Δημήτρης Μπαλτάς
Εἶναι γνωστό ὅτι τήν ἐποχή πρίν ἀπό τό 1821 ὁ φιλελληνισμός εἶχε ἐκδηλωθεῖ σέ πολλές χῶρες καί μέ πολλές μορφές. Ἀλλά, ἀκόμη καί σήμερα, δέν εἶναι ἰδιαίτερα γνωστή καί προβεβλημένη στούς Ἕλληνες ἡ θέση τῆς ἐπαναστάσεως τοῦ 1821, τῶν δικαίων της καί τῶν στόχων της, ἀκόμη καί ὁ βαθμός τῆς συμμετοχῆς τῶν Ρώσσων στόν ἀγῶνα τῶν Ἑλλήνων, στά ἔργα τῶν Ρώσσων λογοτεχνῶν τοῦ 19ου αἰ. Ὁρισμένες πτυχές αὐτῆς τῆς σχέσεως θά παρουσιάσω στήν σημερινή κατάθεση.
Εἶναι γεγονός ὅτι ἕνα πλῆθος ποιημάτων τῶν Ρώσσων λογοτεχνῶν τοῦ ιθ΄ αἰ. προτρέπουν τούς Ἕλληνες νά ξεσηκωθοῦν. Ἐνδεικτικῶς θά ἀναφερθεῖ τό ποίημα Τό πολεμικό θούριο τῶν Ἑλλήνων τοῦ ποιητῆ Φιοντόρ Γκλίνκα (1786-1880). Μάλιστα στίχοι, ὅπως «Ὥς πότε σκλάβοι στά δεσμά/ Τῶν Ἀγαρηνῶν θά ζοῦμε; / Τούς τυράννους τῆς γλυκιᾶς μας Ἑλλάδας / Ἦρθε ἡ ὥρα νά ἐκδικηθοῦμε!» (Βλ.Ἡ ἑλληνική ἐπανάσταση τοῦ 1821 στόν καθρέφτη τῆς ρωσσικῆς ποίησης, ἐπιλ.-εἰσ.-ἐπιμ. Σ. Ἰλίνσκαγια, Ἀθήνα 2001, σ. 83) θυμίζουν ἀσφαλῶς τόν γνωστό Θούριο (Βιέννη, 1797) τοῦ Ρήγα.
Μάλιστα τήν παρουσία τῆς Ἑλλάδας στόν κόσμο δείχνει πολύ καθαρά τό ὁμότιτλο ποίημα τοῦ Ὀρέστ Σομόφ (1793-1833). Ἡ Ἑλλάδα χαρακτηρίζεται ὡς «χώρα λατρεμένη ἀπό τούς θεούς … Χώρα γεμάτη ἥρωες … Ἡ Ἑλλάδα, λίκνο τῶν τεχνῶν». Ἀλλά, ἐπειδή αὐτή ἡ χώρα εἶναι «στό ἔλεος τῶν βαρβάρων», ζητᾶ ὁ ποιητής ἀπό τούς ἀρχαίους νά φανερωθοῦν ξανά στόν ἀγῶνα τῶν συγχρόνων Ἑλλήνων: «Τό πνεῦμα τους ξαναγεννιέται στῶν Ἑλλήνων τίς καρδιές». Καί τελικά «ἀγάλλονται τῶν προγόνων οἱ σκιές», ὅταν βλέπουν τούς ἀγωνιζόμενους Ἕλληνες τοῦ 1821 (Βλ.Ἡ ἑλληνική ἐπανάσταση, ἔνθ’ ἀνωτ., σσ. 109-111). Ἀλλά καί ὁ Ν. Γκνέτιτς, στόν ὁποῖο ὀφείλεται καί ἡ καλύτερη μετάφραση τῆς Ἰλιάδος στήν ρωσσική, σ’ ἕνα ποίημα ὑπό τήν ἐπιγραφή «Πολεμικός Ὕμνος τῶν Ἑλλήνων» (Κ. Αὐγητίδη, Ἀλέξανδρος Πούσκιν. Ὁ φιλέλληνας βάρδος τοῦ Εἰκοσιένα, Ἀθήνα 2004, σ. 61) γράφει χαρακτηριστικά: «Πάρε κουράγιο, λαέ τῆς Ἑλλάδας. / Ἡ μέρα τῆς δόξας ἔχει φτάσει./ Θά δείξουμε πώς ὁ Ἕλληνας / δέν ἔχει ξεχάσει τή λευτεριά καί τήν τιμή».
Ἡ σχέση τῶν Ἑλλήνων τοῦ 1821 μέ τούς ἐνδόξους προγόνους, τούς ὑπερασπιστές τῆς πατρώας γῆς σέ παλαιότερους αἰῶνες, ἀναδεικνύεται, ἐπίσης, σ΄ ἕνα ποίημα τοῦ Κοντράτ Ριλέγιεφ (1795-1826), ἀφιερωμένο στόν Ρῶσσο στρατηγό Α. Γερμόλοφ, γιά τόν ὁποῖο μάλιστα ὑπῆρχαν φῆμες ὅτι σχεδίαζε ἐκστρατεία στήν Ἑλλάδα γιά νά βοηθήσει τούς ἀγωνιστές. «Φίλε τοῦ Ἄρη καί τῆς Παλλάδας, / Ἐλπίδα τῶν συμπολιτῶν σου, γιέ τῆς Ρωσσίας πιστέ, / Γερμόλοφ! Βιάσου νά σώσεις τά παιδιά τῆς Ἑλλάδας!» (Βλ. Ἡ ἑλληνική ἐπανάσταση, ἔνθ’ ἀνωτ., σ. 57). Ἀσφαλῶς τά ὀνόματα τῶν Ἑλλήνων ἐπαναστατῶν τοῦ ’21 εἶναι γνωστά στούς Ρώσσους λογοτέχνες. Λ.χ. στίςΝεκρές Ψυχές τοῦ Νικολάϊ Γκόγκολ (1809-1852) ὁ Τσίτσικωφ, ὅταν ἐπισκέπτεται τό σπίτι ἑνός τσιφλικά, ἀντικρίζει μέ δέος τούς πίνακες πού ἀπεικόνιζαν «νεαρά ἄτομα, ὁλόσωμα- ἕλληνες ἀξιωματούχους. Ὁ Μαυροκορδᾶτος, ὁ Μιαούλης, ὁ Κανάρης … ἡ Μπουμπουλίνα» (Νεκρές ψυχές, μετ. Ἀ. Σαραντόπουλος, Ἀθήνα 1987, σ. 152).
Ὅσον ἀφορᾶ τήν ποίηση, εἶναι χαρακτηριστική ἡ α΄ στροφή τοῦ ποιήματος τοῦ Βίλχελμ Κιουχελμπέκερ (1797-1846) ὑπό τήν ἐπιγραφή Ἑλληνικό Τραγούδι (Βλ. Ἡ ἑλληνική ἐπανάσταση, ἔνθ’ ἀνωτ., σ. 37) προσδιορίζει ἀκριβῶς τόν σκοπό τῆς ἐπαναστάσεως τῶν Ἑλλήνων: «Βαδίζει πρός τόν ἔνδοξο σκοπό, / Τή βλέπω, καταφθάνει ἡ ἱστορία, / Τό καθετί παντοῦ εἶναι παλιό, / Θεσμοί, νόμοι, κιτάπια καί βιβλία / Λαοί, ἀπ’ τον ὕπνο σας ξυπνῆστε τῶρα, / Ἦρθε ἡ χαρά, τῆς λεφτεριᾶς ἡ ὥρα!». Ἐδῶ φαίνεται ὅτι ἡ ἐλευθερία εἶναι ἀξία πού «ἐπιβάλλει» στούς Ἕλληνες, ὅπως σέ ἄλλους λαούς, ἡ ἴδια ἡ ἱστορία.
Στό πλαίσιο τῆς ὁριοθετήσεως τοῦ σκοποῦ τῆς ἑλληνικῆς ἐπαναστάσεως κινεῖται καί ἡ β΄ στροφή τοῦ ποιήματος πού ἀφιέρωσε στόν Μπάρϋον ὁ ποιητής Ἰβάν Κοζλόφ (1779-1840): «Ἀλλά οἱ μάχες μαίνονταν στήν Ἑλλάδα / Γιά τήν ἐλευθερία, τήν πίστη, τήν τιμή / Γιά τῆς Ἑλλάδας τήν ἱερή ἀνεξαρτησία!» (Βλ. Ἡ ἑλληνική ἐπανάσταση, ἔνθ’ ἀνωτ., σ. 127).
Ἐπιπλέον, τό ὅτι ἡ ἐπανάσταση τοῦ 1821 εἶναι «εὐλογημένη» ἀπό τόν Θεό δέν εἶναι κάτι πού πιστεύουν μόνον οἱ γνωστοί ἀγωνιστές τοῦ ’21, ἀλλά καί οἱ ἴδιοι οἱ Ρῶσσοι λογοτέχνες τοῦ ιθ΄ αἰ. Ἔτσι στήν «Ἑλληνική Ὠδή» τοῦ Βασίλι Τουμάνσκι (1800-1860) καί ἰδιαίτερα στήν γ’ στροφή ἐπισημαίνεται ὅτι «σημαία μας ὁ τίμιος σταυρός / Ἡ χώρα μας [sic] εἶν’ ὄμορφη κι ἁγία» (Βλ. Ἡ ἑλληνική ἐπανάσταση, ἔνθ’ ἀνωτ., σ. 95).
Ἀπό τά τρία τελευταῖα ποιήματα εἶναι εὐνόητο ὅτι ἡ παράλληλη ἀνάκτηση τῆς ἐθνικῆς καί τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας ἦσαν, γιά τούς Ρώσσους ποιητές τοῦ ιθ΄ αἰ., οἱ στόχοι τῆς ἐπαναστάσεως τῶν Ἑλλήνων ἀγωνιστῶν τοῦ 1821. Σ’ αὐτούς τούς στόχους βοήθησε κατά πολύ, σύμφωνα τόν μεγάλο Ρῶσσο μυθοστοριογράφο Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι (1821-1881), τό γεγονός ὅτι «οἱ χριστιανικοί πληθυσμοί τῆς Ἀνατολῆς, καταπιεσμένοι καί βασανισμένοι, εἴδανε στό Χριστό καί στήν πίστη του τή μοναδική παρηγοριά τους, καί στήν Ἐκκλησία τό τελευταῖο καί μοναδικό ὑπόλειμμα τῆς ἐθνικῆς προσωπικότητάς τους … γιατί ἡ Ἐκκλησία διαφύλαξε αὐτούς τούς πληθυσμούς ὡς ἐθνότητα κι ἡ πίστη στό Χριστο τούς ἐμπόδισε, τουλάχιστον ἐν μέρει, νά συγχωνευθοῦν μέ τούς νικητές» (Τό Ἡμερολόγιο ἑνός συγγραφέα, μετ. Μ. Ζωγράφου, Ἐκδόσεις Σπ. Δαρεμᾶ, Ἀθῆναι, ἄ.ἔ., σ. 287).
Ἀλλά καί ὅταν ἡ ἑλληνική ὑπόθεση φαίνεται νά ὁδηγεῖται σέ αἴσιο τέλος μέ τήν συνθήκη τῆς Ἁδριανούπολης, οἱ Ρῶσσοι ποιητές χαιρετίζουν τήν ἀνεξαρτησία τῆς Ἑλλάδας. Μεταξύ τῶν πιό γνωστῶν ποιημάτων καταγράφεται τό «Ἐμπρός Ἑλλάδα» τοῦ Ἀλεξάντρ Πούσκιν (ἀντιγράφω ἀπό τήν παλαιότερη ἀπόδοση τοῦ Κ. Βάρναλη): «Ἐμπρός, στηλώσου, Ἑλλάδα ἐπαναστάτισσα/ βάστα γερά στό χέρι τ’ ἅρματά σου…».
Θά διερωτηθεῖ κανείς γιατί οἱ Ρῶσσοι λογοτέχνες, καί ἰδιαίτερα οἱ ποιητές, ἔδειξαν τόσο ἔνθερμα τήν συμπαράστασή τους στόν ἀγῶνα τῶν Ἑλλήνων, λ.χ. γιά ποιόν λόγοὁ Βίλχελμ Κιουχελμπέκερ φθάνει νά γράψει, ὅταν ξεσπᾶ ἡ ἑλληνική ἐπανάσταση: «Ἄς πᾶμε [ἐνν.οἱ Ρῶσσοι]μέ ρίγος, μέ πάθος, μ’ἀλκή / ἐκεῖ στή δική μας τή χῶρα [ἐνν. τήν Ἑλλάδα]» (Βλ. Ἡ ἑλληνική ἐπανάσταση, ἔνθ’ ἀνωτ., σ. 40).
Εἶναι ἀναμφισβήτητο ὅτι στήν Ρωσσία τοῦ 19ου αἰ. τό φιλελεύθερο πνεῦμα εἶχε ὡς μοναδικό χῶρο ἐκφράσεως τήν λογοτεχνία.Ἐξ ἄλλου, γιά τούς Ρώσσους λογοτέχνες ἡ ἑλληνική ἐπανάσταση ἀποτελοῦσε μία ἔμπνευση κι ἕνα ὅραμα, ἄν λάβει κανείς ὑπ’ ὄψη ὅτι κατά τήν δεκαετία τοῦ 1820 στήν Ρωσσία ὑπῆρχε μία ἐσωτερική πολιτική ζύμωση, προερχόμενη ἀπό κύκλους τῶν εὐγενῶν καί ἀποσκοποῦσα στήν ἀνατροπή τοῦ τσάρου. Ἀπό τούς ποιητές πού ἀνέφερα παραπάνω, ὁ Ριλέγιεφ ἐκτελέστηκε τόν Δεκέμβριο τοῦ 1825, ἐνῶ ὁ Κιουχελμπέκερ καταδικάστηκε στά κάτεργα. Ἐπισημαίνεται μάλιστα ὅτι γιά τούς ἐπονομαζόμενους Δεκεμβριστές «ὁ ἀγώνας τῶν Ἑλλήνων γιά ἀνεξαρτησία ἀποτελεῖ ἕνα κρίκο στήν γενική ἀλυσίδα τοῦ ἐπαναστατικοῦ κινήματος στήν Εὐρώπη» (Κ. Αὐγητίδη, Ἀλέξανδρος Πούσκιν. Ὁ φιλέλληνας βάρδος τοῦ Εἰκοσιένα, Ἀθήνα 2004, σσ. 56-57).
Ὡστόσο, πέρα ἀπό τόν ἀναφερθέντα συσχετισμό πού θά πρέπει νά εἶναι ἱστορικά ὀρθός, ἔχει σημασία, γιά τήν σημερινή κατάθεση, τό ζήτημα τῆς ἑλληνικῆς ἐπαναστάσεως στήν ρωσσική λογοτεχνία. Σέ κάθε περίπτωση, θά διακρίνει κανείς τόν ἐνθουσιασμό καί τήν ἔμπνευση τῶν Ρώσσων συγγραφέων, πού προέρχονται κυρίως ἀπό τήν ἐπιτυχῆ ἐφαρμογή τῶν φιλελεύθερων ἰδεῶν καί ἰδεωδῶν. Γι’ αὐτό καί ὁ Ἀλεξάντρ Πούσκιν (1799-1837), ὁ μεγαλύτερος ἴσως τῶν Ρώσσων ποιητῶν, ὅταν εἶχε ξεσπάσει ἡ ἑλληνική ἐπανάσταση, εἶχε κάνει λόγο γιά «ἐξαίσιες στιγμές ἐλπίδας καί ἐλευθερίας», πού ζοῦσε τότε ὁλόκληρος ὁ κόσμος.
(Μία ἀρχική μορφή τοῦ παρόντος ἄρθρου εἶχε δημοσιευθεῖ στήν ἐφημ. Χριστιανική)
πηγή: Αντίφωνο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου