Η ζωή και η δράση του Αναστάσιου Παπαδόπουλου είναι ένα κομμάτι από το πάζλ των γεγονότων που διαδραματίστηκαν την περίοδο 1915-1922 στον Πόντο. Ο νεαρός οπλαρχηγός ήταν από τους πρωτοπόρους της Αντίστασης στα δύσκολα χρόνια της ποντιακής γενοκτονίας και πέρασε στην ιστορία και στο θρύλο ως Κοτσά Αναστάς (Μεγάλος Αναστάσης). Γεννήθηκε το 1896 στο χωριό Εντίκ Πουνάρ της Έρπαα (αρχαία Ηράκλεια) και ήταν γιος πολύτεκνης αγροτικής οικογένειας και εγγόνι ιερέα. Μεγάλωσε μέσα σε ένα ελληνορθόδοξο περιβάλλον και γαλουχήθηκε με τα νάματα και τα ιδανικά του ανθρωπισμού και της ελευθερίας. Από μικρός έδειξε ότι ήταν ατίθασος και δυναμικός χαρακτήρας, με σπάνιες όμως ευαισθησίες υπέρ των αδύναμων και των κατατρεγμένων.
Το 1915 επιστρατεύεται στον οθωμανικό στρατό και αντιμετωπίζει πολλές δυσκολίες στο Τάγμα Εργασίας που υπηρετούσε. Αντιλήφθηκε γρήγορα ότι τα τάγματα αυτά ήταν «τάγματα θανάτου», ένα καλοστημένο εργαλείο μεθοδικής εξόντωσης των Ελλήνων, κατά το πρότυπο της φοβερής σφαγής των Αρμενίων που πραγματοποιήθηκε τον Ιούνιο της ίδιας χρονιάς. Καταφέρνει να δραπετεύσει και μαζί με άλλους φυγόστρατους χωριανούς του ανεβαίνει στο βουνό Τοπ-τσαμ. Με ξεκάθαρες πλέον τις αντιλήψεις του για ένοπλη αντίσταση απέναντι στην τουρκική βαρβαρότητα, εντάσσεται στη μικρή ανταρτική ομάδα του Καπετάν Γιακώβ (Ιάκωβου Καρατελίδη). Η ένοπλη αυτή ομάδα μεγάλωνε καθημερινά με την προσέλευση νέων φυγάδων από τα γύρω χωριά του Τοπ-τσαμ. Έτσι δημιουργήθηκε ένα αξιόμαχο αντάρτικο σώμα που ως κύριο στόχο είχε την αυτοάμυνα και την προστασία του ελληνικού πληθυσμού που ήταν έρμαιο των λεηλασιών, των εξευτελισμών και των εκτελέσεων.
Το αντάρτικο φουντώνει

Το 1916 η Γενοκτονία συστηματοποιείται και το αντάρτικο φουντώνει. Οι αντάρτες δέχονται αλλεπάλληλες επιθέσεις από τον τουρκικό στρατό και σε μία από αυτές σκοτώνεται ο Καπετάν Ιακώβ. Την ηγεσία των ανταρτών αναλαμβάνει ο εικοσάχρονος τότε Αναστάσιος Παπαδόπουλος που, παρά το νεαρό της ηλικίας του, θα παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στην εποποιία των αντάρτικων του Πόντου. Ήταν ψηλός στο ανάστημα, βροντόφωνος, τολμηρός και γρήγορος στις αποφάσεις του. Με δύναμη 700 οπλιτών αποκρούει όλες τις επιθέσεις των Τούρκων, ενώ ταυτόχρονα ενισχύει και τα αντάρτικα σώματα της Κάβζας. Η παλικαριά του γίνεται σύντομα γνωστή παντού και η δράση του δίνει ελπίδες στους Έλληνες. Συμμετείχε σε μάχες με πολλούς κινδύνους στις οποίες επέδειξε μεγάλο θάρρος και φυσική δύναμη. Έδινε μεγάλο βάρος στη διάσωση των γυναικόπαιδων και ως προστάτης των αμάχων λατρεύτηκε από τους Έλληνες του Πόντου.
Τον Απρίλιο του 1921 εμφανίζεται στην Έρπαα ο δήμιος των Ποντίων, Τοπάλ Οσμάν και με τους 3.000 Τσέτες του μετατρέπει την περιοχή σε μια πραγματική κόλαση. Αφήνει πίσω του καμένη γη και πτώματα, μα δεν τολμάει να συγκρουστεί με τους αντάρτες. Τρομοκρατημένοι οι άμαχοι εγκαταλείπουν τα χωριά τους και ανεβαίνουν στα βουνά αναζητώντας την προστασία των ανταρτών. Πάνω από 12.000 γυναικόπαιδα φιλοξενούνται πλέον από τον Κοτσά Αναστάς στην οροσειρά Τοπ-τσαμ. Επρόκειτο για μια οροσειρά-φυσικό οχυρό αντίστασης που συνεχώς ενισχύονταν, αλλά και ένα καταφύγιο σωτηρίας.
Η αριθμητική ενίσχυση των ανταρτών προκάλεσε την παρέμβαση του κεμαλικού στρατού που ξεκίνησε νέες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις. Στις 11 Νοεμβρίου 1921 μια ολόκληρη μεραρχία με επικεφαλής τον Λίβα πασά σφυροκοπεί το Τοπ-τσαμ. Ύστερα από σκληρές μάχες 52 ημερών ο Αναστάσιος Παπαδόπουλος απέκρουσε όλες τις επιθέσεις προκαλώντας στο στράτευμα του πασά απώλειες 700 αντρών. Μετά την αποτυχία του Λίβα πασά οι Τούρκοι έριξαν νέες δυνάμεις εναντίον των ανταρτών. Επικεφαλής τους αυτή τη φορά ήταν ο στρατηγός Τσεμάλ Τζεβίτ, μέγας ανθέλληνας με εκατοντάδες εκτελέσεις αμάχων στο ενεργητικό του. Με δύναμη 10.000 αντρών ανέλαβε δράση, δίνοντας υπόσχεση στον Κεμάλ ότι θα εξολόθρευε τους αντάρτες. Οι υποσχέσεις του όμως θα διαψευστούν στο χωριό Δαζλί, όπου στις 23 Φεβρουαρίου το 1922 παθαίνει πανωλεθρία. Οι Τούρκοι αιφνιδιάζονται και αποχωρούν, αφού στο πεδίο της μάχης πέφτει νεκρός και ο ίδιος ο στρατηγός τους. Την ημέρα εκείνη τελείωνε και η δολοφονική δράση της Μεραρχίας Γιλντιρίμ (Κεραυνός). Τον Οκτώβριο του 1922 επανέρχεται ο Λίβα πασά και επιλέγει τη διπλωματική οδό, καλώντας τους αντάρτες σε διαπραγματεύσεις. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Ελληνικός Στρατός δεν αξιοποίησε ποτέ τη δυναμική του ποντιακού αντάρτικου που αποτελούσε απειλή στα νώτα του κεμαλικού στρατού. Στις δύσκολες εκείνες στιγμές οι αντάρτες βρίσκουν βοηθούς τους Τσερκέζους, οι οποίοι τους πουλάνε όπλα και τους δίνουν τρόφιμα και πληροφορίες.
Σύμβολο αντίστασης

Ήταν ένα ένδοξο αντάρτικο το οποίο δεν έχει καταγράψει ούτε μια στρατιωτική ήττα στις μάχες του με τους Τούρκους. Ακόμα και όταν η Ελλάδα συνθηκολογούσε και το μικρασιατικό όνειρο θάβονταν στα ερείπια της φλεγόμενης και ματωμένης Σμύρνης, ο Κοτσά Αναστάς νικούσε σε άλλη μια μάχη τους κεμαλικούς. Για τους νεότουρκους εθνικιστές, ο Κοτσά Αναστάς υπήρξε ο βραχνάς τους. Για τους Έλληνες του Πόντου ήταν το σύμβολο της αντίστασης και της σωτηρίας, καθώς έφραξε το δρόμο προς την ολοκληρωτική καταστροφή. Ο θρυλικός καπετάνιος δολοφονήθηκε στις 2 Δεκεμβρίου του 1922 από Τσέτες, στο χωριό Εζενούς, μετά τη συμφωνία ανταλλαγής των πληθυσμών και παρά την αμνηστία που είχε δοθεί. Αφιέρωσε τον εαυτό του σε μια πανανθρώπινη υπόθεση και πότισε με το αίμα του τη γη που υπερασπίστηκε με την ψυχή του και το όπλο του, ως ένας πραγματικός γιος του Διγενή Ακρίτα. Ήταν ο τελευταίος ακρίτας του Πόντου.
Έχουν περάσει 91 χρόνια από τότε. Κι όμως, το πέρασμα από τη γενοκτονία στην αντίσταση, αυτό το κομμάτι της εποποιίας του Ποντιακού Ελληνισμού, είναι σήμερα σε απελπιστικό βαθμό άγνωστο. Ήταν ένας αυθόρμητος και μέχρις εσχάτων αγώνας που έσωσε την τιμή και την υπόληψη του ποντιακού λαού και μπορεί θαυμάσια να παραλληλιστεί με την επανάσταση που ξεκίνησαν οι Έλληνες το 1821. Οι Πόντιοι αγωνιστές, όπως ο Αναστάσιος Παπαδόπουλος, ήταν λαϊκοί ήρωες που όρθωσαν το ανάστημά τους και αντιτάχθηκαν στις δυνάμεις της βίας, του σωβινισμού και του ρατσισμού του τουρκικού καθεστώτος. Ήταν αγνοί πατριώτες που αγωνίστηκαν για την ελευθερία και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, δίνοντας καθημερινά μαθήματα αυτοθυσίας. Και φυσικά ποτέ δεν σκέφτηκαν να καρπωθούν υλικά τον αγώνα τους, όπως έπραξαν διάφοροι καιροσκόποι στη νεότερη ιστορία της Ελλάδας, και σήμερα έχουν μερίδιο ευθύνης για την κατάντια της χώρας μας.
«Να ξέρουμε, όχι να κρύβουμε»
Τέλος, θα πρέπει να αναφερθεί ότι το κείμενο αυτό δεν έχει αντιτουρκικό χαρακτήρα. Και όπως αναφέρει ο Δημήτρης Ψαθάς στο βιβλίο του η Γη του Πόντου: «…Ούτε επιτρέπεται να θυσιάζουμε την ιστορική αλήθεια σε καμία σκοπιμότητα, όπως, δυστυχώς, καθιερώθηκε να γίνεται απ’ τον καιρό που χαράχτηκε η λεγόμενη ελληνοτουρκική φιλία. Η άστοχη τακτική της αποσιώπησης των γεγονότων της Ιστορίας ήταν ίσως κι ένας απ’ τους λόγους που τόσο άσχημα πορεύτηκε η “φιλία” με τους Τούρκους. Να ρίξουμε το πέπλο της λήθης στο παρελθόν αλλά να ξέρουμε, όχι να κρύβουμε…».
Να ξέρουμε, λοιπόν. Γι’ αυτό είναι ανάγκη να κρατάμε ζωντανή τη μνήμη των αγωνιστών που πρόσφεραν στον Ποντιακό Ελληνισμό, έτσι ώστε να έρθει κάποτε η μεταθανάτια δικαίωσή τους από την Ελληνική Ιστορία. Να θωρακίσουμε την ιστορική αλήθεια μέσα από τις αξίες της ειρήνης, της συνύπαρξης και της αλληλεγγύης των λαών.
Λάζαρος Παπαδόπουλος, Νεράιδα Κοζάνης