Κυριακή 27 Φεβρουαρίου 2011

ΜΙΑ ΘΕΟΣΔΟΤΗ ΣΧΕΣΗ



«Η γάρ σφραγίς της εμής αποστολής υμείς εστε εν Κυρίω». Ο σύνδεσμος που έχει ο Παύλος ως απόστολος Χριστού με την εκκλησία της Κορίνθου φαίνεται από την έντονα φορτισμένη αυτή έκφραση, με την οποία και κατακλείεται η σημερινή αποστολική περικοπή της Κυριακής της Απόκρεω. Εργάτης Κυρίου ο Παύλος, «έργον εν Κυρίω» η εκκλησία της Κορίνθου. Έργο χάριν του οποίου πόνεσε και μόχθησε, αγωνίστηκε και μάτωσε, προσεύχεται και αγωνιά κάθε στιγμή. Η προκοπή των χριστιανών Κορινθίων, καύχημά του εν Κυρίω. Οι αστοχίες και τα σφάλματά τους, αίτια και δικού του προβληματισμού.
Σχέση πατρική προς τέκνα αγαπημένα είναι η σχέση που διασώζει η παράδοση της Εκκλησίας ανάμεσα σε ποιμένες και πομαινομένους, που μέσα στην εν Χριστώ ελευθερία γεννά αγίους επιφέροντας καίρια πλήγματα στον επιτιθέμενο διάβολο. Αυτή η σχέση συχνά και στην εποχή μας, όπως και σε άλλες προηγούμενες, τίθεται εν αμφιβόλω, πολεμείται, και κατασυκοφαντείται από ανθρώπους που δεν γεύθηκαν – ή που αρνούνται πεισματικά να γευθούν – την γλυκύτητα της πατρότητας και της υιότητας, που την συγκροτούν. Ο Χριστός για τους λόγους που εκείνος γνωρίζει στέρησε την ιερωσύνη από τους αγγέλους και δια των αποστόλων την εμπιστεύθηκε σε ανθρώπους αμαρτωλούς, οι οποίοι και καλούνται «ου δια τας δικαιοσύνας αυτών… αλλά δια τα ελέη και τους οικτιρμούς του Κυρίου, θαρρούντες» να προσεγγίζουν το άγιο θυσιαστήριο για την σωτηρία του λαού του Θεού.
Καλείται ο ιερεύς διακονώντας αυτήν την σχέση ως πατέρας, ποιμένας και απόστολος Χριστού, να στηρίξει τον ξενιτεμένο από την ουράνια πατρίδα του λαό του Θεού υπηρετώντας τον επαναπατρισμό του στην ουράνια πατρίδα, την αναζήτηση, όχι τόσο με τον λόγο, όσο με το παράδειγμά του, του αληθινού νοήματος, της αγάπης του Θεού δηλαδή. Καλείται να κηρύξει σε’ έναν κόσμο όπου βασιλεύει η αγωνία, η αφιλαδελφία, η μόνωση, η κατάθλιψη, η ακοινωνησία, αλλά απουσιάζει παντελώς η αγάπη – που φτιασιδώθηκε για να πείσει τα θύματά της ότι παραμένει αγάπη, μολονότι όζει από ιδιοτέλεια, εγωισμό, άνομο συμφέρον-, ότι «εν τούτω εφανερώθη η αγάπη του Θεού εν ημίν, ότι τον υιόν αυτού τον μονογενή απέσταλκεν ο Θεός εις τον κόσμον ίνα ζήσωμεν δι’ αυτού». Συνίσταται η αγάπη, όχι στο ότι εμείς πρώτοι αγαπήσαμε τον Θεό, αλλά στο ότι αυτός μας αγάπησε πρώτος, ώστε απέστειλε τον Υιό του ως θυσία εξιλεωτική για τις αμαρτίες μας.
Καλείται ο ιερεύς, αναδεχόμενος την ευθύνη της ιερουργίας των μυστηρίων, να προσκαλεί τον λαό «από του νύν» σε πρόγευση Παραδείσου. Αυτόν τον λαό, που κάποιοι βάλθηκαν να αλλοιώσουν και να πτωχύνουν, πείθοντάς τον ότι η φιλαυτία και ο εγωκεντρισμός του είναι απαραίτητα για να ζήσει, καταδικάζοντάς τον σε μια ζωή γεμάτη διεκδικήσεις και δικαιώματα – πρόγευση, δηλαδή κολάσεως, καθώς στερείται την συνάντηση με τον αδελφό, την συναντίληψη, την επίσκεψη της χαράς, της λύπης, της αγωνίας του.
Καλείται ο ιερεύς να διακονήσει αυτήν την σχέση βοηθώντας στην άρση μιάς φοβερής παρεξήγησης, καθώς η αγάπη για τον αδελφό, που ο κόσμος απέρριψε ως άχρηστη στην ζωή του, είναι χάρισμα ζυμωμένο με το «καθ’ ομοίωσιν», καθώς πρώτος ο Δεσπότης Χριστός μας αγάπησε – συναισθανόμενος ως παντογνώστης την ανάγκη μας για σωτηρία- όταν εμείς είμαστε εχθροί του. Και δεν μας αγάπησε μόνο, αλλά ατιμάσθηκε για χάρη μας και ραπίσθηκε και σταυρώθηκε και λογίσθηκε ως νεκρός εβδελυγμένος, για να φανερώσει, κατά τον ιερό Φώτιο, τον θείο έρωτά του για μας.
Καλούνται, τέλος, ποιμένες και ποιμαινόμενοι, να πορεύονται την οδό του Κυρίου ορθά, ελπίζοντας σε εκείνον, αντιτάσσοντας στην σοφία και τον σχεδιασμό πολλών πονηρών, την μωρία του Σταυρού, ψάλλοντας, σε έναν κόσμο που διψά για επικηδείους, το, Χριστός ανέστη, υπερβαίνοντας την οχλαγωγία και επιμένοντας στην ιερουργία της Αναστάσεως.
Λαμβάνοντας, λοιπόν, φώς εκ του ανεσπέρου φωτός της Αναστάσεως, ας φωτίσουμε τα σκοτάδια του νού και της καρδιάς μας περιφρουρώντας αυτήν την σχέση που ο ίδιος ο Χριστός θεμελίωσε: πρώτον και κύριον, οδηγούμενοι, κλήρος και λαός, με ταπείνωση σε μετάνοια, αλλά και μη δίνοντας βήμα σε αυτόκλητους μεσάζοντες και προαγωγούς αυτής της σχέσεως. Από εκεί και πέρα, δε, «η θεία χάρις, η πάντοτε τα ασθενή θεραπεύουσα και τα ελλείποντα αναπληρούσα» θα έχει τον τελευταίο λόγο.

Αρχιμ. Α.Α. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: