρόταση τοῦ Σχολαρίου γίνεται γενικῶς δεκτὸ ὅτι ἀκολουθεῖ τὴν λογικὴ τῆς προσαρμογῆς στὴν νέα πραγματικότητα τῆς ὀρθόδοξης παράδοσης τοῦ Γένους, γιὰ δὲ τὴν πρόταση τοῦ Πλήθωνα ὅτι συνιστᾶ μία ἀπόλυτη ρήξη μὲ τὴν Ὀρθοδοξία καὶ ἐπιστροφὴ στὴν προηγούμενη φάση τοῦ Ἑλληνισμοῦ, τὴν προχριστιανική-εἰδωλολατρική. Παρότι φαινομενικὰ ἡ πρόταση τοῦ Σχολάριου φαίνεται νὰ ἐπικράτησε, ἐντούτοις ἡ πληθώνεια σκέψη ὄχι μόνο δὲν ἐξαλείφθηκε ἀλλὰ τελικῶς μέσα ἀπὸ ἀτραποὺς ποὺ βρίσκονται ἐκτὸς τῶν ὁρίων τῆς παρούσας ἀνακοίνωσης ἄσκησε καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ ἀσκεῖ σημαντικὴ ἐπιρροὴ στὸν Νέο Ἑλληνισμό3 .

Πραγματικά, ἡ στάση τοῦ Σχολαρίου4 ἀπέναντι στὸν νέο κυρίαρχο, τὴν Ὀθωμανικὴ Αὐτοκρατορία ὑπῆρξε μία σχετικὰ ἐπιτυχὴς προσαρμογὴ τῆς πίστης καὶ τῶν θεσμῶν τοῦ Γένους στὸ ὀθωμανικὸ σύστημα. Ἡ πρόταση ὅμως τοῦ Πλήθωνα, ἡ ὁποία βέβαια δὲν ξεκινᾶ ἀπὸ τὸ ἱστορικὸ δεδομένο τῆς ὑποταγῆς στοὺς Ὀθωμανούς, ὄχι τόσο ἐπειδὴ ὁ Πλήθωνας δὲν πρόλαβε τὴν Ἅλωση, ἀλλὰ κυρίως ἐπειδὴ χρησιμοποίησε τὴν τουρκικὴ προέλαση σὲ βάρος τῆς Αὐτοκρατορίας ὡς εὐκαιρία γιὰ νὰ διατυπώσει τὶς ὄντως ρηξικέλευθες καὶ εἰδωλολατρικὲς θεωρίες του, χρήζει περισσότερης ἐξέτασης ὡς πρὸς τὸ ἂν καὶ σὲ ποιὸ βαθμὸ ἀποτελεῖ πραγματικὴ ἐπαναφορὰ τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς πολυθεϊστικῆς εἰδωλολατρίας.

Ἕνα πρῶτο σημεῖο ποὺ ἐγείρει ἐρωτηματικὰ εἶναι ἡ τεράστια ἀπόσταση ποὺ χωρίζει τοὺς τελευταίους Ἕλληνες εἰδωλολάτρες ἀπὸ τὸν Πλήθωνα. Σαφῶς καὶ ἡ μελέτη καὶ ἑρμηνεία τῶν ἔργων τους δὲν ἐπηρεάζεται ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἀπόσταση, ἀλλὰ ἡ προσπάθεια τοῦ Πλήθωνα νὰ δημιουργήσει εἰδωλολατρικὸ ἡμερολόγιο καὶ τελετουργικό5 , τὰ ὁποῖα ὑποτίθεται ὅτι συνιστοῦσαν ἐπιστροφὴ στὰ ἀντίστοιχα τῆς ἑλληνικῆς ἀρχαιότητας, μοιάζει ἀρκετὰ ἕωλη6 . Πῶς γνώριζε ὁ Πλήθωνας τὸ ἀρχαῖο εἰδωλολατρικὸ τελετουργικό, ὅταν αὐτὸ δὲν ὑπάρχει σὲ κανένα σωζώμενο κείμενο καὶ δὲν χρησιμοποιεῖτο γιὰ τουλάχιστον ἑπτὰ αἰῶνες πρὶν τὴν ἐποχή του; Ποιὰ παράδοση τὸ ἔφερε μέχρι τὶς μέρες του; Στὰ παραπάνω ἐρωτήματα, ἡ συνήθως ὑπονοούμενη ἀπάντηση ἀπὸ τοὺς ἐρευνητὲς εἶναι ὅτι ὁ Πλήθων κατασκεύασε δικό του φιλοσοφικὸ σύστημα καὶ κατ’ ἐπέκταση ἡμερολόγιο καὶ τελετουργικό, μὲ στόχο ὅμως τὴν ἐπιστροφὴ στὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ πολυθεϊστικὴ εἰδωλολατρία.

Μένει λοιπόν, νὰ διακριβώσουμε τὶς πηγές του, γιὰ τὸ κατὰ πόσο ὑπῆρξε δικό του τὸ σύστημα, δηλαδὴ σὲ ποιὸν βαθμὸ ἐμπνεύστηκε ὁ ἴδιος τὶς ἀρχὲς καὶ τὴν μεταφυσικὴ τοῦ συστήματός του, ἢ κατὰ πόσο ἀκολούθησε κάποιο ἀπὸ τὰ ἤδη τότε ὑπάρχοντα. Ἡ ὀφειλή του στοὺς νεοπυθαγόρειους καὶ ἀκόμη περισσότερο στοὺς νεοπλατωνικοὺς συγγραφεῖς καὶ ἰδίως στὸν Πρόκλο εἶναι πολ́ύ μεγάλη καὶ ἔχει ἐπισημανθεῖ καὶ ἀναλυθεῖ ἐπαρκῶς. Μέσα ἀπὸ αὐτοὺς καὶ τὴν ἑρμηνεία τους στὰ Χαλδαϊκὰ Ὀρ́άματα, τὸ κείμενο στὸ ὁποῖο φαίνεται νὰ ἑδράζει περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλο τὸ opus magnum του, τοὺς Νόμους7 ,προσεγγίζει τὴν μαγεία καὶ τὸν ἐσωτερισμὸ σὲ βαθμὸ μεγαλύτερο ἀπὸ κάθε σ́ύγχρονό του. Δὲν πρέπει νὰ λησμονοῦμε ὅτι ὁ Πλήθωνας εἶχε ἐπαφές, ἐπηρεαζόταν ἀπὸ καὶ ἐπηρέαζε τὸ κλίμα στὴν Φλωρεντινὴ Ἀκαδημία8 μὲ τοὺς δεινοὺς ἀναγεννησιακοὺς ἀποκρυφιστὲς9 μὲ γνωστότερους τοὺς Μαρσίλιο Φιτσίνο10 καὶ Πίκο ντε Μιράντολα11, οἱ ὁποῖοι ἔφεραν ἐπίσης στὸ προσκήνιο τοῦ πνευματικοῦ κόσμου τῆς Εὐρώπης ἀποκρυφιστικὰ κείμενα ξεχασμένα -ἢ θεωρούμενα ὡς ξεχασμένα γιὰ αἰῶνες12, ὅπως τὶς αἰγυπτιακῆς ἢ αἰγυπτιώτικης προέλευσης ἑρμητικὲς συγγραφὲς13 καὶ τὴν ἑβραϊκὴ καμπάλλα14 .

Ὅπως, ἔχει παρατηρηθεῖ ὁ Πλήθωνας παρότι μνημονεύει στοὺς Νόμους του ρητὰ τὰ Χαλδαϊκὰ Ὀρ́άματα, δὲν κάνει καμία ἀναφορὰ στὶς ἄλλες δ́ύο βασικὲς πηγὲς τοῦ Ἀποκρυφισμοῦ, τὰ ἑρμητικὰ κείμενα καὶ τὴν Καμπάλλα15. Αὐτὸ ὁδήγησε κάποιους μελετητές –οἱ περισσότεροι δὲν ἀσχολήθηκαν κἂν μὲ τὸ ἐρώτημα - νὰ ἰσχυριστοῦν ὅτι δὲν ὑπάρχει κάποια ἐπίδραση τῶν ἔργων αὐτῶν στὰ ἔργα τοῦ Πλήθωνα. Ὁ ἰσχυρισμὸς αὐτός, ποὺ ἑδράστηκε κυρίως στὴν ἄγνοια τοῦ περιεχομένου τῶν δ́ύο αὐτῶν σωμάτων κειμένων, καταρρίφθηκε πρόσφατα ἀπὸ τὸν Νικήτα Σινιόσογλου, ὁ ὁποῖος θεωρεῖ καὶ πολ́ύ ὀρθὰ ὅτι οἱ Νόμοι τοῦ Πλήθωνα ἀποτελοῦν ἐξελληνισμένη μορφὴ τῆς Καμπάλλας16, καθὼς τὸ ὅλο πνεῦμα, ἡ δομὴ τοῦ πληθώνειου συστήματος, ὁ δρόμος ποὺ προτείνει στὸν ἄνθρωπο καὶ οἱ ἐπιδιώξεις του εἶναι ἀπολ́ύτως ταυτόσημα μὲ αὐτὰ τῆς Καμπάλλας, τοῦ ἑβραϊκοῦ δηλαδὴ ἀποκρυφισμοῦ. Ἡ ἀποσπασματικότητα καὶ ἡ σ́ύμφυρση διαφόρων θεωρήσεων πολλὲς φορὲς ἀντικρουόμενων μεταξ́ύ τους, βασικὰ χαρακτηριστικὰ τῶν Νόμων, ἀποτελοῦν τὰ δ́ύο κυριότερα γνωρίσματα τῶν καμπαλλιστικῶν συγγραφῶν17 .

Πέρα ἀπὸ τὸν Σινιόσσογλου καὶ ἄλλοι μελετητὲς τοῦ πληθωνικοῦ ἔργου διαπιστώνουν θέσεις καμπαλλιστικὲς σὲ αὐτό, χωρὶς ὅμως νὰ σημειώνουν ὅτι αὐτὲς προέρχονται ἀπὸ την Καμπάλλα. Γιὰ παράδειγμα ὁ Χλάντκυ, ὁ ὁποῖος εἶναι μάλιστα ἰδιαίτερα ἐπικριτικὸς γιὰ τὴν ἀνάλυση τοῦ Σινιόσσογλου καὶ δὲν κάνει καμία ἀναφορὰ στὴν ἐπίδραση τῆς Καμπάλλας στὸν Πλήθωνα –μάλιστα δείχνει νὰ προσπαθεῖ νὰ ἀποσείσει κάθε πιθανὴ σχέση τοῦ πληθωνικοῦ ἔργου μὲ ὁ,τιδήποτε ἑβραϊκὸ ἀρνούμενος καὶ τὴν ὁποιαδήποτε ἐπίδραση τοῦ δασκάλου του Ἐλισσαίου πάνω του- σημειώνει ὅτι «οἱ ἀρχές του γιὰ τὸ θεῖο, οἱ ὁποῖες ἀποτελοῦν τὸν πυρήνα τῆς νομοθεσίας, ὅπως καὶ τὸ δόγμα τῆς ἀθανασίας τῆς ψυχῆς, ἔχουν διατυπωθεῖ τόσο γενικὰ ὥστε νὰ μποροῦν νὰ γίνουν δεκτὲς ἐξίσου ἀπὸ τὸν Ἰουδαϊσμό, τὸν Χριστιανισμὸ καὶ τὸ Ἰσλάμ, ἀλλὰ ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὸν ἀρχαιοελληνικὸ πολυθεϊσμό»18. Αὐτή, ὅμως, εἶναι ἀκριβῶς καὶ ἡ κεντρικὴ θέση τῆς Καμπάλλας γιὰ τὸ ζήτημα τῶν διαθρησκειακῶν σχέσεων. Γιὰ νὰ γίνει κατανοητὸ τὸ ποιὸν τοῦ πληθώνειου συστήματος καὶ ἡ καμπαλλιστικὴ ἐπίδραση σὲ αὐτὸ θὰ πρέπει νὰ τὸ ἐντάξουμε στὸ εὐρ́ύτερο πλαίσιο τῆς ἀναγεννησιακῆς μεταφυσικῆς γνωσιολογίας, τῆς ἀναζήτησης δηλαδὴ τῆς γνώσης μέσα στὴν ἀρχαία σοφία, καὶ κυρίως στὶς τρεῖς μεγάλες πνευματικὲς παραδόσεις τῆς ἀρχαιότητας, τὴν ἑλληνική, τὴν λατινικὴ καὶ τὴν ἑβραϊκή19.

Ὅπως προαναφέραμε, ὁ Πλήθωνας εἶχε ἐπηρεαστεῖ πέρα ἀπὸ τοὺς νεοπλατωνιστὲς20 καὶ ἀπὸ τοὺς νεοπυθαγόρειους. Στοὺς τελευταίους ὁ Πλήθωνας βρῆκε τοὺς ἰδεολογικοὺς προγόνους τῆς δικῆς του ἑλληνο-ἑβραϊκῆς σ́νθεσης. Ὁ Πυθαγόρας θεωρήθηκε ἀπὸ τὴν Ἀναγέννηση ὡς ὁ πρῶτος Ἕλληνας ποὺ μπολιάστηκε μὲ τὴν ἑβραϊκὴ σοφία21, καθὼς εἶχε ἐπικρατήσει ἤδη ἀπὸ τὴν ὕστερη ἀρχαιότητα ἡ ἀφήγηση ποὺ τὸν ἤθελε νὰ ἔχει σπουδάσει στὴν Φοινίκη προτοῦ μεταβεῖ στὴν Αἴγυπτο. Ὁ Πυθαγόρας ἐνεγράφη ἔτσι στὴν εὐρωπαϊκὴ σκέψη ὡς ὁ «Προμηθέας» τόσο τῆς ἐπιστήμης, ὅσο καὶ τῆς μεταφυσικῆς τῆς Ἀνατολῆς22. Αὐτὴ ἡ πρόσληψη τοῦ Πυθαγόρα εἶναι κυρίαρχη στὰ καμπαλλιστικὰ κείμενα23. Ἡ ἑβραϊκὴ σκέψη καὶ ἰδίως ἡ καμπαλλιστική, κυριάρχη μέσα στὸ ἀναγεννησιακὸ πνεῦμα, ἐρχόταν ἐκείνη τὴν ἐποχὴ μέσα ἀπὸ σκολιὲς ἀτραποὺς νὰ ξεκινήσει τὴν ἔντονα ἀφομοιωτικὴ λειτουργία της24, ἡ ὁποία ἔτεινε ἤδη ἀπὸ τότε στὴν ἐνσωμάτωση ἀκόμα καὶ τόσο διαφορετικῶν παραδόσεων ὅπως ἡ ἑλληνική (τόσο στὴν προχριστιανικὴ ὅσο καὶ στὴν χριστιανικὴ διάστασή της). Εἶναι ἰδιαιτέρως περίεργο, τὸ γεγονὸς ὅτι, ἐνῶ ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Πλήθωνα ἔγινε γνωστὸ τὸ ὄνομα καὶ ἡ ἐθνοθρησκευτικὴ ταυτότητα τοῦ δασκάλου του, τοῦ ἑβραίου ἰατροφιλοσόφου Ἐλισσαίου25 μέχρι τὸν Σινιόσσογλου δὲν ὑπῆρξαν παρὰ σκόρπιες ἀναφορὲς στὴ σχέση τῶν θέσεων τοῦ Πλήθωνα μὲ αὐτὲς τῆς Καμπάλλας. Βέβαια, σὲ αὐτὸ συνετέλεσε σίγουρα καὶ ὁ Σχολάριος, ὁ ὁποῖος μᾶς κατέλειπε τὸ ὄνομα καὶ τὴν ἰδιότητα τοῦ δασκάλου τοῦ Πλήθωνα.

Γιατὶ λοιπόν, ὁ Σχολάριος δὲν ἀνέφερε τὴν υἱοθέτηση καμπαλλιστικῶν ἰδεῶν ἀπὸ τὸν Πλήθωνα γιὰ νὰ κάνει ἀκόμα πιὸ ἀποκρουστικὸ το ἔργο του στὸ ὀρθόδοξο πλήρωμα; Ἔτσι, ἐρχόμαστε στὰ σχετικὰ χωρία τοῦ Σχολαρίου, τὰ ὁποῖα χρήζουν μίας ἀνάλυσης γιὰ νὰ δοῦμε γιατὶ ὁ Σχολάριος δὲν μνημονεύει τὴν ἐπίδραση τῆς Καμπάλλας: «Τὸ δὲ κεφάλαιον αὐτῷ τῆς ἀποστασίας Ἰουδαῖος τις ὕστερον ἐνειργάσατο, ᾧ ἐφοίτησεν ὡς εἰδότι τὰ Ἀριστοτέλους ἐξηγεῖσθαι καλῶς. Ὃ δὲ ἦν Ἀβερόῃ προσεσχηκὼς καὶ τοῖς ἄλλοις ἐκ Περσῶν καὶ Ἀράβων ἐξηγηταῖς τῶν Ἀριστοτελικῶν βιβλ́ίων, ἃς Ἰουδαῖοι πρὸς τὴν οἰκείαν γλῶτταν μετ́ήγαγον, Μωυσ́έως δὲ καὶ ὧν Ἰουδαῖοι πιστεύουσιν ἢ θρησκεύουσι δι’ αὐτὸν ἥκιστα ἦν φροντ́ίζων. Ἐκεῖνος αὐτῷ καὶ τὰ περὶ Ζωροάστρου καὶ τῶν ἄλλων ἐξέθετο. Ἐκείνῳ δὲ τῷ φαινομένῳ μὲν Ἰουδαίῳ, ἑλληνιστῇ δὲ ἀκριβῶς, οὐ μόνον ὡς διδασκάλῳ πολὺν συνὼν χρόνον, ἀλλὰ καὶ ὑπηρετῶν ἐν οἷς ἔδει καὶ ζωαρκούμενος ὑπ’ ἐκείνῳ· τῶν γὰρ τὰ μάλιστα δυναμένων ἦν ἐν τῇ τῶν βαρβάρων τότων αὐλῇ· Ἐλισσαῖος ὄνομα ἦν αὐτῷ· τοιοῦτος ἀπετελέσθη. Εἶτα πειρώμενος μὲν λανθάνειν, ἀλλ’ οὐκ ἠδ́νατο, προαγόμενος τοῖς ὁμιληταῖς τὰς δόξας ἐνσπείρειν, ὑπὸ τοῦ εὐσεβεστάτου βασιλέως τότε Μανουὴλ καὶ τῆς Ἐκκλησίας ἀπεπέμφθη τῆς πόλεως, τοῦτο μόνον οὐ καλῶς βουλευσαμένων, ὅτι φεισάμενοι οὐκ ἐνεδείξαντο τοῖς πολλοῖς αὐτόν, οὔτε ἀτίμως ἢ εἰς βάρβαρον ἀπήλαυνον γῆν, οὔτ’ ἄλλον τινὰ τρόπον τὴν μέλλουσαν ἀπ’ αὐτοῦ βλάβην ἐκώλυσαν»26 . «Τοῦτον [τὸν Ζωροάστρη] ἐγνώρισέ σοι πρόσθεν ἠγνοημένον ὁ τῶ δοκεῖν μὲν Ἰουδαῖος, πολ́ύθεος δὲ Ἐλισσαῖος· ᾧ μέγα δυναμένῳ τότε παρὰ τῇ τῶν βαρβάρων αὐλῇ παρεσιτοῦ τὴν πατρίδα φυγών, ἵνα τὰ καλὰ παρ’ ἐκείνου μάθῃς διδάγματα· τοιοῦτος δὲ ὤν, πυρὶ τὴν τελευτὴν εὕρετο, καθὰ δή που καὶ ὁ ὑμέτερος Ζωροάστρης»27 .


Οἱ λόγοι εἶναι οἱ ἐξῆς: ἕνα καμπαλλιστικὸ σῶμα κειμένων δὲν ἦταν ἀκόμη πολὺ γνωστό, καθὼς μόλις στὸ τέλος τοῦ 13ου αἰώνα εἶχε συνταχθεῖ τὸ κυριότερο καμπαλλιστικὸ ἔργο, τὸ Zohar28. Αὐτὸ βέβαια δὲν πρέπει νὰ μᾶς ὁδηγήσει στὸ συμπέρασμα ὅτι ὁ Σχολάριος δὲν γνώριζε τὴν ὕπαρξη τῆς Καμπάλλας, καθὼς ὑπάρχει συναγωγὴ καμπαλλιστικῶν κειμένων στὰ ἑλληνικὰ τὸ ἀργότερο στὶς ἀρχὲς τοῦ 15ου αἰώνα29. Ἡ περιορισμένη διάδοση τῆς Καμπάλλας ὅμως τὸν 15ο αἰώνα στὴν Ἀνατολὴ ἔπαιξε τὸν ρόλο της γιὰ νὰ μὴν τὴν ἀναφέρει ὁ Σχολάριος. Δὲν τὴν μνημόνευσε ὡς πηγὴ τοῦ Πλήθωνα, ἀκριβῶς γιὰ νὰ μὴν τὴν κάνει γνωστή, γιὰ νὰ μὴν τὴν γνωστοποιήσει ἔστω καὶ δυσφημιστικὰ στοὺς Ὀρθοδόξους Ἕλληνες. Καὶ αὐτὸ βέβαια δὲν εἶναι μία προσωπικὴ ἐπικοινωνιακὴ τακτικὴ τοῦ Σχολαρίου, ἀλλὰ βασικὴ ἀρχὴ τοῦ κηρ́ύγματος τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ τοὺς πρώτους αἰῶνες μέχρι τὶς μέρες μας. Ἀποφεύγουν δηλαδὴ νὰ χρησιμοποιοῦν καὶ τὰ ὀνόματα τῶν ἀντιχριστιανικῶν συγγραφέων, πολλώ δὲ μᾶλλον τοὺς τίτλους τῶν ἔργων τους, προκειμένου νὰ μὴν τὰ διαδόσουν ἀνάμεσα στὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας.

Παρόλα αὐτὰ καὶ ἔχοντας τὰ ἀνωτέρω ὑπόψη μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ὁ Σχολάριος μὲ τὴν ἀρκετὰ περίπλοκη, εἶναι ἀλήθεια, διατύπωση στὰ σχετικὰ χωρία, κατηγορεῖ κεκαλυμμένα τὸν Πλήθωνα γιὰ καμπαλλισμό, στὸ σημεῖο ἰδίως ποὺ γράφει ὅτι ὅπως ὁ Ἰουλιανὸς ἀκολούθησε ἕναν Ἑβραῖο μάγο, ἔτσι καὶ ὁ Πλήθωνας ἀκολούθησε ἄλλον ἕνα, ὁ ὁποῖος δὲν ἦταν θρησκευτικὰ Ἑβραῖος, ἀλλὰ Ἕλληνας (εἰδωλολάτρης). Πραγματικά, οἱ καμπαλλιστὲς δὲν εἶναι ὀρθόδοξοι Ἑβραῖοι, μάλιστα βρίσκονται σὲ κάποιες περιπτώσεις σὲ σύγκρουση μὲ τοὺς Ταλμουδιστές. Ἦταν δηλαδὴ κατὰ τὸν Σχολάριο, ἕνας ἑβραῖος εἰδωλολάτρης, δηλαδὴ ἕνας καμπαλλιστής30 .

Παρότι ὁ Woodhouse ὑποστηρίζει μὲ ἀρκετὴ δόση αὐθαιρεσίας, ὅτι «δὲν ὑπάρχει κανένας λόγος νὰ ὑποθέσουμε πὼς ἡ διδασκαλία τοῦ Ἐλισσαίου, γιὰ τὴν ὁποία τόσο λίγα εἶναι γνωστά, περιεῖχε τὴν ὁποιαδήποτε ἀναφορὰ στὴν Καμπάλλα»31, ἐντότοις ἀναγνωρίζει καὶ αὐτὸς ὅτι στοὺς Νόμους τοῦ Πλήθωνα ὑπάρχουν θεμελιώδεις ἀρχὲς ἀναιρετικὲς τῶν Χαλδαϊκῶν Ὀραμ́άτων μὲ κυριότερη ἀπὸ αὐτὲς τὴν μετενσάρκωση32, ἡ ὁποία ὅπως καὶ ὁ ἴδιος παραδέχεται σὲ ἄλλο σημεῖο, εἶχε γιὰ κάποιο διάστημα παρεισφρήσει στὶς καμπαλλιστικὲς δοξασίες33. Ἀκόμη περισσότερο στὴν Καμπάλλα ὑφίσταται ἡ πλατωνικὴ ἐπίσης ἰδέα τῆς μετεμψ́χωσης34.

Τὸ ζήτημα ποὺ ἀνακύπτει τώρα εἶναι βεβαίως, γιὰ ποιὸν λόγο ὁ Πλήθωνας, ἐφόσον πραγματοποίησε μία πολιτισμικὴ μετάφραση τῆς Καμπάλλας στὰ ἑλληνικά, μία μετάφραση δηλαδὴ ὄχι ἁπλὴ κατὰ λέξη ἢ ἔστω κοντὰ στὸ κείμενο, ἀλλὰ μία τελείως ἐλεύθερη προσαρμογὴ ὅλων τῶν καμπαλλιστικῶν θέσεων στὰ Ἑλληνικά, ἀλλάζοντας τὰ ἑβραϊκὰ ὀνόματα καὶ ὅρους μὲ ἀντίστοιχα ἑλληνικὰ, δὲν τὴν ἀναφέρει ἀνάμεσα στὶς πηγές του. Μία πρώτη ἀπάντηση εἶναι ὅτι τὸ ἔκανε γιὰ νὰ μὴν προκαλέσει τὸ κοινὸ αἴσθημα. Δὲν εἶναι ὅμως ἱκανοποιητική, καθὼς ὁλόκληρο τὸ ἔργο τοῦ Πλήθωνα ὑπῆρξε προκλητικὸ ἢ καλύτερα προκλητικὰ παγανιστικό. Ὁ Πλήθωνας, ὅμως, ὡς ἰδιαίτερα εὐφυὴς ἄνθρωπος κατανοοῦσε ὅτι ἀνάμεσα στοὺς Ἕλληνες ἦταν κάτι διαφορετικὸ τὸ κάλεσμα σὲ μία ἐπιστροφὴ στὴν ἑλληνικὴ πολυθεϊστικὴ εἰδωλολατρία καὶ ἡ πρόταση γιὰ υἱοθέτηση τοῦ ἑβραϊκῆς προέλευσης ἀποκρυφισμοῦ. Ἔτσι, ἀπέκρυψε τὴν κύρια πηγὴ τοῦ συστήματός του καὶ προέβαλε τὰ Χαλδαϊκὰ Ὀρ́άματα, τὰ ὁποῖα ἦταν λιγότερο ἀπεχθῆ στὸ κοινὸ αἴσθημα, καθὼς ἀπὸ παλαιότερα εἶχαν συνδεθεῖ μὲ τὸν Πυθαγόρα35 καὶ τρόπον τινὰ εἶχαν καταστῆ περισσότερο οἰκεῖα στὸ ἑλληνικὸ κοινό. Γνώριζε, δηλαδή, καλὰ ὅτι τὸ σύστημά του, τὸ ὁποῖο πίστευε ὅτι μέχρι τὸ τέλος τοῦ 15ου αἰώνα θὰ εἶχε εξαλείψει πλήρως τὸν Χριστιανισμό, ἔπρεπε νὰ συνδεθεῖ μὲ τὴν καταξιωμένη στὴν συνείδηση τοῦ μέσου ἐγγράμματου Ἕλληνα τῆς ἐποχῆς του ἀρχαιότητα, ὥστε νὰ ἐπιτύχει.

Μία ἀποστροφὴ τοῦ Σχολαρίου, ἡ ὁποία δὲν ἔχει τύχει τῆς προσοχῆς ποὺ θὰ ἔπρεπε, δείχνει τὸ γεγονὸς ὅτι παρὰ τοὺς μύδρους ποὺ ἐξαπολύει γιὰ τοὺς εἰδωλολάτρες Ἕλληνες τῆς κλασικῆς περιόδου36, ἐν τούτοις θεωρεῖ ὅτι τὸ ἔργο τοῦ Πλήθωνα εἰσάγει καινὰ δαιμόνια καὶ ὄχι ἁπλῶς τὴν ἐπιστροφὴ στὴν ἀρχαία θρησκεία. Σημειώνει ὁ Σχολάριος: «Ζωροάστρου μὲν οὖν τοῦδε, καὶ Μίνωος, καὶ Εὐμόλπιου, καὶ Λυκούργου, καὶ Πολυείδου, καὶ Τειρεσίου, καὶ τῶν ἄλλων οὓς ἀριθμεῖς, οὐδὲ βιβλίοις ἐνέτυχες, ὅθεν ἂν τὴν νομοθεσίαν τούτην εἶχες λαβών πλὴν ὅσον πολλοὶ ἕτεροι ἔνιά που αὐτῶν ἀπομεμνημονεύκασιν, ὅθεν οὐ σοὶ μᾶλλον ἢ καὶ πᾶσι σπουδαίοις ἡ περὶ αὐτῶν εἴδησις γέγονεν. Ἀλλ’ ἐκ τῶν ὑστέρων μᾶλλον παντ’ ἔχεις συνειλοχώς, οἳ Πυθαγόραν καὶ ἔτι μᾶλλον Πλάτωνα προστησάμενοι, τὰ πλεῖστα μηδ’ αὐτῷ Πλάτωνι δεδογμ́ένα περὶ τῆς πολυθ́έου πλάνης ἐν βιβλίοις συνεγράψαντο πολυστίχοις, μετὰ τοὺς πλείστους δὲ αὐτῶν καὶ ὑπὲρ πάντας τοὺς ἐν αὐτοῖς ἄκρους, Πρόκλος, οὗ τῶν πολλῶν βιβλίων ταυτὶ τὰ βραχέα ἐσπερμολόγησας»37 .

Καὶ σὲ αὐτὸ τὸ σημεῖο συμφωνεῖ ἕνας ἀπὸ τοὺς νεώτερους μελετητὲς τοῦ Πλήθωνα, ὁ ὁποῖος σὲ καμία περίπτωση δὲν μπορεῖ νὰ χαρακτηριστεῖ θαυμαστὴς τοῦ Σχολαρίου, ὁ Woodhouse, ὁ ὁποῖος σημειώνει τὴν ἀναφορὰ ἀπὸ τὸν Πλήθωνα πολλῶν συγγραφέων καὶ ἔργων τῆς ἑλληνικῆς ἀρχαιότητας, τὰ ὁποῖα δὲν εἶχε ποτὲ μελετήσει38. Οὔτε πλατωνικῆς προέλευσης, λοιπόν, εἶναι τὸ σύστημα τοῦ Πλήθωνα, ἀλλὰ ἐπεξεργασμένο μὲ διάφορες δοξασίες ἀνὰ τοὺς αἰῶνες καὶ πολὺ ἀπέχει ἀπὸ τὴν θρησκεία τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων, καθὼς εἰσάγει κυριολεκτικὰ «καινὰ δαιμόνια» στὸν χειμαζόμενο Ἑλληνισμὸ τοῦ 15ου αἰώνα.



* Χαράλαμπος Μηνάογλου, Διδάκτωρ Νεότερης Ιστορίας, τμῆμα Ἱστορίας-Ἀρχαιολογίας, Ε.Κ.Π.Α.

1 Βλ. Siniossoglou, 2012, 55.

Πρακτικ́ Ε΄ Ευρωπαϊκό ΣυνεδρίουΝεοελληνικ́ν Σπουδ́ν (Θεσσαλονίκη, 2-5 Οκτ. 2014): Συνέχειες, ασυνέχειες, ρήξεις στον ελληνικό κόσμο (1204-2014): οικονομία, κοινωνία, ιστορία, λογοτεχνία Τόμος Β΄ (ISBN: 978-960-99699-8-7) © 2015 Ευρωπαϊκή Εταιρεία Νεοελληνικών Σπουδών (www.eens.org)

2 Βλ. Livanos,2003, 24-41.

3 Βλ.Ζήσης, 1980. Σπέντζας, 1987.

4 Βλ. Livanos, 2006. Blanchet, 2008.

5 Βλ. Anastos, 1948, 183-305. 6 Πρβλ. Woodhouse, 1986, 358. 7 Βλ. Tardieu, 1987, 141–164. Tambrun-Krasker, 1995.Athanassiadi, 2002, 237-252. 8 Βλ. Berger, 2006, 79–89. 9 Βλ. Hankins, 1990.Zambelli, 2007.Hanegraaff, 2012. 10 Βλ. Allen-Rees- Davies, 2002. 11 Βλ. Wirszubski, 1989.Dougherty, 2008. 12 Βλ. Wind, 1980.Monfasani, 1992, 45-61. 13 Βλ. Bladel, 2009. 14 Βλ. Black, 2006.Ogren, 2009.

15 Βλ. Woodhouse, 1986, 59. 16 Βλ. Siniossoglou, 2011.

17 Γράφει χαρακτηριστικὰ ὁ χρηματίσας Πρόεδρος τῆς Ἀκαδημίας Ἐπιστημῶν τοῦ Ἰσραὴλ καὶ ἀπὸ τοὺς πλέον ἔγκριτους μελετητές τῆς Καμπάλλας, G. Scholem: «The Kabbalah was not, as it still sometimes supposed, a unified system of mystical and specifically theosophical thinking. There is no such thing as “the doctrine of the Kabbalists”. Actually, we encounter widely diversified and often contradictory motivations, crystallized in very different systems or quasi-systems».Scholem, 1996, 89.

18 Hladky, 2014, 28. 19 Βλ. Zinguer- Melamed- Shalev, 2011. 20 Βλ. Tambrun, 2006.

21 Ὁ «πατριάρχης» τῶν Εὐρωπαίων καμπαλλιστῶν, ὁ J. Reuchlin (ὁΚαπνίωντῶνἑλληνικῶν πηγῶν) σημειώνει χαρακτηριστικὰ γιὰ τὸν Πυθαγόρα, ὅτι «τὴν φιλοσοφία του, κατόρθωσα νὰ τὴν ἐρανιστῶ μόνο ἀπὸ τὴν ἑβραϊκὴ Καμπάλλα, ἐπειδὴ προῆλθε ἀπὸ τοὺς καμπαλλιστὲς διδασκάλους, ἐνῶ στὴν συνέχεια χάθηκε γιὰ τοὺς προγόνους μας, ὅταν ἐξαφανίστηκε ἀπὸ τὴν Ἰταλία». Reuchlin, 1517, epistola dedicatoria.

22 Βλ. Henninger, 1974.Idel, 2008, 31-32.Cornelli – McKirahan – Macris, 2013. 23 Βλ. Idel, 2007, 315-318. 24 Πρβλ. Farmer, 1998.

25 Βλ. Gardette, 2007, 147–164. 26 Gennadios, 1935, 152-153. 27 Gennadios, 1935, 162.

28 Scholem, 1963.Tishby, 1989.Matt, 2004-2012. 29 Βλ. Siniossoglou, 2011, 290.

30 Παρότι ἡ ποινὴ τῆς ἐκτέλεσης στὴν πυρὰ προβλεπόταν γιὰ τοὺς Ἑβραίους στὴν περίπτωση τῆς προσπάθειάς τους νὰ μεταστρέψουν ἕναν χριστιανὸ στὸν Ἰουδαϊσμό, ἐντότοις δὲν θὰ πρέπει νὰ ἀποκλείσουμε τελείως τὸ ἐνδεχόμενο στὸ συγκεκριμένο χωρίο τοῦ Σχολαρίου νὰ ὑπονοείται τὸ κάψιμο ὄχι τοῦ ἰδίου τοῦ Ἐλισσαίου, ἀλλὰ τῶν ἔργων του. Γιὰ τὴν πρόβλεψη τοῦ Θεοδοσιανοῦ Κώδικα βλ. Woodhouse, 1986, 27. Μὲ αὐτὴν τὴν ἐκδοχὴ συνάδει καὶ ἕνα ἄλλο σχετικὸ χωρίο τοῦ Σχολαρίου, ὅπου γίνεται λόγος γιὰ καταστροφὴ τῶν Νόμων τοῦ Πλήθωνα: «Σὺ μὲν ἄρα θρήνων ἄξιος πᾶσι τοῖς εἰδόσι τε και πεφιληκόσιν, ἐν οἷς καὶ ἡμεῖς ἐσμεν, μαρτυροῦντος ἡμῖν τοῦ Θεοῦ, δι’ ὅν σοι μόνον εὐλαβῶς προσεκρόσαμεν, ἄλλως ἐπαινοῦντές τε καὶ τιμῶντες. Τὸ δὲ σὸν βιβλίον ἀφανιστέον, μὴ καὶ ἄλλοις ἴσως τοῦ θρηνεῖσθαι πρόφασις γένηται, καὶ τῷ συγγεγραφότι διηνεκοῦς ἀδοξίας, χερσὶν εἰδότων ἐμπίπτον». Gennadios, 1935, 171.

31 Βλ. Woodhouse, 1986, 61.Πρβλ. και Gardette, 2007, 163. 32 Βλ. Woodhouse, 1986, 63. 33 Βλ. Woodhouse, 1986, 60. 34 Βλ. Scholem, 2003, 521-530. Mopsik, 2005, 173-185. 35 Βλ. Hladky, 2014, 200-201.

36 Εἶναι ἰδιαίτερα ξεκάθαρη ἡ θέση τοῦ Σχολαρίου γιὰ τοὺς ἀρχαίους Ἕλληνες, ὥστε καθιστᾶ ἄξια ἀπορίας κάθε παρερμηνεία. Μὲ σαφήνεια δηλώνει ὅτι κατάγεται τόσο ὁ ἴδιος ὅσο καὶ οἱ ὑπόλοιποι Ἕλληνες τοῦ καιροῦ του, οἱ Ρωμηοί, ἀπὸ αὐτός, ἀλλὰ σὲ καμία περίπτωση δὲν ἀσπάζεται τὴν πίστη τους, δὲν εἶναι Ἕλληνας δηλαδὴ μὲ τὴν σημασία τοῦ ἐθνικοῦ, τοῦ εἰδωλολάτρη. Βλ. Gennadios, 1930, 13, 253. Γιὰ τοὺς Ἕλληνες τοῦ καιροῦ του ὡς ἀπογόνους τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων εἶναι πολλὲς οἱ ἀναφορὲς στὰ ἔργα του, χαρακτηριστικὰ βλ. καὶ Gennadios,1928, 285 καὶ Gennadios, 1935, 220. Πρβλ. Vryonis, 1991, 5-14.Angelou, 1996, 1-19. 37 Gennadios, 1935, 162. 38 Βλ. Woodhouse, 1986, 62-78.


Δεν υπάρχουν σχόλια: