Οἱ ἄνθρωποι δέν εἴμαστε ἐλεύθεροι, ὅπως θά θέλαμε. Μᾶς ἐξουσιάζουν ἄλλοι, συχνά τά πάθη καί οἱ συνήθειές μας, ὁ πολιτισμός μας μέ τίς ἀνάγκες πού γεννᾶ, τά ἄγχη καί οἱ ἀγωνίες μας. Οἱ γονεῖς ἐξουσιάζονται ἀπό τά παιδιά καί τίς ἐπιθυμίες τους, τά παιδιά ἀπό τίς ἀντιλήψεις τῶν γονέων. Κάποτε ἡ καρδιά μας ἐπαναστατεῖ. Θέλουμε νά ἀντιδράσουμε. Καί συνήθως τρεῖς εἶναι οἱ ἀντιδράσεις μας. Ἡ συνήθεια καί ὁ συμβιβασμός, ὁ θυμός καί ἡ ὀργή ἤ ἡ ἀπόπειρα ἐμεῖς νά καθορίσουμε τήν πορεία μας.
Ὁ φόβος συντηρεῖ τή συνήθεια
Ἡ συνήθεια εἶναι ἡ εὐκολότερη ἀντίδραση. Εἴτε δέν ἀντιλαμβανόμαστε τήν ἐπίδραση τῆς ἐξουσίας ἐπάνω μας, εἴτε νιώθουμε ὅτι δέν ἐπαρκοῦν οἱ δυνάμεις μας νά ἀντισταθοῦμε σ’ αὐτήν, εἴτε ἀπολαμβάνουμε τά κάποια λίγα προνόμια πού χάρη στήν ἐξουσία μᾶς παραχωροῦνται καί τά ὁποῖα μᾶς ἐξασφαλίζουν μία ἐπαρκή γιά τά δεδομένα μας ζωή, ὅλα αὐτά μᾶς κάνουν νά ἀφηνόμαστε στίς ἐπιδράσεις της. Γιά παράδειγμα, τά πάθη τά ὁποῖα ἐπιδροῦν ἐπάνω μας εἴτε δέν ἀντιλαμβανόμαστε ὅτι ἀποτυπώνουν τήν ἔλλειψη ἄσκησης καί πνευματικοῦ ἀγώνα, καθώς ἡ πίστη μας δέν εἶναι τόσο ἰσχυρή, εἴτε τά θεωροῦμε ἀδυναμίες πού δικαιολογοῦνται ἀκριβῶς γιατί εἴμαστε ἄνθρωποι, εἴτε τά βαφτίζουμε στοιχεῖα τοῦ χαρακτήρα μας, γιά τά ὁποῖα δέν μποροῦμε ἤ δέν χρειάζεται νά κάνουμε κάτι. Κάποτε ἀφηνόμαστε στή λογική τῆς ἐποχῆς μας, ἡ ὁποία τά θεωρεῖ δικαίωμα καί τά ἀποθεώνει. Συνηθίζουμε λοιπόν νά ζοῦμε μ’ αὐτά καί δέν ἀντιδροῦμε στήν ἐξουσία τους, πού κάποτε γίνεται τυραννία.
Τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ τούς ἄλλους ἀνθρώπους, εἴτε τούς οἰκείους, εἴτε τούς φίλους, εἴτε τούς ἐργοδότες μας, εἴτε ἐκείνους πού διαμορφώνουν τήν ἰδεολογία τῆς ἐποχῆς. Συνηθίζουμε νά εἴμαστε ἄνθρωποι τῆς ἐποχῆς μας. Ἄνθρωποι πού δέν θέλουμε ρήξεις. Πού μᾶς ἀρκεῖ νά ἔχουμε τόν ἐπιούσιο ἤ νά ἀποφεύγουμε τά χειρότερα. Γιατί ἡ ἐξουσία ἐκμεταλλεύεται τόν φόβο γιά τό τί μέλλει γενέσθαι στήν περίπτωση κατά τήν ὁποία δέν ὑπακούσουμε στά ὅσα μᾶς ἐπιβάλλει. Φοβόμαστε ὅτι, ἄν χάσουμε τή σταθερότητα πού ἡ ἐξουσία φέρνει, θά χαθεῖ ἡ χαρά ἀπό τή ζωή μας. Θά χαθεῖ ἡ κοινωνική μας θέση. Θά μείνουμε μόνοι μας. Καί ἔτσι ὁ φόβος συντηρεῖ τή συνήθεια.
Ἡ ὀργή πού δέν σώζει
Ἄλλη ἀντίδραση εἶναι ἡ ὀργή. Διαπιστώνουμε ὅτι, ἐνῶ ἐμεῖς πλασθήκαμε νά εἴμαστε ἐλεύθεροι, ἡ ἐξουσία καταπιέζει ἤ πνίγει τήν προσωπικότητά μας. Τῆς στερεῖ ἀληθινά τή χαρά καί τό νόημα. Πάντως, παρότι ὀργιζόμαστε, ὅταν ἔρχεται ἡ ὥρα κατά τήν ὁποία καλούμαστε νά πάρουμε τή ζωή στά χέρια μας, νά δοῦμε τόν ἑαυτό μας, νά παλέψουμε νά διορθώσουμε ὅ,τι μπορεῖ νά διορθωθεῖ, ἰδίως τόν μέσα κόσμο μας, διαπιστώνουμε ὅτι ὁ κόπος εἶναι πολύς καί τό ἀποτέλεσμα ἀμφίβολο ἤ ἀδύνατο. Εἴτε δέν εἴμαστε ἕτοιμοι, εἴτε νιώθουμε μόνοι καί ἀβοήθητοι, εἴτε παγιδευόμαστε στά ἀδιέξοδα τά ὁποῖα ἡ ἐξουσία συνεχῶς φροντίζει νά μᾶς ὑπενθυμίζει, κι ἔτσι μένουμε μόνο στήν ὀργή. Θυμώνουμε καί μέ τόν ἑαυτό μας, κατακρίνουμε τούς πάντες καί τά πάντα, ἀλλά δέν τολμοῦμε. Ἰδίως σέ ὅ,τι ἀφορᾶ στά πάθη μας, πολλές φορές διαπιστώνουμε ὅτι λειτουργοῦν καταστροφικά γιά τή ζωή μας, ἀλλά ἡ μετάνοια καί ἡ ἀνάληψη τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα δέν εἶναι στίς προτεραιότητές μας. Ἴσως γιατί ἔχουμε πεισθεῖ γιά τήν παντοδυναμία τους.
Ἡ ὁδός τῆς ἀγάπης
Ὑπάρχει καί μία τρίτη ἀντίδραση. Εἶναι ἡ ἀπόπειρα ἐμεῖς νά καθορίσουμε τήν πορεία μας. Εἶναι ἐκείνη ἡ ὑγιής ἀπόφαση νά μή συνηθίσουμε, νά μή συμβιβαστοῦμε, νά μήν παραιτηθοῦμε, οὔτε νά ἐκτονώσουμε τήν ἀγωνία μας σέ ὀργή ἤ θυμό χωρίς ἀντίκρισμα, ἀλλά νά ἀναλάβουμε βῆμα-βῆμα τόν ἀγώνα νά καθορίσουμε ἐμεῖς τί θέλουμε ἀπό τόν ἑαυτό καί τή ζωή μας. Καί νά ζητήσουμε βοήθεια. Νά ἀναγνωρίσουμε μέ ταπείνωση ὅτι ὑποταχτήκαμε σέ ἐξουσίες πού μᾶς χώρισαν ἀπό τή χαρά καί τήν ἀγάπη. Δέν ἐγκαταλείψαμε ὅμως τήν ἱκανότητα νά σκεφτόμαστε, οὔτε τή θέλησή μας νά εἴμαστε ἐλεύθεροι. Καί νά ἐργαστοῦμε στή μετάνοια.
Μόνο στήν Ἐκκλησία καί στή ζωή της ὑπάρχει ἡ δυνατότητα τοῦ νά καθορίσουμε ἐμεῖς τήν πορεία μας. Γι’ αὐτό καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀναφωνεῖ: «οὐκ ἐξουσιασθήσομαι ὑπό τινος» (Α΄ Κορ. 6,12). Τίποτε καί κανείς δέν θά μέ ἐξουσιάσει. Καί ἡ βοήθεια ἔρχεται μέ τήν ἐμπιστοσύνη στόν Θεό ὡς Πατέρα μας στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Τή σχέση μέ τούς Ἁγίους καί τούς πνευματικούς μας πατέρες πού μᾶς δείχνουν πῶς τά πάθη ὑποτάσσονται στό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί δέν μᾶς νικᾶνε. Ἡ βοήθεια ἔρχεται ὅταν ἐπιλέξουμε τήν ὁδό τῆς ἀγάπης πού μᾶς κάνει νά ζοῦμε καί γιά τούς ἄλλους. Τήν ἀγάπη πού μᾶς κάνει νά βρίσκουμε τρόπους νά ξεπερνοῦμε τή συνήθεια καί νά ἀνανεώνουμε ποιοτικά τίς ἀνθρώπινες σχέσεις. Τήν ἀγάπη πού ἐλέγχει ἄμεσα καί ἔμμεσα ὅλους ἐκείνους πού ἀδικοῦν τήν κοινωνία καί τόν πλησίον. Τήν ἀγάπη πού μᾶς κάνει νά νικοῦμε κάθε φόβο. Δέν ἐξουσιάζεται αὐτός πού γνωρίζει τήν ἀλήθεια γιά τόν κόσμο καί τόν ἑαυτό του. Καί ἐμπιστεύεται μέ ταπείνωση τόν Θεό γιά ὅ,τι δέν εἶναι στό χέρι του νά ἀλλάξει ὁ ἴδιος. Ἄς ἀκούσουμε, λοιπόν, κι ἄς ζήσουμε στήν Ἐκκλησία τόν θριαμβευτικό λόγο τοῦ Ἀποστόλου: «Μέ τόν Θεό τίποτα καί κανείς δέν μέ ἐξουσιάζει»!
π. Θ. Μ.
http://www.apostoliki-diakonia.gr/gr_main/fk/2021/09_2021(3535).pdf
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου