Πέμπτη 16 Σεπτεμβρίου 2021

ΑΓΙΟΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ ΠΕΝΤΑΠΟΛΕΩΣ Ο ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ: Επιλογή από την ζωή και την διδασκαλία του.


 Α. Ὁ βίος τοῦ ἁγίου

 Ὁ ἅγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως γεννήθηκε στή Σηλυβρία τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης τό 1846. Ἦταν τό πρῶτο ἀπό τά ἑπτά παιδιά τοῦ Δημοσθένη καί τῆς Βασιλικῆς Κεφαλᾶ. Τό βαπτιστικό του ὄνομα ἦταν Ἀναστάσιος καί ἀνατράφηκε ἀπό τήν οἰκογένειά του ἐν παιδείᾳ καί νουθεσίᾳ Κυρίου. Στήν ἰδιαίτερη πατρίδα του τελειώνει τό δημοτικό καί τό σχολαρχεῖο. Ὡς παιδί, κάθε φορά πού πηγαίνει στήν Ἐκκλησία ἐντυπώνει καί θυμᾶται ὅσα ἀκούει ἐκεῖ.

Τό 1860 πηγαίνει στήν Κωνσταντινούπολη καί ἐργάζεται στήν ἀρχή σέ ἀποθήκη καπνῶν καί κατόπιν ὡς παιδονόμος στό σχολεῖο τοῦ μετοχίου τοῦ Παναγίου Τάφου. Κατόπιν, ἔχοντας συστατική ἐπιστολή ἀπό τόν διευθυντή τοῦ σχολείου, πηγαίνει στή Χίο ὅπου ἐργάζεται ὡς δάσκαλος καί ἱεροκήρυκας στό χωριό Λιθί. Τό 1876 κείρεται μοναχός στή Νέα Μονή τῆς Χίου, ὅπου συνεχίζει νά ἐργάζεται ὡς δάσκαλος καί γραμματέας. Τό 1877 χειροτονεῖται διάκονος καί λαμβάνει τό ὄνομα Νεκτάριος.

Τό 1881 λαμβάνει ἀπολυτήριο λυκείου καί γράφεται στή θεολογική σχολή τοῦ πανεπιστημίου Ἀθηνῶν ἀπό ὅπου λαμβάνει πτυχίο τό 1885. Ἕνα μήνα μετά τή λήψη τοῦ πτυχίου του φθάνει στήν Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου μετά ἀπό πρόσκληση τοῦ πατριάρχου Σωφρονίου καί ἐντάσσεται στήν ὑπηρεσία τοῦ πατριαρχείου, χειροτονεῖται πρεσβύτερος τό 1886 καί ὑπηρετεῖ μέ ὑποδειγματική ἀφοσίωση προσφέροντας ἀνεκτίμητο ἔργο. Τό 1889 χειροτονεῖται τιτουλάριος μητροπολίτης Πενταπόλεως.

Οἱ σπάνιες ἀρετές του ὁδηγοῦν ἀρκετούς πιστούς νά τόν σέβονται καί νά θέλουν νά γίνει ὁ νέος πατριάρχης, ὅταν θά ἀποβιώσει ὁ Σωφρόνιος. Ὅλα αὐτά ὅμως δέν ἀρέσουν σέ κάποιους μέσα ἀπό τό πατριαρχεῖο καί ἀρχίζουν νά τόν φθονοῦν καί νά διαδίδουν συκοφαντικά, ὅτι ὁ Νεκτάριος θέλει νά ἐκτοπίσει τόν Σωφρόνιο καί νά τόν διαδεχθεῖ ὅσο ἐκεῖνος ζῆ. Οἱ συκοφαντίες αὐτές ἔχουν ὡς ἀποτέλεσμα νά τίς πιστεύσει ὁ πατριάρχης καί τό Μάϊο τοῦ 1890, δεκαέξι μόλις μῆνες μετά τή χειροτονία τοῦ Νεκταρίου σέ ἐπίσκοπο, νά τοῦ στείλει μία ἐπιστολή μέ τήν ὁποία τοῦ ἀνακοινώνει, χωρίς νά ἔχει δικασθεῖ, ἀπολογηθεῖ καί καταδικασθεῖ, ὅτι τόν παύει ἀπό ὅλες τίς ὑπεύθυνες θέσεις τίς ὁποῖες τοῦ εἶχε ἀναθέσει. Δύο μῆνες μετά τόν καλεῖ μέ ἄλλη ἐπιστολή του, καί πάλι χωρίς καμμία δίκη, νά ἐγκαταλείψει τήν Αἴγυπτο καί νά φύγει στό ἐξωτερικό. Ἔτσι τόν Ὀκτώβριο τοῦ ἴδιου ἔτους ὁ ἅγιος ἐγκαταλείπει τή χώρα ὁριστικά καί ἔρχεται στήν Ἀθήνα. Ἡ ἀδικία τήν ὁποίαν ἔχει ὑποστεῖ, τόν ὁδηγεῖ στήν ἀπόφαση νά μονάσει γιά πάντα στό Ἅγιον Ὄρος καταφεύγοντας στήν προστάτιδά του Κυρία Θεοτόκο. Ὅμως ὁ μητροπολίτης Πατρῶν Ἱερόθεος τόν συμβουλεύει νά παραμείνει στόν κόσμο, ὥστε μέ τή διδασκαλία του νά προσφέρει πνευματική στήριξη στούς συνανθρώπους του. Ὁ ἅγιος ὑπακούει καί παραμένει στήν Ἀθήνα, ἄν καί δυσκολεύεται νά ἐπιβιώσει ἔχοντας ὡς μοναδικό εἰσόδημα κάποιες ἱεροτελεστίες τίς ὁποῖες τοῦ ἔχει παραχωρήσει ὁ ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Γερμανός. Τό 1891 διορίζεται ἱεροκήρυκας τοῦ νομοῦ Εὔβοιας. Δυστυχῶς ὁ φθόνος καί ἡ συκοφαντία ἀπό μέρους κληρικῶν δέν λείπουν καί ἀπό ἐκεῖ, ὅταν οἱ πιστοί ἀπό τήν Εὔβοια ἐκφράζουν ἐγγράφως τήν ἐπιθυμία νά ἐκλεγεῖ μητροπολίτης τους ὁ ἅγιος, ἀφοῦ ἡ μητρόπολη ἔχει χηρεύσει. Ὁ ἅγιος τελικά δέν ἐκλέγεται μητροπολίτης καί συνεχίζει νά ὑπηρετεῖ ὡς ἱεροκήρυκας, μέχρι τό 1894 ὁπότε διορίζεται διευθυντής τῆς Ριζαρείου Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς. Ὡς διευθυντής εἶναι ὑποδειγματικός καί πρωτοπόρος καί ἡ μνήμη του ὁδηγεῖ τά βήματα τῆς σχολῆς μέχρι σήμερα. Τό 1899-1900 μεταβαίνει δύο φορές στήν Αἴγυπτο καί μετέχει κανονικά στήν ἐκλογή τοῦ νέου πατριάρχη, διότι οὐδέποτε ἔχει διωχθεῖ νόμιμα ἀπό τή θέση του. Ἀρκετοί πιστοί θέλουν νά εἶναι ὑποψήφιος πατριάρχης, ἀλλά λόγῳ τῶν μεθοδεύσεων διαφόρων κληρικῶν δέν τό ἐπιτυγχάνουν. Γυρίζει στήν Ἀθήνα ὑπηρετεῖ στή θέση τοῦ διευθυντῆ μέχρι τό 1908, ὁπότε παραιτεῖται καί μεταβαίνει στήν Αἴγινα, στή γνωστή μας μονή Ἁγίας Τριάδος, τήν ὁποία ἔχει ὁ ἴδιος ἀρχίσει νά ἀναδιοργανώνει ἀπό τό 1904. Ἐκεῖ ἐργάζεται ἄοκνα γιά τήν πνευματική στήριξη τοῦ λαοῦ, ὅμως κι ἐδῶ δέν λείπει ἡ συκοφαντία καί μάλιστα ἕνα χρόνο πρίν ἀπό τήν κοίμησή του κι ἐνῷ εἶναι ἤδη καρκινοπαθής. Ὁ ἅγιος ἀθωώνεται καί τό πρόσωπο τό ὁποῖο τόν συκοφάντησε τιμωρεῖται. Μία ὅμως πικρία συνοδεύει τόν ἅγιο μέχρι τήν κοίμησή του τό 1920: ὁ μητροπολίτης τῆς Αἴγινας ἀρνεῖται νά ἀναγνωρίσει τό μοναστήρι. Ἡ κοίμησή του ἔρχεται στίς 9 Νοεμβρίου 1920 στό Ἀρεταίειο Νοσοκομεῖο Ἀθηνῶν. Τό δωμάτιό του εἶναι σήμερα παρεκκλήσιο. Ἐπανειλημμένως ἔχουν θεραπευθεῖ πιστοί ἐπικαλούμενοι τή μεσιτεία τοῦ ἁγίου. Ἡ μνήμη του εἰσήχθη στό ἑορτολόγιο τό 1961. Τό συγγραφικό του ἔργο εἶναι μεγάλο καί πολύτιμο γιά τήν πνευματική οἰκοδομή τῶν πιστῶν.

  

Β. Ἀποσπάσματα ἀπό τό ἔργο τοῦ ἁγίου

 

1. Ἡ ἀξία τῆς ἑλληνικῆς φιλοσοφίας

 Ἑλληνική φιλοσοφία. Δύο λέξεις· ἀλλά λέξεις γεμάτες ἀπό μεγάλες καί ὑψηλές ἔννοιες. Σ΄ αὐτές περιέχεται ἡ τέλεια ἰδέα γιά τόν ἄνθρωπο· σ΄ αὐτές συγκεντρώνεται τό σύνολο τῆς φιλοσοφικῆς δραστηριότητας. Σ΄ αὐτές περιλαμβάνονται ὅλες οἱ ἐπιστημονικές ἀρχές· σ΄ αὐτές ἐκφράζεται τό πνεῦμα τῆς ἀνεπτυγμένης ἀνθρωπότητας· σ΄ αὐτές χαρακτηρίζεται ἡ τέλεια εἰκόνα τοῦ ἀνθρώπου· σ΄ αὐτές ὁμολογεῖται τό μέγεθος τοῦ ἀνθρωπίνου νοῦ, τό ὕψος τῆς ἀνθρώπινης διάνοιας, τό βάθος τῶν ἐννοιῶν, ἡ δύναμη καί ἡ ὀμορφιά τοῦ λόγου, ἡ λεπτότητα τῶν σκέψεων, ἡ εὐκρίνεια καί ἡ σαφήνειά του, ἡ δύναμη, ἡ χάρη τους καί τέλος ἡ θεϊκότητα τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ἑλληνική φιλοσοφία εἶναι ἡ θεμελιώδης ἀρχή τῆς ἀληθινῆς ἀνάπτυξης καί μόρφωσης· εἶναι ὁ παιδαγωγός τοῦ ἀνθρώπου, ἐκεῖνος πού ὁδηγεῖ πρός τήν εὐσέβεια. Αὐτή ἔγινε δάσκαλος τῆς ἀληθείας διδάσκοντας τόν ἄνθρωπο ποιός εἶναι, ποιά ἡ ἀποστολή του μέσα στόν κόσμο, καί τί πρέπει νά πράττει. Διδάσκει τόν ἄνθρωπο τήν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ, τή σχέση του πρός ἐκεῖνον καί τή σχέση τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο. Διδάσκει ἐπίσης τίς ἰδιότητες τοῦ Θεοῦ καί τή συγγένεια τοῦ ἀνθρώπου πρός τόν Θεό. Ἡ ἑλληνική φιλοσοφία δίδαξε τήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ πρός τήν ἀνθρωπότητα καί ἔγινε μέ τίς ὑγιεῖς της θεωρίες παιδαγωγός τῆς ἀνθρωπότητας εἰς Χριστόν.

 

2. Τί εἶναι ἡ Ἐκκλησία

 Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ ἐπί γῆς ἱδρυμένη βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέγει περί Ἐκκλησίας: "Εἶναι τόπος ἀγγέλων, τόπος ἀρχαγγέλων, βασιλεία Θεοῦ, ὁ ἴδιος ὁ οὐρανός". Σ΄ αὐτήν ἔχει ἐπιφοιτήσει τό Πνεῦμα τό Ἅγιο καί παραμένει γιά πάντα, ὅπως λέγει καί ὁ ἴδιος ὁ Σωτήρας στούς μαθητές του: "καί ἐγώ θά ζητήσω ἀπό τόν Πατέρα μου νά σᾶς δώσει ἄλλο συμπαραστάτη, γιά νά μένει μαζί σας γιά πάντα, τό Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, τό ὁποῖο ὁ κόσμος δέν μπορεῖ νά τό λάβει, διότι δέν τό βλέπει καί δέν τό γνωρίζει. Ἐσεῖς ὅμως τό γνωρίζετε, διότι μένει μέσα σας καί εἶναι μέσα σας". Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ ἐλπίδα, τό καταφύγιο, ἡ παρηγοριά ὅλων ὅσων πιστεύουν στόν Χριστό. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέγει: "ὅπως τά λιμάνια στό πέλαγος, ἔτσι καί τίς ἐκκλησίες στίς πόλεις ἵδρυσε ὁ Θεός, ὥστε νά φεύγουμε ἀπό τήν ταραχή τῶν πραγμάτων τῆς ζωῆς καί νά ἀπολαμβάνουμε γαλήνη. Διότι ἄν καταφύγουμε ἐδῶ, δέν εἶναι δυνατόν νά φοβόμαστε κτυπήματα κυμάτων, οὔτε ἐπίθεση κακούργων, οὔτε τή βία τοῦ ἀνέμου, οὔτε ἐπιθέσεις θηρίων. Διότι εἶναι λιμάνι ἀπαλλαγμένο ἀπό ὅλα αὐτά." Ἐπίσης λέγει: "Μή μένεις μακριά ἀπό τήν Ἐκκλησία, τίποτε δέν εἶναι ἰσχυρότερο ἀπό τήν Ἐκκλησία, εἶναι δυνατότερη ἀπό τήν πέτρα, εἶναι ὑψηλότερη ἀπό τήν οὐρανό, εἶναι πλατύτερη ἀπό τή γῆ."

 

 3. Τί εἶναι ἡ ἱερά παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας

 Ἱερά παράδοση λέγεται στήν Ἐκκλησία ἡ σωζόμενη διδασκαλία τῶν ἁγίων ἀποστόλων, ἡ ὁποία ἔχει παραδοθεῖ σ΄ αὐτήν ἀπό αὐτούς καί σάν κόρη ὀφθαλμοῦ ἔχει διατηρηθεῖ ἀπό αὐτήν ἀναλλοίωτη καί ἔχει φθάσει μέχρι ἐμᾶς. Τήν ἱερή παράδοση κατανοοῦμε ὑπό στενότερη καί ὑπό εὑρύτερη ἔννοια. Καί ὑπό μέν τήν εὑρεία ἔννοια τῆς λέξεως κατανοοῦμε ὡς ἱερά παράδοση τόν γραπτό καί προφορικό λόγο τοῦ θείου ἀποστολικοῦ κηρύγματος, δηλαδή τόν λόγο περί ἀληθείας. Ὑπό δέ τήν στενή ἔννοια τόν ἄγραφο θεῖο λόγο ὁ ὁποῖος ἔχει διαφυλαχθεῖ μέσα στήν Ἐκκλησία. Ἡ ἱερή παράδοση σύμφωνα μέ τήν Ἁγία Γραφή περιλαμβάνει τό σύνολο τῶν οὐσιωδῶν καί γνωστῶν ἐξ ἀποκαλύψεως ἀληθειῶν, οἱ ὁποῖες παραδόθηκαν στήν Ἐκκλησία εἴτε προφορικῶς εἴτε γραπτῶς, ἤ τό ἄθροισμα τῶν ἐξ ἀποκαλύψεως ἀληθειῶν, ὅσες περιλαμβάνουν αὐτά πού πρέπει νά πιστεύουμε καί νά πράττουμε ἤ οἱ θεῖες ἀλήθειες οἱ ὁποῖες ρυθμίζουν στά οὐσιώδη ζητήματα τήν πίστη, τό ἦθος καί τό πολίτευμα τῆς χριστιανικῆς Ἐκκλησίας.

Οἱ Πατέρες καί Διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας πρίν τό σχηματισμό τοῦ κανόνα τῆς Καινῆς Διαθήκης ὀνόμαζαν ἱερή παράδοση τόν γραπτό καί ἄγραφο θεῖο λόγο τοῦ εὐαγγελικοῦ κηρύγματος τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, δηλαδή τό σύνολο τῶν οὐσιωδῶν διδασκαλιῶν περί πίστεως, ἐλπίδος καί ἀγάπης οἱ ὁποῖες ἀποκαλύφθηκαν σ΄ αὐτούς ἀπό τόν Σωτήρα καί τό πανάγιο Πνεῦμα γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Μετά τόν σχηματισμό τοῦ κανόνα τῆς Καινῆς Διαθήκης ὀνόμαζαν ἱερή παράδοση, ὑπό στενότερη ἔννοια, τόν ἄγραφο θεῖο λόγο ὁ ὁποῖος προφορικῶς τηρήθηκε εὐλαβῶς στήν Ἐκκλησία ὡς ἱερή παράδοση ἀναγκαία πρός σωτηρία. Ὑπό τή στενότερη αὐτή ἔννοια χρησιμοποιοῦν τήν ὀνομασία οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ὅσες φορές μέσα στούς κανόνες τῶν ἱερῶν Συνόδων ἤ στά δικά τους συγγράμματα ἀναφέρουν τή λέξη παράδοση. Οἱ ἅγιοι Πατέρες θεωροῦν τήν ἱερή αὐτή Παράδοση ὅπως καί τήν ἁγία Γραφή ὡς καθαρή πηγή, ἀπό τίς ὁποῖες παίρνουμε τά ζωογόνα καί σωτηριώδη τρεχούμενα νερά, τά ὁποῖα παρέχουν αἰώνια ζωή, γι΄ αὐτό καί ἀποδίδουν τό ἴδιο κύρος στή γραπτή καί στήν ἄγραφη παράδοση.

 

4. Tί εἶναι τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας

 Ἡ ἁγία Ἐκκλησία μας ἱδρύθηκε ἀπό τόν Σωτήρα μας Ἰησοῦ Χριστό καί ἔλαβε ἀπό αὐτόν μέσῳ τῶν ἁγίων Μαθητῶν του τῶν Ἀποστόλων κάποιες ἱερές μυστικές τελετές, τίς ὁποῖες ὀνομάζει ἅγια μυστήρια, τά ὁποῖα τελοῦνται μέ σκοπό τή σωτηρία ὅσων πιστεύουν στόν Χριστό. Τά μυστήρια αὐτά τελοῦνται ἀπό τούς ἱερεῖς καί μεταδίδουν μέ αἰσθητά σημάδια τίς δωρεές τοῦ ἁγίου Πνεύματος μέ μυστικό τρόπο.

 

5. Τό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας

 Ἡ Θεία Εὐχαριστία εἶναι μυστήριο κατά τό ὁποῖο διά τοῦ ἄρτου καί τοῦ οἴνου ἀληθινά μεταδίδεται σέ ὅσους μεταλαμβάνουν τό σῶμα καί αἷμα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι παρών στό μυστήριο. Τό μυστήριο τῆς Εὐχαριστίας λέγεται "λειτουργία", διότι ὁ κάθε ἱερέας τελεῖ καί κάθε τέλεση τοῦ μυστηρίου προσφέρεται ὑπέρ ὁλοκλήρου τοῦ πιστοῦ λαοῦ καί ὑπέρ ὅλων τῶν ζώντων καί τῶν ἐν Χριστῷ κεκοιμημένων.

Τήν λειτουργία αὐτή τήν ἐτέλεσε πρῶτος ὁ τέλειος καί μοναδικός ἅγιος Ἀρχιερέας, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ὁ ὁποῖος προσέφερε τόν ἑαυτό του θυσία στόν Θεό καί Πατέρα καί ἔγινε ὁ ἴδιος θύτης καί θῦμα. Ἡ λειτουργία λέγεται καί διακονία, ὑπηρεσία, ὑπουργία, ἱερουργία. Λέγεται ἀκόμη θυσία ἀναίμακτη, προσφορά καί λατρεία λογική, τίμια δῶρα καί ἁγία κοινωνία.

 

6. Τί εἶναι ἡ μετάνοια

 Ἡ μετάνοια εἶναι μυστήριο, διά τοῦ ὁποίου ἐκεῖνος πού μετανοεῖ γιά ὅσα ἔχει ἁμαρτήσει, ἐξομολογεῖται σ΄ ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος ἔχει ὁρισθεῖ ἀπό τήν Ἐκκλησία πνευματικός καί ἔχει λάβει τήν ἐξουσία νά δένει καί νά λύνει ἁμαρτήματα καί παίρνει ἀπό αὐτόν τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν του καί συμφιλιώνεται μέ τόν Θεό πρός τόν ὁποῖο ἁμάρτησε.

Ἡ μετάνοια εἶναι λουτρό καθαρισμοῦ τῶν ἁμαρτημάτων μας καί ἐπάνοδος ἀπό τήν ἀφύσικη κατάσταση στή φυσική καί ἀπό τόν διάβολο πρός τόν Θεό μέσῳ ἀσκήσεως καί πόνων καί ἠθελημένη ἐπιστροφή ἀπό τά παραπτώματα στό ἀντίθετό τους τό ἀγαθό. Ἡ μετάνοια σημαίνει μεταμέλεια καί ἀλλαγή τῆς γνώμης. Γνωρίσματα τῆς μετάνοιας εἶναι ἡ συντριβή τῆς καρδιᾶς, τά δάκρυα, ἡ ἀποστροφή γιά τήν ἁμαρτία καί ἡ ἀγάπη γιά τό ἀγαθό. Ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ ἐγκαταλείπει τόν ἀμετανόητο ἄνθρωπο, διότι αὐτός περιφρόνησε τόν πλοῦτο τῆς καλοσύνης, τῆς ὑπομονῆς καί τῆς μακροθυμίας τοῦ Θεοῦ.

 

7. Ὁ ἔμφυτος ἠθικός νόμος

             Ὁ ἠθικός νόμος εἶναι ἔμφυτος στόν ἄνθρωπο καί ἐκδηλώνεται ὡς διάθεση πού γεννιέται μαζί μέ τόν ἄνθρωπο καί τόν ὁδηγεῖ στό ἀγαθό, τό ἀληθινό, τό δίκαιο. Ἡ συνείδηση φανερώνει ἐπίσης ὅτι αὐτή ἡ διάθεση καί κλίση πρός τό ἀγαθό, τό ἀληθινό, τό δίκαιο γεννιέται μαζί μέ τόν ἄνθρωπο, διότι εἶναι ἤσυχη ὅταν ὁ ἠθικός νόμος τηρεῖται καί ξεσηκώνεται καί διαμαρτύρεται ὅταν αὐτός παραβιάζεται. Μέ τήν τήρηση τοῦ ἠθικοῦ νόμου ἡ ψυχή χαίρεται, μέ τήν παραβίασή του θλίβεται. Ὅσοι τηροῦν τόν ἠθικό νόμο γίνονται εὐτυχισμένοι καί χαρούμενοι, ὅσοι τόν παραβαίνουν καταντοῦν στήν ἀθλιότητα καί γίνονται δυστυχισμένοι καί θλιμένοι. Ὁ ἠθικός νόμος ὁδηγεῖ στήν τελειότητα καί στήν ἁγιότητα καί ἀναδεικνύει τόν ἄνθρωπο ὡραῖο, λαμπρό καί ὅμοιο μέ τόν Θεό. Ὁ ἠθικός νόμος ἐλευθερώνει ἀπό τή δουλεία τῶν παθῶν καί ἀναδεικνύει ὅσους τόν τηροῦν ἠθικῶς ἐλεύθερους. Ὁ ἠθικός νόμος εἶναι ἡ ὁδός πού ὁδηγεῖ στήν ἀληθινή καί αἰώνια ζωή. Ὅσοι τόν τηροῦν ἔχουν τό νοῦ φωτισμένο καί τήν καρδιά καθαρή. Ὅποιος τηρεῖ τόν ἠθκό νόμο γίνεται φίλος τοῦ Θεοῦ καί προστατεύεται ἀπό τή Θεία Χάρη. Ὅποιος τόν τηρεῖ διώχνει τούς φόβους καί εἶναι ξένος πρός αὐτούς.

 

 8. Tί εἶναι ἡ ἀμέλεια

 Ἡ ἀμέλεια εἶναι ἡ ρίζα τῶν κακῶν, λέγει ὁ Ἐπίκτητος. Αὐτή παραλύει τή δύναμη τῆς ψυχῆς, αὐτή φέρνει τήν ἀδιαφορία, αὐτή γεννᾶ τήν ἀνία, αὐτή σκοτίζει τόν νοῦ, αὐτή ἐλαττώνει τήν ἰκανότητα τῆς διάνοιας, αὐτή ἐξασθενίζει τό ἠθικό κάλλος, αὐτή σπείρει ζιζάνια στήν καρδιά, αὐτή μειώνει τήν ἀξία τοῦ ἀνθρώπου, αὐτή νικᾶ τίς ἠθικές του δυνάμεις, αὐτή διώχνει τίς ἀρετές, αὐτή ὑποδέχεται τίς κακίες, αὐτή διώχνει τήν εἰρήνη ἀπό τήν ψυχή, αὐτή εἰσάγει τήν ταραχή, αὐτή ἀποκρούει τήν εὐτυχία. Ὁ ἀμελής εἶναι δυστυχής ἄνθρωπος, μόνος αὐτός στόν κόσμο τῆς ζωῆς ἀποτελεῖ ἐξαίρεση. Διότι ἐνῶ ζῆ στερεῖται τή ζωή. Διότι ἐνῶ τά πάντα, ἀπό τά μεγαλύτερα μέχρι τά μικρότερα, κινοῦνται καί δροῦν, ἐνεργοῦν, βαδίζουν, ἐργάζονται, ἐκπληρώνουν τά καθήκοντά τους, ἐκτελοῦν τήν ἀποστολή τους, μόνον ὁ ἀμελής μένει ἀργός καί στάσιμος καί ἀρνεῖται τά καθήκοντά του πρός τόν ἑαυτό του, πρός τόν Θεό καί πρός τήν ἀνθρωπότητα. Ὁ ἀμελής εἶναι βάρος τῆς γῆς καί ἐνῶ ζῆ ἔχει πεθάνει. Ἀντίθετα, ἡ ἐπιμέλεια νικᾶ ὅλες τίς δυσκολίες καί ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο στό δρόμο τῆς εὐτυχίας. Νά εἶσαι ἐπιμελής καί νά κοπιάζεις ὅσο εἶσαι νέος, γιά νά μή μετανοιώνεις ὕστερα μάταια.

 

             9. Τί εἶναι ἡ φιλία

             Φιλία εἶναι ἡ ἀγάπη μιᾶς ὑγιοῦς ψυχῆς πρός ὑγιή ψυχή. Ἡ φιλία, ἐπειδή προέρχεται ἀπό ὑγιή ψυχή, εἶναι ἱερή, ἁγνή, ἀκέραιη, πιστή, σταθερή, εἰλικρινής, θαρρετή, ἀληθινή, αἰώνια. Ἡ φιλία εἶναι ἀρετή, διότι βασίζεται στό ἦθος καί στήν καλή ἀνατροφή τῆς ὑγιοῦς ψυχῆς, διότι μόνο μέ τήν ἀρετή συνεργάζεται καί μόνο αὐτήν ἀγαπᾶ καί αὐτήν υἱοθετεῖ καί μ΄ αὐτήν παραμένει αἰώνια.

            Τρία εἶναι τά εἴδη φιλίας, ἡ σύμφωνη μέ τήν ἀρετή, ἐκεῖνη πού  ἀποσκοπεῖ στήν ἀμοιβή καί ἐκείνη πού ὑπάρχει λόγῳ συνήθειας. Τό ἄριστο εἶδος εἶναι ἐκεῖνο πού εἶναι σύμφωνο μέ τήν ἀρετή, διότι ἡ ἀγάπη τῆς ἀρετῆς εἶναι σταθερή.

 

10. Τί εἶναι ἡ ἐλεημοσύνη

 Ἡ ἐλεημοσύνη εἶναι πράξη πού προέρχεται ἀπό ἀγαθή πρόθεση, τήν ὑπαγορεύει ἡ ἀγαθή καρδιά πού ἀγαπᾶ τόν πλησίον της. Εἶναι δικαιοσύνη πού ἀποδίδει ὅσα ὀφείλουμε σέ ὅσους ἔχουν ἀνάγκη. Διότι ὅποιος ἔχει περιουσία, τήν ἔχει λάβει ἀπό τόν Θεό καί γίνεται οἰκονόμος καί διαχειριστής τῶν ἀγαθῶν πού τοῦ ἔχουν δοθεῖ ἀπό τόν Θεό. Ἡ ἐλεημοσύνη εἶναι ἐντολή Θεοῦ, τῆς ὁποίας ὁ Θεός ζητάει περισσότερο ἀπό ὅτι "θυσίες καί ὁλοκαυτώματα", δηλαδή λατρευτικές προσφορές στόν ναό. Ὁ Χρυσόστομος ἀποκαλεῖ τήν ἐλεημοσύνη "βασίλισσα τῶν ἀρετῶν" λέγοντας "βασίλισσα τῶν ἀρετῶν ἡ ἐλεημοσύνη, ἡ ὁποία ἀνοίγει γρήγορα τίς πύλες τῶν Οὐρανῶν στούς ἀνθρώπους, διότι εἶναι ἄριστη συνήγορός τους". καί ἀκόμη λέγει ὁ ἴδιος "ἡ ἐλεημοσύνη εἶναι τροφή τῆς ψυχῆς· καί ὅπως τό ψωμί καί τό κρασί τρέφουν τό σῶμα καί τοῦ δημιουργοῦν καλή διάθεση, ἔτσι καί ἡ ἐλεημοσύνη καί ἡ προσευχή εἶναι θεραπεία καί χαρά τῆς ψυχῆς". Ὁ ἴδιος τή χαρακτηρίζει "μητέρα τῆς ἀγάπης καί φάρμακο γιά  τά ἁμαρτήματά μας".

Ε. Πονηρός, Σεμινάριο Νεκτάριος Πενταπόλεως

Δεν υπάρχουν σχόλια: