«Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ ὁ Ἰησοῦς περιπατῶν παρὰ τὴν θάλασσαν τῆς Γαλιλαίας…» (Ματθ. 4,18)
ΑΚΟΥΣΑΤΕ, ἀγαπητοί μου, τὸ εὐαγγέλιο; Ἐρωτῶ, γιατὶ πολλοὶ ἔχουν αὐτιά, μὰ τὸ Εὐαγγέλιο ὄχι μόνο δὲν θέλουν νὰ τὸ ἀκούσουν ἀλλὰ καὶ τὸ κοροϊδεύουν. Τὸ Εὐαγγέλιο πάλιωσε, λένε• σήμερα δὲν ἰσχύει…
Αὐτὰ λένε οἱ λεγόμενοι κουλτουριάρηδες. Ἔμαθαν μερικὰ γράμματα, πῆραν ἕνα χαρτί, καὶ φαντάζονται ὅτι ἔλυσαν ὅλα τὰ προβλήματα καὶ δὲν ἔχουν πλέον ἀνάγκη τὸ Θεό. Καὶ στὶς μέρες μας αὐτοὶ πλήθυναν. Τὸ Εὐαγγέλιο ἦταν γιὰ «τῷ καιρῷ ἐκείνῳ», λένε εἰρωνικά. Τί ἔχουμε νὰ τοὺς ἀπαντήσουμε;
Κάποτε ποὺ ἤμουν στὴ Θεσσαλονίκη, περπατώντας στὸ δρόμο εἶδα ξαφνικὰ κάποιον νὰ τρέχῃ, νὰ σκαρφαλώνῃ σὰν τὸ γάτο σ᾽ ἕνα τηλεγραφόξυλο, κι ἀπὸ ᾽κεῖ νὰ φτύνῃ συνεχῶς. ―Τί κάνεις ἐκεῖ; τοῦ φώναζαν. ―Θὰ σβήσω τὸν ἥλιο! ἔλεγε. Δὲν ἦταν στὰ λογικά του. Ἐὰν λοιπὸν εἶνε τρελλὸς ὅποιος νομίζει ὅτι μὲ τὸ σάλιο του θὰ σβήσῃ αὐτὸ τὸν ἥλιο ―ποὺ κάποτε βέβαια θὰ σβή¬σῃ ἀπὸ μόνος του ὅπως τὸ καντήλι―, ἀσυγκρίτως περισσότερο τρελλοὶ εἶνε αὐτοὶ ποὺ νομίζουν πὼς μὲ τὰ λόγια τους θὰ μπορέσουν νὰ σβήσουν τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶνε ὁ ἄδυτος ἥλιος.
Γιὰ τὸν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστὸν λέμε «νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων• ἀμήν». Καὶ πράγματι• πέρασαν τόσοι αἰῶνες, ἀλλὰ τὰ λόγια ποὺ εἶπε ὁ Χριστὸς ἰσχύουν, ἔχουν δύναμι, ἀφοροῦν καὶ ἐμᾶς, ἔχουν ἐφαρμογὴ γιὰ ὅλους ἀνεξαιρέτως τοὺς ἀνθρώπους.
* * *
Στὴν Παλαιστίνη, στοὺς Ἁγίους Τόπους, ὑπάρχει μιὰ λίμνη, ποὺ λέγεται λίμνη τῆς Γαλιλαίας ἢ τῆς Τιβεριάδος ἤ, ἐπειδὴ εἶνε μεγάλη, τὴ λένε καὶ θάλασσα. Ψηλὰ ἀπ᾽ τὸ ἀεροπλάνο νομίζεις ὅτι ἔχει σχῆμα ἅρπας – κιθάρας• ὅσοι ἔχουν πάει στοὺς Ἁγίους Τόπους τὴν ἔχουν δεῖ. Τὰ νερά της εἶνε πεντακάθαρα• προέρχονται ἀπὸ πηγὲς σὲ ψηλὰ βουνὰ χιονισμένα. Ἀπὸ ᾽κεῖ κατεβαίνουν ῥυάκια καὶ πο¬ταμάκια καὶ φθάνουν σ᾽ αὐτήν. Ἐκεῖ ἔρχεται καὶ ὁ Ἰορδάνης ποταμός. Τὰ νερά του πέφτουν στὴ λίμνη, κι ὅσα περισσεύουν φεύγουν ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος της καὶ συνεχίζουν. Εὐλογημένος ποταμός, εὐλογημένη λίμνη.
Εἶνε ὡραῖες οἱ λίμνες. Γιά φανταστῆτε, ἡ γῆ νὰ ἦταν ὅλη ξηρά, χωρὶς καθόλου νερό, ὅπως εἶνε τὸ φεγγάρι. Φανταστῆτε αὐτὴ τὴν ξεραΰλα, σὰν τὴ Σαχάρα. ῾Ρυάκια, ποταμάκια, λίμνες, θάλασσες, δίνουν ὀμορφιὰ καὶ χάρι στὸν πλανήτη μας, τὸν μοναδικὸ στὸ σύμπαν. Θὰ ἔλθῃ ὅμως μιὰ μέρα ―τὸ λέει ἡ Ἀποκάλυψις―, ποὺ τί θὰ γίνῃ• τὰ καθαρὰ νερά, μέσα στὰ ὁποῖα ζοῦν ψάρια ποὺ ἔπλασε ὁ Θεὸς χάριν τοῦ ἀνθρώπου, θὰ πικραθοῦν, καὶ ἀπὸ τὰ πικρὰ νερὰ θὰ πεθάνουν πολλοὶ ἄνθρωποι (βλ. Ἀπ. 8,11). Κι αὐτὸ τὸ βλέπουμε ἤδη.
Ἡ μητρόπολις Φλωρίνης ἔχει ἀρκετὲς λίμνες. Ἐγὼ τὴν ὀνομάζω μητρόπολι τῶν 5 λιμνῶν. Μία ἀπὸ αὐτὲς εἶνε ἡ Βεγορίτις ἢ λίμνη τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος. Πῆγα λοιπὸν ἐκεῖ καὶ εἶδα τοὺς ψαρᾶδες λυπημένους. ―Δὲν ὑπάρχουν ψάρια, μοῦ εἶπαν. ―Γιατί; ―Γιατὶ πικράθηκαν τὰ νερά.… Πῶς πικράθηκαν; ―Ἀπὸ τὰ λύματα τῶν ἐργοστασίων ποὺ χύνονται ἐδῶ. Πᾶνε τὰ ψάρια! Μοῦ ᾽λεγε γέρος ψαρᾶς στὴ Βεγορίτιδα, ὅτι ὁ παπποῦς του ἔπιασε παλαιότερα ἐκεῖ ἕνα ψάρι ποὺ λέγεται γουλιανός. Ἦταν 40 κιλά, καὶ ἔτρωγαν μιὰ βδομάδα στὸ σπίτι ἀπ᾽ αὐτό! Τώρα…
Κι ὄχι μόνο στὶς μικρὲς λίμνες. Μιὰ μεγάλη λίμνη εἶνε καὶ ἡ Μεσόγειος θάλασσα, λίμνη μεγάλων κρατῶν• Ἱσπανία, Γαλλία, Ἰταλία, Ἑλλάδα, Τουρκία, Κύπρος, Αἴγυπτος, Λιβύη, Μαρόκο, ὅλα μέσα σ᾽ αὐτὴν βλέπουν. Στὴ μεγάλη αὐτὴ λεκάνη πέφτουν οἱ ἀκαθαρσίες ὑπονόμων 70 περίπου μεγάλων πόλεων. Καὶ ἤδη οἱ ἐπιστήμονες κρούουν τὸν κώδωνα γιὰ τὴ μόλυνσι• σὲ λίγο δὲν θὰ ὑπάρχῃ ψαράκι.
Ἀλλὰ τί ἔπαθα καὶ μιλῶ γιὰ λίμνες καὶ θάλασσες; Τὸ εὐαγγέλιο μοῦ ἔδωσε τὴν ἀφορμή. Ἀκούσαμε σήμερα νὰ λέῃ, ὅτι ὁ Χριστὸς περπατοῦσε «παρὰ τὴν θάλασσαν τῆς Γαλιλαίας» (Ματθ. 4,18). Ἐκεῖ πῆγε ὁ Κύριος, ὁ ὁποῖος ἀγαπᾷ τὰ ὡραῖα, τὰ δημιουργήματα ποὺ ὁ ἴδιος ἔφτειαξε. Περπατοῦσε κοντὰ στὴ χαριτωμένη λίμνη. Γιατί πῆγε ἐκεῖ; μήπως γιὰ ν᾽ ἀναπνεύσῃ καθαρὸ ἀέρα; Πῆγε γιὰ κάποιον ἄλλο ἀνώτερο σκοπό. Πῆγε, γιὰ νὰ ἐκλέξῃ τοὺς μαθητάς του, τὸ ἐπιτελεῖο του μὲ τὸ ὁποῖο θὰ ἀνακαίνιζε τὸν κόσμο. Δὲν πῆγε οὔτε στὴ ῾Ρώμη, οὔτε στὴν Ἀθήνα, οὔτε σὲ ἄλλο ἀπὸ τὰ ἀστικὰ κέντρα• πῆγε στὴ θάλασσα, κοντὰ στοὺς ψαρᾶδες.
Εἶδε ἐκεῖ δυὸ βάρκες. Στὴ μία δυὸ ἀδέρφια, ὁ Πέτρος κι ὁ Ἀνδρέας, ἔρριχναν τὸ δίχτυ γιὰ ψάρεμα. Στὴν ἄλλη ἄλλα δυὸ ἀδέρφια, ὁ Ἰωάννης καὶ ὁ Ἰάκωβος μαζὶ μὲ τὸν πατέρα τους τὸ Ζεβεδαῖο διώρθωναν καὶ τακτοποιοῦσαν τὰ δίχτυα τους. Καὶ τοὺς κάλεσε. Ἀφῆστε, λέει, αὐτὰ τὰ δίχτυα, ἀκολουθῆστε με, κ᾽ ἐγὼ θὰ σᾶς δώσω χάρι• θὰ σᾶς κάνω «ἁλιεῖς ἀνθρώπων», θὰ ψαρεύετε ψυχές. Κι αὐτοί; «Εὐθέως» τὸν ἀκολούθησαν (ἔ.ἀ. 4,19-22). Αὐτὴ ἡ λέξι, «εὐθέως», ζυγίζει πολύ. Τί θὰ πῇ «εὐθέως»; «Ἀμέσως», χωρὶς δισταγμό. Δὲν εἶπαν Αὔριο, μεθαύριο, ὕστερα ἀπὸ ἕνα μῆνα, ὕστερα ἀπὸ ἕνα χρόνο. Ἀμέσως ἔδωσαν τὸ «παρών», ὅπως ὁ στρατιώτης στὸν ἀξιωματικό. Ἄφησαν βάρκες, δίχτυα, συγγενεῖς, καὶ ἦρθαν κοντὰ στὸ Χριστό.
* * *
Ἄν, ἀγαπητοί μου, ἐρχόταν σήμερα ὁ Χριστὸς καὶ ἔλεγε «Ἐλᾶτε μαζί μου, ἀφῆστε τα ὅλα κι ἀκολουθῆστε με», ποιός θὰ τὸν ἀκολουθοῦσε; Κάποιος θὰ ἔλεγε• Τί λὲς τώρα, τρελλὸς εἶμαι νὰ τ᾽ ἀφήσω ὅλα;… Ἄλλος θά ᾽λεγε• Πόσα θὰ μοῦ δίνῃς;… Θέλουν χρήματα. Ἂν ὁ Χριστὸς ἔταζε κέρδη, πολλοὶ θὰ δέχονταν• τώρα, οὔτε ἕνας.
Ἀπὸ ἄλλα ἔθνη (Ἰτάλια, Γαλλία, Γερμανία κ.λπ.), ξεκινοῦν ἱεραπόστολοι γιὰ τὴν Ἀφρικὴ καὶ τὴν Ἀσία, καὶ ἐργάζονται συχνὰ μὲ κίνδυνο τῆς ζωῆς τους. Ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα; Τρία ἑκατομμύρια ἔχουν φύγει στὸ ἐξωτερικό• ὄχι ὅμως γιὰ ἱεραποστολή, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἐργασθοῦν καὶ νὰ βγάλουν χρήματα. Κάποτε ἔφευγαν κι ἀπ᾽ ἐδῶ καὶ πήγαιναν ἀλλοῦ νὰ κηρύξουν τὸ Εὐαγγέλιο. Ἂν λ.χ. στὴ ᾽Ρωσία, στὴ Βουλγαρία, στὴ Σερβία εἶνε σήμερα ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, αὐτὸ ὀφείλεται στὸ ὅτι ὑπέροχοι νέοι ἔφυγαν ἀπ᾽ τὴν Κωνσταντινούπολι καὶ τὴ Θεσσαλονίκη καὶ πῆγαν ἐκεῖ καὶ τοὺς ἔκαναν χριστιανούς. Τώρα σπανίως παρουσιάζεται κάποιος ἱεραπόστολος. Τέτοιος ἦταν ὁ ἀείμνηστος Ἰωάννης Ἀσλανίδης, ἕνα χαριτωμένο θαυμάσιο παιδί, ἔξυπνος, τετραπέρατος, πολυτάλαντος. Αὐτὸς μὲ βοήθησε καὶ ὕψωσα στὸ ὕψωμα 1020 τῆς Φλωρίνης τὸ μεγάλο σταυρὸ ὕψους 30 μέτρων, ἕνα ἔργο ποὺ ἄλλος δὲν τὸ ἀνελάμβανε. Τοῦ ἔλεγαν τότε ὡρισμένοι• Πόσα λεφτὰ σοῦ δίνει ὁ δεσπότης; Κι ὅταν ἔμαθαν ὅτι δὲν πληρώνεται, τοῦ ἔλεγαν• Ἀνόητος εἶσαι; ἀφοῦ δὲν παίρνεις λεφτά, τί κάθεσαι κοντὰ στὸ δεσπότη;… Τοὺς σιχάθηκε γιὰ τὴ νοοτροπία τους καὶ ἔφυγε. Πῆγε κάτω στὴν Ἀφρική, ἔγινε ἱεραπόστολος μὲ τὸ ὄνομα Κοσμᾶς (πῆρε τὸ ὄνομα τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ), καὶ ἔφερε πολλοὺς στὸ Χριστό.
Σπανίζουν στὴν ἐποχή μας τέτοιοι ἄνθρωποι. Καλεῖ ἡ Ἐκκλησία στὴν ἱεραποστολή, καὶ οἱ «χριστιανοὶ τοῦ γλυκοῦ νεροῦ» λένε• Ἐγὼ δὲ γίνομαι ἱεραπόστολος, εἶνε δύσκολο πρᾶγμα. Καλεῖ στὴν ἱερωσύνη, ἀλλὰ οἱ γονεῖς δὲν δίνουν οὔτε ἕνα παιδί τους νὰ ὑπηρετήσῃ τὴν Ἐκκλησία ὡς κληρικός. Ἕνα καλὸ παιδὶ εἶπε στὸν πατέρα του ὅτι θέλει νὰ γίνῃ παπᾶς, κι αὐτὸς πῆγε νὰ τὸ σκοτώσῃ!
Λοιπόν, ἱεραπόστολος δὲ γίνεσαι, παπᾶς δὲ γίνεσαι. Ἔ, τότε σοῦ ζητῶ κάτι ἄλλο, τὸ πιὸ εὔκολο. Δὲ σοῦ λέω νὰ σηκώσῃς ἕνα βουνό• σοῦ δίνω νὰ σηκώσῃς ἕνα χαλικάκι. Ποιό εἶνε τὸ χαλικάκι; Ὁ ἐκκλησιασμός. Ἀκοῦς τὴν καμπάνα ποὺ χτυπάει; Σὲ καλεῖ ὁ Χριστός. Πήγαινε νὰ ἐκκλησιασθῇς. Πήγαινε νὰ προσκυνήσῃς καὶ νὰ λατρεύσῃς τὸ Θεό, νὰ τοῦ πῇς ἕνα εὐχαριστῶ. Τὸ εἶπα κι ἄλλοτε• 168 ὧρες ἔχει ἡ ἑβδομάδα, 1 ὥρα μᾶς ζητάει ὁ Θεός, τόσο βαστάει ἡ θεία Λειτουργία ἀπὸ τὸ «Εὐλογημένη ἡ βασιλεία τοῦ Πατρός…» μέχρι τὸ «Δι᾽ εὐχῶν…». Μπὲς στὴν ἐκκλησία, θυμήσου ὅτι εἶσαι ἄνθρωπος, πὲς ἕνα «Δόξα σοι, ὁ Θεός», ἕνα «Ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ», ἕνα «Μνήσθητί μου, Κύριε».
Διαφορετικά; Τὸ ἕνα δὲν κάνουμε, τὸ ἄλλο δὲν κάνουμε, στὸ τέλος θὰ μᾶς τιμωρήσῃ ὁ Θεὸς. Καὶ ἔρχονται πονηρὲς ἡμέρες….
* * *
Βλέπετε, ἀγαπητοί μου, τί ἀφορμὲς καὶ τί θέματα δίνει τὸ Εὐαγγέλιο, ποὺ κάποιοι νομίζουν ὅτι πάλιωσε; Καὶ δὲν προχωρήσαμε στὴν ἑρμηνεία• μόλις ἀγγίξαμε τὸ στίχο ποὺ λέει ὅτι ὁ Ἰησοῦς περπατοῦσε «παρὰ τὴν θάλασσαν».
Εἴθε τὰ πτωχὰ αὐτὰ λόγια νὰ τὰ ἐφαρμόζουμε καὶ νὰ ζοῦμε κατὰ τὸ Εὐαγγέλιο. Καὶ ὁ Θεός, διὰ πρεσβειῶν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ πάντων τῶν ἁγίων, νὰ ἐλεήσῃ καὶ σώσῃ πάντας ἡμᾶς• ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(Ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου στον ιερό ναό του Ἁγίου Γερμανοῦ Πρεσπῶν 21-6-1987