on 10/10/2025

Ματθαίος Φιλιππάκης,
Δασολόγος, συνταξιούχος δ.υ.
Πριν 200 χρόνια στην Ελληνική επανάσταση του ΄21, ο Οθωμανός Κιουταχής πολιορκούσε το Μεσολόγγι και επί δύο χρόνια καταδίκαζε τους Έλληνες σε βασανιστικό λιμό, όπως ακριβώς τώρα κάνουν οι Σιωνιστές στους Παλαιστίνιους στην ισοπεδωμένη Γάζα. Ο εθνικός μας ποιητής Σολομός, ανεβασμένος σε μια ελιά της απέναντι Ζακύνθου παρακολουθούσε από μακριά το ολοκαύτωμα αναστενάζοντας «βάστα καημένο Μεσολόγγι»! Μέσα στη βαθιά θλίψη βρήκε το κουράγιο, πήρε χαρτί, βουτούσε την πένα στο μελάνι. Την έκανε αιχμηρό δόρυ που κάρφωνε στις σελίδες στίχους λέξεις. Εκεί απάνω έγραψε τους «Ελεύθερους Πολιορκημένους». Ακόμη και το ίδιο το δένδρο, κλονισμένο από τη θλίψη, έγειρε τους κλώνους γύρω του μέχρις απού έφταναν να προσκυνούν τα χώματα. Ακόμη και τα άλλοτε απαστράπτοντα στο φως λογχοειδή ασημόφυλλα, λύγιζαν, μολύβδαιναν και κατέπιπταν ως δάκρυα επί Γής. Το ίδιο βράδι εκείνης της ημέρας κατέπεσε κεραυνός και κατέκαψε την ελιά. Μέσα στον αποκλεισμό αυτόν απέθανεν κι΄ο Άγγλος φιλέλληνας ποιητής Λόρδος Βύρωνας. Η θυσία για την ελευθερία είναι πάντα ολοκληρωτική. Το ποίημα παραδόθηκε στις νέες γενιές για να δείχνει το δρόμο της υπέρτατης θυσίας για την αποτίναξη της σκλαβιάς, όπως ακριβώς κάνει τώρα ο λαός της πολιορκούμενης Γάζας. Η αλήθεια ποτέ δεν κρύβεται, οι Θεοί πάντα βλέπουν! Ανεβήκαμε οι Θεοί στο μπαλκόνι του πελάγου εκεί στην Αλόϊδα της Δίκτης και βλέπαμε βαθειά στα μέσα του, εκεί πιο κάτω από την κατεχόμενη Κύπρο, πέρα και πάνω από τη Κάρπαθο την Ανεμούσα και ως το τέλος του ορίζοντα της ανατολής. Βλέπαμε στην αποκλεισμένη Γάζα να χαράζεται η μέρα. Και μέσα στο πρωινό μισοσκόταδο βλέπαμε να χαράζονται τροχιοδεικτικές αστραπές – κεραυνοί από τους βομβαρδισμούς των Σιωνιστών και λίγο μετά ακούγαμε υπόκωφους-πνιχτούς ήχους από τις εκρήξεις των βομβών που έφταναν ως μας ανακατεμένους με αχνές πλην δραματικές ιαχές απελπισμένων, «ο Αλάχ είναι μεγάλος!». Ακούγαμε τους σπαραγμούς δωδεκάχρονων που τα πυροβολούσαν στα γεννητικά όργανα για να μην γένονται κι΄ άλλοι Παλαιστίνιοι. Περιέργως ακούγαμε ακόμη και το ψιθυριστό ξεψύχισμα των πεινασμένων του λιμού, τις παρακλήσεις για λίγο ληγμένο αλεύρι, αριάνι αντί για γάλα στα σκελετωμένα μωρά τους. Ακούγαμε τον ήχο από τα άδεια κατσαρολικά που εκσφενδονίζονταν από τα χέρια των πυροβολημένων επαιτών του λιμού με ένα τελευταίο ώχ! πριν προλάβουν να γευτούν την δήθεν ανθρωπιστική βοήθεια των Σιωνιστών. Ακούγαμε τα χαιρέκακα καγχάσματα των δολοφόνων, που τους φέρνουν με κρουαζιερόπλοια ανακατεμένους με άλλους που δεν φταίνε και τους κρύβουν ως αθώες περιστερές. Ως τουρίστες ξεπλένουν με μπάνια τα ματωμένα χέρια τους στα καθάρια νερά του Μεραμβέλου, αμοιβή για τη γενοκτονία. Μαρτυρούμε την γενοκτονία. Οι Θεοί βλέπουν! Οι Θεοί βλέπουμε από εκεί ψηλά στην Αλόϊδα την αυγερινή αυτήν ώρα να ξημερώνει στον ορίζοντα και να αναδύεται από το κυρτό της θαλάσσης το φοβερό πύρρειο δισκοπρίονο του ανατέλλοντος Ηλίου της εμπολέμου Ανατολής. Το βλέπουμε πως κατακόπτει το σκοτάδι της νυχτός και το στέλνει πίσω και πως εκσφενδονίζει εμπρός μας θύελλες με πύρινα ρινίσματα, πως σχηματίζονται ακτινωτές δέσμες φωτός που στεφανώνουν το κιτρινοκέραμον χάραγμα της ημέρας. Κι΄ απάνω στα αντανακλώμενα πρωϊνά λαμπυρίζοντα του πελάγου νερά, στους χιλιάδες κυματισμούς, στις δεκάδες αποχρώσεις, βλέπουμε πως φτάνει ως εμάς το θείο αυτό φως που λάμπει την αλήθεια. Φώς που καθρεπτίζεται από τα βάθη του πελάγου ως στις ακτές του Μεραμπέλου ωσάν ανεστραμμένο – θρυμματισμένο λαμπόγυαλο λάμπας πετρελαίου. Κουβαλά μαζί του νεκρούς και γύρω τους κυκλώνουν κηλίδες αίματος και ματωμένες γάζες ανατιναγμένων νοσοκομείων της Γάζας. Τα βλέπουμε όλα νά ΄ρχονται καταπάνω μας. Οι Θεοί ότι βλέπουν σου το δείχνουν, αρκεί να θες να το παραδεχθείς. Μισώ, σιχαίνομαι τη σημερινή συντηρητική κοινωνία που δεν θέλει να καταλάβει, υποφέρω που ζώ ανάμεσα σ΄αυτήν, δεν θέλω όμως και να αυτοκτονήσω. Μου το απαγορεύει το Ευαγγέλιο και το Κομμουνιστικό Μανιφέστο, το πρώτο με εγκαλεί να τα καρτερώ, το δεύτερο να τα μάχομαι. Τι φριχτό θέαμα, είμαι εξαντλημένος, ισοπεδωμένος από το άδικο, παραδομένος από την ιστορική ήττα. Στους αδελφούς μου στη Γάζα που κείνται μακράν, δεν έχω τι και πως να προσφέρω. Θέλω μόνο αν μπορούσα να σπάσω τον αποκλεισμό και να βρεθώ εκεί μέσα στο λιμό και να τρέξω με μια άδεια κατσαρόλα να κάνω δήθεν πως τη βοήθεια του εχθρού αποζητώ. Δεν θέλω από το φαΐ τους! Θέλω μόνο να βρεθώ μέσα στο ποδοπάτημα των δυστυχισμένων, να ιδώ την τροχιοδεικτική βολή του διπλανού μου πυροβολημένου αδελφού. Να μπω ενδιάμεσα και να δεχθώ τη δευτέρα σφαίρα εγώ, να γλυτώσω έστω ένα παιδί. Να είναι εύστοχη πάνω στη μια παλάμη εναπομείναντος στήθους μου. Ίσως μια άλλη τρίτη σφαίρα να συντρίψει και την οστεώδη σκελετωμένη από το λιμό κάρα μου, να τριτώσει το κακό, πες το και κακό του κεφαλιού μου. Και έτσι θα γείρω για πάντα σκοτωμένος αγκαλιά με τον διπλανό μου αδικοσκοτωμένο αδελφό μου και έτσι μόνο θα ησυχάσω αιώνια. Να προλάβω μόνο να φωνάξω «βάστα καημένο «Μεσολόγγι»!», «βάστα κατακαημένη Γάζα»!
Φιλιππάκης Ματθαίος
Ο «Φιλισταίος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλείσθε τα σχόλια να είναι σύντομα και να μην έχουν ύβρεις και προσβολές.