Κυριακή 6 Οκτωβρίου 2013

Η ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΑΔΥΝΑΜΙΑ ΚΑΙ Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

                Αναμφίβολα ο άνθρωπος χωρίς τήν δύναμη τής πίστεως είναι πνευματικά ευάλωτος και αδύναμος. Διότι κάτω από το βάρος τών πειρασμών δεν αντέχει και λυγίζει. Όταν όμως δεχθεί από τόν Θεό, ο οποίος έλαμψε μέσα στίς καρδιές μας, το φώς τής πίστεως, ενισχύεται πνευματικά και αυξάνεται η ψυχική του δύναμη και αντοχή.

                Ο Χριστός είναι ο πνευματικός ήλιος «ο τό αληθινόν φώς αναλάμπων», αυτός δηλαδή που στέλνει τό αληθινό φώς τής πίστεως. Και «ουκ έτι εν δυσμαίς κρύπτεται», δηλαδή ποτέ δεν δύει, αλλά συνεχώς λάμπει στίς ψυχές τών πιστών. Ταυτόχρονα μεταδίδει τήν θεϊκή του δύναμη, που ουδέποτε λιγοστεύει, ποτέ δεν εξασθενεί. Και η ψυχή τού πιστού ενισχύεται, γιγαντώνεται πνευματικά και αντέχει μαζί με το σώμα περισσότερο απ’ όσο μπορεί να αντέξει ένας φυσιολογικός άνθρωπος.
                Ο απόστολος Παύλος φέρνει ως παράδειγμα αυτής τής διαπίστωσης τόν αγώνα που κατέβαλε στό αποστολικό του έργο, ώστε να μεταδώσει κάτω από ποικίλες αντιξοότητες και ανυπέρβλητες δυσκολίες τήν πίστη στόν Χριστό και τό Ευαγγέλιό του. Ενώ δεχόταν αυτός και οι συνεργάτες του πιέσεις που τούς προκαλούσαν θλίψη, ήταν πράγματι «θλιβόμενοι», όμως, παρά ταύτα οι θλίψεις αυτές δεν τούς κατέβαλαν, δεν τους οδηγούσαν σε αδυναμία και αδιέξοδα, «ου στενοχωρούμενοι».  Ενώ υφίσταντο διωγμούς για τήν ομολογία τής πίστεως, ήταν «διωκόμενοι», ο Θεός βρισκόταν μαζί τους και δεν τούς εγκατέλειπε, «ουκ εγκαταλειπόμενοι». Κι ενώ από τις αντιδράσεις τών ειδωλολατρών, τών απίστων και ασεβών ανθρώπων, έφθαναν στό σημείο να νιώθουν πεσμένοι, χαμένοι δηλ. «καταβαλλόμενοι», όμως η δύναμη τού Θεού τούς ξαναζωντάνευε, ένιωθαν «ουκ απολλύμενοι».
                Από τις παραπάνω διαπιστώσεις φαίνεται καθαρά «η υπερβολή τής δυνάμεως τού Θεού», που παρεμβαίνει και ενισχύει τούς αποστόλους στό έργο τους ώστε να μην αποκάμουν, να μην απογοητευθούν, να μην καμφθούν από τις δυσκολίες. Μεταστρέφει τήν αδυναμία σε δύναμη, το εμπόδιο σε ασφαλή διέξοδο, τήν ανθρώπινη εγκατάλειψη σε θεία συμπαράσταση. Και τούς φωτίζει και τούς ενισχύει ώστε να φέρουν σε πέρας τήν διακονία τους.

                Μέσα στό φώς τής πίστεως εμπεριέχεται τόσο η δύναμη τού σταυρού όσο και η δύναμη τής αναστάσεως. Ο σταυρός είναι τό αήττητο τρόπαιο κατά τής αμαρτίας και τού διαβόλου, η δε Ανάσταση είναι ο θρίαμβος κατά τής φθοράς και τού θανάτου. Και στα δύο γεγονότα μοναδικός πρωταγωνιστής είναι ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός.
                Όποιος χάριν τής πίστεως στόν Υιό τού Θεού υπομένει δοκιμασίες, εκείνος συμμετέχεις τόν σταυρικό του θάνατο, διότι συσταυρώνεται μαζί του, νεκρώνεται μέσα του τό φρόνημα τού κόσμου και τής αμαρτίας. ΓΙ αυτό και ο Απόστολος λέει ότι «διαρκώς υποφέρουμε σωματικά γιατί συμμετέχουμε στόν θάνατο τού Ιησού». Αυτή η συμμετοχή δίνει τήν δυνατότητα να συμμετάσχει ο πιστός και στήν Ανάσταση τού Κυρίου. Διότι μετά τήν σταυρική θυσία ακολούθησε η δόξα τής Αναστάσεως. Όποιος δηλ. έζησε τήν χάρη τού σταυρού, εκείνος θα ζήσει και τήν χάρη τής Αναστάσεως.
                Το σταύρωμα δεν είναι αδυναμία, αλλά ομολογία πίστεως και άντληση ανεξάντλητης θείας δυνάμεως. Διότι η δύναμη τής θεότητας τού Ιησού φάνηκε αφενός μεν στόν σταυρό που άντεξε και ξέπλυνε τις αμαρτίες τών ανθρώπων, αφετέρου δεν στήν Ανάσταση όταν ο άδης δεν άντεξε τήν παρουσία τής θεότητας. Νικήθηκε από τήν ζωή τών ανθρώπων, τόν Χριστό, ο Οποίος καταπάτησε τόν θάνατο και δώρισε ζωή αιώνια στούς ανθρώπους. Για τόν λόγο αυτό και ο απ. Παύλος γράφει: «Εκθέτουμε συνεχώς τόν εαυτό μας στόν θάνατο για χάρη τού Ιησού, ώστε να φανερωθεί και η ζωή τού Ιησού στό θνητό μας σώμα».

                Ζούμε σε μια εποχή που καλλιεργείται μονομερώς η αυτοπεποίθηση τού ανθρώπου, χωρίς τήν συνδρομή τού Θεού. Όμως στήν πορεία τής ζωής ο άνθρωπος βλέπει ότι  για όσα ήταν βέβαιος πριν, δεν είναι σίγουρος τώρα. Τα γεγονότα τόν διαψεύδουν. Τα γεγονότα τόν διαψεύδουν. Απροσδόκητες δυσκολίες, ανυπέρβλητες αποτυχίες, ασθένειες, ή θάνατοι. Τέτοιες εμπειρίες διδάσκουν ότι ο άνθρωπος δεν είναι «υπεράνθρωπος», είναι δημιούργημα και όχι Θεός. Επομένως, έχει ανάγκη από τήν θεία βοήθεια για να ξεπεράσει δυσκολίες που έρχονται απροσδόκητα στήν ζωή, αλλά και να αντέξει τήν ματαιότητα τών ανθρώπινων προσπαθειών χωρίς να χάσει τήν ελπίδα του στό μέλλον.
                Ποιος άραγε μπορεί να τού διατηρήσει τέτοια ελπίδα, ποιος θα τού εξασφαλίσει σιγουριά στο μέλλον; Ερώτημα αναπάντητο εκεί που δεν φωτίζει η πίστη, εκεί που υπάρχει άγνοια τής δυνάμεως τού Θεού. Η Εκκλησία που τόσο αμφισβητείται από πολλούς, παραδόξως γι αυτούς έχει τήν απάντηση μέσα της. Και η απάντηση βρίσκεται στά λόγια τού Αποστόλου: «Επίστευσα διό και ελάλησα», επειδή δηλαδή πίστεψα, έχω το θάρρος και να μιλάω, να ελπίζω, να ζω τήν αλήθεια τού Θεού, να προσδοκώ ότι  «ο Ιησούς που αναστήθηκε θα μας αναστήσει και μάς».

Αρχιμ. Χ.Ν. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: