Σάββατο 4 Ιουνίου 2016

Πνευματική Κίνηση και Επιστήμες πριν την Άλωση του Βυζαντίου

3-12
Γράφει η Δήμητρα Ρετσινά-Φωτεινίδου
φιλόλογος – Μ.Α. Πολιτικής Φιλοσοφίας Α.Π.Θ.
Πριν την Άλωση από τους Οθωμανούς το 1453 η Βυζαντινή Αυτοκρατορία και οι κάτοικοί της γνώρισαν το καταστροφικό έργο της Αλωσης από τους Σταυροφόρους της Τέταρτης Σταυροφορίας το 1204. Το κράτος τότε τεμαχίστηκε σε μια σειρά από λατινικά και ελληνικά κρατίδια. Ένα από αυτά, η Ελληνική Αυτοκρατορία της Νίκαιας, έγινε το κέντρο γύρω από το οποίο οργανώθηκε η ύστερη πολιτική ενοποίηση των Ελλήνων, με πρωτεύουσα την Νίκαια της Βιθυνίας, ως την ανακατάληψη της Κωνσταντινούπολης το 1261.
Κατά τη δυναστεία των Παλαιολόγων το Βυζαντινό Κράτος πέρασε μια μακρά κρίσιμη περίοδο: Οι Βενετοί και οι Γενοβέζοι την εκμεταλλεύονται, οι Βούλγαροι, οι Σέρβοι και οι Τούρκοι την διαμελίζουν, οι πολιτικές επαναστάσεις και οι θρησκευτικές διαμάχες την κλονίζουν. Ωστόσο, σε αυτή τη δύσκολη οικονομική και πολιτική περίοδο συντελείται μια σημαντική δημιουργική και πολιτιστική δραστηριότητα. Η Νίκαια, η Κωνσταντινούπολη, η Θεσσαλονίκη, η Τραπεζούντα, ο Μυστράς είναι οι κυριότερες εστίες του πνευματικού κινήματος.
Ο αυτοκράτορας Ιωάννης Βατάτζης (1225 – 1254) ιδρύει στη Νίκαια Σχολή Φιλοσοφίας με επικεφαλής τον Εξαπτέρυγο και στη συνέχεια τον Νικηφόρο Βλεμμύδη. Ενδιαφέρεται για την εκπαίδευση και αναγκάζει τους άρχοντες των πόλεων να φροντίζουν για την αμοιβή των καθηγητών της ρητορικής, ιατρικής και μαθηματικών. Ο Βατάτζης ίδρυσε βιβλιοθήκες στις μεγάλες πόλεις και για να τις πλουτίσει έστειλε τον Βλεμμύδη στη Θράκη, στην Μακεδονία, στον Άθω, στη Θεσσαλία με σκοπό να αγοράσει πολύτιμα χειρόγραφα.
Το Πανεπιστήμιο Κωνσταντινούπολης ξαναλειτούργησε από το 1261 ως το 1453 με καθηγητές φιλολογίας, φυσικών επιστημών, ιατρικής κ.ά. Ο Βυζαντινός Ανθρωπισμός πιστεύει στην αναβίωση του αρχαίου κλασικού πολιτισμού και των επιστημών και καλλιέργησε το έδαφος για την Ιταλική και Ευρωπαϊκή Αναγέννηση. Η ιατρική προσελκύει ιδιαίτερα το ενδιαφέρον όλων των επιστημόνων. Η αστρονομία και τα μαθηματικά ερευνώνται και διδάσκονται στην Ακαδημία Τραπεζούντας.
Η μελέτη των κλασικών οδηγεί στην ενίσχυση της ελληνικής εθνικής συνείδησης των Βυζαντινών. Γράφει ο Γεώργιος Γεμιστός Πλήθων στον αυτοκράτορα Μανουήλ Β΄ «Εσμέν Έλληνες το γένος, ως η τε φωνή και η πάτριος παιδεία μαρτυρεί». Ο Ιωάννης Αργυρόπουλος εξορκίζει τον τελευταίο αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Δραγάτση Παλαιολόγο να πάρει τον τίτλο του βασιλιά των Ελλήνων: «Και ο τίτλος μόνο θα αρκούσε να εξασφαλίσει τη σωτηρία των ελεύθερων Ελλήνων και την απελευθέρωση των υπόδουλων αδελφών τους».
Οι προσπάθειες των Παλαιολόγων για την Ένωση της Ανατολικής και Λατινικής Εκκλησίας προκάλεσαν τον σχηματισμό δύο παρατάξεων, τους Ενωτικούς και Ανθενωτικούς. Εριδες προήλθαν και από το ζήτημα του Ησυχασμού. Οι οπαδοί του Γρηγορίου Παλαμά επικαλούνταν την παράδοση της ορθοδοξίας και τη μοναστική πνευματικότητα, ενώ οι αντίπαλοί τους, Βαρλαάμ ο Καλαβρός και Κυδώνης συμμερίζονταν τη νοησιαρχία του Θωμά Ακινάτη. Πριν και μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης το 1453 οι Βυζαντινοί λόγιοι, όπως ο Βησσαρίων Τραπεζούντιος, ο Γεώργιος Γεμιστός Πλήθων, ο Κωνσταντίνος Λάσκαρις κ.ά. οργάνωσαν και δίδαξαν σε Ακαδημίες και Πανεπιστήμια της Ιταλίας.
Ο Νικηφόρος Βλεμμύδης είναι ένας από τους επιφανέστερους εκπροσώπους της πνευματικής κίνησης του 13ου αιώνα. Μεταξύ των πολυάριθμων μαθητών του συγκαταλέγονται ο Γεώργιος Ακροπολίτης και ο κατοπινός αυτοκράτορας της Νίκαιας Θεόδωρος Λάσκαρις. Ο Βλεμμύδης, επηρεασμένος και από τον Μιχαήλ Ψελλό, έγραψε δύο επιτομές έργων του Αριστοτέλη, τη Λογική και τη Φυσική, που έγιναν τα χρήσιμα εκπαιδευτικά βιβλία σε Ανατολή και Δύση. Ασχολήθηκε με το παιδαγωγικό έργο και ιδιαίτερα με τη μόρφωση της ανώτερης πολιτικής τάξης. Ο ιδανικός βασιλιάς (πολιτικός θα λέγαμε σήμερα) είναι κοινωνός της επιστήμης και της τέχνης, υπερασπιστής της αλήθειας και αυτοκυρίαρχος.
Η φωτισμένη δεσποτεία βρίσκει τους εκφραστές της στα πρόσωπα του Ιωάννη Βατάτζη και του γιού του Θεόδωρου, Β’ Λάσκαρι, αυτοκράτορα Νίκαιας. Δάσκαλός τους είναι ο λόγιος, ιστορικός και θεολόγος Γεώργιος Ακροπολίτης. Ο Θεόδωρος παρομοιάζεται με τον μεγάλο σύγχρονό του Φρειδερίκο Β’. Εκτός από πολιτικός ήταν και ερευνητής και φιλόσοφος. Επηρεασμένος από τους Στωικούς υποστήριζε ότι υπάρχουν δύο τρόποι κοινωνίας των όντων: Ο ένας «κατά φύσιν», κοινός σε όλα, και ο άλλος «κατά κράσιν», που πρόκειται για μια ένωση σχετική των στοιχείων που κοινωνούν μεταξύ τους και διατηρούν την ατομικότητά τους. Για την παιδεία έλεγε ότι είναι για τον άνθρωπο ό,τι η μορφή για την ύλη. Η καλλιεργημένη φύση είναι μια πληροφορημένη φύση που βοηθά τον άνθρωπο σε όλα.
Στον 13ο αιώνα ανήκουν ακόμη οι δύο μεγαλύτεροι εκπρόσωποι της Παλαιολόγειας φιλολογικής αναγέννησης ο Γεώργιος Παχυμέρης και ο Μάξιμος Πλανούδης. Ασχολήθηκαν και οι δύο με τα μαθηματικά σχολιάζοντας το έργο του Έλληνα μαθηματικού Διόφαντου. Σύμφωνα με τον καθηγητή του Α.Π.Θ. Β. Τατάκη, ο Πλανούδης εισήγαγε νέα συστήματα και μεθόδους και δανείστηκε το 0 (μηδέν) από τους Ινδούς. Επίσης έγραψε μια πραγματεία με τίτλο «Ψηφοφορία η κατ’ Ινδούς».
Από τον γιατρό και αστρονόμο Γεώργιο Χρυσοκόκκη μαθαίνουμε ότι, κατά τον 14ο αιώνα επι Αλεξίου Β’ Κομνηνού, στην Τραπεζούντα διδάσκονται τα μαθηματικά και η αστρονομία. Από παντού συρρέουν οι φιλομαθείς νέοι για σπουδάσουν επιστήμες κοντά στον Γρηγόριο Χιονιάδη, στον ιερέα Μανουήλ και στον Κωνσταντίνο Λουκίτη. Ο Χιονιάδης είχε επαφές με τον Αλέξιο Β’, ο οποίος τον έστειλε στην Περσία για να μεταφυτεύσει το αστρονομικό σύστημα από εκεί στην Τραπεζούντα. Το σύστημα αυτό ονομάζεται «Σύνταξις» των Περσών. Ο Αρμένιος αστρονόμος και μαθηματικός Ανανιάν Σιρακηνός έγραφε ότι πήγε από την χρυσή Κωνσταντινούπολη στην Τραπεζούντα μαζί με άλλους νέους για να σπουδάσουν επί οκτώ χρόνια με δάσκαλο τον Μακεδόνα Πρωτονοτάριο Λουκίτη, σύγχρονο του Νικηφόρου Γρηγορά, στη Σχολή της Μονής Αγίου Ευγενίου και στη συνέχεια στη Μονή Αγίας Σοφίας Τραπεζούντας. Από τις …έδρες των Σχολών διαπιστώνουμε πόσο ο κλήρος και ο ορθόδοξος μοναχισμός ευνοούσαν τη μόρφωση, την έρευνα και τις επιστήμες. Το έργο- χειρόγραφο «Τραπεζουντιακό Ωροσκοπειον» βρίσκεται σήμερα στη βιβλιοθήκη του Μονάχου.
Τόσο πολύ εμπνέει ο φυσικός χώρος των μοναστηριών, ο «περί τας ελαιών λόχμας ωσεί ελαίαι και ούτοι κατάκαρποι εν τοις οίκοις του Θεού» και στον Ίριν ποταμόν όπου μόνασαν οι Μέγας Βασίλειος και Γρηγόριος Θεολόγος και έγραψαν τους κανόνες του μοναχικού βίου, ώστε ο πολύς Fallemerayer, γοητευμένος από το υποβλητικό τοπίο των κοιλάδων Πυξίτου και Παναγίας Σουμελά, να γράψει: «μιας ώρας διατριβή εν τη γαλήνη του Κολχικού δάσους αίρει την ψυχήν υψηλότερον και λαλεί εις την καρδίαν ευγλωττότερον ή εκατόν ευσεβείς και πληκτικαί κατηχήσεις και κηρύγματα εν τη Δύσει».
Σημαντικός λόγιος ανθρωπιστής των τελευταίων ετών του Βυζαντίου ήταν ο Θεσσαλονικεύς Θεόδωρος Γαζής. Μετά την κατάληψη της Θεσσαλονίκης από τους Τούρκους το 1430 ο Γαζής κατέφυγε στην Ιταλία. Μετέφρασε πολλά σπουδαία ελληνικά έργα στα λατινικά. Επηρεασμένος από τον Βλεμμύδη επιχειρεί τη σύνθεση νομιναλισμού και ρεαλισμού, προσπάθεια που θα εμπνεύσει και τον Βησσαρίωνα. Ο νομιναλισμός είναι κατάλληλος όταν χρειάζεται να εξηγηθεί η κίνηση της ανθρώπινης σκέψης στην πορεία της από το αισθητό στο αναλλοίωτο, ενώ ο ρεαλισμός ισχύει για τον νοητό κόσμο. Το έργο «Περί Εκουσίου» του Θ. Γαζή έδωσε την ευκαιρία στον σπουδαίο Βησσαρίωνα (1403 – 1472) να συνθέσει την εποχή αυτή το έργο του «De Natura et Arte». Όπως κατόρθωσε να αφομοιώσει μέσα του την Ανατολική και Δυτική κουλτούρα (Graecorum latinissimus et Latinorum graecissimus) , έτσι πέτυχε και μια σύνθεση του πλατωνικού και αριστοτελικού συστήματος. Στη μαχητική κριτική αντέταξε μια κριτική που απέβλεπε στη συνδιαλλαγή. Δήλωνε: «Τιμώ τον Αριστοτέλη και αγαπώ τον Πλάτωνα».
Η ιστοριογραφία επίσης αναπτύχθηκε στους τελευταίους Βυζαντινούς αιώνες, με κύριους εκπροσώπους τον Θεωνά, τον Μιχαήλ Πανάρετο, τον Ανδρέα Λιβαδηνό και τον Μ. Λογοθέτη παιδαγωγό («Ηθικός ή Περί Παιδείας» λόγος) και ανακαινιστή της Μονής της Χώρας Θεόδωρο Μετοχίτη.

Δεν υπάρχουν σχόλια: