Μία ἀπό τίς μεγαλύτερες προκλήσεις πού ἔχουμε νά ἀντιμετωπίσουμε στήν πνευματική μας ζωή εἶναι καί ἡ σχέση μας μέ τό παρελθόν, μέ τήν παράδοσή μας, μέ τίς ἀλήθειες πού ἡ παράδοσή μας φέρει. Τό ἐρώτημα πῶς αὐτές οἱ ἀλήθειες μεταλαμπαδεύονται στό σήμερα, βρίσκει συνήθως τρεῖς ἀπαντήσεις, οἱ ὁποῖες γίνονται στάση ζωῆς.
Ἀρκεῖ ὁ συντηρητισμός;
Ἡ πρώτη ἀπάντηση ἔχει νά κάνει μέ τήν ἀγωνία πολλῶν τό παρελθόν νά διατηρηθεῖ ἀκέραιο στή ζωή μας. Ἔτσι γεννιέται ἕνας συντηρητισμός, ὁ ὁποῖος ὀμνύει στό ἀδιαπραγμάτευτο τοῦ τρόπου τοῦ παρελθόντος. Δέν εἶναι μόνο ἡ παραμονή στίς συνήθειες, τούς λόγους, τίς παραδόσεις τοῦ παρελθόντος. Εἶναι καί ἡ ἀπαίτηση νά τηροῦνται κατά γράμμα. Καί αὐτή ἡ διακήρυξη τῆς τήρησης θεωρεῖται ὅτι καθιστᾶ τούς ἀνθρώπους πού ἀκολουθοῦν αὐτή τήν ὁδό αὐθεντικούς. Ἀκόμη κι ἄν δέν λαμβάνουν ὑπόψη τους στοιχεῖα τῆς ἴδιας τους τῆς ζωῆς στό παρόν, τά ὁποῖα ἔρχονται, ἐκ τῶν πραγμάτων, σέ ἀντίθεση μέ τό παρελθόν. Διότι ὁ κόσμος ἐξελίσσεται, ἡ πορεία τῆς χριστιανικῆς ζωῆς δέν συναντᾶ τίς κοινωνικές βάσεις πού εἶχε ὁ χριστιανισμός ὅταν διαμορφώθηκε, ἐνῶ ἀκόμη καί τά λαογραφικά-κοινωνικά στοιχεῖα τῆς ζωῆς τῶν ἀνθρώπων (τροφή, ἐνδυμασία, γιορτές, ἀνθρώπινες σχέσεις, τρόπος πρόσληψης ὄχι μόνο τῆς θρησκευτικότητας ἀλλά καί ὅλων τῶν δεδομένων τῆς ζωῆς) ἔχουν ὑποστεῖ μεγάλες ἀλλαγές λόγω τῆς πορείας τῆς ἱστορίας πρός τά ἐμπρός. Οἱ ἄνθρωποι ὅμως πού μένουν στό γράμμα δέν θέλουν καμία ἀλλαγή στόν τρόπο προσέγγισης τοῦ Εὐαγγελίου, ἀλλά καί τοῦ κόσμου καί τῆς ζωῆς.
Σώζει ἡ προσαρμογή;
Τήν ἴδια στιγμή ὑπάρχει μία ἄλλη κατηγορία ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι ὀμνύουν στήν προσαρμογή χάρη τῆς προόδου καί τῆς ἀλλαγῆς τῆς κοινωνίας. Προτείνουν καινοτομίες. Ζητοῦν τήν εὕρεση τρόπων, μεθόδων καί γλώσσας, ἀκόμη καί μέ παρασιώπηση τῶν διδασκαλιῶν τῆς Ἐκκλησίας, μόνο καί μόνο γιά νά μήν ὑπάρχει ἐνόχληση στόν σύγχρονο τρόπο ζωῆς, στό πῶς βλέπουν οἱ ἄνθρωποι σήμερα τή ζωή. Θέλουν νά σβήσει τό χτές. Κι αὐτό χωρίς νά λαμβάνουν ὑπόψη ὅτι ὅταν δέν ὑπάρχουν σταθερές καί ὅλα ἀρχίσουν νά μεταβάλλονται, οὔτε τό νέο θά σαρώσει τά πάντα, καθώς ὅσοι δέν θέλουν νά πειστοῦν, δέν θά πειστοῦν, ἐνῶ οἱ ἀντιδράσεις ἀπό τή μερίδα τῶν συντηρητικῶν ἀνθρώπων θά εἶναι μεγάλες. Οἱ ὅποιες προσαρμογές δέν μποροῦν νά γίνουν χωρίς προετοιμασία, χωρίς διάλογο καί χωρίς ἀγάπη. Δέν δικαιολογεῖ τά πάντα ἡ ἀγωνία, ἡ Ἐκκλησία νά βρεῖ τρόπους νά μιλήσει στόν σύγχρονο ἄνθρωπο καί ἰδίως στόν νέο, ἐάν αὐτό δέν γίνει μέ διάκριση, καθώς καί ὅσοι εἶναι λιγότερο ἀνοιχτοί σέ ἀλλαγές ἀνήκουν κι αὐτοί στά μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ.
Πιστοί στήν ἀλήθεια
Ἀπέναντι σ’ αὐτές τίς δύο θεωρήσεις ὁ ἀπόστολος Παῦλος διακηρύσσει ξεκάθαρα: «προσέχειν τοῖς ἀκουσθεῖσιν, μή πότε παραρρυῶμεν» (Ἑβρ. 2,1). Νά μένουμε πιό πιστοί στίς ἀλήθειες πού ἀκούσαμε, γιά νά μήν ξεστρατίσουμε ποτέ. Ὁ Παύλειος λόγος δέν ἀναφέρεται σέ φόρμες, σέ σχήματα τελετουργικά, σέ τρόπους ὀργάνωσης ἤ ἀκόμη καί σέ τρόπους ἔκφρασης. Ἀναφέρεται στίς ἀλήθειες τίς ὁποῖες ἔχουμε ἀκούσει καί μάλιστα ἀπό τόν ἴδιο τόν Χριστό καί οἱ ὁποῖες ἐπιβεβαιώνονται ὡς αὐθεντικές ἀπό ὅσους τόν ἄκουσαν νά μιλεῖ. Αὐτές οἱ ἀλήθειες ἔχουν νά κάνουν μέ τή σωτηρία μας. Καί γι’ αὐτό ὁ Ἀπόστολος ἀναφωνεῖ: «πῶς ἡμεῖς ἐκφευξώμεθα, τηλικαύτης ἀμελήσαντες σωτηρίας;», πῶς θά ξεφύγουμε τήν καταδίκη ἔχοντας ἀμελήσει γιά τή σωτηρία πού μᾶς ἔδωσε ὁ Χριστός;
Κανένα σχῆμα ἀνθρώπινο, τελετουργικό, ἐπικοινωνιακό, διαλόγου, δέν ἔχει σημασία μπροστά στή σωτηρία. Καί ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι οὔτε συντηρητική οὔτε προοδευτική. Εἶναι αὐθεντική, διότι στόχος της εἶναι ἡ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων ἀπό τό κακό καί τόν θάνατο. Κι αὐτή δέν μπορεῖ νά ἔρθει χωρίς τήν πίστη στόν Χριστό ὡς τόν σωτῆρα τοῦ κόσμου, χωρίς τήν ἀποδοχή τῶν δογμάτων ὡς ὁρίων τῆς πίστης, χωρίς τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Εὐαγγελίου καί τήν ἴδια στιγμή χωρίς τή συνάντηση μέ τόν Θεό καί τόν συνάνθρωπο στή ζωή τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία, στόν ναό καί στήν καθημερινότητά μας. Γιατί ἡ σωτηρία ἔρχεται ὡς δωρεά τοῦ Χριστοῦ σέ συνέχεια ὅλης τῆς ζωῆς μας, καί ὄχι μόνο ἄν ἐπιτελοῦμε σέ συγκεκριμένες στιγμές τά πνευματικά μας καθήκοντα.
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀλλά καί ὅλοι οἱ ἅγιοι τῆς πίστης μᾶς ὑπενθυμίζουν τό μεγάλο ἐρώτημα: «θέλουμε νά σωθοῦμε;». Τό “ναί” φέρνει μπροστά μας τόν λόγο καί τόν τρόπο τῶν ἁγίων Ἀγγέλων: ἀγάπη πρός τόν Θεό, ὑπακοή στό θέλημά του, δοξολογία γιά τήν παρουσία του, ἐπιθυμία νά εἶναι μαζί του καί ἀναγγελία αὐτοῦ τοῦ τρόπου στόν κόσμο. Αὐτή εἶναι καί ἡ πρόσκληση τοῦ Θεοῦ πρός τή δική μας ἐλευθερία μέσα από τή ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτές οἱ ἁπλές, μά πάντα μοναδικές καί ξεχωριστές ἀλήθειες εἶναι τά μεγάλα ζητούμενα στή ζωή μας. Σ’ αὐτές ἄς παραμένουμε σταθεροί, κάνοντας τήν ἀγάπη σύνθεση, ἡ ὁποία χωρᾶ καί ὅσους εἶναι πιό ἀνοιχτοί καί ὅσους νιώθουν τήν ἀνάγκη νά κρατοῦν πιστά τό γράμμα τοῦ νόμου.
π. Θ.Μ.
http://www.apostoliki-diakonia.gr/gr_main/fk/2021/13_2021(3539).pdf
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου