Δευτέρα 30 Δεκεμβρίου 2013

ΑΠΟΔΕΚΤΕΣ ΤΗΣ ΚΛΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ


                Όπως ο Ιωσήφ ο Μνήστωρ ορίσθηκε δια κλήσεως αγγέλου να γίνει προστάτης τής Θεομήτορος και τού παιδίου Ιησού, ομοίως και ο απόστολος Παύλος ορίσθηκε από τόν Θεό να μεταδώσει το Ευαγγέλιο κυρίως στα έθνη.
                Την κλήση τού Ιωσήφ από τόν Θεό δι’ αγγέλου τήν αναφέρει ο ευαγγελιστής Ματθαίος: «σήκω αμέσως, πάρε το παιδί και τήν μητέρα του και φύγε στήν Αίγυπτο και μείνε εκεί ωσότου σού πώ». Και τήν μεγάλη αυτή αποστολή ο Απόστολος τήν προσδιορίζει ήδη από τήν γέννησή του λέγοντας: «Ο Θεός ο αφορίσας με εκ κοιλίας μητρός μου». Ήταν δηλαδή προορισμένος από τόν Κύριο για τό μεγάλο αυτό αποστολικό έργο. Όμως αυτό δεν τού τό επέβαλε ο Θεός. Τόν άφησε ελεύθερο να ταλαιπωρηθεί στούς λαβύρινθους τής ιουδαϊκής και ραββινικής θεοσέβειας και διδασκαλίας, να κάνει τις δικές του επιλογές μέσα στό θρησκευτικό περιβάλλον τής πατρίδας του. Ό ίδιος αναφέρεται στήν ανατροφή του μέσα σε αυστηρά θρησκευτικά πλαίσια: «ηκούσατε τήν εμήν αναστροφήν ποτε εν τω Ιουδαϊσμώ» και τόν ζήλο που επεδείκνυε στήν προσήλωση και εφαρμογή τών ιουδαϊκών παραδόσεων, «ζηλωτής υπάρχων τών πατρικών μου παραδόσεων».

Το θέλημα τού Θεού φάνηκε για τόν απ. Παύλο, όταν τόν κάλεσε καθ’ οδόν προς τήν Δαμασκό και τού είπε: «Σαούλ, Σαούλ τι με διώκεις;». Ως τότε αγνοούσε τήν κλήση, σε αντίθεση με τόν Ιωσήφ που ήδη είχε συνειδητοποιήσει από τήν γέννηση τού Χριστού τήν κλήση του. Δηλ. η κλήση του έλαβε σάρκα και οστά, ενεργοποιήθηκε όταν ο ίδιος είχε τήν συγκλονιστική εμπειρία τής παρουσίας τού Ιησού στήν ζωή του και ανταποκρίθηκε στό κάλεσμά Του.
                Είναι πολύ βασική η εκούσια και όχι αναγκαστική ανταπόκρισή μας στό κάλεσμα τού Θεού. Διότι ο Θεός σέβεται τήν ελευθερία βουλήσεως τού ανθρώπου, ανεξάρτητα αν τόν έχει προορίσει για να υπηρετήσει τό θέλημά Του. Μπορεί δηλ. να κληθούν πολλοί από τόν Θεό, αλλά λίγοι να ανταποκριθούν στό κάλεσμά Του. «Πολλοί εισι κλητοί ολίγοι δε εκλεκτοί»  λέει ο Κύριος, αναφερόμενος στήν παραβολή τών εργατών τού αμπελώνα. Είναι χαρακτηριστικά και τα λόγια που απηύθηνε ο Χριστός στούς μαθητές Του, όταν είδε μερικούς απ’ όσους αρχικά τόν ακολουθούσαν, «μη και υμείς θέλετε υπάγειν;», δηλ. μήπως και σείς, οι μαθητές μου, θέλετε να ακολουθήσετε τούς άλλους και να φύγετε;

                Όταν ο Θεός παρεμβαίνει τόσο αποκαλυπτικά και τόσο έντονα στήν ζωή τόσο εξαίρετων ανθρώπων, όπως ο Ιωσήφ και ο Παύλος, ασφαλώς έχει κάποιο βαρύνοντα και σημαντικό λόγο. Να αναθέσει δηλ. στά συγκεκριμένα πρόσωπα, τόν Ιωσήφ και στόν Παύλο, να διακονήσουν, να ευαγγελισθούν, με τόν ξεχωριστό τρόπο τους ο καθένας, να αναγγείλουν, να κηρύξουν και να διάξουν τούς ανθρώπους για τόν Μονογενή ου Υιό: «αποκαλύψαι τόν Υιόν αυτού, ίνα ευαγγελλίζομαι αυτόν εν τοίς έθνεσιν»,  γράφει ο ίδιος ο Απόστολος· να εκπληρωθεί η προφητεία: «εξ Αιγύπτου εκάλεσα τόν υιόν μου»  όπως γράφει ο ευαγγελιστής Ματθαίος. Δηλ. ευδόκησε ο Θεός να αποκαλύψει τόν Υιό του, τον Χριστό, στόν απ. Παύλο, για να προβληθεί ο Ιησούς τόσο στήν γη τής Επαγγελίας ( το Ισραήλ),  όσο και σε όλα τα έθνη, ώστε ο Κύριος Ιησούς ( που είναι ο Παντοκράτωρ) να είναι καθολικός και παγκόσμιος για όλους τούς ανθρώπους, για όλη τήν δημιουργία Του, για να τόν κηρύξει εν συνεχεία ο Παύλος σ’ όλα τα έθνη. Γι αυτόν τόν λόγο τόν προόρισε και γι αυτόν τόν λόγο τόν κάλεσε.

                Υπάρχουν ιερά πρόσωπα στη Π.Δ. αλλά και στήν Κ.Δ. που κατανόησαν και δέχθηκαν τήν κλήση τού Θεού στήν ζωή τους, χωρίς να περιπλανηθούν στα μονοπάτια τής άγνοιας, τής αμφισβήτησης και ίσως και τής απιστίας.
                Οι περισσότεροι όμως από μας, και ιδιαίτερα στίς δικές μας εποχές, περιπλανηθήκαμε μέσα στίς αξίες που μας δώσανε οι προηγούμενοι, ψάξαμε και χαθήκαμε στίς δικές μας αμφιβολίες, αγωνιστήκαμε και ξαναβρήκαμε τόν πνευματικό μας βηματισμό. Ταλαιπωρηθήκαμε στα δύσβατα μονοπάτια που μας υπέδειξαν άλλοι, αλλά ξαναβρήκαμε τόν δρόμο τόν καλό. Διότι μέσα μας υπήρχε, σιγόκαιγε ο ψίθυρος τής αλήθειας και ήλθε η στιγμή που η αγάπη τού Θεού μάς άνοιξε τα μάτια τής ψυχής να δεχθούμε τα αυτονόητα, να κάνουμε βίωμα τήν κλήση μας, να συνειδητοποιήσουμε τήν πορεία μας μέσα στό θέλημα τού Θεού.

                Γιατί άραγε ο Θεός παραχώρησε να ζήσουμε αυτήν τήν περιπλάνηση, αυτό τό ταξίδι που αλλάζει προορισμούς μέχρι να βρεθεί ο αληθινός προορισμός; Το πνευματικό διακύβευμα ήταν μεγάλο: να γνωρίσουμε, να πιστέψουμε, να κάνουμε ζωή μας τήν ζωή Εκείνου, που έγινε άνθρωπος για μας και σταυρώθηκε για μας. Και για να συγκατατεθούμε σε μια τέτοια γνώση και εμπειρία μάς κάλεσε ο Θεός να αγαπήσουμε τόν Υιό Του, μέσα από τήν προσωπική εμπειρία τής ζωής μας. Να τόν αφήσουμε να αγγίξει με τήν χάρη Του τις πιο βαθιές χορδές τής ψυχής μας και να γίνει μέσα μας η προσωπική μας αποκάλυψη. Ότι Αυτός είναι η αιτία τής ζωής μας, Αυτός είναι η πηγή τής ζωής μας, Αυτός είναι η μεγάλη αφετηρία και ο προορισμός τής ύπαρξής μας. Να γνωρίσει τό είναι τής ύπαρξής μας, τό Είναι, τήν Υπόσταση τού Λόγου τού Θεού, όπως μάς αποκαλύπτει ο Ευαγγελιστής τής αγάπης: «εν αρχή ήν ο Λόγος».
                Όποια άλλη αρχή κι αν βάζαμε στήν επίγεια οδοιπορία μας για τό μυστήριο τής ζωής δεν θα είχε ούτε τέλος, ούτε αποτέλεσμα. Εκείνος είναι η αιώνια αρχή και αιτία τών πάντων, που δεν έχει τέλος γιατί επεκτείνεται στήν αιωνιότητα τής θείας Του δόξας και έχει δώσει σε μας αιώνιο αποτέλεσμα και μέλλον, που είναι ζωή μέσα στήν αιώνια ζωή Του, είναι το μυστήριο τής ζωής, είναι «τό ξύλον τής ζωής» και τής αθανασίας, η Βασιλεία τών Ουρανών.
                Όσοι γευθούμε αυτήν τήν γνώση τής χάριτος, λαμβάνουμε «χάρη αντί χάριτος», ζωή και αγιασμό, χαρά και Ανάσταση. Και κατανοούμε, αναγνωρίζουμε και εκτιμούμε με ευγνωμοσύνη τό κήρυγμα τού Αποστόλου τών Εθνών, που μας αποκάλυψε τήν θεότητα και ανθρωπότητα τού Χριστού στίς ψυχές μας και μάς έκανε μέλη τού σώματος τής Εκκλησίας. Μέσα στήν μυστηριακή ζωή τής Εκκλησίας επιβεβαιώνουμε τήν κορυφαία επιλογή μας στό κάλεσμα τού Θεού και γίνεται η κλήση μας περιεχόμενο τού βίου μας και αληθινή προσδοκία τής καρδιάς μας.

Αρχιμ. Χ.Ν. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: