«Στοιχειώνουν» τις τράπεζες και ανοίγουν για τους δανειολήπτες το δρόμο για τη διεκδίκηση αποζημιώσεων οι παλιές αυθαιρεσίες τους στον υπολογισμό των επιτοκίων για στεγαστικά δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο. Πρόσφατα, ο Συνήγορος του Καταναλωτή δικαίωσε δύο δανειολήπτες, οι οποίοι είχαν στραφεί κατά τράπεζας, για πρακτικές που είχαν ακολουθήσει οι περισσότερες ελληνικές τράπεζες και την κάλεσε να τους αποζημιώσει για τις παράνομες χρεώσεις.
Το κόλπο με τα επιτόκια των στεγαστικών είναι γνωστό και έχει κατ’ επανάληψη απασχολήσει τη Δικαιοσύνη, που έχει δικαιώσει τους καταναλωτές: οι ελληνικές τράπεζες για μια μεγάλη περίοδο όπου υποχωρούσαν τα επιτόκια (2001-2005) κρατούσαν αδικαιολόγητα σταθερό το κυμαινόμενο επιτόκιο των στεγαστικών δανείων, ενώ μετά το 2005, όταν τα επιτόκια είχαν πάρει την ανιούσα, «θυμήθηκαν» να συνδέσουν και τα κυμαινόμενα επιτόκια των στεγαστικών με το Euribor ή το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ.
Με άλλα λόγια, οι τράπεζες κέρδιζαν και από τη μεγάλη πτώση των επιτοκίων για μια μακρά περίοδο, αλλά και από την άνοδό τους! «Με την εν λόγω παράνοµη συµπεριφορά τους, οι τράπεζες έγιναν αδικαιολόγητα πλουσιότερες εις βάρος της περιουσίας των καταναλωτών-δανειοληπτών», όπως τονίζει ο Συνήγορος του Καταναλωτή, σε μια αναφορά-κόλαφο για το τραπεζικό σύστημα.
Πριν από έξι μήνες, ο Συνήγορος του Καταναλωτή δικαίωσε δύο δανειολήπτες, δίνοντας σε όλους μια πρόσθετη διέξοδο για να διεκδικήσουν αποζημιώσεις από τις τράπεζες για τέτοιες αθέμιτες χρεώσεις, χωρίς να χρειασθεί να προσφύγουν κατά των τραπεζών στη Δικαιοσύνη. Ειδικότερα, σύμφωνα με την απόφαση,
Η καταγγελλόµενη τράπεζα από το 2001 έως το 2005 που τα επιτόκια της Ευρωζώνης έπεφταν διατήρησε το κυµαινόµενο επιτόκιό της στις συµβάσεις αυτές αδικαιολόγητα σταθερό, ενώ όταν τα επιτόκια της Ευρωζώνης ανέβαιναν, συνέδεσε το Βασικό Επιτόκιο µε το διατραπεζικό επιτοκιακό δείκτη Euribor τριµήνου, οπότε το κυµαινόµενο επιτόκιο στις εν λόγω δανειακές συµβάσεις άρχισε από τα τέλη του 2005 να κινείται αυξητικά.
Με την πρακτική όµως αυτή που ακολούθησε η καταγγελλόµενη τράπεζα κατά την εφαρµογή του υπό κρίση Γενικού Όρου Συναλλαγών στις σχετικές δανειακές συµβάσεις, από το 2001 έως τα τέλη του 2005 «δεν απέδιδε στους καταγγέλλοντες την µείωση που είχε το κόστος χρήµατος για την ίδια, παραβιάζοντας τη συµφωνία τους για κυµαινόµενο επιτόκιο και την Πράξη Διοικητή Τράπεζας της Ελλάδος 2501/2002, αποκοµίζοντας µε τον τρόπο αυτό παράνοµα κέρδος σε βάρος της περιουσίας των καταγγελλόντων (βλ. απόφαση Εφ.Αθηνών 863/08).
Σύµφωνα µε πρόσφατες δικαστικές αποφάσεις πρωτοβάθµιων δικαστηρίων το σκεπτικό των οποίων στηρίχθηκε στην απόφαση 1219/2001 του Αρείου Πάγου µε την οποία είχαν κριθεί καταχρηστικοί οι όροι της αυθαίρετης αναπροσαρµογής των επιτοκίων, τα δικαστήρια της ουσίας θεωρούν ως "εύλογο κριτήριο", βάσει του οποίου υπολογίζουν τη ζηµία των δανειοληπτών, τις εκάστοτε διακυµάνσεις του παρεµβατικού επιτοκίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, στηριζόµενα στην προαναφερθείσα ΠΔ/ΤΕ 2501/2002 (βλ. Μον.Πρωτ.Αθηνών 346/2009, Ειρ.Αθηνών 605/2009, Ειρ.Αθηνών 47012009, Ειρ.Αθηνών 40012009, Ειρ.Αθηνών 294/2009, Εφ.Αθηνών 52/2009, Εφ.Αθηνών 1642/2008, Εφ.Αθηνών 154012008, Ειρ.Αθηνών 863/2008).
Σύµφωνα µε τις εν λόγω αποφάσεις η διακύµανση των κυµαινοµένων επιτοκίων σε συµβάσεις στεγαστικών δανείων συνδεδεµένων µε το Βασικό Στεγαστικό Επιτόκιο της κάθε τράπεζας δεν ακολούθησε τη διακύµανση των παρεµβατικών επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, µε αποτέλεσµα να παραµείνουν σταθερά και σε επίπεδα υψηλά κυµαινόµενα επιτόκια στεγαστικών δανείων που είχαν συναφθεί πριν από το 2003 κι έληγαν µεταγενέστερα, σε περιόδους κατά τις οποίες τα ευρωπαϊκά επιτόκια έπεφταν.
Τα ποσά των τόκων που εισπράχθηκαν από τις Ελληνικές τράπεζες που ακολούθησαν την ανωτέρω πρακτική υπολογίστηκαν καταχρηστικά µε επιτόκια ανώτερα των νοµίµων κατά παράβαση του ν. 2251/1994 περί προστασίας των καταναλωτών και των αρχών της καλής πίστης και των χρηστών συναλλακτικών ηθών. Με την εν λόγω παράνοµη συµπεριφορά τους, οι τράπεζες έγιναν αδικαιολόγητα πλουσιότερες εις βάρος της περιουσίας των καταναλωτών-δανειοληπτών.
Στην απόφασή του, ο ΣτΚ αναφέρει αναλυτικά τα «νόμιμα» επιτόκια για όλες τις περιόδους του δανείου και τα αντίστοιχα «παράνομα» επιτόκια που χρησιμοποιούσε η τράπεζα και την καλεί να υπολογίσει το ακριβές ποσό της συνολικής υπερβολικής χρέωσης και να το επιστρέψει στους δανειολήπτες.
από το "τραπεζικά νέα"
Το κόλπο με τα επιτόκια των στεγαστικών είναι γνωστό και έχει κατ’ επανάληψη απασχολήσει τη Δικαιοσύνη, που έχει δικαιώσει τους καταναλωτές: οι ελληνικές τράπεζες για μια μεγάλη περίοδο όπου υποχωρούσαν τα επιτόκια (2001-2005) κρατούσαν αδικαιολόγητα σταθερό το κυμαινόμενο επιτόκιο των στεγαστικών δανείων, ενώ μετά το 2005, όταν τα επιτόκια είχαν πάρει την ανιούσα, «θυμήθηκαν» να συνδέσουν και τα κυμαινόμενα επιτόκια των στεγαστικών με το Euribor ή το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ.
Με άλλα λόγια, οι τράπεζες κέρδιζαν και από τη μεγάλη πτώση των επιτοκίων για μια μακρά περίοδο, αλλά και από την άνοδό τους! «Με την εν λόγω παράνοµη συµπεριφορά τους, οι τράπεζες έγιναν αδικαιολόγητα πλουσιότερες εις βάρος της περιουσίας των καταναλωτών-δανειοληπτών», όπως τονίζει ο Συνήγορος του Καταναλωτή, σε μια αναφορά-κόλαφο για το τραπεζικό σύστημα.
Πριν από έξι μήνες, ο Συνήγορος του Καταναλωτή δικαίωσε δύο δανειολήπτες, δίνοντας σε όλους μια πρόσθετη διέξοδο για να διεκδικήσουν αποζημιώσεις από τις τράπεζες για τέτοιες αθέμιτες χρεώσεις, χωρίς να χρειασθεί να προσφύγουν κατά των τραπεζών στη Δικαιοσύνη. Ειδικότερα, σύμφωνα με την απόφαση,
Η καταγγελλόµενη τράπεζα από το 2001 έως το 2005 που τα επιτόκια της Ευρωζώνης έπεφταν διατήρησε το κυµαινόµενο επιτόκιό της στις συµβάσεις αυτές αδικαιολόγητα σταθερό, ενώ όταν τα επιτόκια της Ευρωζώνης ανέβαιναν, συνέδεσε το Βασικό Επιτόκιο µε το διατραπεζικό επιτοκιακό δείκτη Euribor τριµήνου, οπότε το κυµαινόµενο επιτόκιο στις εν λόγω δανειακές συµβάσεις άρχισε από τα τέλη του 2005 να κινείται αυξητικά.
Με την πρακτική όµως αυτή που ακολούθησε η καταγγελλόµενη τράπεζα κατά την εφαρµογή του υπό κρίση Γενικού Όρου Συναλλαγών στις σχετικές δανειακές συµβάσεις, από το 2001 έως τα τέλη του 2005 «δεν απέδιδε στους καταγγέλλοντες την µείωση που είχε το κόστος χρήµατος για την ίδια, παραβιάζοντας τη συµφωνία τους για κυµαινόµενο επιτόκιο και την Πράξη Διοικητή Τράπεζας της Ελλάδος 2501/2002, αποκοµίζοντας µε τον τρόπο αυτό παράνοµα κέρδος σε βάρος της περιουσίας των καταγγελλόντων (βλ. απόφαση Εφ.Αθηνών 863/08).
Σύµφωνα µε πρόσφατες δικαστικές αποφάσεις πρωτοβάθµιων δικαστηρίων το σκεπτικό των οποίων στηρίχθηκε στην απόφαση 1219/2001 του Αρείου Πάγου µε την οποία είχαν κριθεί καταχρηστικοί οι όροι της αυθαίρετης αναπροσαρµογής των επιτοκίων, τα δικαστήρια της ουσίας θεωρούν ως "εύλογο κριτήριο", βάσει του οποίου υπολογίζουν τη ζηµία των δανειοληπτών, τις εκάστοτε διακυµάνσεις του παρεµβατικού επιτοκίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, στηριζόµενα στην προαναφερθείσα ΠΔ/ΤΕ 2501/2002 (βλ. Μον.Πρωτ.Αθηνών 346/2009, Ειρ.Αθηνών 605/2009, Ειρ.Αθηνών 47012009, Ειρ.Αθηνών 40012009, Ειρ.Αθηνών 294/2009, Εφ.Αθηνών 52/2009, Εφ.Αθηνών 1642/2008, Εφ.Αθηνών 154012008, Ειρ.Αθηνών 863/2008).
Σύµφωνα µε τις εν λόγω αποφάσεις η διακύµανση των κυµαινοµένων επιτοκίων σε συµβάσεις στεγαστικών δανείων συνδεδεµένων µε το Βασικό Στεγαστικό Επιτόκιο της κάθε τράπεζας δεν ακολούθησε τη διακύµανση των παρεµβατικών επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, µε αποτέλεσµα να παραµείνουν σταθερά και σε επίπεδα υψηλά κυµαινόµενα επιτόκια στεγαστικών δανείων που είχαν συναφθεί πριν από το 2003 κι έληγαν µεταγενέστερα, σε περιόδους κατά τις οποίες τα ευρωπαϊκά επιτόκια έπεφταν.
Τα ποσά των τόκων που εισπράχθηκαν από τις Ελληνικές τράπεζες που ακολούθησαν την ανωτέρω πρακτική υπολογίστηκαν καταχρηστικά µε επιτόκια ανώτερα των νοµίµων κατά παράβαση του ν. 2251/1994 περί προστασίας των καταναλωτών και των αρχών της καλής πίστης και των χρηστών συναλλακτικών ηθών. Με την εν λόγω παράνοµη συµπεριφορά τους, οι τράπεζες έγιναν αδικαιολόγητα πλουσιότερες εις βάρος της περιουσίας των καταναλωτών-δανειοληπτών.
Στην απόφασή του, ο ΣτΚ αναφέρει αναλυτικά τα «νόμιμα» επιτόκια για όλες τις περιόδους του δανείου και τα αντίστοιχα «παράνομα» επιτόκια που χρησιμοποιούσε η τράπεζα και την καλεί να υπολογίσει το ακριβές ποσό της συνολικής υπερβολικής χρέωσης και να το επιστρέψει στους δανειολήπτες.
από το "τραπεζικά νέα"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου