Posted by kantonopou at Φεβρουαρίου 2, 2012
Με συγκίνησιν πολλήν ο δίκαιος Συμεών κρατεί εις τας αγκάλας του το θείον βρέφος. Η καρδία του είναι πλημμυρισμένη από αγαλλίασιν. Έχει εστραμμένον το βλέμμα προς τον ουρανόν και τα χείλη του κινούνται ευλαβικά, δια να προφέρουν θερμήν εύχήν, την οποίαν ή μακαριά εκείνη στιγμή έφερεν εις το στόμα του, «νυν απολύεις τον δούλον σου, δέσποτα…» Ό τρισευτυχισμένος εκείνος πρεσβύτης στρέφεται κατόπιν προς την Παναγίαν, δια να της είπη βαρυσήμαντους λόγους. Με σοβαρότητα, ή οποία χαρακτηρίζει προφήτην φωτισμένον από το πνεύμα του Θεού και αποκαλύπτοντα τας βουλάς του Υψίστου, λέγει: «ιδού ούτος κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών εν τω Ισραήλ και εις σημείον αντιλεγόμενον». Λόγοι αληθώς προφητικοί, τους οποίους ή Παναγία ακούει, όχι απλώς με συγκίνησιν, άλλα με δέος. Διότι προφητεύουν γεγονότα θλιβερά και δυσάρεστα, έφ’ όσον μάλιστα συνεχίζονται με την διαβεβαίωσιν: «και σου δε αυτής την ψυχήν διελεύσεται ρομφαία», τ.ε και την ιδικήν σου μητρικήν καρδίαν θα διατρυπήση δίστομος μάχαιρα. Αι τελευταίαι λέξεις της προφητείας αυτής αναφέρονται εις το πάθος του Κυρίου, ενώπιον του οποίου θα εσπαράσσετο η μητρική καρδία. Τα προηγούμενα όμως προφητικά λόγια «ιδού ούτος κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών εν τω Ισραήλ και εις σημείον αντιλεγόμενον» είχον και έχουν την πραγματοποίησιν των εις πάσαν εποχήν.
1. «Σημείον αντιλεγόμενον». Αφ’ ότου ήλθεν εις τον κόσμον ο ενανθρωπήσας Υιός του Θεού, έγινε το σοβαρώτερον σημείον της αντιλογίας των ανθρώπων. Ή προσωπικότης Του και ή διδασκαλία Του υψώνονται ως στήλη φωτεινή’ πού ελκύει οπωσδήποτε την προσοχήν όλων, αλλά και καλεί όλους να λάβουν θέσιν απέναντι της. Αναλόγως δε προς την στάσιν πού παίρνουν απέναντι του Χριστού, χωρίζονται πάντοτε εις δύο παρατάξεις οι άνθρωποι. Και όλη ή ιστορία της ανθρωπότητας κινείται περί άξονα τον Χριστόν. Το βαθύτερον νόημα των ιστορικών γεγονότων κάθε εποχής δεν είναι — όπως ηθέλησαν αυθαιρέτως να υποστηρίξουν μερικοί — απαύγασμα υλικών (και δη οικονομικών) παραγόντων, άλλ’ είναι έκφρασις και εκδήλωσις της στάσεως πού λαμβάνουν εκάστοτε οι λαοί απέναντι του Χριστού και του Νόμου Του. Αυτός είναι το «αντιλεγόμενον σημείον». Άλλοι Τον δέχονται και άλλοι Τον αρνούνται. Άλλοι τάσσονται υπό την σημαίαν Του, πιστοί στρατιώται της βασιλείας Του, και άλλοι πολεμούν τα ιδανικά πού Εκείνος έγραψε με το Αίμα της θυσίας Του. Και ή μετά Χριστόν Ιστορία δια μέσου ποικίλων γεγονότων, δεικνύει την κίνησιν και την πορείαν πού ακολουθεί ή καμπύλη της χριστιανικότητος ή μη της ζωής των ατόμων και των κοινωνιών. Πράγματι! Άτομα και οικογένειαι πού Τον δέχονται και συμμορφώνονται προς το θέλημα Του έχουν μίαν εξέλιξιν «εις ανάστασιν», τ.ε. εξέλιξιν ευτυχή, παρ’ όλας τας τυχόν δοκιμασίας των. Αντιθέτως, εκείνοι πού παίρνουν αρνητικήν στάσιν και δεν δέχονται υποταγήν εις το θείον Του θέλημα, εξελίσσονται κατά τρόπον πού οδηγεί «εις πτώσιν», δηλ. επακολουθεί εις αυτούς κατάπτωσις και καταστροφή, «σύντριμμα και ταλαιπωρία εν ταις οδοίς αυτών, και οδόν ειρήνης ουκ έγνωσαν» (Ρωμ. γ’ 16-17), διότι το είπε προ αιώνων πολλών ο προφήτης «οι μακρύνοντες εαυτούς από του Θεού απολούνται». (Ψαλμ. οβ’ 27) Και κοινωνίαι ολόκληροι οδηγούνται «εις ανάστασιν» ή εις «πτώσιν», αναλόγως της επικρατήσεως εις αυτάς χριστιανικού ή αντιχριστιανικού πνεύματος. Υπάρχει και του πολιτισμού πτώσις και ανάστασις (άνοδος), αναλόγως προς το κλίμα και τα ρεύματα πού επικρατούν. Με την χριστιανικήν πνοήν προάγεται ό πολιτισμός, και χωρίς αυτήν φθάνει γρήγορα εις την παρακμήν και την δύσιν του. Είναι αδιάψευστος ή προφητεία, ότι ό Κύριος Ιησούς Χριστός «κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών… και εις σημείον αντιλεγόμενον».
2. Ήδη επί των ήμερων της επιγείου ζωής του Κυρίου ετέθη αυτό το δίλημμα εις τους ανθρώπους, και παρουσιάζετο η Προσωπικότης Του και το κήρυγμα Του ως «σημείον αντιλεγόμενον» υπό διπλήν έννοιαν. Πρώτον μεν πολλοί διηρωτώντο: «Τις άρα ούτος εστίν»; (Μάρκ. δ’ 41). Μήπως άλλωστε και ό Κύριος δεν ηρώτησε τους μαθητάς Του, δια να ακουσθή ή απήχησις της κοινής γνώμης, «τίνα με λέγουσιν οι άνθρωποι είναι;» (Ματθ. ιστ’ 13). Και ή απάντησις, εκ μέρους των μαθητών, ήτο: «οι μεν Ιωάννην τον Βαπτιστήν, άλλοι δε Ηλίαν, έτεροι δε Ιερεμίαν ή ένα των προφητών». Άλλα και, πάλιν ερωτά ο Κύριος: «Υμείς δε τίνα με λέγετε είναι;» Και, εξ ονόματος των, ό Πέτρος εκφράζει το αληθές φρόνημα περί του Χρίστου, και πανηγυρικώς ομολογεί: «συ ει ό Χριστός ό υιός του Θεού του ζώντος» (αύτ. 14-16). Έκτοτε, δια μέσου των αιώνων και των γενεών, όλοι οι σοβαρώς σκεπτόμενοι άνθρωποι αντιμετωπίζουν το ερώτημα τούτο: «τις άρα ούτος εστίν»; Ποίος είναι λοιπόν Εκείνος, ό Όποιος παρουσιάζεται ως θεία μορφή, ως προσωπικότης αγιωτάτη και ως διδάσκαλος υψηλοτάτων αληθειών;
Άλλοι μεν ευλαβώς υποκλίνονται ενώπιον της αγίας Του προσωπικότητας και ευλαβώς υπακούουν εις το θείον Του θέλημα. Και σοφοί του κόσμου και απλοϊκοί του λαού. Υπό την σημαίαν του Κυρίου και επί των γραμμών του Ευαγγελίου Του, συναντώνται όσοι ομολογούν πίστιν και αφοσίωσιν εις Αυτόν λατρεύοντες την θεότητα Του. Άλλοι όμως έχουν τας επιφυλάξεις των. Τον θεωρούν απλώς ως μίαν υπέροχον φυσιογνωμίαν, αλλά προβάλλουν τας αμφιβολίας των εν σχέσει προς την Θεότητα Του.
Δεν είναι όμως ό Κύριος μόνον επί του πεδίου της πίστεως «σημείον αντιλεγόμενον», αλλά και επί του ηθικολογικού πεδίου. Δια τούτο κυρίως «σχίσμα εγένετο εν τω όχλω δι’ αυτόν». (Ίω. ζ’ 43) Διότι ό Κύριος δεν προβάλλει μόνον ως διδάσκαλος, αλλά και με την απαίτησιν της συμμορφώσεως της ζωής μας σύμφωνα με την διδασκαλίαν Του. Διχάζονται λοιπόν οι άνθρωποι. Και άλλοι μεν, κατανοούντες ότι ή διδασκαλία αυτή είναι ή υψίστη ηθική διδασκαλία, την αποδέχονται και συμμορφώνονται προς αυτήν άλλοι όμως επαναλαμβάνουν «σκληρός εστίν ούτος ό λόγος, τις δύναται αυτού ακούειν;» (Ίω. στ’ 60). Σκληραί δηλ. αι απαιτήσεις της διδασκαλίας αυτής, ποίος μπορεί να την ακούη και να την αποδέχεται; Στρέφουν λοιπόν τα νώτα και εγκαταλείπουν την γραμμήν του Κυρίου, καθ’ ον χρόνον άλλοι, συνετώτεροι και με ειλικρινεστέραν διάθεσιν, επαναλαμβάνουν δια μέσου των αιώνων: «Κύριε, προς τίνα απελευσόμεθα; ρήματα ζωής αιωνίου έχεις», (αύτ. 68) Πού άλλου να καταφύγωμεν εκτός από Σένα; Συ δίδεις την ορθήν κατεύθυνσιν του βίου και εξασφάλισιν ζωής αιωνίου.
3. Ενώ όμως ό Κύριος, κατ’ αυτόν τον τρόπον, παρουσιάζεται ως «σημείον αντιλεγόμενον» και «κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών», αναλόγως της στάσεως ενός εκάστου, μένει πραγματικότης ανεπίδεκτος αμφισβητήσεως, ότι ό κάθε άνθρωπος εξάπαντος θα πάρη θέσιν ή μετά του Χριστού, ή κατά του Χριστού. Εκείνο το οποίον φαντάζονται πολλοί, ότι είναι δυνατόν να γίνη, να λάβουν δηλαδή μίαν στάσιν αδιάφορον, και ούτε ένθερμον αποδοχήν της χριστιανικής πίστεως να έχουν, αλλά ούτε και πολεμικήν, είναι αυταπάτη. Διότι «ό μή ων με τ’ εμου κατ’ εμού εστίν» (Ματθ. ιβ’ 30) είπεν ό Κύριος. Εκείνη ή δήθεν ουδετερότης, ή οποία και εις τα επίμαχα διεθνή ζητήματα δίδει την εντύπωσιν ότι πρόκειται περί αρνήσεως και απροθυμίας δια σύμπραξιν και βοήθειαν, δεν είναι δυνατόν να υπάρχη εις τας σχέσεις μας απέναντι του Κυρίου. Διότι ό θέλων να εμφανίζεται ότι είναι αδιάφορος και ουδέτερος, εις την πραγματικότητα είναι αρνητής. Είναι δε και ένοχος, ως σύμμαχος του κακού, και υπολογίζεται εις την παράταξιν των αρνουμένων τον Κύριον και το θέλημα Του. Μεγάλη, δυστυχώς, μερίς των ανθρώπων δεν είναι ούτε θερμοί ούτε ψυχροί. Είναι χλιαροί. Και ό Κύριος λέγει, ότι το χλιαρόν, όταν τίθεται εις το στόμα, προκαλεί τον έμετον, (είναι φράσις της Αποκαλύψεως του Κυρίου γ’ 16), δια να δηλώσει ότι μας θέλει θερμούς και αφοσιωμένους εις Αυτόν με αγωνιστικήν προσπάθειαν και θέλησιν να εφαρμόσωμεν την γραμμήν της διδασκαλίας Του εις τον βίον μας. Αν είμεθα χλιαροί, δεν μας θεωρεί ότι είμεθα μαζί Του. Αντιθέτως θεωρεί ότι οι χλιαροί είναι πραγματικώς ψυχροί και σύμμαχοι εις το κακόν.
Ιδού ποιαι απόψεις, άξιαι πολλής προσοχής, ανακύπτουν από την προφητείαν του δικαίου Συμεών, πού ελέχθη κατά την Υπαπαντήν του Κυρίου, την οποίαν σήμερον εορτάζομεν. Ας είναι αι σκέψεις αύται αφορμή, δια να συνειδητοποίηση ό καθένας εξ ημών την θέσιν την οποίαν έλαβεν, ή θα λαβή, απέναντι του Κυρίου. Και είθε ή κατανόησις αυτή να μας οδήγηση είς οριστικήν απόφασιν να μείνωμεν πολίται και κληρονόμοι της βασιλείας του Θεού εις τους αιώνας.
Πηγἠ: Μητροπολίτου Πατρών Νικοδήμου (Βαλληνδρά), «Εόρτια Μηνύματα», Εκδόσεις Αποστολικής Διακονίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου