Ήταν δύο παιδικοί φίλοι κάποτε στο Μεξικό που γεννήθηκαν την ίδια χρονιά και μεγάλωσαν μαζί σε μια φτωχογειτονιά του Ακαπούλκο, ο Ενρίκε και ο Χούλιο.
Τα παιδιά έπαιζαν χρόνια μαζί και ήταν σαν αδέρφια. Όλα τα έκαναν μαζί και όλοι χαίρονταν με τη δυνατή φιλία που ένωνε τα δύο παιδιά. Παιχνίδια ατελείωτα στα χωράφια και στις γειτονιές, παιχνίδια στα σπίτια τους, το λίγο ξερό ψωμί το μοιράζονταν μεταξύ τους.
Ό,τι έκαναν το έκαναν παρέα. Ώσπου ήρθε ο καιρός να πάνε σχολείο...
Εκεί λοιπόν άρχισε να αχνοφαίνεται μια διαφορετικότητα μεταξύ τους, στην αρχή ανεπαίσθητη αλλά στην πορεία της σχολικής ζωής έγινε εντελώς ορατή από το δάσκαλό τους, τον κ. Σέζαρ.
Ο Ενρίκε ήταν όλο ζωή στην τάξη και ρωτούσε συνεχώς ερωτήσεις!
Ρωτούσε για τα πάντα και εξέφραζε συνεχώς τις απορίες του στον κ. Σέζαρ.
Ο δάσκαλος απαντούσε σε όλα τα ερωτήματα που βασάνιζαν τον Ενρίκε και χαίρονταν με τη συνεχή βελτίωσή του. Όμως ο Χούλιο ήταν διαφορετικός, ήταν ήσυχος, δε ρωτούσε τίποτα. Παρόλο που και τα δύο παιδιά πήγαν για πρώτη φορά στο σχολείο και όλα ήταν άγνωστα γι’ αυτούς, ο Χούλιο δεν ήθελε να ρωτάει, δεν ήθελε να μιλάει, φαίνονταν ότι δεν ενδιαφέρονταν να μάθει ή ότι κάτι τον απασχολούσε.
Ο δάσκαλος παρακολουθούσε όλη την τάξη και φυσικά παρατηρούσε και τα δύο παιδιά. Με τα χρόνια, και καθώς πλησίαζαν στην ολοκλήρωση του Δημοτικού, ο Ενρίκε είχε μάθει πολλά περισσότερα σε σχέση με τον Χούλιο, ήταν απείρως καλύτερος μαθητής και αρκετά πιο ώριμος.
Φυσικό ήταν ο κ. Σέζαρ να επικεντρωθεί περισσότερο στη βελτίωση του Ενρίκε και να του βάλει ένα ολοστρόγγυλο ‘’10’’ ενώ ο Χούλιο με το ζόρι πήρε ένα ‘’7’’!
Ήρθε η μέρα λοιπόν που τελείωσε το Δημοτικό και τα παιδιά θα έφευγαν μακριά από τον κ. Σέζαρ.
Η αγνή φιλία όμως των δύο παιδιών ώθησε τον Ενρίκε να πλησιάσει τον δάσκαλό τους και να τον ρωτήσει γιατί ο Χούλιο πήρε ‘’7’’ και γιατί δε βοήθησε ο δάσκαλος τον Χούλιο λίγο περισσότερο ώστε να βελτιωθεί!
Τότε ο κ. Σέζαρ είπε στον Ενρίκε: ‘’Παιδί μου, πολύ σωστά ρωτάς για το φίλο σου και το ίδιο ανησυχούσα κι εγώ όλ’ αυτά τα χρόνια. Προσπάθησα να βοηθήσω το φίλο σου πάρα πολλές φορές αλλά δε με άφησε. Τον ρώτησα κι εγώ τι έχει, τι συνέβαινε, αν τον απασχολούσε κάτι, γιατί δε ρωτούσε τίποτα, και πολλά άλλα. Αλλά ο Χούλιο μια μέρα μου είπε πως δεν ήθελε να ρωτάει τίποτα γιατί δεν ήθελε!’’
‘’Δεν καταλαβαίνω Κύριε, γιατί δεν ήθελε να μάθει;’’ ρώτησε ο Ενρίκε…
‘’Γιατί νόμιζε πως ξέρει αρκετά, ήθελε να μη μάθει κανείς ότι δεν ξέρει, προτιμούσε να μένει άπραγος και να μαθαίνει πλαγίως από τους άλλους’’ είπε ο κ. Σέζαρ…
‘’Κύριε πάλι δεν καταλαβαίνω…’’
‘’Παιδί μου, άκουσέ με λίγο πιο προσεκτικά και θα καταλάβεις’’ λέει ο κ. Σέζαρ. ‘’Οι άνθρωποι που δεν ρωτούν τίποτα έχουν πολύ εγωισμό μέσα τους. Νομίζουν ότι ξέρουν πολλά και δε θέλουν να φαίνονται στους άλλους ότι δεν ξέρουν. Ο φίλος σου ο Χούλιο ένιωσε αμήχανα όταν είδε εσένα να ρωτάς συνέχεια και ζήλεψε από το ενδιαφέρον μου για σένα. Εγώ ως δάσκαλος χαιρόμουν να σου απαντώ γιατί έτσι μαθαίνει ο άνθρωπος, έτσι είναι η φυσιολογική διαδικασία να μάθει κάποιος οτιδήποτε. Κι όταν κάποιος ρωτάει πρέπει να βοηθηθεί, ν’ απαντηθεί, γι’ αυτό κι εγώ ως δάσκαλος χαιρόμουν να βλέπω τη δίψα σου για μάθηση. Εσύ δεν ντρεπόσουν καθόλου γιατί ήθελες πραγματικά να μάθεις, είχες εσωτερική πίεση να μάθεις, καιγόσουν να μάθεις και το έδειξες.
Είναι απόλυτα φυσικό να εκφράζει ευθείες ερωτήσεις κάποιος όταν δεν καταλαβαίνει ή όταν θέλει βοήθεια ή όταν δεν ξέρει κάτι. Αυτό ακριβώς έκανες εσύ παιδί μου όταν ήρθες στο σχολείο. Είναι λογικό να ρωτάει κανείς συνέχεια όταν πάει σε ένα καινούργιο περιβάλλον ή όταν μαθαίνει μια νέα θεωρία ή όταν του συστήσουν κάτι καλύτερο ή διαφορετικό. Ήρθατε στο σχολείο και έπρεπε να ρωτάτε, αυτό ήθελα κι εγώ από όλα τα παιδιά. Έτσι είναι η μάθηση. Αν δεν ρωτήσει ή δεν ζητήσει βοήθεια σημαίνει ότι δεν καταλαβαίνει, δεν είναι η ώρα του και το πιο συνηθισμένο, ότι δεν θέλει να ρωτάει γιατί έχει εγωισμό!’’
‘’Κύριε, αρχίζω να καταλαβαίνω λίγο αλλά πάλι έχω απορίες: δε μπορούσατε εσείς να σπρώξετε λιγάκι το φίλο μου να θελήσει να μάθει;’’
‘’Το έκανα πολλές φορές παιδάκι μου’’, είπε ο δάσκαλος, ‘’έδωσα πολλά ερεθίσματα να ρωτήσει και του κέντρισα την προσοχή με διάφορα δολώματα, δηλαδή του έδωσα σκέψεις και νοήματα μήπως του κεντρίσω το ενδιαφέρον και προχωρήσει σε ερωτήσεις. Δε μπορείς να δώσεις έτοιμη τροφή σε κάποιον που δεν είναι έτοιμος γι’ αυτό. Θα του κάνεις κακό και θα πάει η γνώση χαμένη. Αλλά και ο Χούλιο δεν είχε απορίες. Η ανάγκη του να δείξει ότι ξέρει πολλά υπερνίκησε την επιθυμία του να ρωτήσει για να μάθει και ήταν απόλυτα φυσικό να μη μάθει τίποτα στο τέλος και να πάρει αυτό το 7. Με πόνεσε η καρδιά μου γι’ αυτό το 7 αλλά ήταν απόλυτα σωστό, αυτό του άξιζε πραγματικά! Κάθε άλλος βαθμός θα του έκανε κακό. Αν του έδινα ένα 10άρι όπως εσένα, δε θα το άξιζε και ο Θεός θα έβλεπε την αδικία σε μένα, αν του έδινα ένα 4 ή 5 θα τον έριχνα στην άβυσσο της απογοήτευσης και θα του έκοβα τα φτερά για το μέλλον. Οπότε ένα 7 ίσως τον ξυπνήσει και αρχίσει να σου μοιάζει λίγο…
Πρέπει να ξέρεις παιδάκι μου, τώρα που μεγαλώσατε περισσότερο και θα φύγετε σε άλλο σχολείο, ότι οι άνθρωποι πρέπει να ρωτάνε πάντα, να ρωτάνε για όλα τα θέματα ευθείες ερωτήσεις στον οποιονδήποτε, ειδικά σ’ αυτούς που αποδεδειγμένα γνωρίζουν πολλά σε κάποιο τομέα. Δεν είναι ντροπή να ρωτάς, ακόμη κι αν είναι φίλος σου, ίσος σου, συνομήλικός σου ή ίδιος με σένα σε όλα.
Είναι πονηριά να πετάς στον αέρα έναν γενικό προβληματισμό σου και να περιμένεις να σου απαντήσει ο άλλος από μόνος του ή από φιλότιμο ή από ανθρωπιά γιατί ένιωσε ότι πρέπει να βοηθήσει το φίλο του. Μπορεί να πάρεις απάντηση μια-δυο φορές αλλά θα σε καταλάβουν στο τέλος ότι δεν είσαι ειλικρινής και δε θα σου λένε τίποτα. Πρέπει να ρωτάμε παιδί μου ευθείες ερωτήσεις, άμεσες και συγκεκριμένες, για να μας απαντήσει και ο άλλος με χαρά και να δει ότι τον σεβόμαστε και σεβόμαστε και τη γνώμη του ώστε να μας την δώσει με χαρά.
Ο Χούλιο δηλαδή θα μπορούσε να σε ρωτάει εσένα τα απογεύματα μετά το σχολείο για να μάθει, αν δεν ήθελε εμένα ή ντρεπόταν να με ρωτήσει. Αν πραγματικά ήθελε να μάθε θα ρωτούσε εσένα. Αλλά ντρεπόταν να αποκαλυφθεί και σε έναν ίσο και όμοιό του, κι αυτό είναι μια από τις μεγαλύτερες παγίδες στους ανθρώπους. Στους ομοίους μας δε θέλουμε να δείξουμε άγνοια.
Για να σου εξηγήσω καλύτερα, αν τύχει να κάτσει δίπλα σου ένας ιερέας θα πρέπει να τον ρωτάς νύχτα-μέρα για το Θεό, αν τύχει να βρεθεί δίπλα σου γιατρός τον ρωτάς ευθέως τι να κάνεις σε κάθε αρρώστια. Δεν περιμένεις να σου πει ο γιατρός τις απαντήσεις αν δεν τον ρωτήσεις άμεσα, σταράτα και ειλικρινά. Αν δεν το κάνεις, φυσικό είν’ ο γιατρός να μην σου πει τίποτα, γιατί θεωρεί ο γιατρός ότι είσαι υγιής!
Ο γιατρός, όπως και κάθε άλλος ειδικός στον τομέα του, σπούδασε και ίσως έχυσε ιδρώτα να αποκτήσει τις γνώσεις, γι’ αυτό και δεν τις δίνει εύκολα! Αν δεν δει ο ιερέας, για παράδειγμα, ότι εσύ καίγεσαι να βρεις απαντήσεις για το Θεό, δε θα σου πει τίποτα, γιατί ξέρει καλύτερα από τον καθένα ότι αν δεν ρωτάς δεν υπάρχει ανάγκη. Κι όπως είπαμε, ξέρει ο κάθε ειδικός ότι υπάρχουν και άνθρωποι όπως ο Χούλιο, που δε ρωτούν από εγωισμό!’’
‘’Φανταστικό κ. Σέζαρ’’ φώναξε ο Ενρίκε, ‘’ποτέ δεν το είχα σκεφτεί αυτό’’…
‘’Έτσι είναι παιδάκι μου’’ συνέχισε ο δάσκαλος, ‘’και έτσι ακριβώς λειτουργεί και η φύση και ο Θεός, και τώρα που θα συνεχίσετε σε μεγαλύτερες τάξεις και θα έχετε άλλους δασκάλους, να συνεχίσεις να ρωτάς ό,τι δεν καταλαβαίνεις. Μόνο έτσι θα μάθεις και θα αναγκάσεις τους δασκάλους σου να ασχοληθούν με σένα περισσότερο.
Όσο για το φίλο σου τον Χούλιο θα σου πω το εξής: ο καθένας φτιάχνει τη μοίρα μόνος του σ’ αυτή τη ζωή. Αν ο Χούλιο επιμείνει στον εγωισμό του και συνεχίσει έτσι σε όλη τη ζωή του, στη δουλειά του, στο σπίτι ή οπουδήποτε αλλού, δε θα μάθει ποτέ τίποτα παρά μόνο θα γίνεται μεγαλύτερος εγωιστής. Ειδικά στις δουλειές, πρέπει να ρωτάμε όλοι τους πιο έμπειρους, τους καλύτερους από εμάς και ειδικά αυτούς που έχουν ζήσει περισσότερα στη δουλειά. Να τους γίνουμε κολλιτσίδα. Δεν είναι ντροπή αλλά χαρά γι’ αυτούς και θα μας δώσουν απλόχερα όλη την εμπειρία και γνώση τους, γιατί θα δουν ότι αξίζει να τη δώσεις σε τέτοιους πεινασμένους ανθρώπους.
Γιατί παιδάκι μου, θα πρέπει να θυμάσαι ότι τις περισσότερες φορές η καλύτερη πηγή ζωντανής γνώσης είναι οι άνθρωποι και όχι τα βιβλία! Γιατί ακόμη και τα βιβλία γράφτηκαν από ανθρώπους που έζησαν ή γεύτηκαν πολλά, πέρασαν βάσανα ή επιτυχίες και αποφάσισαν να τα γράψουν σε βιβλία για να δει όλος ο κόσμος την αληθινή και ζωντανή γνώση…’’
‘’Και τώρα τι γίνεται κ. Σέζαρ; Μπορεί ο Χούλιο να κερδίσει πίσω αυτά που έχασε τόσο καιρό που δε ρωτούσε; Θα μπορέσει να καλύψει το κενό αυτό στα 5-6 χρόνια που πήγαμε σχολείο με εσάς;’’
‘’Άκουσε γιε μου, θα σου πω κάτι και βάλτο καλά στο μυαλό σου. Κι αν δεν το καταλάβεις καλά τώρα που είσαι μικρός, γράψτο κάπου να το θυμάσαι και να θυμάσαι κι εμένα που στο είπα. Αυτά τα 5-6 χρόνια που ήμαστε μαζί και με είχατε δάσκαλο, ήταν μοναδικά, δε γυρίζουν πίσω. Όποιος κέρδισε κάτι, όπως εσύ δηλαδή, το κέρδισε μια φορά και προχωράει. Ο χρόνος δε γυρίζει πίσω και τα όμορφα αυτά χρόνια του σχολείου πρέπει το κάθε παιδί να τα εκμεταλλεύεται και να μαθαίνει όσα μπορεί περισσότερα. Το κενό των γνώσεων μπορεί να αναπληρωθεί αλλά θέλει τριπλάσιο κόπο τώρα, γιατί όταν κανείς έχει ένα δάσκαλο δίπλα του η μάθηση είναι ευκολότερη. Ρωτάς και σου απαντάνε. Γι’ αυτό σου είπα πριν ότι είναι πάρα πολύ σημαντικό στη ζωή να κάνουμε ερωτήσεις και μάλιστα σ’ αυτούς που πρέπει. Ύστερα είναι και το άλλο, μια φορά θα έχεις έναν κ. Σέζαρ δίπλα σου να σου εξηγεί και να θέλει να σε βοηθήσει! Αν δεν τον εκμεταλλευτείς όταν μπορείς κι έχεις χρόνο, ίσως ποτέ να μην τον ξαναβρείς ή να μην βρεις ποτέ κάποιον που σε καταλάβαινε τόσο καλά όσο ο κ. Σέζαρ…’’
‘’Κ. Σέζαρ μη με κάνετε να κλάψω. Ήδη με κάνατε να σκεφτώ διαφορετικά. Σας ευχαριστώ πολύ, πάω να βρω το φίλο μου τον Χούλιο να παίξουμε και να του εξηγήσω τι μου είπατε. Μας περιμένει μεγάλο μέλλον και ίσως τώρα με ακούσει
Ό,τι έκαναν το έκαναν παρέα. Ώσπου ήρθε ο καιρός να πάνε σχολείο...
Εκεί λοιπόν άρχισε να αχνοφαίνεται μια διαφορετικότητα μεταξύ τους, στην αρχή ανεπαίσθητη αλλά στην πορεία της σχολικής ζωής έγινε εντελώς ορατή από το δάσκαλό τους, τον κ. Σέζαρ.
Ο Ενρίκε ήταν όλο ζωή στην τάξη και ρωτούσε συνεχώς ερωτήσεις!
Ρωτούσε για τα πάντα και εξέφραζε συνεχώς τις απορίες του στον κ. Σέζαρ.
Ο δάσκαλος απαντούσε σε όλα τα ερωτήματα που βασάνιζαν τον Ενρίκε και χαίρονταν με τη συνεχή βελτίωσή του. Όμως ο Χούλιο ήταν διαφορετικός, ήταν ήσυχος, δε ρωτούσε τίποτα. Παρόλο που και τα δύο παιδιά πήγαν για πρώτη φορά στο σχολείο και όλα ήταν άγνωστα γι’ αυτούς, ο Χούλιο δεν ήθελε να ρωτάει, δεν ήθελε να μιλάει, φαίνονταν ότι δεν ενδιαφέρονταν να μάθει ή ότι κάτι τον απασχολούσε.
Ο δάσκαλος παρακολουθούσε όλη την τάξη και φυσικά παρατηρούσε και τα δύο παιδιά. Με τα χρόνια, και καθώς πλησίαζαν στην ολοκλήρωση του Δημοτικού, ο Ενρίκε είχε μάθει πολλά περισσότερα σε σχέση με τον Χούλιο, ήταν απείρως καλύτερος μαθητής και αρκετά πιο ώριμος.
Φυσικό ήταν ο κ. Σέζαρ να επικεντρωθεί περισσότερο στη βελτίωση του Ενρίκε και να του βάλει ένα ολοστρόγγυλο ‘’10’’ ενώ ο Χούλιο με το ζόρι πήρε ένα ‘’7’’!
Ήρθε η μέρα λοιπόν που τελείωσε το Δημοτικό και τα παιδιά θα έφευγαν μακριά από τον κ. Σέζαρ.
Η αγνή φιλία όμως των δύο παιδιών ώθησε τον Ενρίκε να πλησιάσει τον δάσκαλό τους και να τον ρωτήσει γιατί ο Χούλιο πήρε ‘’7’’ και γιατί δε βοήθησε ο δάσκαλος τον Χούλιο λίγο περισσότερο ώστε να βελτιωθεί!
Τότε ο κ. Σέζαρ είπε στον Ενρίκε: ‘’Παιδί μου, πολύ σωστά ρωτάς για το φίλο σου και το ίδιο ανησυχούσα κι εγώ όλ’ αυτά τα χρόνια. Προσπάθησα να βοηθήσω το φίλο σου πάρα πολλές φορές αλλά δε με άφησε. Τον ρώτησα κι εγώ τι έχει, τι συνέβαινε, αν τον απασχολούσε κάτι, γιατί δε ρωτούσε τίποτα, και πολλά άλλα. Αλλά ο Χούλιο μια μέρα μου είπε πως δεν ήθελε να ρωτάει τίποτα γιατί δεν ήθελε!’’
‘’Δεν καταλαβαίνω Κύριε, γιατί δεν ήθελε να μάθει;’’ ρώτησε ο Ενρίκε…
‘’Γιατί νόμιζε πως ξέρει αρκετά, ήθελε να μη μάθει κανείς ότι δεν ξέρει, προτιμούσε να μένει άπραγος και να μαθαίνει πλαγίως από τους άλλους’’ είπε ο κ. Σέζαρ…
‘’Κύριε πάλι δεν καταλαβαίνω…’’
‘’Παιδί μου, άκουσέ με λίγο πιο προσεκτικά και θα καταλάβεις’’ λέει ο κ. Σέζαρ. ‘’Οι άνθρωποι που δεν ρωτούν τίποτα έχουν πολύ εγωισμό μέσα τους. Νομίζουν ότι ξέρουν πολλά και δε θέλουν να φαίνονται στους άλλους ότι δεν ξέρουν. Ο φίλος σου ο Χούλιο ένιωσε αμήχανα όταν είδε εσένα να ρωτάς συνέχεια και ζήλεψε από το ενδιαφέρον μου για σένα. Εγώ ως δάσκαλος χαιρόμουν να σου απαντώ γιατί έτσι μαθαίνει ο άνθρωπος, έτσι είναι η φυσιολογική διαδικασία να μάθει κάποιος οτιδήποτε. Κι όταν κάποιος ρωτάει πρέπει να βοηθηθεί, ν’ απαντηθεί, γι’ αυτό κι εγώ ως δάσκαλος χαιρόμουν να βλέπω τη δίψα σου για μάθηση. Εσύ δεν ντρεπόσουν καθόλου γιατί ήθελες πραγματικά να μάθεις, είχες εσωτερική πίεση να μάθεις, καιγόσουν να μάθεις και το έδειξες.
Είναι απόλυτα φυσικό να εκφράζει ευθείες ερωτήσεις κάποιος όταν δεν καταλαβαίνει ή όταν θέλει βοήθεια ή όταν δεν ξέρει κάτι. Αυτό ακριβώς έκανες εσύ παιδί μου όταν ήρθες στο σχολείο. Είναι λογικό να ρωτάει κανείς συνέχεια όταν πάει σε ένα καινούργιο περιβάλλον ή όταν μαθαίνει μια νέα θεωρία ή όταν του συστήσουν κάτι καλύτερο ή διαφορετικό. Ήρθατε στο σχολείο και έπρεπε να ρωτάτε, αυτό ήθελα κι εγώ από όλα τα παιδιά. Έτσι είναι η μάθηση. Αν δεν ρωτήσει ή δεν ζητήσει βοήθεια σημαίνει ότι δεν καταλαβαίνει, δεν είναι η ώρα του και το πιο συνηθισμένο, ότι δεν θέλει να ρωτάει γιατί έχει εγωισμό!’’
‘’Κύριε, αρχίζω να καταλαβαίνω λίγο αλλά πάλι έχω απορίες: δε μπορούσατε εσείς να σπρώξετε λιγάκι το φίλο μου να θελήσει να μάθει;’’
‘’Το έκανα πολλές φορές παιδάκι μου’’, είπε ο δάσκαλος, ‘’έδωσα πολλά ερεθίσματα να ρωτήσει και του κέντρισα την προσοχή με διάφορα δολώματα, δηλαδή του έδωσα σκέψεις και νοήματα μήπως του κεντρίσω το ενδιαφέρον και προχωρήσει σε ερωτήσεις. Δε μπορείς να δώσεις έτοιμη τροφή σε κάποιον που δεν είναι έτοιμος γι’ αυτό. Θα του κάνεις κακό και θα πάει η γνώση χαμένη. Αλλά και ο Χούλιο δεν είχε απορίες. Η ανάγκη του να δείξει ότι ξέρει πολλά υπερνίκησε την επιθυμία του να ρωτήσει για να μάθει και ήταν απόλυτα φυσικό να μη μάθει τίποτα στο τέλος και να πάρει αυτό το 7. Με πόνεσε η καρδιά μου γι’ αυτό το 7 αλλά ήταν απόλυτα σωστό, αυτό του άξιζε πραγματικά! Κάθε άλλος βαθμός θα του έκανε κακό. Αν του έδινα ένα 10άρι όπως εσένα, δε θα το άξιζε και ο Θεός θα έβλεπε την αδικία σε μένα, αν του έδινα ένα 4 ή 5 θα τον έριχνα στην άβυσσο της απογοήτευσης και θα του έκοβα τα φτερά για το μέλλον. Οπότε ένα 7 ίσως τον ξυπνήσει και αρχίσει να σου μοιάζει λίγο…
Πρέπει να ξέρεις παιδάκι μου, τώρα που μεγαλώσατε περισσότερο και θα φύγετε σε άλλο σχολείο, ότι οι άνθρωποι πρέπει να ρωτάνε πάντα, να ρωτάνε για όλα τα θέματα ευθείες ερωτήσεις στον οποιονδήποτε, ειδικά σ’ αυτούς που αποδεδειγμένα γνωρίζουν πολλά σε κάποιο τομέα. Δεν είναι ντροπή να ρωτάς, ακόμη κι αν είναι φίλος σου, ίσος σου, συνομήλικός σου ή ίδιος με σένα σε όλα.
Είναι πονηριά να πετάς στον αέρα έναν γενικό προβληματισμό σου και να περιμένεις να σου απαντήσει ο άλλος από μόνος του ή από φιλότιμο ή από ανθρωπιά γιατί ένιωσε ότι πρέπει να βοηθήσει το φίλο του. Μπορεί να πάρεις απάντηση μια-δυο φορές αλλά θα σε καταλάβουν στο τέλος ότι δεν είσαι ειλικρινής και δε θα σου λένε τίποτα. Πρέπει να ρωτάμε παιδί μου ευθείες ερωτήσεις, άμεσες και συγκεκριμένες, για να μας απαντήσει και ο άλλος με χαρά και να δει ότι τον σεβόμαστε και σεβόμαστε και τη γνώμη του ώστε να μας την δώσει με χαρά.
Ο Χούλιο δηλαδή θα μπορούσε να σε ρωτάει εσένα τα απογεύματα μετά το σχολείο για να μάθει, αν δεν ήθελε εμένα ή ντρεπόταν να με ρωτήσει. Αν πραγματικά ήθελε να μάθε θα ρωτούσε εσένα. Αλλά ντρεπόταν να αποκαλυφθεί και σε έναν ίσο και όμοιό του, κι αυτό είναι μια από τις μεγαλύτερες παγίδες στους ανθρώπους. Στους ομοίους μας δε θέλουμε να δείξουμε άγνοια.
Για να σου εξηγήσω καλύτερα, αν τύχει να κάτσει δίπλα σου ένας ιερέας θα πρέπει να τον ρωτάς νύχτα-μέρα για το Θεό, αν τύχει να βρεθεί δίπλα σου γιατρός τον ρωτάς ευθέως τι να κάνεις σε κάθε αρρώστια. Δεν περιμένεις να σου πει ο γιατρός τις απαντήσεις αν δεν τον ρωτήσεις άμεσα, σταράτα και ειλικρινά. Αν δεν το κάνεις, φυσικό είν’ ο γιατρός να μην σου πει τίποτα, γιατί θεωρεί ο γιατρός ότι είσαι υγιής!
Ο γιατρός, όπως και κάθε άλλος ειδικός στον τομέα του, σπούδασε και ίσως έχυσε ιδρώτα να αποκτήσει τις γνώσεις, γι’ αυτό και δεν τις δίνει εύκολα! Αν δεν δει ο ιερέας, για παράδειγμα, ότι εσύ καίγεσαι να βρεις απαντήσεις για το Θεό, δε θα σου πει τίποτα, γιατί ξέρει καλύτερα από τον καθένα ότι αν δεν ρωτάς δεν υπάρχει ανάγκη. Κι όπως είπαμε, ξέρει ο κάθε ειδικός ότι υπάρχουν και άνθρωποι όπως ο Χούλιο, που δε ρωτούν από εγωισμό!’’
‘’Φανταστικό κ. Σέζαρ’’ φώναξε ο Ενρίκε, ‘’ποτέ δεν το είχα σκεφτεί αυτό’’…
‘’Έτσι είναι παιδάκι μου’’ συνέχισε ο δάσκαλος, ‘’και έτσι ακριβώς λειτουργεί και η φύση και ο Θεός, και τώρα που θα συνεχίσετε σε μεγαλύτερες τάξεις και θα έχετε άλλους δασκάλους, να συνεχίσεις να ρωτάς ό,τι δεν καταλαβαίνεις. Μόνο έτσι θα μάθεις και θα αναγκάσεις τους δασκάλους σου να ασχοληθούν με σένα περισσότερο.
Όσο για το φίλο σου τον Χούλιο θα σου πω το εξής: ο καθένας φτιάχνει τη μοίρα μόνος του σ’ αυτή τη ζωή. Αν ο Χούλιο επιμείνει στον εγωισμό του και συνεχίσει έτσι σε όλη τη ζωή του, στη δουλειά του, στο σπίτι ή οπουδήποτε αλλού, δε θα μάθει ποτέ τίποτα παρά μόνο θα γίνεται μεγαλύτερος εγωιστής. Ειδικά στις δουλειές, πρέπει να ρωτάμε όλοι τους πιο έμπειρους, τους καλύτερους από εμάς και ειδικά αυτούς που έχουν ζήσει περισσότερα στη δουλειά. Να τους γίνουμε κολλιτσίδα. Δεν είναι ντροπή αλλά χαρά γι’ αυτούς και θα μας δώσουν απλόχερα όλη την εμπειρία και γνώση τους, γιατί θα δουν ότι αξίζει να τη δώσεις σε τέτοιους πεινασμένους ανθρώπους.
Γιατί παιδάκι μου, θα πρέπει να θυμάσαι ότι τις περισσότερες φορές η καλύτερη πηγή ζωντανής γνώσης είναι οι άνθρωποι και όχι τα βιβλία! Γιατί ακόμη και τα βιβλία γράφτηκαν από ανθρώπους που έζησαν ή γεύτηκαν πολλά, πέρασαν βάσανα ή επιτυχίες και αποφάσισαν να τα γράψουν σε βιβλία για να δει όλος ο κόσμος την αληθινή και ζωντανή γνώση…’’
‘’Και τώρα τι γίνεται κ. Σέζαρ; Μπορεί ο Χούλιο να κερδίσει πίσω αυτά που έχασε τόσο καιρό που δε ρωτούσε; Θα μπορέσει να καλύψει το κενό αυτό στα 5-6 χρόνια που πήγαμε σχολείο με εσάς;’’
‘’Άκουσε γιε μου, θα σου πω κάτι και βάλτο καλά στο μυαλό σου. Κι αν δεν το καταλάβεις καλά τώρα που είσαι μικρός, γράψτο κάπου να το θυμάσαι και να θυμάσαι κι εμένα που στο είπα. Αυτά τα 5-6 χρόνια που ήμαστε μαζί και με είχατε δάσκαλο, ήταν μοναδικά, δε γυρίζουν πίσω. Όποιος κέρδισε κάτι, όπως εσύ δηλαδή, το κέρδισε μια φορά και προχωράει. Ο χρόνος δε γυρίζει πίσω και τα όμορφα αυτά χρόνια του σχολείου πρέπει το κάθε παιδί να τα εκμεταλλεύεται και να μαθαίνει όσα μπορεί περισσότερα. Το κενό των γνώσεων μπορεί να αναπληρωθεί αλλά θέλει τριπλάσιο κόπο τώρα, γιατί όταν κανείς έχει ένα δάσκαλο δίπλα του η μάθηση είναι ευκολότερη. Ρωτάς και σου απαντάνε. Γι’ αυτό σου είπα πριν ότι είναι πάρα πολύ σημαντικό στη ζωή να κάνουμε ερωτήσεις και μάλιστα σ’ αυτούς που πρέπει. Ύστερα είναι και το άλλο, μια φορά θα έχεις έναν κ. Σέζαρ δίπλα σου να σου εξηγεί και να θέλει να σε βοηθήσει! Αν δεν τον εκμεταλλευτείς όταν μπορείς κι έχεις χρόνο, ίσως ποτέ να μην τον ξαναβρείς ή να μην βρεις ποτέ κάποιον που σε καταλάβαινε τόσο καλά όσο ο κ. Σέζαρ…’’
‘’Κ. Σέζαρ μη με κάνετε να κλάψω. Ήδη με κάνατε να σκεφτώ διαφορετικά. Σας ευχαριστώ πολύ, πάω να βρω το φίλο μου τον Χούλιο να παίξουμε και να του εξηγήσω τι μου είπατε. Μας περιμένει μεγάλο μέλλον και ίσως τώρα με ακούσει
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου