Όλο το
περιεχόμενο τού κηρύγματος τού Ευαγγελίου, όλη η διδασκαλία τής Εκκλησίας είναι
εξ αποκαλύψεως Θεού. Ο απόστολος Παύλος γράφει στήν προς Γαλάτας επιστολή του,
ότι το Ευαγγέλιο που κηρύττει δεν τό παρέλαβε, ούτε τό διδάχθηκε από άνθρωπο,
αλλά τού τό αποκάλυψε ο Ιησούς Χριστός. Οι μεσσιανικές προφητείες τών προφητών
τής Παλαιάς Διαθήκης ήταν αποκαλύψεις τού Θεού. Ο Ευαγγελισμός τής Θεοτόκου
είναι η αποκάλυψη τού κεκρυμμένου μυστηρίου από καταβολής κόσμου. Η ίδια η
παρουσία τού Χριστού στόν κόσμο είναι «φώς εις αποκάλυψιν εθνών». Τό βιβλίο τής
Αποκαλύψεως τού ευαγγελιστού Ιωάννου είναι πλήρες αποκαλυπτικών γεγονότων τών
εσχάτων, τα οποία αποκάλυψε ο Υιός τού Θεού στόν αγαπημένο μαθητή Του.
Ο Απόστολος
στό σημερινό ανάγνωσμα καταθέτει μια σημαντική αποκάλυψη που έζησε ο ίδιος. Ο λόγος
που τήν καταθέτει αφ’ ενός είναι για να ενισχύσει το αποστολικό του κύρος, ότι
δηλ. είναι ισοστάσιος με τούς δώδεκα αποστόλους που γνώρισαν τόν Χριστό στήν
επίγειο ζωή Του. Αφ’ ετέρου για να
στηρίξει τήν πίστη μας στήν ύπαρξη τού Παραδείσου, τής Βασιλείας τών Ουρανών. Ώστε
με βεβαιότητα αλλά και ελπιδοφόρο χαρά να προσδοκούμε και εμείς να εισέλθουμε
και να ζήσουμε τήν μακαριότητα τού Παραδείσου, όπως ο Απόστολος τήν γεύθηκε με
τήν εμπειρία τής αποκαλύψεως.
«Ανυψώθηκε
μέχρι τόν τρίτο ουρανό και μεταφέρθηκε στόν παράδεισο όπου άκουσε λόγια που δεν
μπορεί ούτε επιτρέπεται να τα πεί ανθρώπινο στόμα». Αυτή η υπερφυσική εμπειρία,
όπως ερμηνεύουν οι θεοφόροι όσιοι τής Εκκλησίας μας, συμβαίνει με τήν δύναμη
τού Αγίου Πνεύματος σε όσους έχουν δεχθεί μόνιμα μέσα στήν καρδιά τους τόν θείο
εκείνο φωτισμό που δέχθηκαν οι θεόπτες και θεοφόροι τής Εκκλησίας Άγιοι. Δεν είναι
σκέψη και έννοια πνευματική τού νού, δεν είναι έκσταση τής ανθρώπινης διάνοιας.
Αλλά οδηγείται ο καθαρός από τα πάθη και πλημμυρισμένος από θείο φώς τού
Παρακλήτου νους τού Αγίου στήν αιώνια κατάσταση τής θείας παρουσίας και δόξας
που ζούν οι άγγελοι και οι Άγιοι τού Θεού. Είναι πλήρης από έλλαμψη τού
Παναγίου Πνεύματος στήν καρδιά που φλογίζεται από θείο έρωτα, ζει την θεία
αλλοίωση και γίνεται δεκτική θείων αποκαλύψεων και μυστηρίων τού Τριαδικού Θεού.
Μέσα σ’
αυτό τό πνευματικό μεγαλείο οδηγήθηκε ο απόστολος Παύλος, γεγονός που μας γεμίζει
πνευματική αγαλλίαση, γιατί όλοι οι κόποι εδώ στήν γή έχουν υψηλό αντίκρισμα,
που οχριά και η πιο δυνατή ανθρώπινη φαντασία.
Όμως αυτές
οι αποκαλύψεις προϋποθέτουν μεγάλη ταπείνωση γιατί είναι πολύ εύκολο να
διολισθήσει ο άνθρωπος στήν υπερηφάνεια και τήν υπεροψία. Για τόν λόγο αυτό ο
απ. Παύλος μάς λέει: «Για να μην υπερηφανεύομαι εξ αιτίας τών τόσο μεγάλων και
πολλών αποκαλύψεων μού δόθηκε σκόλωψ τη σαρκί, δηλ. δοκιμασία που μου προκαλεί μεγάλη
ενόχληση, θλίψη στό σώμα μου για να με ραπίζει, για να με βασανίζει, ώστε να
μην πέφτω σε υπεροψία και υπερηφάνεια».
Είναι γεγονός
ότι οι δοκιμασίες προκαλούν θλίψεις. Οι θλίψεις αν και είναι δυσάρεστες, όμως ωφελούν
πνευματικά τόν πιστό, αν ξέρει να τις αντιμετωπίσει με πνεύμα Θεού. Από τήν
καρτερία στίς θλίψεις πλέκεται τό στεφάνι τής αγιότητος. Διότι «διά πολλών
θλίψεων πρέπει εμείς να εισέλθουμε στήν βασιλεία τών ουρανών». Επομένως είναι
προϋπόθεση η κατά Θεόν θλίψη για να γευθούμε τις μεγάλες δωρεές τού Θεού. Η
αμεριμνησία και άνεση τών Πρωτοπλάστων τούς οδήγησε στήν πτώση. Έχασαν τα
χαρίσματα τού Θεού. Άρα η αναγκαιότητα τών θλίψεων φαίνεται στήν εγρήγορση που
προκαλούν στόν άνθρωπο. Οι θλίψεις χαλκεύουν τόν νου και τήν καρδιά να κρατούν
τόν θησαυρό τής πίστεως γερά μέσα τους. Και μέσα στίς θλίψεις πολλαπλασιάζεται
η χάρη τού Θεού. Γι αυτό και ο Απόστολος λέει ότι η δύναμη τού Θεού ολοκληρώνει
τήν παρουσία της μέσα από τήν υπομονή
που δείχνουμε στίς θλίψεις. Και παρ’ ότι είμαστε ανάξιοι, ο Θεός μάς αξιώνει να ζήσουμε πνευματικές καταστάσεις
που μόνο ο Παράδεισος τού Θεού έχει. Οι θλίψεις καλλιεργούν τό ταπεινό φρόνημα
που υψώνει τήν ψυχή μέχρι τόν ουρανό. Τίποτε δεν γίνεται χωρίς να τό επιτρέπει
ο Θεός. Αλλά και τίποτε δεν συμβαίνει χωρίς λόγο. Και ο λόγος είναι να
διατηρήσουμε τήν πίστη μας στόν Θεό και να αυξήσουμε τήν πολύτιμη χάρη τής
σωτηρίας μας.
Αρκούσαν
στόν Απόστολο τα χαρίσματα να κηρύττει, να θαυματουργεί, να ζει αποκαλύψεις
Θεού. Επειδή λοιπόν είχε τόσα χαρίσματα, τού δόθηκε και η ταλαιπωρία, η θλίψη
τού σώματος για να ενθυμείται πάντοτε ότι όλα είναι Θεού δωρεά και χάρη.
Ο
σημερινός κόσμος επιδιώκει όσο γίνεται περισσότερες ανέσεις. Βέβαια αυτό
εξαρτάται από τις οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες που επικρατούν. Η υλική
άνεση διευκολύνει τόν άνθρωπο να ξεχάσει τόν Θεό, να τον ευχαριστήσει, να τόν
δοξολογήσει. Ο εγωισμός τής αυτάρκειας εμφανίζεται και απεμπολείται έτσι η
βοήθεια τού Θεού. Και όταν οι ισορροπίες αλλάξουν και τήν θέση πάρουν οι δυσκολίες
και οι θλίψεις, τότε δυσκολεύεται ο άνθρωπος όχι μόνο να τις αντιμετωπίσει και
να τις αντέξει, αλλά και κατηγορεί τόν Θεό που τις επιτρέπει. Με αυτήν τήν
συμπεριφορά ο σύγχρονος άνθρωπος χάνει τόν Θεό από μέσα του χωρίς να τού φταίει
ο Θεός.
Ο άνθρωπος
τής πίστεως δέχεται και τις δωρεές τού Θεού αλλά και τίς δοκιμασίες, διότι και
στίς δύο περιπτώσεις βαθαίνει περισσότερο η πίστη του στόν Θεό. Είναι τό βίωμα
που κατέθεσε ο Ιώβ λέγοντας: «Αφού δεχθήκαμε τά αγαθά που μάς έδωσε ο Θεός, πώς
είναι δυνατόν να μην υπομείνουμε και τα κακά που μάς παραχωρεί». Και στίς δύο
περιπτώσεις είναι παρών ο Θεός, που είναι και τό ποθούμενο υπέρτατο αγαθό.
Αρχιμ. Χ.Ν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου