Σάββατο 7 Δεκεμβρίου 2024

Το ράπισμα του Αγίου Νικολάου ως ξεχασμένο πρότυπο μιας δικαιολογημένης αγανακτήσεως

 Γράφει ο Κωνσταντίνος Ι. Βαθιώτης


Πλήρη πρόσβαση στο κείμενο που ακολουθεί έχουν μόνο οι συνδρομητές του ιστολογίου. Αναδημοσίευση από άλλα ιστολόγια, εφημερίδες ή περιοδικά μόνο κατόπιν συνεννοήσεως.
Λεπτομέρειες σχετικά με την συνδρομή στον ακόλουθο σύνδεσμο:
kvathiotis.substack.com/subscribe

Με αφορμή το ράπισμα του Αγίου Νικολάου κατά του Αρείου, ο αναγνώστης του αναρτώμενου κειμένου θα διαπιστώσει το χάλι στο οποίο βρίσκεται όχι μόνο η ελληνική κοινωνία αλλά και το νομοπαρασκευαστικό της επίπεδο, αφού οι φωστήρες νομικοί του Υπουργείου Δικαιοσύνης τα έκαναν σαλάτα σε ό,τι αφορά τον αποκλεισμό της απαλλαγής από την ποινή λόγω δικαιολογημένης αγανακτήσεως εκείνου που τελεί (στην περίπτωση του Αγίου Νικολάου: έργω) εξύβριση δημοσίως.

Ως γνωστόν1, στα χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου βρισκόταν στο προσκήνιο ο διαβόητος αιρετικός Άρειος, κληθείς και «δόλιος όφις», ο οποίος εκήρυττε ότι ό Χριστός δεν είναι Θεός, αλλά κτίσμα και ποίημα αυτού.

Το 325 μ.Χ., όταν πραγματοποιήθηκε η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος της Νίκαιας, η οποία συνεκλήθη από τον Μ. Κωνσταντίνο, ο Άγιος Νικόλαος, καταληφθείς από ιερά και δικαιολογημένη αγανάκτηση, εράπισε τον Άρειο, καθώς έβλεπε ότι αυτός προσπαθούσε να προπαγανδίσει τις πλανεμένες θεωρίες του ενώπιον των Αρχιερέων.

Με εωσφορική ψυχραιμία, ο Άρειος παραπονέθηκε στον Μ. Κωνσταντίνο για την προσβολή που υπέστη από τον Άγιο Νικόλαο. Μολονότι, σύμφωνα με τον νόμο, θα έπρεπε να επιβληθεί στον προσβολέα η ποινή του ακρωτηριασμού του χεριού με το οποίο ράπισε τον Άρειο ενώπιον του αυτοκράτορα, ο τελευταίος, φερόμενος διπλωματικά, ζήτησε από τους Αρχιερείς να αποφασίσουν εκείνοι ποια θα έπρεπε να είναι η ποινή για τον Άγιο Νικόλαο.

Οι αρχιερείς, προκειμένου να μη διαταραχθεί το κλίμα της Συνόδου, ετάχθησαν προσωρινώς υπέρ της φυλακίσεως του Αγίου Νικολάου, επιφυλασσόμενοι για την τελική τιμωρία του μετά την λήξη της Συνόδου.

Ακολούθως, ο Άγιος Νικόλαος φυλακίσθηκε, αλλά κατά την διάρκεια της νύκτας έγινε το εξής μεγάλο θαύμα:

Εμφανίσθηκαν σε όραμα ο Χριστός και η Παναγία, οι οποίοι έδωσαν στον Άγιο Νικόλαο το Ιερό Ευαγγέλιο και το αρχιερατικό ωμοφόριο. Με αυτά αντίκρισαν τον Άγιο, και δη άνευ δεσμών, την επόμενη ημέρα όσοι γνωστοί του τον επισκέφθηκαν στην φυλακή.

Πληροφορηθείς το θαύμα εντός της φυλακής, ο Μ. Κωνσταντίνος ζήτησε συγγνώμη από τον Άγιο, το ίδιο δε έπραξαν και οι λοιποί αρχιερείς, μετανοήσαντες για την ατιμωτική ποινή που επέβαλαν στον Άγιο.

Το ράπισμα του Αγίου Νικολάου κατά του Αρείου ως πρότυπο αντιδραστικής συμπεριφοράς αξίζει να συσχετισθεί με όσα (δεν) συμβαίνουν στην Ελλάδα, αλλά και παγκοσμίως, κατά την τρίτη δεκαετία του 21ου (απατ)αιώνα.

Σε ό,τι αφορά την κοινωνική διάσταση του ιερού ραπίσματος που έδωσε ο Άγιος υπό το κράτος «δικαιολογημένης αγανακτήσεως», βλέπουμε πεντακάθαρα την ουρανομήκη απόσταση που χωρίζει την στάση του Αγίου Νικολάου από εκείνη των σημερινών επισκόπων και εν γένει κληρικών:

Παρότι, ιδίως από την κήρυξη της πανδημίας και μετά, συνέβησαν και εξακολουθούν να συμβαίνουν σημεία και τέρατα κατά της εκκλησίας και της ορθόδοξης πίστης μας (από το λουκέτο που μπήκε στους ιερούς ναούς μέχρι την ψήφιση του νόμου για τον παρά φύσιν γάμο των ομοφυλοφίλων αλλά και τον χλευασμό του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου ως δήθεν «κακού» ανθρώπου, «ρατσιστή» και «ομοφοβικού»), η συμπαγής πλειοψηφία των Μητροπολιτών, που, όχι τυχαία, απεκλήθησαν από μερίδα του λαού «Μητρο-μπολί-τες», ετήρησε σιγήν ιχθύος ή, ακόμη χειρότερα, καθαγίασε την διαδοχική και σωρευτική κτηνωδία που οργανώθηκε και υλοποιήθηκε από την πλευρά της κοσμικής εξουσίας.

Η θαυματουργική εμφάνιση του Χριστού και της Παναγίας μέσα στο κελλί του Αγίου Νικολάου πέμπει το μήνυμα ότι η αντίδραση του Αγίου ενάντια στον Άρειο δεν ήταν απλώς δικαιολογημένη αλλά, πολύ περισσότερο, επιβεβλημένη· γι’ αυτό, άλλωστε, επιβραβεύθηκε με τα ιερά δώρα που παρεδόθησαν στον αγανακτήσαντα Άγιο φυλακισμένο. Ταυτοχρόνως, η επιβράβευση αυτή σημαίνει ότι ο Άγιος θα ήταν Άνωθεν κατακριτέος, αν είχε παραμείνει σιωπηλός ή χλιαρός.

Συνεπώς, έρχονται κάποιες στιγμές στην ιστορία της ανθρωπότητας όπου από τους πνευματικούς ταγούς αναμένεται να οργίζονται, αλλιώς αμαρτάνουν (πρβλ. την προτροπή του Δ΄ Ψαλμού του Δαυίδ «Ὀργίζεσθε καί μή ἁμαρτάνετε»). Η οργή αυτή χρησιμεύει ως ανάχωμα ενάντια στην κραυγαλέα αυθαιρεσία που επιχειρεί να διαπράξει σε βάρος του λαού μια αυταρχική, αντιδημοκρατική και, εν τέλει, κρυπτοδικτατορική κυβέρνηση ή, αντιστοίχως, ένα καθεστώς έξυπνης παγκόσμιας δικτατορίας.

Η συντονισμένη αφωνία ή ευλογία των περίφημων «ειδικών» ή κάθε λογής επιδραστικών προσωπικοτήτων κατά την πρόσφατη «πανδημία» ευθύνεται αναμφισβήτητα για όσα δρακόντεια μέτρα επέτρεψαν οι λαοί να υποστούν, προκειμένου να καταπολεμηθεί ο κορωνοϊός που μωρουδίστικα βαπτίσθηκε «αόρατος εχθρός». Και, δυστυχώς, το ντουέτο της αφωνίας/ευλογίας εξαπλώνεται σε πλήθος άλλων ζητημάτων τα οποία προωθούνται προπαγανδιστικά από το πολυπλόκαμο θηρίο της Νέας Τάξης Πραγμάτων (βλ. ιδίως το αφήγημα της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής και της αριθμοποίησης του πολίτη).

Είναι δε χαρακτηριστικό ότι η ενέργεια του κυριολεκτικού ραπίσματος εκ μέρους του Αγίου Νικολάου, που έβαλε στην θέση του τον αιρετικό Άρειο, τελεί σε ανάποδη σχέση με την παράλειψη των μεταφορικών ραπισμάτων κατά των σύγχρονων αιρετικών. Έτσι, η στάση του Αγίου που θα έπρεπε να είναι παράδειγμα προς μίμησιν κατήντησε στις μέρες μας να αντιμετωπίζεται ως παράδειγμα προς αποφυγήν.

Γι’ αυτό ακριβώς τον λόγο, οι αρνηθέντες να ραπίσουν τους αιρετικούς-βιαστές της κοινής λογικής και των πάλαι ποτέ αναγνωρισμένων κανόνων της ιατρικής και της νομικής επιστήμης έσπευσαν να γραφικοποιήσουν ως αιρετικούς-αρνητές τους μετρημένους στα δάχτυλα πιστούς μιας μειοψηφίας οι οποίοι τόλμησαν να υψώσουν ανάστημα απέναντι στους αργυρώνητους ή πλανεμένους εκφραστές του «κυρίαρχου ρεύματος».

Τέλος, δεν πρέπει να παροραθεί ότι ο όρος «δικαιολογημένη αγανάκτηση» προβλέπεται μεν στο άρθρο 308 παρ. 4 του ελληνικού Ποινικού Κώδικα, αλλά μετά την άστοχη τροποποίηση που επήλθε στο έγκλημα της εξύβρισης (άρ. 361 ΠΚ) με το άρ. 53 Ν. 5090/2024, η απαλλαγή του δράστη από την ποινή για την έργω εξύβριση –τέτοια είναι η περίπτωση του ραπίσματος– συνεπεία δικαιολογημένης αγανακτήσεως δεν είναι δυνατή όταν η εξύβριση έχει τελεσθεί δημοσίως, όπως δηλαδή στην περίπτωση του Αγίου Νικολάου!

Άρα, ο Έλλην νομοθέτης, που προέρχεται από την ομάδα των… νομικών φωστήρων του Υπουργείου Δικαιοσύνης, υπονοεί ότι θα ήταν προτιμότερο ένα σύγχρονος Άγιος Νικόλαος, αντί ραπίσματος, να είχε δώσει γροθιά κατά του αντίστοιχου αιρετικού Αρείου, αφού το άρθρο 308 παρ. 4, όπου προβλέπεται ότι «Ο υπαίτιος της πράξης της παρ. 1 [δηλ. της πρόκλησης απλής σωματικής βλάβης] είναι δυνατό να απαλλαγεί από κάθε ποινή αν παρασύρθηκε στην πράξη από δικαιολογημένη αγανάκτηση, εξαιτίας μιας αμέσως προηγούμενης πράξης που τέλεσε ο παθών εναντίον του ή ενώπιόν του και που ήταν ιδιαίτερα σκληρή ή βάναυση» δεν περιέχει τον περιορισμό που εμπνεύσθηκαν οι σοφοί της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής του Ν. 5090/2024 σχετικά με την δημόσια τέλεση της εξύβρισης.

Αυτήν την αξιολογική αντινομία επισημαίνει ο Αλέξανδρος Δημάκης, επίκουρος Καθηγητής Ποινικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, στο άρθρο του με τίτλο «Τα εγκλήματα κατά της τιμής μετά τον Ν. 5090/2024»:2

Αν ο Α, αντί να αποκαλέσει τον Β παλιάνθρωπο, είχε δώσει μια γροθιά στον Β και του είχε προκαλέσει απλή σωματική βλάβη, θα μπορούσε να επικαλεσθεί το άρ. 308 παρ. 4 Π.Κ. για να απαλλαγεί από την κατηγορία αυτή. Είναι εξόχως αντιφατικό, λοιπόν, να μπορεί να απαλλαγεί λόγω δικαιολογημένης αγανακτήσεως από την κατηγορία για τη βαρύτερη πράξη της απλής σωματικής βλά­βης (η οποία τιμωρείται με φυλάκιση έως δύο έτη ή χρηματική ποινή, κατά το άρ. 308 παρ. 1 εδ. α΄ Π.Κ.), αλλά όχι για την ελα­φρύτερη πράξη της δημόσιας εξυβρίσεως (η ποινή της οποίας είναι φυλάκιση έως ένα έτος ή χρηματική ποινή). Η δε έννομος τάξις φαίνεται να παρακινεί τον οργισμένο δράστη: «καλύτερα να του δώσεις μια γροθιά, παρά να τον βρίσεις»!

 https://kvathiotis.substack.com/p/800

Δεν υπάρχουν σχόλια: