ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Από την ιστορικοθεολογική μελέτη μπορούμε να συμπεράνουμε ότι οι εορτές των Χριστουγέννων και των Θεοφανείων μέχρι τον Δ΄ αιώνα εορτάζονταν από κοινού. Το 330 για πρώτη φορά στη Ρώμη άρχισε να εορτάζεται στις 25 Δεκεμβρίου η Γέννηση του Κυρίου ξεχωριστά από την εορτή των Θεοφανείων, η οποία συνέχισε να εορτάζεται στις 6 Ιανουαρίου και έλαβε έκτοτε χαρακτήρα χαρισματικό. Σταδιακά μέχρι τα μέσα του ΣΤ΄ αιώνα όλες οιοι τοπικές υιοθέτησαν οριστικά αυτή τη διάκριση του εορτασμού.
Η ανάλυση των πατερικών ομιλιών γι’ αυτές τις δύο εορτές δείχνει ότι το κέντρο της λατρείας της Εκκλησίας, κατά τον Δ΄ τουλάχιστον αιώνα, ήταν το γεγονός της ενανθρωπήσεως του Ιησού Χριστού, το οποίο συνοψιζόταν στην ομολογία ότι ο Θεός Λόγος «ενηνθρώπησεν ίνα ημείς θεοποιιηθώμεν». Οι ιεροί Πατέρες εκστασιασμένοι μπροστά στο μυστήριο της θείας ενανθρωπήσεως διδάσκουν τους πιστούς τη θεολογία του μυστηρίου.
Το ιδεολογικό πλαίσιο της εποχής απαιτούσε αντιμετώπιση των αιρετικών και ειδωλολατρών. Ο πανηγυρισμός των δύο μεγάλων αυτών εορτών αποτέλεσε την κατάλληλη ευκαιρία να εκθέσουν εμμέσως πλην σαφώς την πίστη της Εκκλησίας στη Σύνοδο της Νικαίας, απαντώντας έτσι στους διάφορους αιρετικούς. Τους ειδωλολάτρες αντιμετώπισαν με αυστηρότητα αλλά και με οικοδομητική διάθεση, αφού ο Θεός Λόγος σαρκώθηκε για τη σωτηρία ολόκληρης της ανθρωπότητας. Πάνω απ’ όλα όμως οι Πατέρες απαιτούσαν καθαρότητα ζωής, απαραίτητη για την οικείωση όσων πρόσφερε ο ενανθρωπήσας Χριστός.
Οι εορτές των Χριστουγέννων και των Θεοφανείων δεν προσφέρονται για σκέψεις ευσεβείς και αναλύσεις συναισθηματικές, αλλά για να συνειδητοποιήσουμε τη ζωτική σημασία τους και να μετάσχουμε στα εορταζόμενα γεγονότα· να βιώσουμε ότι ο Θεός έγινε άνθρωποςγια τη δική μας σωτηρία, ότι μας έδωσε μια νέα ζωή, που είναι οι δυνατότητα να γίνουμε θεοί κατά χάριν.
Κάθε εκκλησιαστή εορτή είναι ανάμνηση ενός θείου γεγονότος, ανάμνηση όμως που ενώ έγινε στο παρελθόν εφάπαξ, φανερώνεται, βιώνεται και εορτάζεται μυστηριακώς στο παρόν και μας δίνει τη δυνατότητα να μετέχουμε βιωματικά σ’ αυτό, δηλαδή ως αυτόπτες μάρτυρες. Και εν προκειμένω μπορούμε να γίνουμε μάρτυρες της θείας Επιφανείας, να γίνουμε οι ίδιοι «θεοφανικό γεγονός», πράγμα άλλωστε που αποτελεί και το σκοπό της θείας ενανθρωπήσεως.
Γι’ αυτό, ας κλείσουμε με τα λόγια του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου. Αδελφοί και πατέρες «τοίνυν εορτάζωμεν, μη πανηγυρικώς, αλλά θεϊκώς· μη κοσμικώς αλλ’ υπερκοσμικώς· μη τα ημέτερα, αλλά τα του ημετέρου, μάλλον δε τα του δεσπότου· μη τα της ασθενείας, αλλά τα της ιατρείας· μη τα της πλάσεως, αλλά τα της αναπλάσεως».
Επίλογος από την εισήγηση “Η εορτή των Χριστουγέννων – Θεοφανείων”, στο Η’ Πανελλήνιο Λειτουργικό Συμπόσιο Στελεχών Ιερών Μητροπόλεων, “Το Χριστιανικόν Εορτολόγιον”, Βόλος 18-20 Σεπτεμβρίου 2006, έκδ. Πρακτικών Ειδικής Συνοδικής Επιτροπής Λειτουργικής Αναγεννήσεως Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, σ. 168-9.
Αρχιμ. Νικόλαος Ιωαννίδης
pemptousia.gr
http://blogs.sch.gr/kantonopou/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου