Πρωτ. Θεμιστοκλή Μουρτζανού
Στην Εκκλησία ο άνθρωπος αισθάνεται ασφάλεια και βεβαιότητα. Θεωρεί ότι τα έχει καλά με το Θεό και ότι επειδή ζει την ζωή της Βασιλείας, κυρίως όσον αφορά στις εξωτερικές της διαστάσεις που είναι η τήρηση των εντολών του Θεού με τα χείλη και τις πράξεις, έχει εξασφαλίσει την σωτηρία στην άλλη ζωή, αλλά και την βοήθεια
του Θεού σε κάθε έργο και σε κάθε περίσταση της ζωής, ακόμη και στις δοκιμασίες. Γι’ αυτό για τους «υιούς της βασιλείας» (Ματθ. 8, 12) ενίοτε είναι αδιανόητο να τους συμβαίνουν περιστατικά που μαρτυρούν την εγκατάλειψη από την μεριά του Θεού και συχνά το παράπονο ανεβαίνει στα χείλη και την καρδιά τους. Από την άλλη είναι γεγονός ότι η συμμετοχή μας στη ζωή της Εκκλησίας εκ των πραγμάτων μας δίνει οδοδείκτη στην πορεία μας, γνωρίζουμε προς τα πού βαδίζουμε και, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, γνωρίζουμε και σε τι υστερούμε.
Η ασφάλεια στη ζωή μας έχει πάντα δύο όψεις. Από την μία μας δίνει σιγουριά, χαρά και γαλήνη, ακόμα και στα δύσκολα. Από την άλλη μας καθιστά έρμαια του εφησυχασμού, του συμβιβασμού και της συνήθειας. Ο ασφαλής μπορεί να στηριχθεί στην ασφάλεια για να δημιουργήσει, να αξιοποιήσει τα χαρίσματά του και να προσθέσει σε αυτό που έχει. Από την άλλη, ο ασφαλής μπορεί να καταστεί οκνηρός. Να νιώσει βέβαιος γι’ αυτό που ζει, γι’ αυτό που έχει και να μην θελήσει να προχωρήσει παραπέρα. Η ασφάλεια μοιάζει με την επίδραση που ασκεί ο χρόνος στις ανθρώπινες σχέσεις. Άλλοι έχουν άγχος να μην κολλήσουν μέσα σ’ αυτές και ψάχνουν να βρούνε τρόπους ανανέωσής τους. Άλλοι βολεύονται τόσο πολύ, που οργανώνουν τη ζωή τους με βάση το αυτονόητο που κατέχουν. Οι πρώτοι αισθάνονται χρήστες και δημιουργοί. Οι δεύτεροι ιδιοκτήτες. Οι πρώτοι κοπιάζουν για να κάνουν συνεχώς καινούριες αρχές στην ομορφιά και τη χαρά της σχέσης. Οι δεύτεροι νιώθουν ότι έχουν εκπληρώσει το χρέος και ότι θα πρέπει να απολαύσουν τα αποτελέσματα των κόπων τους.
Το θαύμα της θεραπείας του δούλου του εκατοντάρχου από το Χριστό «από μακρόθεν» μας δείχνει ποια είναι η αληθινή ασφαλιστική δικλείδα στη ζωή της Βασιλείας του Θεού. Πρόκειται για την πίστη. Δεν είναι μόνο η εμπιστοσύνη στο πρόσωπο του Χριστού. Η πίστη μας κάνει να βλέπουμε το αληθινό μας πρόσωπο, τα πάθη και την αμαρτωλότητά μας, ότι δεν είμαστε όπως ο Θεός μας θέλει όχι για να απογοητευόμαστε και να πενθούμε, αλλά για να εμπιστευθούμε περισσότερο Αυτόν που μας αγαπά και θέλουμε να αγαπούμε και την ίδια στιγμή να έχουμε κίνητρο να παλέψουμε να βρεθούμε περισσότερο κοντά Του. Δε χορταίνεται ο Θεός και η παρουσία Του. Δε χορταίνεται η αγάπη Του. Δε χορταίνεται η πατρότητά Του. Δε χορταίνεται το βίωμά Του. Και μέσα από την πίστη σ’ Αυτόν γνωρίζουμε τα όριά μας, όχι για να εφησυχάσουμε, αλλά για να εντείνουμε την προσευχή, την μελέτη, τον πνευματικό αγώνα, την μετοχή μας στα μυστήρια, την πορεία της αγάπης και την παράδοση εν εμπιστοσύνη στο πρόσωπό Του, οσεσδήποτε κι αν είναι οι δυσκολίες.
Ο Χριστός θαυμάζει την πίστη του εκατοντάρχου. Και βλέπει ότι οι «υιοί της Βασιλείας», αυτοί που ανήκαν στον περιούσιο λαό Του, δεν είχαν αυτή την πίστη και ότι κινδύνευαν, απορροφημένοι από την βεβαιότητα της ασφάλειάς τους, στις όποιες δοκιμασίες να αρνηθούν το Θεό. Αλλά και στην μεγαλύτερη δοκιμασία που πέρασαν, που ήταν η κλήση να δώσουν απάντηση για το Ποιος στην πραγματικότητα ήταν ο Κύριος, έμειναν στις βεβαιότητές τους και έχασαν την οδό της αληθινής σωτηρίας, την οδό της Αλήθειας.
Στον ίδιο κίνδυνο βρισκόμαστε συνεχώς και όσοι εφησυχάζουμε. Ας βρούμε στην οδό και τον τρόπο της πίστης την ευκαιρία για συνεχή ανανέωση, την αφετηρία για νέα ξεκινήματα και περισσότερη αφοσίωση στο Χριστό και στην αναζήτηση νοήματος στην ουσία της ζωής της Εκκλησίας, ακόμη κι αν αυτό περνά μέσα από δοκιμασίες. Κι αυτός ο δρόμος ας είναι η στάση μας σε κάθε σχέση με τον πλησίον, στο σπίτι μας, στην εργασία, στις συντροφιές μας. Αλλά και στη σχέση μας με τον ίδιο μας τον εαυτό. Να μην μένουμε στις βεβαιότητές μας, αλλά να αναζητούμε. Και Εκείνος που γνωρίζει τις καρδιές μας θα μας δώσει την ευκαιρία να χτίσουμε και πάλι.
του Θεού σε κάθε έργο και σε κάθε περίσταση της ζωής, ακόμη και στις δοκιμασίες. Γι’ αυτό για τους «υιούς της βασιλείας» (Ματθ. 8, 12) ενίοτε είναι αδιανόητο να τους συμβαίνουν περιστατικά που μαρτυρούν την εγκατάλειψη από την μεριά του Θεού και συχνά το παράπονο ανεβαίνει στα χείλη και την καρδιά τους. Από την άλλη είναι γεγονός ότι η συμμετοχή μας στη ζωή της Εκκλησίας εκ των πραγμάτων μας δίνει οδοδείκτη στην πορεία μας, γνωρίζουμε προς τα πού βαδίζουμε και, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, γνωρίζουμε και σε τι υστερούμε.
Η ασφάλεια στη ζωή μας έχει πάντα δύο όψεις. Από την μία μας δίνει σιγουριά, χαρά και γαλήνη, ακόμα και στα δύσκολα. Από την άλλη μας καθιστά έρμαια του εφησυχασμού, του συμβιβασμού και της συνήθειας. Ο ασφαλής μπορεί να στηριχθεί στην ασφάλεια για να δημιουργήσει, να αξιοποιήσει τα χαρίσματά του και να προσθέσει σε αυτό που έχει. Από την άλλη, ο ασφαλής μπορεί να καταστεί οκνηρός. Να νιώσει βέβαιος γι’ αυτό που ζει, γι’ αυτό που έχει και να μην θελήσει να προχωρήσει παραπέρα. Η ασφάλεια μοιάζει με την επίδραση που ασκεί ο χρόνος στις ανθρώπινες σχέσεις. Άλλοι έχουν άγχος να μην κολλήσουν μέσα σ’ αυτές και ψάχνουν να βρούνε τρόπους ανανέωσής τους. Άλλοι βολεύονται τόσο πολύ, που οργανώνουν τη ζωή τους με βάση το αυτονόητο που κατέχουν. Οι πρώτοι αισθάνονται χρήστες και δημιουργοί. Οι δεύτεροι ιδιοκτήτες. Οι πρώτοι κοπιάζουν για να κάνουν συνεχώς καινούριες αρχές στην ομορφιά και τη χαρά της σχέσης. Οι δεύτεροι νιώθουν ότι έχουν εκπληρώσει το χρέος και ότι θα πρέπει να απολαύσουν τα αποτελέσματα των κόπων τους.
Το θαύμα της θεραπείας του δούλου του εκατοντάρχου από το Χριστό «από μακρόθεν» μας δείχνει ποια είναι η αληθινή ασφαλιστική δικλείδα στη ζωή της Βασιλείας του Θεού. Πρόκειται για την πίστη. Δεν είναι μόνο η εμπιστοσύνη στο πρόσωπο του Χριστού. Η πίστη μας κάνει να βλέπουμε το αληθινό μας πρόσωπο, τα πάθη και την αμαρτωλότητά μας, ότι δεν είμαστε όπως ο Θεός μας θέλει όχι για να απογοητευόμαστε και να πενθούμε, αλλά για να εμπιστευθούμε περισσότερο Αυτόν που μας αγαπά και θέλουμε να αγαπούμε και την ίδια στιγμή να έχουμε κίνητρο να παλέψουμε να βρεθούμε περισσότερο κοντά Του. Δε χορταίνεται ο Θεός και η παρουσία Του. Δε χορταίνεται η αγάπη Του. Δε χορταίνεται η πατρότητά Του. Δε χορταίνεται το βίωμά Του. Και μέσα από την πίστη σ’ Αυτόν γνωρίζουμε τα όριά μας, όχι για να εφησυχάσουμε, αλλά για να εντείνουμε την προσευχή, την μελέτη, τον πνευματικό αγώνα, την μετοχή μας στα μυστήρια, την πορεία της αγάπης και την παράδοση εν εμπιστοσύνη στο πρόσωπό Του, οσεσδήποτε κι αν είναι οι δυσκολίες.
Ο Χριστός θαυμάζει την πίστη του εκατοντάρχου. Και βλέπει ότι οι «υιοί της Βασιλείας», αυτοί που ανήκαν στον περιούσιο λαό Του, δεν είχαν αυτή την πίστη και ότι κινδύνευαν, απορροφημένοι από την βεβαιότητα της ασφάλειάς τους, στις όποιες δοκιμασίες να αρνηθούν το Θεό. Αλλά και στην μεγαλύτερη δοκιμασία που πέρασαν, που ήταν η κλήση να δώσουν απάντηση για το Ποιος στην πραγματικότητα ήταν ο Κύριος, έμειναν στις βεβαιότητές τους και έχασαν την οδό της αληθινής σωτηρίας, την οδό της Αλήθειας.
Στον ίδιο κίνδυνο βρισκόμαστε συνεχώς και όσοι εφησυχάζουμε. Ας βρούμε στην οδό και τον τρόπο της πίστης την ευκαιρία για συνεχή ανανέωση, την αφετηρία για νέα ξεκινήματα και περισσότερη αφοσίωση στο Χριστό και στην αναζήτηση νοήματος στην ουσία της ζωής της Εκκλησίας, ακόμη κι αν αυτό περνά μέσα από δοκιμασίες. Κι αυτός ο δρόμος ας είναι η στάση μας σε κάθε σχέση με τον πλησίον, στο σπίτι μας, στην εργασία, στις συντροφιές μας. Αλλά και στη σχέση μας με τον ίδιο μας τον εαυτό. Να μην μένουμε στις βεβαιότητές μας, αλλά να αναζητούμε. Και Εκείνος που γνωρίζει τις καρδιές μας θα μας δώσει την ευκαιρία να χτίσουμε και πάλι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου