Τολμῶμεν καὶ δρῶμεν!
Σοφία Μπεκρῆ, φιλόλογος-θεολόγος
«Τίνα ζητεῖτε;» Τὸ ἐρώτημα αὐτὸ ἀπηύθυνε ὁ ἄγγελος στὶς μαθήτριες τοῦ Κυρίου, ποὺ τόλμησαν νὰ προσέλθουν «λίαν πρωΐ» στὸν τάφο τοῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ τοῦ προσφέρουν τὶς «ἁρμόδιες» τιμές. Τὴν ἴδια ἐρώτηση, «τίνα ζητεῖς», θὰ ἔκανε καὶ ὁ Πιλᾶτος στὸν Ἰωσὴφ ἀπὸ Ἀριμαθαίας, ποὺ «τολμήσας εἰσῆλθε» καὶ «ᾐτήσατο τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ». Τὸ κοινὸ χαρακτηριστικὸ τῶν Μυροφόρων, ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν, ἦταν ἡ τόλμη μὲ τὴν ὁποία προσέρχονται οἱ μὲν γυναῖκες στὸν τάφο, ὁ δὲ Ἰωσὴφ στὸν Πιλᾶτο καὶ κοινὴ ἀφετηρία τῆς τόλμης των, ποὺ τοὺς ὤθησε νὰ βγοῦν ἀπὸ τὴν ἀδράνεια καὶ νὰ ἐνεργήσουν ἀποφασιστικὰ παρὰ τὸ ἐχθρικὸ ἐξωτερικὸ κλίμα, ἦταν ἡ ἀγάπη γιὰ τὸν σταυρωθέντα καὶ ταφέντα διδάσκαλό των.
Ἔτσι οἱ μὲν μαθήτριες ἔσπευσαν «ὄρθρου βαθέος» νὰ «προϋπαντήσουν» τὸν «πρὸ ἡλίου δύναντα» Ἥλιον τῆς δικαιοσύνης, παρακάμπτοντας τοὺς ἐξωτερικοὺς κινδύνους «διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων» ἀλλὰ καὶ ξεπερνῶντας τὴν ἴδια τὴν γυναικεία των φύση, μιὰ καὶ δὲν μποροῦσαν νὰ ἀποκυλίσουν μόνες τὸν λίθο ἀπὸ τὸν τάφο, ὁ δὲ Ἰωσὴφ καὶ ὁ Νικόδημος, οἱ μέχρι τότε κρυφοὶ μαθητὲς τοῦ Κυρίου «διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων» ἐπίσης, τόλμησαν καὶ ἀποκαλύφθηκαν καὶ ζήτησαν θαρρετὰ νὰ προσφέρουν τὶς καθιερωμένες τιμὲς γιὰ τὸν θανόντα διδάσκαλό των.
Ἐὰν ἡ ἀγάπη τῶν Μυροφόρων δὲν ἦταν τόσο μεγάλη καὶ δυνατή, ὥστε νὰ τοὺς ὠθήσῃ νὰ ξεπεράσουν τοὺς μέχρι τότε φόβους καὶ τὶς ἀναστολές των, θὰ προέβαιναν ἄραγε σὲ αὐτὲς τὶς ἐνέργειες ποὺ τοὺς ἐξέθεταν ἀνεπανόρθωτα; Θὰ ξεκινοῦσαν οἱ μαθήτριες γιὰ τὸν τάφο, χωρὶς κἄν νὰ γνωρίζουν ἐὰν μποροῦν νὰ φέρουν σὲ πέρας τὴν οὕτως ἤ ἄλλως ἐπικίνδυνη ἀποστολή των; Ἀπὸ τὴν ἄλλη θὰ διακινδύνευαν οἱ μεγαλοσχήμονες Ἰωσὴφ καὶ Νικόδημος νὰ χάσουν τὰ ἀξιώματά των, ἐὰν ἡ ἀγάπη γιὰ τὸν Κύριό των δὲν ἦταν μεγαλύτερη ἀπὸ τὸν φόβο των, ἐὰν ὁ πόθος καὶ ἡ ἐπιθυμία των νὰ προσφέρουν τὰ ἁρμόζοντα δὲν τοὺς ἔφλεγε περισσότερο ἀπ’ ὅ τι τοὺς ἔλυνε τὰ μέλη των ὁ φόβος γιὰ τὴν ἀποκάλυψή των;
Ἀσφαλῶς τίποτε ἀπ’ ὅλα αὐτὰ δὲν θὰ ἔκαναν, ἐὰν δὲν τοὺς κινοῦσε σὲ δράση ἡ τόλμη, ποὺ μὲ τὴν σειρά της τροφοδοτοῦταν ἀπὸ τὴν ἀγάπη. Θὰ ἔμεναν καὶ αὐτοὶ κλεισμένοι καὶ ἀδρανεῖς στὸ ὑπερῶον τῆς Ἰερουσαλήμ, ὅπου ἦταν συγκεντρωμένοι καὶ οἱ ἄλλοι, οἱ «φανεροί» μαθητές, ἐξ αἰτίας τοῦ φόβου τῶν Ἰουδαίων. Βεβαίως καὶ αὐτοί, οἱ φοβισμένοι, ἀγαποῦσαν τὸν Κύριο. Ὅμως ἡ θλίψη καὶ ἡ ἀπογοήτευσή των ἀπὸ τὸν θάνατό Του ἦταν τόσο μεγάλη, ὥστε τοὺς εἶχαν καταβάλει ὁλοκληρωτικὰ καὶ εἶχαν λησμονήσει ὅλες τὶς ἐπαγγελίες τοῦ Κυρίου περὶ τῆς ἀναστάσεώς Του.
Φανταστεῖτε πράγματι πόσο μεγάλη πρέπει νὰ ἦταν ἡ ἀπελπισία των, ὥστε νὰ συνεχίζουν νὰ ἀθυμοῦν καὶ νὰ ἀπιστοῦν, παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι ἀντίκρυσαν τὸ κενοτάφιο μὲ τὰ μάτια των καὶ πληροφορήθηκαν «ἀπὸ πρῶτο χέρι», ἀπὸ τὶς μαθήτριες καὶ τοὺς ἄλλους μαθητές, γιὰ τὴν ἔγερση τοῦ Χριστοῦ (Μάρκ., ιστ’9-13)!
Χρειάζεται ἀλήθεια πολὺ μεγάλη τόλμη καὶ ξεπέρασμα τῆς λογικῆς, γιὰ νὰ πιστέψῃ κανεὶς καὶ τότε καὶ τώρα ὅτι «ἠγέρθη ὁ Κύριος». Χρειάζεται ἐπίσης νὰ καθαρίσῃ τὸν ἐσωτερικὸ καθρέπτη, τῆς ψυχῆς, ποὺ θὰ τὸν βοηθήσῃ νὰ ἀντικρύσῃ «μὲ ἄλλα μάτια» τὸν ἀναστάντα Κύριο καὶ Σωτήρα μας. Ὁ Κύριος πάντως κάμπτεται τελικὰ στὴν ἐπιμονὴ καὶ ἀνταποκρίνεται στὴν ζήτηση αὐτῶν ποὺ τολμοῦν καὶ ἐπιμένουν.
Γι’ αὐτὸ ἀποκαλύπτεται στὴν Μαρία τὴν Μαγδαληνή, ποὺ παραμένει στὸν τάφο «κλαίουσα» καὶ ζητεῖ νὰ εὕρῃ τὸν Κύριό Της, ἐνῶ οἱ ἄλλοι μαθητὲς «ἦλθον, εἶδον» «καὶ ἀπῆλθον πάλιν πρὸς ἑαυτούς» (Ἰωάν., κ’10-18). Ὁ Ρωμανὸς μελωδὸς στὸ ὑπέροχο κοντάκιό του «Εἰς τὴν ἁγίαν καὶ μεγάλην Κυριακὴν τοῦ Πάσχα» γράφει χαρακτηριστικὰ ὅτι «ὁ τὰ πάντα βλέπων Κύριος ἰδὼν τὴν Μαγδαληνὴν Μαρίαν νενικημένην τῷ κλαυθμῷ καὶ ἠττημένην τῷ πόθω ἐσπλαγχνίσθη τότε και ὤφθη τῇ κόρῃ». Ὁ πόθος δηλαδὴ γιὰ τὸν ἀγαπημένο της Κύριο, ποὺ νίκησε τὴν Μαρία, κατὰ τὸν μελωδό, «νίκησε» καὶ τὸν Κύριο, ὥστε νὰ τὴν σπλαγχνισθῆ καὶ νὰ τῆς φανερωθῆ, καμπτόμενος ἀπὸ τὴν μεγάλη της ἐπιθυμία.
Μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ἐκάμφθη καὶ ὁ Πιλάτος στὸ αἴτημα τοῦ Ἰωσὴφ καὶ «ἐδωρήσατο» σ’ αὐτὸν τὸ σῶμα Του, ἀπορώντας μάλιστα ποὺ ὁ Κύριος εἶχε ἤδη πεθάνει, διότι δὲν γνώριζε ἀσφαλῶς, ὁ μέγας καὶ τρανὸς Πιλάτος, ὅτι δὲν ἀποφασίζει ὁ θάνατος πότε θὰ τὸν πάρει κοντά του ἀλλὰ ὅτι ὁ Κύριος ἐξουσιάζει τὸν θάνατο καὶ παραδίδει τὸ πνεῦμα Του οἰκειοθελῶς, ἀφοῦ πρῶτα πῆ τὸ «τετέλεσται» («ὁλοκληρώθηκε ἡ ἀποστολή μου») καὶ κλίνῃ τὴν κεφαλή Του ((Ἰωάν., ιθ’ 30).
Ἑπομένως, οἱ Μυροφόροι καὶ οἱ Μυροφόρες τοῦ Κυρίου, ποὺ τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία μας τὴν τρίτη Κυριακὴ μετὰ ἀπὸ τὴν Ἀνάσταση, ἔχουν νὰ μᾶς διδάξουν μεταξὺ ἄλλων ἕνα πολὺ καλὸ μάθημα γιὰ τὸ πῶς θὰ ἀντιμετωπίζωμε ἐμεῖς, οἱ σημερινοὶ ἄνθρωποι καὶ μάλιστα οἱ λεγόμενοι μαθητές Του, τοὺς δικούς μας φόβους. Μὲ ποιά πλευρὰ θὰ θελώσωμε νὰ βρεθοῦμε; Μὲ ἐκείνους τοὺς μαθητὲς ποὺ παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι ἀντίκρυσαν τὸ κενὸ μνημεῖο «ἰδίοις ὄμμασι» καὶ πληροφορήθηκαν ἀπὸ ἔγκυρες πηγὲς γιὰ τὴν ἔγερσή Του, ἐν τούτοις ἐπέμεναν στὴν ἀπιστία των καὶ συνέχισαν νὰ ζοῦν στὴν θλίψη καὶ στὴν ἀπραξία «διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων»; Ἤ θὰ τολμήσωμε νὰ κάνωμε θαρρετὰ ἐμεῖς τὸ πρῶτο βῆμα πρὸς «συνάντηση» τοῦ Κυρίου μας, παραβλέποντες τὶς ἀντικειμενικὲς καὶ δύσκολες ἐξωτερικὲς συνθῆκες, βαδίζοντες καὶ ἐμεῖς ἐνάντια στὴν δική μας ἀδύναμη ἀνθρώπινη φύση καὶ ξεπερνῶντας τοὺς φυσικούς μας φόβους;
Ἐὰν ἐπιλέξωμε τὴν δεύτερη ὁδό, αὐτὴν ποὺ ἐπέλεξαν καὶ οἱ τολμηροὶ Μυροφόροι καὶ οἱ θαρραλέες Μυροφόρες, τότε θὰ ἔχωμε διπλῆ ἐπιτυχία. Καὶ τὴν ἀδράνειά μας θὰ ξεπεράσωμε καὶ τὸν Κύριό μας θὰ συναντήσωμε, διότι ὁ Κύριος ἀποκαλύπτεται σὲ ὅποιον ἐπιμόνως τὸν ζητᾶ, μᾶς προτρέπει μάλιστα νὰ τὸ πράττωμε συνεχῶς καὶ ἀδιαλείπτως: «Ζητεῖτε καὶ εὑρήσετε, αἰτεῖτε καὶ δοθήσεται (Ματθ. ζ’ 7).
Φανταστῆτε ὅτι καὶ ἐμεῖς οἱ ἴδιοι θὰ νοιώσουμε ἔκπληξη μὲ τὸ κατόρθωμά μας ἀλλὰ καὶ ἀπίστευτη χαρά, ἐὰν ὁ πόθος μας γιὰ τὸν ἀγαπημένο μας Χριστὸ εἶναι τόσο μεγάλος, ὥστε νὰ ξεπερνάῃ τὸν φόβο τῶν Ἰουδαίων τοῦ κόσμου τούτου καὶ νὰ παραμερίζῃ ὅλους τοὺς ἄλλους φόβους.
Τολμῶμεν λοιπόν καὶ δρῶμεν, ὥστε ὄχι μόνον νὰ ἐξέλθωμε οἱ ἴδιοι ἀπὸ τὴν ἀδράνειά μας ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ ἐργαστοῦμε καὶ νὰ συνεργαστοῦμε καὶ μὲ ἄλλους τολμηροὺς καὶ ὁ Θεὸς τῆς ἀγάπης θὰ αὐξάνῃ τὴν τόλμη πρὸς τὸ ἀγαθὸ καὶ θὰ ἐνισχύῃ κάθε ἀγαθοεργὸ δράση πρὸς δόξα δική Του καὶ ἀφύπνιση καὶ σωτηρία πάντων τῶν ἀνθρώπων! Γένοιτο!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου