Σάββατο 30 Οκτωβρίου 2021

Το ΟΧΙ της 28ης Οκτωβρίου. Πανηγυρικός λόγος

 Γράφει ο Δημήτριος Θ. Καραμήτσος

ΤΟ ΟΧΙ ΤΗΣ 28ΗΣ ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ, ΜΙΑ ΛΑΜΠΡΗ ΕΠΕΤΕΙΟΣ

Εκλεκτοί αναγνώστες της Ε.Ε.Υ.Ε.Δ.

Ευχαριστώ τον πρόεδρο και το ΔΣ της Επιστημονικής Ενώσεως Υγειονομικών Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας μας, για τη μεγάλη τιμή που μου έκαναν να μου αναθέσουν να ετοιμάσω για ανάρτηση στον ιστότοπό τους τον επετειακό πανηγυρικό λόγο της 28ης Οκτωβρίου. Όμως, για να μιλήσουμε πλήρως για την επέτειο του ΟΧΙ της 28ης Οκτωβρίου 1940, πρέπει να αναφερθούμε στα προηγηθέντα 5 χρόνια. Έτσι θα γίνουν κατανοητά: γιατί ψηφίστηκε από τη Βουλή ο Ι. Μεταξάς ως πρωθυπουργός και γιατί έκανε δικτατορία με τη συμφωνία του βασιλιά Γεωργίου του Β’, ποιο ήταν το διεθνές περιβάλλον και ποιες οι σχέσεις της Ελλάδας με Γερμανία, Ιταλία, Βρετανία, Βουλγαρία, Γιουγκοσλαβία και Τουρκία, ποια ήταν η ηθική και πολεμική προετοιμασία της χώρας, ποια η εξωτερική της πολιτική και πώς διεξάχθηκε ο νικηφόρος πόλεμος προς την επιτιθέμενη Ιταλία.

Βουλευτικές εκλογές της 26ης Ιανουαρίου 1936

Οι εκλογές στις 26 Ιανουαρίου 1936 έγιναν με απλή αναλογική και υπηρεσιακή κυβέρνηση Ι. Δεμερτζή, αλλά οι δυο μεγάλες παρατάξεις του Εθνικού Διχασμού μοιράστηκαν τις ψήφους. Το ΚΚΕ πέτυχε να εκλέξει 15 βουλευτές. Εκ των πραγμάτων έπρεπε να γίνει κυβέρνηση συνεργασίας των δυο μεγάλων αστικών κομμάτων, πράγμα που θα έβαζε τέρμα και στον Εθνικό Διχασμό. Αναγκαστικά ο βασιλιάς έδωσε παράταση στον βίο της υπηρεσιακής κυβέρνησης Δεμερτζή.

Προνουνσιαμέντο στρατού της 5ης Μαρτίου 1936

Οι στρατηγοί ανησυχούσαν­ για τη συμμετοχή του ΚΚΕ στις απο­φάσεις (σύμφωνο Σοφούλη με Σκλάβαινα του ΚΚΕ για το προεδρείο της Βουλής). Στις 5 Μαρτίου ο αντιστράτηγος Παπάγος (υπουργός Στρατιωτικών) κοινοποίησε στον βασιλιά Γεώργιο Β΄ τις αντιρ­­ρήσεις των στρατηγών­ για τις ενδεχόμενες πολιτικές εξελίξεις ­­(προνουνσιαμέντο­). Μετά την αποχώρηση του Παπάγου ο βασιλιάς κ­άλεσε τον Ι. Μεταξά (αρχηγό του κόμματος των Ελευθεροφρόνων) και τον όρκισε­ υπουργό Στρατιωτικών. Ο νέος υπουργός πήγε ­στο υπουρ­γείο του και κατέστειλε­ το υπό εξέλιξη κίνημα με κλήση των διοικητών Αθηνών και Πειραιώς στο γραφείο του και με τηλε­φω­νή­ματα στους διοικητές των μεγάλων μονάδων. Αργότερα ορκίστηκε και αντιπρόεδρος της κυβερνήσεως, οπότε ισχυροποιήθηκε περισσότερο.

Ο Ελ. Βενιζέλος, παρά το ότι ήταν πολιτικά αντίθετος του Μεταξά, επιδοκίμασε αυτές τις πρώτες ενέργειες του βασιλιά Γεωργίου Β΄ και την ανάθεση του υπουργείου Στρατιωτικών στον Ι. Μεταξά με επιστολή του προς τον Κανακάρη-Ρούφο που τελείωνε «[…]από μέσα από την καρδιά μου αναφωνώ ζήτω ο Βασιλεύς»

Πρωθυπουργία Ι. Μεταξά

Στις 13 Απριλίου 1936 πεθαίνει από ανακοπή καρδιάς ο υπηρεσιακός πρω­­­­θυπουργός Κ. Δεμερτζής, ο οποίος από καιρό είχε προβλήματα υγείας. Ο βασιλιάς ορκίζει πρωθυπουργό τον αντιπρόεδρο της κυβέρ­­νη­σης Ι. Μεταξά, ο οποίος εμφανίζεται στη Βουλή και παίρνει ψήφο εμπι­στο­σύνης, με αρνητικές ψήφους μόνο από τους 15 βου­λευ­τές του ΚΚΕ, και τριών ακόμη (των Γ. Παπανδρέου, Αλ. Πα­πα­ναστασίου και Αλ. Μυ­λω­νά).

Η Βου­λή δέχθηκε να κυβερνάει ο Με­τα­ξάς με διατάγματα και κλειστό το Κοι­νο­βούλιο έως τις 30 Σεπτεμ­βρίου, δηλαδή επί πέντε μήνες. Αυτό ήταν μια ντε φάκτο ανα­γνώ­ριση κοινοβουλευτικής χρεωκοπίας. Ο Με­τα­ξάς άλλο που δεν ήθε­λε. Στις εκλο­γές είχε βγάλει μόνο επτά βουλευτές, όμως, θα κυ­βερ­νούσε άνετα με την έγκριση της μεγάλης πλειο­ψηφίας της Βουλής. Στις 17 Μαΐου 1936 απεβίωσε αιφνιδίως από καρδιακή ανακοπή ο Π. Τσαλ­­δά­ρης. 1 (Σημείωση 1 Το 1936 ήταν έτος θανάτων πολ­λών πολι­τι­κών αρχηγών. Τον Φεβρουάριο πέθανε ο Γ. Κονδύλης, τον Μάρτιο ο Ελ. Βε­νι­ζέλος, τον Σεπτέμβριο ο Αλ. Ζαΐ­μης, τον Νοέμβριο ο Αλ. Παπα­να­στασίου. Ο πολιτικός κόσμος αυτόν τον χρό­­νο έμεινε πολύ φτω­χότερος.)

Αιματηρά γεγονότα Θεσσαλονίκης

Στις 8 και 9 Μαΐου 1936 συνέβησαν αιματηρά γεγονότα στη Θεσ­σα­λονί­κη με αφορμή μια απεργία καπνεργατών που ζητούσαν αύξη­ση των μι­σθών τους. Προηγήθηκε κα­τά­λη­ψη ενός εργοστασίου και μεγάλη συγκέ­ντρωση εργατών. Σκοτώθηκαν 12 άτομα και τραυ­μα­τίστηκαν πολ­λά άλλα. Ακολούθησαν απεργίες και άλλων κλά­δων ερ­γατών, κα­θώς και επεισόδια στην κηδεία των θυμάτων με επιπλέον πυ­­ροβολισμούς και θύματα. Μια μονάδα στρατού μετακινήθηκε από τη Λάρισα στη Θεσσαλονίκη και έτσι επήλθε κάπως η τάξη.

Το διεθνές περιβάλλον το 1936

Στα περισσότερα κράτη της Ευρώπης­ το 1936 υπήρχαν δικτατορικά καθεστώτα. Στη Γερμανία είχε επικρατήσει από το 1933 ο φιλοπόλεμος Χίτλερ (εθνι­κο­σοσιαλιστής, εθνικιστής και ρατσιστής) και στην Ιταλία κυβερνούσε από το 1922 ο υπερφίαλος φασίστας Μουσολίνι. Η Γερ­μανία κατά τις απόψεις του Χίτ­λερ έπασχε:

α. Από έλ­λειψη ζωτικού χώρου.

β. Από την εξουθενωτική συνθήκη των Βερσαλλιών (1919) της λήξης του πολέμου, με την οποία όντως η Γερμανία απώλεσε έδαφος και όλες τις αποικίες της και υποχρεώθηκε σε περιορισμό της δύναμης του στρατού της.

γ. Εξαιτίας των Εβραίων, οι οποίοι είχαν το χρή­μα και την οικονομία στα χέρια τους.

Η δικτατορία Μεταξά

Η Γενική Συνο­μο­σπον­δία Ερ­γατών Ελλάδος και η Κομμουνιστική Συνομοσπονδία προκήρυξαν για τις 5 Αυγούστου 1936 πανελλαδική απεργία (πρώτη φορά «πανελλαδική» στα μέχρι τότε ελ­ληνικά χρονικά), ενώ είχαν προ­ηγηθεί τα αιμα­­­τηρά γεγονότα της Θεσσαλονίκης. Στις 4 Αυγούστου 1936, παραμονή της απεργίας ο Μεταξάς —με τη σύμφωνη γνώμη του βασιλιά Γεωργίου Β΄— ανέστειλε ορι­σμέ­να άρθρα του Συντάγματος και κήρυξε δικτατορία με δικαιο­λο­γία την αντι­με­τώ­πιση του κομμουνιστικού κινδύνου και την πρό­ληψη των ταραχών που ήταν πιθανό να συμβούν κατά την απερ­γία. Ακολούθησαν συλ­λή­­ψεις, εκτοπίσεις πολιτικών και κομ­μου­νιστών, αναστολή λειτουργίας κομ­μάτων, καθώς και λο­γο­κρισία Τύ­που και ραδιοφώνου. Ο βασιλιάς Γεώρ­γιος ανέφερε τότε στον Βρετανό πρεσβευτή Ουοτερλόου ότι η εκτροπή από τις δημο­κρατικές δια­δι­κα­σίες θα ήταν προσωρινή!

Ο Μεταξάς ανέλαβε να διευθύνει πολλά υπουργεία και ήταν πο­λύ συγκεντρωτικός και καχύποπτος προς όλους. Ο βασιλιάς Γεώρ­γιος δεν συμφωνούσε σε όλα με τον Μεταξά, θεωρούσε την κυβέρνησή του παροδική, και για αυτόν τον λόγο ο δικτάτορας ένιωθε ανα­σφά­λεια. Ο Μεταξάς κατάργησε τους προσκόπους και ίδρυσε τον Νοέμβριο του 1936 την Εθνική Οργάνωση Νεολαίας (ΕΟΝ). Ο διάδοχος Παύλος ενοχλήθηκε, αλλά­ τελικά δέχθη­κε και έγινε γενικός αρχηγός της ΕΟΝ τον Δεκέμβριο του 1938, οπό­τε ο προσκοπισμός ενσωματώθηκε πλήρως στην ΕΟΝ. Τον Μάρτιο του 1940 ανήκαν στη νεολαία 675.000 νέοι και 328.098 νέες.

Οι πολιτικοί μετά από τον αρχικό αιφνιδιασμό συνασπίστηκαν και άρ­­χισαν να ενεργούν εγγράφως κατά του καθεστώτος της 4ης Αυ­­γού­στου. Ό­λους τους διαμαρτυ­ρο­μέ­νους ο υπουργός Ασφαλείας Κ. Μα­νια­δά­­κης τους έστειλε εξορία σε μικρά νησιά. Ο Μεταξάς ήταν παρά τις φοβίες του ακλό­νη­τος και πο­λυ­πράγμων. Ασχολήθηκε με την εξωτερική πολιτική, την παι­­δεία, τα εκκλησιαστικά, την οργάνωση του στρατού και τα οικο­νο­μι­κά. Κύ­ριο στήριγμά του ήταν η ιδρυθείσα από τον ίδιο ΕΟΝ, με την οποία προ­σπα­θούσε να αυξήσει το εθνικό φρόνημα, αλλά και την προ­σωπική του προ­­βολή και δημοτικότητα που ήταν χαμηλή. Η αλήθεια είναι ότι ο λαός δεν αντιδρούσε στη δικτα­τορία. Είχε κουραστεί από τα πολλά κι­νήματα και τις προσωπικές επι­διώξεις των πολιτικών και ενδια­φε­ρόταν κυρίως για τη βελτίωση της κα­τά­στασής του. Ο Μεταξάς θεωρούσε την κυβέρνησή του δρόμο προς τον απο­­κα­λού­μενο «Τρίτο Ελληνικό Πολιτισμό» (Ο πρώτος πολιτισμός υπήρξε στην αρχαιότητα και ο δεύτερος στο Βυζάντιο).

Από λόγο του Μεταξά: «Θέλομεν να κάμωμεν πολιτισμόν Ελλη­νι­κόν. Δεν θέ­λομεν τους ξένους πολιτισμούς. Θέλομεν ιδικόν μας πο­λι­τισμόν, τον οποίον να τον ωθήσωμεν και να τον κάμωμεν ανώ­τερον από όλους τους πο­λιτισμούς[…]».

Όμως, όπως σε όλα τα δικτατορικά καθεστώτα καλλιεργήθηκε η προ­σωπολατρία για τον Μεταξά (αναφερόταν ως πρώτος αγρό­της, πρώ­τος εργάτης και άλλες

προπαγανδιστικές υπερβολές). Το κρατικό ραδιόφωνο υμνούσε συνεχώς το καθεστώς και τυπώθηκαν χιλιάδες φυλ­λάδια και διάφορα­ προπαγανδιστικά βι­βλία

Το καθεστώς της 4ης Αυγούστου ήταν μια προσωπική βασιλικής εγκρί­­σεως δικτατορία, αλλά δεν ήταν στρατιωτικό ή φασιστικό ή ναζιστικό καθε­στώς. Ο Με­ταξάς δεν είχε πίσω του κάποιο φασιστι­κό κόμμα να τον στηρίζει, ούτε είχε ρατσιστική τάση με την έννοια της αντιεβραϊ­κής πολιτικής. Αντι­θέ­τως μάλιστα διέλυσε την ρατσιστική αντισημιτική οργάνωση ΕΕΕ. Επίσης το κα­θεστώς του Μεταξά δεν είχε εθνι­κι­στι­κές επε­κτατικές τάσεις, όπως ο Μου­σολίνι και ο Χίτλερ. Υπήρ­χαν μόνο μερικά εξω­τερικά κοινά ση­μεία με το φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι, οι πα­ρε­λάσεις, οι στο­λές της ΕΟΝ, ο χαιρετισμός με ανύψωση όλου του χε­ριού. Σαφώς όμως το καθεστώς της 4ης Αυγού­στου ήταν μια σκληρή δικτατορία αστυνομικού κράτους που είχε πε­ρι­­στείλει τις πολιτικές ελευθερίες των πολιτών.

Το κα­θεστώς που επέβαλε ο Μεταξάς ήταν ελληνοκεντρικό και με την ΕΟΝ απέβλεπε στη σκληραγώγηση του σώματος των νεαρών Ελ­λή­νων με σπαρτιατική αγω­­γή και στην τόνωση του εθνικού φρονήματος που ήταν απαραίτητο εν όψει του επερχόμενου πολέμου. Την εποχή αυτή (1936) η Ελλάδα κινδύ­νευε από τις επεκτατικές τά­σεις της Ιταλίας που ήδη κατείχε τα Δωδεκάνησα και είχε καταλάβει την Αιθιοπία.

Πεπραγμένα δικτατορίας Μεταξά

Ο Μεταξάς υπήρξε ιδιαίτερα δραστήριος κυβερνήτης. Πήρε σειρά από φιλολαϊκά μέτρα όπως: καθιέρωσε οκτάωρη εργασία για προστασία των εργα­ζο­μένων και τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας, ξεκίνησε τη λειτουργία του ΙΚΑ (Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφα­­λί­σεων),1 πίεσε τους βιομηχάνους να μη κάνουν απολύσεις, καθιέρωσε ένα ελάχιστο ημερομίσθιο, ίδρυσε την Εργατική Εστία, ρύθμισε με διακανονισμό τα αγροτικά χρέη, δημιούργησε τους αγροτικούς συνεταιρισμούς, διαμοίρασε δημόσιες γαίες σε ακτήμονες αγρότες, τόνωσε την παραγωγή καπνού (κύριο εξαγωγικό προϊόν), του ελαιολάδου και του οίνου. Επιδίωξε την αυτάρκεια της χώρας σε τρόφιμα. Ρύθμισε την πληρωμή τόκων σε ομολογιούχους μέχρι το 40% αλλά αρνήθηκε περισσότερο. Καθιέρωσε τη νεοελληνική δημοτική με τη γραμματική Μανόλη Τριανταφυλλίδη και επέτυχε σημαντική μείωση των αναλφα­βήτων­.2 Απαγόρευσε τη χρήση του σλαβικού ιδιώματος και της βλάχικης γλώσσας σε δη­­μό­­σ­ιους χώρους. Κυνήγησε πολύ τους σε παρανομία κομμουνιστές με μο­χ­λό τον υφυ­­πουργό Ασφαλείας Κ. Μανιαδάκη (πρώην στρατιωτικό και φίλο του Μεταξά) εφαρ­­μόζοντας τον «ιδιώνυμο» νόμο του Ε. Βενιζέλου.

Λειτούργησε τον πρώτο ραδιοφωνικό σταθμό από το Ζάππειο, αλλά επέβαλε λογοκρισία Τύπου και ραδιοφώνου. Έκανε ανοίγματα στην εξωτερική πολιτική με Σερβία και Τουρ­­κία. Αναμίχθηκε στα εκκλησιαστικά πράγματα και βοήθησε στην εκλογή ως αρχιεπισκόπου Αθηνών του Χρύσανθου Φιλιππίδη (είχε προηγουμένως σπουδαία δράση ως Μητροπολίτης Τραπεζούντος).

Δεν προχώρησε στη λύση του αποτακτικού ζητήματος που είχε δημιουργηθεί μετά τα στρατιωτικά κινήματα Πλαστήρα το 1933 και Βενιζέλου το 1935 (ήταν δύσκολο θέμα γιατί θα αντιδρούσαν οι βασιλόφρονες αξιωματικοί) και δεν απέφυγε τα λάθη στην αντιμετώπιση πολι­τι­­κών του αντιπάλων, π.χ., ο θάνατος στην εξορία του Α. Μι­χα­λακόπουλου από πνευμονία καθώς άργησε να μεταφερθεί για νο­ση­λεία στην Αθήνα.

Προετοιμασία του πολέμου

Η κυβέρνηση Μεταξά προετοίμασε τη χώρα για επικείμενο πόλεμο. Επειδή η Βουλγαρία είχε ηττηθεί από την Ελλάδα το 1913 και η απόσταση των συνόρων από τη θάλασσα ήταν μικρή, ο Μεταξάς φοβούμενος μελλοντική επίθεση των Βουλγάρων προχώρησε στην κατασκευή σειράς ισχυρών υπόγειων οχυρών στα σύνορα με Βουλγαρία που ονο­­μά­στη­καν «γραμμή Μεταξά». Το έργο των οχυρών ήταν το μεγαλύτερο τεχνικό έργο που είχε εκτελεστεί από το ελληνικό κράτος μέχρι τότε και όντως εξασφάλιζε την Ελλάδα από Βουλγαρική επίθεση. 3 Η χώρα από το 1923 μετά τη συνθήκη της Λοζάνης και μέχρι το 1935 έκανε πολύ λίγες παραγγελίες οπλικών συστημάτων και πιθανώς δικαιολογημένα, γιατί είχε άλλες προτεραιότητες (Στέγαση και περίθαλψη προσφύγων του 1922, καταπολέμηση ελονοσίας και φυματίωσης, πληρωμή πολεμικών χρεών, παγκόσμια οικονομική κρίση το 1929 και πτώχευση της το 1932), αλλά και γιατί οι κυβερνήσαντες τη χώρα δεν πίστευαν ότι θα συμβεί πόλεμος. Συχνά αναφέρεται από αριστερούς συγγραφείς ότι η κυβέρνηση Μεταξά δεν έκανε προμήθειες οπλικών συστημάτων ως όφειλε, αλλά απάντηση σε αυτές τις επικρίσεις έδωσε ο αρχιστράτηγος του πολέμου του 1940 Αλ. Παπάγος με το βιβλίο Ο ελληνικός στρατός και η προς πόλεμον προπαρασκευή του, εκδ. Πυρσός ΑΕ, Αθήνα 1945, (423 σελίδες), στο οποίο έχει καταγράψει τις προμήθειες όπλων πάσης φύσεως από το 1936 έως το 1940 και αναφέρει όλα τα ποσά που δόθηκαν για όλες αυτές τις προμήθειες αναλυτικά. Ο Παπάγος, ο οποίος ανέλαβε την αρχηγία του ΓΕΣ τον Αύγουστο του 1936 αναφέρει ότι μέχρι το 1935 η χώρα ήταν πλήρως ευάλωτη και σε περίπτωση επίθεσης από τη Βουλγαρία […] «η κατάληψη της Μακεδονίας και της Θράκης υπό των Βουλγάρων ήτο ζήτημα στρατιωτικού μόνον περιπάτου μερικών Μεραρχιών των»! Ενδιαφέρον είναι ότι στο σχέδιο επιστρατεύσεως του 1930 υπολογιζόταν στρατός 600.000 ανδρών, αλλά μόνο 95.000 ζεύγη αρβυλών, 60.000 κράνη και 105.000 χλαίνες. Ας μην αναφερθούν οι τότε ελλείψεις σε όπλα, τεθωρακισμένα, μηχανοκίνητα, την αεροπορία και το ναυτικό.

Κατά την περίοδο 1935-1940 πα­ραγ­γέλ­θηκαν σημα­ντι­κές πο­σό­τητες όπλων, από την κυβέρνηση Μεταξά, τα οποία όμως παρα­δό­θηκαν μόνο εν μέρει ή κάποια­ δεν πρό­λαβαν να παραδοθούν ποτέ, λόγω των αναγκών των εμπόλεμων κρατών, δεδομένου ότι υπήρχαν παραγγελίες στη Βρετανία και τη Γερμανία. Μ­ε την κατασκευή των οχυρών κατέστη ­δυνατό να χρησιμοποιηθεί πολύς στρατός στην Αλβανία, χω­­ρίς να κινδυνεύει η χώρα από την επίθεση της Βουλ­γαρίας. Σημαντικό στοιχείο για την αντιμετώπιση επίθεσης από τα σύ­νο­ρα με την Αλβανία ήταν και η ταχύτητα με την οποία θα ολο­κλη­ρω­νόταν η γενική επι­στρά­τευση. Στον τομέα αυτόν έγινε πολύ καλή δουλειά από τον αρχιστράτηγο Παπάγο και εφαρμόστηκε εγκαίρως με απόλυτη επιτυχία η επιστράτευση με το σύστημα των ατομικών προσκλήσεων.

Στις 26 Ιανουαρίου 1940 υπογράφηκε συμ­φω­νία Ελ­λάδος-Μ. Βρετανίας με την οποία καθιερώνονταν οι εξα­­γω­­γές στη Βρε­­τα­νία χρωμίου, κολοφωνίου, και καπνών αξίας 500.000 λιρών ετη­σίως. Έτσι, η Ελλάδα θα περιόριζε κάπως τις εξαγωγές προς τη Γερ­μα­νία. Επί­σης η Ελλάδα ανέλαβε την υποχρέωση να συστήσει στους εφο­πλι­­­στές να ναυλώσουν για κάποιο διάστημα 60 πλοία τους στο βρε­τα­νι­κό υπουρ­γείο Ναυτιλίας. Τον Απρίλιο του 1940 ο Με­ταξάς δήλωσε στον Βρε­τανό πρέσβη ότι σε σχέση με επικείμενη επί­θεση της Ιταλίας «[…]έχω από­φασιν να αντι­στα­θώ μέχρι εσχά­των[…]προτιμώ την τελείαν κατα­στροφήν διά τον τό­πον μου παρά την ατίμωσιν.

Ενδιαφέρουσα είναι η παρακάτω δήλωση του Μεταξά προς τον ναύαρχο Α. Σακελλαρίου που έγινε πριν από τον πόλεμο: «[…] Η θέσις μας είναι πα­ρά το πλευρόν της Αγγλίας και επάνω σε αυ­τήν τη βάση θα συνε­χί­σωμεν τα σχέδια του Επιτελείου μας[…] Με τους Γερμανούς κανείς λαός δεν μπορεί να ζήσει. Είτε ως σύμμα­χοι είτε ως εχθροί αν πέσωμεν στα χέρια τους, θα μας γδάρουν, θα μας κλωτσήσουν και ούτε αναπνοήν δεν θα μας αφήσουν να πά­ρω­με»!4

1 Το ΙΚΑ είχε ψηφιστεί από τον Ε. Βενιζέλο, αλλά δεν είχε μέ­χρι τότε εφαρμοστεί.

2 Το ποσοστό αναλφαβητισμού στην Ελλάδα ήταν 41% το 1928 και έγινε 27 % το 1940.

3 Είναι γεγονός ότι στα οχυρά της γραμμής Μεταξά δαπανήθηκαν πολλά χρή­ματα, αλ­λά μετά την κα­τα­σκευή των οχυρών ο στρατός της Βουλγαρίας μόνος του ήταν πλέον αδύνατο να πε­ράσει.

4 Ο Μεταξάς, που έκανε στρατιωτικές σπουδές στη Γερ­μανία, ­στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ήθελε να μείνει η Ελλάδα ουδέτερη. Γι’ αυτό­ θεω­ρού­νταν γερμανόφιλος. Όμως στον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο κατ’ επανάληψη δήλωσε στους Βρετανούς ότι η Ελλάδα θα πολεμήσει στο πλευρό της Αγγλίας ακόμη και εναντίον των Γερμανών.

Η έναρξη του παγκοσμίου πολέμου

Στις 7 Απριλίου 1939 οι ιταλικές δυνάμεις κατέλαβαν την Αλ­βα­νία, χωρίς να προβληθεί καμιά αντίσταση και καθαίρεσαν τον από το 1928 αυτοανακηρυχθέντα βασιλιά Αχμέτ Ζώγου, ο οποίος μαζί με την έγκυο σύζυγό του κατέφυγαν αρχι­κά στην Ελλάδα. Οι Αλ­βα­νοί δέχθηκαν τους εισβολείς σαν ελευ­θε­ρω­τές και οι Ιταλοί άρ­χι­σαν να τους οργανώνουν σε στρα­τιωτικές μονάδες.

Στις 23 Αυγούστου του 1939 υπογράφηκε το σύμφωνο μη επι­θέ­σεως Γερ­μανίας-ΕΣΣΔ (Σοβιετικής Ενώσεως) με υπογραφές των υπουργών ­Μολότοφ και Ρίμπεντροφ­. Μυστικά τμή­ματα της συμφωνίας αυτής προέβλεπαν τον διαμε­λισμό της Πολωνίας και τη δημιουργία σφαιρών επιρροής των συμβαλλόμενων μερών στις χώ­­ρες της Ευρώπης. Με το σύμ­φω­νο αυτό μπορούσε ο μεν Χίτλερ να αφοσιωθεί σε άλλα μέ­τω­πα του πολέμου, αλλά και η Σοβιετική Ένωση έβρισκε χρόνο να ετοι­μαστεί για τα δυσκο­λό­τερα. Η Γερμανία εισέβαλε στην Πολωνία, με την οποία είχε εδαφικές διαφορές από τη λήξη του προηγούμενου πολέμου, λόγω του διαδρόμου του Ντάντσιχ­ που της είχε δοθεί. Συ­νέχισε το 1940 με εισβολές και καταλήψεις στην Δανία, Ολ­λαν­δία, στο Βέλγιο και στη Γαλλία. Σύμ­μαχος του Χίτλερ στην Ευρώπη ήταν πλέον η Ιταλία του Μουσολίνι. Η Ρωσία κατέλαβε μέρος της Ανατολικής Πολωνίας και δολοφόνησε χιλιάδες αιχμαλώτους στο δάσος του Κατίν. Ο Β΄ Παγκό­σμιος Πόλεμος ήταν γεγονός. Τα ευρωπαϊκά κράτη καταλαμβάνονταν από τον γερμανικό στρατό με τα ταχύτατα τανκς Panzer σε λίγες μέρες έκαστο. Για τη Δανία χρειάστηκαν μόλις 6 ώρες.

Η ασφάλεια του καθεστώτος

Εκ των απορρήτων συνεργάτης του Μεταξά ήταν ο υφυπουργός Ασφαλείας Κ. Μανιαδάκης­ που είχε άριστο δίκτυο πληροφοριών και δημι­ούρ­γησε πλα­στό δεύτερο ΚΚΕ αλλά και πλαστό Ριζο­σπά­στη. Με τις μεθό­δους αυτές το ΚΚΕ κυριολεκτικά εξαρθρώθηκε και τα ηγετικά στε­λέχη του συνελήφθησαν εκτός από λίγους. Ο Μανιαδάκης βρήκε στοιχεία για συ­­­­νωμοσία εναντίον του καθεστώτος στην Κρήτη, στην οποία συμμετείχε ο τραπεζίτης Τσουδερός, ο οποίος απολύθηκε ως διευθυντής της Τραπέζης της Ελλάδος και η εξέγερση αντιμετωπίστηκε εύκολα. Άνδρες του Μανιαδάκη συνέλαβαν ομάδα τροτσκιστών φοι­τητών με­ταξύ των οποίων ήταν και ο γιος του Γεωργίου Παπανδρέου, Ανδρέας. Ανα­κρινόμενος στην ασφάλεια ο Ανδρέας Παπανδρέου έδωσε όλες τις σχε­­τικές πληροφορίες για τους συντρόφους του, οι οποίοι και συνε­λή­φθησαν. Με­ταξύ των συλληφθέντων ήταν και ο μετέπειτα φιλόσοφος ­Κορνήλιος ­Κα­στοριάδης,­ ο οποίος δεν μίλησε έκτοτε με τον παλαιό φίλο του. Ο Μανιαδάκης πληροφορήθηκε μια συνωμοσία γερμανόφιλων Ελ­λή­νων, η οποία και πατάχθηκε λίγες ημέρες πριν να εκδηλωθεί, μετά την κήρυξη του ελληνο­ϊτα­λι­κού πολέμου.

Η εξωτερική πολιτική της 4ης Αυγούστου

Ο Μεταξάς άσκησε με αρκετή επιτυχία την εξωτερική πολιτική της χώρας. Έκανε σαφές στους Βρετανούς ότι συντάσσεται μαζί τους (σε αυτό συμφωνούσε και ο βρετανοτραφής­ βασιλιάς Γεώρ­γιος) και προ­σπά­θησε να αποδεσμευτεί από τη γερμανική οικο­νομική εξάρτηση, αλλά αυτό ήταν πολύ δύσκολο. Η Γερμανία αγό­ραζε καπνά από την Ελ­λάδα, η οποία έπαιρνε σε αντάλλαγμα γερμανικά όπλα. Η Βρετανία απορροφούσε­ τα καπνά της Ινδίας, η οποία ανήκε στη «βρε­τα­νική κοι­νο­πολιτεία» και δεν μπο­ρούσε να πάρει ταυτόχρονα και τα ελ­ληνικά.

Η ελληνική κυβέρνηση με διπλωματικές επαφές επέτυχε να κάνει ο Τσάμπερλεν­ δηλώσεις στη Βουλή των κοινοτήτων (Απρίλιος 1939) ότι «αν η Ελλάδα ή η Ρουμανία δεχθούν επίθεση η Βρε­τανία θα παράσχει κάθε βοήθεια που θα είναι δυ­νατόν να δώσει».

Εκτός από την καλλιέργεια καλών σχέσεων με τη Βρετανία ο Με­­τα­ξάς επιχείρησε να συνάψει και επίσημη συμμαχία, όμως οι Βρε­τανοί δεν αποδέχθηκαν την πρόταση, διό­τι μπορούσε να εμπλέ­ξει σε πόλεμο τη Βρετανία και διότι ο Τύπος τους δεν έβλε­παν με συμπάθεια μια στενή σύνδεση με χώρα δικτατορική. Ως εναλλακτική λύση ο Με­τα­ξάς πρότεινε την οικονομική ενίσχυση της Ελ­λάδας, ώστε να βελ­τιώσει την αεροπορία της και το ναυτικό της. Οι Βρετανοί όμως ούτε και έτσι είχαν τη δυνατότητα να βοηθήσουν, γιατί πρωτίστως έπρε­πε να οργανώσουν τον δικό τους στρατό και την οικονομία τους. Ο Μεταξάς υπέγραψε με την Τουρ­κία πρόσθετο σύμ­φωνο φιλίας και πή­γε ο ίδιος στην κηδεία του Κε­μάλ Ατα­τούρκ. Αναβάθμισε τις σχέσεις με τη Ρουμανία και τη Γι­ου­γκο­σλα­βία. Αύξησε κάπως τις εμπορικές συ­ναλ­λαγές με τη Βουλ­γα­ρία και απέ­φυγε όσο ήταν δυνατό να ενοχλεί την Ιταλία, η οποία επεδίωκε την ιτα­λοποίηση των Δωδεκανησίων και είχε δεί­ξει τις κακές προθέσεις της απέ­να­ντι στην Ελλάδα πολλές φορές, αλ­λά και με την κατάληψη της Αλβανίας το 1939.

Ο τορπιλισμός της «Έλλης»

Στις 15 Αυγούστου του 1940, στην Τήνο που εόρταζε τη γιορτή της Με­γα­λόχαρης, και ενώ στην προκυμαία υπήρχε ήδη πολύς κό­σμος, ένα ιταλικό υποβρύχιο εξαπέλυσε τρεις τορ­πίλες κατά του αντιτορπιλικού «Έλλη». Η μία τορπίλη έπληξε το πλοίο στο μηχα­νο­στά­σιο και υπήρξαν 9 νεκροί και 24 τραυματίες. Οι άλλες δύο τορπίλες εξερ­ράγησαν στην προκυμαία χωρίς ευτυ­χώς να προκαλέσουν θανάτους, εκτός από έναν λόγω ανακοπής καρ­διάς. Το πλοίο αναπόφευκτα βυ­θί­στηκε. Όπως έγινε αργότερα γνωστό, τη διαταγή να γίνει ο τορ­πι­λισμός την έδωσε ο διοικητής Δωδεκανήσων Ντε ­Βέκι ένας φανατικός φασίστας μέχρι τρέλας. 1

Το φασιστικό κα­­θεστώς του Μουσολίνι είχε συχνά διακηρύξει την πρόθεσή του να δημιουργήσει μια νέα «Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία», θεωρώντας τη Με­­σόγειο «Mare Nostrum» (θάλασσά μας). Με την υλοποίηση αυ­τού του σχεδίου η Ελ­λά­δα θα ήταν επαρχία που θα ανήκε στην ιτα­λι­κή αυτοκρατορία. Πέραν αυτού του γενικού «σχεδίου-οράματος», ο Μου­σολίνι είχε «προη­γού­μενα» με την Ελλάδα από το 1923, όταν βομ­βάρδισε και κατέλαβε προσω­ρινά την Κέρ­­κυ­ρα, αλλά υποχρεώθηκε να αποχωρήσει.

Η ΩΡΑ ΤΟΥ «ΟΧΙ» ΣΤΗΝ ΙΤΑΛΙΚΗ ΕΙΣΒΟΛΗ ΚΑΙ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ

Μετά τον τορπιλισμό της «Έλλης» δόθηκαν οδηγίες στον Τύπο να αρχίσει αρθρο­γρα­φία τόνωσης του ηθικού των Ελλήνων. Τον Αύγουστο 1940 η ελληνική κυβέρνηση άρχισε την επιστράτευση εφέδρων με ατομικές προσκλή­σεις και με­τα­κίνησε ένα Σώμα στρατού προς τα ελληνο­αλβα­νι­κά σύνορα. Στις 23 Αυγούστου ξεκίνησε η επιστράτευση της 8ης και 9ης Μεραρχίας. Ο Με­ταξάς δεν δεχόταν τη μικρή βοήθεια που πρό­τειναν να στείλουν οι Βρε­τανοί, για να μη δώσει αφορμή για επί­θεση της Ιταλίας. Η ελλη­νική αντικατασκοπεία πληροφορήθηκε ότι η επίθεση της Ιταλίας θα γινόταν με­ταξύ 26-28 Οκτωβρίου. Ο Μεταξάς απομάκρυνε από την κυβέρνηση υπουργούς, οι οποίοι του φά­νη­καν ητ­τοπαθείς ή γερ­­­μανόφιλοι. Είχε πά­­­ρει την απόφασή του και είχε τη συμφωνία του βα­σιλιά Γεωρ­γίου του Β΄ για τη συμπαράταξη με την Αγγλία που είχε κυριαρχία στη θάλασσα. Η Ελλάδα, κατά τον Μεταξά που τώρα ακολουθούσε την πολιτική του Βενιζέλου, ως ναυτική χώρα με εκτεταμένα παράλια και πολλά νησιά, έπρεπε να είναι μαζί με την θαλασσοκράτειρα Βρετανία.

Το ιταλικό τελεσίγραφο

Στις 28 Οκτωβρίου 1940 ο πρεσβευτής Γκράτσι ζήτησε να δει επει­γό­ντως τον Έλληνα πρωθυπουργό στις τρεις η ώρα μετά τα με­σά­νυχτα στο σπίτι που κατοικούσε στην Κη­φι­σιά, όπου τού επέδωσε το ιταλικό τελεσίγραφο. Με αυτό η Ιτα­λία ζητούσε να καταλάβει λιμάνια και αεροδρόμια για πολεμικούς σκο­πούς.

Από το τελεσίγραφο: «[…]Εάν τα ιτα­λικά στρα­τεύ­ματα ήθελον συνα­ντή­ση αντίστασιν, η αντίστασις αυτή θα καμφθή διά των όπλων και η Ελ­ληνική Κυβέρνησις θα φέρει τας ευθύνας, αι οποίαι ήθελον προ­κύ­ψει εκ τούτου».

Ο Μεταξάς διάβασε και απέρριψε αμέσως το τελεσίγραφο με τα λόγια «Alors c’ est la guerre» (Λοιπόν, έχουμε πόλεμο!). Ήταν το ΟΧΙ της Ελ­λάδος στον υπερόπτη Μουσολίνι. Αμέσως μετά άρχισε η κινητοποίηση της χώρας. Η απόφαση αυτή του Μεταξά ήταν εκ των προτέρων ειλημ­μέ­νη. Την επίθεση της Ιταλίας την περίμενε και είχε δηλώσει σε σύσκε­ψη στρα­τηγών δυο χρόνια νωρίτερα ότι η Ελλάδα θα συμπα­ρα­ταχ­θεί με τη Μ. Βρετανία. Επίσης μια μέρα μετά τον τορπιλισμό της «Έλ­λης» από ιτα­λικό υποβρύχιο που έγινε στις 15 Αυγούστου στην Τήνο είπε στο Υπουργικό Συμβούλιο:

«Ενώπιον αυτής της καταστάσεως, η πολιτική της Ελλάδος είναι καθαρά. Εκατό τοις εκατό, χωρίς επιφυλάξεις και χωρίς παζαρέματα, είμεθα παρά το πλευρόν της Αγγλίας. […] Η πο­λι­τική των υπο­χω­ρήσεων δεν φέρει πουθενά. Έχομεν­ το παράδειγμα της Ρου­μανίας και του ­Πεταίν. Έστω και αν νικήση ο Άξων­, που το θεωρώ για πολ­λούς λόγους αδύνατον, οι Γερμανοί θα μας σεβασθούν πολύ ­πε­ρισ­σό­τερον και ως τιμίους εχθρούς και ως Έθνος που απέδειξεν­ πως έχει δι­καιώ­ματα να ζη ελεύθερον­, παρά ως συμμάχους της τελευταίας στιγ­μής με προ­βα­δί­ζοντας τους Ιταλούς και τους Βουλγάρους, με τας γνωστάς εδαφικάς­ αξιώσεις εναντίον μας […] Εάν νικήση η Μεγάλη Βρε­τανία, όπως πιστεύω, το μέλλον μας εις την Ανατολικήν ­Μεσόγειον είναι βεβαίως περίλαμπρον­. Και τα πλέον τολμηρά μας όνειρα ασφαλώς θα πραγματοποιηθούν. Είναι μια κα­μπή της ιστορίας μας, η οποία παρουσιάζεται ίσως κάθε πεντακόσια έτη […] Θα θέσωμεν την δόξαν πρώτην και ύστερα τη νίκην […]».

Το πρωί της 28ης Οκτωβρίου 1940 οι Έλ­ληνες ξύπνησαν με τα στρατιωτικά εμβατήρια που με­τέ­διδε το ραδιό­φω­νο. Ο κόσμος ξεχύθηκε με ενθουσιασμό στους δρό­μους και άρχισε η φανερή πλέον επιστράτευση. Η Ιταλία επιτέθηκε μέσω Αλβανίας στην Ελλάδα, μισή ώρα πριν να λήξει το τελεσίγραφο! Το υψηλό ηθικό των Ελλήνων φάνηκε από την πρω­τοφανή προθυμία με την οποία προσέτρεξαν οι νέοι άν­θρωποι στην επι­στράτευση. Ο τορπιλισμός της «Έλλης» είχε προετοιμάσει την κοινή γνώ­μη και είχε πει­σμώσει τον ελληνικό λαό.

1Ο Ντε Βέκι ανήκε στην τετρανδρία του φασιστικού κόμματος. Ο Μουσολίνι τον έστει­­­λε να διοικεί τη Ρόδο για να μη τον έχει πάνω στο κεφάλι του. Η προσπάθειά του να ιταλοποιήσει­ τους Ροδίους ήταν εξωφρενική. Κυνήγησε τα ελ­λη­νικά σχολεία και εκκλησίες με φανατισμό μέχρι παραφροσύνης.

Η άμυνα του Κατσιμήτρου στο Καλπάκι

Ο διοικητής της 8ης Μεραρχίας, υποστράτηγος Κατσιμήτρος, απο­φά­σισε εγκαίρως να αμυνθεί ανυποχώρητα βορείως των Ιωαννίνων κατά μή­κος του ποταμού Καλαμά και εγκατέστησε το επιτελείο του στο Καλ­πάκι. Με πείσμα και συστηματικότητα επί μήνες οργάνωνε άριστα την το­πική άμυ­­να με κρυμμένα πολυβολεία, ορειβατικά πυροβόλα και αντι­αρματικά έργα.

Αρχικά οι ελληνικές δυνάμεις προκαλύψεως στα σύνορα βάσει σχε­δίου συμπτύχθηκαν και οι Ιταλοί κατέλαβαν εύκολα την Κό­νι­τσα που βρί­σκεται πολύ κοντά στα σύνορα. Η ελληνική άμυνα στη γραμμή Γράμ­μος-Σταυρός-Σμόλικας σχεδόν κατέρρευσε χωρίς να προ­βληθεί μεγάλη αντίσταση ενώπιον της ιταλικής υπεροχής. Σύμ­φωνα με τα επιτελικά σχέ­δια, όταν θα ολοκληρωνόταν η επι­στράτευση θα άρχιζε η ελληνική αντε­πίθεση. Η συνεχιζόμενη βρο­χή και η αύξηση του νερού στον ποταμό Καλαμά συνέβαλαν, ώστε να ­αχρηστευτεί στις 5 Νοεμβρίου μέσα στην κοί­τη του ποταμού με­γάλη μηχανοκίνητη μονάδα Ιταλών —άρματα και μοτοσικλέτες— βαλλόμενη συνεχώς από όλμους και το πυροβολικό. Ο ­Κα­τσι­μήτρος­ είχε σε εμφανή θέση επίτηδες μερικά πολυβολεία χωρίς κά­λυψη παραλλαγής και χωρίς στρατιώτες, στα οποία τα αερο­πλά­να και το πυροβολικό των Ιταλών έριχναν πυρά χωρίς βλα­πτι­κό απο­τέ­λεσμα. Όταν εμφανίζονταν ιταλικά αναγνωριστικά αερο­πλά­να, το ελλη­νι­κό πυροβολικό σιγούσε για να μην εντοπιστεί και λίγο αργότερα έστελ­νε πά­λι τις οβίδες του εύστοχα στους Ιταλούς. Οι διαταγές του Πα­πάγου ήταν να επιδιωχθεί επιβράδυνση της πορείας του εχθρού αλλά όχι μάχη στα σύνορα. Ο Κατσιμήτρος­, όμως, πίστευε στις δυνατότητες των αν­δρών του και στην εκμετάλ­λευση των τοπικών συνθηκών ­γι’ αυτό και ­απάντησε σε μήνυμα του Γενικού Επιτελείου Στρατού: «Μπορώ να βεβαιώσω υπευθύνως τον κύριο Αρχηγό του Γε­νικού Επιτελείου, και το τονίζω ιδιαιτέρως, ότι οι Ιταλοί δεν θα πε­ρά­σουν το Καλπάκι».

Η άμυνα του Δαβάκη στην Πίνδο

Κατά το διήμερο 28-29 Οκτωβρίου, οι λίγες δυνάμεις του απο­σπά­σμα­τος Πίνδου δεν μπόρεσαν να αναχαιτίσουν τις πενταπλάσιες και ισχυ­ρές δυνάμεις της Μεραρχίας «Τζούλια». Δημιουργήθηκε ρήγ­μα, κυ­ρίως στην κοι­λάδα του Αώου. Οι Ιταλοί αλπινιστές της «Τζού­λια» είχαν προ­χωρήσει δημιουργώντας έναν βαθύ θύλα­κα και το από­σπα­σμα της Πίνδου δεχόταν ισχυρή πίε­ση. Υπήρχε πρό­βλη­μα με την επι­μελητεία του ελληνικού στρα­τού και ο εφοδιασμός με τρο­φές και πυ­ρο­μαχικά ήταν λόγω του καιρού δυσχερής. Ο συνταγματάρχης Δαβάκης έκανε έκκληση στον τοπικό πλη­θυ­σμό των ορεινών χωριών να βοηθήσει τον στρατό. Οι γυ­ναίκες των χωριών της Πίνδου ανταποκρίθηκαν στο κά­­λεσμά του και με­­τέ­φεραν στις πλάτες τους τρόφιμα, υγειονομικό υλι­κό και πολε­μο­φό­δια στους στρατιώτες του Δαβάκη.

Ο Κ. Δαβάκης ανα­κλή­θηκε στην ενερ­­­γό δράση το 1940 και ανέλαβε τη διοίκηση του απο­σπά­σμα­τος Πίνδου, όπου ερ­­­γά­­σθηκε ετοιμάζοντας την ελληνική άμυνα. Το από­σπα­σμά του διέθετε μόνο τέσ­σε­­ρα ορεινά πυροβόλα. Παρ’ όλα αυτά, αντιμετώπισε εντέλει επιτυχώς τη Μεραρχία Αλ­­πι­­­νιστών «Τζούλια» που διέ­θετε 15.000 άνδρες, είκοσι πυροβόλα, και την αερο­πο­­ρική υποστήριξη. Στα σχέδια του ελληνικού επιτελείου δεν θεωρήθηκε πιθανό να δεχ­θεί ο στρατός επί­θεση στον ορεινό όγκο της Πίνδου και γι’ αυτό το συγκρότημα Δα­­­βάκη ήταν αδύναμο σε άνδρες και οπλικά μέσα. Ο Δαβάκης αργότερα πνίγηκε σε ναυάγιο ιταλικού πλοίου το 1942, με το οποίο μεταφερόταν ως όμηρος στην Ιταλία.

Τα ιταλικά τμήματα έφθα­σαν ως τη Σα­μαρίνα, το Δίστρατο και τη Βωβούσα (βρίσκεται 20 χλμ βόρεια του Με­τσόβου). Την 1η Νοεμβρίου, οι δυνάμεις του Β΄ ΣΣ επι­τέθηκαν κατά του αριστερού πλευρού του ιταλικού θύλακα στην Πίνδο, αλ­λά την ίδια μέρα τραυματίστηκε σοβαρά με σφαίρα στον πνεύμονα ο Δα­βάκης και αντικαταστάθηκε από τον ταγματάρχη Ιωάννη Κα­ραβία που μόλις είχε φτάσει εκεί. Ο υπο­στράτηγος Βραχνός της 1ης Μεραρχίας έφτασε σύντο­μα σε βοήθεια του αποσπά­σμα­­τος Πίνδου.

Όσο αυξάνονταν οι ελληνικές δυνάμεις στην Πίν­­δο άρχισε να νιώθει την πίεση η Μεραρχία «Τζούλια». Από την 3η Νο­ε­­μ­βρίου οι Ιταλοί αλπι­νιστές άρχισαν να δέχονται πυρά από όλες τις πλευρές από μονάδες που έφθαναν στην περιοχή. Στις 3 Νοεμβρίου ανα­κα­τα­λήφθηκε η Σαμαρίνα και στις 4 Νοεμβρίου η Βωβούσα. Η υπερβολική διείσ­δυ­ση των αλπινιστών ήταν τώρα μειονέκτημα. Ο ελ­ληνικός στρατός βαθμιαία περικύ­κλω­σε τη Μεραρχία «Τζούλια» και οι αλπινιστές της πολέμησαν σκληρά για να σωθούν. Στις 8 Νο­εμβρίου οι Ιταλοί υπο­χώρησαν κατά μή­κος της βόρειας όχθης του ποταμού Αώου προς την Κό­νιτσα, όπου είχε φτάσει και η Μεραρχία «Μπάρι». Στη ΒΔ Μα­κε­δονία από την 1η έως 5η Νοεμβρίου ο ελλη­νικός στρα­τός κατα­λάμ­­βανε υψώματα μέσα στο αλβανικό έδαφος.

Η χρησιμοποίηση της αεροπορίας

Την πρώτη μέρα του πολέμου η ιταλική αεροπορία βομβάρδισε την Πά­τρα, τον Πειραιά, το Τατόι, τη διώρυγα της Κορίνθου και τη ναυτική βά­ση της Πρέβεζας προκαλώντας θύματα στον άμαχο πλη­θυσμό. Την 1η Νο­εμβρίου βομβαρδίστηκαν η Θεσσαλονίκη, η Κέρ­κυρα, η Κόρινθος και η Λάρισα με συνέπεια αρκετούς νεκρούς και τραυματίες. Τα πε­ρισ­σότερα ημιυπόγεια δια­με­ρί­σμα­τα χρησίμευαν ως καταφύγια.

Η αεροπορία της Ελλάδας ήταν αριθμητικά ανεπαρκής. Ωστό­σο, μερικά ελληνικά βομβαρδιστικά προσέφεραν καλή βοήθεια βομ­βαρ­­­δί­ζοντας ιταλικούς σχηματισμούς­. Επίσης με τα εύστο­χα πυρά των ελ­­ληνικών αντιαεροπορικών πυροβόλων καταρ­ρίφ­θη­καν αρκετά ιταλικά αεροπλάνα.1 Η Ελλάδα περίμενε πολύ με­γαλύτερη ενίσχυση από τη Βρε­­­τανία, η οποία όμως, λόγω της σχε­δια­ζόμενης επίθεσης στο μέτωπο της Αφρικής έδωσε μικρή και εντε­λώς ανεπαρκή βοήθεια. Στα μέσα Νο­εμ­­βρίου διατέθηκαν στην Ελ­λά­δα τρεις μοίρες βρετανικών καταδιωκτικών και βομ­βαρ­­δι­στικών αερο­πλά­νων, ενώ μια μοίρα βομβαρδιστικών από την Αίγυ­πτο άρ­χισε να δρα εναντίον των Ιταλών. Στα μέσα Νοεμβρίου επίσης έφτα­­σαν στην Αθήνα 2.200 άνδρες αεροπορικής υποστήριξης και 310 αυτο­­κί­­νητα της αεροπορίας, καθώς και 400 αυτοκίνητα και 2.000 άν­δρες μη­χανικού, διαβιβάσεων και αντιαεροπορικής άμυνας.

Οι Ιταλοί αντιλαμβάνονται ότι δεν είναι περίπατος

Στις 5 Νοεμβρίου με βολές του ελληνικού πυ­ρο­βο­λι­κού καταστράφηκε μια υπό κατασκευήν γέφυρα του Κα­λαμά. Από τις βρο­χές το πλάτος του ποταμού αυξήθηκε από τα 30 σε 70 μέτρα. Την ίδια μέρα ένα ιταλικό σήμα ανέφερε: «Είμαστε υποχρεωμένοι να αναστείλουμε τις επιχειρήσεις, αναμένοντας ενι­σχύσεις. Οι Έλληνες που είναι γνω­στοί για το πείσμα και την επιμονή τους, οργά­νω­σαν από τον καιρό της ειρήνης το τραχύ και ανώμαλο έδα­φος της Ηπεί­ρου με τέτοια με­θο­δικότητα και επιμέλεια, ώστε ο κάθε βρά­χος να απο­τελεί μια φω­λιά πολυβόλου και κάθε σπήλαιο μια θέση άμυ­νας».

Στις 7 Νοεμβρίου ο Πράσκα έστειλε τηλεγράφημα στον υπουργό Πο­λέμου: «Η επίθεσή μας εμποδίστηκε από εχθρική αντίσταση στοπ φρούδες ελπί­δες για επίτευξη στόχου μέχρις αφίξεως άλλων μεραρ­χιών».

Στο παραλιακό μέτωπο τις πρώτες ημέρες οι Ιταλοί κατά­φε­ραν να κυ­ριεύσουν την κωμόπολη Φιλιάτες και να μπουν στην Ηγου­με­νίτσα. Δεν μπόρεσαν, όμως, να προχωρήσουν πιο κάτω, κα­­θώς οι προ­ω­θού­με­νες ελληνικές δυνάμεις της επιστράτευσης τους ανέ­κο­ψαν.

Την 8η μέρα του πολέμου η πρωτοβουλία περιήλθε στον ελ­λη­νι­κό στρατό. Στις 12 Νοεμβρίου αυτομόλησε λόχος Αλβανών με τους αξιω­μα­τικούς τους. Πολλοί άλλοι Αλβανοί λιποτακτούσαν, όσο φαινόταν η αδυ­ναμία των Ιταλών να υπερισχύσουν. Στις 13-14 Νο­­εμβρίου άρχισε η ελ­λη­νική προώθηση πέραν των συνόρων.

Το Γ΄ ΣΣ επιτέθηκε στην τοποθεσία Μόροβα-Ιβάν που είχε τον έλεγ­­χο του δρόμου προς Κορυτσά. Στις 17-18 Νοεμβρίου άρχισαν να υποχωρούν οι Ιταλοί.­ ­ Στις 18 Νοεμβρίου 1940 ο υποστράτηγος Χαρ. Κατσιμήτρος σε διαταγή του ­έλεγε: «­Η μεραρχία αναλαμβάνει από σήμερον γενικήν ­αντεπίθεσιν εφ’ ­ολο­κλήρου του μετώπου». Στις 21 Νοεμβρίου καταλήφθηκε η Μόροβα.

Στην Ήπειρο οι άνδρες του Α΄ ΣΣ κατέλαβαν στις 20 Νοεμβρίου το στενό του Δελβινακίου και στις 22 μπήκαν μέσα στην Αλβανία. Στις 22 Νοεμβρίου, οι ελληνικές δυνάμεις του παραλιακού μετώπου ελευ­θέρωσαν τις Φιλιάτες. Από αυτή την ημέρα γενικεύθηκε η υπο­χώρηση των Ιτα­λών.

Ο ελληνικός στρατός προοδευτικά απελευθέρωσε ελληνικές πό­λεις της Β. Ηπείρου όπως την Κορυτσά (22 Νοεμβρίου), Πό­γρα­δετς (30 Νο­εμ­βρίου), Πρεμετή (3 Δεκεμβρίου), το λιμάνι στους Άγιους Σαράντα (6 Δε­κεμβρίου), το Αργυρόκαστρο (8 Δεκεμβρίου), τη Χειμάρρα (22 Δεκεμ­βρίου). Σιγά-σιγά όμως η ελληνική προ­έλαση επιβραδύνθηκε. Με­τά από πολλή προσπάθεια καταλή­φθη­κε και η Κλεισούρα (10 Ια­νου­α­­ρίου 1941). Σε μάχες εκ του συ­στά­δην οι Έλληνες πολεμούσαν με εφ’ όπλου λόγχη και την πο­λε­μι­κή κραυγή «αέρα»! Σε πολλά σημεία —ιδίως σε αγώνα για κατάληψη υψωμάτων— οι μάχες ήταν εκατέρωθεν πολυ­αίμα­κτες. Οι Ιταλοί προσπάθησαν επίμονα να ανακαταλάβουν την Κλει­σού­ρα, αλλά απέ­τυ­­χαν. Το Γ΄ ΣΣ συνέλαβε σε αυτές τις επιχειρήσεις πάνω από 1.000 Ιταλούς.

Οι μεταφορές μέσω Αδριατικής

Στις 11-12 Νοεμβρίου 1940 οι Βρετανοί έκαναν επίθεση στο λιμάνι του Τάραντα με αεροπλάνα που ξεκίνησαν από το αεροπλα­νο­φόρο «Ιλού­στριους». Εξουδετερώθηκε από την επίθεση οριστικά ένα θω­ρηκτό και έπαθαν σοβαρές βλάβες άλλα δυο. Ωστόσο δεν υπήρ­­­ξε ανά­λογη συνέχεια, οπότε ο Μουσολίνι μπό­ρεσε να στείλει στην Αλ­βανία (μέχρι τον Απρίλιο του 1941) διά θα­λάσσης 56.000 άνδρες, 15.000 οχή­μα­τα, 83.000 ζώα μεταφοράς (άλογα και μουλάρια) και 705.000 τόνους υλικού. Με την αεροπορία με­ταφέρθηκαν στην Αλβανία άλλοι 70.000 άνδρες. Η Ιταλία είχε πλέον υπεροχή σε κάθε είδος που εκφράζεται στους πολέμους με αριθ­μούς, ίσως όχι, όμως, στο ηθικό. Αν εξαιρέσουμε τους φα­να­τικούς φασιστές, οι λοιποί στρατιώτες δεν καταλάβαιναν για ποιο λό­γο βρίσκο­νταν και πολεμούσαν στα βουνά της Αλβανίας.

1Σύμ­φωνα με δη­μοσίευση στην ΕΣΤΙΑ τις πρώτες 7 μέρες του πολέμου καταρ­ρίφ­θη­καν 22 ιταλικά αερο­πλάνα και 4 ελληνικά.

Το ελληνικό ναυτικό

Το ελληνικό ναυτικό υστερούσε σημαντικά απέναντι στο ιταλικό λόγω μι­κρότερου αριθμού πλοίων και υποβρυχίων, αλλά και της πα­λαιότητας των σκαφών. Ωστόσο, συνέβαλε σημαντικά στην προ­ώθηση μονάδων στο μέτωπο (περίπου 80.000 άνδρες) και είχε ση­μαντικές επιτυχίες ενα­ντίον των εφοδιοπομπών των Ιταλών.

Το υποβρύχιο «Παπανικολής», βύθισε δυο μεγάλα μεταγωγικά στα ανοιχτά του Αυλώνα. Το υπο­βρύ­­χιο «Πρωτεύς», βύ­­­θισε ιταλικό μεταγωγικό που μετέφερε στρατιώτες στην Αλβανία, αλ­λά βυ­θί­στηκε και το ίδιο από εμβολισμό. Το υπο­βρύχιο «Λάμπρος Κα­τσώ­­νης», κατέστρεψε εχθρικό πε­τρε­­λαι­ο­φόρο. Ο «Παπανικολής» βύθισε στην περιοχή του Μπρίντεζι κι άλ­­λο ιτα­λικό μεταγωγικό. Το υπο­βρύ­χιο «Νηρεύς βύθισε ένα ιτα­λικό μεταγωγικό. Ανάλογες επιτυχίες με επι­­θέσεις σε με­ταγωγικά πλοία των Ιταλών είχαν το τορπιλοβόλο «Σφεν­δόνη», το αντιτορπιλικό «Ψα­­ρά και το υποβρύχιο «Τρίτων».

Στις 28 Νοεμβρίου ο διοικητής των Δωδεκανήσων Ντε Βέκι έγινε δε­κτός από τον Μουσολίνι στο Παλάτσο Βενέτσια και έγραψε ότι του είπε: «Θέλω να σου πω ότι τον πόλεμο τον έχεις χάσει. Ότι νικηθήκαμε από τους Έλληνες, αυτό είναι το τέλος μας. Εάν τυχόν θα κερδίσουν τον πό­λεμο οι Γερμανοί, θα τον έχει κερδίσει ο Χίτλερ, όχι βέβαια συ, και θα το αντι­ληφθείς».

Ο πόλεμος συνεχίζεται – Θαυμασμός των συμμάχων

Οι εφημερίδες των ελεύθερων ευρωπαϊκών χωρών καθώς και της Αμε­ρι­κής δημοσίευαν ύμνους για την αναπάντεχη ελληνική αντί­στα­ση στην επί­θεση της φασιστικής Ιταλίας. Πολλοί πολιτικοί έκα­ναν δη­λώσεις θαυ­μα­σμού για την ανδρεία των Ελλήνων και την τα­πείνωση του Μουσολίνι και δεν θα τις επαναλάβω εδώ. Ωστόσο, κλα­σική έμεινε η φράση του Βρε­τα­νού πρωθυ­πουρ­γού Ουίνστον Τσώρτσιλ: «Από δω και πέρα δεν θα λέμε ότι πολεμούν οι Έλληνες σαν ήρωες, αλλά οι ήρωες πο­λε­μούν σαν Έλλη­νες»!

Κοινός αντίπαλος το πολικό κρύο και τα χιόνια

Στη συνέχεια ο πολύ βαρύς χειμώνας και το άφθονο χιόνι καθή­λω­σαν τους αντιπάλους στα βουνά της Αλβανίας. Οι αντιμαχόμενοι είχαν τώρα να αντιμετωπίσουν έναν κοινό εχθρό, τον χει­μώ­να που ήταν ο βαρύτερος στην Αλβανία τα τε­λευ­ταία 50 χρόνια, οπότε οι δυο στρατοί παρέμειναν καθηλωμένοι.

Σχε­δόν όλοι οι φαντάροι είχαν κολλήσει ψείρες που τους βασάνιζαν συ­νε­­χώς. Πολλοί Έλληνες έπαθαν κρυοπαγήματα με αποτέλεσμα γάγγραινα στα πό­δια και από αυτούς οι περισσότεροι ακρω­τη­ριάστηκαν. Γιατροί, νοσηλευτές και νοσηλεύτριες έκα­ναν υπεράνθρωπες προ­σπάθειες στα ορεινά χειρουργεία. Πολ­λές γυναίκες ερυθρο­σταυ­ρί­τισ­σες συ­­­νέδραμαν στο στρατιωτικό ιατρι­κό προσωπικό. Στα μετόπισθεν χιλιάδες γυναίκες έπλεκαν μάλλινες κάλτσες και μπλού­­ζες και τις έστελναν στο μέτωπο μέσω της οργάνωσης «Φα­νέλα του Στρατιώτη».1 Στην Αθήνα οι θεα­τρικές επιθεωρήσεις και τα τραγούδια της Σοφίας Βέμπο ανέβαζαν το ηθικό του ταλαι­πω­ρούμενου ελλη­νι­κού λαού. Όμως, εκτός από τις φονικές σφαί­ρες και τις οβίδες, η πα­γωνιά σκότωνε τα μεταφορικά ζώα και εξα­κο­λουθούσε να προκαλεί ακρωτη­ρια­σμούς από κρυοπαγήματα στους φαντάρους.

Επικίνδυνη στασιμότητα

Ο Μεταξάς ανησυχούσε για την αποτελμάτωση των επιχειρήσεων, δεδο­­μένου ότι ο Μουσολίνι εξακολουθούσε να στέλνει στρατό και εφό­­δια στην Αλβανία. Ως παλιός επιτελικός αξιωματικός ήθελε να ενη­με­ρώ­νεται λε­πτο­μερώς για την πρόοδο των μαχών στα βουνά της Αλβανίας, αλλά δυ­σφο­ρούσε γιατί ο Παπάγος είχε έδρα για τη διεύθυνση των επι­χει­ρήσεων την Αθήνα, ενθυμούμενος την προω­θη­μένη θέση του επιτελείου με τον αρχιστράτηγο Κωνσταντίνο στους βαλ­κανικούς πολέμους.

Στις 4 Δεκεμβρίου ο υπουργός στρατηγός Σορίτσε τηλεφώνησε στον Τσιάνο και του είπε πως «[…]κάθε στρατιωτική ενέργεια είναι αδύνατη και η κατάσταση μόνο πολιτικώς μπορεί να λυθεί». Στις αρχές Δεκεμβρίου ο στρατηγός Σοντού έστειλε τηλεγράφημα στον Μουσολίνι και ζητούσε «να επιδιωχθεί πολιτική λύση για την Ελληνοϊταλική σύρραξη». Είναι φανερό πως ο Ιταλός στρατηγός είχε αντιληφθεί την αποτυχία της επίθεσης και προέβλεπε δυσμενείς εξελίξεις για τον ιταλικό στρατό.

Τον Δεκεμβρίο του 1940 οι Ιταλοί οχυρώθηκαν γύρω από τον λιμένα του Αυλώνα και πιο ανατολικά στο Τεπελένι. Οι αντικειμενικοί στόχοι της ελληνικής αντε­πίθεσης είχαν επιτευχθεί μόνο μερικώς.

Στην Αθήνα έγινε στις αρχές Ιανουαρίου 1941 μια ελληνοβρετανική σύ­σκε­ψη με συμμετοχή του Βρετανού στρατηγού Ουέιβελ. Ο Πα­πά­γος —για αντι­­μετώπιση της πιθανολογούμενης γερμανικής επί­θε­σης— ζητούσε βρε­τα­νική ενίσχυση από εννέα μεραρχίες και ο Με­ταξάς ήθελε δέκα, ενώ οι Βρε­τανοί μπορούσαν να στείλουν 2 ή 3 το πολύ κι αυτές μετά από δυο μή­νες. Δήλωσαν πως ήταν σε θέση να στεί­λουν γρήγορα μόνο μια μονάδα τεθωρακισμένων από 60 άρμα­τα, ένα σύνταγμα πυροβολικού κι ένα μικτό αντιαρματικό-αντι­αερο­πορικό σύνταγμα. Αυτά ο Μεταξάς και ο Παπάγος τα θεώρησαν «ψι­χία» τελείως ανεπαρκή για την αντιμετώπιση γερμανικής επί­θε­σης. Ο Μεταξάς πάντως τους δήλωσε ότι η Ελλάδα θα αντιτάξει άμυ­­να και στους Γερμανούς, δεν ήθελε όμως την αποστολή «μι­κρής μόνο βρε­τα­νικής δύναμης» για να μη δοθεί αφορμή και προκληθεί τα­χύτερα η ανα­με­νό­με­νη επέμβασή των Γερμανών πριν να καθαρίσει οριστικά το μέτωπο με τους Ιταλούς.

Τους Έλληνες στρατηγούς απασχολούσε η ανα­με­νό­με­νη επίθεση της Γερ­μα­νίας γιατί τότε ο στρατός στην Αλβανία θα έμενε ξε­κρέ­μα­στος. Η στα­σιμότητα στο μέτωπο είχε αρχίσει να δη­μιουργεί μια γκρίνια των επι­κε­φαλής των προωθημένων μονάδων προς το επιτελείο και τον Πα­πάγο.

Η εαρινή επίθεση

Ο Μουσολίνι υπολόγιζε πολλά στην προετοιμαζόμενη επίθεση της άνοι­ξης και ενίσχυε διαρκώς με όπλα και άνδρες τον ιταλικό στρα­τό. Μά­­λι­στα μετέβη ο ίδιος στην Αλβανία, όταν θα άρχιζε η μεγάλη και πολυδιαφημισμένη εαρινή επίθεση της Ιτα­λίας. Από τις 9 Μαρ­τίου χιλιάδες οβίδες πυροβολικού και βλή­μα­τα όλμων εκτο­ξεύ­θηκαν από τους Ιταλούς, που επιπλέον βομ­βάρ­διζαν τις ελληνικές θέσεις και με 300 περίπου αεροπλάνα τους. Οι Έλληνες, όμως, είχαν σκάψει βα­θιά ορύγ­ματα και έτσι οι απώλειες που προκάλεσε η ιταλική επί­θεση ήταν δυσα­νά­λογα πολύ λίγες ως προς τη δύναμη πυρός. Οι Ιτα­λοί είχαν συγκε­ντρώσει απέναντι στους Έλληνες διπλάσιο αριθμό με­ραρ­χιών, αλλά τελικά απέτυχαν και εγκατέλειψαν τις επιθέσεις μετά από 17 ημέ­ρες. Οι Έλληνες εφάρμοζαν την τακτική της «ενεργητι­κής άμυ­νας». Έτσι, όταν έκαναν επίθεση οι Ιταλοί σε ένα ύψωμα, μό­λις έπαυαν τα πυ­ρά υποστήριξης του πυροβολικού και των όλ­μων, δέχο­νταν ξαφνικά την επίθεση των Ελλήνων που ήταν ξεκού­ρα­στοι. Με τις αντε­πι­θέσεις αυτές οι Έλληνες αιφνιδίαζαν τους Ιτα­λούς που υποχω­ρούσαν.

Ο Μουσολίνι έμεινε 18 μέρες στην Αλβανία και μετά την απο­τυχία της εαρινής επίθεσης έφυγε απογοητευμένος. Μέχρι τότε, λό­γω της δυ­σμενούς εξέλιξης του πολέμου στην Αλβανία, άλλαζε κάθε τό­σο τους στρατηγούς του μετώπου. Κατά σει­ράν είχαν χρησιμο­ποιη­­θεί ο Πράσκα, ως στρατηγός της εισβολής και έπειτα ο Σοντού. Την εαρι­νή επί­θεση οργάνωσε ο Καμπαλέρο που είχε αναλάβει στις 30/12/1940.

Οι Ιταλοί είχαν περισσότερα σύγχρονα όπλα, όπως άρματα και αερο­­πλάνα. Η έλλειψη αρμάτων από την ελ­λη­­νική πλευρά οδήγησε στην επιλογή των βουνών ως πεδίο προώ­θη­σης και μάχης. Οι ελληνικοί όλμοι και το ορειβατικό πυ­ρο­βολικό έκαναν πο­λύ καλή δουλειά. Στην εαρινή επίθεση η ελληνική πλευρά είχε 5.200 απώ­­λειες (1.200 νεκρούς και 4.000 τραυματίες), ένα­ντι 12.000 συνολικά Ιτα­λών —νεκρών και τραυματιών— σύμφωνα με στοιχεία του Καμπαλέ­ρο. Όμως, στον πόλεμο αυτόν υπήρχαν πολλά θύματα από κρυο­πα­­γή­μα­τα πέραν των θυμάτων από τα όπλα της εποχής.

Θάνατος του Ι. Μεταξά

Στις 29/1/1941 πέθανε ο Ι. Μεταξάς μετά από ασθένεια δέκα ημερών που είχε κρατηθεί μυστική. Η αιτία θανάτου ήταν ­περιαμυγ­δαλικό­ από­στημα, το οποίο αν και διανοίχθηκε (ίσως με καθυστέρηση) δεν ιάθηκε­. Η κατά­στα­ση χειρο­τέ­ρευ­σε επει­δή συνυπήρχε σακχαρώδης διαβήτης και εξε­λίχθηκε σε ση­ψαι­μία και νε­φρι­κή ανεπάρκεια. Ο θάνατος από περιαμυγδαλικό απόστημα σε εποχή άνευ αντιβιοτικών ήταν δύσκολο να αποφευχθεί.2 Ο ελλη­νικός λαός που πληροφορήθηκε από το ραδιόφωνο και τις εφη­με­­ρίδες τον θάνατο του Μεταξά κυ­ριο­λεκτικά πάγωσε. Είχε ένα αίσθημα σι­­γου­ριάς με αυτόν τον ηγέτη μετά το μεγάλο «ΟΧΙ» με το οποίο είχε ταυ­τιστεί. Ένιωσε να χάνει τον προστάτη του και κυριολεκτικά σύσσω­μος παρα­κο­λού­θησε στην Αθήνα την κηδεία του. Ο Μεταξάς δεν είχε λαϊ­κό έρεισμα και έπαιρ­νε μικρό ποσοστό ψήφων στις εκλογές. Όμως πα­ρά την αντί­θεση στη δικτατορία, ο λαός μετά το ΟΧΙ είχε ταχ­θεί στο πλευ­ρό του απέναντι στην επίθεση της Ιταλίας και εφάρμοσε το ΟΧΙ στην πράξη με μοναδικό τρό­πο που προκάλεσε τον θαυμασμό σε φί­λους και εχθρούς. Ο Μίκης Θε­ο­δωράκης περιέγραψε ότι στην Τρί­πολη την ημέ­ρα της κηδείας του Με­τα­ξά ακούγονταν κλάματα του κόσμου από μεγά­λη απόσταση. Ο ιστορικός συγγραφέας ­Ζαούσης­ γράφει: «[…]η λύ­­πη για τον θάνατο ενός δικτάτορα ποτέ δεν υπήρξε τόσο αυθε­ντική[…] η κη­δεία του Μεταξά ήταν πραγ­μα­τικά και όχι φραστικά πάν­δη­μη». Ο ναύαρ­χος Αλ. Σακελλαρίου γράφει για τον Μεταξά ότι: «[…]παρά τα ελατ­τώ­ματά του και τα τυχόν σφάλματά του ήταν μια από τις ισχυρότερες διάνοιες που εγνώρισε­ ποτέ ο τόπος». Στο Λονδίνο τα κυβερνητικά κτήρια έβαλαν μεσί­στιες τις σημαίες συμ­με­τέ­χοντας έτσι στο πένθος των Ελλήνων, όπως είχαν κάνει και για τον Γάλλο στρατηγό Φος­.

Ο Παν. Κανελλόπουλος έγραψε για τον Ι. Μεταξά ο οποίος μάλιστα τον είχε εξορίσει: «Πρέπει να είμεθα χωρίς άλλο ευγνώμονες εις τον Ιωάννην Με­ταξά, διότι είπεν ολομόναχος στο σκοτάδι της νυκτός το μέγα ΟΧΙ».

Ο βασιλιάς Γεώργιος —γνωρίζοντας ότι πεθαίνει ο Μεταξάς— είχε προ­­ετοιμαστεί και χωρίς καθυστέρηση διόρισε πρωθυπουργό τον νομικό και τραπεζίτη Αλ. Κορυζή προς μεγάλη έκπληξη πολ­λών στρατιωτικών, αλ­­λά και των πολιτών. Η επιλογή του Κορυ­ζή δεν αντιπροσώπευε ένα ίσο μέγεθος, αλλά η αλήθεια είναι ότι δεν υπήρχε διαθέσιμη και πρόθυμη αντίστοιχη προ­σω­πικότητα. Ο Κορυζής ήταν έντιμος άνθρωπος, αλλά δεν είχε τη στόφα ηγέτη και σε σύγκριση με τον αποθανόντα Μεταξά φαινόταν πολύ λίγος.

Όμως, με τον θάνατο του Μεταξά, ενώ τερμάτισε τον βίο του το προσωποπαγές καθεστώς της 4ης Αυγούστου, δεν απο­κα­τα­στά­θηκε ο κοινοβουλευτισμός και παρέμενε σε εκκρεμότητα η θέση του βα­σι­λιά Γεωργίου, ο οποίος είχε ανεχθεί την εκτροπή και συνέβαλε στη δι­κτα­τορία. Η Ελλάδα για να μεταβεί από την ανωμαλία στην ομα­λότητα θα περνούσε —δυστυχώς— μέσα από τις συμπληγάδες πέτρες του Εμφύ­λιου Πολέμου. Ακόμη και ο ίδιος ο Μεταξάς έγραψε στο ημερολόγιό του ότι «αν πέσει η δικτατορία θα ακολουθήσει το χάος».

Κινήσεις για συνθηκολόγηση με μεσολάβηση Γερμανίας

Πριν ακόμη από τον θάνατο του Μεταξά άρχισαν κάποιες παρα­σκη­­­νια­κές κινήσεις για συνθηκολόγηση με την Ιταλία, με τη μεσο­λά­βη­ση της συμ­μάχου της Γερμανίας. Η λογική των προτάσεων ήταν ότι η Ελλάδα θα κρατούσε τη Βό­ρεια Ήπειρο και η Ιταλία θα μετέφερε τον στρατό της από την Αλβανία στη Β. Αφρική. Η προσπάθεια δεν ευοδώθηκε ή δεν ξεκίνησε εγκαίρως, ώστε να μπορεί να προ­λά­βει την απόφαση του Χίτλερ για την επίθεση στην Ελλάδα. Το σχέ­διο «Μαρίτα», όπως ονομάστηκε η επιχείρηση εναντίον της Ελ­λά­δας, είχε πλέον δρο­μολογηθεί.

Οι επιστολές Ζαχαριάδη και η στάση του ΚΚΕ στον πόλεμο

Ο γενικός γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ ευρισκό­μενος στα κρατητήρια της Ασφάλειας έστειλε επιστολές στον Μα­νιαδάκη και στον Μεταξά. Στην πρώτη επιστολή της 31ης Οκτω­βρίου 1940 έγραφε με­­ταξύ άλλων: «Στον πόλεμο αυτό που τον διευ­θύνει η κυβέρνηση Με­ταξά, όλοι μας πρέπει να δώσουμε όλες μας τις δυνάμεις, δίχως επι­φύ­λαξη». Στη δεύτερη επιστολή που στάλ­θηκε στις 26 Νοεμβρίου 1940 ο Ζα­­χα­ριάδης άλλαξε στάση και ζη­τούσε να σταματήσει η Ελλάδα τον πό­λε­μο με την Ιταλία και να επιδιώξει τη μεσολάβηση της Σοβιετικής Ένω­σης για την ειρήνευση, καθώς και ο στρατός μας να επι­στρέψει στα σύ­νορα. Η αλλαγή γραμμής ίσως οφείλεται στο ότι ίσχυε ακό­μη το σύμ­φωνο Μολότοφ-Ρίμπεντροπ. Μια τρίτη επιστολή απηύ­θυνε ο Ζαχα­ριά­δης στους δικούς του, κατηγορώντας τους για απόκλιση από τη γραμμή του κόμματος.

Στο στρατόπεδο της Ακροναυπλίας, είχαν φυλακιστεί από τον Μα­­νια­­δάκη περίπου 600 μέλη του ΚΚΕ. Ανάμεσά τους βρίσκονταν πολλά ηγε­­τικά στελέχη του κόμματος. Περιέργως όταν οι φύλακες της Ακρο­ναυ­­πλίας είχαν αφοπλιστεί από τους Ιταλούς, οι φυλα­κι­σμένοι Κομ­μου­νιστές με εντολή του Γ. Ιωαννίδη (Νο 2 του ΚΚΕ) δεν επιχείρησαν να αποδράσουν! Όταν οι Βούλγαροι ζήτησαν να απε­λευ­θε­ρω­θούν οι σλαβόφω­νοι της Ακροναυπλίας, μαζί με αυτούς απε­λευ­θε­ρώ­θη­κε και ο Ανδρέας Τζή­μας, ο οποίος έπειτα είχε ηγετικό ρόλο στην αντιστασιακή οργάνωση ΕΑΜ.

Συζητήσεις και διαφωνίες με Βρετανούς

Ο Χίτ­λερ μέσω δια­φό­ρων «ταχυ­δρό­μων», απειλούσε ότι θα εισβάλει στην Ελλάδα, αν αυτή δεχθεί στρα­τιωτική βοήθεια από τη Μ. Βρετανία. Σε συσκέψεις με τον στρατηγό Ουέιβελ­ στις 13 Ιανουαρίου του 1941 ο Μεταξάς διαβεβαίωσε τους Βρετανούς πως η Ελλάδα—αν δεχόταν επί­θεση— θα πολεμούσε και τους Γερμανούς. Ο Με­ταξάς ανέφερε με έμφαση ότι θα δε­χόταν οποιασδήποτε έκτα­σης βρε­τα­νική βοήθεια, μόλις οι Γερμανοί περ­νούσαν τον Δούναβη ή τα σύνορα με τη Βουλγαρία. Άλλη μια παρά­μετρος στο στρα­τη­γι­κό σκάκι των Βαλ­­κανίων ήταν η στάση της Γιουγκοσλαβίας,­ στην οποία υπήρχε πολιτική αστάθεια.

Τον Φεβρου­άριο ­έγιναν νέες συσκέψεις Βρετανών με την ελληνική πλευρά. Στις 2 Μαρτίου ο Ήντεν­ επέστρεψε στην Αθήνα από την Άγκυρα, όπου ήπιε το πικρό πο­τήρι της ουδετερότητας της Τουρκίας, και ζήτησε να εκκενωθεί από στρατό αμέσως η Ανα­το­λι­κή Μα­κεδονία και Θράκη, για να σχηματιστεί η νέα γραμμή άμυ­­νας στον Αλιάκμονα. Οι Έλληνες επιτελείς διαφώνησαν. ­­Ο Παπάγος ζητούσε να απο­βι­βαστούν βρε­τα­νι­κές δυνάμεις στη Θεσσαλονίκη και αυτές να ενισχύσουν την άμυ­να των συ­νό­ρων προς Βουλγαρία και Γιουγκοσλαβία. Οι Βρε­τα­νοί αντιδρούσαν γιατί δεν διέθεταν δυνάμεις. Τελικώς ο Πα­­πάγος δέ­χθηκε να σχηματιστεί μια δεύ­τερη γραμμή άμυνας από Έλ­ληνες και Βρε­τανούς χωρίς να κε­νω­θούν τα οχυρά. Για σίγουρη άμυνα αν προ­χω­ρούσαν νικηφόρα οι Γερμανοί θα ίσχυε η «γραμμή του Αλιάκ­μονα». Εκεί θα συγκε­ντρώ­νονταν δυο νέες ελληνικές μεραρχίες, δυο βρε­τανικές με­ραρ­­χίες (αυστραλέζικη και νεοζηλανδική) και μια βρετανική ταξιαρχία τε­­­θω­ρακισμένων. Ο Παπάγος δεν δέχθηκε να αδυνατίσει η θέση του στρατού στην Αλβανία ούτε να εγκαταλειφθεί η γραμμή Μεταξά, γιατί θα έπεφτε το ηθικό του ελληνικού στρατού. Στις 7 Μαρτίου τα πρώτα βρετανικά στρα­τεύματα απο­­βι­βάστηκαν στα λιμάνια του Πειραιά και του Βόλου. Τότε οι Γερμανοί ετοιμάζονταν να καταλάβουν την Ελλάδα, για να βοηθήσουν στην αποτυχημένη μέχρι τότε προσπάθεια του Μουσολίνι. Η επίθεση των Γερμανών ξεκίνησε χωρίς προειδοποίηση στις 6 Απριλίου του 1941. Η Ελλάδα αμύνθηκε όσο ήταν δυνατό επί 52 ημέρες. Στη γραμμή Μεταξά φονεύθηκαν περισσότεροι Γερμανοί από όσους έχασαν τη ζωή τους σε όλη τη Γιουγκοσλαβία. Αλλά αυτή η φάση του πολέμου μπορεί να παρουσιαστεί με άλλη ευκαιρία.

1 Για την ενίσχυση του στρατού με ρουχισμό λειτούργησε στη διάρκεια του πολέμου ο ορ­γανισμός «Η φανέλα του Στρατιώτη» με εθελόντριες (ιδρύθηκε το 1939 στην Αθήνα).

2Έκτοτε κυκλοφό­ρη­σαν πολλές ανυ­πόστατες φήμες για τον θάνατο του Μεταξά, μεταξύ των οποίων ότι τον δο­λο­φόνησαν οι Άγγλοι που βέβαια είναι προϊόν φαντα­σίας.

Επίμετρο

Η προετοιμασία της Ελλάδας για πόλεμο και η απάντησή της με το ΟΧΙ του Μεταξά και με τον παλλαϊκό πόλεμο1 που ακολούθησε στην επίθεση της Ιταλίας, είναι από τα ιστορικά γεγονότα, για τα οποία μπορεί να είμαστε οι Έλληνες υπερήφανοι. Τα τελευταία χρόνια γίνεται προσπάθεια από την Αριστερά να παύσει ο εορτασμός της 28ης Οκτωβρίου και να αντικατασταθεί από «γιορτές απελευθέρωσης», με επιχείρημα ότι όλες οι Ευρωπαϊκές χώρες γιορτάζουν την απελευθέρωσή τους και όχι την έναρξη του πολέμου. Όμως σε εκείνες τις μέρες μόνο η Ελλάδα αντέταξε ισχυρή άμυνα και απαιτήθηκαν συνολικά 7 μήνες για την κατάληψή της, με συμμετοχή μάλιστα εκτός από την Ιταλία και της Γερμανίας με την πανίσχυρη στρατιωτική μηχανή της. Οι ευρωπαϊκές χώρες δεν μπορεί να είναι περήφανες για την αντιμετώπιση του «άξονα», όταν ο Χίτλερ τις κατακτούσε μέσα σε λίγες μόνο μέρες. Πώς να γιορτάσουν τα ευρωπαϊκά κράτη την αρχή του πολέμου που γι’ αυτές τις χώρες είναι ιστορία ηττών;

Η προσπάθεια της Αριστεράς να παύσει να εορτάζεται το ΟΧΙ του 1940 οφείλεται στο ότι ο πρωθυπουργός του ΟΧΙ ήταν ο Ι. Μεταξάς, ο οποίος είχε εκμηδενίσει τότε τους κομμουνιστές, αφενός με τα ευφυή αστυνομικά μέτρα του υπουργού του Ι. Μανιαδάκη, αλλά και χάρη στα κοινωνικά φιλολαϊκά μέτρα που είχε λάβει. Ήταν βέβαια δικτάτωρ και αυτό δεν μπορούμε να το αλλάξουμε. Αυτό όμως δεν αποτελεί δικαιολογία για να αποσιωπούμε την ιστορική συμβολή του στο ένδοξο έπος του 1940 και να επικρατούν ιστορικά ψεύδη. Όμως, η Αριστερά έχει στόχο τη φαλκίδευση της ιστορίας με την προβολή ιστορικών ψευδών, όπως για παράδειγμα με μια απαράδεκτη αναθηματική πλάκα του Δήμου Θεσσαλονίκης (από τη δημαρχία Ι. Μουτάρη το 2016) που εκθειάζει τον «αντιστασιακό ΕΛΑΣ» για την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης!!! Πώς όμως μπορεί να θεωρηθεί ότι γίνεται «απελευθέρωση» μιας πόλης ήδη ελεύθερης, καθότι έχει αποχωρήσει από την πόλη και ο τελευταίος Γερμανός στρατιώτης ένα 24ωρο πριν από την είσοδο των ανταρτών; Η Θεσσαλονίκη είχε απελευθερωθεί με την οικειοθελή αποχώρηση των Γερμανών λόγω της πορείας του πολέμου και δεν υπήρξε ήττα των Γερμανών από τον ΕΛΑΣ που οδήγησε στην απελευθέρωσή της. Για σύγκριση θυμηθείτε το 1912, τότε που η Θεσσαλονίκη παραδόθηκε με έγγραφη συμφωνία, αφού είχαν προηγηθεί σκληρές μάχες στο Σαραντάπορο και τα Γιαννιτσά. Η παράδοση υπογράφηκε από τον Οθωμανό διοικητή Ταχσίν πασά και τους επιτελείς του αρχιστρατήγου (τότε διαδόχου) Κωνσταντίνου, Β. Δούσμανη και Ι. Μεταξά, με τη συμμετοχή του διπλωματικού υπαλλήλου (τότε δεκανέα) Ίωνα Δραγούμη, ο οποίος έγραψε στα γαλλικά τη συμφωνία. Αυτή μάλιστα, ήταν όντως «απελευθέρωση» από την οθωμανική κατοχή της ιστορική πόλης της Θεσσαλονίκης. Για άλλη απελευθέρωση μεταγενέστερα δεν είναι δυνατόν να επαίρεται κανείς. Είμαστε όμως υπερήφανοι για το ΟΧΙ της 28ης Οκτωβρίου και αυτήν γιορτάζουμε με εθνική ανάταση.

1 Εκτός από το μέτωπο στην Αλβανία με τον στρατό, λειτούργησε στις πόλεις αεράμυνα με Έλληνες κάποιας ηλικίας, συμμετείχαν γυναίκες σε νοσηλευτικές υπηρεσίες, έγιναν μεταφορές εφοδίων από τις Ηπειρώτισσες, και λειτουργούσαν ομάδες ατόμων που συνέλεγαν και έστελναν ρουχισμό και δώρα στους στρατιώτες.

https://www.antibaro.gr/article/31453

Δεν υπάρχουν σχόλια: