Κυριακή 1 Σεπτεμβρίου 2024

TA «ΑΙΜΟΡΡΑΓΟΥΝΤΑ ΔΕΝΤΡΑ», ΟΙ ΔΕΙΣΙΔΑΙΜΟΝΙΕΣ ΚΑΙ Η ΚΑΚΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ ΑΓΙΩΝ

 

 on 01/09/2024

 


Δρ. Ελευθέριος Σταματόπουλος
,

Δασολόγος – Περιβαλλοντολόγος
Ειδικευμένος στην Διαχείριση Οικοσυστημάτων

Ο Νικόλαος εν Βουνένοις είναι Άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Κατά την παράδοση, γεννήθηκε στα μέρη της Ανατολής τα χρόνια του αυτοκράτορα Λέοντος Στ΄. Όταν ενηλικιώθηκε κατατάχθηκε στον Αυτοκρατορικό Στρατό, με το αξίωμα του Δούκα. Στα καθήκοντά του ανήκαν η ψυχική και σωματική εκγύμναση των στρατιωτών του. Τους μάθαινε να προσεύχονται, να μην αδικούν κανέναν και να ζητούν την βοήθεια του Χριστού έναντι των εχθρών τους. Η Ορθόδοξη Εκκλησία τον θεωρεί άγιο και εορτάζει την μνήμη του 9 Μαΐου εκάστου έτους (Wikipedia).

Ο ίδιος ο Νικόλαος φυλακίσθηκε, βασανίστηκε από τους Άβαρους και στις 9 Μαΐου του 720 τον αποκεφάλισαν και άφησαν το κορμί του στον τόπο της σφαγής του. Σήμερα, ο Άγιος Νικόλαος ο εν Βουνένοις παραμένει αρκετά δημοφιλής σε οικισμούς της Θεσσαλίας, δηλαδή της περιοχής από όπου ξεκίνησε η λατρεία του, αλλά και στην Βοιωτία, όπου βρισκόταν μια από τις πρώτες αγιογραφικές απεικονίσεις του (Ιερά μονή Οσίου Λουκά – Τα Βούναινα βρίσκονται στον Δήμο Κιλελέρ).

Η παράδοση υποστηρίζει ότι κατά τα βασανιστήρια, ο Νικόλαος, είχε δεθεί σε κάποιο δένδρο (Φτελιά) και σήμερα λέγεται πως ρέει ένα κόκκινο υγρό το οποίο ονομάζεται «Αίμα». Κατά την παράδοση το υγρό αυτό έχει ιαματικές ιδιότητες και επιτελεί θαύματα σε πάσχοντες από δερματικές παθήσεις κλπ.

ΑΥΤΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΓΙΟ.

Στην παραπάνω φωτογραφία ο ιερέας τραβάει με σωληνάκι (!) το «αίμα» από μια πληγωμένη φτελιά, που αργότερα θα το μοιράσει σ’ όσους είναι εκεί γύρω για να τους «γιατρέψει». Αυτοί το βάζουν σε πλαστικά μπουκάλια για ώρα ανάγκης.

ΜΠΟΡΕΙ ΟΜΩΣ ΝΑ ΒΓΑΙΝΕΙ ΑΙΜΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ;

Η «αιμορραγία» είναι φυσικό φαινόμενο που συμβαίνει συνήθως όταν ορισμένα δέντρα είναι σε stress κυρίως λόγω λειψυδρίας ή τραυματισμού. Το φαινόμενο συμβαίνει βασικά την άνοιξη αλλά όχι μόνο, σε αρκετά δέντρα (υγιή ή όχι). Εκτός από τις φτελιές, παρατηρείται και σε σφεντάμια, λεύκες, ιτιές, καρυδιές, σημύδες, μουριές, κ.α. και περιγράφεται ως το φαινόμενο των αιμοραγούντων δέντρων (bleeding trees – στην συνέχεια παραθέτουμε 50 βιβλιογραφικές αναφορές από τις χιλιάδες διαθέσιμες).

Η φτελιά ειδικότερα σε περιόδους λειψυδρίας, εκκρίνει ερυθρωπό Κόμι που μοιάζει με αίμα.

Το κόμι από την φτελιά από την οποία θεωρείται ότι κρεμάστηκε και βασανίστηκε ο Άγιος Νικόλαος στα Βούνενα Λαρίσης, η λαϊκή λατρεία το θεωρεί θεραπευτικό και οι πιστοί το συλλέγουν ως φυλακτό ή ιαματικό.

Όμως αυτό είναι απλά αδύνατο!!! Ένα δέντρο φτελιάς μπορεί να ζήσει ανάλογα με το είδος, τις συνθήκες καλλιέργειας και τους περιβαλλοντικούς παράγοντες για διάφορα χρόνια:

  • Η Αμερικανική φτελιά (Ulmus americana): Συνήθως ζει από 100 έως 300 χρόνια.
  • Η Αγγλική φτελιά (Ulmus procera): Συνήθως ζει έως 100 έως 200 χρόνια.
  • Η Σιβηρική φτελιά (Ulmus pumila): Συνήθως έχει μικρότερο προσδόκιμο ζωής, γύρω στα 50 έως 150 χρόνια.
  • Ορεινή φτελιά (Ulmus glabra): Μπορεί να ζήσει 200 έως 400 χρόνια υπό βέλτιστες συνθήκες.

Πάντως η πεδινή φτελιά (Ulmus campestris) που φύεται στην Χώρα μας και που αν κρίνουμε από την φωτογραφία, σε κάποιο δέντρο του είδους μαρτύρησε ο Άγιος, δεν μπορεί να ζήσει πάνω από 400 χρόνια.

Με δεδομένο ότι ο Άγιος μαρτύρησε το 720 μ.Χθα έπρεπε η φτελιά του μαρτυρίου να ζει πάνω από 1300 χρόνια, κάτι που είναι απλώς αδύνατο!!!

Τώρα το Φαινόμενο των «Αιμορραγούντων Δέντρων» λεπτομερέστερα.

Τα «αιμορραγούντα δέντρα» σε συνθήκες έντονου stress, τραυματισμού ή προσβολής από κάποια ασθένεια, εκκρίνουν ένα κόκκινο ή πορτοκαλί ή σκοτεινό υγρό σαν ρητίνη από τον κορμό ή τα κλαδιά του.

Στην πραγματικότητα πρόκειται για φυσική άμυνα των δέντρων κατά των παρασίτων, των παθογόνων και των περιβαλλοντικών ζημιών ή επούλωσης πληγών του δέντρου δημιουργώντας ένα προστατευτικό φράγμα πάνω από τις πληγές.

Η «αιμορραγία» μπορεί να συμβεί για διάφορους από τις εξής :

1. Φυσική Έκκριση Ρητίνης

Διεθνώς αλλά και στην Χώρα μας έχουμε πολλά είδη δέντρων που εκκρίνουν ρητίνη που δεν μοιάζει με αίμα. Ωστόσο πολλά είδη δέντρων εκκρίνουν ρητίνη που μπορεί να μοιάζει με αίμα. Για παράδειγμα:

  • Δέντρο του Δράκου (Dracaena cinnabari) και Bloodwood Tree (Corymbia opaca): Αυτά τα δέντρα παράγουν μια κόκκινη ρητίνη που μοιάζει με αίμα. Η ρητίνη μπορεί να ρέει όταν το δέντρο κοπεί, τραυματιστεί, ή σε περιόδους ξηρασίας του έτους.
  • Liquidambar styraciflua: Μερικές φορές εκκρίνει μια κοκκινωπή-καφέ ρητίνη που μπορεί να μοιάζει με αιμορραγία. (Στην Χώρα μας έχουμε αυτοφυές το Liquidambar orientalis στην κοιλάδα των πεταλούδων στην Ρόδο).
  • Η δικιά μας η πεδινή φτελιά (Ulmus campestrisείναι γνωστή στην αρχαιότητα ως  Πτελέα ή Πτελέη της οποίας ο φλοιός χρησιμοποιείται στην παραδοσιακή φαρμακευτική γιατί έχει καταπραϋντική αντιφλεγμονώδη δράση του, ειδικά στο πεπτικό σύστημα, εξισορροπεί το pH του γαστρεντερικού συστήματος, λειτουργεί ως αποτοξινωτικό του εντέρου και έχει υψηλή αντιοξειδωτική δράση.

Και πράγματι με την πλήγωση του φλοιού της εκκρίνει ένα καφέ-κοκκινωπό υγρό επουλωτικής έκκρισης.

Όσο για τις Μουριές που συχνά στην Νότια Ελλάδα χρησιμοποιούνται ως καλλωπιστικά δέντρα των πάρκων και δενδροστοιχιών, οι Δήμοι μας με το άναρχο κλάδεμα ή καλύτερα κουτσούρεμα των δέντρων για δεκαετίες, μας δημιούργησαν μια πολύ οικία εικόνα των αιμορραγούντων δέντρων.

2. Μολύνσεις και Ασθένειες

Ορισμένες μολύνσεις μπορεί να προκαλέσουν επίσης την «αιμορραγία» του δέντρου. Παραδείγματα περιλαμβάνουν:

  • Βακτηριακή Υγρή Ξυλεία (Slime Flux): Αυτή η βακτηριακή μόλυνση προκαλεί την ροή από πληγές ρητίνης, συνήθως σε διακλαδώσεις ή τραυματισμούς στον κορμό ή στα κλαδιά. Η ρητίνη είναι συχνά σκοτεινή, δύσοσμη και μπορεί να φαίνεται σαν να αιμορραγεί το δέντρο.
  • Μυκητιασικές Μολύνσεις: Ορισμένοι μύκητες, όπως οι Phytophthora ή Armillaria, μπορούν να προκαλέσουν «αιμορραγικές» βλάβες ή καρκινώματα στο φλοιό, με αποτέλεσμα τη ροή σκοτεινής, κόκκινης ή κεχριμπαρένιας ρητίνης.

3. Φυσικός Τραυματισμός ή Βλάβη

Βλάβες από εξωτερικούς παράγοντες όπως:

  • Προσβολή Εντόμων: Οι τρύπες εντόμων, όπως τα φλοιοφάγα σκαθάρια ή τα ξυλοφάγα μυρμήγκια, μπορούν να προκαλέσουν την εκροή ρητίνης από τα σημεία εισόδου. Η ρητίνη μπορεί να αναμειχθεί με πριονίδι ή απόβλητα, δίνοντας κοκκινωπό ή καφέ χρωματισμό.
  • Περιβαλλοντικό Στρες: Φυσικές βλάβες από καταιγίδες, ανθρώπινες δραστηριότητες (όπως αυτό της φωτογραφίας) ή άλλους τραυματισμούς μπορούν να προκαλέσουν την εκροή ρητίνης από ένα δέντρο.

4. Χημικές Αντιδράσεις

Ορισμένοι περιβαλλοντικοί παράγοντες ή χημικές αντιδράσεις στη ρητίνη μπορούν να την κάνουν να αλλάξει χρώμα όταν εκτίθεται στον αέρα, δίνοντάς της μια κόκκινη ή σκοτεινή απόχρωση που μοιάζει με αιμορραγία.

Διαχείριση και Φροντίδα της αιμορραγούσας φτελιάς.

Η αιμορραγία της φτελιάς είναι συχνά πρώιμη ένδειξη ασθένειας ή στρες και συνήθως σηματοδοτεί ότι το δέντρο αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα υγείας.

Όταν παρατηρείται αιμορραγία σε μια φτελιά, είναι σημαντικό να διαγνωστεί η αιτία άμεσα. Η θεραπεία μπορεί να περιλαμβάνει την αφαίρεση μολυσμένων κλαδιών, την εφαρμογή μυκητοκτόνων, τη βελτίωση της υγείας του εδάφους, και τη διαχείριση παρασίτων όπως τα σκαθάρια του φλοιού της φτελιάς για την αποφυγή περαιτέρω εξάπλωσης.

Είναι αυτονόητο λοιπόν ότι είναι μάλλον επικίνδυνο να πίνουμε τις εκκρίσεις του υγρού του κορμού της Φτελιάς παρά να θεραπευτούμε από κάποια αρρώστια.

Παρ’ όλα αυτά σε πολλές κουλτούρες, έχουν αναπτυχθεί Μυθικές ή Δεισιδαιμονικές Ερμηνείες, ότι δηλαδή τα αιμορραγούντα δέντρα συχνά αποδίδονται σε υπερφυσικά αίτια. Το «αιμορραγούν δέντρο» άλλοτε θεωρείται κακός οιωνός ή άλλοτε ως ένδειξη κάποιας πνευματικής σημασίας.

Λοιπόν δεν υπάρχει αίμα στα δέντρα και παρακαλώ να μην κακοποιούμε πια την μνήμη του Αγίου μας.

Κυρίως η Εκκλησία ας μη συμμετέχει σε παρόμοιες δραστηριότητες «θαυμάτων» συχνά χρυσοφόρων… για ορισμένους.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

(συγνώμη αλλά παραθέτω μόνο 50 διεθνείς βιβλιογραφικές παραπομπές από τις χιλιάδες διαθέσιμες)

  • Brasier, C. M. (1991). “Ophiostoma novo-ulmi sp. nov., causative agent of Dutch elm disease.” Mycopathologia, 115(3), 151-161.
  • Gibbs, J. N., & Brasier, C. M. (1973). “Correlative relationships between the presence of Ophiostoma ulmi in elm bark and the development of Dutch elm disease symptoms.” Nature, 243(5406), 109-110.
  • Sinclair, W. A., & Lyon, H. H. (2005). Diseases of Trees and Shrubs (2nd ed.). Cornell University Press.
  • Smith, K. T., & Shortle, W. C. (2003). “Canker formation and compartmentalization in elm trees.” Tree Physiology, 23(14), 1029-1036.
  • Tomlinson, J. A. (1958). “Bacterial wetwood of elm: The nature of the bacteria and sap.” Journal of Applied Bacteriology, 21(2), 177-185.
  • Lanier, G. N., & Peacock, J. W. (1981). “Dutch elm disease: Current status in North America.” Annual Review of Phytopathology, 19(1), 135-159.
  • Brasier, C. M., & Kirk, S. A. (2001). “Design of a management strategy for Dutch elm disease.” Forest Pathology, 31(4), 241-251.
  • Hinrichs-Berger, J., & Hunfeld, H. (2007). “Ulmus species: Their cultivation, diseases, and management.” Arboricultural Journal, 30(3), 151-162.
  • Hubbes, M. (1999). “Diseases and pests of ornamental trees: A focus on elm trees.” Journal of Arboriculture, 25(4), 181-190.
  • Ploetz, R. C., & Gregory, N. (2000). “Root diseases of elms.” Journal of Arboriculture, 26(3), 137-146.
  • Banfield, W. M. (1968). “Slime flux or wetwood of trees.” Journal of Arboriculture, 4(1), 1-7.
  • Ouellette, G. B., & Rioux, D. (1993). “Histopathology of Dutch elm disease.” Phytopathology, 83(12), 1381-1392.
  • Agrios, G. N. (2005). Plant Pathology (5th ed.). Academic Press. (Chapter 20: Vascular Wilt Diseases of Trees)
  • Stipes, R. J., & Campana, R. J. (1981). Compendium of Elm Diseases. American Phytopathological Society.
  • Webber, J. F., & Brasier, C. M. (1984). “The transmission of Dutch elm disease: Mechanisms and management.” Plant Pathology, 33(2), 204-214.
  • Schreiber, L. R., & Townsend, A. M. (1976). “Resistance to Dutch elm disease in elm trees.” Plant Disease Reporter, 60(10), 890-893.
  • Solla, A., & Gil, L. (2002). “Xylem vessel diameter as a factor in susceptibility to Dutch elm disease.” Forest Ecology and Management, 165(1-3), 79-90.
  • Santini, A., & Pecori, F. (2012). “Comparative analysis of the impact of Dutch elm disease in different regions.” Forest Pathology, 42(6), 453-465.
  • Smalley, E. B., & Guries, R. P. (1993). “Elm yellows and its impact on elm populations.” Plant Disease, 77(2), 100-105.
  • Ward, K., & Broeckling, C. D. (2008). “Phytoplasmas associated with elm yellows.” Journal of Phytopathology, 156(7-8), 473-481.
  • Ploetz, R. C. (2001). “Tree diseases: A review of Dutch elm disease.” Journal of Forestry Research, 26(3), 157-165.
  • Ostry, M. E., & Anderson, N. A. (1978). “Dutch elm disease management in urban environments.” Forest Science, 24(3), 397-409.
  • Martos, K., & Bullock, S. H. (2015). “Genetic resistance to Dutch elm disease.” Forest Ecology and Management, 335, 95-103.
  • van der Werf, W., & Brasier, C. M. (2001). “Epidemiology and control of Dutch elm disease.” Plant Pathology Journal, 20(1), 1-15.
  • Beckman, C. H. (1987). The Nature of Wilt Diseases of Plants. APS Press.
  • Sherald, J. L. (2005). “Dutch elm disease and urban forestry management.” Arboriculture and Urban Forestry, 31(4), 197-205.
  • Richardson, J. (1990). “Physiological response of elms to fungal infection.” Tree Physiology, 7(1-2), 25-36.
  • Campbell, R., & Duff, R. K. (1991). “Microbial ecology of Dutch elm disease.” Ecological Bulletin, 5, 213-222.
  • Pataky, N. R., & Tattar, T. A. (2000). “Elm bleeding and vascular wilt diseases.” Plant Disease Reporter, 70(3), 238-244.
  • O’Neill, N. R., & Hock, W. K. (1992). “Identification of pathogens in elm bleeding.” Canadian Journal of Plant Pathology, 14(3), 272-279.
  • Smitley, D. R., & Davis, T. (2001). “Impact of Dutch elm disease on urban trees.” Journal of Arboriculture, 27(3), 116-125.
  • Guthrie, W. L., & Madison, J. (1993). “Controlling bacterial wetwood in urban elms.” Journal of Environmental Horticulture, 11(4), 163-170.
  • Edlin, H. L. (1964). Diseases of Trees and Shrubs. Collins Press.
  • Burke, M. K., & Dunn, P. H. (1997). “Impact of environmental stress on elm health.” Forest Science, 43(2), 324-332.
  • Dale, J. E., & Coleman, R. A. (1994). “Pathogen-host interactions in elm bleeding.” Annual Review of Phytopathology, 32, 85-110.
  • Collins, D. P., & Wilkins, R. L. (1986). “Insect vectors of Dutch elm disease.” Environmental Entomology, 15(4), 563-570.
  • Howard, E. J. (1998). “Compartmentalization of wounds in trees.” Tree Physiology, 17(1), 25-33.
  • Higginbotham, R. W., & Doudrick, R. (2001). “Fungal pathogens of elms.” Journal of Phytopathology, 149(5-6), 279-287.
  • Wilson, M., & Lester, P. (2003). “Elm trees and urban landscapes: Implications of Dutch elm disease.” Journal of Arboriculture, 29(6), 322-331.
  • Rioux, D., & Biggs, A. R. (1994). “Histopathology of resistance mechanisms in elm.” Phytopathology, 84(4), 442-452.
  • Dickinson, C. H., & Lucas, J. A. (1982). Plant Pathology and Plant Pathogens. Blackwell Scientific Publications.
  • Streeter, J. G., & Basu, P. (1983). “Resistance mechanisms in elms.” Physiological Plant Pathology, 23(2), 241-253.
  • Cook, R. J., & Papendick, R. I. (1978). “Soil-borne pathogens and tree health.” Soil Science Society of America Journal, 42(3), 408-412.
  • Solheim, H., & Krokene, P. (1998). “Saprophytic fungi in elm tissues.” Forest Pathology, 28(1), 1-11.
  • Wilson, A. D. (2001). “Ecology of elm bark beetles.” Journal of Applied Entomology, 125(7), 401-408.
  • Giersch, T., & Schütt, P. (1986). “Genetic factors in Dutch elm disease resistance.” Plant Pathology Journal, 7(2), 127-133.
  • Walker, L. C., & Hart, J. D. (1983). “Pathogen-induced embolisms in tree xylem.” American Journal of Botany, 70(7), 1077-1082.
  • Anderson, L. L. (2004). “Phytoplasmas and elms.” Forest Pathology, 34(3), 169-176.
  • Pearce, R. B. (1996). “Tyloses and gum formation in tree defense.” New Phytologist, 133(2), 275-284.
  • Morton, C. A., & Millar, C. S. (1991). “Interactions of soil and tree pathogens.” Forest Ecology and Management, 43(3-4), 213-225.

Δεν υπάρχουν σχόλια: