Υπάρχει μια σοβαρή παρανόηση από πολύ κόσμο στο θέμα της δημιουργίας του Αδάμ. Επειδή δεν γίνεται κατανοητή η θεολογική έννοια των λέξεων: «άνθρωπος» και «πρόσωπο», άλλοι εμμένουν σε παρερμηνείες της Γένεσης και άλλοι απορρίπτουν την ιστορία του Αδάμ ως παραμύθι (κυρίως οι άθεοι). Έτσι, τον τελευταίο καιρό όλο και περισσότερες φωνές ακούγονται στην Εκκλησία, να ζητούν τη διευκρίνιση κάποιων πραγμάτων, που θα επιτρέψουν στους πιστούς να συμβιβάσουν την Ορθόδοξη πίστη, με τα πορίσματα της Επιστήμης.
Ξεκινάμε, από τη σωστή έννοια του «εμφυσήματος», του Θεού στον Αδάμ. Η Γένεση δεν μιλάει ούτε για «ψυχή», ούτε για «ανάσα» απλή, ούτε για βιολογικό «ζωντάνεμα». Μιλάει για το Άγιο Πνεύμα που του δόθηκε και τον έκανε «ψυχή ζώσα» πνευματικά, ανεβάζοντάς τον από το «κατ’ εικόνα» στο «καθ’ ομοίωσιν». Λέγει ο Ιω. Χρυσόστομος: «Και εποίησεν ο Θεός τον άνθρωπον, χουν λαβών από της γης. και ίνα μη δείξη το Πνεύμα το άγιον αλλότριον της δημιουργίας, ενεφύσησεν εις το πρόσωπον αυτού πνοήν ζωής, και εγένετο ο άνθρωπος εις ψυχήν ζώσαν» (Λόγος εις την αρχήν της αγίας Τεσσαρακοστής, και εις εξορίαν του Αδάμ, και περί πονηρών γυναικών, PG 56. 530). Τις ίδιες ακριβώς θέσεις εκφράζουν και οι άγιοι: Ειρηναίος Λουγδούνου, Μ. Βασίλειος, Κύριλλος Αλεξανδρείας, Αναστάσιος Σιναϊτης, Συμεών νέος Θεολόγος, Γρηγόριος Παλαμάς, Σεραφείμ του Σάρωφ, Νικόδημος αγιορείτης. Από την άλλη, δεν υπάρχει καμία αντίφαση της Αγίας Γραφής και της Επιστήμης, που μας μιλάει για παλαιοντολογικά ευρήματα πολιτισμών, πριν από την εποχή του Αδάμ. Εάν λοιπόν η Αγία Γραφή ΔΕΝ παρουσιάζει τον Αδάμ ως βιολογικό πατέρα της ανθρωπότητας, γιατί τον ονομάζουμε «πρωτόπλαστο»;
Το θέμα είναι ποια είναι η αρχή και η αιτία, δηλαδή αυτό που κάνει τον άνθρωπο ένα συγκεκριμένο ον, αν δεν είναι η ουσία του; Το θέμα συζητείται και σε μια από τις επιστολές του Μ. Βασιλείου σε διάλογο με τον Αμφιλόχιο. Σε μια απ’ αυτές τις επιστολές αναλύεται όλο αυτό το πρόβλημα και ο Μ. Βασίλειος συμφωνεί με την άποψη, ότι εφ’ όσον δεν υπάρχει ποτέ ουσία γυμνή ανθρώπινη ως αρχή του ανθρώπου, το πρωταρχικό οντολογικό κατηγόρημα του ανθρώπου δεν είναι η ουσία του. Αλλά πρέπει να είναι οπωσδήποτε ένα συγκεκριμένο ον και αυτό είναι ο Αδάμ. Δηλαδή, ενώ οι αρχαίοι Έλληνες έλεγαν ότι έλκουμε την καταγωγή μας, την ύπαρξή μας, ως επί μέρους όντα, από την κοινή φύση την ανθρώπινη, πρέπει ως Χριστιανοί να πούμε ότι έλκουμε την ύπαρξή μας ο καθένας από ένα πρόσωπο, τον Αδάμ. Η αιτία του «είναι» μας, δεν είναι η φύση μας, αλλά ένα πρόσωπο.
Έτσι εξηγείται, γιατί στη Γένεση ο Θεός λέει: «Ποιήσωμεν άνθρωπον (Εβραϊκά Αδάμ) κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν…» (Γένεση 1/α΄ 26). Γιατί ο Θεός, δεν βλέπει την ανθρωπότητα ως μάζα, αλλά ως πρόσωπα. Και επειδή δεν υπάρχει «ουσία γυμνή» κατά τη Χριστιανική θεολογία, προ της δημιουργίας του ανθρώπου, συνόψισε την ανθρωπότητα στο πρόσωπο του Αδάμ, ως υπόσταση της ανθρώπινης φύσης.
Ο Αδάμ ως ο πρώτος «θεολογικός» άνθρωπος
Γιατί όμως τον Αδάμ και όχι κάποιον άλλον; Αυτό δεν σημαίνει, ότι ήταν ο πρώτος άνθρωπος; Θα μπορούσε να αναφερθεί πληθώρα πατερικών χωρίων, στα οποία φαίνεται ότι οι Πατέρες, όταν μιλούν για την κορωνίδα της δημιουργίας, το τελειότερο έργο του Θεού, το αποκαλούν άνθρωπο. Θα πρέπει όμως να σημειωθεί ότι, όταν τον αποκαλούν άνθρωπο, δεν το εννοούν με την βιολογική του απλώς υπόσταση, αλλά με την παρουσία και του Αγίου Πνεύματος μέσα του. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέγει: «άνθρωπος γαρ εστίν, ουχ όστις απλώς χείρας και πόδας έχει ανθρώπου, ουδ’ όστις εστι λογικός μόνον, αλλ’ όστις ευσέβειαν και αρετήν μετά παρρησίας ασκεί» (PG 49. 232). Δεν φθάνει να γεννηθεί κάποιος βιολογικά, για να ονομασθεί άνθρωπος, αλλά πρέπει να έχει μέσα του και το Άγιο Πνεύμα. Και αυτό είναι σημαντικό, γιατί όποια σχέση υπάρχει μεταξύ ψυχής και σώματος, τέτοια σχέση υπάρχει μεταξύ της ψυχής και του Αγίου Πνεύματος. Έτσι, ζωντανός και πραγματικός άνθρωπος είναι εκείνος που «χαριτώνεται» από την Χάρη του Θεού. Διαφορετικά, είναι μεν άνθρωπος, αλλά είναι νεκρός για τον Θεό, και, κυριαρχούμενος από διάφορα πάθη,μοιάζει με τα ζώα.
Σύμφωνα λοιπόν με την Ορθόδοξη πίστη, εφ’ όσον άνθρωπος είναι μόνο όποιος λαμβάνει μέσα του το Άγιο Πνεύμα, και ο Αδάμ ήταν ο πρώτος που έλαβε το Άγιο Πνεύμα, ήταν Ο ΠΡΩΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ. Γι’ αυτό και ο Θεός, θεώρησε τον Αδάμ ως την υπόσταση εκείνη που έγινε φορέας της ανθρώπινης φύσης και του έδωσε έτσι την πνευματική πατρότητα της ανθρωπότητας ολόκληρης. Με την έννοια αυτή, τον ονομάζουμεΠΡΩΤΟΠΛΑΣΤΟ. Γιατί ήταν ο πρώτος, που πλάσθηκε (εκτός από κατ’ εικόνα), και καθ’ ομοίωσιν του Θεού.
Η έννοια του προσώπου
Εδώ εισέρχεται και η έννοια της σχέσης. Γιατί δίνοντάς του ο Θεός το Άγιο Πνεύμα, δημιούργησε μαζί του μια προσωπική σχέση. Και αυτό ήταν που έκανε τον Αδάμ «το πρώτο πρόσωπο» της ανθρώπινης φύσης και την υποστατική αιτία της. Παρά το ότι οι άγιοι Πατέρες ομιλούντες για τον Θεό τον ονομάζουν Πρόσωπο και ομιλούντες για τον άνθρωπο, τον αποκαλούν, κυρίως, άνθρωπο, εν τούτοις τον όρο πρόσωπο, σε μερικές περιπτώσεις, τον αποδίδουν και στον άνθρωπο. Και, βέβαια, αυτό γίνεται με συγκατάβαση, γιατί γνωρίζουν, ότι υπάρχει τεράστια διαφορά μεταξύ Θεού και ανθρώπου, μεταξύ δημιουργού και δημιουργήματος. Ο Θεός είναι άκτιστος, ενώ ο άνθρωπος είναι κτιστός….
…Σε άλλη περίπτωση, ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός αποδίδει στον άνθρωπο τους όρους υπόσταση καιπρόσωπο. Γράφει: «Επειδή δε πολλοί εισιν οι άνθρωποι, ο καθένας άνθρωπος υπόστασις εστίν, οίον Αδάμ υπόστασίς εστι, και η Εύα άλλη υπόστασις, και ο Σηθ ετέρα υπόστασις. Ομοίως και επί των λοιπών. Έκαστος άνθρωπος υπόστασις ετέρα παρά τους λοιπούς ανθρώπους εστί, και έκαστος βους υπόστασίς εστι, και έκαστος άγγελος υπόστασίς εστίν. Ώστε φύσις και μορφή και ουσία εστί το κοινόν και περιέχον τας ομοουσίους υποστάσεις, υπόστασις δε και άτομον και πρόσωπον το μερικόν ήγουν έκαστος των υπό το αυτό είδος περιεχομένων» Από αυτό το χωρίο φαίνεται ότι και ο άνθρωπος είναι υπόσταση, και, επειδή η υπόσταση ταυτίζεται με το πρόσωπο, γι’ αυτό και ο όρος πρόσωπο αποδίδεται και στον άνθρωπο.
Μια τέτοια συσχέτιση μεταξύ του ανθρώπου και του προσώπου μπορούμε να δούμε αμυδρώς και σε μερικά χωρία της Αγίας Γραφής. Ο Απόστολος Παύλος, μιλώντας για την ένωση και την κοινωνία του ανθρώπου με τον Θεό, χρησιμοποιεί την έκφραση «πρόσωπον προς πρόσωπον». Λέγει: «βλέπομεν γαρ άρτι δι’ εσόπτρου εν αινίγματι, τότε δε πρόσωπον προς πρόσωπον» (Α΄ Κορινθίους 13/ιγ΄ 12). Αν σκεφθούμε ότι το χωρίο αυτό αναφέρεται στην νοερά προσευχή, δηλαδή στον φωτισμό του νου («δι’ εσόπτρου εν αινίγματι») και την θεώση, δηλαδή την θεωρία του Θεού («πρόσωπον προς πρόσωπον»), τότε μπορούμε να καταλάβουμε ότι ο άνθρωπος μπορεί να χαρακτηρισθεί πρόσωπο, όταν ενωθεί με τον Θεό δια της θεώσεως και στην κατάσταση της θεώσεως. Αυτός, άλλωστε, είναι και ο πραγματικός άνθρωπος. Επίσης, ο ίδιος ο Απόστολος αναφερόμενος σε μια μεγάλη θλίψη στην Ασία και στην απαλλαγή του με τη βοήθεια του Θεού και τις προσευχές των Χριστιανών, λέγει: «ος εκ τηλικούτου θανάτου ερρύσατο ημάς και ρύεται, εις ον ηλπίκαμεν ότι και έτι ρύσεται, συνυπουργούντων και υμών υπέρ ημών τη δεήσει, ίνα εκ πολλών προσώπων εις το εις ημάς χάρισμα δια πολλών ευχαριστηθή υπέρ ημών» (Β΄ Κορ. 1/α΄ 10,11).
Σήμερα, χρησιμοποιείται κατά κόρον ο όρος πρόσωπο και «προσωπικότης», για τον άνθρωπο… στην ορθόδοξη, όμως, διδασκαλία η οντολογία του ανθρώπου, βρίσκεται στο Αρχέτυπό του, στον Θεό που τον δημιούργησε, αφού ο άνθρωπος είναι κατ’ εικόνα Θεού πλασμένος. Έτσι «η βιολογική ύπαρξη δεν εξαντλεί τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος κατανοείται οντολογικά από τους Πατέρες μόνο ως ον θεολογικό. Η οντολογία του είναι εικονική» (Παν. Νέλλα: Ζώον θεούμενον, εκδ. Εποπτεία, Αθήνα 1979, σελ. 33, 34).
Μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τον όρο πρόσωπο και για τον άνθρωπο με μεγάλη προσοχή και αφού κάνουμε μερικές διευκρινίσεις. Μια από αυτές είναι ότι, όπως τον όρο άνθρωπο, κατά τους Πατέρες δεν μπορούμε να τον αποδώσουμε μόνον σε όλους εκείνους που ζουν, αλλά κυρίως σε όσους μετέχουν της καθαρτικής, φωτιστικής και θεοποιού ενεργείας του Θεού, έτσι και τον όρο πρόσωπο, μπορούμε να χρησιμοποιούμε γι’ αυτούς που πορεύονται προς την κατά Χάριν θέωση και είναι θεούμενοι. Όπως το «κατ’ εικόνα» είναι δυνάμει ομοίωσις και η ομοίωσις ενεργεία «εικόνα», έτσι και ο άνθρωπος με την βιολογική του ύπαρξη είναι δυνάμει άνθρωπος και πρόσωπο. Θα γίνει πραγματικά άνθρωπος, όταν μεθέξει της ακτίστου ενεργείας του Θεού. Εφόσον ο Θεός είναι Πρόσωπο σημαίνει, πως ο άνθρωπος γίνεται πρόσωπο, όταν ενωθεί με τον Θεό.
Σύμφωνα λοιπόν με τα παραπάνω, ο Αδάμ δεν είναι ένας απλός συμβολισμός, όπως θέλουν πολλοί να τον θεωρούν, αλλά ένα πραγματικό ΠΡΟΣΩΠΟ, το πρώτο ανθρώπινο πρόσωπο, και ο πρώτος άνθρωπος, με τη θεολογική έννοια των όρων αυτών. Είναι αυτός στον οποίον ο Θεός έδωσε για πρώτη φορά το Άγιο Πνεύμα Του, και δημιούργησε μαζί του ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΣΧΕΣΗ. Έτσι, ο Αδάμ καθίσταται ο πρώτος που έγινε ΑΛΗΘΙΝΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΠΟ, και όχι «δυνάμει» που είναι κάθε άλλος που πλάσθηκε «κατ’ εικόνα του Θεού». Με την ιδιότητα αυτή, ο Αδάμ καθίσταται επίσης ΠΡΩΤΟΠΛΑΣΤΟΣ, και όχι με τη βιολογική έννοια, που νομίζουν πολλοί.
Δεν έχουμε λοιπόν καμία αντίφαση μεταξύ Αγίας Γραφής και Επιστήμης. Ούτε θεολογική ή ανθρωπολογική αντίφαση με τα πορίσματα της Παλαιοντολογίας, που αποδεικνύει, ότι υπήρχαν «δυνάμει» άνθρωποι πριν ακόμα από τον Αδάμ.
Σύμφωνα λοιπόν με τα ανωτέρω εκτεθέντα, η διήγηση της Γένεσης απλοποιείται και γένεται σύμφωνη με τα ευρήματα της Παλαιοντολογίας, Βιολογίας και Ανθρωπολογίας. Έτσι: την 6η ημέρα της Δημιουργίας, ο Θεός εκφράζει την επιθυμία της κατασκευής ανθρώπου, κατ’ εικόνα του και ομοίωσή του. Δημιουργεί λοιπόν άνθρωπο, μόνο κατ’ εικόνα, (όχι τον Αδάμ), άνδρα και γυναίκα, τους ευλογεί και τους προτρέπει να κάνουν πολλά παιδιά. Έτσι, η 1η αυτή κατασκευή δημιουργεί τον «βιολογικό» άνθρωπο. Την 7η ημέρα, ημέρα κατάπαυσης του Θεού από τη Δημιουργία, πλάθει από τον «βιολογικό» άνθρωπο, τον «θεολογικό» άνθρωπο, τον Αδάμ, τον πρώτο άνθρωπο που γίνεται «καθ’ ομοίωσιν», τον τοποθετεί στον Παράδεισο, δεν τον ευλογεί, γιατί είναι ήδη ευλογημένος (αφού ομοιάζει με το Θεό) και δεν τον προτρέπει να κάνει πολλά παιδιά με τη σύντροφό του Εύα, γιατί στον Παράδεισο, «ούτε γαμούσιν, ούτε εκγαμίζονται». Την 6η ημέρα λοιπόν δημιουργείται ο «βιολογικός» άνθρωπος (χωρίς πρόσωπο), κατ’ εικόνα Θεού και την 7η ημέρα, ο «βιολογικός» άνθρωπος μεταβάλλεται σε «θεολογικό» άνθρωπο, καθ’ ομοίωση του Θεού και τότε αποκτά πρόσωπο
Ι. ΚΑΡΔΑΣΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου