Μέ τήν σημερινή Κυριακή ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τούς θεοφόρους Πατέρες, οἱ ὁποῖοι συνεκρότησαν τήν Ζ΄ Οἰκουμενική Σύνοδο στήν Νίκαια τῆς Βιθυνίας τό ἔτος 787. Οἱ Πατέρες τῆς ἐν λόγῳ Συνόδου κατέθεσαν τήν ἐν Χριστῷ ἐμπειρία τους ἀναφορικά πρός τό θέμα τῆς τιμητικῆς προσκυνήσεως τῶν ἁγίων εἰκόνων. Μέ τόν θεολογικό τους λόγο, τήν ἁγιότητα καί τό ὑψηλό πνευματικό τους ἐπίπεδο διετράνωσαν ὅτι, ἐφόσον ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ ἐνανθρώπησε, ἔχουμε τήν δυνατότητα νά εἰκονίζουμε τήν μορφή Του, σύμφωνα μέ τήν ἀρχαία ἐκκλησιαστική παράδοση. Ἡ ἀπεικόνιση τοῦ Κυρίου ἐκφράζει τήν πίστη τῆς Ἐκκλησίας ὅτι «ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο καί ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν» (Ἰωάν. 1,14). Ἀκόμη, εἰκονίζουμε τήν μορφή τῆς Ἁγίας Θεοτόκου, ἡ ὁποία μέ τήν ἐπενέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἔτεκε τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ, τόν ἐνανθρωπήσαντα καί, βεβαίως, εἰκονίζουμε ὅλους τούς Ἁγίους, οἱ ὁποῖοι ἀνεδείχθησαν ἀληθινά μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ καί πρεσβεύουν στόν Θεό γιά τήν σωτηρία ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Ἔτσι, ἡ Ἐκκλησία διδάσκει ὅτι ἡ τιμή, ἡ σχετική προσκύνηση τῆς εἰκόνας διαβαίνει, περνᾶ, ἀναφέρεται στό πρωτότυπο, δηλαδή στό εἰκονιζόμενο πρόσωπο. Ἑπομένως ἡ ἀλήθεια τῶν εἰκόνων βρίσκεται στά πρόσωπα πού εἰκονίζουν· καί τήν ἀλήθεια αὐτή τήν βιώνει, μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ, κάθε πιστός πού εὐλαβικά τίς προσκυνᾶ. Αὐτή θεωροῦμε ὅτι εἶναι ἡ θέση τῆς Ἐκκλησίας ἔναντι τῶν εἰκονομάχων κάθε ἐποχῆς.
Ἡ ἀξιοπιστία τοῦ θείου λόγου
Τό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα τῆς παρούσης Κυριακῆς προέρχεται ἀπό τήν πρός Τίτον ἐπιστολή τοῦ ἀποστόλου Παύλου καί συνδέεται ἄμεσα μέ τό θέμα τῶν αἱρετικῶν – εἰκονομάχων. Ὁ Τίτος μαζί μέ τόν Τιμόθεο ἀνῆκε στούς πιό στενούς συνεργάτες τοῦ Παύλου. Στήν δεύτερη φυλάκιση τοῦ Παύλου στήν Ρώμη βρίσκεται μᾶλλον κοντά του. Μάλιστα, πρίν ἀπό τήν φυλάκιση αὐτή ὁ Παῦλος τοῦ εἶχε ἀναθέσει τήν διαποίμανση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κρήτης, μέ τήν προτροπή νά ἐγκαταστήσει ἐκεῖ πρεσβυτέρους. Στήν Κρήτη ἐκοιμήθη ἐν εἰρήνῃ, ἀφοῦ συγκακοπάθησε μέ τόν Παῦλο καί ἄλλους Ἀποστόλους χάριν τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος στήν ἀρχή τῆς περικοπῆς μας ὑπογραμμίζει τήν ἀλήθεια τῶν λόγων πού ἀνέφερε στήν ἀμέσως προηγούμενη παράγραφο. Δηλαδή προτρέπει τόν Τίτο νά θυμίσει στά μέλη τῆς Ἐκκλησίας ὅτι ἔχουν λάβει τό βάπτισμα τῆς ἀναγεννήσεως καί τῆς ἀνανεώσεως πού χαρίζει τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ἑπομένως ὀφείλουν νά πορεύονται ἀναλόγως καί νά διάγουν ζωή πλήρη ἀγάπης πρός τόν Θεό καί τόν συνάνθρωπο. Ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό ἐκφράζεται πρώτιστα μέ τήν ἀποδοχή τῆς ὀρθῆς πίστεως τῆς Ἐκκλησίας. Κάθε αἱρετική ἀπόκλιση ἀπό αὐτήν τήν πίστη ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα τόν χωρισμό τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν Θεό. Καί κατά τοῦτο ὁ αἱρετικός γίνεται αὐτοκατάκριτος, ἀφοῦ ὁ ἴδιος ἐπιλέγει τό σκότος ἀπό τό φῶς, τό ψεῦδος ἀπό τήν ἀλήθεια, τόν θάνατο ἀπό τήν ζωή.
«Μετά μίαν καί δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ»
Ὁ Ἀπόστολος διδάσκει τόν μαθητή του Τίτο νά νουθετεῖ μία καί δύο φορές τόν ἄνθρωπο πού ἀκολουθεῖ αἱρετικές διδασκαλίες καί ἔπειτα, ἐάν δέν ἀφήσει τήν πλάνη νά τόν ἐγκαταλείπει, γιατί ἔχει πλέον διαστραφεῖ καί ἁμαρτάνει καί καταδικάζει ὁ ἴδιος τόν ἑαυτό του. Ἡ νουθεσία, ἡ διδασκαλία τοῦ ποιμένος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἐπίμοχθη διδακτική προσπάθεια, καρπός ἀγάπης καί προσευχῆς, πού ἀποβλέ- 167 πει στό νά συνειδητοποιήσει ὁ αἱρετικός τήν πλάνη του, νά μετανοήσει καί νά ἐπιστρέψει στήν ὀρθή πίστη. Βεβαίως, ἡ Ἐκκλησία ἀπό τῶν ἀποστολικῶν χρόνων χρησιμοποιεῖ καί ἄλλα παιδαγωγικά μέσα γιά νά συνετίσει τούς πεπλανημένους, ὅπως τήν ἀποκοπή τους ἀπό τό Σῶμα της. Ἡ πράξη αὐτή δέν ἐνέχει δικανικό χαρακτήρα, ἀλλά ἀποσκοπεῖ στήν μετάνοιά τους καί, ἀκολούθως, στό νά διαφυλάξει τούς πιστούς ἀπό τήν αἵρεση καί νά διατηρήσει ἀμόλυντη τήν παρακαταθήκη τῆς πίστεως.
«Ἡ ἀγάπη οὐδέποτε ἐκπίπτει»
Ἡ Ἐκκλησία δέν παύει νά προσεύχεται καί νά ἀγαπᾶ ἐν Χριστῷ τόν ἄνθρωπο πού βρέθηκε στά φρικτά σκοτάδια τῶν αἱρετικῶν δοξασιῶν. Μέ μοναδική ἐνάργεια ὁ ἱερός Χρυσόστομος ἐπισημαίνει ὅτι ἐάν κάτι πρέπει νά ἀποστρεφόμεθα καί νά μισοῦμε, εἶναι ἡ αἵρεση καί ἡ ἁμαρτία, καί ὄχι ὁ αἱρετικός ἤ ὁ ἁμαρτωλός. Γιατί ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἔργο τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ ἡ πλάνη ἔργο τοῦ διαβόλου. «Μή τοίνυν ἀναμίξῃς τά τοῦ Θεοῦ καί τά τοῦ διαβόλου». Εἴθε ὅλοι ὅσοι ἔχουν ἀποσκιρτήσει ἀπό τήν Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία νά δεχθοῦν τόν φωτισμό τοῦ Θεοῦ καί νά ἐπιστρέψουν. Γιά νά γίνουν κοινωνοί τοῦ Ἄρτου τῆς ζωῆς καί τοῦ Πόματος τῆς ἀθανασίας, τό ὁποῖο εἶναι ἀγάπη ἄφθαρτος (ἅγ. Ἰγνάτιος Θεοφόρος).
Ἀρχιμ. Ν. Κ
https://apostoliki-diakonia.gr/gr_main/fk/2023/42_2023(3672).pdf
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου