Κυριακή 12 Αυγούστου 2018

Κυριακή ΙΑ΄ Ματθαίου, Ευαγγ. Ανάγνωσμα: Μτθ. ιη΄ 23-35

Εἶπεν ὁ Κύριος τήν παραβολήν ταύτην· Ὡμοιώθη ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἀνθρώπῳ βασιλεῖ, ὃς ἠθέλησε συνᾶραι λόγον μετὰ τῶν δούλων αὐτοῦ. Ἀρξαμένου δὲ αὐτοῦ συναίρειν, προσηνέχθη αὐτῷ εἷς ὀφειλέτης μυρίων ταλάντων. Μὴ ἔχοντος δὲ αὐτοῦ ἀποδοῦναι, ἐκέλευσεν αὐτὸν ὁ κύριος αὐτοῦ πραθῆναι καὶ τὴν γυναῖκα αὐτοῦ, καὶ τὰ τέκνα, καὶ πάντα ὅσα εἶχε, καὶ ἀποδοθῆναι. Πεσὼν οὖν ὁ δοῦλος προσεκύνει αὐτῷ, λέγων· Κύριε, μακροθύμησον ἐπ᾿ ἐμοὶ καὶ πάντα σοι ἀποδώσω. Σπλαγχνισθεὶς δὲ ὁ κύριος τοῦ δούλου ἐκείνου, ἀπέλυσεν αὐτὸν, καὶ τὸ δάνειον ἀφῆκεν αὐτῷ. Ἐξελθὼν δὲ ὁ δοῦλος ἐκεῖνος, εὗρεν ἕνα τῶν συνδούλων αὐτοῦ, ὃς ὄφειλεν αὐτῷ ἑκατὸν δηνάρια, καὶ κρατήσας αὐτὸν ἔπνιγε λέγων· Ἀπόδος μοι εἴ τι ὀφείλεις. Πεσὼν οὖν ὁ σύνδουλος αὐτοῦ εἰς τοὺς πόδας αὐτοῦ, παρεκάλει αὐτὸν, λέγων· Μακροθύμησον ἐπ᾿ ἐμοὶ, καὶ ἀποδώσω σοι. Ὁ δὲ οὐκ ἤθελεν, ἀλλὰ ἀπελθὼν, ἔβαλεν αὐτὸν εἰς φυλακὴν ἕως οὗ ἀποδῷ τὸ ὀφειλόμενον. ᾿Ιδόντες δὲ οἱ σύνδουλοι αὐτοῦ τὰ γενόμενα, ἐλυπήθησαν σφόδρα· καὶ ἐλθόντες διεσάφησαν τῷ κυρίῳ αὐτῶν πάντα τὰ γενόμενα. Τότε προσκαλεσάμενος αὐτὸν ὁ κύριος αὐτοῦ, λέγει αὐτῷ· Δοῦλε πονηρέ, πᾶσαν τὴν ὀφειλὴν ἐκείνην ἀφῆκά σοι, ἐπεὶ παρεκάλεσάς με· οὐκ ἔδει καὶ σὲ ἐλεῆσαι τὸν σύνδουλόν σου, ὡς καὶ ἐγώ σε ἠλέησα;Καὶ ὀργισθεὶς ὁ κύριος αὐτοῦ, παρέδωκεν αὐτὸν τοῖς βασανισταῖς ἕως οὗ ἀποδῷ πᾶν τὸ ὀφειλόμενον αὐτῷ. Οὕτω καὶ ὁ Πατήρ μου ὁ ἐπουράνιος ποιήσει ὑμῖν, ἐὰν μὴ ἀφῆτε ἕκαστος τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ ἀπὸ τῶν καρδιῶν ὑμῶν, τὰ παραπτώματα αὐτῶν.
Νεοελληνική Απόδοση
Είπε ο Κύριος αυτή την παραβολή: «Η βασιλεία των ουρανών μοιάζει μ’ ένα βασιλιά, που θέλησε να του αποδώσουν λογαριασμό οι δούλοι του.» Μόλις άρχισε να κάνει τον λογαριασμό, του φέρανε κάποιον που όφειλε δέκα χιλιάδες τάλαντα. Επειδή δεν μπορούσε να τα επιστρέψει, ο κύριος του διέταξε να πουλήσουν τον ίδιο, τη γυναίκα του, τα παιδιά του κι όλα τα υπάρχοντά του και να του δώσουν το ποσό απο την πώληση. Ο δούλος τότε έπεσε στα πόδια του, τον προσκυνούσε κι έλεγε: «δείξε μου μακροθυμία και θα σου τα δώσω ολα τα χρέη μου πίσω». Τον λυπήθηκε λοιπόν ο κυρίος του εκείνον τον δούλο και τον άφησε να φύγει˙ του χάρισε μάλιστα και το χρέος. Βγαίνοντας εξω ο ίδιος δούλος, βρήκε έναν απο τους συνδούλους του, που του όφειλε μόνο εκατό δηνάρια˙ τον έπιασε και τον έσφιγγε να τον πνίξει λέγοντάς του: «ξόφλησέ μου αυτά που μου χρωστάς». Ο σύνδουλός του τότε έπεσε στα πόδια του και τον παρακαλούσε: «δείξε μου μακροθυμία, και θα σου τα ξεπληρώσω». Εκείνος όμως δεν δεχόταν, αλλά πήγε και τον έβαλε στη φυλακή, ώσπου να ξεπληρώσει οτι του χρωστούσε. Όταν το είδαν αυτό οι σύνδουλοί του, λυπήθηκαν πάρα πολύ, και πήγαν και διηγήθηκαν στον κύριο τους ολα όσα έγιναν. Τότε ο κύριος τον κάλεσε και του λέει:«κακέ δούλε, σου χάρισα όλο εκείνο το χρέος, επειδή με παρακάλεσες˙ δεν έπρεπε κι εσύ να σπλαχνιστείς τον σύνδουλό σου, όπως κι εγω σπλαχνίστηκα εσένα;». Και οργισμένος τον παρέδωσε στους βασανιστές, ώσπου να ξεπληρώσει όσα του χρωστούσε. «Έτσι θα κάνει και σ’ εσάς ο ουράνιος Πατέρας μου, αν ο καθένας σας δεν συγχωρεί τα παραπτώματα του αδελφού του μ’ όλη του την καρδιά».
Σχολιασμός
Η σημερινή ευαγγελική περικοπή είναι παρμένη απο το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο. Η παραβολή αυτή ονομάζεται και παραβολή του κακού δούλου εξαιτίας της κακίας και ασπλαχνίας που δείχνει ο ένας δούλος προς τον σύνδουλό του. Ως αφορμή για να πει την παραβολή αυτή ο Χριστός παίρνει από την ερώτηση που απεύθυνε προς αυτόν ο Απόστολος Πέτρος για το πόσες φορές πρέπει να συγχωρούμε κάποιον που μας έχει φταίξει. Ο Απόστολος Πέτρος έχοντας υπόψη του τον εβραϊκό νόμο που έλεγε μέχρι τρείς φορές προσθέτει κάποια γενναιοδωρία και ρώτα τον Χριστό αν είναι αρκετές μέχρι επτά φόρες. Ο Χριστός του απαντά ότι όχι επτά αλλά εβδομήντα φορές επτά, εννοώντας το άπειρο και παντοτινό. Το μέτρο που πρέπει να συγχωρούμε δεν είναι η ανθρώπινη θέλησή μας και οι νόμοι αλλά ο ίδιος ο Θεός που συγχωρεί τον καθένα μας όσες φορές και αν έφταιξε, φτάνει να του το ζητήσει ειλικρινά.
Για να φανεί και να γίνει καλύτερα κατανοητό με ποιο τρόπο συγχωρεί ο Θεός παρομοίασε την βασιλεία των ουρανών με ένα βασιλιά που θέλησε να του αποδώσουν λογαριασμό οι δούλοι του. Μόλις λοιπόν άρχισε να κάνει τον λογαριασμό του φέρνουν κάποιον ο οποίος χρωστούσε ένα πολύ μεγάλο ποσό. Δέκα χιλιάδες τάλαντα, ποσό που μπορούμε να πούμε με τα σημερινά δεδομένα ξεπερνά τα πενήντα πέντε εκατομμύρια χρυσές λίρες. Επειδή δεν μπορούσε να ξοφλήσει αυτό το μεγάλο ποσό, ο βασιλιάς διέταξε να πουλήσουν τον ίδιο τον δούλο, την γυναίκα του, τα παιδιά του και ό,τι άλλο είχε στην κατοχή του και να του δώσουν το ποσό από την πώληση. Μετά από αυτή την απόφαση ο δούλος πέφτει στα πόδια του βασιλιά και τον παρακαλεί να του δείξει μακροθυμία και θα του δώσει πίσω ότι του χρωστεί. Η παράκληση αυτή του δούλου προς το βασιλιά είχε τόση δύναμη ώστε ο βασιλιάς τον λυπήθηκε, αφήνοντας τον ελεύθερο να φύγει χαρίζοντάς του μάλιστα και όλο το χρέος που χρωστούσε.
Βγαίνοντας πλέον ελεύθερος από τη συνάντηση που είχε με το βασιλιά, συνάντησε έναν από τους συνδούλους του, ο οποίος του χρωστούσε μόνο εκατό δηνάρια, δηλαδή ποσό ασήμαντο (υποπολλαπλάσιο ενός ταλάντου) μπροστά στο τεράστιο ποσό που χρωστούσε και του χάρισε πριν από λίγο ο βασιλιάς. Τότε ο δούλος αυτός πιάνει τον σύνδουλό του και τον σφίγγει να τον πνίξει λέγοντας να του ξόφληση το χρέος που του χρωστούσε. Επειδή τη στιγμή εκείνη δεν είχε τη δυνατότητα να του τα δώσει έπεσε στα πόδια του και τον παρακαλούσε να του δείξει μακροθυμία και θα του τα δώσει. Έκανε και αυτός ο δούλος ό,τι έκανε προηγουμένως ο δούλος που τώρα τον πιέζει μπροστά στο βασιλιά. Αντί όμως να κάνει προς τον σύνδουλό του ό,τι έκανε και σ’ αυτόν ο βασιλιάς, ή έστω αν δεν μπορούσε να κάνει το ίδιο να του αφήσει κάποιο χρόνο ώστε να βρει τα χρήματα και να τον ξοφλήσει, έδειξε τόση κακία και ασπλαχνία ώστε πήγε και τον έκλεισε στη φυλακή μέχρι να του ξεπληρώσει αυτό το μικρό ποσό που του χρωστούσε.
Βλέποντας αυτή την μεγάλη αδικία οι υπόλοιποι δούλοι του βασιλιά που βρισκόντουσαν εκεί πήγαν και είπαν στον βασιλιά όλα όσα έγιναν. Ο βασιλιάς τότε καλεί τον δούλο εκείνο και του λέει: «Κακέ δούλε, σου χάρισα όλο εκείνο το χρέος, επειδή με παρεκάλεσες˙ δεν έπρεπε να σπλαχνιστείς τον σύνδουλό σου, όπως εγώ σπλαχνίστηκα εσένα;» Και τιμωρώντας τον παραδειγματικά εξαιτίας της συμπεριφοράς του τον παρέδωσε στους βασανιστές μέχρι να του ξεπληρώσει όλα όσα του χρωστούσε. Και τελειώνοντας ο Χριστός μας λέει ότι «έτσι θα κάνει και σ’ εσάς ο ουράνιος Πατέρας μου, αν ο καθένας σας δε συγχωρήσει τα παραπτώματα του αδελφού του μ’ όλη του την καρδιά».
Μέσα από τις παραβολές του Χριστού βλέπουμε να μας αποκαλύπτεται η βασιλεία των ουρανών. Από τη μια βλέπουμε τον τρόπο που ενεργεί ο Θεός και από την άλλη βλέπουμε το πώς θέλει ο Θεός να συμπεριφέρονται οι πιστοί μεταξύ τους. Η σημερινή παραβολή έχει ως στόχο να μας διδάξει ότι πρέπει να συγχωρούμε τους συνανθρώπους μας, όχι μέσα σε περιορισμένα πλαίσια αλλά απεριόριστα. Τα μύρια τάλαντα που χρωστούσε ο δούλος στο βασιλιά φανερώνουν το απεριόριστο μέγεθος των αμαρτιών που έχει ο κάθε άνθρωπος, τις οποίες και συγχωρεί ο Θεός. Πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι οι αμαρτίες μας ενώπιον του Θεού αποτελούν το χρέος των μύριων ταλάντων σε σχέση με τα σφάλματα που έχουν διαπράξει οι συνάνθρωποί μας σε εμάς και που είναι μηδαμινά, όπως το χρέος των εκατόν δηναρίων. Η δική μας στάση και συμπεριφορά προς τους αδελφούς μας είναι αυτή που θα επηρεάσει το έλεος του Θεού σε εμάς και όχι το πλήθος ή το μέγεθος των αμαρτιών μας. Ο ιερός Χρυσόστομος μας λέει ότι κερδίζουμε πολλά όταν αντιμετωπίζουμε με επιείκεια τις εχθρότητες από τους εχθρούς μας, απαλλασσόμαστε από τα αμαρτήματα μας, αποκτούμε καρτερία και υπομονή, γινόμαστε επιεικείς και φιλάνθρωποι, καθαριζόμαστε από την οργή και το μεγαλύτερο από όλα αυτά είναι ότι κερδίζουμε τη φιλανθρωπία του Θεού. Όταν μισούμε τους άλλους τιμωρούμε τους εαυτούς μας, ενώ όταν αγαπούμε τους συνανθρώπους μας ευεργετούμε τους εαυτούς μας. Αυτός που δεν γνωρίζει να μισεί τους άλλους, δεν γνωρίζει ούτε και να λυπάται, αλλά θα απολαύσει τρυφή και άπειρα αγαθά. (Ιω. Χρυσοστόμου, Ομιλία 61, ΕΠΕ τομ. 11Α, σελ. 169-171).
Ο Χριστός στην Κυριακή προσευχή τοποθετεί μεταξύ των σημαντικών αιτήσεων προς τον Πατέρα και την προϋπόθεση συγχωρήσεως των άλλων: «και άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών». Αυτή η συγχώρηση των οφειλών των άλλων αποτελεί προϋπόθεση, έτσι ώστε να δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες για την κοινωνία μας με τον Θεό Πάτερα. Μέσα από τη σοφή διδασκαλία των πατέρων της ερήμου διαβάζουμε ένα περιστατικό στο οποίο φαίνεται το πώς οι πατέρες της ερήμου δίδασκαν τη συγχωρητικότητα. Κάποιος χριστιανός πήγε να συμβουλευθεί τον Άββα Σιλουανό. «Έχω ένα θανάσιμο εχθρό, πάτερ», του εξομολογήθηκε. «Τα κακά που μου έχει προξενήσει αυτός ο άνθρωπος είναι αναρίθμητα. Προ καιρού κέρδισε με απάτη ένα μεγάλο κομμάτι από το χωράφι μου. Με συκοφαντεί όπου βρέθεί, κακολογεί κι εμένα και την οικογένειά μου. Μου έχει κάνει το βίο αβίωτο. Τώρα τελευταία μάλιστα επιβουλεύεται και την ζωή μου. Πριν λίγες ημέρες έμαθα πως αποπειράθηκε να με δηλητηριάσει. Δεν παίρνει άλλο λοιπόν. Είμαι αποφασισμένος να τον παραδώσω στη δικαιοσύνη». «Κάνε όπως θέλεις», του είπε με αδιαφορία ο Άββας Σιλουανός. «Δεν νομίζεις, πάτερ, πως όταν τιμωρηθεί και μάλιστα αυστηρά, όπως του πρέπει, θα σωθεί η ψυχή του;», ρώτησε ο άνθρωπος, που τώρα άρχισε να ενδιαφέρεται και για την ψυχική ωφέλεια του έχθρου του. «Κάνε ό,τι σε αναπαύει», εξακολουθούσε να λέγει με το ίδιο ύφος ο Όσιος. «Πηγαίνω, λοιπόν στον δικαστή κατ’ ευθείαν», είπε ο χριστιανός και σηκώθηκε να φύγει. «Μη βιάζεσαι τόσο», του είπε με ηρεμία ο Όσιος. «Ας προσευχηθούμε πρώτα να κατευοδώσει ο Θεός την πράξη σου». Άρχισε με το «Πάτερ ημών». «Και μη αφίης ημίν τα οφειλήματα ημών, ως ουδέ ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών», ακούστηκε να λέγει μεγαλοφώνως ο Όσιος, σαν έφτασε σ’ αυτό το στίχο. «Λάθος», Αββά, «δεν λέγει έτσι η Κυριακή Προσευχή», έσπευσε να διορθώσει ο χριστιανός. «Έτσι όμως είναι», αποκρίθηκε μ’ όλη του την απάθεια ο Γέρων. «Αφού αποφάσισες να παραδώσεις τον αδελφό σου στο δικαστή, ο Σιλουανός δεν κάνει άλλη προσευχή για σένα» (Θεοδώρας Χαμπάκη, Γεροντικό).
Ο Χριστός τόσο πολύ μας αγάπησε ώστε κατέβηκε στη γη και οδηγήθηκε μέχρι το Σταυρό για να μας σώσει. Πάνω στο Σταύρο όταν τον σταύρωναν προσευχόταν προς τον Πατέρα του, για τους σταυρώτες του λέγοντας: «Πάτερ άφες αυτοίς˙ ου γαρ οίδασι τι ποιούσι» (Λκ. 23,34). Με αυτή του την ευσπλαχνία και συγχωρητικότητα αφήνει σε μας ένα μεγάλο μήνυμα, ότι πρέπει να συγχωρούμε με όλη μας τη καρδιά αυτούς που μας έχουν φταίξει. Οι άγιοι με τη σειρά τους μιμούμενοι το παράδειγμα του Κυρίου, προσεύχονται για τους βασανιστές τους χωρίς να τους κρατούν κακία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα από το πλήθος των αγίων είναι ο άγιος πρωτομάρτυς διάκονος Στέφανος, ο οποίος προσευχόταν γι αυτούς που τον λιθοβολούσαν λέγοντας: «Κύριε μη στήσης αυτοίς την αμαρτία ταύτην». Αλλά και ο άγιος Διονύσιος Ζακύνθου, ο οποίος παρόλη τη θλίψη του έκρυψε και φυγάδευσε το δολοφόνο του αδελφού του που είχε καταφύγει στη Μονή διωκόμενος για να σωθεί. Με αυτό τον τρόπο απότρεψε ένα ακόμα έγκλημα δίνοντας τη δυνατότητα της μετάνοιας στο δολοφόνο του αδελφού του και αφήνοντας σ’ εμάς ένα μεγάλο παράδειγμα συγχωρητικότητας.
Η συγχωρητικότητα αποτελεί βασικό παράγοντα στη σχέση μας με το Θεό. Με αυτήν κερδίζουμε την φιλανθρωπία του Θεού έναντι των δικών μας αμαρτιών. Πρέπει να συγχωρούμε τους αδελφούς μας για να συγχωρεθούμε και εμείς, αυτό εξάλλου μας διδάσκει και η παραβολή αυτή. «Ούτω και ο Πατήρ μου ο επουράνιος ποιήσει υμίν, εάν μη αφήτε έκαστος τω αδελφώ αυτού από των καρδίων υμών τα παραπτώματα αυτών». Με τα λόγια αυτά τελειώνει και η παραβολή αυτή καλώντας μας να αφήσουμε τα παραπτώματα των αδελφών μας από τις καρδιές μας.
http://www.imconstantias.org.cy/3853/

Δεν υπάρχουν σχόλια: