Κυριακή 17 Ιουνίου 2012

Σύναξη τών Δώδεκα Αποστόλων


Πρωτ. π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα
Γενέθλια ημέρα ενός αγίου, κατά τήν οποία η Εκκλησία εορτάζει καί πανηγυρίζει τήν μνήμη του, θεωρείται η ημέρα τού θανάτου του, επειδή αποτελεί ταυτόχρονα καί τήν ημέρα τής γεννήσεώς του στήν Βασιλεία τού Θεού. Έτσι, ο καθένας από τούς δώδεκα Αποστόλους τού Χριστού εορτάζει σέ διαφορετική ημερομηνία, ωστόσο όμως η Εκκλησία γιά νά τούς τιμήση, αλλά καί γιά νά προβάλη τήν μεταξύ τους ενότητα, καθόρισε νά εορτάζονται καί οι δώδεκα στίς 30 Ιουνίου κάθε έτους. Ο Χριστός, εκτός από τούς δώδεκα Αποστόλους, είχε καί έναν ευρύτερο χορό Αποστόλων, εβδομήντα τόν αριθμό. Οι δώδεκα Απόστολοι ήσαν οι στενότεροι συνεργάτες Του, πού τόν ακολουθούσαν παντού. Μετά τήν έκπτωση τού Ιούδα τού Ισκαριώτη από τόν χορό τών δώδεκα Αποστόλων, τήν θέση του έλαβε ο Ματθίας. Τά ονόματα τών δώδεκα αποστόλων είναι: Σίμων (Πέτρος), Ανδρέας, Ιάκωβος, Ιωάννης, Φίλιππος, Θωμάς, Βαρθολομαίος (Ναθαναήλ), Ματθαίος, Ιάκωβος τού Αλφαίου, Σίμωνας ο Ζηλωτής, Ιούδας ο Αδελφόθεος καί Ματθίας.
Τήν ημέρα τής Πεντηκοστής οι Απόστολοι έλαβαν τό Άγιο Πνεύμα καί έγιναν διαπρύσιοι κήρυκες τού Ευαγγελίου στά πέρατα τής Οικουμένης. Εκακοπάθησαν γιά τήν διάδοση τού Ευαγγελίου καί είχαν όλοι μαρτυρικό τέλος, εκτός από τόν Απόστολο καί Ευαγγελιστή Ιωάννη τόν Θεολόγο, ο οποίος «ετελειώθη εν ειρήνη», επειδή βίωσε τό μαρτύριο δίπλα στόν Χριστό, καθ’ όλη τήν διάρκεια τών Παθών καί τής σταυρικής Του θυσίας. Ήσαν φτωχοί σέ υλικά αγαθά, όπως ο Χριστός, αλλά επλούτισαν πολλούς, αφού ήσαν «οι μηδέν έχοντες καί πάντα κατέχοντες».
Η κοινή εορτή τών δώδεκα Αποστόλων μάς δίνει τήν αφορμή νά τονίσουμε τά ακόλουθα:
Πρώτον. Οι Απόστολοι τού Χριστού μετά τήν Πεντηκοστή έδειξαν μεγάλη αυταπάρνηση καί αυτοθυσία καί κήρυξαν τό Ευαγγέλιο σέ όλον τόν κόσμο. Αυτοί οι δειλοί, πού καθ’ όλη τήν διάρκεια τών Παθημάτων καί τής Σταυρώσεως τού Χριστού ήσαν κρυμμένοι σέ ένα υπερώο «διά τόν φόβον τών Ιουδαίων», μετά τήν Ανάσταση καί τήν Ανάληψη τού Χριστού καί κυρίως μετά τήν Πεντηκοστή κατά τήν οποία έλαβαν τό Άγιον Πνεύμα, έγιναν αληθινά λιοντάρια. Απέβαλαν τόν φόβο, απέκτησαν δύναμη καί ανδρεία πνευματική, αψήφησαν όλες τίς δυσκολίες, καί αυτόν ακόμη τόν θάνατο, τόν οποίον είχαν υπερβή στά όρια τής προσωπικής τους ζωής.
Η Πεντηκοστή είναι ιστορικό γεγονός, αλλά είναι καί μυστήριο τό οποίο επαναλαμβάνεται στήν ζωή τών αληθινών μελών τής Εκκλησίας, πού είναι οι άγιοι. Όλοι οι άγιοι εβίωσαν τήν προσωπική τους Πεντηκοστή πού τούς αλλοίωσε εσωτερικά καί τούς μετάγγισε ανδρεία καί δύναμη καί έτσι υπέμειναν όλες τίς θλίψεις, τίς κακοπάθειες, τούς πειρασμούς καί τίς δυσκολίες μέ θαυμαστή καρτερία καί υπομονή. Όμως, τά κατορθώματα τών αγίων, τά οποία «τών ουρανών αι δυνάμεις υπερεθαύμασαν», δέν έγιναν μόνον μέ τίς δικές τους πτωχές ανθρώπινες δυνάμεις, αλλά κυρίως μέ τήν Χάρη καί τήν δύναμη τού Αγίου Πνεύματος, τό οποίο δυναμώνει, ενισχύει καί παρηγορεί τούς «αγωνιστάς τής ευσεβείας». Βέβαια, οι Απόστολοι, όπως άλλωστε καί οι μάρτυρες, οι όσιοι, καθώς καί όλοι οι άγιοι, αγωνίσθηκαν μέ αξιοθαύμαστη αυταπάρνηση καί υπεράνθρωπη υπομονή, εάν όμως δέν είχαν τό Άγιο Πνεύμα νά κατοική μέσα σέ όλη τους τήν ύπαρξη καί νά τούς ενισχύη, θά ήταν αδύνατο νά υπομείνουν όσα υπέμειναν καί νά κατορθώσουν όσα κατόρθωσαν. Αλλά γνήσιοι «αγωνιστές τής ευσεβείας» υπάρχουν καί σήμερα καί στίς πόλεις καί στήν έρημο. Καί, σίγουρα, δέν θά μπορούσαν νά υπομείνουν τόν «καύσωνα τής ημέρας καί τόν παγετόν τής νυκτός» χωρίς ουράνια ενίσχυση καί παρηγοριά. Ο π. Παΐσιος είπε γιά κάποιον αγιορείτη ασκητή, ο οποίος περνούσε όλον τόν χειμώνα χωρίς τά αναγκαία ρούχα καί τρόφιμα καί κυρίως χωρίς θέρμανση, ότι «γιά νά κάθεται στό κελλί του μέ τόση στέρηση, σημαίνει ότι έχει παρηγοριά απ’ τόν Θεό».
Η βίωση τού μυστηρίου τής Πεντηκοστής πραγματοποιείται μέσα στήν Εκκλησία μετά από επίμονο καί επίπονο αγώνα, ταπείνωση καί υπομονή. Τό Άγιον Πνεύμα, τό οποίο όπου θέλει «πνεί», αγαπά νά κατασκηνώνη στούς ταπεινούς, οι οποίοι αγαπούν θυσιαστικά τόν Χριστό καί φυλάσσουν τούς λόγους Του.
Δεύτερον. Η υλική φτώχεια τών Αποστόλων ήταν φυσικό αποτέλεσμα τού τρόπου τής ζωής τους. Δηλαδή, οι Απόστολοι είχαν στραμμένο τόν νού καί τήν καρδιά τους στόν Θεό, προσεύχονταν αδιαλείπτως, αγαπούσαν αληθινά τόν Θεό καί τούς ανθρώπους καί γι’ αυτό δέν ήταν δυνατόν νά συσσωρεύουν υλικό πλούτο. Κατά τόν άγιο Γρηγόριο τόν Παλαμά, αυτός πού έχει αγάπη δέν έχει χρήματα καί όποιος έχει χρήματα δέν έχει αγάπη. Μάλιστα τονίζει ότι βρίσκεται σέ πλάνη αυτός πού νομίζει ότι μπορεί νά έχη ταυτοχρόνως καί χρήματα καί αγάπη, καθώς επίσης είναι αδύνατο νά προσεύχεται αυτός πού συσσωρεύει χρήματα. Λέγει: «Ο δέ αμφότερα λέγων έχειν, τά τε χρήματα καί τήν αγάπην, πεπλάνηται αλλ’ ή κενός εστι χρημάτων, ή κενός εστιν αγάπης» καί προσθέτει «ως αδύνατον προσεύξασθαι τόν χρήματα φυλάσσοντα», επειδή «»όπου γάρ, φησίν, ο θησαυρός σου, εκεί καί ο νούς σου», αλλ’ ουκ εις τήν προσευχήν».
Βέβαια, όταν κάποιος έχη οικογένεια είναι υποχρεωμένος νά φροντίζη γι’ αυτήν καί επομένως είναι φυσικό νά έχη μερικά χρήματα καί κτήματα, αλλά δέν θά πρέπει νά στηρίζη τήν ελπίδα του σέ αυτά. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, λέγοντας τά παραπάνω, θέλει νά μάς αποτρέψη από τήν προσκόλληση στά υλικά αγαθά, πού έχει τήν ρίζα της στά πάθη τής φιληδονίας καί τής φιλαργυρίας. Όταν η καρδιά είναι δοσμένη στόν Θεό, τότε ο άνθρωπος ελπίζει στόν Θεό. Διαχειρίζεται τά υλικά αγαθά, αλλά χωρίς νά τά ειδωλοποιή καί χωρίς νά προσκολλάται σέ αυτά.
Εάν αγαπάμε αληθινά τούς Αποστόλους, θά πρέπει, όπως μάς προτρέπει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, νά τό δείξουμε εμπράκτως. Δηλαδή, νά γίνουμε μιμητές τους, ήτοι «ποιηταί» τών έργων καί τών λόγων τους καί «ουκ ακροαταί μόνον». Καί στήν συνέχεια τονίζει: «Εάν δέν μπορείτε, όπως οι Απόστολοι, νά ομιλείτε, νά διδάσκετε, νά ελέγχετε καί νά προτρέπετε στήν αρετή, μπορείτε, όμως, νά γίνετε αγαθοί εργάτες τού Ευαγγελίου καί διδάσκαλοι τού εαυτού σας καί τών άλλων, μέ τά έργα σας καί τό παράδειγμά σας».

Δεν υπάρχουν σχόλια: