Posted by kantonopou at Οκτωβρίου 19, 2011
…Κατά την ταπεινή μου γνώμη, εσύ που θέλεις να εργασθής μέσα στον κόσμο την Νοερά προσευχή, ΠΡΟΣΕΞΕ: Οφείλεις να φυλάγης τον εαυτό σου καλά. Να μην του επιτρέπης να παρασύρεται από το δόλιο πνεύμα της φαντασίας η οποία συλλαμβάνει με τον νου καταστάσεις ανύπαρκτες, αλλά να εκδιώκης ευθύς αμέσως κάθε πονηρή εικόνα , επαναλαμβάνοντας αδιαλείπτως το Όνομα του Ιησού Χριστού, δηλαδή το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Και όταν την Ευχή τη λες με θέρμη και επιμονή, εξαφανίζεται σαν καπνός κάθε αισχρή και πονηρή εικόνα. Όπου δε ευρίσκεται το σώμα, εκεί να φροντίζης να συμμαζεύης τον νου σου και να ΠΡΟΣΕΧΗΣ ως ακοίμητος φρουρός , ώστε μεταξύ της καρδιάς σου και του γλυκυτάτου Ονόματος του Ιησού Χριστού να μην επιτρέπης την είσοδο άλλων λογισμών, εικόνων, εννοιών και σκέψεων.
Ν΄ αγωνίζεσαι με όλες σου τις δυνάμεις της ψυχής σου να έχης τον νου σου στα στενά συνδεδεμένο με την μνήμη του Θεού. Να αποφεύγης τα «κρυφοκοιτάγματα» και τις απρεπείς συνομιλίες με τους αισχρούς λογισμούς. Πρόσεχε ιδιαιτέρως τις πονηρές έννοιες , τις οποίες ο διάβολος , ο «πολύπειρος και άξιος στην μίμησι ζωγράφος», λέγει ο Γέροντάς μου, εισάγει στην καρδιά σου, πότε μεν ζωγραφίζοντας μορφές που αφυπνίζουν τα πάθη, πότε υποδεικνύοντας τρόπους για την πράξι της αμαρτίας και πότε εικονίζοντας στη φαντασία πρόσωπα και σχήματα βλαβερά. Σ’ εκείνον που ο δαίμονας βρήκε την θύρα του νου αφρούρητη και ανασφάλιστη και εισήλθε με την ελεύθερη συγκατάθεσί του μέσα του, σωματοποιεί ηδονικά τις αισχρές εικόνες , οι οποίες καταρρακώνουν την ψυχή σέρνοντάς την στο βάραθρο της αιωνίου απωλείας.
Κάποιος μοναχός ήτο προθυμότατος στην προσευχή φροντίζοντας μάλιστα να έχη και το μυαλό του, όπως νόμιζε, καθαρό από σκέψεις. Αλλά πέρα από την προσευχή, σ’ όλα τ’ άλλα ήτο απρόσεκτος και αμελής και προκοπή δεν είχε καμμιά.
Εν τούτοις είχε την ψευδαίσθησι ότι ήτο σωστός στην πνευματική του ζωή, επειδή τηρούσε όλους τους τύπους της προσευχής. ( Όπως λένε και σήμερα μερικοί: Ανάβω το κεράκι μου, καίω το καντηλάκι μου, φιλάω την εικονίτσα μου, πάω στην εκκλησίτσα μου, είμαι εντάξει!
Μπορεί όμως να μην είσαι εντάξει, γιατί δεν βγήκαν τα πάθη, δεν φρόντισες την αγριελαία της ψυχής σου να την μπολιάσης και να την κάνης καλιελαία, για να δώση καρπούς αγαθούς στον Θεό και στον πλησίον.)
Μια μέρα, λοιπόν, ένας δαίμονας πήγε στον Μέγα Μακάριο και του είπε με ειρωνεία:
- Τι παράξενοι που είστε εσείς οι ερημίτες, οι ασκητές και οι καλόγεροι και κάποιοι χριστιανοί εκεί στις πόλεις , που κάνουν τον έξυπνο!
- Γιατί; τον ρωτά ο άγιος.
- Να, ο τάδε μοναχός σας ξαφνικά μες κρατά κάτω από τη μασχάλη του και με σφίγγει δυνατά. Τόσο δυνατά , που δεν με αφήνει να φύγω, κάνοντας όλα τα θελήματά μου. Και ύστερα στέκεται ώρες ολόκληρες και λέει: «ρύσαι με από του πονηρού, Κύριε, ρύσαι με από του πονηρού, Κύριε», και με κρατάει ακόμα κάτω από τη μασχάλη του.
Ο Μέγας Μακάριος απόρησε και κάλεσε το μοναχό να δη πως περνάει στα διακονήματά του. Και διαπίστωσε ότι άλλοτε έδειχνε αδιαφορία, άλλοτε ήθελε να κάνη τον Γέροντα και να διατάζη, άλλοτε τον έτρωγε το σαράκι του φθόνου, μερικές φορές θύμωνε και ωργιζόταν δήθεν δίκαια για το άδικο των άλλων, αντιλογούσε, όταν του έκαναν παρατηρήσεις και δεν τις δεχόταν. «Και ποιός είσαι εσύ, που θα μου κάνης παρατήρηση; έλεγε. Εγώ όλη την ημέρα προσεύχομαι!». Πάντοτε του έφταιγαν οι άλλοι, ποτέ αυτός, γι’ αυτό και δεν ζητούσε ποτέ συγγνώμη. Επιπλέον ήτο και ανυπόμονος, πεισματάρης και φλύαρος.
Με λίγα λόγια πολλά ψυχικά πάθη τον τυραννούσαν κι αυτός ήτο ήσυχος και ΕΠΛΑΝΑΤΟ, επειδή δήθεν προσηύχετο. Η προσευχή του όμως ήτο τυπική.
Του έλειπε η ουσία και ο ταυτόχρονος αγώνας για την κάθαρσι εκ των αδυναμιών και των παθών της ψυχής του. Απαιτείτο υπακοή, ταπείνωσις, κόπος και μόχθος πολύς , πόνος και αιματοξερρίζωμα των κρυφίων και φανερών κακιών από την καρδιά του. Γιατί τότε μόνο θα ήτο η προσευχή του αποτελεσματική και θεοειδής…
Από το βιβλίο: “ H «ευχή» μέσα στον κόσμο” ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΥΤΕΡΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΥ Κ. ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ -ΠΕΙΡΑΙΑΣ 2007 – ΕΙΣ ΔΟΞΑΝ ΘΕΟΥ
Ν΄ αγωνίζεσαι με όλες σου τις δυνάμεις της ψυχής σου να έχης τον νου σου στα στενά συνδεδεμένο με την μνήμη του Θεού. Να αποφεύγης τα «κρυφοκοιτάγματα» και τις απρεπείς συνομιλίες με τους αισχρούς λογισμούς. Πρόσεχε ιδιαιτέρως τις πονηρές έννοιες , τις οποίες ο διάβολος , ο «πολύπειρος και άξιος στην μίμησι ζωγράφος», λέγει ο Γέροντάς μου, εισάγει στην καρδιά σου, πότε μεν ζωγραφίζοντας μορφές που αφυπνίζουν τα πάθη, πότε υποδεικνύοντας τρόπους για την πράξι της αμαρτίας και πότε εικονίζοντας στη φαντασία πρόσωπα και σχήματα βλαβερά. Σ’ εκείνον που ο δαίμονας βρήκε την θύρα του νου αφρούρητη και ανασφάλιστη και εισήλθε με την ελεύθερη συγκατάθεσί του μέσα του, σωματοποιεί ηδονικά τις αισχρές εικόνες , οι οποίες καταρρακώνουν την ψυχή σέρνοντάς την στο βάραθρο της αιωνίου απωλείας.
Κάποιος μοναχός ήτο προθυμότατος στην προσευχή φροντίζοντας μάλιστα να έχη και το μυαλό του, όπως νόμιζε, καθαρό από σκέψεις. Αλλά πέρα από την προσευχή, σ’ όλα τ’ άλλα ήτο απρόσεκτος και αμελής και προκοπή δεν είχε καμμιά.
Εν τούτοις είχε την ψευδαίσθησι ότι ήτο σωστός στην πνευματική του ζωή, επειδή τηρούσε όλους τους τύπους της προσευχής. ( Όπως λένε και σήμερα μερικοί: Ανάβω το κεράκι μου, καίω το καντηλάκι μου, φιλάω την εικονίτσα μου, πάω στην εκκλησίτσα μου, είμαι εντάξει!
Μπορεί όμως να μην είσαι εντάξει, γιατί δεν βγήκαν τα πάθη, δεν φρόντισες την αγριελαία της ψυχής σου να την μπολιάσης και να την κάνης καλιελαία, για να δώση καρπούς αγαθούς στον Θεό και στον πλησίον.)
Μια μέρα, λοιπόν, ένας δαίμονας πήγε στον Μέγα Μακάριο και του είπε με ειρωνεία:
- Τι παράξενοι που είστε εσείς οι ερημίτες, οι ασκητές και οι καλόγεροι και κάποιοι χριστιανοί εκεί στις πόλεις , που κάνουν τον έξυπνο!
- Γιατί; τον ρωτά ο άγιος.
- Να, ο τάδε μοναχός σας ξαφνικά μες κρατά κάτω από τη μασχάλη του και με σφίγγει δυνατά. Τόσο δυνατά , που δεν με αφήνει να φύγω, κάνοντας όλα τα θελήματά μου. Και ύστερα στέκεται ώρες ολόκληρες και λέει: «ρύσαι με από του πονηρού, Κύριε, ρύσαι με από του πονηρού, Κύριε», και με κρατάει ακόμα κάτω από τη μασχάλη του.
Ο Μέγας Μακάριος απόρησε και κάλεσε το μοναχό να δη πως περνάει στα διακονήματά του. Και διαπίστωσε ότι άλλοτε έδειχνε αδιαφορία, άλλοτε ήθελε να κάνη τον Γέροντα και να διατάζη, άλλοτε τον έτρωγε το σαράκι του φθόνου, μερικές φορές θύμωνε και ωργιζόταν δήθεν δίκαια για το άδικο των άλλων, αντιλογούσε, όταν του έκαναν παρατηρήσεις και δεν τις δεχόταν. «Και ποιός είσαι εσύ, που θα μου κάνης παρατήρηση; έλεγε. Εγώ όλη την ημέρα προσεύχομαι!». Πάντοτε του έφταιγαν οι άλλοι, ποτέ αυτός, γι’ αυτό και δεν ζητούσε ποτέ συγγνώμη. Επιπλέον ήτο και ανυπόμονος, πεισματάρης και φλύαρος.
Με λίγα λόγια πολλά ψυχικά πάθη τον τυραννούσαν κι αυτός ήτο ήσυχος και ΕΠΛΑΝΑΤΟ, επειδή δήθεν προσηύχετο. Η προσευχή του όμως ήτο τυπική.
Του έλειπε η ουσία και ο ταυτόχρονος αγώνας για την κάθαρσι εκ των αδυναμιών και των παθών της ψυχής του. Απαιτείτο υπακοή, ταπείνωσις, κόπος και μόχθος πολύς , πόνος και αιματοξερρίζωμα των κρυφίων και φανερών κακιών από την καρδιά του. Γιατί τότε μόνο θα ήτο η προσευχή του αποτελεσματική και θεοειδής…
Από το βιβλίο: “ H «ευχή» μέσα στον κόσμο” ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΥΤΕΡΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΥ Κ. ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ -ΠΕΙΡΑΙΑΣ 2007 – ΕΙΣ ΔΟΞΑΝ ΘΕΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου