Κυριακή 4 Μαρτίου 2012

Η ΚΛΗΣΗ ΤΟΥ ΦΙΛΙΠΠΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΝΑΘΑΝΑΗΛ



                Ο Χριστός έχει πεί ότι «πας ο ζητών ευρίσκει». Ο λόγος αυτός ισχύει και για τον απόστολο Φίλιππο, ο οποίος όταν γνώρισε τον Χριστό, είπε την γνωστή φράση που ακούσαμε στο σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα: «όν έγραψεν Μωϋσής εν τω νόμω και οι προφήται, ευρήκαμεν, Ιησούν». Με τα λόγια του αυτά δείχνει ότι μελετούσε τις Γραφές και ποθούσε ειλικρινά την έλευση του Μεσσία. Γι αυτό και όταν ήλθε ο Μεσσίας, βλέποντας αυτόν τον αγνό και άδολο πόθο του, γνωρίσθηκε σ’ αυτόν και τον έκανε μαθητή του.

                Κάνει εντύπωση η άμεση ανταπόκριση του Φιλίππου στο κάλεσμα του Κυρίου. Η Γραφή περιγράφει το γεγονός λιτά και λακωνικά: ο Κύριος βρίσκει τον Φίλιππα και τον καλεί να τον ακολουθήσει ως μαθητής του και ο Φίλιππος ανταποκρίνεται αμέσως. Την αιτία της άμεσης αυτής ανταποκρίσεως μας την υπαινίσσεται το ίδιο το κείμενο με τα όσα λέει στην συνέχεια. Ο Φίλιππος ήταν από την Βηθσαϊδά, από όπου κατάγονταν ο Ανδρέας και ο Πέτρος, οι οποίοι προηγουμένως έγιναν μαθητές του Χριστού. Επομένως, από αυτούς, τους οποίους πιθανότατα θα γνώριζε καλά, έμαθε τα περί του Ιησού. Επίσης, η ίδια η μορφή του Ιησού, ο οποίος ήταν πλήρης χάριτος και αληθείας, περισσότερο από κάθε άλλη απόδειξη, έπεισε τον Φίλιππο για την μεσσιανικότητά του. γι αυτό και ο Φίλιππος, όταν ο Ναθαναήλ του εξέφρασε κάποιο δισταγμό για τον Ιησού, αντί άλλου επιχειρήματος του είπε το γνωστό: «Έρχου και ίδε».

                Ο Ναθαναήλ πληροφορήθηκε για τον Ιησού από τον Φίλιππο. Επειδή όμως ήταν εγκρατέστερος στις Γραφές, απόρησε όταν άκουσε για την προέλευση του Ιησού από την Ναζαρέτ, διότι γνώριζε από τον προφήτη Μιχαία ότι ο Μεσσίας επρόκειτο να κατάγεται από την Βηθλεέμ της Ιουδαίας. Δεν απέρριψε όμως τον λόγο του Φιλίππου, επειδή θα σκέφτηκε ότι ο Φίλιππος ίσως κάπου θα έσφαλε αναφορικά με την καταγωγή του Ιησού. Πορεύεται λοιπόν προς τον Ιησού, τον γνωρίζει και σαγηνεύεται από αυτόν. οι θαυμαστές αποκαλύψεις που του έκανε ο Ιησούς σχετικά με την προσωπικότητα κ αι την ζωή του, καθώς και η χάρη που συνόδευε την μορφή και τον λόγο του Ιησού, έπεισαν τον Ναθαναήλ για την μεσσιανική του ιδιότητα.

                Ο Ναθαναήλ, όταν γνώρισε τον Ιησού, δεν μπορούσε κάν να διανοηθεί ότι ενώπιόν του είχε τον Θεό και δημιουργό των απάντων. Τον ομολόγησε βέβαια ως τον Υιό του Θεού, όμως με τα λόγια αυτά απλώς του απέδιδε την βασιλική εξουσία που είχε ως Μεσσίας και βασιλιάς του Ισραήλ. Ο Χριστός, κατά την σταθερή συνήθειά του, που βλέπουμε στα Ευαγγέλια, παιδαγωγικά τον οδηγεί προς την τελειότερη γνώση για το πρόσωπό του. Παρόμοια συμπεριφέρεται στον Νικόδημο, που τον θεωρούσε ως ένα διδάσκαλο απεσταλμένο από τον Θεό, στον πλούσιο νεανίσκο, που τον έβλεπε ως έναν αγαθό διδάσκαλο και σε καθένα που τον πλησίαζε ως άνθρωπο, έστω και πολύ άγιο.

                Λέει λοιπόν στον Ναθαναήλ και τους άλλους μαθητές ο Κύριος ότι από εκείνη την στιγμή και ύστερα θα δουν τους ουρανούς να είναι ανοιγμένοι και τους αγγέλους του Θεού να ανεβαίνουν και να κατεβαίνουν στον υιό του ανθρώπου, δηλαδή στον Ιησού. Με την φράση αυτή ο Κύριος καταρχήν υπαινίσσεται την θεϊκή του ιδιότητα, διότι γνωρίζουμε από την Γραφή, και ιδιαίτερα από οπτασίες των προφητών, ότι μόνο του Θεού γνώρισμα είναι να περιβάλλεται από τους αγγέλους. Ο λόγος αυτός του Ιησού εκπληρώθηκε στην γέννησή του, στην Γεθσημανή, στο κενό μνήμα της αναστάσεως, και κυρίως κατά την ένδοξη ανάληψή του στους ουρανούς.

                Είναι αξιοπρόσεκτο ότι ο Κύριος δεν λέει ότι οι άγγελοι ανεβαίνουν και κατεβαίνουν επί τον υιό του Θεού, αλλά επί τον υιό του ανθρώπου. Χρησιμοποιεί την φράση «υιός του ανθρώπου», για να υποδηλώσει την ενανθρώπησή του. με τα λόγια του λοιπόν αυτά φανερώνει ότι είναι ο επουράνιος Θεός, ο οποίος υμνείται και περιστοιχίζεται από τους αγγέλους και έγινε άνθρωπος παραμένοντας Θεός και παραμένοντας στον ουρανό. Έγινε άνθρωπος, για να ανοίξει στους ανθρώπους την είσοδο προς τους ουρανούς και να τους καταστήσει συμπολίτες με τους αγίους.

                Στην ορθή αυτήν πίστη προς τον Χριστό, ως τέλειο Θεό και τέλειο άνθρωπο, είναι οικοδομημένη ασάλευτα η Εκκλησία του. Αφού ο Ιησούς είναι ο Θεός μας, τον λατρεύουμε, τον προσκυνούμε και τον πιστεύουμε ως αιτία και δημιουργό των απάντων. Αφού είναι επίσης και άνθρωπος, ομολογούμε ότι στο  πρόσωπό του οι άνθρωποι δικαιωθήκαμε και ενωθήκαμε με τον Θεό και λυτρωθήκαμε. Τον περιγράφουμε σε εικόνες, ομολογώντας την ενανθρώπηση του Θεού Λόγου και τον αγιασμό και ανακαινισμό του υλικού κόσμου. Σ’ αυτόν οφείλουμε κάθε δόξα, τιμή και προσκύνηση μαζί με τον Άναρχο Πατέρα του και τον Πανάγιό του Πνεύμα εις τους αιώνες. Αμήν.
Αρχιμ. Π.Κ. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: