Πέμπτη 30 Απριλίου 2020

«Χριστός Ανέστη!» για ποιον;

Χριστός Ανέστη

Του Νίκου Τ. Παγώνη, συγγραφέα, Έλληνα της Διασποράς, προέδρου της Ελληνικής Κοινότητας Μείζονος Μόντρεαλ
Μεγάλη βδομάδα. Το αποκορύφωμα της χριστιανικής πίστης. Όλο το μεγαλείο του Χριστιανισμού αποκαλύπτεται μέσα από τα γεγονότα αυτής της Αγίας Μεγάλης Εβδομάδας.
Τα διδάγματα, οι παραλληλισμοί, τα παραδείγματα, τα μηνύματα, το δράμα, το μεγαλείο, η δόξα, η ελπίδα και η ανανέωση γεμίζουν τη ζωή μας έντονα τις μέρες αυτές. Οι πιστοί κατακλύζουν τις εκκλησιές. Μέσα σε μια ατμόσφαιρα μυσταγωγίας, κάτω από το απαλό φως των κεριών, οι βυζαντινές ψαλμωδίες και το άρωμα του λιβανιού μας βοηθούν να ξαναζήσουμε τις τελευταίες μέρες της ανθρώπινης ζωής του Ιησού. Μια βδομάδα που ξεκινά με το Σάββατο του Λαζάρου και κορυφώνεται με την Κυριακή της Ανάστασης.
​Ο Ιησούς οδηγείται στον τάφο του Λαζάρου. Τέσσερες μέρες που ο θάνατος σφάλισε τα μάτια του. «Λάζαρε, δεύρο έξω!» η θεϊκή διαταγή ακούγεται. Και ω το θαύμα! Τα δεσμά του θανάτου σπάνε. Η ζωή νικά το χάρο. Η δύναμη του καλού κατατροπώνει τις δυνάμεις του σκότους. Το πνεύμα ανασταίνει τη σάρκα. Η πίστη στο δίκαιο, στο σωστό, στο αληθινό, στο πανανθρώπινο υποχρεώνει το από μέρες νεκρωμένο σώμα ν’ αναστηθεί όρθιο πάλι, καταπατώντας κάθε έννοια του κακού.
«Ωσαννά ο εν τοις υψίστοις!» οι ιαχές του πλήθους. Με βάγια και με κλαδιά υποδέχονται το Δάσκαλο. Στρώνουν τα ρούχα τους να περάσει η προσωποποίηση του αγαθού. Κι Εκείνος, καθισμένος στα ταπεινό γαϊδουράκι, δείχνει την αρετή της ταπεινοφροσύνης σ’ όλο της το μεγαλείο.

Θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί τη λατρεία του κόσμου. Να υψώσει το ανάστημα και να απαιτήσει τιμές και δόξες. Προτίμησε όμως, να δείξει τη δύναμη της απλότητας. Χωρίς κομπασμούς και φανφάρες. Καταδεκτικός, ίσος προς ίσους, αγκαλιάζει με το βλέμμα και την καρδιά εκείνους που ήλθε να υπηρετήσει. Γύρω του, στριμωγμένοι, σπρώχνοντας ο ένας τον άλλον, θέλουν όλοι να τον δουν, να τον αγγίξουν. Να πάρουν κάτι από το μεγαλείο και τη δόξα του. Τώρα που είναι στο αποκορύφωμα της γήινης ζωής του, όλοι είναι οπαδοί και φίλοι του.
Μαζί του οι μαθητές του, οι οπαδοί του, οι πιστοί του, αλλά και οι άλλοι. Αυτοί, που ανήμποροι να τον θίξουν μπροστά στον ενθουσιασμό του πλήθους, καιροφυλακτούν για άλλους καιρούς. Τότε, που αυτό το ίδιο πλήθος, που σήμερα τον καλωσορίζει σα σωτήρα, θα του έχει γυρίσει την πλάτη.
Και ο Ιησούς θα περάσει τις μέρες του στην Ιερουσαλήμ. Μεγαλούπολη, κοσμοπολίτικη, γεμάτη ζωή και κίνηση. Μια πόλη που δεν έχει να ζηλέψει τίποτα. Με τους φτωχούς και τους πλουσίους. Τους εμπόρους και τους τεχνίτες. Την ανώτερη τάξη και το λαό. Τους Γραμματείς και τους Φαρισαίους, τους τίμιους και τους κακοποιούς. Η ανθρώπινη κοινωνία σ’ όλο της το μεγαλείο.
Αυτή τη μεγαλούπολη διάλεξε να περάσει τις τελευταίες του μέρες πάνω στη γη ο Ιησούς. Σ’ αυτή την πόλη διάλεξε να φέρει το μήνυμα της λύτρωσης ο Θεάνθρωπος. Τους ανθρώπους αυτής της πολυάσχολης πόλης θέλησε να οδηγήσει στο δρόμο της αρετής, της καλοσύνης. Της κοινωνικής δικαιοσύνης, της αγάπης. Της ειλικρίνειας, της συναδελφοσύνης, της ανοχής, της τιμιότητας, της ειρήνης. Σ’ αυτή την πόλη είδε την εκμετάλλευση των εμπόρων και με θυμό τους έδιωξε από τον οίκο του Πατρός του. Σ’ αυτόν τον οίκο του Πατρός του αντιμετώπισε την υποκρισία και τον ξιπασμό των Φαρισαίων. Σ’ αυτήν την πόλη, σ’ αυτή τη γη, που έπρεπε να είναι αγγελικά πλασμένη, προδόθηκε, βασανίστηκε, σταυρώθηκε. Εκεί προσπάθησε να νουθετήσει τους ανθρώπους για τη ματαιότητα της ζωής. Να τους δείξει ότι η κακία, η έχθρα, η ζήλεια, η κλεψιά, το ψέμα, η μισαλλοδοξία, οι βρισιές και οι χλευασμοί δεν τους οδηγούν στην ευτυχία, στο κέρδος, στη δόξα. Προσπάθησε να τους αποδείξει με την απλότητά Του, τη σοφία Του, και τη δύναμη των λόγων Του, την υπεροχή των δυνάμεων του καλού. Το πόσο πιο εύκολο, αποδοτικό και θεάρεστο είναι το έργο της καλοσύνης από της μηχανορραφίες του σκότους και της κακίας. Χρησιμοποίησε παραβολές, παραδείγματα, διδάγματα, ακόμα και θαύματα, για να τους πείσει ότι η ζωή που ζούσανε τους οδηγούσε στη συνεχή διαμάχη με τους συνανθρώπους τους. Τους υποχρέωσε να κοιτάξουν κατάματα την κοινωνία τους και να δουν πόσο κακοβαλμένη ήτανε. Πόσο βαθιά βουτηγμένη στην αμαρτία ήτανε. Κι εκείνοι θύμωσαν. Ποιος είναι αυτός που τους υποχρεώνει να κοιτάξουν τον εαυτό τους στον καθρέπτη; Ποιος είναι αυτός, τέλος πάντων, που τους θυμίζει με μαθηματική ακρίβεια το πόσο κακοί κι άχρηστοι είναι; Αυτό πρέπει να σταματήσει! φωνάξανε οι Γραμματείς κι οι Φαρισαίοι. Καλά βολεμένοι είμαστε. Τούτος ο δάσκαλος πάει να χαλάσει τη σειρά των πραγμάτων. Πού ξανακούστηκε ν’ αγαπάμε αλλήλους; Πώς θα βγάλουμε το ψωμάκι μας αν δεν εκμεταλλευτούμε τον πλησίον μας; Πώς θα δοξαστούμε αν δεν πατήσουμε πάνω σε μερικά πτώματα; Αυτός ο ονειροπόλος που ξεσηκώνει το λαό με το κήρυγμα της καλοσύνης και της αγάπης πρέπει να εξαφανιστεί. Το στόμα του πρέπει να κλείσει για πάντα. Αλλά πώς να το πετύχουμε; Βλέπεις; έχει ακόμα πολλούς οπαδούς.

Και τότε η ιδέα της συκοφαντίας έλαμψε για μια ακόμα φορά. Ας τον κατηγορήσουμε για επαναστάτη, ταραχοποιό. Εχθρό του άρχοντα. Μα, αυτός δε διεκδικεί επίγεια αγαθά. Αυτός θέλει το λυτρωμό του κόσμου από την αμαρτία της ψυχής του. Το ίδιο είναι, το ίδιο είναι. Στις λεπτομέρειες θα κολλήσουμε τώρα; Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Ψάξτε, βρέστε τον προδότη να τελειώνουμε. Δώστε του ό,τι θέλει. Λεφτά, αξιώματα, ό,τι θέλει, βρε αδερφέ.
Και «ο κύβος ερρίφθη». Ο Ιούδας, που τόσο καιρό κρυφόκλεπτε το πενιχρό ταμείο των μαθητών, δεν ήθελε και πολύ. Τριάκοντα αργύρια να προδώσει το Δάσκαλο. Έτσι κι αλλιώς, ποτέ δεν πίστεψε στη δύναμη του πνεύματος και της καλοσύνης. Για κέρδος και για δόξα πήγαινε από κοντά. Και το πλήθος, που πριν από λίγες μέρες φώναζε «Ωσαννά», σήμερα ουρλιάζει: «Άρον, άρον σταύρωσον αυτόν!».
Έκπληκτος, τους κοίταζε ο άρχοντας. Στο γλυκό αυτόν άνθρωπο δεν έβλεπε τον επικίνδυνο επαναστάτη. Έναν αναμορφωτή των ψυχών έβλεπε. Γιατί τόσο μίσος; Πόσο λίγο όμως, καταλάβαινε την ψυχολογία του πλήθους! Τον φανατισμό του όχλου, που υποχρεωνόταν να αντιμετωπίσει τη μαυρίλα της ψυχής του. Η άρνησή μας να γίνουμε καλοί κι ενάρετοι οδηγούσε τον Ιησού στον σταυρό του μαρτυρίου. Εκείνος, ήρεμος, αποφασισμένος, ανέβηκε τον Γολγοθά και ήπιε το ποτήρι της υπέρτατης αδικίας. Δαρμένος, χλευασμένος, ματωμένος, σήκωσε τα μάτια του προς τον ουρανό και ξαναρωτήθηκε με πικρία: Πώς ήταν δυνατόν η τόση αγάπη του για το συνάνθρωπό του να πληρωθεί με τόσα φρικτά βασανιστήρια.
Οι λίγοι πιστοί οπαδοί, που του είχαν απομείνει, γενναία στάθηκαν δίπλα του μέχρι την τελευταία του στιγμή και τον μύρωσαν και τον έθαψαν κλαίγοντας.
Αυτό όμως, δεν ήταν το τέλος. Δεν ήταν δυνατόν οι δυνάμεις του κακού να υπερισχύσουν των δυνάμεων του αγαθού. Εκείνος, σε τρείς μέρες αναστήθηκε. Η ελπίδα και το φως έλαμψαν για μια ακόμα φορά.

Η ρωμαλέα παρουσία του συνεχίζει να πληρεί τα πάντα. Η διδασκαλία της αγάπης, της καλοσύνης και της ειρήνης πρυτάνευσε. Το χαρμόσυνο μήνυμα της Ανάστασης δίνει την ελπίδα και την πίστη για τη συνέχιση του αγώνα, για τη σωτηρία των ανθρώπων.
Δυο χιλιάδες χρόνια μετά, συνεχίζουμε να ζούμε με κατάνυξη τις άγιες αυτές ημέρες. Γεμίζουμε τις εκκλησίες με την παρουσία μας, νηστεύουμε, προσευχόμαστε, μεταλαμβάνουμε, και τη Λαμπρή, ξεφαντώνουμε.

Πόσο όμως ζούμε ουσιαστικά τα μηνύματα της Μεγάλης Εβδομάδας; Πόσο, αλήθεια, μας οδηγεί η διδασκαλία του Χριστού μας; Ας κοιτάξουμε γύρω μας. Η κοινωνία μας, δε διαφέρει και πάρα πολύ από εκείνη της Ιερουσαλήμ την εποχή του Ιησού. Μπορεί να έχουμε προοδεύσει κατά πολύ. Η τεχνολογία έχει κάνει τη ζωή μας πολύ πιο άνετη. Η ιατρική, μας κρατά στη ζωή περισσότερο. Τα υλικά αγαθά ομορφαίνουν τη ζωή μας. Το μίσος όμως, η αδικία, η φτώχεια, η δυστυχία, η κλεψιά, η απατεωνιά, η εκμετάλλευση, η ζήλεια; Οι Φαρισαίοι, οι προδότες, ο όχλος που φωνάζει: «Άρον, άρον σταύρωσον αυτόν» κάθε φορά που κάποιος προσπαθεί να κάνει το καλό;
Πόσο πολύ διαφέρει η κοινωνία μας από εκείνη της αρχαίας Ιερουσαλήμ; Το ερώτημα επαναλαμβάνεται απαιτητικά. Πόσο μας έχει επιτέλους επηρεάσει η διδασκαλεία του Χριστού μας;
Ας κοιτάξει ο καθένας μέσα του. Ας ξυπνήσει αύριο το πρωί κι ας σταθεί μπροστά στον καθρέπτη κι ας ρωτήσει με ειλικρίνεια τον εαυτόν του: Πόσο πολύ έχω μέσα μου το Χριστό; Ας εξετάσει χωρίς φόβο και πάθος τον τρόπο ζωής του. Πότε άραγε ήταν η τελευταία φορά που άπλωσε το χέρι με αγάπη στον συνάνθρωπό του; Πότε βοήθησε, συμπαραστάθηκε, συμπόνεσε, είπε μια καλή κουβέντα. Πότε αρνήθηκε να αδικήσει, να βρίσει, να εκμεταλλευτεί; Πότε μπόρεσε να πει στον εαυτόν του, πριν να κοιμηθεί: Μπράβο! Σήμερα ήσουν ένας σωστός άνθρωπος!

Χωρίς τον ανθρώπινο αυτό τρόπο ζωής, τον πραγματικό χριστιανικό ενάρετο τρόπο, η τελετουργική συμμετοχή μας στη Μεγάλη Εβδομάδα είναι χωρίς αξία. Το μήνυμα της Ανάστασης πρέπει να σημαίνει αλλαγή, ανανέωση, απαλλαγή από τα δεσμά της κακοδαιμονίας μας. Τώρα, ξανά, έχουμε την ευκαιρία να κάνουμε τους εαυτούς μας, με τις πράξεις μας, αληθινούς χριστιανούς. Καλούς κι αγαθούς ανθρώπους.
Αλλιώς, οι πληγές στο σώμα του γλυκού Ιησού θ’ αρχίσουν πάλι να αιμορραγούν.

Δεν υπάρχουν σχόλια: