Απολαυστικές διακοπές - όμορφες αποδράσεις

Κυριακή 7 Ιανουαρίου 2024

Ἡ μαρτυρία τοῦ Ἰωάννου

 


«Ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου» (Ἰω. 1,29,36) 

Γεννᾶται, ἀγαπητοί μου, τὸ ἑξῆς ἐρώτημα. Οἱ πρῶτοι μαθηταὶ τοῦ Κυρίου, ὁ Ἀνδρέας καὶ ὁ Πέτρος,  ὁ Ἰάκωβος καὶ ὁ Ἰωάννης, ὅταν ὁ Ἰησοῦς τοὺς κάλε σε στὸ ἀποστολικὸ ἔργο τὸν ἔβλεπαν καὶ τὸν ἄκου γαν τότε γιὰ πρώτη φορά; Ὄχι. Εἶχε γίνει κάποια γνωριμία μὲ τὸν Ἰησοῦ πρὶν ἀπὸ τὴν κλῆσι τους. 

Ἡ γνωριμία αὐτὴ ἔγινε διὰ μέσου τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου, τοῦ ὁποίου αὐτοί, ὅπως καὶ πολ λοὶ ἄλλοι, ἦταν μαθηταί.  

* * * 

Ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος ἦταν μεγάλη ἠθικὴ καὶ θρησκευτικὴ φυσιογνωμία. Κατὰ τὴν ἀλάνθαστη κρί σι τοῦ Κυρίου ἦταν ὁ μεγαλύτερος ἀπὸ τοὺς ἄνδρες τῆς παλαιᾶς διαθήκης· «Οὐκ ἐγήγερται ἐν γεννη τοῖς γυναικῶν μείζων Ἰωάννου τοῦ βαπτιστοῦ» (Ματθ.  11,11). Οἱ εὐσεβεῖς γονεῖς του τὸν ἀφιέρωσαν στὸ Θεό.  

Καὶ –ὅπως σημαίνει τὸ ὄνομά του– ἦταν δῶρο τοῦ οὐρανοῦ στὴν ταλαίπωρη γῆ. Ἡ σκληρὴ ἀσκητικὴ ζωὴ ποὺ ἔκανε ἀπὸ νέος στὴν ἔρημο, τὸ κήρυγμά του γιὰ μετάνοια, ποὺ ἀπευθυνόταν σὲ ὅλους χωρὶς κολακεῖ ες καὶ ἔφτασε νὰ πέσῃ σὰν κεραυνὸς καὶ μέσα στὰ ἀ νάκτορα τοῦ ἀκόλαστου Ἡρῴδη, ὅλη του ἡ πολιτεία ἀσκοῦσαν μεγάλη ἐπίδρασι στὸ λαό. Νέος προφήτης ἐμφανίστηκε, ἔλεγαν, μοιάζει σὲ ὅλα μὲ τὸν Ἠλία τὸ Θεσβίτη!… Ἡ φήμη του ὅλο καὶ ἁπλωνόταν, ὁ λαὸς συνέρρεε νὰ τὸν ἀκούῃ, καὶ τὸ κήρυγμά του ξυ πνοῦσε συνειδήσεις, ἔφερνε δάκρυα μετανοίας.  

Ἄρχισαν νὰ συζητοῦν μεταξύ τους· Μήπως αὐ τὸς εἶνε ὁ Μεσσίας ποὺ περιμένουμε; Ἐπίσημη ἀν τιπροσωπεία τοῦ Ἰσραὴλ πῆγε καὶ τὸν ρώτησε· «Σὺ τίς εἶ;». Ἂν τοὺς ἔλεγε «Ἐγὼ εἶμαι ὁ Χριστός», θὰ τὸ πίστευαν. Ἀλλὰ ὁ Ἰωάννης δὲν ἦταν σὰν τοὺς ψευ δοπροφῆτες ποὺ ἐκμεταλλεύονται τὴν ἀφέλεια τοῦ θρηκεύοντος λαοῦ· ἦταν σὲ ὅλα του ἀληθινός. Κ᾽ ἦταν ἀληθινός, γιατὶ ἦταν ταπεινός· γνώριζε τὰ μέ τρα του καὶ τὸ ῥόλο του, ὅτι ἡ ἀποστολή του εἶνε μόνο νὰ προετοιμάσῃ τὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων νὰ ὑποδεχθοῦν τὸ Χριστό, κι ὅταν ἐκεῖνος ἔρθῃ νὰ τὸν δείξῃ στὸ λαὸ καὶ νὰ πῇ· Νά, αὐτὸς εἶνε ὁ ἥλιος· ἐ γὼ εἶμαι ὁ αὐγερινὸς ποὺ προειδοποιεῖ ὅτι σὲ λίγο ἔρχεται ὁ βασιλεὺς τοῦ φωτός. «Δὲν εἶμαι ἐγὼ ὁ Χρι στός», ἀπήντησε στοὺς ἀπεσταλμένους τῶν Ἰουδαί ων. Ἄλλος εἶνε ὁ Χριστός· ἔρχεται μετὰ ἀπὸ μένα,  στὴν ὕπαρξι ὅμως προηγεῖται ἀπείρως – μέγα τὸ μυ στήριο. Τί εἶμαι ἐγὼ μπροστά του; δὲν εἶμαι ἄξιος οὔ τε τὸ λουρὶ ἀπ᾽ τὰ σανδάλια του νὰ λύσω (βλ. Ἰω. 1,19-27).  

* * * Γνωστὸς - πασίγνωστος ὁ Ἰωάννης, ἄγνωστος ὅμως ἀκόμη τότε ὁ Ἰησοῦς. Ἀλλ᾽ αὐτὸ πόσες φο ρὲς δὲν ἐπαναλαμβάνεται! – μὲ κάποια βέβαια δια φορά. Δηλαδή· ἄγνωστος καὶ σήμερα ὁ Χριστός, κι ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος γνωστοὶ - πασίγνωστοι ἄνθρω ποι ὄχι σὰν τὸν τίμιο Πρόδρομο ἀλλὰ κάποιοι ποὺ κινοῦνται σὲ πολὺ χαμηλὰ ἐπίπεδα ζωῆς.  

Γιὰ τοὺς πολλοὺς ἄγνωστος ὁ Χριστός· ἀγνοοῦν τὴ διδασκαλία του, τὰ θαύματά του, τὰ γεγονότα τῆς ζωῆς του. Δὲν πῆραν ποτὲ στὰ χέρια τους τὸ Εὐαγγέλιο· καὶ ἡ ἄγνοια τῶν Γραφῶν εἶνε ἄγνοια Χριστοῦ. Γι᾽ αὐτοὺς μπορεῖ νὰ ἐπαναληφθῇ ὁ λό γος τοῦ Προδρόμου «Ὁ Χριστὸς μέσος ὑμῶν ἕστη κεν ὃν ὑμεῖς οὐκ οἴδατε» (ἔ.ἀ. 1,26).  

Ἀλλὰ σύ, ἀγαπητέ μου, ποὺ ἀξιώθηκες ν᾽ ἀγαπή σῃς καὶ νὰ πιστέψῃς στὸ Χριστό, τὸν γνώρισες καὶ αἰσθάνθηκες τί δῶρο εἶνε ἡ γνωριμία αὐτή, μὴν τὸ κρύψῃς ἀπὸ τοὺς ἄλλους. Ἂν εὕρισκες μιὰ πηγὴ καὶ ξεδίψαγες καὶ γύρω σου κινδύνευαν πολλοὶ νὰ πεθά νουν ἀπὸ δίψα, δὲν θὰ ἦταν σκληρό, ἀπάνθρωπο, ἐγ κληματικὸ νὰ μὴν τοὺς δείξῃς τὴν πηγή; Μὰ πολὺ με γαλύτερο ἔγκλημα διαπράττει ἐκεῖνος πού, ἐνῷ γνώ ρισε τὴν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ καὶ δρόσισε τὴν ψυχή του, ἀμελεῖ νὰ τὸ πῇ καὶ στοὺς συνανθρώπους του.  Ἄσε λοιπὸν τώρα τὴν ἀμέλεια, βγὲς καὶ κατάγγειλε τὰ μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ, φώναξε στοὺς δικούς σου τὸ λόγο τοῦ προφήτου «Ἀντλήσατε ὕδωρ μετ᾽ εὐφρο σύνης ἐκ τῶν πηγῶν τοῦ σωτηρίου» (Ἠσ. 12,3). Στὸν κό σμο ποὺ ἀγνοεῖ τὸ Χριστὸ γίνε ἕνας μικρὸς Πρό δρομος ὅπως ἐκεῖνος, ποὺ τὸν ἔδειξε σὲ ὅλους καὶ εἶπε «Ἴδε (=νά) ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων (=ποὺ φορτώθηκε) τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου» (Ἰω. 1,29).  

* * * «Ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ». Πόσο μεγάλη σημασία ἔ χουν αὐτὲς οἱ λέξεις! ὑποδηλώνουν ὅλο τὸ λυτρω τικὸ ἔργο τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Στὸ βά θος τοῦ λόγου αὐτοῦ φαίνεται ὁ λόφος Μορία, ἐ πάνω στὸν ὁποῖο ἦταν ἕτοιμος ὁ Ἀβραὰμ νὰ θυσιά σῃ τὸ γυιό του τὸν Ἰσαάκ· φαίνεται ὁ λόφος τοῦ Γολ γοθᾶ, ἐπάνω στὸν ὁποῖο ὁ οὐράνιος Πατὴρ προσέ φερε θυσία τὸν μονογενῆ Υἱό του «ὑπὲρ τῆς τοῦ κό σμου ζωῆς καὶ σωτηρίας» (Λειτ. Μ. Βασ., καθαγ.).  

Πιὸ ἀναλυτικά. «Ὁ ἀμνός». Εἶνε ἀξιοπρόσεκτη μιὰ λεπτομέρεια, γιατὶ στὴ Γραφὴ καὶ τὸ ἐλάχιστο ἔχει σημασία. Δὲν λέει ἁπλῶς «ἀμνός», ἀλλὰ λέει  

2

«ὁ ἀμνός»· ἔχει καὶ τὸ ἄρθρο «ὁ». Μὲ τὴν προσθή κη τοῦ ἄρθρου, λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος (βλ. Ἑ.Π. Migne  59,116), γίνεται προσδιορισμὸς καὶ διάκρισις. Ἀμνοὶ ἦ ταν πολλοί· ἑκατομμύρια σφάζονταν καὶ θυσιάζον 

Ἀδὰμ καὶ Εὔα μέχρι ὅλους ἐκείνους ποὺ γεννήθη καν ἕως σήμερα καὶ θὰ γεννηθοῦν μέχρι τῆς συντε λείας τῶν αἰώνων. Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος παρατηρεῖ ὅτι ὁ Πρόδρομος χρησιμοποιεῖ χρόνο ἐνεστῶτα· εἶ 

ταν κάθε χρόνο τὸ πάσχα καὶ στὶς ἄλλες θυσίες.  Ἀλλὰ ὅλοι αὐτοὶ δὲν εἶχαν δύναμι νὰ ἐξαλείψουν ἁ μαρτίες· ἦταν ἁπλῶς μιὰ σκιὰ τῆς μεγάλης καὶ μο ναδικῆς θυσίας τοῦ Γολγοθᾶ. Ὁ ἀληθινὸς ἀμνὸς εἶ νε ἕνας καὶ μόνο, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός· καὶ τώρα τὸν δείχνει μὲ τὸ χέρι του ὁ Πρόδρομος· «Ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ» (Ἰω. 1,36).  

Ἡ εἰκόνα τοῦ Ίησοῦ ὡς ἀμνοῦ ζωγραφίζεται θαυ μαστὰ στὸ κεφάλαιο 53 (ΝΓ΄) τοῦ προφήτου Ἠσαΐα πού, ἂν καὶ ἔζησε 800 χρόνια πρὸ Χριστοῦ, διαβά ζοντάς τον νομίζεις ὅτι βρίσκεσαι στὶς ἡμέρες τοῦ Κυρίου καὶ βλέπεις ὅσα συνέβησαν πάνω στὸ φρικτὸ Γολγοθᾶ. Καὶ ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ ἐμβαθύνει στὴν αἰτία τῶν γεγονότων· βλέπει τὴν παγκόσμια διαφθο ρά, διαπιστώνει τὴ βαρειὰ ἀσθένεια τῆς ἀνθρωπό τητος, γιὰ τὴν ὁποία δὲν ἰσχύει κανένα ἀνθρώπινο φάρμακο, καὶ λέει ὅτι ὁ ἄνθρωπος θὰ θεραπευθῇ μό νο μὲ τὸ τίμιο αἷμα ποὺ θὰ χυθῇ ἀπὸ τὰ τραύματα καὶ τὶς πληγὲς τοῦ Μεσσία. «Αὐτός», λέει μὲ ἁπλᾶ λό για, (ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς) «φορτώθηκε τὶς ἁμαρτίες μας καὶ ὑποφέρει ἀντὶ γιὰ μᾶς… Αὐτὸς τραυματίστη κε γιὰ τὶς δικές μας ἁμαρτίες… Μὲ τὴ δική του πλη γὴ γιατρευτήκαμε ἐμεῖς. Ὅλοι πλανηθήκαμε σὰν πρόβατα, ὁ ἄνθρωπος ἔχασε τὸ δρόμο του· καὶ ὁ Κύ ριος παρέδωσε αὐτὸν (τὸ Μεσσία) γιὰ τὶς δικές μας ἁμαρτίες. Καὶ αὐτός, ἐνῷ ἔχει κακοποιηθῆ, δὲν ἀ νοίγει τὸ στόμα του· σὰν πρόβατο ὡδηγήθηκε πρὸς τὴ σφαγή· κι ὅπως τὸ ἀρνὶ μένει ἄφωνο μπροστὰ σ᾽ αὐτὸν ποὺ τὸ κουρεύει, ἔτσι δὲν ἀνοίγει τὸ στόμα του. Καθὼς βρέθηκε ἑκουσίως στὴ θέσι ἀδυνάτου,  τοῦ καταπάτησαν τὸ δίκαιό του· ποιός ὅμως μπορεῖ νὰ διηγηθῇ τὴ γενιά του; γιατὶ ἡ ζωή του ἀφανίζεται ἀπ᾽ τὴ γῆ» (Ἠσ. 53,4-8). Αὐτὴ τὴν περικοπὴ διάβαζε μέσα στὴν ἅμαξά του ὁ εὐνοῦχος ἐκεῖνος τῆς Κανδάκης,  τῆς βασιλίσσης τῶν Αἰθιόπων καὶ τοῦ τὴν ἐξήγησε ὁ Φίλιππος καὶ «εὐηγγελίσατο αὐτῷ τὸν Ἰησοῦν» (Πράξ.  8,35). Αὐτὸ τὸν ἀμνὸ δείχνει καὶ ὁ ἀπόστολος Πέτρος λέ γοντας· «Δὲν λυτρωθήκατε ἀπὸ τὴ μάταιη ζωὴ ποὺ κληρονομήσατε ἀπὸ τοὺς πατέρες σας μὲ ἀσήμι καὶ χρυσάφι, μὲ κάτι δηλαδὴ ἀπ᾽ τὰ φθαρτά, ἀλλὰ μὲ τὸ τίμιο αἷμα τοῦ Χριστοῦ ποὺ θυσιάστηκε σὰν ἀμνὸς ἄ ψογος καὶ ἀκηλίδωτος» (Α΄ Πέτρ. 1,18-19). Ἀλλὰ ἡ μεγαλο πρεπέστερη εἰκόνα τοῦ Ἰησοῦ ὡς ἀρνίου βρίσκεται στὸ τελευταῖο βιβλίο τῆς Καινῆς Διαθήκης· «Καὶ εἶ δα», γράφει ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης στὴν Ἀποκάλυ ψι, «ἀνάμεσα στὸ θρόνο καὶ στὰ τέσσερα ζῷα καὶ ἀνά μεσα στοὺς πρεσβυτέρους νὰ στέκεται ἕνα ἀρνάκι σὰν σφαγμένο…». Καὶ ἄκουσε τραγούδι καινούργιο,  ποὺ ἔψαλλαν οἱ πρεσβύτεροι καὶ οἱ ἄγγελοι καὶ τὸ ἐπα ναλάμβανε ἀμέτρητος λαὸς λυτρωμένων καὶ ἔλε γαν· «Εἶσαι ἄξιος νὰ πάρῃς τὸ βιβλίο καὶ ν᾽ ἀνοίξῃς τὶς σφραγῖδες του, γιατὶ ἐσφάγης καὶ μᾶς ἐξαγόρα σες μὲ τὸ αἷμα σου ἀπὸ κάθε φυλὴ καὶ γλῶσσα καὶ λαὸ καὶ ἔθνος, ὥστε ν᾽ ἀνήκουμε στὸ Θεό, καὶ (ὅ λους) αὐτοὺς τοὺς ἔκανες βασιλεῖς καὶ ἱερεῖς γιὰ τὸ 

Θεό μας, καὶ θὰ βασιλέψουν πάνω στὴ γῆ» (Ἀπ. 5,6-10).  «Νά τὸ ἀρνάκι τοῦ Θεοῦ ποὺ σηκώνει τὶς ἁμαρ τίες τοῦ κόσμου». Ὁ Ἰησοῦς «αἴρει», σηκώνει, τὶς ἁ μαρτίες ὅλου τοῦ κόσμου, ἀπὸ τοὺς πρωτοπλάστους 

πε «ὁ αἴρων», «αὐτὸς ποὺ σηκώνει»· δὲν εἶπε «αὐτὸς ποὺ θὰ σηκώσῃ» ἢ «ποὺ σήκωσε». Αὐτὸ σημαίνει ὅ τι σηκώνει τὶς ἁμαρτίες μας διαρκῶς, μέχρι καὶ τώ ρα, καὶ ὄχι μόνο τότε ποὺ θυσιάστηκε· ὄχι γιατὶ σταυρώνεται διαρκῶς ἀλλὰ γιατὶ διαρκῶς μᾶς κα θαρίζει μ᾽ ἐκείνη τὴ θυσία του (βλ. Ἑ.Π. Migne ἔ.ἀ.).  

Ὁ Ἰησοῦς σηκώνει τὶς ἁμαρτίες τοῦ κόσμου ὅ πως ψάλλουμε κάθε μέρα στὴ Δοξολογία τοῦ ὄρ θρου· «Κύριε ὁ Θεός, ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Υἱὸς τοῦ Πατρός, ὁ αἴρων τὰς ἁμαρτίας τοῦ κόσμου». Καὶ τί βάρος εἶν᾽ αὐτό! Γι᾽ αὐτὸ ὁ Δαυῒδ ἀναστενάζει καὶ λέει «Αἱ ἀνομίαι μου ὑπερῆραν (=ξεπέρασαν καὶ σκέπασαν) τὴν κεφαλήν μου, ὡσεὶ φορτίον βαρὺ ἐβαρύνθησαν ἐπ᾽ ἐμέ» (Ψαλμ. 37,5).  

Ὅσα ἔλεγαν οἱ ἀρχαῖοι γιὰ τὸν Ἄτλαντα, ὅτι σήκω νε στοὺς ὤμους του τὸν οὐρανό, ἦταν μυθολογία. Ἐ μεῖς ζοῦμε μία πραγματικότητα, καὶ μακάριος ὅποι ος τὴν συλλαμβάνει διὰ τῆς πίστεως· ὁ Ἰησοῦς ση κώνει ἐπάνω του τὶς ἁμαρτίες ὅλου τοῦ κόσμου. Ἑ πομένως σηκώνει καὶ τὶς δικές μου ἁμαρτίες· τὶς ἀ φαιρεῖ ἀπὸ πάνω μου καὶ τὶς ἐξαφανίζει ῥίχνοντάς τες στὸ πέλαγος τῆς εὐσπλαχνίας καὶ τοῦ ἐλέους του.  

* * * 

Ὁ Ἰησοῦς σηκώνει τὶς ἁμαρτίες μου! Εἶδα κάπο τε μία παραστατικὴ εἰκόνα. Ἦταν ἕνας ταλαίπωρος ἀχθοφόρος· κουβαλοῦσε ἕνα βαρὺ φορτίο δεμένο σφιχτὰ στὴ ῥάχη του καὶ δὲν μποροῦσε οὔτε ὁ ἴδιος νὰ τὸ ἀποτινάξῃ οὔτε κάποιος ἄλλος νὰ τὸ πάρῃ ἀ πὸ πάνω του. Κάποιος ὅμως τὸν λυπήθηκε, τοῦ ἔ δειξε ἕνα λόφο καὶ τοῦ εἶπε· Ἂν ἀνεβῇς ἐκεῖ, θὰ δῇς ἐκεῖνον ποὺ θὰ σ᾽ ἐλευθερώσῃ. Αὐτὸς πίστεψε στὰ λόγια αὐτά, ἀνέβηκε μὲ κόπο στὸ λόφο, καὶ μόλις ἔφτασε, –ὤ τοῦ θαύματος!– τὰ σχοινιὰ κόπηκαν, τὸ φορτίο ξεκόλλησε κ᾽ ἔπεσε στὴν ἄβυσσο.  

Αὐτὴ εἶνε ἡ εἰκόνα κάθε ἁμαρτωλοῦ, ποὺ ὁ σατα νᾶς τὸν φορτώνει κάθε μέρα μὲ φορτία νέων ἁμαρ τιῶν· κι αὐτός, παρὰ τὴν ἀπατηλὴ ἡδονὴ τῆς ἁμαρ τίας, ἀναστενάζει. Καταφεύγει σὲ διάφορα φιλοσο φικὰ καὶ κοινωνικὰ συστήματα γιὰ ν᾽ ἀπαλλαγῇ ἀπὸ τὸ βάρος, μὰ κανένας δὲν μπορεῖ νὰ τὸν ἀπαλλάξῃ.  

Ὅπως λέει ὁ ἅγιος Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος, «ἀδύνα τόν ἐστι χωρίσαι τὴν ψυχὴν ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας, ἐὰν μὴ ὁ Θεὸς παύσῃ καὶ στήσῃ τὸν πονηρὸν τοῦτον ἄνεμον…  Αὐτῷ γὰρ μόνῳ δυνατὸν τοῦτο ποιῆσαι. “Ἴδε” γάρ,  φησίν, “ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου”» (Ὁμιλίαι πνευματικαὶ Β΄, γ΄· Ἑ.Π. Migne 34,464D-465A-B· βλ. ἐπίσης τὴν ἔκδ. Σωτ.  Σχοινᾶ, Βόλος 1954, σσ. 27-28). Μόνο ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ ἐξαλείψῃ αὐτὸ τὸ κακό.  

Ἀδελφοί μου συναμαρτωλοί, μέχρι πότε θὰ κουβα λᾶμε ἐπάνω μας τὸ βάρος τῆς ἅμαρτίας ὅπως ἡ χελώ να τὸ ὄστρακό της; «Ἀνάμεσά μας στέκει ὁ Ἰησοῦς» (Ἰω. 1,26). Ἂς τὸν πλησιάσουμε μὲ πίστι καὶ εἰλικρινῆ με τάνοια, καὶ ὁ Ἐσταυρωμένος θὰ πετάξῃ τὸ φορτίο μας στὸ πέλαγος τοῦ ἀπείρου ἐλέους τοῦ Θεοῦ.  

Καὶ οἱ κήρυκες τοῦ Εὐαγγελίου μὴν πάψουμε νὰ κηρύττουμε τὴν ὑψίστη αὐτὴ ἀλήθεια, ὅπως ὁ τίμι ος Πρόδρομος ποὺ κατ᾽ ἐπανάληψιν διακήρυξε «Ἴ δε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ» (ἔ.ἀ. 1,36)

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος 

Μεταγλώττισι στὴν ὁμιλουμένη σήμερα μικροῦ κεφαλαίου τοῦ βιβλίου «Ἀκολούθει μοι», Ἀθῆναι (1965) 19893, σσ. 29-40. 20-8-2021. 

τας θυρας


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλείσθε τα σχόλια να είναι σύντομα και να μην έχουν ύβρεις και προσβολές.