Οι Χριστιανοί δέχονταν τους Ολύμπιους όχι ως αγγελικές δυνάμεις, αλλά ως δαίμονες, με την Χριστιανική σημασία του όρου. Άλλωστε, πουθενά δεν κατονομάζεται στην Ιερά Παράδοση, τάγμα «Ολύμπιων».
Μεγάλη η πλάνη το να θεωρεί κανείς τους «Ολύμπιους» ως «προαγγέλους» του Χριστού.
Άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος.
Στο μαρτυρολόγιο του αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου, όταν ο άγιος ανακρινόταν από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Τραϊανό, αναφέρεται: «Ο Τραϊανός είπε· ‘’Εμείς λοιπόν σου φαινόμαστε ότι δεν έχουμε θεούς, τους οποίους χρησιμοποιούμε ως συμμάχους προς τους εχθρούς;’’. Ο Ιγνάτιος είπε· ‘’Ονομάζεις τα δαιμόνια των ειδωλολατρών θεούς, ευρισκόμενος σε πλάνη [..]» (Αποστολικοί Πατέρες, τ. 4, σελ. 331).
Είναι από το αρχαιότερο Μαρτύριο που αναφέρεται στο πρόσωπο του αγίου Ιγνατίου, το οποίο δεν γράφτηκε από αυτόπτες αλλά μεταγενέστερα τον 4ο αι., από πληροφορίες που συνέλεξαν οι συγγραφείς.
Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος.
Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, στον λόγο «Εις τα Άγια Φώτα», λέει: «Που τα φοβερά και σκοτεινά φαντάσματα της Εκάτης, τα υπόγεια παιχνίδια και τους χρησμούς του Τροφωνίου, ή τις ανοησίες της δρυός της Δωδώνης, ή τα σοφίσματα του τρίποδος των Δελφών ή το μαντικό νερό της Κασταλίας πηγής, τα οποία το μόνο το οποίο δεν μάντευσαν ήτο το ότι επρόκειτο να σιωπήσουν; Δεν είναι τα μυστήριά μας ούτε η πρόγνωση των μάγων, η οποία γίνεται με θυσίες και κατατεμαχισμούς» (ΕΠΕ 5,79).
«Αυτά λοιπόν ας τα παιδιαρίζουν οι απόγονοι των Ελλήνων και οι δαίμονες, από τους οποίους προέρχεται η ανοησία τους [..]» (ΕΠΕ 5, 83).
Βλέπετε; Άμεση η σχέση των μαντείων και των χρησμών τους, που σχετίζονται με τους Ολύμπιους, με τους δαίμονες.
Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος.
Αλλά και ο ιερός Χρυσόστομος θα πει στην 19η ομιλία του «Εις το Ευαγγέλιο του Ιωάννη»: «[..] η πρόρρησις των μελλόντων όμως με ακρίβειαν, είναι έργον αποκλειστικόν της ασπίλου θεικής φύσεως. Εάν δε εις μερικάς περιπτώσεις έκαναν το ίδιον και οι δαίμονες, εξηπάτησαν απλώς τους περισσότερον ανόητους. Δι’ αυτό και τα μαντεία των παντού αποκαλύπτονται εύκολα» (ΕΠΕ 13, σελ. 283).
Σε άλλο σημείο, ο ιερός Χρυσόστομος εξηγεί γιατί ο απόστολος Παύλος ονομάζει την «πλεονεξία» ως «ειδωλολατρία». Όπως ο εθνικός φροντίζει τα αφιερώματά του ώστε να τα παραδώσει στους απογόνους του, έτσι και ο πλεονέκτης κρατά αδαπάνητο τον πλούτο του, ώστε να τον παραδώσει στους απογόνους του. Ο πρώτος κατασκευάζει ναό προκειμένου να διαφυλάξει το ομοίωμα της θεότητας, ο δεύτερος κατασκευάζει χρηματοκιβώτιο. Και εν συνεχεία λέει: «Ούτε εκείνος το είδωλο λέει ότι προσκυνεί, αλλά τον δαίμονα που κατοικεί μέσα εις αυτό» (Ομιλία 65η εις το Ευαγγέλιο του Ιωάννη). Για τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, το είδωλο που απεικονίζει κάποια θεότητα, κατοικείται από δαίμονα. Άρα, η θεότητες είναι δαίμονες.
Σε άλλο σημείο, αναφέρει ο ιερός Χρυσόστομος για τα μαντεία:
«Διότι η προφητεία δεν ελέγχεται για την αλήθεια όταν λέγεται, αλλά στον καιρό της εκβάσεως και δεν είναι εύκολο να διαγνωστεί ποιος είναι ο προφήτης και ποιος ο ψευδόμενος (διότι ως μιαρός που είναι ο διάβολος εισάγει ψευδοπροφήτες ως δήθεν να προλέγουν τα μέλλοντα· έπειτα επειδή ήταν ανεύθυνα τα λεγόμενα για την έκβαση των πραγμάτων για τα οποία προέλεγαν και εξαπατούσαν με πονηρό τρόπο (διότι το τέλος έλεγχε τον ψευδόμενο και αυτόν που έλεγε αλήθεια). Αρχίζοντας τον λόγο περί των μάντεων, έτσι λέγει «Περί δε των πνευματικών ου θέλω υμάς αγνοείν αδελφοί», καλώντας πνευματικά τα σημεία, ότι αυτά είναι έργα μόνο του Πνεύματος, χωρίς την ανθρώπινη προσπάθεια στην θαυματουργία.
Και επειδή πρόκειται να μιλήσει για αυτά, προηγουμένως όπως είπε, θέτοντας την διαφορά της μαντείας και της προφητείας, λέγοντας έτσι «Οίδατε οτι οτε έθνη ήτε, προς τα είδωλα τα άφωνα, ως αν ήγεσθε απαγόμενοι». Στα είδωλα, λέγει, αν καμιά φορά κατέχονταν κάποιος από ακάθαρτο πνεύμα και μάντευε, σαν να εσύρετο (από αυτά), έτσι έλκονταν δεμένος από το πνεύμα, τίποτα μην γνωρίζοντας καθώς λέγει. Διότι τούτο είναι ιδιότητα των μάντεων, να εξίστανται, να ωθούνται, να έλκονται, να σύρονται όπως οι μαινόμενοι.
Και επειδή πρόκειται να μιλήσει για αυτά, προηγουμένως όπως είπε, θέτοντας την διαφορά της μαντείας και της προφητείας, λέγοντας έτσι «Οίδατε οτι οτε έθνη ήτε, προς τα είδωλα τα άφωνα, ως αν ήγεσθε απαγόμενοι». Στα είδωλα, λέγει, αν καμιά φορά κατέχονταν κάποιος από ακάθαρτο πνεύμα και μάντευε, σαν να εσύρετο (από αυτά), έτσι έλκονταν δεμένος από το πνεύμα, τίποτα μην γνωρίζοντας καθώς λέγει. Διότι τούτο είναι ιδιότητα των μάντεων, να εξίστανται, να ωθούνται, να έλκονται, να σύρονται όπως οι μαινόμενοι.
Ο προφήτης όμως δεν είναι έτσι, αλλά με διάνοια νηφάλια, και σωφρονούσης καταστάσεως, και γνωρίζοντας όσα λέει, λέει τα πάντα».(Ιωάννης ο Χρυσόστομος, PG 61.240- 61.241 Ομιλία στην επιστολή προς Κορινθίους πρώτη, Λόγος κθ).
Ο Μ. Βασίλειος αναφέρει ότι το είδωλο αντιπροσώπευε δαίμονα. Και το γράφει, για το εδάφιο του απ Παύλου στην Α’ Κορινθίους «α θύει τα έθνη, δαιμονίοις θύει και ου Θεώ» (10:20). Γράφει: «[..] το σφάγιον το προσαγόμενον τω ειδώλω προσεμερίσθη τι και εις τον παρεδρεύοντα δαίμονα [..]» (Πρβ. Υπόμνημα Π. Τρεμπέλα εις τας επιστολάς, Ά Τόμος, σελ. 341). Η προσφορά στο είδωλο, προσφέρεται στον δαίμονα που παρεδρεύει. Άρα, δεν πρόκειται περί θεότητας η απεικόνιση, αλλά δαιμόνων, ξεπεσμένων αγέλλων.
Στον 81ο Κανόνα του Μ. Βασιλείου, που αναφέρεται σε εκείνους που πρόδωσαν την Χριστιανική πίστη, πηγαίνοντας σε ειδωλολατρικά τραπέζια, γράφει: «[..] Οι δε άνευ ανάγκης μεγάλης προδόντες την εις Θεόν πίστιν, και αψάμενοι της τραπέζης των δαιμονίων [..]» (Πηδάλιο, σελ. 629). Τα ειδωλολατρικά τραπέζια όπου προσφέρονταν οι θυσίες που είχαν γίνει στους ψευτοθεούς, χαρακτηρίζονται «τραπέζια δαιμόνων», και όχι απλά τραπέζια. Δαίμονες οι Ολύμπιοι, λοιπόν!
Ο Μέγας Αθανάσιος.
Επειδή τα χωρία του Μ. Αθανασίου τα βρίσκουμε άκρως αποκαλυπτικά, για αυτό και παραθέτουμε το κείμενο και την μετάφραση του Αρχ. Δ. Πάπαρη.
«Περί ων οι παρ’ Έλλησι λεγόμενοι φιλόσοφοι και επιστήμονες, ελεγχόμενοι μεν ουκ αρνούνται ανθρώπων είναι και αλόγων μορφάς και τύπους τους φαινόμενους αυτών θεούς· απολογούμενοι δε λέγουσι δια τούτο αυτούς έχειν, ίνα δια τούτων το θείον αυτοίς αποκρίνηται και φαίνηται· ουκ άλλως γαρ αυτόν τον αόρατον δύνασθαι γνώναι ή δια τοιούτων αγαλμάτων και τελετών. Οι δε έτι τούτων φιλοσοφώτεροι και βαθύτερα λέγειν νομίζοντες φασί δια τούτο ταύτα κατεσκευάσθαι και τετυπώσθαι προς επίκλησιν και επιφάνειαν θείων αγγέλων και δυνάμεων, ίνα δια τούτων επιφαινόμενοι γνωρίζωσιν αυτοίς περί της του Θεού γνώσεως· και είναι τούτους ώσπερ γράμματα τοις ανθρώποις, οις εντυγχάνοντες δύνανται γινώσκειν περί της του Θεού καταλήψεως, από της δι’ αυτών γινομένης των θείων αγγέλων επιφανείας. Ταύτα μεν ούτως εκείνοι μυθολογούσι· ου γαρ θεολογούσι· μη γένοιτο. Εάν δε τις εξετάση τον λόγον μετ’ επιμελείας, ευρήσει τούτων εκ έλαττον των πρότερον δειχθέντων την δόξαν είναι ψευδή». (Κατά Ειδώλων λόγος, 19).
Μετάφραση:
« Σχετικά μ’ αυτά, οι θεωρούμενοι φιλόσοφοι και επιστήμονες από τους ειδωλολάτρες, όταν τους κατηγορούν, δεν αρνούνται ότι οι δήθεν θεοί είναι μορφές ανθρώπων και κτηνών· και όταν απολογούνται, λένε ότι έχουν αυτά τα είδωλα, για να τους απαντά και παρουσιάζεται ο θεός μέσω αυτών. Διότι, δεν είναι δυνατό με άλλο τρόπο να γνωρίσουν τον αόρατο θεό παρά με τέτοια αγάλματα και λατρευτικές τελετές. Οι πιο φιλόσοφοι και βαθυστόχαστοι βέβαια απ' αυτούς ισχυρίζονται ότι παριστάνουν τους θεούς με τέτοια είδωλα, για να επικαλούνται μ' αυτά την εμφάνιση αγγέλων και θείων δυνάμεων· έτσι με τις εμφανίσεις τους θα τους διδάξουν τη γνώση του Θεού. Λένε ότι τα είδωλα είναι για τους ανθρώπους σαν τα γράμματα που τα διαβάζουν και μπορούν να κατανοήσουν το Θεό με τη βοήθεια αγγελικών εμφανίσεων. Αυτά βέβαια εκείνοι με τέτοιους μύθους τα αξιολογούν. Και βέβαια δεν θεολογούν· ευτυχώς, που δεν το κάνουν. Αν κανείς όμως εξετάσει με επιμέλεια τα λεγόμενά τους, θα διαπιστώσει ότι και αυτές οι απόψεις είναι εξίσου ψευδείς με τις προηγούμενες» .
Έχουμε υπογραμμίσει τα επίμαχα σημεία. Όπως παρατηρούμε, ο Μ. Αθανάσιος μιλάει για δύο είδη αρχαιολατρίας. Μιλάει για τους «παρ’ Έλλησι λεγόμενοι φιλόσοφοι και επιστήμονες», και για την άλλη μερίδα, των «έτι τούτων φιλοσοφώτεροι και βαθύτερα λέγειν». Οι πρώτοι, παραδέχονται θεούς πολλούς και έχουν τα αγάλματά τους για να τους αποκρίνεται το θείο στοιχείο μέσω των ειδώλων και των τελετών. Αναφέρεται στην μέση ειδωλολατρική πίστη των αρχαίων προγόνων μας. Όμως, την άλλη μερίδα την θεωρεί πιο φιλοσοφημένη σε σχέση με την πρώτη, διότι αυτοί δεν λέγουν περί πολλών θεών, αλλά παραδέχονται ένα θεό. Και προσέξτε την συνέχεια. Έχουν επίσης αγάλματα - άλλων θεοτήτων προφανώς, που δεν ταυτίζουν με τον ένα Θεό ή θεούς, αλλά αναμένουν αποκάλυψη αγγέλων.Αγγελικές και θείες δυνάμεις που θα τους διδάξουν όχι για τους θεούς, αλλά τον Θεό. Η δεύτερη αυτή μερίδα αντιπροσωπεύει την αρχαιοελληνική θρησκεία στην μονοθεϊστική χροιά της. Επικαλούνται λοιπόν «αγγελικές» και «θείες» δυνάμεις, προκειμένου να κατανοήσουν τον ένα Θεό. Στα αγάλματα φυσικά απεικονίζεται το δωδεκάθεο (κυρίως), το οποίο για αυτούς τους «φιλοσοφικότερους» δεν είναι θεοί, αλλά «αγγελικές δυνάμεις» που αποκαλύπτονται δια αυτών των δώδεκα και διδάσκουν την γνώση του μόνου Θεού. Ο Μ. Αθανάσιος, αναφέρει ότι δεν θεολογούν, αλλά μυθολογούν. Συνεπώς, ο Μ. Αθανάσιος δεν δέχεται «αποκαλύψεις» από τους Ολύμπιους, και ότι οι απόψεις αμφοτέρων είναι ψευδείς.
Σε άλλο σημείο του ίδιου λόγου, αποκαλεί τους Ολύμπιους, «δαίμονες».
«[..] Από δη τούτων τα κακά τοις ανθρώποις εις πλήθος έφθασεν· ορώντες γαρ εν τούτοις τους παρ’ αυτοίς ηδομένουςδαίμονας, ευθέως και αυτοί τοις τοιούτοις πλημμελήμασι τους εαυτών θεούς εμιμήσαντο» («Κατά ειδώλων λόγος», 25)
Σε μετάφραση:
«Απ' όλα αυτά πολλαπλασιάστηκαν τα κακά ανάμεσα στους ανθρώπους. Διότι, βλέποντας ότι οι δαιμονικοί θεοί τους ευφραίνονταν μ' αυτά, αμέσως και οι ίδιοι μιμήθηκαν τους θεούς τους σε τέτοια παραπτώματα».
Ώστε, οι θεοί των εθνών είναι δαίμονες, όπως λέει η Αγία Γραφή, και από εκεί και πέρα δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε τι είναι και οι «άγγελοι» που παρουσιάζονταν και έδιναν χρησμούς.
Και φυσικά, δεν αναγνωρίζει καμία αποκάλυψη περί του αληθινού Θεού στον αρχαίο εθνικό κόσμο. Είναι σαφής στον Β’ Λόγο «Κατά Αρειανών»:
«Ούτω και Έλληνες καίτοι Θεόν δια χειλέων λέγοντες αθεότητος έχουσι έγκλημα, ότι τον όντως όντα και αληθινόν Θεόν ου γινώσκουσι [..]» (ΕΠΕ 2, σελ. 334).
Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός.
«Όπως οι άγιοι Πατέρες κατεδάφισαν τα ιερά και τους ναούς των δαιμόνων και στους ίδιους τόπους έκτισαν ναούς στο όνομα των αγίων και αυτούς τους σεβόμαστε, έτσι κατέστρεψαν και τις εικόνες των δαιμόνων και στη θέση τους έβαλαν εικόνες του Χριστού, της Θεοτόκου και των αγίων» (ΕΠΕ 3, σελ. 127).
«Όμως ο εχθρός της αλήθειας και αντίπαλος της σωτηρίας των ανθρώπων, ο οποίος κάποτε πλάνεψε όχι μόνο τα έθνη, αλλά πολλές φορές και τους ίδιους τους Ισραηλίτας [..]» (ΕΠΕ 3, σελ. 113).
«Έθυον δαίμοσιν Έλληνες [..] δαίμοσι τας εικόνας ανετίθουν Έλληνες» (ΕΠΕ 3, σελ. 140).
Κατηχήσεις αγίου Κυρίλλου Ιεροσολύμων, Ά τόμος Γ. Μαυρομάτη
* Κατήχηση 12η, για την ενανθρώπηση του Λόγου.
Άγιος Ισίδωρος ο Πηλουσιώτης, ΕΠΕ 1
*Επιστολή 21, στον «Σχολαστικό Αμμώνιο».
Mischa André Hooker, στο «The Use of Sibyls and Sibylline Oracles in Early Christian Writers»
Αγίου Ιππολύτου Ρώμης, ΒΕΠΕΣ τόμος 5
* «Κατά πασών αιρέσεων έλεγχος», βιβλίο 5ο.
Μαρτυρολόγιο αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου, «Αποστολικοί Πατέρες Άπαντα τα έργα», τόμος 4.
* «Μαρτύριο Ιγνατίου».
Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου έργα, ΕΠΕ 5
* «Λόγος εις τα άγια Φώτα».
Αγίου Ιωάννη Δαμασκηνού έργα, ΕΠΕ 3
* «Ά λόγος περί των αγίων εικόνων».
Αγίου Ι. του Χρυσοστόμου, ΕΠΕ 13, 14
* «Υπόμνημα εις το Κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο».
81ος Κανόνας Μ. Βασιλείου
* Πηδάλιο αγίου Νικοδήμου, Κανόνες αγίων Πατέρων.
Αγίου Ισαάκ του Σύρου, Τ. Φ 8Α
Αγίου Φωτίου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως
* «Αμφιλόχια», Ερώτηση 150.
Ιωάννου Καρμίρη, καθηγητού Πανεπιστημίου Αθηνών και επιτρόπου της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος
* «Τα Δογματικά και Συμβολικά μνημεία της Ορθοδόξου καθολικής Εκκλησίας».
Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, ΕΠΕ 2
* «Λόγος υπέρ των Ιερώς Ησυχαζόντων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου