Ὁ Νικηφόρος (260 μ.Χ.) εἶχε μεγάλη
φιλία μέ τόν ἱερέα τῆς Ἀντιοχείας Σαπρίκιο, ὁ ὁποῖος ὅμως ἀπό κάποια
αἰτία καί διαβολική ἐνέργεια, ἐμίσησε τόν Νικηφόρο καί ἔγινε ἐχθρός του. Ὁ Νικηφόρος
διά μέσου πολλῶν κοινῶν φίλων ζητοῦσε νά
τόν συγχωρήσει καί τοῦ πρότεινε νά ἀποκαταστήσουν τήν παλαιά φιλία τους. Ὁ Σαπρίκιος,
ὅμως, δέν ἤθελε νά συγχωρήσει τόν φίλο του
καί διατηροῦσε στήν καρδιά του τήν ἔχθρα καί
τή μνησικακία.
Κάποτε οἱ εἰδωλολάτρες συνέλαβαν τόν Σαπρίκιο καί, ὡς ἱερέα τῶν Χριστιανῶν, ἐπρόκειτο
νά τόν ὁδηγήσουν στά βασανιστήρια. Ὅταν ὁ
Νικηφόρος ἔμαθε τή σύλληψη τοῦ Σαπρικίου,
σκέφτηκε ὅτι ἦταν μιά καλή εὐκαιρία νά τόν
ἐλευθερώσει ἀπό τήν ἔχθρα. Γι’ αυτό καί ἔτρεξε,
τόν συνάντησε καί ἔπεσε στά πόδια του, παρακαλώντας τον νά τόν συγχωρήσει, ἄν καί αὐτός δέν
ἦταν ὁ αἴτιος μιᾶς τόσο μεγάλης ἔχθρας. Αὐτό
ἔκανε ὁ Νικηφόρος ὄχι μία, ἀλλά πολλές φορές,
ἀκόμη καί στόν δρόμο ἔπεφτε στά πόδια τοῦ
Σαπρικίου καί τοῦ ζητοῦσε συγγνώμη. Ἐκεῖνος,
ὅμως, ἔμενε σκληρός καί ἄκαμπτος.
Οἱ εἰδωλολάτρες συνέχισαν νά βασανίζουν
τόν Σαπρίκιο, ἐκεῖνος ὅμως δέν ἀρνιόταν τόν
Χριστό, γι’ αὐτό καί τον καταδίκασαν σέ θάνατο
δι’ ἀποκεφαλισμοῦ. Τήν ἡμέρα πού τόν ὁδήγησαν
στόν τόπο τῆς θανατικῆς ἐκτέλεσης, ὁ Νικηφόρος
καί πάλι ἔκανε τά ἀδύνατα δυνατά, γιά νά πείσει
τόν παλαιό φίλο του νά ἐγκαταλείψει τήν ὀργή
καί τή μνησικακία, ὥστε τό μαρτυριό του νά γίνει δεκτό ἀπό τόν Θεό. Δυστυχῶς, ὅμως, ὁ νοῦς
τοῦ Σαπρικίου σκοτίστηκε τελείως καί ἡ καρδιά
του σκληρύνθηκε τόσο πολύ, ὥστε τελικά μαζί μέ
τήν ἀγάπη τοῦ πλησίον νά χάσει καί τήν ἀγάπη
τοῦ Θεοῦ: Ἀρνήθηκε τόν Χριστό!» (Συναξάρι,
9 Φεβρουαρίου).
Στήν περίπρωση τοῦ Σαπρικίου ἐφαρμόστηκε
καί ὁ συλλογισμός τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «καί
ἐάν παραδ ιῶ τό σῶμα μου, ἵνα καυθήσομαι (δηλ.
νά μαρτυρήσω γιά τόν Χριστό), ἀγάπην δέ μή
ἔχω, οὐδέν ὠφελοῦμαι» (Α΄ Κορινθ. ιγ 3).
Εἶναι ὄντως φοβερό! Ὑπάρχουν χριστιανοί
πού, ἐνῶ θρησκεύουν καί συχνάζουν στούς ἱερούς
ναούς, δέν εἶναι διατεθειμένοι νά συγχωρήσουν
τούς ἄλλους καί γιά τό πιό μικρό ζήτημα. Καί τό
χειρότερο εἶναι, ὅταν γιά κάποια διαφορά καί διένεξη ὑπεύθυνοι εἶναι οἱ ἴδιοι καί ὄχι οἱ ἄλλοι, ὅπως
στήν περίπτωση τοῦ Σαπρικίου. Στίς περιπτώσεις
αὐτές ἕνας πελώριος ἐγωισμός, σάν ἕνα ἀδιαφανές
κάλυμμα, σκεπάζει τή συνείδηση τοῦ θρησκευτικοῦ
ἀνθρώπου καί τόν κρατάει στό σκοτάδι. Μέσα στό
σκοτάδι αὐτό δέν βλέπει οὔτε τόν ἑαυτό του, οὔτε
τόν ἀδελφό του, ἀλλ’ οὔτε καί τόν Θεό. Μέσα στό
σκοτάδι τοῦ ἐγκλεισμοῦ του ἔχει παραισθήσεις ὅτι
δῆθεν βλέπει τον Θεό. Στήν πραγματικότητα ὅμως
δέν βλέπει οὔτε τον ἑαυτό του, οὔτε τόν Θεό, ὅπως
βεβαιώνει ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής.
Εἶναι ἐπίσης φοβερό ὅτι ἐκεῖνος πού χάνει
τήν ἀγάπη τοῦ ἄλλου στερεῖται τελικά καί τήν
ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Πόσοι χριστιανοί δέν ἀνήκουν
στήν κατηγορία αὐτή; Χριστιανοί πού ἀδίκησαν,
ἐκμεταλλεύτηκαν, ἐδίωξαν, βασάνισαν, ἔκαψαν
καί ἐκαρατόμησαν ἀδελφούς τους ἐν ὀνόματι
τοῦ Χριστοῦ καί πρός δόξαν τοῦ Θεοῦ! Στυγνοί
ἐγκληματίες, πού ἔντυσαν τή σκληρή τους καρδιά
μέ τό ἔνδυμα τοῦ Σταυροφόρου.
Δέν μπορεῖ κανείς νά τά ἔχει καί τά δύο: τό
μῖσος γιά τόν ἀδελφό του καί τήν ἀγάπη τοῦ
Θεοῦ. Τό πρῶτο διώχνει τό δεύτερο. Καί τελικά ὁ
ἄνθρωπος χάνει καί τό δεύτερο. Κυνηγώντας τόν
ἄνθρωπο, χάνεις τόν Θεό. Ἀγαπώντας τόν ἄνθρωπο, κερδίζεις τόν Θεό. Τά δύο εἶναι ἀδιαχώρητα.
Σεβ. Μητροπολίτης Ἀχελώου
κ. Εὐθύμιος Κ. Στύλιος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου