Τρίτη 11 Δεκεμβρίου 2012

Τα δυο παιδιά από την Αλβανία και οι γνωστοί μου που (μας) χρεοκόπησαν


Τους γνώρισα πριν αρκετά χρόνια, γύρω στο 1999. Νέα παιδιά, αδέρφια. Δε μιλούσαν πολύ. Ήσυχοι, ευγενικοί, άκουγαν προσεκτικά κάθε τι που τους έλεγε ο εργολάβος-αφεντικό τους. Έκαναν σχολαστικά τη δουλειά τους.
του Στρατή Μαζίδη
Δεν τους ξαναείδα για πολλά χρόνια μέχρι που συναντήθηκαν οι δρόμοι μας το 2007. Το λεωφορείο είχε γίνει μεταχειρισμένο ΙΧ. Ένα για τον καθένα. Το ενοίκιο είχε μετατραπεί σε ιδιόκτητο σπίτι σε μια ταπεινή (το λέω με την καλή έννοια) πανέμορφη γειτονιά του Περιστερίου. Ήταν η τελευταία φορά που θα δούλευαν με τον εργολάβο. Πλέον θα εργάζονταν μόνοι.
Πέρασαν ξανά ορισμένα χρόνια. Πάλι βρεθήκαμε. Τώρα εργάζονται σε τεχνική εταιρεία που δεν τους αφήνει ούτε δευτερόλεπτο και κάνουν παράλληλα κάποια μεροκάματα έξτρα όποτε μπορούν. Το μεταχειρισμένο ΙΧ είχε γίνει μια ασημένια καινούρια Octavia. Μάλιστα όποτε είναι δυνατό παίρνουν μαζί και τα παιδιά τους. Να μάθουν πως βγαίνει το ψωμί. Όσο σκληρό κι αν είναι αυτό, είναι πολύ εκτιμητέο. Και όσοι διαβάζετε τη freepen ξέρετε πως έχω γράψει πολλές φορές για το θέμα της μετανάστευσης. Όμως πάντα χαιρόμουν τους έντιμους και φιλότιμους ανθρώπους που από το μηδέν έφτιαχναν κάτι. Και τα δύο αυτά παιδιά ήρθαν στην Ελλάδα με μωρά στην αγκαλιά ξεκινώντας από το μηδέν. Και έφτιαξαν μια ζωή. Μια αξιοπρεπή ζωή.
Τα ίδια ακριβώς ξέγνοιαστα χρόνια της ευρωευημερίας παρατηρούσα διάφορους γνωστούς μου. Βγήκαν κι αυτοί στην αγορά εργασίας και με πολύ καλύτερους όρους. Όχι τσιράκια ενός αρχιμάστορα, όχι εργατοτεχνίτες που θα πρέπει να λερώσουν τα χέρια τους. Δίχως παιδιά που περιμένουν να φάνε από τα λερωμέμενα με σκόνη και κόλα πλακιδίων χέρια. Την ώρα που οι δύο αλλοδαποί οικονομικοί μετανάστες αποταμίευαν και λίγο λίγο δημιουργούσαν, οι άλλοι απλά έτρωγαν. Κι έτρωγαν παραπάνω από ότι έβγαζαν. Καινούρια κινητά, καινούρια ρούχα, τριήμερα παντού, κάθε λίγο έξω για φαγητό αλλά από αποτέλεσμα ουδέν.
Θυμάμαι έναν από αυτούς που όποτε μιλούσαμε για να κανονίσουμε για το Σαββατόβραδο. Το αφήναμε για τελευταία στιγμή διότι ξυπνούσε αργά αργά και το μεσημέρι είχε ψώνια. Και αναρωτιόμουν “μα τι στο διάολο αγοράζει κάθε Σάββατο;”.
Ένας αντίστοιχος πάλι γνωστός όταν επρόκειτο να γεννηθεί το πρώτο μου παιδί στο ΕΛΕΝΑ έλεγε “μα καλά θα πετάξεις τη γυναίκα σου στο δημόσιο νοσοκομείο; Για εκεί την έχεις κι αυτή και το γιο σου;”. “Ο Χριστός γεννήθηκε ανάμεσα σε πρόβατα και γελάδια. Δε νομίζω να πάθουν τίποτε οι δικοί μου” του απήντησα με μια δόση χιούμορ κρύβοντας τον εκνευρισμό μου. Διότι ήταν προτιμότερο φαίνεται από το καλύτερο μαιευτήριο στο οποίο είχαμε άψογη φροντίδα να ξοδέψουμε μερικά χιλιάρικα στα γνωστά ιδιωτικά κέντρα μόνο και μόνο για να το λέμε στους γνωστούς μας πουλώντας prestige. Ο ίδιος με πήρε τηλέφωνο πριν λίγες ημέρες και μου ζητούσε το τηλέφωνο της γυναικολόγου στο νοσοκομείο. “Μπα, θα καταδεχθείς να περάσεις την πόρτα του ΕΛΕΝΑ;” του απήντησα δεικτικά.
Σήμερα λοιπόν όλοι αυτοί είναι πνιγμένοι στα χρέη. Τυχαίο; Δε νομίζω! Χρέη για το αμάξι που αγόρασαν ενώ δεν ήταν στα κυβικά τους, χρέη γιατί ήθελαν 3ο όροφο σε καινούρια πολυκατοικία στο Χαλάνδρι και όχι σε 20ετιας πχ στην Κυψέλη, χρέη γιατί πήραν € 30.000,00 επισκευαστικό, χρειάστηκαν τα € 18.000,00 αλλά έφαγαν τα υπόλοιπα και όταν δεν υπάρχει το χρέος, τότε έρχεται να τους πλακώσει η αβεβαιότητα για το αύριο.
Το παρόν σκοτεινόν και το μέλλον αβέβαιον όπως λέει ένας συνάδερφος.
Τα δύο παιδιά από την αλβανία ήρθαν και έζησαν με στερήσεις. Ξέκινησαν την ίδια χρονική στιγμή αλλά από το τέλος του grid. Κατάφεραν όμως να φτιάξουν κάτι και τελικά μέσα σε αυτή τη δίνη του κυκλώνα να είναι όσο το δυνατόν πιο εξασφαλισμένοι. Οι γνωστοί μου δεν έφτιαξαν τίποτε. Δούλευαν μεν αλλά δεν οραματίζονταν και δεν έβαζαν στόχους δε. Και σήμερα το πληρώνουν αυτό. Το πληρώνει βασικά η ελληνική κοινωνία που έμαθε στην ξάπλα, την άνεση και την ψεύτικη με δανεικά μεγάλη ζωή.
Από εκεί ξεκίνησε και η κρίση. Διότι οι καλοπερασάκηδες που ζουν μόνο για το σήμερα, που δεν ενδιαφέρονται για το δικό τους αύριο, θα καθίσουν να προβληματιστούν για  το μέλλον του τόπου τους;
Κακά τα ψέμματα, όταν γεμίζει η κοιλιά με φαγητό και τα χέρια με αξεσουάρ, τότε σταματά να δουλεύει η καρδιά, η ψυχή και το πνεύμα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: