Το σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα μας μεταφέρει σε μια κομβική
στιγμή στην ζωή τής Εκκλησίας. Στην στιγμή κατά την οποία ο Χριστιανισμός κηρύχθηκε
και καρποφόρησε στήν Αντιόχεια. Γιατί είναι σημαντική η στιγμή αυτή;
Πρώτο, αναδεικνύεται μια άλλη ωφέλεια τού διωγμού, καθώς όσοι
χριστιανοί έφυγαν κυνηγημένοι από τα Ιεροσόλυμα, έγιναν η αιτία να κηρυχθεί το
Ευαγγέλιο στήν ευρύτερη περιοχή τής Παλαιστίνης και να διασπαρεί πλουσίως ο λόγος
τού Θεού. Δεύτερο, κατανοείται ότι ο ευαγγελισμός τής Οικουμένης δεν είναι έργο
αποκλειστικώς τών Αποστόλων, οι οποίοι βεβαίως και φέρουν το βάρος τού
συντονισμού τής προσπάθειας, αλλά τού κάθε Χριστιανού, ο οποίος έχει ευθύνη για
τήν διάδοση τού σωτηρίου μηνύματος. Τρίτο, όπως τελικώς η προσπάθεια τών ανωνύμων
λαϊκών τίθεται υπό τον έλεγχο και την εποπτεία τού Βαρνάβα, ο οποίος όταν είδε ότι
δεν μπορούσε να ανταποκριθεί μόνος του κάλεσε και τον Παύλο, καθ’ όμοιο τρόπο
παγιώνεται η αρχή ότι τα πάντα στήν Εκκλησία τελούν υπό τήν εποπτεία και τον έλεγχο
τών Αποστόλων και τών διαδόχων τους, τών Επισκόπων, οι οποίοι δεν ενεργούν αυτόνομα,
αλλά συλλογικά μέσα από Σύνοδο, ώστε να υπάρχει πλήρης και μεθοδική ανταπόκριση
στις πνευματικές ανάγκες. Τέταρτο, εκεί και τότε ονομασθήκαμε για πρώτη ορά
Χριστιανοί, όνομα που μας προσδιορίζει ανά τούς αιώνες. Πέμπτο, καταργείται η
προσπάθεια να ζούν οι Χριστιανοί με εφαρμοσμένη γενική κοινοκτημοσύνη, καθώς
αποδεικνύεται από την εμπειρία τής Εκκλησίας ανέφικτη, και συνακόλουθα επιτρέπεται
η ιδιωτική περιουσία. Έκτο, συναφές με τήν κατοχή περιουσίας εκ μέρους τών
Χριστιανών είναι τό πρόταγμα, κατά τήν κρίση του ο καθένας και κατά τήν
πνευματική του κατάσταση, να προσφέρει εις διακονίαν τοίς αδελφοίς. Έβδομο,
καθιερώνεται η προσφορά να γίνεται διά χειρός Βαρνάβα και Σαύλου, δηλαδή διά τών
υπευθύνων τής Εκκλησίας, ώστε και η διαφάνεια να διασφαλίζεται,, αλλά και η
κατανομή σε όσους πραγματικά έχουν ανάγκη να εξασφαλίζεται.
Δεν μπορούμε
να αναλύσουμε όλους τούς παραπάνω λόγους, γι αυτό ας μας επιτραπεί κάποια
επιλογή.
Το όνομα τού Χριστιανού
Παρά τίς μοντέρνες θεωρήσεις προτεσταντικών και
αγνωστικιστικών κύκλων ότι η αρχέγονη Εκκλησία ήταν Ιουδαιοχριστιανική, και ότι
οι Χριστιανοί διακρίθηκαν από τούς Ιουδαίους μετά τήν καταστροφή τών Ιεροσολύμων
το 70 μ.Χ., στο κείμενο τών Πράξεων έχουμε μια μαρτυρία που δεν μπορούμε να αγνοήσουμε.
Πολύ πρίν τον προφητευόμενο από τον Άγαβο λιμό, ο οποίος συνέβη τό 45 μ.Χ., άρα
γύρω στο 40 μ.Χ., οι έως τότε αυτοπροσδιοριζόμενοι ως μαθηταί αποκλήθηκαν
Χριστιανοί. Από ποιους; Μα από αυτούς που ήθελαν να τούς διακρίνουν από τούς
Ιουδαίους! Ποιοι έβλεπαν τήν Εκκλησία ως ξεχωριστή οντότητα και όχι ως παρακλάδι
τού Ιουδαϊσμού; Οι Έλληνες! Οι πολιτιστικά κυρίαρχοι Έλληνες, οι οποίοι μετά τήν
εκστρατεία τού Μεγάλου Αλεξάνδρου είχαν διασπαρεί μεταφέροντας τον πολιτισμό τους
και καθιερώνοντας ως κυρίαρχη τήν γλώσσα τους, σε όλον τον τότε γνωστό κόσμο. Οι
Ιουδαίοι αποκαλούσαν τούς Χριστιανούς υποτιμητικά Ναζωραίους, ενώ δεν είχαν καμία
διάθεση να συνδέσουν τήν έννοια τού Χριστού ως Μεσσία προς τους ακολούθους τού
Ιησού, καθώς κάτι τέτοιο θα ισοδυναμούσε με παραδοχή εκ μέρους τους ότι ο
Ιησούς είναι ο Μεσσίας. Έτσι, οι εθνικοί Έλληνες τής Αντιόχειας μας απένειμαν
το όνομά μας, επηρεασμένοι από τό κήρυγμα περί του Ιησού ως τού κεχρισμένου από
τού Θεού και Πατρός, ο οποίος μεταδίδει αυτό το χρίσμα στόν κάθε πιστό ως Χάρη
τού Αγίου Πνεύματος, για ν’ ακολουθεί τα ίχνη Του και τό παράδειγμά Του προς δόξαν
Του.
Η Χάρη
Μαζί με τό όνομα
αναδύθηκε και αυτό που έκτοτε προσδιοριστικά το συνοδεύει ως χάρη που το
επαληθεύει! Ποιο είναι αυτό; Η προσφορά εις διακονίας τοίς αδελφοίς. Η Εκκλησία
πορευομένη εν τόπω και χρόνω, συνειδητοποιεί ότι δεν μπορεί να επιβάλλει το ως
εν ουρανώ και επί τής γής στήν ανθρώπινη κοινωνία. Γι αυτό και προσαρμόζεται
στο πολιτιστικό και κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον, με τρόπο ειρηνικό, ώστε να
το αναμορφώσει με τήν πειθώ τού κηρύγματος και τήν δύναμη τών Μυστηρίων. Εμφανές
και ορατό σημείο τής πορείας προς τήν αναγέννηση της κοινωνίας είναι η
ποικιλοειδής και πολύμορφη διακονία χάριν τών αδελφών. Και αυτό συναρτάται με τήν
προσφορά του όλου εαυτού, τής όλης υπάρξεως τού Χριστιανού.
Καθώς ηυπορείτό
τις, δηλαδή ανάλογα με τους πόρους και τα μέσα που διέθετε καθένας, προσέφερε
εκουσίως και αυτοπροαιρέτως με όλη του τήν καρδιά, χωρίς εξωτερική πίεση και
εσωτερική μεμψιμοιρία. Μόνος του ο καθένας έκρινε τον βαθμό τής ευπορίας του και
το μέγεθος τής προσφοράς του. Τό αγώνισμα ήταν – και είναι- να μην θολώσει τήν
διάνοια η φιλαργυρία και η φιλαυτία ώστε η κρίση να είναι δίκαιη και ορθή, για
να είναι και η προσφορά τέλεια και ολοκληρωμένη.
Και το αποτέλεσμα
αυτής τής διεργασίας ήταν – και είναι- που προσδιορίζει τον Χριστιανό. Εάν επιτύχει,
κρίνεται άξιος τού ονόματος τού μόνου φιλάνθρωπου, αλλιώς χαρακτηρίζεται ως
υποκριτής με διάσταση λόγων και έργων.
Το όνομα τού
Χριστιανού είναι το μόνο όνομα που απαιτεί να το συνοδεύει η Χάρη, αλλιώς τα
αποτελέσματα είναι ολέθρια. Ας μάθουμε όλοι να περπατούμε αξίως τού ού εκλήθημεν
ονόματος.
Αρχιμ. Ι.Ν.
(Σημ. Ο Χριστός δεν επέβαλε ακτημοσύνη.)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου